Είναι μικρό το τεμάχιο, έλα να προσκυνήσεις…
(άλλως: η δύναμη της προσευχής)
Του θεολόγου - φιλολόγου Κώστα Νούση
Σάββατο 9 Νοεμβρίου. Ενοριακός Ναός επαρχιακής ελλαδικής μεγαλούπολης. Θεία λειτουργία στη μνήμη του Αγίου Νεκταρίου. Ο Ναός τιμώμενος σε Νεομάρτυρα. Μέσα στο Ιερό Βήμα ο φίλος μου, φίλος ων του ενοριακού Ιερέως παρακολουθεί σιωπηλός τη Φρικτή Μυσταγωγία. Συνηθισμένος να βρίσκεται στον χώρο αυτόν, πολλές φορές ήδη συμπροσευχόμενος εκεί με τον κληρικό φίλο του. Όρθιος κάποια στιγμή δίπλα στην Αγία Τράπεζα κοίταξε προς την όμορφη λειψανοθήκη στο κέντρο της, με μικρό τεμάχιο οστού του Νεομάρτυρος. Σκέφτηκε αστραπιαία πώς θα μπορούσε να ζητήσει απ’ τον φίλο του να προσκυνήσει τα λείψανα, πράγμα που μέχρι την ώρα κείνη ούτε καν διανοήθηκε να το κάνει. Το πολύ σε τρία δευτερόλεπτα από τη σκέψη του αυτήν, μόνος του ο Iερεύς πήρε τη λειψανοθήκη, την έφερε μπροστά του και είπε: «δεν είναι μεγάλο το λείψανο, μάς το δώρισε ο τάδε. Είναι μικρό το τεμάχιο, έλα να προσκυνήσεις…». Με βία κράτησε ένα δάκρυ που πήγε να κυλήσει απ’ τα μάτια του. Ο Άγιος ήταν εκεί, τον άκουσε πριν καν ολοκληρώσει τον λογισμό του, έσπευσε να εκπληρώσει την επιθυμία στην ουτιδανότητα, στην αναξιότητά του.
Το γεγονός είναι αληθινό. Μού κατετέθη ως θαύμα, με κείνη τη μυστική κι ακλόνητη βεβαιότητα που έχει μονάχα όποιος το βιώνει, όποιος συμμετέχει στα άρρητα μυστήρια και στις θεοφάνειες της Τριάδος. Πέρασαν άφευκτα κι απ’ τον δικό μου ακάθαρτο νου σκέψεις αλλόκοτες, ταραχώδεις, δαιμονιώδεις. Μήπως τον είδε ο παπάς που κοιτούσε προς τη λειψανοθήκη και «έπιασε» την επιθυμία του, μήπως έτυχε, μήπως το συνήθιζε και σε άλλους… Εκείνος, όμως, ήταν ανένδοτος. Είχε τόσες φορές πάει μέσα στο Ιερό και πρώτη φορά τού συνέβη. Δεν μπορεί επίσης να έγινε τούτο τόσο συγχρονισμένα, τόσο όμορφα, τόσο παράξενα, τόσο θαυμαστά. Στη συνείδησή του το συμβάν «κάθισε» με τη σιγουριά του θαύματος, με τη σχεδόν απόλυτη βεβαιότητα της αγιοφάνειας, με την εσωτερική πληροφορία της επίσκεψης, της φωνής, της απάντησης του Θεού…
Ο Θεός προγνωρίζει όχι απλά τις ανάγκες μας, αλλά και τις πιο μύχιες κι ελάχιστες βουλητικές κινήσεις του νοός και της καρδίας μας, πριν ακόμη αυτές υποστασιαστούν συνειδητά μέσα και από το ανθρώπινο πνεύμα. Δεν γνωρίζω αν το θέλησε ο ίδιος, εντελώς μόνος του, να προσκυνήσει τον Άγιο τη στιγμή εκείνη ή εάν το Άγιο Πνεύμα τού ενέβαλε, τού εν-έπνευσε τη θεάρεστη τούτη όρεξη (Ρωμ. 8:26). Το βέβαιο είναι ότι ο Θεός έδειξε δια του Αγίου του πως όχι απλά ακούει και σέβεται τα θελήματα και τα αιτήματά μας, αλλά και σπεύδει προς εκπλήρωση και ικανοποίησή τους. Αν αυτό ισχύει για μια απλή, σχεδόν ασύνειδη και ακούσια κίνηση του νοός, ως έχουμε στην προκειμένη περίπτωση, πόσο μάλλον για τις εκούσιες προσευχητικές αιτήσεις και κραυγές προς τον Κύριο. Το όρος Σινά, τύπος αμυδρός των τελουμένων νυν στα Ορθόδοξα Άγια Θυσιαστήρια, δεν έπαυσε να αποτελεί τον τόπο της διαλογικής συνάντησης με τον Κτίστη, όπως βιώθηκε μακριά από τα βλέμματα των πολλών σ’ εκείνον τον πτωχό ενοριακό Ναό τη μέρα της μνήμης του Αγίου του αιώνα μας.
Ο Θεός και οι Άγιοι μάς αγαπούν. Αυτό σχολίασε ο γνωστός του γράφοντος στον Ιερέα ευθύς αμέσως. «Αν δεν αγαπούσε, δε θα μαρτυρούσε», ανταπάντησε ο Λειτουργός του Υψίστου. Διάλογος γενόμενος εν Πνεύματι, σαν μια ακόμα ισχνή εξεικόνιση της θαβώρειας διαλεκτικής ανάμεσα στον Χριστό και στην ανθρωπότητα, τη ζώσα και την κεκοιμημένη, την Εκκλησία τη θριαμβεύουσα και τη στρατευομένη. Έτσι μου φάνηκαν, παράλληλα γεγονότα, καταπώς τα άκουσα όλα αυτά, βλέποντας απ’ τη δική μου θολή οπτική γωνιά μέσα στο άσημο εκείνο, στο ταπεινό Ιερό Βήμα ενός δευτεροκλασάτου Ναού δίπλα στις άλλες μεγάλες Ενορίες της μεγαλούπολης τον φίλο μου, δυο τρεις ακόμη συνταξιούχους Ιερείς συμπροσευχομένους, τον Λειτουργό, την Τιμιωτέρα των Χερουβείμ, τον Άγιο Νεκτάριο, τους συν αυτώ συνεορτάζοντας τη αυτή ημέρα, τον Νεομάρτυρα της φερώνυμης Εκκλησιάς, τον Γεώργιο τον εξ Ιωαννίνων, το παλληκάρι που αντάλλαξε νιάτα και οικογένεια για αιωνιότητα και Χριστό δια λύτρων πόνου και αίματος, και πόσους ακόμη Αγίους και Αγγέλους, που είχαν την τιμητική τους την προτεραία, κι εκείνους αοράτως συμπαρισταμένους, εν μέσω δε πάντων τον υφ’ απάσης της Εκκλησίας δορυφορούμενον, τον πιο ταπεινό απ’ όλους, τον Άγιο των Αγίων, τον ιερουργούντα Χριστό, συν Πατρί και Πνεύματι.
Η Εκκλησία είναι το μυστήριο των μυστηρίων. Είναι άκτιστη (γέρων Πορφύριος), είναι η ίδια η Τριάδα και οι μετ’ αυτής κοινωνούντες «τῇ ἀκτίστῳ θείᾳ ἐνεργείᾳ». Ταπεινό στο φαίνεσθαι και στο φρόνημα, το Σώμα του Κυρίου πορεύεται προς τα Έσχατα, νικηφόρα κι αθόρυβα, πλην με την εργώδη αγιοπνευματική απαθή ένταση και αποφασιστικότητα, τότε που θα αποκαλυφθεί και αυτό εν πάση τη δόξη του Υιού του Ανθρώπου (Κολ. 3:4). Καμιά προσευχή δεν πάει χαμένη, τίποτε απ’ τα ρήματα, τα ψελλίσματα, τα συλλαβίσματα και τους στεναγμούς της δεν πέφτει κάτω. Η απιστία ξεκινά εν τη γενέσει της συνήθως, απ’ την ώρα που φανταζόμαστε ότι ίσως καν δεν μάς άκουσε ο Θεός ή δεν ασχολείται με τα μικρά, τα καθημερινά, τα ανθρώπινα. Δεν θα σχολιάσω το βλάσφημο αυτών των μάταιων, των νοσηρών, των ευτελών, των θνητών συλλογισμών. Δεν είναι αναγκαίο. Ο Κύριος δεν απαξιώνει κανέναν και τίποτε, όσο ελάχιστο και να φαντάζει στους εγωισμούς μας, στις άγνοιές μας, στις προλήψεις μας, στη σχετικότητα και στο πεπερασμένο της κτιστότητός μας. Μονάχα την αμαρτία απεχθάνεται, αποστρέφεται, βδελύσσεται. Αλλά και πάλι πόσα αμαρτωλά θελήματά μας ικανοποιεί μέσα στην απερινόητη Πατρική του πρόνοια και αγάπη, μέσα στην άφατη ταπείνωσή του…
Οι δικές μας σχολιαστικές και ερμηνευτικές επίνοιες πάνω στα θεοφανικά γεγονότα, αν δεν αλλοιώνουν, είθισται εξάπαντος να απομειώνουν την οντολογική τους ισχύ και σημειολογία. Η βιωματική ανταπόκριση των συμμετεχόντων σε τέτοια συμβάντα έχει τελεσιουργήσει ήδη πολύ περισσότερα από την πενία των όποιων λεκτικών σημαινόντων, όσο δυνατά και αποτελεσματικά κι αν εξέρχονται και στη θεοπρεπή ακόμη εκφορά τους. Θα ήθελα, επομένως, να υπογραμμίσω μονάχα την αναγκαιότητα της προσευχής. Της μυστικής και ταπεινής. Της απλής και παιδικής. Της με εμπιστοσύνη και ειλικρίνεια αδομένης. Μιας λησμονημένης πρακτικής ακόμη και για την πλειοψηφία των συνειδητών μελών της Εκκλησίας. Προφανώς λόγω της περιρρέουσας αντιπροσευχητικής ατμόσφαιρας και της απουσίας των παραδειγματικών θεραπόντων της, που κάποτε ήταν πολύ περισσότεροι. Μάλλον και χάρη στην εκκοσμίκευση, στην ορατή πολλάκις και βραχυπρόθεσμη «αναποτελεσματικότητά» της. Γιατί όχι και εξαιτίας της ράθυμης φιληδόνου σπουδής και αδημονίας μας, ίσως και εκ του έθους της ιλιγγιώδους ταχύτητας με την οποία τρέχουν πλέον τα πάντα. Ποιος μπορεί, ποιος θέλει πλέον να κύψει υπομονετικά να προσευχηθεί σήμερα, πολλώ δε μάλλον να προσμένει – ίσως και πάλι νά 'ρθουν – τα θετικά και χειροπιαστά αποτελέσματά της στο απώτερο μέλλον, που δεν είναι και εγγυημένα;
Υπάρχει η απάντηση στις διαβολικές αυτές υποβολές. Δεν μιλάω κυρίως για τα μεγάλα και αναμφισβήτητα θαύματα. Είναι και κάποια γεγονότα σαν τα παραπάνω, μικρά μεν στην απλότητα και ταπεινότητά τους, τεράστια δε στην αγιοπνευματική σημαντική τους. Ο Θεός ακούει πάντοτε και άπαντες και απαντάει εξάπαντος αεί και σε όλους, αναλόγως όμως προς την πίστη ή τη διψυχία του άλλου, κατά την προαίρεση, την ταπείνωση, το συμφέρον του αιτούντος, την ποιότητα, τον χρόνο και τον τρόπο του αιτήματος, υπεράνω δε όλων των προηγουμένων σύμφωνα με το απόρρητο και αλάθητο - εν τη τελειότητι της πατρικής του αγάπης, γνώσης και παντοδυναμίας - σχέδιό Του. Η προσευχή μας, ακόμα και στην ελάχιστη κινητική της δυναμική, έχει ουσία, έχει αξία, έχει ελπίδα. Αυτό κατέδειξε η ως άνω θρησκευτική μικροαφήγηση. Αλλά και πώς θα σε ακούσει ο Θεός, σύμφωνα με όσα άλλοτε μού είπε μια απλή, συνηθισμένη, «αδιάφορη», καθημερινή, πλην πιστή νησιώτισσα – άραγε πόση σοφία και θεολογία κρύβεται μέσα στο λείμμα της Εκκλησίας και στη θυμοσοφία του λαού του Θεού; - αν δεν γνωρίζει τη φωνή σου, αν δεν σ’ έχει αφουγκραστεί ποτέ να του στέλνεις τις αγωνίες σου, τις δοξολογίες σου, τις ευγνωμοσύνες σου, τις εξομολογήσεις σου, τις λαχτάρες και τα πάθια σου εν προσευχή και δεήσει;
Κ. Ν.
9-11-2013
Αγίου Νεκταρίου, Επισκόπου Πενταπόλεως του θαυματουργού,
ξημερώνοντας του Οσίου Αρσενίου του Καππαδόκη
4 σχόλια:
Ένα από τα ωραιότερα και αληθινότερα κείμενα του κ. Νούση. Τέτοια να γράφετε, να χαίρει η ψυχή μας.
Για να προσθέσω κι εγώ το κατιτίς μου, θα παραθέσω ένα μικρό κείμενο ενός αγίου, του οποίου τη μνήμη γιορτάσαμε προ ολίγων ημερών.
"Ἐγὼ εἶμαι πατέρας, ἐγὼ ἀδελφός, ἐγὼ νυμφίος, ἐγὼ οἰκία, ἐγὼ τροφή, ἐγὼ ἔνδυμα, ἐγὼ ρίζα, ἐγὼ θεμέλιον, κάθε τι τὸ ὁποῖον θέλεις ἐγώ· νὰ μὴν ἔχεις ἀνάγκην ἀπὸ τίποτε. Ἐγὼ καὶ θὰ σὲ ὑπηρετήσω· διότι ᾖλθα νὰ ὑπηρετήσω, ὄχι νὰ ὑπηρετηθῶ. Ἐγὼ εἶμαι καὶ φίλος, καὶ μέλος τοῦ σώματος καὶ κεφαλὴ καὶ ἀδελφός, καὶ ἀδελφὴ καὶ μητέρα, ὅλα ἐγώ· ἀρκεῖ νὰ διάκεισαι φιλικὰ πρὸς ἐμέ. Ἐγὼ ἔγινα πτωχὸς διὰ σέ· ἔγινα καὶ ἐπαίτης διὰ σέ· ἀνέβηκα ἐπάνω εἰς τὸν Σταυρὸν διὰ σέ· ἐτάφην διὰ σέ· εἰς τὸν οὐρανὸν ἄνω διὰ σὲ παρακαλῶ τὸν Πατέρα· κάτω εἰς τὴν γῆν ἐστάλην ἀπὸ τὸν Πατέρα ὡς μεσολαβητὴς διὰ σέ. Ὅλα δι᾿ ἐμὲ εἶσαι σύ· καὶ ἀδελφὸς καὶ συγκληρονόμος καὶ φίλος καὶ μέλος τοῦ σώματος. Τί περισσότερον θέλεις;"
Ὁ Κύριος ἀπευθυνόμενος πρὸς ἡμᾶς
Ἁγίου Ἰωάννου Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Χρυσοστόμου
ἀπόσπασμα ἐκ τῆς οστ´ (76) ὁμιλίας αὐτοῦ εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιον 24,16-31 (ΕΠΕ τόμ. 12, σελ. 34)
http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/paterikon/iwannhs_xrysostomos_peri_ths_agaphs_toy_xristoy.htm
ΠΡΑΓΜΑΤΙ ΕΤΣΙ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΤΡΟΠΟΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ ΜΙΑ ΠΑΡΗΓΟΡΙΑ ΧΩΡΙΣ ΠΟΛΛΑ ΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΒΑΡΥΓΔΟΥΠΕΣ ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ ΕΙΤΕ ΜΟΝΟΛΟΓΙΣΤΗ(ΠΡΟΣΥΧΗ ΤΤΟΥ ΙΗΣΟΥ),ΕΊΤΕ ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟ Ή ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ Ή ΤΟΥΣ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΥΣ,ΟΝΤΑΣ ΠΑΝΤΑ ΣΥΝΔΕΔΕΜΕΝΟΙ ΜΕ ΤΗΝ ΖΩΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΑΙΡΝΟΝΤΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΤΟΜΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΣΧΕΣΗ.
"ΠΡΟΣΕΥΧΗ: ΜΙΑ ΠΡΑΞΗ,ΚΑΤΕΞΟΧΗΝ,ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ"
Πολύ φοβούμαι πως στις μέρες μας η καθημερινή πράξη της προσευχής ή θα είναι πολυτρόπως παρεξηγημένη ή θα είναι,παντελώς,παραμελημένη. Δεν θα μιλήσω για όσους παθαίνουν αλεργία και με το άκουσμα μόνο της ενέργειας της προσευχής και δεν επιθυμούν, φυσικά, να έχουν κάποια σχέση με τον εκκλησιαστικό –θρησκευτικό χώρο. Χωρίς,βέβαια,να λησμονούμε ότι κι αυτές οι΄΄δύσκολες’’περιπτώσεις μπορεί να έχουν γίνει –σε αιφνίδιο χρόνο -κοινωνοί ανάλογων μεταφυσικών εμπειριών,δίχως,όμως, να δίνουν κάποια προέκταση, για περισσότερο υπαρξιακό προβληματισμό,στη συνέχεια του βίου τους.
Θα μάς απασχολήσει η περίπτωση των ευσυνείδητων πιστών,που επιθυμούν,διακαώς, κατά κάποιον τρόπο να συμμετέχουν στο εκκλησιαστικό σώμα. Εύκολα,όμως, διαπιστώνει ένας υγιής θρησκευόμενος –το τονίζω αυτό,γιατί το τελευταίο διάστημα έχουμε μία μικρή και πικρή εμπειρία από τις παρενέργειες των ψυχοπαθολογικών περιπτώσεων – ότι δεν φαίνεται η προσευχή να αποτελεί προτεραιότητα για ένα μεγάλο αριθμό αγωνιζόμενων πιστών. Μάλλον η λέξη αυτή, που το σημαινόμενό της είναι το κλειδί για την είσοδο σε μία άλλη πνευματική οντολογική κατάσταση, έχει καταντήσει στα χείλη των χριστιανών ένα λεκτικό παίγνιο, χρήσιμο μεν για τις θεολογικές και ακαδημαϊκές μας συζητήσεις, βλαπτικό δε για τη σωτηριολογική μας αυτοσυνειδησία, που πάσχει τα μάλα την εποχή της μετανεωτερικότητας.
Και ενώ η ορθόδοξη παράδοση δύο χιλιάδων χρόνων,τώρα,δεν κάνει τίποτα άλλο από το να μάς υπενθυμίζει τα αυτονόητα περί της πνευματικής μας εγρήγορσης (Τούτο το γένος ουκ εκπορεύεται ει μη εν προσευχή και νηστεία {Ματθ, ιζ} ),εμείς με ένα τρόπο μάλλον παράδοξο και ίσως κυνικό, παραβλέπουμε την ανυπολόγιστη δύναμη της προσευχής και επιδιδόμαστε,ενίοτε και μανιωδώς,σε βατολογίες και κενολογίες, χωρίς να λογαριάζουμε το κόστος που επιφέρουν αυτές οι επιπόλαιες πρακτικές στην πνευματική μας προκοπή και ανθοφορία!
...Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΠΑΡΑΚΑΤΩ!
Του ΔΙΟΓΕΝΗ_Ε.Μ.
‘’ ΠΡΟΣΕΥΧΗ: ΜΙΑ ΠΡΑΞΗ, ΚΑΤΕΞΟΧΗΝ, ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ‘’
...Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ!
Δε θέλουμε να καταλάβουμε, δηλαδή, πως η ενέργεια της προσευχής είναι μία, κατεξοχήν, Πράξη Δημιουργίας, υπεράνω όλων των άλλων καθημερινών μας έργων! ΄Εάν τα πράγματα είχαν διαφορετικά τότε ο Θεάνθρωπος Χριστός δεν θα έμπαινε στη διαδικασία να προσεύχεται καθημερινά και μάλιστα σε ώρες περίεργες και μακριά από τη χλαλοή του κόσμου! Ούτε και τα μοναστήρια μας θα αποτελούσαν εργαστήρια προσευχής – κάθαρσης και θεοπτίας! Όλα αυτά φαίνεται πως κάτι σημαίνουν για την ορθόδοξη πνευματική μας πορεία!
Είναι καιρός το κεφάλαιο της ορθόδοξης χριστιανικής ζωής, που λέγεται προσευχή ή για να το διατυπώσουμε με πιο θεολογικούς όρους, ο διάλογος κτιστού και ακτίστου, να μάς απασχολήσει περισσότερο, για να μην πω ότι το κεφάλαιο της επικοινωνίας Θεού και ανθρώπων πρέπει να είναι το μοναδικό πράγμα, σε καθημερινή βάση, που να βασανίζει- απασχολεί το μυαλό μας και όχι πάρεργο, όπως το καταντήσαμε οι σημερινοί εμπερίστατοι χριστιανοί!
Ο λόγος των Αγίων μας είναι πάντα λυτρωτικός και γι΄ αυτό και ψυχοθεραπευτικός:
«…Ἄραγε, ξεύρομε τί εἶναι ἡ προσευχὴ καὶ ξεύρομε νὰ προσευχώμαστε; Ἀπὸ μικρὰ παιδάκια ποὺ ἤμαστε, μαθαίναμε νὰ προσευχώμαστε, ἀλλὰ ἡ προσευχή μας ἔχει τὴν πορεία ποὺ πρέπει; Ἡ προσευχὴ εἶναι μία πορεία τῆς ψυχῆς πρὸς τὸν Θεόν, μὲ σκοπὸ νὰ φθάση σ᾿ Αυτόν καὶ νὰ ἑνωθῇ μαζί του. Ἐὰν ἡ πορεία δὲν εἶναι σωστή, τὸ αὐτοκίνητο ἢ τὸ πλοῖο δὲν φθάνει ποτὲ στὸν προορισμό του. Ἐὰν ἡ πορεία τῆς προσευχομένης ψυχῆς μας δὲν εἶναι ὀρθή, καταλαβαίνετε ὅτι ποτὲ δὲν θὰ φθάση στὸν Θεό. Σὰν νὰ ἔχωμε μία βάρκα, ἂς ποῦμε, ποὺ ὁ βαρκάρης κτυπάει τὰ κουπιά, ἀλλὰ τελικῶς δὲν κάνει τίποτε ἄλλο, παρὰ στριφογυρίζει γύρω στὸ ἴδιο σημεῖο. Τὸ ἴδιο μπορεῖ νὰ παθαίνωμε καὶ ἐμεῖς καὶ νὰ μὴ τὸ ξεύρωμε κἄν. Πρέπει νὰ δοῦμε, ἡ προσευχή μας εἶναι ἐπιτυχημένη προσευχή;…»
«…Εἶναι ἀνυπολόγιστο τὸ κακὸ ποὺ παθαίνομε, τὸ νοιώθετε, ἂν δὲν ξεύρωμε νὰ προσευχηθοῦμε. Ἀνυπολόγιστο! Τὸ μοναδικὸ κακό, τὸ ὁποῖον πάσχομε. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ γίνῃ σύγκρισις καταστροφῆς μὲ καμιὰ καταστροφή. Καὶ ἐὰν ὑποθέσωμε ὅτι θὰ χτυπηθοῦν ὅλα τ᾿ ἀστέρια καὶ ὅλοι οἱ κόσμοι μεταξύ τους, καὶ θὰ γίνουν τὰ ἄνω κάτω θρύψαλα, τὸ κακὸ θὰ εἶναι πολὺ μικρότερο ἀπὸ τὸ κακὸ τὸ ὁποῖον ὑφιστάμεθα ἐμεῖς, ἐὰν δὲν ξεύρωμε νὰ προσευχηθοῦμε. Καὶ ἑπομένως, ὁ κίνδυνός μας εἶναι ἄμεσος, κίνδυνος ὁριστικός, στὴν περίπτωσι αὐτῆς τῆς πνευματικῆς ἀγνοίας…»
(Ἁγίου Νεκταρίου, Θεοτοκάριον, Ἐκδ. Παναγόπουλος)
Του ΔΙΟΓΕΝΗ_Ε.Μ.
Δημοσίευση σχολίου