Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2019

Η "ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΑΜΟΥ" ΤΟΥ ΣΤΕΛΙΟΥ ΦΑΪΤΑΚΗ


Αστραπέλλου Μαριλένα 
ΤΟ ΒΗΜΑ

Στέλιος Φαϊτάκης 
Ο έλληνας muralista 
Ο Στέλιος Φαϊτάκης είναι η περίπτωση καλλιτέχνη που έχει διαδώσει την ελληνική τέχνη σε μεγάλο μέρος του κόσμου εκτός των συνόρων. Ξεκίνησε ως καλλιτέχνης γκραφίτι, πέρασε από τη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας και το εργαστήριο της Ρένας Παπασπύρου και έκτοτε δημιούργησε ένα προσωπικό ιδίωμα που φέρνει κοντά την «προϋπηρεσία» του στον δρόμο ως street artist, τον θαυμασμό του για τη βυζαντινή αγιογραφία και την ταύτιση με το πολιτικό μήνυμα των μεξικανών muralistas, όπως ο Ντιέγκο Ριβέρα ή ο Χοσέ Κλεμέντε Ορόσκο. Στην έκθεση «Life / In total light» στην γκαλερί Allouche Benias, Κανάρη 1, Κολωνάκι εγκαινιάζει τη σχέση με την γκαλερί που τον εκπροσωπεί πλέον στην Αθήνα και παρουσιάζει το έργο «Πρόταση Γάμου» (2018).
«Μέχρι τώρα, ως θεατής απολαμβάνω πολύ περισσότερο την αγιογραφία από τη «σύγχρονη τέχνη», χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει πως δεν υπάρχουν και ισάξια έργα τού σήμερα. Σε μια έκθεση σύγχρονης τέχνης πάω περισσότερο για να είμαι ενήμερος για το τι συμβαίνει στον καιρό μου. Σε μια έκθεση με καλά έργα βυζαντινής ζωγραφικής όμως εξακολουθώ να εκπλήσσομαι, να θαυμάζω τους παλιούς μάστορες, να συγκινούμαι έως και να συγκλονίζομαι, που είναι σε τελική ανάλυση και το σπουδαιότερο κριτήριο για να χαρακτηρίσουμε ένα έργο τέχνης «καλό» κατά τη γνώμη μου. Τα πολύπλοκα επεξηγηματικά κείμενα δίπλα σε ένα έργο, αν δεν έχει υπάρξει καταρχήν συγκίνηση, δεν έχουν καμία αξία. Χαίρομαι πολύ που η εργασία μου πήρε γρήγορα αυτόν τον δρόμο» εξηγεί ο 43χρονος Φαϊτάκης. Εναν δρόμο που τον έφτασε μέχρι τους «The New York Times» όπου δημοσιεύτηκε εκτενές άρθρο για τη δουλειά του. 
Υπάρχει ένας άγραφος κανόνας, που λέει ότι για να μιλήσει ένας καλλιτέχνης μια διεθνή γλώσσα πρέπει να μη φοβηθεί να αντιμετωπίσει κατάματα την παράδοση του τόπου του. «Δεν υπάρχει κανένα «πρέπει» όσον αφορά την εργασία ενός καλλιτέχνη. Το αλφάβητό του ο καλλιτέχνης το επιλέγει ο ίδιος σύμφωνα με την ανάγκη του να εκφράσει αυτό που θέλει. Μπορεί όντως προσωπικά να με συγκινούν πολύ περισσότερο δουλειές που έχουν επαφή με τις ρίζες του τόπου του δημιουργού, αλλά δεν μπορεί αυτό να γίνει κανόνας και να επιβάλλεται – αυτό έχει μια απολυτότητα με την οποία δεν μπορώ να συμφωνήσω, παρότι ο ίδιος συνειδητά επιλέγω να το τηρώ. Ο καθένας κάνει αυτό που νιώθει και αυτό που έχει ανάγκη να εκφράσει, και στη συνέχεια οι θεατές το κρίνουν» δηλώνει. Οι τελευταίοι έχουν αποδεχθεί πλήρως το έργο του, μιας και επικοινωνούν αβίαστα με την αμεσότητά του. Eίτε είναι επισκέπτες του δανέζικου περίπτερου στην Μπιενάλε Βενετίας, το οποίο εκείνος ζωγράφισε το 2012, είτε ο αιρετικός Μαουρίτσιο Κατελάν που τον επέλεξε για την έκθεση «Shit and Die» στο υποβλητικό Palazzo Cavour στο Μιλάνο. 
«Στην Ελλάδα υπάρχει ένα κοινό πολύ μικρό σε σχέση με άλλες τέχνες, όπως π.χ. το θέατρο ή η μουσική και κατά τη γνώμη μου ένα μεγάλο ποσοστό του σφάλματος βαραίνει την πλευρά μας. Το κοινό οφείλει από τη μία να προσπαθήσει για να έρθει κοντύτερα, όπως έχω δει να γίνεται στο εξωτερικό, αλλά το βασικό πρόβλημα κατά τη γνώμη μου είναι δικό μας και έχει να κάνει με το ότι τα έργα δεν τους έλκουν. Από συζητήσεις με όλων των ειδών τους ανθρώπους καταλαβαίνω πως η σύγχρονη τέχνη βιώνεται ως κάτι απόμακρο, ψυχρό, όχι ως κάτι οικείο και θερμό που έλκει τον θεατή κοντά του. Θα έλεγα πως είναι υποχρέωση του καλλιτέχνη να συγκινήσει το κοινό και να το φέρει κοντά του, και αυτό είναι σαν να έχει ξεχαστεί. Αν δεν το κάνει όμως, το κοινό απλά θα γυρίσει την πλάτη, θα ασχοληθεί με κάτι που το συγκινεί» συμπληρώνει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts with Thumbnails