Έλενα Χατζόγλου
«Μακριά από το πλήθος»
και κοντά στον Άνθρωπο
Η κινηματογραφική απόδοση ενός λογοτεχνικού αριστουργήματος προβάλλεται αυτό τον καιρό στους κινηματογράφους, σε σκηνοθεσία Τόμας Βίντερμπεργκ, βασισμένη στο διάσημο μυθιστόρημα Μακριά από το αγριεμένο πλήθος (1874) του Τόμας Χάρντι (1840-1928)1. Έχει ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι πρόκειται για την τέταρτη μεταφορά του μυθιστορήματος στη μεγάλη οθόνη (οι προηγούμενες σκηνοθετικές απόπειρες έλαβαν χώρα το 1915, το 1967 και το 1998).
Το έργο εξερευνά τις ανθρώπινες σχέσεις μέσα από τις διαφορετικές ισορροπίες που τις διέπουν, με φόντο τη βικτωριανή Αγγλία.
Η πρωταγωνίστρια του έργου Μπάθσιμπα Εβερντίν (Carey Mulligan), σε μία προσπάθεια κατάκτησης της κοινωνικής της ανεξαρτησίας, αλλά κυρίως προσωπικού της αυτοπροσδιορισμού, «δοκιμάζει» τη δυναμική των σχέσεών της με τρεις πολύ διαφορετικούς μεταξύ τους άνδρες. Πρόκειται για τον βοσκό και μετέπειτα επιστάτη του αρχοντικού της Γκάμπριελ Όουκ (Matthias Schoenaerts), τον ώριμο σε ηλικία και πολύ ευκατάστατο Ουίλλιαμ Μπόλντγουντ (Michael Sheen) και τον τυχοδιώκτη λοχία Φρανκ Τρόι (Tom Sturridge), τον οποίο εν τέλει και παντρεύεται.
Στις σχέσεις της σχοινοβατεί, καθώς επιδιώκει διαρκώς να προσελκύσει το ενδιαφέρον των τριών αυτών ανθρώπων, έχοντας διαφορετικές προσδοκίες από τον καθένα, ανομολόγητες τόσο στους ίδιους, όσο και στον εαυτό της. Ο καθένας τους επίσης «επιζητεί» κάτι διαφορετικό από εκείνη· ο εργένης Ουίλλιαμ στο πρόσωπό της ονειρεύεται τη γαλήνη ενός ήρεμου σπιτικού, ο Φρανκ επιδιώκει την ερωτική περιπέτεια ανεξαρτήτως αποτελέσματος –εφόσον μάλιστα βιώνει την πρόσφατη απογοήτευση ενός ατελέσφορου γάμου–, καθώς επίσης το χρήμα και την καλοπέραση κοντά σε μία πλούσια κληρονόμο, ενώ ο Γκάμπριελ αποτελεί ουσιαστικά την πιο αξιοπρόσεκτη προσωπικότητα.
Η βιοποριστική απασχόληση του βοσκού αυτού σε μία αγροτική κοινωνία υποδηλώνει ήδη εξ αρχής τη βαθιά, βιωματική του σχέση με τη φύση και τα πλάσματά της. Σαν τον «καλό ποιμένα» τα συνοδεύει νυχθημερόν σε μία αγόγγυστη, κοπιώδη διαδικασία όχι απλώς παραγωγής, αλλά προσωπικής σχέσης. Η απώλεια του κοπαδιού του είναι καθοριστική για τη μετέπειτα ζωή του. Η τρυφερότητα με την οποία «ζυμώθηκε» ο χαρακτήρας του από τη σχέση με τα πρόβατά του, μεταβιβάζεται σε κάθε έκφανση της συμπεριφοράς του. Επιδεικνύει αυτοθυσία για να σώσει ένα άγνωστο σ’ αυτόν υποστατικό –που αποδεικνύεται ότι είναι αυτό της κληρονόμου Μπάθσιμπα–, ενώ συμπεριφέρεται με εργατικότητα, ευσυνειδησία και φιλότιμο όταν διορίζεται από εκείνην ως επιστάτης. Παραμένει άγρυπνος αλλά διακριτικός «φύλακας» στις κινήσεις της και ανταποκρίνεται στα αιτήματα που τίθενται διαρκώς από μέρους της για ενδιαφέρον, αναγνώριση και αυτοπροσφορά. Είναι συγκινητικός ο τρόπος που ενσαρκώνει την ανιδιοτελή αγάπη, την τόσο σπάνια, αλλά και συγχρόνως περιφρονημένη διαχρονικά. Η Μπάθσιμπα παραβλέπει το γεγονός ότι είναι ο μόνος που βρίσκεται δίπλα της χωρίς να περιμένει κανένα αντάλλαγμα, αφού έχει από καιρό δεχθεί την απόρριψή της σε μία πρόταση γάμου.
Η πρωταγωνίστρια συμβολίζει την ανθρώπινη ψυχή, που εξοικειωμένη με την αλαζονεία και την αυταρέσκεια σύντομα χάνει τον αξιολογικό κώδικα και τα κριτήρια τῶν προτεραιοτήτων της. Εκπίπτοντας τότε σε μία κατάσταση εσωτερικής σύγχυσης αρέσκεται να απαξιώνει όποιον ή ό, τι είναι ταπεινό και μετριοπαθές. Συγχρόνως, προσελκύεται εύκολα από το ανούσιο, το φανταχτερό, αυτό που υπόσχεται πολλά αλλά απατηλά. Κι όταν συνειδητοποιεί ότι η ευτυχία, η αγάπη, το ουσιώδες στη ζωή βρίσκονται πολύ κοντά της αλλά απλώς δεν εκβιάζουν την ελευθερία της, εναπόκειται πλέον σ’ εκείνη αν, έστω την ύστατη στιγμή, θα αναγνωρίσει πού βρίσκεται η αλήθεια και αν θα την ακολουθήσει. Πράγματι, η Μπάθσιμπα την ύστατη στιγμή μέσα από τον φαύλο κύκλο της αναζήτησης, μέσα από τις ανατροπές –τις οποίες συνηθέστατα επιφυλάσσει η ζωή προκειμένου να αποκαλύπτει τη διαφορά ανάμεσα στην αλήθεια και το ψεύδος– αναγνωρίζει τον Άνθρωπο μακριά από το πλήθος. Ένα αγριεμένο πλήθος, που ζητά διαρκώς, καταπιέζει, καραδοκεί να αδράξει τη στιγμή για να επωφεληθεί. Ένα τέτοιο πλήθος, είτε απρόσωπο είτε προσωποποιημένο σε κάθε αδιόρατο καιροσκόπο, διαφέρει από τον αληθινό Άνθρωπο, ο οποίος, όπως ο Γκάμπριελ, αυτοπαραδίδεται στον άλλο ελεύθερα και με αγάπη. Είναι μία αγάπη διακριτική, που δὲν «ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς», δεν εκβιάζει, δεν επιτηδεύεται, την ίδια στιγμή «ηχηρή» και σιωπηλή.
Σε γενικές γραμμές η ταινία αποδίδει με ακρίβεια τον ηθογραφικό και νατουραλιστικό χαρακτήρα του μυθιστορήματος του Χάρντι, που με τη διεισδυτική προσέγγιση των ανθρώπινων χαρακτήρων θα προκαλέσει το ενδιαφέρον του θεατή, ιδίως μάλιστα αν τολμήσει να παραβάλει τη δική του εικόνα απέναντι στον Άνθρωπο ή … το αγριεμένο πλήθος.
(Εφημ. Ταχυδρόμος, 26.7. 2015)
__________________________________
__________________________________
1. Thomas Hardy, Far from the madding crowd, Oxford University Press, Oxford 2008. Στην ελληνική έχουν μεταφρασθεί τα εξής έργα του: Ο μελαγχολικός Ουσάρος της γερμανικής λεγεώνας (Στοχαστής, 1992), Κάτω από το δέντρο, (Εκδ. Γνώση, 1990), Η Τες των ντ' Υρμπερβίλ (Εκδ. Γαλαξίας-Ερμείας, 1983) Τζούντ ο αφανής (Εκδ. Νεφέλη, 1997) Η τρισαγαπημένη (Εκδ. Υψιλον, 1989), Το μαραμένο χέρι - Ιστορίες του Ουέσσεξ (Αίολος, 1982), Ο παραστρατημένος εφημέριος (Καστανιώτης, 1997), Μία ευφάνταστη γυναίκα (Καστανιώτης, 1982), Οι Λαοδικείς, (Εκδ. Μαΐστρος, 2008).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου