Νίκος Παλουμπιώτης
Γέμιζε το τζάμι δειλινό
Μαγιάτικο κι ακόμα δεν ήρθε.
Τα παλιά σμιξίματα θυμόταν
Βήματα ανάλαφρα στο πλακόστρωτο
Μπαίνουν στην μισάνοιχτη πόρτα που περιμένει
Γαλάζιος άνεμος
Στη δίφυλλη πόρτα πάνω την έσπρωξε
Τη χρυσή καρφίτσα στολίδι στο φόρεμα τράβηξε
Έμπηξε τα μάτια πάνω της
Τα χέρια σηκώνοντας μετά
Χαρά και ντροπή ανάμειχτη ξέσπασαν
Η παλιά χαρά τους
Ξέφρενη όρμησε στο κρεβάτι, όλεθρος
Φιλιά, μαλλιά, στεναγμοί, χέρια αμάζευτα
Δε λαθεύουν στο μισοσκόταδο
Ρώγες σταφυλιού σπάνιας ποικιλίας στα στήθη
Βέλη αδάμαστα τρυπούν το στέρνο, τις παρηές τα μυαλά του
Άναρθρα λόγια, γόνατα που λύνονταν
Το υγρό βασίλειο των αγγιγμάτων
Και κατόπι πόδια και χέρια ανοιχτά ικέτιδα.
Αχνό φως μελιού στα κορμιά κεχριμπάρι
Στο πάτωμα ρούχα στρωσίδια πολύ χρώμα
Το ταβάνι μετέωρο
Στο βινύλιο ο Miles Davis
Και ύστερα μάτια πυρωμένα κοιτώντας
Τ’ ακατανόητα ανέντροπα
Σιωπές λαχανιασμένες
Να μη φανεί να μη δείξει πια είναι
Χάθηκε στην αγορά, στη πόλη, έξω φιλίες συντροφιά γιορτές
Η ώρα πέρασε.
Έρωτα νικητή και ανίκητε
Τις μέρες θα μετρά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου