Κατερίνα Κωστίου
Καθηγήτρια Τμήματος Φιλολογίας Πανεπιστημίου Πατρών
Από τη γραφή του εφήμερου στο ιστορικό μυθιστόρημα
Σήμερα, το Πανεπιστήμιο Πατρών τιμά το ιστορικό μυθιστόρημα και, παράλληλα, τη συγγραφική αξιοσύνη και την πνευματική ακεραιότητα στο πρόσωπο της Αθηνάς Κακούρη.
Η εβδομηκονταετής πνευματική και συγγραφική πορεία της από τη γραφή του εφήμερου (τις ταξιδιωτικές εντυπώσεις και το χρονογράφημα) στο ιστορικό μυθιστόρημα αναδεικνύει τα παραπάνω χαρακτηριστικά που παγιώθηκαν σταδιακά ως στοιχεία της πνευματικής της ιδιοπροσωπίας. Αλλά πώς διαμορφώθηκε αυτή η ιδιοπροσωπία μέσα από την ιδιότυπη αλληλουχία των επιλογών αλλά και των δεσμεύσεων της συγγραφέως; Όπως ήδη αναφέρθηκε από τον Πρύτανη, η συγγραφική δράση της Αθηνάς Κακούρη ξεκίνησε στο Νεολόγο Πατρών το 1950 με ρεπορτάζ από τη Μέση Ανατολή και συνεχίστηκε στον Ταχυδρόμο με τον οποίο συνεργάστηκε σε συστηματική βάση. Το 1952 εμφανίστηκε ως μεταφράστρια σε πανελλήνιο διαγωνισμό μετάφρασης λογοτεχνίας, που προκήρυξαν οι εκδόσεις «Ίκαρος», και κέρδισε το πρώτο βραβείο (με κριτική επιτροπή τον Κωνσταντίνο Τσάτσο, τον Κ.Θ. Δημαρά και τον Απόστολο Σαχίνη) για τη μετάφραση του διηγήματος Ο διάβολος και ο Ντάνιελ Ουέμπστερ του Στέφεν Βίνσεντ Μπέντετ, που περιλήφθηκε σε σχετικό τόμο των εκδόσεων «Ίκαρος» τον επόμενο χρόνο. Έκτοτε η ενασχόλησή της με τη μετάφραση αγγλικής και γαλλικής λογοτεχνίας, καθώς και ιστορικών συγγραμμάτων υπήρξε συστηματική.
Η δημοσίευση το 1959 στον Ταχυδρόμο του διηγήματος «Τσάι στης Όλγας», συνοδευόμενου από εικονογράφηση του Μποστ, ήταν η αρχή μιας λαμπρής θητείας στην αστυνομική λογοτεχνία. Τέσσερα χρόνια αργότερα εξέδωσε το πρώτο της βιβλίο με αστυνομικά διηγήματα (218 ονόματα, 1963), ενώ περίπου ύστερα από μια δεκαετία πέρασε σε μεγαλύτερη φόρμα, γράφοντας το πρώτο της αστυνομικό μυθιστόρημα (Κυνηγός φαντασμάτων, 1974). Έκτοτε, η συγγραφική της ενασχόληση με την αστυνομική λογοτεχνία συστηματοποιήθηκε οδηγώντας την σε ένα προσωπικό ύφος και σε αναγνωρίσιμους λογοτεχνικούς χαρακτήρες. Για την εμφάνισή της στα νεοελληνικά γράμματα και τις επιδόσεις της στην αστυνομική λογοτεχνία, ο Στρατής Τσίρκας έγραφε στον Ταχυδρόμο, τον Νοέμβριο του 1963: "Η μεγαλύτερη αρετή της Αθήνας Κακούρη είναι ότι για κάθε διήγημα διαλέγει κι από έναν χώρο, ένα επάγγελμα ή ένα έθιμο, που όχι μόνο τα κατέχει και τα περιγράφει σωστά, αλλά και κάνει την πλοκή να βγαίνει εντελώς φυσικά μέσα από τις ειδικές λεπτομέρειες της κάθε περίπτωσης. Δεν είναι επίσης λίγο το κατόρθωμα να κινήσει σ' ελληνικό χώρο πρόσωπα του αστυνομικού διηγήματος που συνηθίσαμε να βλέπουμε τυλιγμένα με τις ομίχλες της Δύσης".
Παράλληλα, το 1970, με πρόταση του Άλκη Αγγέλου, ξεκίνησε η ενασχόλησή της με το ιστορικό μυθιστόρημα. Το νεανικό μυθιστόρημα Ο δραπέτης της Αυλώνας εγκαινίασε τη συγγραφή ιστορικών λογοτεχνικών έργων και ακολούθησαν πολλά ιστορικά μυθιστορήματα για τα οποία έχει λάβει βραβεία και διακρίσεις. Παράλληλα, δεν σταμάτησε να δημοσιεύει χρονικά για την νεότερη ελληνική ιστορία, καθώς, όπως η ίδια έχει επισημάνει σε συνεντεύξεις της, «Η ιστορία δεν είναι ούτε το τιμόνι, ούτε τα πανιά, ούτε η πυξίδα, ούτε οι χάρτες ενός πλοίου. Είναι το έρμα. Χωρίς αυτό το πλοίο θα ανατραπεί». Τα περισσότερα έργα της έχουν γνωρίσει πολλές ανατυπώσεις και πολλά έχουν μεταφραστεί σε ξένες γλώσσες.
Πέρα από τα βραβεία και τις διακρίσεις και ακόμα τις μεταφράσεις των έργων της, είναι φανερή η διαρκής εγρήγορσή της: περνώντας από τον χώρο της δημοσιογραφίας και του ρεπορτάζ στον χώρο της αστυνομικής λογοτεχνίας υπήρξε από τους πρωτοπόρους του είδους στην Ελλάδα, συμβάλλοντας με τα δικά της έργα και με την επιμέλεια συλλογικών έργων αστυνομικής λογοτεχνίας στην καθιέρωσή του είδους. Και παρόλο που σύντομα καθιερώθηκε σε έναν χώρο άβατο τότε για τις γυναίκες συγγραφείς, κερδίζοντας την προσωνυμία «η Αγκάθα Κρίστι της Ελλάδας», η ανήσυχη φύση της την έστρεψε προς το ιστορικό μυθιστόρημα, όπου διακρίθηκε καλλιεργώντας συστηματικά το είδος και συγκροτώντας μια πολύ διακριτή συγγραφική ταυτότητα.
Είδος ιδιαίτερα απαιτητικό και ολισθηρό, το ιστορικό μυθιστόρημα γνώρισε στην Ελλάδα ευτυχισμένες στιγμές τόσο κατά τον 19ο αιώνα που γεννήθηκε όσο και κατά τον 20ό αιώνα και συνεχίζει να θάλλει έως σήμερα. Άλλοτε με στόχο παιδευτικό, για να συμβάλει στη διαμόρφωση εθνικών συνειδήσεων, ή στη διερεύνηση της ταυτότητας μέσω της αναδίφησης του παρελθόντος, άλλοτε για να φωτίσει το παρελθόν ή και να μιλήσει για ζητήματα του παρόντος παρακάμπτοντας τη λογοκρισία, το ιστορικό μυθιστόρημα έχει να παρουσιάσει ένα μεγάλο φάσμα στοχεύσεων, αλλά και αφηγηματικών τρόπων. Κλασικό, νεωτερικό, μοντέρνο ή μεταμοντέρνο, από τον ρομαντικό 19ο αιώνα, στον ρεαλισμό του 20ού αιώνα και στην εμβληματική γενιά του 30 ως την εποχή μας το ιστορικό μυθιστόρημα συνεχίζει να ανανεώνεται επαναπροσδιορίζοντας τη σχέση της τέχνης του λόγου με την ιστοριογραφία και δημιουργώντας πολυφωνικά πεδία ανοιχτά στην ερμηνεία και την αναθεώρηση.
Μέσα σ’ αυτήν την λαμπρή εξέλιξη του είδους, τα ιστορικά μυθιστορήματα της Αθηνάς Κακούρη κατέχουν μια απολύτως διακριτή και εξέχουσα θέση καθιστώντας τη συγγραφική της φωνή μοναδική για το είδος που καλλιεργεί: βασισμένα σε εξαντλητική έρευνα των πηγών και της βιβλιογραφίας, τα μυθιστορήματά της ανασυνθέτουν δύσκολες ιστορικές εποχές, φωτίζοντας συχνά τις λιγότερο γνωστές πτυχές της ιστορίας. Με το ιδιαίτερο ύφος της και τη ματιά της στραμμένη στο παρόν, η συγγραφέας ανασυνθέτει την κοινωνική δομή του παρελθόντος και ανατέμνει το ήθος κάθε εποχής, χωρίς παραχωρήσεις ή ωραιοποιήσεις.
Αρκεί να αναλογιστεί κανείς τις εποχές στις οποίες επιλέγει η συγγραφέας να τοποθετήσει τις ιστορίες της για να καταλάβει την προτίμησή της για κρίσιμες σελίδες της ιστορίας ή για φάσεις της ιστορίας που ο απόηχός τους επηρεάζει και το δικό μας παρόν. Η ανθρωπογεωγραφία της κινείται από τις ελληνικές παροικίες της Ρόδου, της Κύπρου, της Αλεξάνδρειας των αρχών του 20ού αιώνα στο μυθιστόρημα Με τα φτερά του Μαρίκα (1993), στα Βαλκάνια του 18ου αιώνα στο μυθιστόρημα Η σπορά του ανέμου (1994) και από την Πάτρα του τέλους του 19ου αιώνα στα Πριμαρόλια (1998), στην Αθήνα των Λαυρεωτικών, και του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στα μυθιστορήματα Χαρταετός (2004) και Ξιφίρ Φαλέρ (2018), αντιστοίχως ή στη γραμμή του Μετώπου των Βαλκανικών πολέμων στο μυθιστόρημα Θέκλη (2005).
Για λόγους οικονομίας, θα σκιαγραφήσω τη συγγραφική της ταυτότητα μέσα από τα μυθιστορήματά της Πριμαρόλια και Θέκλη: δημιουργήματα της ώριμης συγγραφικής φάσης και τα δύο έχουν γνωρίσει πολλές ανατυπώσεις, έχουν προκαλέσει εξαιρετικά κριτικά κείμενα, ενώ το πρώτο ανέβηκε και στο θέατρο. Επιπλέον, τα Πριμαρόλια είχαν λάβει το Βραβείο Νικηφόρου Βρεττάκου το 1999, ενώ η Θέκλη, το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος και το Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών το 2005. Χώρος δράσης στο μυθιστόρημα Πριμαρόλια είναι η Πάτρα των σταφιδέμπορων του 1890 «κοσμοπολίτισσα και ξεφαντώστρα, αρπακτική και φιλάλληλη, όμορφη και πλούσια και δυναμική», όπως αυτοσυστήνεται στο βιβλίο. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά απαιτητικό εγχείρημα 780 σελίδων που συνεχίζει τη διαδρομή της Πάτρας στη λογοτεχνία, η οποία ξεκινά με τον Κοσμά Πολίτη και την Γαλάτεια Σαράντη για να βρει στο πρόσωπο νεότερων άξιους συνεχιστές. Μυθιστόρημα-ποταμός, τοιχογραφία μιας εποχής, που καταγράφει τη σταφιδική κρίση της πόλης, παράλληλα με την απογείωση αλλά και το απόγειο της αστικής τάξης, καθώς και διαχρονικές τροπικότητες της ανθρώπινης φύσης σε οριακές συνθήκες, το μυθιστόρημα επαινέθηκε από την κριτική για την πιστή χρήση της ιστορίας, την πλοκή, τους χαρακτήρες, την οικονομία, τη γλώσσα του, στα οποία θα επανέλθω. Το μυθιστόρημα Θέκλη τοποθετείται στην καρδιά των Βαλκανικών Πολέμων (από τον χειμώνα του 1912 έως την άνοιξη του 1913), που καθόρισαν την εδαφική επικράτεια της σημερινής Ελλάδας, αλλά και δημιούργησαν τις προϋποθέσεις του Εθνικού Διχασμού. Ο δραματικός χώρος μεταφέρεται στο Μέτωπο, το προσωπικό αναδεικνύεται μέσα από το συλλογικό, το δημόσιο συμπλέκεται με το ιδιωτικό.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η συγγραφέας δουλεύει με τη μεθοδικότητα και την εμβρίθεια του ιστορικού, αλλά και με την ευαισθησία και την οξυδέρκεια του κοινωνιολόγου και του ψυχολόγου. Η έρευνά της δεν αφορά μόνο το μεγάλο κάδρο της Ιστορίας όπου διαδραματίζονται τα έργα της αλλά και την μικροϊστορία, τη μελέτη της ανθρώπινης συμπεριφοράς της εποχής, των συνηθειών, των τόπων. Η Κακούρη γνωρίζει καλά να εντάσσει αρμονικά τη μικροϊστορία στον ρου της συλλογικής ιστορίας και να στερεώνει το νήμα που τις συνέχει. Γνωρίζει ακόμη η συγγραφέας να αξιοποιεί ευρηματικά τα τεκμήρια της αρχειακής της έρευνας, αλλά και να πλάθει ό,τι λείπει κατ’ αναλογίαν των πραγματικών με αληθοφάνεια και πειστικότητα. Μια από τις αδιαμφισβήτητες συγγραφικές αρετές της είναι η διαγραφή χαρακτήρων με οικονομία και λειτουργικότητα, το σημαντικότερο ενδεχομένως εργαλείο για έναν πεζογράφο. Βασικό στοιχείο συγκρότησης της ταυτότητάς τους είναι η γλώσσα, καθώς όσο πιο απομακρυσμένη είναι η εποχή τόσο πιο δύσκολο είναι να αποκτήσουν οι διάλογοι ενάργεια και φυσικότητα. Η εξαιρετική παιδεία της Κακούρη της επιτρέπει να αξιοποιεί την ταξική διαστρωμάτωση της ελληνικής γλώσσας και σε διαφορετικές εποχές. Όπως μαρτυρούν οι αρετές του ύφους της και η ιδεολογική επένδυση των χαρακτήρων που πλάθει, η γραφή της δεν ενδίδει σε ευκολίες. Το ύφος της λιτό και απέριττο διανθίζεται με χιούμορ σε στιγμές οριακής συναισθηματικής πύκνωσης, ενώ, όπως έχει παρατηρήσει η κριτική, πολλές από τις τεχνικές της ενδεχομένως να αρδεύονται από τη θητεία της στην αστυνομική λογοτεχνία, είδος που συγγενεύει, τηρουμένων των αναλογιών, με την κλασική τραγωδία και που μόνο πρόσφατα βρήκε τη θέση του στην ιεραρχική κλίμακα της λογοτεχνίας. Ενδεχομένως εκεί να εδράζεται η ικανότητα της Κακούρη να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη με ανατροπές, προοικονομία και εγκιβωτισμούς, καθώς και αυστηρή πειθαρχία της δομής. Η νηφαλιότητα και η αποστασιοποίηση της συγγραφέως αποτυπώνονται στο δικονομικό ρητό «audietur et altera pars» (να ακουσθεί και η άλλη πλευρά), που προτάσσεται ως επιγραφή στο μυθιστόρημα Θέκλη, επιγραφή με καταστατική ισχύ για το μυθιστόρημα, αλλά και για όλο το έργο της συγγραφέως η οποία σε συνέντευξή της επισημαίνει: «Ιστορική αφήγηση χωρίς παράθεση στοιχείων και ελευθερία του αναγνώστη να πεισθεί ή όχι δεν είναι Ιστορία αλλά προπαγάνδα, είναι ένα δόλιο παραμυθάκι. Βέβαια, είναι επίσης ένα βολικό παραμυθάκι.» (Ιντζέμπελης, 26.10.2016). Ακριβώς αυτή τη δολιότητα μάχεται ως συγγραφέας φροντίζοντας να παρέχει στον αναγνώστη τα ιστορικά στοιχεία, τα οποία αφήνει στην κρίση του.
Με την Αθηνά Κακούρη το ιστορικό μυθιστόρημα βρίσκεται σε μια από τις πιο ευτυχισμένες του στιγμές. Όπως η ίδια έχει δηλώσει σε συνέντευξή της, η διαχείριση της ιστορίας και ο τρόπος δουλειάς της συγγενεύει με της Πηνελόπης Δέλτα. Πέρα από την τεκμηρίωση και τη συναρπαστική της γραφή, η Κακούρη ξέρει να πυροδοτεί τον μηχανισμό της κριτικής σκέψης και να κατευθύνει την αναγνωστική εμπειρία πέρα από την μυθοπλασία στην ενδεχομενικότητα της Ιστορίας, όπως για παράδειγμα, στο μυθιστόρημα Θέκλη, όπου, όπως έχει επισημάνει η κριτική, με τόλμη και παρρησία υπερβαίνει το επικό εθνικό αφήγημα της επίσημης ιστορίας για να προβληματιστεί πάνω στις επιλογές των ηγετών και τις συνέπειες της ιστορίας, θέτοντας ξανά τον αρχικό προβληματισμό μέσα από τον δρόμο και με τον τρόπο της λογοτεχνίας.
Πριν περατώσω αυτή την αναγκαστικά λειψή περιδιάβαση θάθελα να προσθέσω μια άλλη όψη της προσωπικότητάς της συναρτημένη με ένα ήθος παλαιάς κοπής, που συνάδει με το συγγραφικό της έργο: Η Αθηνά Κακούρη υπήρξε πάντα στην πρώτη γραμμή του εθελοντισμού υπηρετώντας από διάφορες θέσεις, επιτελικές και μη, το νεοελληνικό πολιτισμό και την κοινωνία. Ήδη από τα χρόνια της Πάτρας είχε αναπτύξει πλούσια κοινωνική δράση: Υπηρέτησε ως Γραμματέας του Διοικητικού Συμβουλίου του Ερυθρού Σταυρού Πατρών, ως ιδρυτικό μέλος του Τμήματος Αιμοδοσίας Πατρών, ως στέλεχος του Σώματος Ελληνίδων Οδηγών και αργότερα ως μέλος του Διοικητικού του Συμβουλίου. Είναι ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Προστασίας Σπαστικών και εταίρος της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας και της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος.
Το 2021 η Αθηνά Κακούρη παραχώρησε το προσωπικό της αρχείο και την πλούσια συλλογή της βιβλίων για την Πάτρα στο Εργαστήριο Αρχειακών Τεκμηρίων και Τύπου του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου μας. Αξιότιμη και αγαπητή κυρία Κακούρη, ευχαριστούμε για την εμπιστοσύνη σας και υπόσχομαι να αξιοποιήσουμε την πολύτιμη παρακαταθήκη σας. Αλλά πριν από αυτό σας ευχαριστούμε για το έργο σας και ευχόμαστε να δρέψουμε και άλλους καρπούς του συγγραφικού σας ταλέντου και της αξιοθαύμαστης πνευματικής σας ικμάδας.
Ομιλία κατά την αναγόρευση της κας Αθηνάς Κακούρη σε Επίτιμο Διδάκτορα του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου