ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ
100 χρόνια από την γέννηση του (9 Μαρτίου 1925) και 20 χρόνια από τον θάνατό του (23 Ιουνίου 2005)
Η απόφαση
Είστε υπέρ ή κατά;
Έστω απαντήστε μ’ ένα ναι ή μ’ ένα όχι.
Το έχετε το πρόβλημα σκεφτεί
Πιστεύω ασφαλώς πως σας βασάνισε
Τα πάντα βασανίζουν στη ζωή
Παιδιά γυναίκες έντομα
Βλαβερά φυτά χαμένες ώρες
Δύσκολα πάθη χαλασμένα δόντια
Μέτρια φιλμς. Κι αυτό σας βασάνισε ασφαλώς.
Μιλάτε υπεύθυνα λοιπόν. Έστω με ναι ή όχι.
Σ’ εσάς ανήκει η απόφαση.
Δε σας ζητούμε φυσικά να πάψετε
Τις ασχολίες σας να διακόψετε τη ζωή σας
Τις προσφιλείς εφημερίδες σας, τις συζητήσεις
Στο κουρείο, τις Κυριακές σας στα γήπεδα.
Μια λέξη μόνο. Εμπρός λοιπόν:
Είστε υπέρ ή κατά;
Σκεφθείτε το καλά. Θα περιμένω.
Με τον Μανόλη Αναγνωστάκη γνωριστήκαμε την εποχή που κυκλοφορούσε το λογοτεχνικό περιοδικό «Κριτική». Ήμουν τότε στο Παρίσι και μου έγραψε προτείνοντάς μου να του στείλω άρθρα μου για δημοσίευση. Θυμάμαι ότι τελικά δημοσιεύθηκαν δύο άρθρα μου στο περιοδικό αυτό. Όμως με την αλληλογραφία που χρειάστηκε να ανταλλάξουμε, γνωριστήκαμε αρκετά, αν και από μακριά. Αργότερα συναντηθήκαμε. Θυμάμαι ότι στις αρχές του εξήντα, όταν καθιέρωσα τις λαϊκές συναυλίες, προσπαθούσα παράλληλα να περάσω στον κόσμο και την συμφωνική μουσική. Γι’ αυτό έκανα πάντα δύο συναυλίες, στην πρώτη παρουσίαζα κομμάτια από συμφωνικά έργα και μιλούσα γι’ αυτά, γινόταν δηλαδή ένα είδος διάλεξης και στη δεύτερη τα λαϊκά. Όταν πήγαμε στην Θεσσαλονίκη, ο Μανόλης είχε αναλάβει την διοργάνωση της πρώτης βραδιάς, με τα συμφωνικά. Δούλεψε πολύ γι’ αυτή τη βραδιά, είχε μεγάλο ενθουσιασμό. Τελικά οι προσκλήσεις που έστειλε σε γνωστούς και φίλους βρέθηκαν σκισμένες και η βραδιά ξεκίνησε με πολύ λίγο κόσμο. Φαίνεται όμως ότι από στόμα σε στόμα διαδόθηκε το νέο και πολύ πριν τελειώσουμε, το θέατρο είχε γεμίσει.
Η ποίησή του μου άρεσε πάντα. Ήταν μελαγχολική στην πρώτη ανάγνωση, όμως έκρυβε μεγάλη δύναμη. Στα προδικτατορικά χρόνια ήμουν σε άλλο κλίμα και δεν έτυχε να γράψω μουσική πάνω σε ποιήματά του. Τον καιρό της εξορίας στη Ζάτουνα, μελοποίησα δύο μεγάλα ποιήματά του, το «Μιλώ» και τον «Χάρη» που αποτέλεσαν τον κύκλο «Αρκαδία VIII». Ήταν η καινούρια φόρμα πάνω στην οποία δούλευα τότε, το Τραγούδι-Ποταμός. Αργότερα, γύρω στα 1972, μου έστειλε ένα νέο κύκλο ποιημάτων, την «Λερναία Ύδρα», που απ’ ό,τι σημείωνε στο γράμμα του, τον έγραψε για μένα. Ήταν υπογραμμισμένος ο στίχος «Κι ίσως κανείς δεν σε προσμένει να γυρίσεις…» και δίπλα στο ποίημα η σημείωση «σε αφορούν». Το είχε καταλάβει και ήθελε να μου το πει, ότι γυρνώντας στην Ελλάδα μετά τη δικτατορία, όλα θα είχαν αλλάξει και τίποτα δεν θα ήταν όπως πριν τη χούντα. Έγραψα τη μουσική για τα ποιήματα αυτά, που αργότερα κυκλοφόρησαν σε δίσκο με τον τίτλο «Μπαλάντες».
Μετά τη δικτατορία μου έστειλε ακόμα μερικά ποιήματα που μπήκαν στον δίσκο «Της εξορίας». Ήταν σεμνός, έντιμος και πραγματικός αγωνιστής, που πάντα με τιμούσε η φιλία του και η συνεργασία μαζί του.
Μίκης Θεοδωράκης
Αθήνα, 9.12.2013

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου