Lord Byron
«Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ»
και η θυσία του ποιητή στον ιερό Αγώνα των Ελλήνων για την Ελευθερία
Του Δημήτρη Παπανικολάου
«Άπ’ την Ελλάδα Μούσα, ώ πήρες ουράνια την καταγωγή»
«Η Ελλάδα, για τις καλλιεργημένες συνειδήσεις, είναι κάτι παραπάνω από μια απλή γεωγραφική έννοια»,1 είναι «η γη της τιμής, των Τεχνών και της Ελευθερίας».2 Ακόμα και στα χρόνια της σκλαβιάς, μέσα από τα «ωραία ερείπια», ενσάρκωνε το αρχαίο πνεύμα ως υπόμνηση χρέους των ελεύθερων κοινωνιών για τη χώρα που έδωσε «το πρώτο φως». Η Αναγέννηση, η αναβίωση των κλασικών σπουδών και ο αιώνας των Φώτων, ενδυνάμωσε την επιθυμία των Ευρωπαίων για ένα ταξίδι στον τόπο των Ιδεών. Οι πρώτοι περιηγητές – των Τεχνών εραστές και του «Νέου Ανάχαρση» αναγνώστες – στη θέαση της μυθικής γης αισθάνονταν να κατακλύζονται από τη διανοητική μέθεξη του αρχαίου κλέους, ενώ για τους ρομαντικούς το τοπίο ειδωμένο με «τα μάτια της ψυχής, προσλαμβάνονταν ως νοσταλγία απολεσθέντος παραδείσου».3 Το προσκύνημα στην υπόδουλη Ελλάδα, υπ’ αυτή την οπτική, υπήρξε συναισθηματική επιλογή του ρομαντικού κινήματος, που εντυπώθηκε ως αισθητική αξία στους ενστερνιστές του.
O Byron, εμφορούμενος από τις φιλελεύθερες ιδέες – απόρροια του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης – εναντιώνεται στην αποικιοκρατική αντίληψη της ιθύνουσας τάξης της πατρίδας του. Υπερασπίζεται την εργατική τάξη και διαμαρτύρεται για τη θανατική ποινή, αρνούμενος την υποκρισία και την πουριτανική κοινωνία του καιρού του. Εξεγείρεται στην επαπειλούμενη απώλεια της πολιτισμικής ταυτότητας των εθνοτήτων και υποστηρίζει τα απελευθερωτικά κινήματα.
Πρώτο ταξίδι. Ως ρομαντικός, αποφασίζει να γνωρίσει τη χώρα του κάλλους, της φιλοσοφίας και της ποίησης. Με συνταξιδιώτη τον φίλο του John Cam Hobhouse, φτάνει στη Λισαβόνα. Ύστερα από περιπλάνηση στην Ανδαλουσία, αναχωρεί από το Γιβραλτάρ με το μπρίκι «Αράχνη» και μέσω Μάλτας, – περιπλέοντας τη Λευκάδα, την Κεφαλλονιά και την Ιθάκη – αγκυροβολεί στις 26 Σεπτεμβρίου 1809 στην Πάτρα.
Άπειρος Χώρα. Μετά από σύντομη διαμονή στο Αγγλικό προξενείο Πατρών, μέσω Πρεβέζης, Νικόπολης και Άρτας, στις 5 Οκτωβρίου «ξημερώματα μπήκε στα Γιάννενα».4 Η πρώτη εντύπωση τον συγκλονίζει, καθώς αντικρίζει απέναντι από την κεντρική πύλη του Μεσαιωνικού Κάστρου ένα κρεμασμένο χέρι, από το διαμελισμένο σώμα του εξεγερμένου αρματωλού παπά-Θύμιου Βλαχάβα. Είχε προηγηθεί ο Μητροπολίτης Λαρίσης και Τρίκκης Διονύσιος «ο Φιλόσοφος», όταν το κίνημά του στα Γιάννενα κατεπνίγη στο αίμα και ο ίδιος υπέστη μαρτυρικό θάνατο το 1611. O Byron φιλοξενείται στο αρχοντικό του Γιαννιώτη προύχοντα Νικολού Αργύρη, όπου συναντά και συνομιλεί με τον Διδάσκαλο του Γένους Αθανάσιο Ψαλίδα, καθηγητή στην Καπλάνειο Σχολή και αντιπροσωπευτικό εκπρόσωπο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Περιδιαβάζοντας την Καστροπολιτεία, αντικρίζει τη Συναγωγή των Ρωμανιωτών Εβραίων, επισκέπτεται το Ιτς Καλέ με το Σαράι και τα τζαμιά των Οθωμανών, μαγεύεται στη θέα της Παμβώτιδας λίμνης με το Νησί των βυζαντινών και μεταβυζαντινών Μοναστηριών, θεάται το επιβλητικό Μιτσικιέλι, αγναντεύει τον ανταριασμένο Τόμαρο και διακρίνει στο βάθος του ορίζοντα τις χιονοσκέπαστες κορυφογραμμές των Τζουμέρκων. Τις επόμενες ημέρες μεταβαίνει στο Τεπελένι για να γνωρίσει τον Αλή Πασά – γνήσιο εκφραστή της ασιατικής δεσποτείας, τυραννικό σατράπη στο πασαλίκι Ιωαννίνων – και ως ποιητής «προφητεύει» το πεπρωμένο του.
«Το αίμα, αίμα ακολουθά.
Και των θνητών οι πράξεις
στο αίμα καταλήγουνε,
όταν αρχίζουν μ’ αίμα».5
Στην επιστροφή του φιλοξενείται για δύο ημέρες στο Μοναστήρι του Προφήτη Ηλία, στη Ζίτσα. Έκθαμβος από τη μεταφυσική του τοπίου της Ηπειρωτικής γης, αρχίζει να γράφει στα Γιάννενα τις πρώτες στροφές της ποιητικής σύνθεσης «Το Προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ».
«Ω Ζίτσα των μοναστηριών, απ’ τη σκιερή κορφή σου,
Μικρή γωνιά μυριόχαρη στης γης εδώ την άγια.
Όπου κι’ αν δεις, κάτου, αψηλά, μπροστά, τριγύρω, πίσου,
Τι Ουράνιων τόξων χρώματα και τι ομορφιές και μάγια»!6
Σε άλλη στροφή διερωτάται για το αρχαιότερο Μαντείο του Ελλαδικού χώρου που αφάνισαν «οι σκοτεινοί αιώνες».
«Δωδώνη! που τα δάση σου τα αιώνια, τα μαντεία
Τα θεϊκά, πούναι η πηγή που προφητείες λαλεί;
Σαν τι έχει μείνει απ’ το βωμό του βροντορήχτη Δία,
Ποιός κάμπος τις απάντησες εκείνου αντιλαλεί;»7
Το «προσκύνημα του ποιητή» συνεχίζεται από τα Γιάννενα στην Πάργα, το Μεσολόγγι και το Αίγιο, όπου ακούει μυσταγωγικά τον Ανδρέα Λόντο να άδει τον Θούριο του Πρωτομάρτυρα Ρήγα Φεραίου. Από εκεί επισκέπτεται τον Παρνασσό των Μουσών, το Μαντείο των Δελφών, τη Λειβαδιά, τη Θήβα και τα στενά των Θερμοπυλών, για να φτάσει ανήμερα των Χριστουγέννων του 1809 στην πόλη των Αθηνών. Ως ταπεινός προσκυνητής προσέρχεται στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης, «ξεναγείται» από τον Giovanni Battista Lusieri και γίνεται μάρτυς της λεηλασίας των γλυπτών του Παρθενώνα που διέπραξε ο Lord Elgin. To 1811, πριν αναχωρήσει από την Ελλάδα, γράφει το ποίημα «Η Κατάρα της Αθηνάς» καταδικάζοντας τις πράξεις του. Από το ναό του Ποσειδώνος στο Σούνιο ατενίζει το Αιγαίο Πέλαγος, υμνώντας τα «Νησιά της Ελλάδας» και, μετά την περιήγηση σε Κόρινθο, Άργος, Ναύπλιο και Τρίπολη, ολοκληρώνει το Αττικό προσκύνημα στον Μαραθώνα και τη Σαλαμίνα, αποτίοντας φόρο τιμής στους «προμαχούντες Αθηναίους» της Ελευθερίας και της Δημοκρατίας. Ωστόσο, το 1810 μεταβαίνει στη Σμύρνη, όπου τελειώνει το δεύτερο άσμα του «Τσάιλντ Χάρολντ» και μετά την Έφεσο, περιδιαβάζοντας το Ίλιον, αναλογίζεται τα πάθη των Τρώων και τις περιπέτειες των Αχαιών ως αναγνώστης της «Ιλιάδας» και της «Οδύσσειας». Διαπλέει, όπως ο μυθικός Λέανδρος, τον αχανή Ελλήσποντο από τη Σηστό στην Άβυδο. Αντικρίζοντας όμως, την Πόλη περίλυπος ανιστορεί:
«Ω Σταμπούλ, προχθεσινή βασίλισσα και τώρα, ώ κρίμα!
Σαρίκια της Άγιας Σοφιάς μολύνουν τ’ Άγιο Βήμα».8
Το θάμβος της Ποίησης. «Αν είμαι ποιητής, το χρωστάω στον αέρα της Ελλάδας», δηλώνει εμφατικά κι ανοίγει τα φτερά. Το «Προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ», με τα δύο πρώτα άσματα, εκδίδεται στο Λονδίνο το 1812 «προκαλώντας θύελλες ενθουσιασμού και καθιέρωσε μια για πάντα τον ρομαντικό ήρωα».9 Αποτελεί την κορύφωση του εξεγερμένου ρομαντικού πνεύματος, που, αναβαπτιζόμενο στα νάματα του ευλογημένου τόπου, υποδεικνύει με τον λόγο του ότι η Ελλάδα «δεν είναι πια η ερειπωμένη κατοικία των Νυμφών και των Μουσών».10 O Byron στιχουργεί και φανερώνει ότι τίποτα δεν έχει χαθεί, γιατί εδώ ζουν εκείνοι που θυσιαστικά κρατούν, αντιπαλεύοντας τη βία της ιστορίας, ό,τι τους συνδέει με το παρελθόν, το οποίο προϊδεάζει το μέλλον με τη γλώσσα ως άρρηκτο δεσμό και υπόδειγμα ήθους, αρετής και αγάπης προς την πατρίδα. Η ολοκληρωμένη σύνθεση των ασμάτων, με την ιστορική θεώρηση και αναγωγή στα ιδεώδη, που διαπερνά ως πνεύμα και αισθητικό ρεύμα το περιεχόμενο, αφυπνίζει τις συνειδήσεις των απανταχού υπέρμαχων της Εθνικής Παλιγγενεσίας, καθώς αποκάλυψε την Ελλάδα στη διαχρονία της.
Ελληνική Επανάσταση και Φιλελληνισμός. Ο Εθνικοαπελευθερωτικός Αγώνας των κληρονόμων της αρχαιότητας ενέπνευσε τον Φιλελληνισμό – ως κίνημα αταξικό με εθελοντική θυσιαστική φιλοσοφία – επηρεάζοντας μια πλειάδα καλλιτεχνών και συγγραφέων, με τον Byron να αποτελεί παράδειγμα ποιητή και Επαναστάτη. Η ρομαντική του ψυχή διψάει για την αρχέγονη πηγή, εκεί όπου το φως καταυγάζει και οδηγεί στο ξέφωτο των πνευματικών αξιών. Αγωνίζεται να πραγματώσει το όραμα μιας επαναστατικής ιδέας, όπου «η Ελευθερία οδηγεί το λαό», στην αποτίναξη κάθε δουλείας και τυραννίας αποκαλώντας την, «ποίηση της πολιτικής». Όπως ο ποιητής και πνευματικός φίλος του Percy Bysshe Shelley στο πόνημά του «Υπεράσπιση της Ποίησης» διατρανώνει ότι «για να είναι κανείς αγαθός με τη βαθύτερη έννοια, θα πρέπει να μπορεί να φαντάζεται με ένταση και πληρότητα. Να μεταθέτει τον εαυτό του στη θέση του άλλου ή πολλών άλλων»,11 έτσι και ο Byron, ως «ποιητής στρατιώτης», υπερασπίζεται την Επανάσταση συμπυκνώνοντας ό,τι ευγενέστερο άνθισε στην καρδιά του, θέτοντας εαυτόν στον αγώνα των πολλών.
Οδοιπόρος του κόσμου. Ο Byron, εγκαταλείποντας την πατρίδα του, μετά από σύντομη παραμονή στη Γενεύη, εγκαθίσταται το 1818 στην Ιταλία. Εκεί με τη Mary και τον Percy Shelley, στις ιστορικές συναντήσεις τους στην Πίζα, εμπνέονται, γράφουν, και στοχάζονται για τα μελλούμενα του κόσμου. Η «Ωδή στην Ελευθερία» του Shelley και η εμβληματική εισαγωγή του - «Είμαστε όλοι Έλληνες» στο λυρικό ποίημα «Ελλάς» - συνεγείρει και συγκινεί τον νου και την ψυχή του ποιητή για ό,τι είχε οραματιστεί. Μετά τον αδόκητο χαμό του φίλου του το 1822 στη θάλασσα του Λιβόρνο, «σαν έτοιμος από καιρό», αποφασίζει ν’ αφοσιωθεί στον «ιερό Αγώνα των Ελλήνων για την Ελευθερία».
Στερνό ταξίδι στο Μεσολόγγι. Με το ειδικά ναυλωμένο αγγλικό μπρίκι «Ηρακλής» αποπλέοντας από τη Γένοβα και μετά την «πολύμηνη» παραμονή του στην Κεφαλλονιά, την προσκυνηματική επίσκεψη στην Ιθάκη και το πέρασμά του από τη Ζάκυνθο, αποβιβάζεται στις 5 Ιανουαρίου 1824 στο Μεσολόγγι.
Άξιο τέκνο του Βορρά,
καλώς μας ήλθες πάλι
ακούγεται σαν προσευχή,
με των ηρώων τη φωνή
και την ηχώ της Μούσας,
από τη ματωμένη γη,
τα βάθη των αιώνων.
Με πίστη στον σκοπό που έταξε να υπηρετήσει, έρχεται ως εκπρόσωπος του «Φιλελληνικού Κομιτάτου Λονδίνου», διαθέτοντας όλη του την περιουσία στον Αγώνα. Μαζί του ο προσωπικός του ιατρός Dr. Francesco Bruno, ο λογιστής Lega Zambelli, ο «αινιγματικός» Edward John Trelawny, o έμπιστος Giovanni Battista «Tita» Falcieri και ο Ιταλός φιλέλληνας και μέλος των Καρμπονάρων, κόμης Pietro Gampa. Ο Byron συνομιλεί καθημερινά με τον George Finlay για την πορεία του Αγώνα, συνεργάζεται με τον William Perry για την ενίσχυση της άμυνας και, ως διορισμένος «Συνταγματάρχης Πυροβολικού» με υπογραφή του Φιλικού Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, αναλαμβάνει την οργάνωση των Ευρωπαίων φιλελλήνων, ενώ συγκροτεί επίλεκτο σώμα Σουλιωτών, συμμετέχοντας και ο ίδιος στις στρατιωτικές προετοιμασίες, αποκαθιστώντας την καταλλαγή στις σχέσεις των αγωνιστών, πριν διασπαρεί «η διχόνοια η δολερή».
Υπομένει, ελπίζει και καρτερεί.
Κύκνειο άσμα. «Σήμερα συμπληρώνω τα τριάντα έξι μου χρόνια» τιτλοφορεί το τελευταίο ποίημα γραμμένο στις 22 Ιανουαρίου 1824 στο αγαπημένο του Μεσολόγγι.
«Αν τα νιάτα σου λυπάσαι,
γιατί πλειό να ζεις;
Της τιμής εδώ ‘ναι ο τόπος,
άξιος δείξου μαχητής,
Ζήτα κι εύρε ανδρείου μνήμα
κι αν ζητήσεις θα το βρεις
κοίτα γύρω, πιάσε θέση,
στάσου εκεί ν’ αναπαυθείς».
Το ποίημα, αποτελούμενο από δέκα στροφές, δημοσιεύτηκε μετά το θάνατό του, στις 11 Φεβρουαρίου 1825, στην εφημερίδα της πολιορκίας «Ελληνικά Χρονικά» σε μετάφραση Σπυρίδωνος Τρικούπη.
Η εφημερίδα, με συντάκτη και εκδότη τον Ελβετό φιλέλληνα Johann Jacop Meyer, τυπώνονταν από τον Σμυρνιό τυπογράφο και λόγιο Δημήτριο Μεσθενέα στο πιεστήριο που εγκατέστησε στην πόλη ο συνταγματάρχης Leicester Stanhope, με μέριμνα του Φιλελληνικού Κομιτάτου Λονδίνου, όπου εκδίδονταν και «το πολύγλωσσο εβδομαδιαίο φύλλο «Telegrafo Greco», με άρθρα γραμμένα ιταλικά, αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά».12 Όταν όλα είχαν κριθεί, εναπόθεσαν στη γη, ως φυλακτό μνήμης, «τους χαρακτήρες της τυπογραφίας, οίτινες ετύπωσαν εις τας σελίδας της ιστορίας και εμετοχέτευσαν εις τας επερχομένας γενεάς τας αξιομνημονεύτους περιστάσεις της πολιορκίας, τα λαμπρά κατορθώματα της φρουράς και τα αθάνατα ονόματα τοσούτων ηρώων, ως και τα πιεστήρια, διεσκορπίσθησαν και ετάφησαν εις το έδαφος του Μεσολογγίου δια να μη μολυνθώσιν από βαρβαρικάς χείρας, αφού εχρησίμευσαν εις τοιούτον ιερόν έργον».13 Εκδότης και τυπογράφος συντάχτηκαν στους προμαχώνες μαζί με τη Φρουρά ως υπερασπιστές της «Ιεράς Πόλεως» και «έπεσαν» στην ηρωϊκή Έξοδο των «Ελεύθερων Πολιορκημένων».
Ο θάνατος του ποιητή. O Byron, εναρμονίζοντας την ιδέα με την πράξη, το όνειρο με την πραγματικότητα, σπάζει τα δεσμά του χρόνου και του πόνου, ατενίζοντας άφοβα τον θάνατο στο ταπεινό Μεσολόγγι. Με τη θυσία του θα υψωθεί πέρα και πάνω από τ’ ανθρώπινα, δείχνοντας τον δρόμο της Ελευθερίας ως υπέρτατης αξίας, που κινεί την Ποίηση και την Επανάσταση για έναν κόσμο Αδελφοσύνης και Δικαιοσύνης.
Αλαργινό πουλί της ομορφιάς
του Έρωτα και του Θανάτου,
του πάθους και της χάριτος
της Αλβιώνος τέκνο,
στεφάνι η δόξα πλέκει.
Ο θάνατός του, στις 19 Απριλίου 1824 συγκλόνισε τους Μεσολογγίτες και όλους τους Έλληνες, ενώ είχε μεγάλη απήχηση στη διεθνή κοινή γνώμη, ενδυναμώνοντας το φιλελληνικό κίνημα και επαναπροσδιορίζοντας τους πολιτικούς και διπλωματικούς όρους για την πορεία της Επανάστασης.
«Να αναλογίζεσαι για να φλογίζεσαι παντοτινά στίχους του Byron», σημείωσε ο Eugene Delacroix στο ημερολόγιό του στις 11 Μαΐου 1824, καθώς με την ποίησή του ανακάλυψε την Ελλάδα».14
Ο νεκρός ποιητής, «επιστρέφει» στην πατρώα γη με το καράβι «Florida» από τη Ζάκυνθο, το νησί των ποιητών που ύμνησαν τη θυσία του.
«Ώ Βύρων` ώ θεσπέσιον
πνεύμα των Βρεττανίδων,
τέκνον μουσών και φίλε
άμοιρε της Ελλάδος
καλλιστεφάνου»...
«Σε η Ελλάς ευγνώμων
Ως φίλον μεγαλόψυχον
ζητεί ‘να στεφανώση,
ως παρηγορητήν της,
ως ευεργέτην».
γράφει στην πρώτη Ωδή των «Λυρικών» ο Ζακύνθιος ξενιτεμένος ποιητής Ανδρέας Κάλβος και το έτερον άξιον τέκνον της Ζακύνθου, ο ποιητής του «Ύμνου εις την Ελευθερίαν» Διονύσιος Σολωμός, θρηνεί για τη θανή του στη δική του Ωδή.
«Λευθεριά, για λίγο πάψε
Να χτυπάς με το σπαθί
Τώρα σίμωσε και κλάψε
Εις του Μπάιρον το κορμί»...
«Άκου, Μπάιρον, πόσον θρήνον
Κάνει, ενώ σε χαιρετά,
Η πατρίδα των Ελλήνων
Κλαίγε, κλαίγε, Ελευθεριά»...
Βιβλιογραφία
1.Λόρδος Μπάιρον. «Το Προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ». Μετάφραση Μαρίας Ι. Κεσίση. Εκδόσεις Σπανός. Αθήνα 1977. 2. Φρεντερίκ Πρόκος. «Μπάιρον. Τα χειρόγραφα του Μεσολογγίου». Μετάφραση: Παναγιώτης Σκόνδρας. Εκδόσεις Αστάρτη 2003 & Ειδική έκδοση για την Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία 2011. 3. Annick Benoit-Dusausoy and Guy Fontaine. «Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας». Ευρωπαϊκά Γράμματα. Τόμος Β΄. Εκδόσεις Σοκόλη. Αθήνα 1999. 4. Ο Λόρδος Βύρων στην Ελλάδα. Υπουργείο Πολιτισμού και Βρετανικό Συμβούλιο. 1987. Επιστημονική υπεύθυνη καταλόγου Φανή-Μαρία Τσιγκάκου, Ιστορικός της Τέχνης. Πρόλογοι: Μελίνα Μερκούρη, Υπουργός Πολιτισμού, Sir Jeremy Thomas KCMG, Πρεσβευτής της Μεγάλης Βρετανίας στην Ελλάδα. Κείμενα: Νικηφόρος Βρεττάκος, Ευγενία Κεφαλληναίου, Ιωάννης Κ. Μαζαράκης-Αινιάν, Andrew Rutherford, Φανή-Μαρία Τσιγκάκου. 5. Με τα μάτια των Ρομαντικών. «Έργα Ευρωπαϊκής Ζωγραφικής του 19ου αιώνα από το Μουσείο Μπενάκη». Κατάλογος: Εθνική Πινακοθήκη c 1993. Κείμενα καταλόγου: Φανή-Μαρία Τσιγκάκου, Ιστορικός της Τέχνης, επιμελήτρια Μουσείου Μπενάκη. 6. Luis Racionero. «Οι φιλοσοφίες του Underground». Μετάφραση, Νίκος Κωνσταντάς. Εκδόσεις Οδυσσέας 1983.. 8.Αναστάσιος Παπασταύρος. «Lord Byron. Από τα Γιάννενα στην αθανασία». Εκδόσεις Δωδώνη & Οδυσσέας. 9. Καρλ Μέντελσον-Μπαρτόλντυ. «Επίτομη ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης». Απόδοση Ελένης Γαρίδη. Εκδόσεις Τολίδη. Ειδική έκδοση για την Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία. 2011
Σημειώσεις
1. Άγγελος Δεληβοριάς. Πρόλογος. «Through Romantic Eyes: European Images of nineteenth century Greece from the Benaki Museum». 1993. 2, 9 & 10. Φανή-Μαρία Τσιγκάκου. Επιστολή του Byron στον Ανδρέα Λόντο. Μεσολόγγι, 1824. «O Byron στην Ελλάδα» σελ. 70, και της ιδίας σελ. 17 & 16. 3. Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, Πρόλογος. «Με τα μάτια των Ρομαντικών» σελ. 9. 4. Μιχάλης Γκανάς. «Γυάλινα Γιάννενα», Εκδόσεις Καστανιώτη. Αθήνα 1989. σελ. 8. 5. Αικατερίνη Δοσίου. Μετάφραση Τσάιλντ Χάρολντ, «O Byron στην Ελλάδα» σελ. 15. 6 & 7. Στέφανος Μύρτας. Μετάφραση Τσάιλντ Χάρολντ, στο λεύκωμα, «Ήπειρος», του Νίκου Δεσύλλα, «Αισθητική περιπλάνηση στον χώρο». Εισαγωγή-Σχόλια-Επιλογή κειμένων Χριστόφορος Μηλιώνης. Εκδόσεις Σύνολο. Αθήνα 1994. σελ. 13. 8. Στέφανος Μύρτας. Μετάφραση Τσάιλντ Χάρολντ. «O Byron στην Ελλάδα» σελ 16. 11. Percy Bysshe Shelley. «Υπεράσπιση της Ποίησης». 1821. Απόδοση, Ιουλίτα Ηλιοπούλου. Ύψιλον/Βιβλία, Αθήνα 1996. σελ.40. 12 & 13. Ι.Κ.Μαζαράκης-Αινιάν. Το τυπογραφείο του Μεσολογγίου, στον κατάλογο «O Byron στην Ελλάδα» σελ 36. 14. Φανή-Μαρία Τσιγκάκου. Εισαγωγή, στον κατάλογο «Με τα μάτια των Ρομαντικών», σελ.18.
Έργα Ζωγραφικής
Βρυζάκης Θεόδωρος (Θήβα 1814-Μόναχο 1878)
Η υποδοχή του Λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι, 1861
Λάδι σε μουσαμά, 155Χ213 εκ.
Δωρεά Πανεπιστημίου
©Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου.
Φωτογραφία: Σταύρος Ψυρούκης, φωτογράφος Ε.Π.Μ.Α.Σ.
Ludovico Lipparini (1800-1856)
O όρκος του Λόρδου Bύρωνα στο Mεσολόγγι.
Eλαιογραφία, 0,16Χ0,19 μ.
©2021,
Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα
Πρόκειται για μικρογραφική επανάληψη της ομώνυμης μνημειακής σύνθεσης του ίδιου ζωγράφου, η οποία χρονολογείται περί τα 1850 και αποδίδει ένα φανταστικό γεγονός. Το έργο συνδέεται με την απήχηση που είχε ο θάνατος του ποιητή στο Ιταλικό Φιλελληνικό κίνημα.
Γλυπτά
Γεώργιος Βιτάλης (Υστέρνια Τήνου 1838-Αλεξάνδρεια 1901)
Byron
Ανδριάντας, μάρμαρο, 1881
Κήπος Ηρώων Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου.
Δημήτριος Σεμιτέλος (Μονοδέντρι Ιωαννίνων 1830-Αθήνα 1898)
Το επίγραμμα, αναγράφεται στη στήλη του ανδριάντα.
Σμιλεύτηκε σε μάρμαρο, από τον Τήνιο γλύπτη Γεώργιο Βιτάλη, κατόπιν εράνου που διενήργησε ο Φιλολογικός Σύλλογος «Βύρων» και η τελετή των αποκαλυπτηρίων πραγματοποιήθηκαν το 1881.
«Στα θεμέλια του ανδριάντα, τοποθετήθηκε η ασημένια θήκη με τους πνεύμονες
του ποιητή, που φυλάσσονταν ως κειμήλιο στον Ιερό Ναό Αγίου Σπυρίδωνος.
Η θήκη διεσώθη από ιερομόναχο, μαζί με ιερές εικόνες,
κατά την ηρωϊκή Έξοδο των Ελεύθερων Πολιορκημένων». *
*Υποσημείωση
Ροδάνθη Φλώρου,
«Σαν σήμερα στο Μεσολόγγι... πέθανε ο ρομαντικός ποιητής και φιλέλληνας Λόρδος Βύρων».
Δημοσιεύτηκε στις 19 Απριλίου 2020, στο «THE MESSOLONGHI BYRON SOCIETY-Βυρωνική Εταιρεία Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου-International Research Center for Lord Byron & Philhellenism»
Νικόλαος Κοτζιαμάνης (Μόρφου 1946)
Byron
Ανδριάντας, ορείχαλκος, 1995
Αύλειος χώρος κτιρίου «Βυρωνικής Εταιρείας Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου – Διεθνές Κέντρο Έρευνας και Μελέτης για τον Λόρδο Βύρωνα και τον Φιλελληνισμό»
Δαπάνη Βυρωνιστών Εξωτερικού.
Henri Michel Antoine Chapu, (Le Mée, France 1833- Paris 1891)
Jean Alexandre Joseph Falguiere, (Toulouse 1831-Paris 1900)
Σώχος Λάζαρος (Ιστέρνια Τήνου 1857/1862 - Αθήνα 1911)
Η Ελλάς τον Βύρωνα
Γλυπτική σύνθεση, μάρμαρο. 1896
«Υπέρ της πατρίδος εκ των ιδίων Δημήτριος Στεφάνοβικ Σκυλίτσης»
Βασιλίσσης Αμαλίας και Βασιλίσσης Όλγας. Αθήνα
Φωτογραφία: Βικτωρία Καίσαρη, 2004.
Νίκος Ι. Γεωργίου (Αθήνα 1961)
Byron
Προτομή, μάρμαρο. 2016
Αύλειος χώρος Δημαρχείου, Ζίτσας Ιωαννίνων
Δωρεά Έβελυν και Μιχάλη Κατσουλίδη
Πραξιτέλης Τζανουλίνος (Τήνος 1955)
Byron
Πρόπλασμα φιλοτεχνημένο στον πηλό, 2021
(τελικό υλικό έργου: χαλκός). Ύψος 84 εκ., Πλάτος 54 εκ., Βάθος 30 εκ.
Ευχαριστίες του συγγραφέα
Θερμές ευχαριστίες οφείλονται, στην κυρία Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, Ομότιμη καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης, Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης - Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου, για την άδεια δημοσίευσης του εμβληματικού έργου, «Η υποδοχή του Λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι», του Θεόδωρου Βρυζάκη
και στο Μουσείο Μπενάκη, για την άδεια δημοσίευσης του έργου, «O όρκος του Λόρδου Bύρωνα στο Mεσολόγγι», του Ludovico Lipparini.
Για την άδεια δημοσίευσης των γλυπτών, ευχαριστίες απευθύνονται:
Στην Υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Δυτικής Ελλάδας,
Πελοποννήσου και Νοτίου Ιονίου, για τα γλυπτά του Byron, στον αύλειο χώρο
της Βυρωνικής Εταιρείας και στον Κήπο Ηρώων της Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου.
Τον Δήμο Αθηναίων, Δ/νση Σχεδίου Πόλεως και Αστικού Περιβάλλοντος,
Τμήμα Πολιτιστικής Κληρονομιάς, για το γλυπτό του Byron στην Αθήνα
και τον Δήμο Ζίτσας, για το γλυπτό του Byron στη Ζίτσα Ιωαννίνων.
Ευχαριστίες εκφράζονται και στον γλύπτη Πραξιτέλη Τζανουλίνο, για την ευγενική παραχώρηση προτομής του ποιητή.
Όλες οι φωτογραφίες των έργων ζωγραφικής και των γλυπτών, υπόκεινται στο Νόμο περί πνευματικών δικαιωμάτων και δεν επιτρέπεται η αναπαραγωγή τους, χωρίς γραπτή άδεια από τους προαναφερθέντες θεσμούς.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην δίγλωσση έντυπη έκδοση (ελληνικά-αγγλικά)
«Ημέρες Τέχνης στην Ελλάδα-Days of Art in Greece» τ. 12 Αθήνα 2021.
Διεύθυνση, Μαρία Παπαδογιάννη. Αναδημοσιεύεται με την προσθήκη των γλυπτών του ποιητή, καθώς και των συνοδευτικών ιστορικών στοιχείων.