Ὁ καθηγητὴς Ε. Βαρλάμης μᾶς παρουσιάζει πάλι μιὰ νέα μνημειώδη σειρὰ -200 περίπου ἔργων- ἀφιερωμένη στὸν Χριστό. Ἕνα ἀσφαλῶς τόλμημα στὴ μεταμοντέρνα τέχνη, τουλάχιστον ρυθμολογικὰ.
Καὶ φαίνεται, ὅτι ἔπραξε τοῦτο, πρῶτα ἀπὸ ἐσωτερικὴ ἀνάγκη καὶ ἔπειτα, γιατὶ τὸ θέμα τοῦτο εἶναι διαχρονικὸ μέσα στὸ Χριστιανισμό.
Δὲν εἶναι δὲ ἡ πρώτη φορὰ ποὺ ὁ καλλιτέχνης καταπιάνεται μὲ ἔργα θρησκευτικά. Ἔστω κι’ ἂν μετὰ τὸ Διαφωτισμὸ ἡ θρησκευτικότητα γεωμετρικὰ ἀπώλεσε τὴν ἐπίδρασή της στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Ἔστω κι’ ἂν ἀπὸ τὴν Ἀναγέννηση μέχρι τὴ Μοντέρνα τοῦ 20οῦ αἰῶνος, πραγματοποιεῖται ἡ αὐτονόμηση τῆς τέχνης, τ.ἔ. ἡ ἀπελευθέρωσή της ἀπὸ τὰ ἐξωκαλλιτεχνικὰ -θρησκευτικά, ἱδρυματικά, κοινωνικὰ- λειτουργικὰ πλέγματα1.
Ἢ μήπως θέλησε ὁ δημιουργὸς νὰ "ταρακουνήσει" κι’ αὐτὸς τὰ νερὰ σὲ μιὰ "Εὐρώπη δίχως Ἐκκλησία" ἢ "θρησκευτικότητα χωρὶς Θεό" (N. Scholl), καὶ γιατί ὄχι ἀργότερα καὶ στὴν Ἑλλάδα, πρᾶγμα ὄχι ἐλπιδοφόρο τουλάχιστον τώρα, ἢ τέλος εἰσῆλθε σ’ ἕνα εἰκονογραφικὸ καὶ ρυθμολογικὸ "Alterstil"2 καὶ τὴν ἀνάλογη νοοτροπία, -ἂν καὶ ἡ τεχνοτροπία του εἶναι μᾶλλον μονογραμμικὴ- ἀπὸ τὴν ὁποία δὲν ἀποκλείεται καὶ ἡ ἀθεΐα ἢ ἀντιθεΐα.
Καὶ φαίνεται, ὅτι ἔπραξε τοῦτο, πρῶτα ἀπὸ ἐσωτερικὴ ἀνάγκη καὶ ἔπειτα, γιατὶ τὸ θέμα τοῦτο εἶναι διαχρονικὸ μέσα στὸ Χριστιανισμό.
Δὲν εἶναι δὲ ἡ πρώτη φορὰ ποὺ ὁ καλλιτέχνης καταπιάνεται μὲ ἔργα θρησκευτικά. Ἔστω κι’ ἂν μετὰ τὸ Διαφωτισμὸ ἡ θρησκευτικότητα γεωμετρικὰ ἀπώλεσε τὴν ἐπίδρασή της στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Ἔστω κι’ ἂν ἀπὸ τὴν Ἀναγέννηση μέχρι τὴ Μοντέρνα τοῦ 20οῦ αἰῶνος, πραγματοποιεῖται ἡ αὐτονόμηση τῆς τέχνης, τ.ἔ. ἡ ἀπελευθέρωσή της ἀπὸ τὰ ἐξωκαλλιτεχνικὰ -θρησκευτικά, ἱδρυματικά, κοινωνικὰ- λειτουργικὰ πλέγματα1.
Ἢ μήπως θέλησε ὁ δημιουργὸς νὰ "ταρακουνήσει" κι’ αὐτὸς τὰ νερὰ σὲ μιὰ "Εὐρώπη δίχως Ἐκκλησία" ἢ "θρησκευτικότητα χωρὶς Θεό" (N. Scholl), καὶ γιατί ὄχι ἀργότερα καὶ στὴν Ἑλλάδα, πρᾶγμα ὄχι ἐλπιδοφόρο τουλάχιστον τώρα, ἢ τέλος εἰσῆλθε σ’ ἕνα εἰκονογραφικὸ καὶ ρυθμολογικὸ "Alterstil"2 καὶ τὴν ἀνάλογη νοοτροπία, -ἂν καὶ ἡ τεχνοτροπία του εἶναι μᾶλλον μονογραμμικὴ- ἀπὸ τὴν ὁποία δὲν ἀποκλείεται καὶ ἡ ἀθεΐα ἢ ἀντιθεΐα.
Ἔχει δὲ συγγράψει καὶ μιὰ μικρὴ μελέτη μὲ τίτλο "Ὁ Χριστός μου", ὅπου ἀναλύει τὶς ἀπόψεις του ἐπὶ τοῦ θέματος, ποὖναι ἐμποτισμένες ἀπὸ τὸ δυτικὸ πνεῦμα μέσα στὸ ὁποῖο ζεῖ καὶ ἐκφράζεται παραστατικὰ καὶ λογοτεχνικὰ ἀπὸ ἐτῶν, μὲ κάποια δάνεια καὶ ἀπὸ τὴν "Καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή", δημιουργώντας ἕνα θρησκευτικὸ ἔργο μὲ ἰδιάζουσα πνευματικότητα.
Τὸ σημαντικὸ λοιπὸν αὐτὸ ἐγχείρημα, μέσα στὸ ὁποῖο περιλαμβάνονται καὶ παλαιότερα ἔργα, θὰ μποροῦσε νὰ χωρισθεῖ σὲ κάποιες ἑνότητες καὶ δή: Τὰ κεφάλια τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι τὰ περισσότερα, καὶ ἀντανακλοῦν ἔντονα τὴ μνημειώδη του πρὸ ἐτῶν ἔκθεση τοῦ Μεγαλέξανδρου μὲ περισσότερα ἀπὸ 1.000 τοιαῦτα.
Παρουσιάζει δὲ ἐμφανῆ μορφολογικὴ συγγένεια πρὸς αὐτὰ καὶ δὴ ὡς πρὸς τὸ μέγεθος, τὸ στήσιμο τοῦ κεφαλιοῦ, τὴν μετωπικότητα καὶ τὴν διακριτικὴ ἀναγνωρισιμότητα, ἡ ὁποία ἀπαντᾶ καὶ στὴ βυζαντινὴ παράδοση. Ὁ Ναζωραῖος τοῦ τρόπον τινὰ "Gottes-Gelehrte" (F. C. Oetinger) Βαρλάμη εἶναι παραδοσιακός, μειλίχιος, γλυκός, εὐθυτενὴς μὲ κόμη μακρᾶ καὶ γένειον κατὰ τὸ ἔθιμο τῶν Ναζιραίων, "ὡραῖος κάλλει παρὰ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων" (Ψαλμ. μδ’ 3) καθὼς τὸν περιέγραψεν ἡ Ἐπιστολὴ τοῦ Λεντούλου, παντοδύναμος, πάνσοφος καὶ γεμᾶτος ἀπὸ ὅλην τὴν ἀγάπην Θεός. Εἶναι ὁ Δημιουργός, Σωτὴρ καὶ Κριτὴς3 τῆς βυζαντινῆς εἰκονογραφίας, ἀπέχων τῶν προτύπων τῆς Belle époque4.
Τὸ σημαντικὸ λοιπὸν αὐτὸ ἐγχείρημα, μέσα στὸ ὁποῖο περιλαμβάνονται καὶ παλαιότερα ἔργα, θὰ μποροῦσε νὰ χωρισθεῖ σὲ κάποιες ἑνότητες καὶ δή: Τὰ κεφάλια τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι τὰ περισσότερα, καὶ ἀντανακλοῦν ἔντονα τὴ μνημειώδη του πρὸ ἐτῶν ἔκθεση τοῦ Μεγαλέξανδρου μὲ περισσότερα ἀπὸ 1.000 τοιαῦτα.
Παρουσιάζει δὲ ἐμφανῆ μορφολογικὴ συγγένεια πρὸς αὐτὰ καὶ δὴ ὡς πρὸς τὸ μέγεθος, τὸ στήσιμο τοῦ κεφαλιοῦ, τὴν μετωπικότητα καὶ τὴν διακριτικὴ ἀναγνωρισιμότητα, ἡ ὁποία ἀπαντᾶ καὶ στὴ βυζαντινὴ παράδοση. Ὁ Ναζωραῖος τοῦ τρόπον τινὰ "Gottes-Gelehrte" (F. C. Oetinger) Βαρλάμη εἶναι παραδοσιακός, μειλίχιος, γλυκός, εὐθυτενὴς μὲ κόμη μακρᾶ καὶ γένειον κατὰ τὸ ἔθιμο τῶν Ναζιραίων, "ὡραῖος κάλλει παρὰ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων" (Ψαλμ. μδ’ 3) καθὼς τὸν περιέγραψεν ἡ Ἐπιστολὴ τοῦ Λεντούλου, παντοδύναμος, πάνσοφος καὶ γεμᾶτος ἀπὸ ὅλην τὴν ἀγάπην Θεός. Εἶναι ὁ Δημιουργός, Σωτὴρ καὶ Κριτὴς3 τῆς βυζαντινῆς εἰκονογραφίας, ἀπέχων τῶν προτύπων τῆς Belle époque4.
Βέβαια στὴν ἑνότητα αὐτὴ ὑπάρχει μεγάλη ποικιλία μορφολογική, ρυθμολογικὴ καὶ χρωματική. Ἔτσι μορφολογικὰ ὁ Χριστὸς παρίσταται συνήθως κεφαλικός, κατὰ τὸ ἓν τρίτον ἢ καὶ ὁλόσωμος, μετωπικά, καὶ κατὰ τὸν παραδοσιακὸ τύπο. Ρυθμολογικά, ἐκτὸς τῶν ρεαλιστικῶν πορτραίτων ἐμφανίζονται καὶ ἀφηρημένα σχεδὸν τοιαῦτα. Τέλος ὡς πρὸς τὰ χρώματα, αὐτὰ εἶναι φυσικά, ἐνῶ ἕτερα ἀσυνήθιστα καὶ ἄρα συμβολικά.
Ἐντύπωση πάντως προκαλοῦν τὰ κεφάλια τοῦ Κυρίου, χρώματος σκοτεινοῦ μὲ τοὺς φωτοβόλους ὀφθαλμούς5, γεμάτα μυστήριο, καθὼς καὶ τὰ πολύχρωμα τοιαῦτα, ὅπως τὰ κόκκινα, ρόζ, κίτρινα, καφὲ-γκρίζα, τὰ τελείως "φωτόμορφα", μ’ ἕνα μπλὲ μάτι, μὲ οἰωνεὶ "ἁρμολόγηση"6, μὲ καλυμμένο τὸ μισὸ πρόσωπο κ.ἄ.
Ποικίλη εἶναι καὶ ἡ κίνηση τῶν εὐλογιακῶς "ὁμιλούντων" χεριῶν. Συχνὰ δὲ πίσω ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ στὸ φόντο, ἀπαντοῦν τὸ κατ’ ἐξοχὴν σύμβολο τοῦ Πάθους ὁ Σταυρός, τέρατα ἢ ὅπως καὶ πάνω του διαφόρου σχήματος καὶ μεγέθους, δίκην συχνὰ "ἐξανθημάτων", διακοσμητικὰ μοτίβα ἐκ τοῦ γνωστοῦ "Βαρλαμικοῦ" γλωσσαρίου μὲ διάκοσμο ἐσωτερικὸ καὶ ἔντονα χρώματα, ποὺ προσομοιάζουν πρὸς τὴν ἐνθετικὴ τεχνικὴ (Inkrustation) καὶ "κατατρώγουν" ἀκόμη καὶ τὰ πρόσωπα, τὰ ὁποῖα συχνὰ φαίνονται κατακρεουργημένα, πιθανῶς σύμβολα τοῦ μαρτυρίου τοῦ Θεανθρώπου καὶ τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ἐπίσης ὑπάρχουν βουνά, κυματόμορφα ὁριζόντια πλέγματα, ζῶα, πτηνά, φυτεῖες, λουλούδια καὶ ταινίες. Βέβαια δὲν εἶναι εὔκολο νὰ ἑρμηνεύσει κανεὶς ὅλα αὐτά.
Μιὰ δεύτερη μεγάλη ἑνότητα περιλαμβάνει ἰδιότυπες συνθέσεις, πρῶτον μὲ τὸ Χριστὸ περιστοιχούμενο ἀπὸ τερατόμορφα πλάσματα μανιεριστικοῦ χαρακτῆρος, ἐκφραστικὰ τοῦ ὑπαρκτοῦ κακοῦ, τὸ ὁποῖον μάχεται ὁ Κύριος καὶ ποὺ θυμίζουν τὸν Dali7, ὀργανοπαίχτες καὶ μὴ ἀγγέλους, "δωρητάς", ἀρχαῖα συμπλέγματα, ὅπως τοῦ Λαοκόοντος καὶ μοντέρνες σιλουέτες. Ἄλλες σχηματίζουν ζωγραφικὰ τρίπτυχα μὲ σκηνὲς στὰ πλάγια, ὅπως οἱ εἰκόνες τοῦ βίου τῶν Ἁγίων. Μεταξὺ αὐτῶν, διακρίνονται οἱ συνθέσεις τοῦ λευχειμονοῦντος Χριστοῦ μὲ περίεργες (grotesque) μορφές, πουλιὰ καὶ "ἀνεμίζουσες" ταινίες πάνω σὲ μουντὸ μπλὲ φόντο.
Ἐδῶ δέ, μποροῦν νὰ ἀναφερθοῦν δεύτερον καὶ συνθέσεις τοῦ Χριστολογικοῦ κύκλου, ὅπως ὁ Εὐαγγελισμός, ἡ Βάπτισις, ἡ Βαϊφόρος, ὁ Ἰησοῦς μὲ τοὺς δώδεκα Ἀποστόλους, καὶ μὲ τὰ παιδιά, ὁ Νυμφίος, ὁ Γολγοθᾶς, ἡ Σταύρωσις, ἡ Ἀνάστασις, ὁ Θρῆνος (Pietà), ὁ Πανάγιος Τάφος, ἡ Ψηλάφησις, ἡ ἐξαίρετη Ἀνάληψη, καθὼς καὶ ὁ Ἰησοῦς στὸ ἐργαστήρι.
Πάντως πρέπει νὰ τονισθεῖ, ὅτι στὶς συνθέσεις αὐτές, συχνὰ εἰσάγονται -ὅπως διαφορετικὰ βέβαια καὶ στὴ βυζαντινὴ εἰκονογραφία- ἀποσπάσματα ἑτέρων τοιούτων, ποὺ προέρχονται ὅμως ἀπὸ ξένους καλλιτέχνας, ὡς τοὺς Fra Angelico, Greco, Mantegna, Raphael, Velasquez, Da Vinci, Φλαμανδοὺς κ.ἄ., καὶ δὴ κατὰ τρόπο ἐμβόλιμο, ἀφοῦ διακόπτουν "πληγωματικὰ" τὴν σύνθεση. Καὶ ἂν ὁ Rainer ἐπεμβαίνει ἐπὶ τῶν παλαιοτέρων ἔργων, ὁ Βαρλάμης τὰ εἰσάγει μὲ εἶδος "παραθύρων" μέσα στὰ δικά του, πιθανῶς ἐκ λόγων διαχρονικῆς συνεχείας τῆς τέχνης, καθὼς καὶ διομολογιακῶν καὶ ἄρα οἰκουμενικῶν.
Μιὰ τρίτη ἑνότητα ἀποτελεῖται ἀπὸ ἄσχετες μᾶλλον πρὸς τὸ θέμα μεμονωμένες ἢ ὄχι φιγοῦρες αἰγυπτιακῆς τέχνης, ὅπως μούμιες ἢ καὶ ἁπλοϊκῆς (naiv) τοιαύτης, ὡς ὁ Ἰησοῦς μὲ τὰ παιδιά, πλαδαρὲς καὶ χονδροειδεῖς, ἀλλὰ καὶ μανιεριστικῆς τεχνοτροπίας μυστηριώδη πάντως χαρακτήρα, ὁ ὁποῖος τονίζεται τόσον μὲ τὴ δυσμορφία τῶν ἐνίοτε κατακρεουργηματικὰ παρισταμένων, ὅσο καὶ μὲ τὰ σκοτεινὰ χρώματα.
Τέλος μένει καὶ μιὰ ἐνδιαφέρουσα ἑνότητα, στὴν ὁποία ὁ Κύριος ἐμφανίζεται μέσα σὲ δίχρωμα φωτογραφικὰ κολάζ, τὰ ὁποῖα παραπέμπουν στὴν μοντέρνα ἐποχή. Ἐδῶ ἔρχεται ὁ Χριστὸς στοὺς δρόμους τῶν συγχρόνων μεγαλουπόλεων καὶ στὴν ἀθλιότητά των μὲ τὰ ἀπορρίματα, τὰ φῶτα, τὰ graffiti, τὰ αὐτoκίνητα, τοὺς διαπληκτισμούς, τοὺς ἐπαίτες, τοὺς ναρκομανεῖς καὶ στέκεται ὡς ἕνα φάντασμα ποὺ τἄχει χαμένα καὶ σὰν νὰ ξαναλέγει: "Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσιν" (Λουκ. 23, 34).
Ἔτσι ὁ Βαρλάμης στὸ νέο του τοῦτο ἐγχείρημα, μᾶς δείχνει διαχρονικὰ τὸν ἀγῶνα του μὲ τὴν παραστατικὴ Χριστολογία. Τί κι’ ἂν αὐτὴ ἀκολουθεῖ ἐν πολλοῖς τὴν πεπατημένη δυτικότροπη καὶ ὄχι μόνον ρυθμολογία, μὲ νέα, ἰδιότυπα καὶ εὑρηματικὰ εἰκονογραφικὰ καὶ εἰκονολογικὰ στοιχεῖα. Τί κι’ ἂν ἐργάζεται φωτογραφικὰ ἀλλὰ καὶ fluide μὲ μιὰ πλούσια ἐξπρεσιονιστική, ἀλλὰ καὶ ὀμιχλώδη ἐμπρεσιονιστική, διακριτικὴ καὶ ἀσκητικὴ χρωματολογία, ἀφοῦ ὅλα ἐτοῦτα στοχεύουν καὶ στὴ χριστιανικὴ ἐπαναμαρτυρία καὶ τὸν ἐπανευαγγελισμὸ μέσα στὸν ἀλλοπρόσαλο καὶ χαώδη κόσμο τῆς παγκοσμιοποίησης. Ἄλλωστε αὐτὴ ἡ γλῶσσα πρέπει νἆναι πιὸ κατανοητὴ ἀπὸ τὸν ὑλισμό του. Γι’ αὐτὸ εὐχόμεθα νὰ μὴν ἀντικρύσει τυφλοὺς μόνο, καὶ κυρίως ἀδιάφορους στὴν εἰκαστική του ἐπιμονὴ αὐτή, ὄχι τόσο στὸν ἐκκλησιαστικὸ ὅσο στὸ θύραθεν χῶρο.
____________________________________
Ὑποσημειώσεις:
1- H. Sedlmayr, Verlust der Mitte, Φρανκφούρτη-Βερολῖνο-Βιέννη10 1985.
2- J. Gantner, Der alte Künstler, Festschrift Herbert von Einem, 1965, 71-76.
3- Κ. Δ. Καλοκύρη, Ἡ οὐσία τῆς ὀρθοδόξου ἁγιογραφίας, Ἀθήνα 1960, 23.
4- J. A. Schmoll gen. Eisenwerth, "Zur Christus-Darstellung um 1900", Fin de siècle, 1977.
5- Πρβλ. τὰ πρόσωπα τοῦ Χ. Γαρουφαλῆ, "Ἀνθρώπων Βλέμματα", Ἀθήνα 2009.
6- Ἴσως κατ’ ἐπίδραση τῆς βυζαντινῆς κεραμοπλαστικῆς.
7- V. Krieger, ἐκδ., Metamorphosen der Liebe. Kunstwissenschaftliche Studien zu Eros und Geschlecht im Surrealismus, Ἁμβοῦργο 2006, 27-29.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου