Δημήτρης Μπαλτᾶς
Μιχάλης Λεβέντης, Ἀσκήσεις ψυχοθεραπείας. Διάλογος μέ τόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο, Πορφύρα, Ἀθήνα 2018, σελ. 206
Δέν εἶναι ἀσυνήθης στήν ἱστορία τῶν ἰδεῶν ἡ ἐπιλογή τοῦ διαλόγου ὡς εἴδους γραφῆς. Γιά τήν οἰκονομία τοῦ χρόνου, θά θυμίσω μόνον τούς Διαλόγους τοῦ Πλάτωνα, τούς «Νεκρικούς Διαλόγους» τοῦ Λουκιανοῦ, ἐνῶ μεταγενέστερα, ἀπό τήν χριστιανική γραμματεία, τό ἔργο «Διάλεξις Χριστιανοῦ καί Σαρακηνοῦ» τοῦ Ἰωάννη Δαμασκηνοῦ καί ἀκόμη μεταγενέστερα, ἀπό τήν γραμματεία τῶν χρόνων τῆς τουρκοκρατίας, τόν «Διάλογο περί ζωῆς καί θανάτου» τοῦ Νικολάου Μαυροκορδάτου. Στά παραπάνω καί σέ πλεῖστα σχετικά ἔργα συζητοῦνται ζητήματα φιλοσοφικά καί θεολογικά, ἀλλά δέν παρουσιάζεται ὁ Θεός ὡς ἄμεσος συνομιλητής. Κατά τίς τελευταῖες δεκαετίες, ἔχουν δημοσιευθεῖ πολλά βιβλία πού φιλοδοξοῦν νά παρουσιάσουν ἕνα «Διάλογο μέ τόν Θεό». Γιά τήν ἱστορία τοῦ πράγματος, θά ἀναφέρω, πάλι ἐνδεικτικά, τό μυθιστόρημα «Ὁ ναζί καί ὁ κουρέας» πού εἶχε ἐκδώσει τό 1971 στίς ΗΠΑ ὁ Ἔντγκαρ Χίλζενρατ (Ε.Hilsenrath), ὅπου ὁ συγγραφέας εἶχε συμπεριλάβει ἕνα διάλογο μεταξύ ἑνός ναζί πού ἔχει διαπράξει θηριωδίες καί τοῦ Θεοῦ. Τήν ἴδια δεκαετία, ἀλλά σ’ ἕνα διαφορετικό πλαίσιο, ὁ Γκύ Ἀπερέ (Guy Apperé), «ἱδρυτής τῆς Ἐκκλησίας τῶν Βαπτιστῶν τῆς Γενεύης», εἶχε ἐκδώσει τό μικρό βιβλίο «Γιά ἕνα διάλογο μέ τόν Θεό» (1974, 1982), τό ὁποῖο πραγματεύεται τήν προσευχή. Ἀργότερα, στήν δεκαετία τοῦ 1990, ὁ Νήλ Ντόναλντ Γουόλς ἐξέδωσε τήν τριλογία «Διάλογοι μέ τόν Θεό», ἕνα βιβλίο ἐξαιρετικά ἀμφιλεγόμενο. Στίς ἐνδεικτικές ἀναφορές θά σημειώσω, τέλος, τήν μελέτη «Dialogues conflictuels avec Dieu. Une anthropologie des Psaumes» (2008) τοῦ καθηγητῆ Mπέρντ Γιανόφσκι (Bernd Janowski). Τά δύο ἀπό τά τέσσερα ἀναφερθέντα βιβλία, τοῦ Απερέ καί τοῦ Γιανόφκσι, ἀνήκουν στόν χῶρο τῆς θεολογίας, ἐνῶ τό βιβλίο τοῦ Χίλζενρατ στόν χῶρο τῆς λογοτεχνίας. Γιά τό βιβλίο τοῦ Γουόλς θά πῶ μόνο ὅτι ἐκφράζει ὅ,τι ἀποκαλεῖται «ἐσωτερική φιλοσοφία».
Ὕστερα ἀπό τίς παραπάνω ἐνδεικτικές ἀναφορές, θά ἑστιάσω τώρα τήν προσοχή στό βιβλίο τοῦ Μιχ. Λεβέντη, τό ὁποῖο ἐπιγράφεται «Ἀσκήσεις ψυχοθεραπείας», μέ ὑπότιτλο «Διάλογος μέ τόν Θεό καί τόν ἄνθρωπο». Ὁ τίτλος τοῦ βιβλίου ἀνευρίσκεται σέ μία σχετική ἀναφορά στό βιβλίο ὑπό μορφήν ἐρωτήσεως: «Ἄλλη μιά ἄσκηση ψυχοθεραπείας, σάν αὐτές πού μάθαμε ὅταν σπουδάζαμε;» (σ. 115).
Ἐδῶ ὁ συνομιλητής τοῦ συγγραφέα εἶναι ὁ Θεός ὁ ὁποῖος ἀναφέρεται σέ πολλά σημεῖα τοῦ βιβλίου, ὡς «Πρόσωπο» (σ. 35), ἀλλά καί ὡς «Συνείδηση» (σ. 57), ὡς «Δημιουργός» (σ. 85), μάλιστα δέ καί ὡς «ψυχολόγος» (σ. 109).
Μεταξύ τῶν προσδιορισμῶν αὐτῶν, ὁ τελευταῖος περί τοῦ Θεοῦ ὡς ψυχολόγου εἶναι, κατά τήν γνώμη μου, ἕνα ἀπό τά κλειδιά γιά νά κατανοήσει κανείς τό περιεχόμενο τοῦ βιβλίου, τό ὁποῖο ἀποτελεῖ ἕνα εἶδος «προσωπικῆς ψυχοθεραπείας» μέ τόν Θεό ὡς «ἰατρό ψυχῆς τε καί σώματος»: «Ὅταν θεραπεύεις τήν ψυχή σου, θεραπεύεται καί τό σῶμα σου, ἐπηρεάζονται θετικά καί οἱ γύρω σου, τά γεγονότα τῆς ἐκτυλίσσονται ὁμαλά» (σ. 94).
Στήν κατεύθυνση αὐτή τῆς «προσωπικῆς ψυχοθεραπείας» συνηγορεῖ τό γεγονός ὅτι στό βιβλίο τοῦ Μιχ. Λεβέντη κυριαρχοῦν οἱ αὐτοβιογραφικές ἀναφορές, ὁρισμένες ἀπό τίς ὁποῖες ἐπαναλαμβάνονται καί συζητοῦνται ἀναλυτικότερα λ.χ. ἡ πράξη ἐκφοβισμοῦ πού ὑπέστη σέ μικρή ἡλικία ἐκ μέρους τοῦ πατέρα του. Ἔτσι ὁ συγγραφέας ἀναφέρεται σέ διάφορα κρίσιμα περιστατικά τῆς ζωῆς του πού συνέβησαν ἀπό τήν ἡλικία τῶν πέντε ἐτῶν μέχρι τήν συμπλήρωση τῶν τριάντα ἐτῶν ὑπηρεσίας του στήν ἐκπαίδευση (σ. 44, σ. 46, σ. 59, σ. 72, σσ. 74-75, σ. 87, σ. 148, σ. 162, σ. 168, σ. 184, σ. 198). Ὑπό τήν ἔννοια αὐτή, τό βιβλίο ἀποκτᾶ τόν χαρακτήρα καί μιᾶς δημόσιας ἐξομολόγησης.
Ἀλλά, πέρα ἀπό τίς παραπάνω παρατηρήσεις, ὁ ἀναγνώστης θά μποροῦσε νά ἀποτιμήσει, καί μάλιστα μαζί μέ τόν συγγραφέα, ὅτι «ὅλο αὐτό πού γράφει εἶναι ἕνα παραμύθι πού σκάρωσε μέ τήν φαντασία του». Ἡ ἀπάντηση σ’ αὐτήν τήν προσέγγιση ἐκ μέρους τοῦ συνομιλητῆ Θεοῦ-ψυχολόγου εἶναι ἡ ἑξῆς: «Νά τοῦ θέσεις μιά ἐρώτηση: ἄν τοῦ ἀρέσει τό παραμύθι πού διαβάζει. Ὄχι ἄν τό πιστεύει, ἀλλά ἄν τοῦ ἀρέσει. Στήν περίπτωση πού ἀπαντήσει καταφατικά, δῶσε του τήν εὐχή νά γίνει καί πάλι παιδί ὅπως κάποτε, ὥστε νά μπορεῖ νά δέχεται τίς ἀλήθειες τῶν παραμυθιῶν» (σ. 86). Σ’ αὐτό τό πλαίσιο, θά μποροῦσε νά διερωτηθεῖ ὁ ἀναγνώστης ἄν οἱ ἀπαντήσεις τοῦ Θεοῦ-ψυχολόγου τοῦ βιβλίου θά ἦταν οἱ πραγματικές ἀπαντήσεις πού θά ἔδινε ὁ πραγματικός Θεός. Ἀλλά ἐδῶ θά ἐπρόκειτο γιά μία ἀπόπειρα «ἀνάγνωσης τοῦ νοῦ τοῦ Θεοῦ, πρᾶγμα ἐπικίνδυνο», ὅπως σημειώνει ὁ Θ.Ν. Παπαθανασίου στό βιβλίο του Ἕνας Ἰάπωνας δίχως σχιστά μάτια. Νικόλαος Κασάτικιν, ὁ εὐαγγελιστής τῶν Ἰαπώνων (ἐκδόσεις Ἁρμός, Ἀθήνα 2018, σ. 39).
Σέ μία δική μου ἀποτίμηση, θά ἔλεγα ὅτι τό βιβλίο παρουσιάζει ἕνα ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον μέ τήν ἀμεσότητα τοῦ ὕφους, τήν θεματολογία, πού ἐμπεριέχει θεολογικές ἀναφορές, καί ἀσφαλῶς τήν γλωσσική ἄνεση. Βεβαίως σ’ αὐτήν τήν συνομιλία τοῦ συγγραφέα μέ τόν Θεό ὁρίζεται ἡ προσευχή: «Προσευχή εἶναι κάθε φορά πού περνᾶς μπροστά ἀπό ἕνα προσκυνητάρι καί λές δύο λόγια για τόν ἄνθρωπο στόν ὁποῖο εἶναι ἀφιερωμένο … Προσευχή εἶναι ὅταν μπαίνεις σ’ ἕνα ναό καί παρακολουθεῖς συνειδητά τήν Θεία Λειτουργία … Προσευχή εἶναι ὅταν συλλογίζεσαι γύρω ἀπό τό νόημα τῆς ζωῆς … Προσευχή εἶναι ὅταν ἀγαπᾶς τούς πάντες καί τά πάντα χωρίς διακρίσεις (σσ. 38-39). Πάντως εἶμαι τῆς γνώμης ὅτι τό παρόν βιβλίο, παρά τίς θεολογικές ἀναφορές, δέν εἶναι θεολογική πραγματεία. Ὡς ἐκ τούτου, ἄν καί ἀποτελεῖ ἕνα ἰδιαίτερο εἶδος συνομιλίας τοῦ συγγραφέα μέ τόν Θεό, δέν θά πρέπει νά προσεγγισθεῖ καί νά κριθεῖ μέ κριτήρια αὐστηρῶς θεολογικά.
(Ὁμιλία τοῦ γράφοντος στήν παρουσίαση τοῦ βιβλίου, στό Polis Art Café, στίς 20.11. 2018).
Από την παρουσίαση του βιβλίου στις 20-11-2018 στο Polis Art Cafe |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου