Ὁ Καισάριος Δαπόντες καί ὁ Ἅγιος Ρηγῖνος
[Καθώς ξημερώνει τοῦ Ἁγίου Ρηγίνου, σκέφτηκα, μιά καί τιμᾶμε φέτος τόν Δαπόντε, νὰ πῶ δυό λόγια γιά τήν προσφορά τοῦ Καισάριου στόν Ἅγιό του. Ἄς εἶναι δέ αὐτό ἕνα εὐλαβικό μνημόσυνο γιά τόν Σκοπελίτη λόγιο, τόν τόσο ξεχασμένο στόν τόπο του...]
Θέλω νὰ πιστεύω πὼς ἄν δὲ φρόντιζε ὁ Καισάριος, ὥστε νὰ διαδοθεῖ τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου Ρηγίνου, ἀφοῦ αὐτὸς πρῶτος νοιάστηκε νὰ συνθέσει καὶ νὰ δημοσιεύσει τὴν ἀκολουθία του, σήμερα δὲν θὰ εἴχαμε τὴν ξεχωριστὴ αὐτὴ τιμὴ, τὴν ὁποία ὀφείλω νὰ ὁμολογήσω τὴ συμπληρώνει ἕνα ἄλλο μεγάλο ὄνομα λογίου ἀνδρὸς κι αὐτοῦ Σκοπελίτου καὶ μάλιστα λησμονημένου. Τοῦ καθηγητοῦ Νικολάου Γεωργάρα, τοῦ ὁποίου οἱ μελέτες καὶ μάλιστα ἡ πρώτη ἐπιμελημένη ἐπανέκδοση τῆς Ἀκολουθίας καὶ τοῦ βίου τοῦ Ἁγίου Ρηγίνου τὸ 1902, ἀπομένουν τεκμήρια μιᾶς σοβαρῆς ἱστορικῆς ἔρευνας καὶ διακαοῦς εὐλάβειας γιὰ τὸν Ἅγιο καὶ τὴ Σκόπελο. Αὐτὰ ὡς μιὰ παρένθεση, ἀναγκαία πιστεύω, καὶ εὐστόχως συμπληρωματική.
Τὸ 1746, σέ ἡλίκια 32 ἐτῶν ὁ Κωνσταντῖνος Δαπόντες φέρει τὸ ὑψηλὸ ἀξίωμα τοῦ Καμινάρη, ὑπεύθυνου δηλ. γιὰ τὴ συλλογὴ φόρων τῶν οἰνοπνευματωδῶν καὶ τοῦ ταμπάκου. Τότε λοιπὸν ἑτοιμάζει καὶ τὴν ἔκδοση τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Ἁγίου Ρηγίνου, ἀλλὰ καὶ τοῦ βίου του, ὁ ὁποῖος σημειωτέον μᾶς παραδίδεται καὶ χφος, θησαυρισμένος στὸ Ἀρχεῖο τῆς M. Μ. Λαύρας.
Ὡστόσο αὐτὸ ποὺ θὰ ἤθελα νὰ παρατηρήσω εἶναι τὸ ἐξῆς: μέχρι σήμερα δὲν ἔχουν προσεχθεῖ δύο σημαντικὰ σημεῖα, ἀθησαύριστα παντελῶς, ἀπ᾿ αὐτὰ ποὺ μᾶς παραδίδει ὁ Δαπόντες στὴν Ἀκολουθία τοῦ 1746.
Τὸ πρῶτο ἀναφέρεται στὴν αἰτία τῆς ἔκδοσης τῆς ἐν λόγω ἀκολουθίας καὶ βρίσκεται στὸν ἄγνωστο, δυστυχῶς, μέχρι σήμερα πρόλογο τοῦ συγγραφέα καὶ ὑμνογράφου.
«Συνέταξα, μᾶς πληροφορεῖ ὁ Δαπόντες, μετὰ πόνου πολλοῦ τὴν παροῦσαν βίβλον περιέχουσαν τήν ἅπασαν ἀκολουθίαν τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν ἱερομάρτυρος Ἐπισκόπου Σκοπέλων Ρηγίνου, χρέος τῇ ἡμετέρᾳ πατρίδι ἀφοσιούμενος καὶ τὴν πατρὸς μνήμην θρέπτρα τῇ πατρίδι προσφέρων, πατρὸς παλαιοῦ, ὁποῦ καὶ εἰς συνόδους κατὰ τῶν δυσεβούντων πάμπολλα ἠγωνίσατο καὶ τὴν εὐσέβειαν ὑπέρ τις ἄλλος κηρύξας...».
Τὸ ἄλλο ὑπάρχει μέσα στὸ συναξαρι τοῦ Ἁγίου, ποὺ εἶναι ἐνσωματωμένο στὴν Ἀκολουθία καὶ μᾶς πληροφορεῖ τὰ ἀκόλουθα: «Πρὸ πέντε χρόνων ἀπό τῆς σήμερον - δηλ. γύρω στὰ 1741 (272 χρόνια ἀπό σήμερα), σταλθεὶς παρὰ τῆς Γερουσίας τῶν Σκοπέλων ὁ Χατζη-Κωνσταντὶνος, ὁ ὕστερον μετωνομασθεὶς διὰ τὸ μοναχικὸν σχῆμα Καλλίνικος, ἐφέρθησαν μέρη τινὰ ἐκ τοῦ ἀγίου λειψάνου εἰς Σκόπελον καὶ ἐτέθησαν ἐν τῷ σεβασμίῳ μοναστηρίῳ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, ὅπου εὐρίσκονται φυλαττόμενα καὶ τιμώμενα ὡς εἰκός».
Ἐξηγῶ ἐδῶ, πὼς στὴ Σκόπελο τοῦ 18ου αι. ὑπῆρχε Κοινοτικὴ Διοίκηση, τὴν ὁποία ἀποτελοῦσαν δύο Ἐπίτροποι ἤ Γέροντες καὶ ὁ Γραμματικὸς τῆς Χώρας. Ἦσαν ἐπιφανῆ πρόσωπα τῆς Σκοπελίτικης κοινωνίας-ὀ Χατζη-Κωνσταντής ἕνας ἀπ᾿ αὐτοὺς πρέπει νὰ ἦταν καὶ προσκυνητὴς τοῦ Παναγίου Τάφου, μόνο ποὺ μέχρι σήμερα δὲν ἔχουμε ἄλλες ἰκανὲς εἰδήσεις γι᾿ αὐτόν.
Ἀλήθεια, πόσα τεμάχια Λειψάνων ἔφερε ὀ Χ-Κωνσταντὴς ἀπό τὴν Κύπρο; Θέτω τὸ ἐρώτημα αὐτὸ γιὰ νὰ σᾶς πῶ ὅτι αὐτὸ τὸ τεμάχιο τοῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου μας, ποὺ ἀπὸ τὸ 1834 περίπου εἶναι θησαυρισμένο στὸν περικαλλῆ ναὸ τῆς Ἐπισκοπῆς, τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, μετὰ ἀπό τὴν διάλυση τῶν μονῶν ἀπό τὴν Ἀντιβασιλεία, εἶναι αὐτὸ ποὺ ἐκομίσθη ἀπό τὴν Κύπρο, κατὰ τὴ μαρτυρία τοῦ ἴδιου τοῦ Καισάριου, ποὺ μᾶς ἐξηγεῖ καλύτερα τὰ πράγματα στὴν ἀνέκδοτη Γεωγραφική του ἰστορία.
Ἀφοῦ λοιπόν στὸ φ. ἀναφερθεῖ στὴν
Κύπρο, λέει παρακάτω:
«Ἔχει δὲ κἄν τὸ λείψανον τοῦ θείου μου Ῥηγίνου
Σκοπέλων ἐπισκόπου, ναί, τοῦ θαυμαστοῦ ἐκείνου
εἰς τὴν τοῦ Ἀρχαγγέλου δὲ μονὴν τοῦ Μοναγρίου
τὴν λεγομένην σώζεται καύχημα τοῦ νησίου.
Εἰς τοῦ Κιτέων τὴν γνωστὴν τοῖς πᾶσιν ἐπαρχίαν,
ἡ Σκόπελός μου ἔχει δὲ ταφὴν του τὴν ἁγίαν
κι ἕνα μεγάλον κόκκαλον ἀπό τὸ λείψανόν του
ληφθὲν καὶ προσκυνούμενον εἰς δόξαν καὶ τιμήν του».
Φυσικὰ στὸν Ἅγιο Ρηγῖνο ὁ Δαπόντες ἔχει ἀφιερώσει κι ἄλλες σελίδες, τὶς ὁποῖες ὁ φιλότιμος ἀναγνώστης μπορεῖ νὰ βρεῖ στὰ ἔργα τοῦ Δαπόντε Λόγοι Πανηγυρικοί (ἐκδ, Βενετία 1778) καὶ Ἐξήγησις τῆς Θ. Λειτουργίας (Βιένη 1796) καὶ φυσικὰ στὴν ἀνέκδοτη Γεωγραφικὴ Ἰστορία, τὴν ὁπόια εἶχε προαναγγείλει ὅτι θὰ ἐξέδιδε ὀ μακαρίτης καθ. Ἄλκης Ἀγγέλου, ὁ ἐπιμελητὴς καὶ ἐκδότης τοῦ περίφημου Κήπου Χαρίτων. Θὰ ἦταν εὐχῆς ἔργον νὰ τὴν εἴχαμε. Ὄχι τίποτε ἄλλο, ἀλλὰ γιατὶ τὸ ἔργο αὐτὸ γράφτηκε τὸ 1781, ἐδῶ στὴ Σκόπελο, στὸ μοναστήρι τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Καὶ μιὰ κι ἔγινε λόγος γιὰ ὑπάρχοντα σήμερα χειρόγραφα τοῦ Δαπόντε στὴ Σκόπελο, σᾶς πληροφορῶ ὄτι στὴ μονὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ κανένα του χφο δὲν ὑπάρχει, ἐνῶ στὶς μονὲς τοῦ Τ. Προδρόμου καὶ τῆς Μεταμορφώσεως διασώζοντα κάποια.
Ἐπειδὴ ὅμως σᾶς κούρασα, θὰ κοιτάξω νὰ κλείσω τὴν ἑνότητα αὐτὴ μὲ λόγια ὄχι δικά μου, μὰ τοῦ Καισάριου, ποὺ ἀπευθύνονται στὸν Ἅγιο Ρηγῖνο καὶ εἶναι σὰ νὰ γράφτηκαν ἐπίτηδες γιὰ τὶς γκρίζες μέρες ποὺ διερχόμαστε.
Λόγια εἰλικρινῆ, καρδιακὰ καὶ ἔντιμα. Πῶς νὰ μὴ συγκινήσουν καὶ παράλληλα ἀποδείξουν τὸ μέγεθος ἀγάπης καὶ λατρείας τοῦ μεγάλου μας συμπολίτη στὸν Ἅγιο τοῦ τόπου του; Ἀπὸ κάτι τέτοια φαίνεται δὲ πὼς τὸν τιμησαν δύο μεγαλοι θεωρητικοὶ τῆς λογοτεχνίας μας. Ὁ Γ. Σεφέρης κι ὁ Κ.Θ. Δημαρᾶς. Καὶ νομίζω πὼς ἐκεῖνοι σωστὰ ἔπραξαν Ἐμεῖς;
π. Κων. Ν. Καλλιανός,
τοῦ Ἁγίου Ρηγίνου 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου