Tου Μητροπολίτου Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου και Βιάννου κ. Ανδρέα, Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ.
Ο Ισοκράτης και ο Δημοσθένης πνευματικά αναστήματα της πόλης – κράτους, ομόγλωσσοι, ομότροποι και ομοήθεις, εξέφραζαν δύο διαφορετικούς κόσμους. Ο Ισοκράτης προσέβλεπε, με εμπιστοσύνη, στο πολιτικό μεγαλείο του Οικουμενικού Ελληνισμού, το πολιτικό κέντρο του οποίου μετατοπίζεται στη Μακεδονία. Υπήρξε με τον Αριστοτέλη ο θεωρητικός του εκφραστής. Η πρακτική ενήλωση, η πολιτική και πολιτιστική ενοποίηση του ελληνισμού, σε ένα νέο οικουμενικό μέγεθος, υπήρξε έργο του Μακεδόνα Μεγάλου Αλεξάνδρου, με την αυτοκρατορία που δημιούργησε. Με την μακεδονική σάρισα, «ὡς μέσα τήν βακτριανή, ὡς τόν ἰνδό», επήγαμε την ελληνική λαλιά. Η πόλη – κράτος του Δημοσθένους, η Αθήνα με τις αποικίες της και τις αθηναϊκές τριήρεις είχαν ολοκληρώσει την συμβολή τους στον παγκόσμιο πολιτισμό, όπως βεβαίως και τόσα άλλα πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά σχήματα, μέχρι τις ημέρες μας.
Ο μετασχηματισμός και η διαμόρφωση του νέου κόσμου εκφράστηκε με τον έλληνα λόγο, αλλά οικοδομήθηκε στα θεμέλια της χριστιανικής κοσμολογίας και ανθρωπολογίας διαφορετικής από τα αρχαιοελληνικά κοσμοείδωλα και προσδιορίσθηκε με όρους, όπως ρωμιοσύνη και ορθόδοξο γένος. Ο νέος κόσμος είχε εκκλησιαστικό, πολιτικό και πνευματικό κέντρο του, την Κωνσταντινούπολη, την πόλη του Μεγάλου Κωνσταντίνου, όπου και το κέντρο των Ορθοδόξων, της Οικουμένης. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, με τους αυτοκράτορες της Κωνσταντινουπόλεως καθόρισε την πνευματική και πολιτιστική ταυτότητα της καθ’ ημάς Ανατολής, αλλά και του σλαβικού κόσμου, από το Κίεβο μέχρι τη Μόσχα, το Τύρνοβο και το Πέκιο. Η Αλεξάνδρεια, κατεξοχήν πόλη του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αν και αρχαιοτέρα της Κωνσταντινουπόλεως, παρέμεινε το δευτερόθρονο κέντρο της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Μετά το έτος 1453, με το Ισλάμ να έχει επίσημα πλέον κατοχυρώσει τον πρώτο λόγο, η αυτοκρατορία συνέχισε την πορεία της μέσα στο σχήμα της ορθόδοξης οικουμένης. Ο έλληνας λόγος αποτελούσε και πάλι την απαραίτητη προϋπόθεση για την ανέλιξη στην πυραμίδα του ρούμ μιλιέτ των ορθοδόξων και την Εθναρχούσα Εκκλησία. Κατά τον Δοσίθεο Αναγνωστόπουλο: «Στά χρόνια τῶν Ὀσμανιδῶν ἦταν σάν καί στῶν ‘Ρωμιῶν / τήν ἐποχή, πολύχρωμη ἡ Πόλη, πολύφωνη, / πολυτραγουδισμένη σέ γλῶσσες ἄσχετες, μά μουσικές.» Και πάντα αυτά εν μέσω των παντοτινών περιπετειών της ιστορίας και τις οδύνες του ανθρωπίνου αίματος.
Ο διαφωτισμός και η αρχή των εθνοτήτων, στην οποία, πλέον, αρχίζει να στηρίζεται η διεθνής νομιμότητα μετά την Γαλλική επανάσταση το 1789, διαμορφώνουν νέα δεδομένα. Μέσα από τα δεινά του πολέμου και της μάχης δημιουργούνται, με το τέλος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, τα νέα σύνορα και παγιώθηκε η αρχή του έθνους – κράτους. Η Συνθήκη της Λωζάνης υπήρξε καθοριστική καμπή για τους λαούς της Ελλάδας και της Τουρκίας.
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο προσφυγικό συνοικισμό, στο Ατσαλένιο - Ν. Κλαζομεναί του Ηρακλείου Κρήτης. Γνωρίζω καλώς, πολύ καλώς και από πρώτο χέρι τι σημαίνει, στο όνομα της οποίας και οιασδήποτε ιδεολογίας, να σε ξεριζώνουν και να σε διώχνουν από τον τόπο που γενήθηκες. Τον τόπο που οι πρόσφυγες αποκαλούν πατρίδα.
Είναι γνωστό, πόσο το Οικουμενικό Πατριαρχείο δοκιμάσθηκε απορφανίστηκε από την τότε νέα τάξη πραγμάτων. Των εθνοκτονιών, της μισαλλοδοξίας, της εκδικητικότητας, των διωγμών και των ιδεολογικών καταναγκασμών, που επικρατούσαν βέβαια και σ’ ολόκληρο τον ευρωπαϊκό χώρο. Αναφέρω μόνον τον ελληνικό εμφύλιο των ετών 1946-1949.
Η ανθρωπότητα βρίσκεται για μία ακόμα φορά στη διαμορφουμένη νέα παγκόσμια πραγματικότητα. Και ο ελληνισμός του 21ου αιώνος έχει πολλούς ανθρώπους με την συνείδηση του Δημοσθένους. Εξεφράσθη αυτή η συνείδηση με αφορμή τις υπηκοότητες που λάβαμε από το Τουρκικό κράτος για το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο, χάρη του οποίου καμία θυσία δεν θεωρούμε περιττή. Το Πατριαρχείο στην Κωνσταντινούπολη συνεχίζει δημιουργικά με πρώτο και πρωτοπόρο τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο, την πορεία του Ισοκράτους, του Αριστοτέλους και των Μεγάλων Πατέρων με την οικουμενική για την Εκκλησία, συνείδηση. Δεν αντιμετωπίζει φοβικά το νέο κόσμο, με προθέσεις αποκλεισμού και καχυποψίας. Στη διάθεσή του δεν είναι ούτε βεβαίως οι αθηναϊκές τριήρεις του Θεμιστοκλέους, ούτε η μακεδονική σάρισα του Μεγάλου Ἀλεξάνδρου. Πορεύεται όμως με την ορθόδοξη παρακαταθήκη στην οικουμένη. Πατριάρχης, Σύνοδος, Ιεραρχία, κλήρος και λαός πορευόμεθα με όπλα τον ευαγγελικό λόγο, το μήνυμα της αγάπης, της ειρηνικής συνύπαρξης και της καταλλαγής, μεταξύ των λαών, των θρησκειών και των πολιτισμών, που αποτελεί και τον Πνευματικό και πολιτιστικό προσδιορισμό του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Γι' αυτό και οι συναντήσεις του Οικουμενικού μας Πατριάρχου με τις θρησκευτικές, πολιτικές και πνευματικές ηγεσίες της γης. Γι' αυτό και οι Πατριαρχικές Λειτουργίες στην Καππαδοκία, στις εκκλησίες της Μικράς Ασίας, μέχρι το μεγάλο γεγονός της λειτουργίας στη Παναγία του Σουμελά.
Προσδοκούμε την χορήγηση της τουρκικής υπηκοότητας και στους άλλους ιεράρχες του Θρόνου που το έχουν ζητήσει, αλλά και στους κληρικούς της πατριαρχικής αυλής και προσευχόμεθα για το άνοιγμα της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Με τα δεδομένα αυτά το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο, δηλαδή το ευσεβές γένος μας, η ρωμιοσύνη, ο ελληνισμός θα συνεχίσουν να επιτελούν την διαχρονική οικουμενική αποστολή στην ελληνική επικράτεια και στις ορθόδοξες κοινότητες του κόσμου εν μέσω της διαμορφούμενης παγκοσμιοποιούμενης πολυπολιτισμικής κοινωνίας. Για όλα όσα εγράφησαν με αφορμή τη χορήγηση των πρώτων υπηκοοτήτων από την Τουρκία σε μας τους ιεράρχες του Θρόνου τα θεωρώ δε όλα καλοπροαίρετα και αγαθών προθέσεων, θυμάμαι το: Ἀλέξανδρος Φιλίππου και οἱ Ἕλληνες πλήν Λακεδαιμονίων, «κι ἀπ’ τήν θαυμάσια πανελλήνιαν ἐκστρατεία, / τήν νικηφόρα, τήν περίλαμπρη, / τήν περιλάλητη, τήν δοξασμένη /ως ἄλλη δέν δοξάσθηκε καμιά, /τήν ἀπαράμιλλη : βγήκαμ’ ἐμεῖς ˙ / ἑλληνικός καινούριος κόσμος, μέγας. / Ἐμεῖς οἱ Ἀλεξανδρεῖς, οι Ἀντιοχεῖς, / οι Σελευκεῖς, κ’ οἱ πολυάριθμοι / ἐπίλοιποι Ἕλληνες Αἰγύπτου καί Συρίας, / κ’ οἱ ἐν Περσίδι, κι ὅσοι ἄλλοι. / Μέ τές ἐκτεταμένες ἐπικράτειες, / με τήν ποικίλη δρᾱσι τῶν στοχαστικῶν προσαρμογῶν. / Καί τήν Κοινήν Ἑλληνική Λαλιά / ὤς μέσα στήν Βακτριανή τήν πήγαμεν, ὤς τούς Ἰνδούς. / Γιά Λακεδαιμονίους νά μιλοῦμε τώρα!»
Ο Ισοκράτης και ο Δημοσθένης πνευματικά αναστήματα της πόλης – κράτους, ομόγλωσσοι, ομότροποι και ομοήθεις, εξέφραζαν δύο διαφορετικούς κόσμους. Ο Ισοκράτης προσέβλεπε, με εμπιστοσύνη, στο πολιτικό μεγαλείο του Οικουμενικού Ελληνισμού, το πολιτικό κέντρο του οποίου μετατοπίζεται στη Μακεδονία. Υπήρξε με τον Αριστοτέλη ο θεωρητικός του εκφραστής. Η πρακτική ενήλωση, η πολιτική και πολιτιστική ενοποίηση του ελληνισμού, σε ένα νέο οικουμενικό μέγεθος, υπήρξε έργο του Μακεδόνα Μεγάλου Αλεξάνδρου, με την αυτοκρατορία που δημιούργησε. Με την μακεδονική σάρισα, «ὡς μέσα τήν βακτριανή, ὡς τόν ἰνδό», επήγαμε την ελληνική λαλιά. Η πόλη – κράτος του Δημοσθένους, η Αθήνα με τις αποικίες της και τις αθηναϊκές τριήρεις είχαν ολοκληρώσει την συμβολή τους στον παγκόσμιο πολιτισμό, όπως βεβαίως και τόσα άλλα πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά σχήματα, μέχρι τις ημέρες μας.
Ο μετασχηματισμός και η διαμόρφωση του νέου κόσμου εκφράστηκε με τον έλληνα λόγο, αλλά οικοδομήθηκε στα θεμέλια της χριστιανικής κοσμολογίας και ανθρωπολογίας διαφορετικής από τα αρχαιοελληνικά κοσμοείδωλα και προσδιορίσθηκε με όρους, όπως ρωμιοσύνη και ορθόδοξο γένος. Ο νέος κόσμος είχε εκκλησιαστικό, πολιτικό και πνευματικό κέντρο του, την Κωνσταντινούπολη, την πόλη του Μεγάλου Κωνσταντίνου, όπου και το κέντρο των Ορθοδόξων, της Οικουμένης. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, με τους αυτοκράτορες της Κωνσταντινουπόλεως καθόρισε την πνευματική και πολιτιστική ταυτότητα της καθ’ ημάς Ανατολής, αλλά και του σλαβικού κόσμου, από το Κίεβο μέχρι τη Μόσχα, το Τύρνοβο και το Πέκιο. Η Αλεξάνδρεια, κατεξοχήν πόλη του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αν και αρχαιοτέρα της Κωνσταντινουπόλεως, παρέμεινε το δευτερόθρονο κέντρο της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Μετά το έτος 1453, με το Ισλάμ να έχει επίσημα πλέον κατοχυρώσει τον πρώτο λόγο, η αυτοκρατορία συνέχισε την πορεία της μέσα στο σχήμα της ορθόδοξης οικουμένης. Ο έλληνας λόγος αποτελούσε και πάλι την απαραίτητη προϋπόθεση για την ανέλιξη στην πυραμίδα του ρούμ μιλιέτ των ορθοδόξων και την Εθναρχούσα Εκκλησία. Κατά τον Δοσίθεο Αναγνωστόπουλο: «Στά χρόνια τῶν Ὀσμανιδῶν ἦταν σάν καί στῶν ‘Ρωμιῶν / τήν ἐποχή, πολύχρωμη ἡ Πόλη, πολύφωνη, / πολυτραγουδισμένη σέ γλῶσσες ἄσχετες, μά μουσικές.» Και πάντα αυτά εν μέσω των παντοτινών περιπετειών της ιστορίας και τις οδύνες του ανθρωπίνου αίματος.
Ο διαφωτισμός και η αρχή των εθνοτήτων, στην οποία, πλέον, αρχίζει να στηρίζεται η διεθνής νομιμότητα μετά την Γαλλική επανάσταση το 1789, διαμορφώνουν νέα δεδομένα. Μέσα από τα δεινά του πολέμου και της μάχης δημιουργούνται, με το τέλος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, τα νέα σύνορα και παγιώθηκε η αρχή του έθνους – κράτους. Η Συνθήκη της Λωζάνης υπήρξε καθοριστική καμπή για τους λαούς της Ελλάδας και της Τουρκίας.
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο προσφυγικό συνοικισμό, στο Ατσαλένιο - Ν. Κλαζομεναί του Ηρακλείου Κρήτης. Γνωρίζω καλώς, πολύ καλώς και από πρώτο χέρι τι σημαίνει, στο όνομα της οποίας και οιασδήποτε ιδεολογίας, να σε ξεριζώνουν και να σε διώχνουν από τον τόπο που γενήθηκες. Τον τόπο που οι πρόσφυγες αποκαλούν πατρίδα.
Είναι γνωστό, πόσο το Οικουμενικό Πατριαρχείο δοκιμάσθηκε απορφανίστηκε από την τότε νέα τάξη πραγμάτων. Των εθνοκτονιών, της μισαλλοδοξίας, της εκδικητικότητας, των διωγμών και των ιδεολογικών καταναγκασμών, που επικρατούσαν βέβαια και σ’ ολόκληρο τον ευρωπαϊκό χώρο. Αναφέρω μόνον τον ελληνικό εμφύλιο των ετών 1946-1949.
Η ανθρωπότητα βρίσκεται για μία ακόμα φορά στη διαμορφουμένη νέα παγκόσμια πραγματικότητα. Και ο ελληνισμός του 21ου αιώνος έχει πολλούς ανθρώπους με την συνείδηση του Δημοσθένους. Εξεφράσθη αυτή η συνείδηση με αφορμή τις υπηκοότητες που λάβαμε από το Τουρκικό κράτος για το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο, χάρη του οποίου καμία θυσία δεν θεωρούμε περιττή. Το Πατριαρχείο στην Κωνσταντινούπολη συνεχίζει δημιουργικά με πρώτο και πρωτοπόρο τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο, την πορεία του Ισοκράτους, του Αριστοτέλους και των Μεγάλων Πατέρων με την οικουμενική για την Εκκλησία, συνείδηση. Δεν αντιμετωπίζει φοβικά το νέο κόσμο, με προθέσεις αποκλεισμού και καχυποψίας. Στη διάθεσή του δεν είναι ούτε βεβαίως οι αθηναϊκές τριήρεις του Θεμιστοκλέους, ούτε η μακεδονική σάρισα του Μεγάλου Ἀλεξάνδρου. Πορεύεται όμως με την ορθόδοξη παρακαταθήκη στην οικουμένη. Πατριάρχης, Σύνοδος, Ιεραρχία, κλήρος και λαός πορευόμεθα με όπλα τον ευαγγελικό λόγο, το μήνυμα της αγάπης, της ειρηνικής συνύπαρξης και της καταλλαγής, μεταξύ των λαών, των θρησκειών και των πολιτισμών, που αποτελεί και τον Πνευματικό και πολιτιστικό προσδιορισμό του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Γι' αυτό και οι συναντήσεις του Οικουμενικού μας Πατριάρχου με τις θρησκευτικές, πολιτικές και πνευματικές ηγεσίες της γης. Γι' αυτό και οι Πατριαρχικές Λειτουργίες στην Καππαδοκία, στις εκκλησίες της Μικράς Ασίας, μέχρι το μεγάλο γεγονός της λειτουργίας στη Παναγία του Σουμελά.
Προσδοκούμε την χορήγηση της τουρκικής υπηκοότητας και στους άλλους ιεράρχες του Θρόνου που το έχουν ζητήσει, αλλά και στους κληρικούς της πατριαρχικής αυλής και προσευχόμεθα για το άνοιγμα της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Με τα δεδομένα αυτά το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο, δηλαδή το ευσεβές γένος μας, η ρωμιοσύνη, ο ελληνισμός θα συνεχίσουν να επιτελούν την διαχρονική οικουμενική αποστολή στην ελληνική επικράτεια και στις ορθόδοξες κοινότητες του κόσμου εν μέσω της διαμορφούμενης παγκοσμιοποιούμενης πολυπολιτισμικής κοινωνίας. Για όλα όσα εγράφησαν με αφορμή τη χορήγηση των πρώτων υπηκοοτήτων από την Τουρκία σε μας τους ιεράρχες του Θρόνου τα θεωρώ δε όλα καλοπροαίρετα και αγαθών προθέσεων, θυμάμαι το: Ἀλέξανδρος Φιλίππου και οἱ Ἕλληνες πλήν Λακεδαιμονίων, «κι ἀπ’ τήν θαυμάσια πανελλήνιαν ἐκστρατεία, / τήν νικηφόρα, τήν περίλαμπρη, / τήν περιλάλητη, τήν δοξασμένη /ως ἄλλη δέν δοξάσθηκε καμιά, /τήν ἀπαράμιλλη : βγήκαμ’ ἐμεῖς ˙ / ἑλληνικός καινούριος κόσμος, μέγας. / Ἐμεῖς οἱ Ἀλεξανδρεῖς, οι Ἀντιοχεῖς, / οι Σελευκεῖς, κ’ οἱ πολυάριθμοι / ἐπίλοιποι Ἕλληνες Αἰγύπτου καί Συρίας, / κ’ οἱ ἐν Περσίδι, κι ὅσοι ἄλλοι. / Μέ τές ἐκτεταμένες ἐπικράτειες, / με τήν ποικίλη δρᾱσι τῶν στοχαστικῶν προσαρμογῶν. / Καί τήν Κοινήν Ἑλληνική Λαλιά / ὤς μέσα στήν Βακτριανή τήν πήγαμεν, ὤς τούς Ἰνδούς. / Γιά Λακεδαιμονίους νά μιλοῦμε τώρα!»
1 σχόλιο:
Aρκαλοχωρίου Ανδρέας (τουπίκλην Νανάκης): Eνας άξιος επίσκοπος της Εκκλησίας μας, ένας εξαίρετος πανεπιστημιακός καθηγητής της Θεολογίας μας.
Δημοσίευση σχολίου