Τετάρτη 10 Απριλίου 2024

ΜΙΑ ΞΕΧΩΡΙΣΤΗ ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΜΕ ΕΡΓΑ ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ ΕΠΤΑΝΗΣΙΩΝ ΣΥΝΘΕΤΩΝ



Η Ομάδα "Σύγχρονοι Επτανήσιοι Συνθέτες" διοργάνωσε συναυλία μελοποιημένης ποίησης στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Αίθουσα "Γιάννης Μαρίνος" του Συλλόγου "Οι Φίλοι της Μουσικής")  το Σάββατο 6 Απρίλιου 2024. 
Παρουσιάστηκαν έργα των: Κώστα Αγουρίδη, Παύλου Βεντούρα, Σπύρου Δεληγιαννόπουλου, Σπύρου Μάζη, Σπύρου Μαυρόπουλου, Χρύσανθου Μουζακίτη, Σπύρου Προσωπάρη, Νίκου Ροδίτη, Σπύρου Ρουβά και Σπύρου Τσιλιμπάρη, σε ποίηση Πέτρου Μελισσηνού, Kobayashi Issa, Διονυσίου Σολωμού, Λορέντζου Μαβίλη, Κωνσταντίνου Θεοτόκη, Μαρίας Πολυδούρη, Οδυσσέα Ελύτη, Ρίτας Βούρτση, Λήδας Βεντούρα και Δημήτρη Καρύδη. 
Ερμήνευσαν οι καλλιτέχνες: Ρόζα Πουλημένου, (μεσόφωνος) Εύα Καργιοφύλη (υψίφωνος), Σωτήρης Τριάντης (βαρύτονος), Μαριλένα Ελούλ και Κωνσταντίνα Μουχλιανίτη (πιάνο).
Παραθέτουμε στη συνέχεια την εμπεριστατωμένη ομιλία του μουσικογράφου και ερευνητή Θωμά Ταμβάκου, που έκανε πριν την συναυλία. 


Καλησπέρα σας. 
Στην ομιλία μου θα αναφερθώ κυρίως σε ιστορικά στοιχεία που αφορούν την αποκαλούμενη Επτανησιακή μουσική Σχολή, από τις απαρχές της και θα φθάσω στο σήμερα με τους ζώντες Επτανήσιους συνθέτες. Είναι η πρώτη «μουσική σχολή» (σε εισαγωγικά) στον ευρύτερο γεωγραφικό χώρο της σημερινής Ελλάδας που επηρεάστηκε από τον δυτικό τρόπο μουσικής. Η αρχή της αυτής της δυτικότροπης μουσικής σχολής σηματοδοτείται από την παρουσία του κορυφαίου μας μουσουργού Νικολάου Χαλικιόπουλου Μάντζαρου. Διαρκεί έως τις μέρες μας, με τους σύγχρονους Επτανήσιους συνθέτες. Αυτό όμως αφορά περισσότερο την επτανησιακή καταγωγή παρά κάποια ιδιαίτερα υφολογικά στοιχεία. 


Είναι εντυπωσιακό το ποσοτικό μέγεθος των Επτανησίων μουσικών δημιουργών. Συνολικά, στο Αρχείο Ελλήνων Μουσουργών Θωμά Ταμβάκου έχουν καταχωρισθεί 371 συνθέτες λόγιας μουσικής, με τεκμηριωμένα στοιχεία καταγωγής και με την πρωτοκαθεδρία της Κέρκυρας. Συγκρατείστε αυτόν τον αριθμό. Σε προηγηθείσα ομιλία μου, για το ίδιο θέμα, στον Παρνασσό πριν από δύο χρόνια, είχα μιλήσει για 362 συνθέτες. Άρα μέσα σε αυτή την περίοδο των δύο ετών, με το συνεχές ερευνητικό έργο, προστέθηκαν ακόμη εννέα Επτανήσιοι συνθέτες. Αναμφίβολα υπάρχουν περισσότεροι συνθέτες, τεθνεώτες και ζώντες, από τον αριθμό που προανέφερα οι οποίοι ήδη έχουν εντοπισθεί με την έρευνα. Όμως για τουλάχιστον είκοσι μουσικούς δημιουργούς, όλοι τεθνεώτες, τα στοιχεία που διαθέτουμε είναι επισφαλή, ως προς την επτανησιακή καταγωγή αλλά και το συνθετικό τους έργο στον χώρο της λόγιας μουσικής. Η έρευνα συνεχίζεται σε αυτό το πεδίο, κυρίως για τους δύο προηγούμενους αιώνες. H τελική εκτίμησή μου είναι ότι ο συνολικός αριθμός υπερβαίνει τους 430 συνθέτες. Στο γενικό σύνολο με τους 5.730 καταχωρισμένους Έλληνες και ελληνικής συνθέτες στο Αρχείο Ελλήνων Μουσουργών Θωμά Ταμβάκου, οι Επτανήσιοι κατέχουν το 7% περίπου. 


Στο νησί των Φαιάκων, την υπέροχη Κέρκυρα, είναι -όπως προανέφερα- αυτονόητη η πλειοψηφία με 219 συνθέτες, το 59% του συνόλου. Είναι σίγουρα παγκόσμια πρωτοτυπία σε στατιστικό μέγεθος, αφού δεν υπάρχει άλλο νησί στον κόσμο, με τα γεωγραφικά και πληθυσμιακά χαρακτηριστικά της Κέρκυρας, το οποίο να διαθέτει υπέρτερο δυναμικό μουσικών δημιουργών λόγιας μουσικής. Στη διαφάνεια που προβάλλεται έχω βάλλει, ενδεικτικά, τις φωτογραφίες τεσσάρων Κερκυραίων συνθετών, όχι ιδιαίτερα γνωστών, δύο του 19ου αιώνα αριστερά και δύο του 20ού αιώνα δεξιά. 


Μετά την Κέρκυρα, ακολουθεί η Κεφαλονιά με 75 συνθέτες, η Ζάκυνθος με 58, η Λευκάδα με 16, η Ιθάκη με 2 και οι Παξοί με 1 συνθέτη. Μόνο στα Κύθηρα δεν εντοπίζεται κάποιος γηγενής συνθέτης. Εντοπίστηκαν όμως δύο συνθέτες με κυθηραϊκή καταγωγή από τους γονείς του. Το ίδιο ισχύει και για τα 24 μικρότερα Ιόνια νησιά όπως οι Αντίπαξοι, η Ερεικούσα, το Μεγανήσι, οι Οθωνοί κλπ. Στα οποία δεν εντοπίστηκαν γηγενείς συνθέτες. Η φωτογραφία που βλέπετε είναι του Διονυσίου Ροδοθεάτου, σημαντικού συνθέτη του 19ου αιώνα από την Ιθάκη. Με τα γεωγραφικά και πληθυσμιακά χαρακτηριστικά της Κεφαλλονιάς και της Ζακύνθου, τα δύο αυτά νησιά ανήκουν στην πρώτη δεκάδα παγκοσμίως, με βάση το δυναμικό μουσικών δημιουργών. 


Ένα ακόμη ενδιαφέρον στατιστικό στοιχείο είναι η σχέση μεταξύ τεθνεώτων και ζώντων συνθετών, με τους 276, δηλαδή το 75% του συνόλου να έχουν εκδημήσει. Τη σπουδαία επτανησιακή μουσική παράδοση συνεχίζουν 95 συνθέτες. Έργα εξάλλου δέκα ζώντων συνθετών θ’ απολαύσουμε στη συνέχεια με σπουδαίους ερμηνευτές, όπως τα δύο έργα της διαφάνειας, του Κώστα Αγουρίδη αριστερά και του Σπύρου Μαυρόπουλου δεξιά. Κατά τη γνώμη μου, ο αριθμός των 95 ζώντων συνθετών είναι αρκετά μικρότερος, μόνο το 25% του συνόλου, αναλογικά με αυτόν που θα περίμενε κάποιος, έστω και με μικρή γνώση της ερικυδούς επτανησιακής μουσικής ιστορίας και παράδοσης. Υπάρχει όμως ένα σημαντικό εξελισσόμενο δυναμικό Επτανησίων φοιτητών και σπουδαστών στα Τμήματα Μουσικών Σπουδών, τα ωδεία και τις φιλαρμονικές τα τελευταία δέκα χρόνια που δείχνουν μικρά αλλά ενδιαφέροντα δείγματα μουσικής γραφής. Οπότε ο αριθμός των 95 εν ζωή συνθετών τα επόμενα χρόνια θα υπερβεί τους 120 κατά τη γνώμη μου. 


Η σχέση των Επτανήσων με τη μουσική θεωρείται αδιαμφισβήτητα ως το κύριο χαρακτηριστικό της πολιτιστικής δυναμικής τους. Είναι κοινή πεποίθηση ότι ο χαρακτήρας της επτανησιακής μουσικής είναι ενιαίος, αδιάσπαστος και καθ’ ολοκληρίαν εξαρτημένος από τα μουσικά πρότυπα της «καθ’ ημάς Δύσεως». Η πρώτη νύξη για τη μουσική παρουσία στα Επτάνησα ανάγεται στο εμβληματικό 1549. Από τότε, και στην Κέρκυρα, μαρτυρείται το παλαιότερο γνωστό μουσικό συμβόλαιο, γραμμένο στα ελληνικά. Αφορά διδασκαλία μουσικής και συγκεκριμένα φυσικής τρομπέτας από κάποιον Βαλέριο Καλαβρέζο, πιθανώς Κερκυραίο. Είναι γνωστό ότι την μουσική κουλτούρα των Επτανήσων, ιδίως στον 19ο αιώνα και τις αρχές του 20ού, τη δημιούργησαν δυο μουσικά ρεύματα. Το πρώτο είναι το επτανησιακό λαϊκό τραγούδι των πόλεων μαζί με το δημοτικό των χωριών. Το δεύτερο η λόγια μουσική των Επτανησίων μουσουργών. Είναι η περίοδος στην οποία τα Επτάνησα διαδραμάτισαν σπουδαίο ρόλο στα μουσικά πράγματα, ως ο συνδετικός κρίκος της ελληνικής μονόφωνης μουσικής (δημοτική και βυζαντινή) με τη λόγια μουσική της Δύσης, μέσα από την πολυφωνία των Επτανήσων. 


Όταν όλος ο Ελλαδικός χώρος βρισκόταν υπό την κατοχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τα Επτάνησα ήταν εκείνα που ήρθαν πρώτα σε μουσική επαφή με τη Δύση και ειδικότερα με το ιταλικό μελόδραμα. Ας έχουμε υπόψη μας ότι το ιστορικό θέατρο Σαν Τζιάκομο της Κέρκυρας δεν είχε τίποτα να ζηλέψει από τα μεγάλα λυρικά θέατρα της Ιταλίας. Στο πάλαι ποτέ κερκυραϊκό θέατρο, που άρχισε να λειτουργεί από το 1720, μόνο στην περίοδο 1770 - 1800, παραστάθηκαν 50 όπερες από ιταλικούς θιάσους. Αυτό είχε ως συνέπεια την εξοικείωση του επτανησιακού κοινού με τα οπερατικά ακούσματα. Επίσης, συνέβαλλε στη δημιουργία νέων θεάτρων για παραστάσεις οπερών, στην Κεφαλονιά, τη Ζάκυνθο και τη Λευκάδα. Συνέβαλλε επίσης, στο να εμφανισθούν οι πρώτοι Έλληνες συνθέτες στον ευρύτερο Ελλαδικό χώρο. Λάτρεις των ιταλικών μελοδραματικών θιάσων, που τότε, εξαιτίας και της Ενετοκρατίας, περιόδευαν στα Επτάνησα, οι κατοπινοί Επτανήσιοι συνθέτες επηρεάστηκαν και στη συνέχεια, φοίτησαν σε μουσικές σχολές και ωδεία της Ιταλίας αντλώντας στοιχεία από τον μουσικό πολιτισμό της. 


Η απαρχή της επτανησιακής μουσικής δημιουργίας εντοπίζεται στα τέλη του 18ου αιώνα, πολύ πριν από τον Μάντζαρο, με τον Κερκυραίο Στέφανο Πογιάγο, δάσκαλο του Μάντζαρου και προδρομική μουσική μορφή των Επτανήσων. Δυστυχώς όλα τα μελοδραματικά του έργα, γραμμένα πριν τη γέννηση του Μάντζαρου, θεωρούνται σήμερα χαμένα. Ο Πογιάγος συνδέει το νήμα της διαχρονικής παρουσίας της μουσικής δημιουργίας των Ελλήνων και ελληνικής καταγωγής μουσουργών. Νήμα που ξεκινά από την Κασσιανή στον 9ο αιώνα, διαπερνά τον 14ο με τον οργανίστα Ισαάκ Αργυρόπουλο στην Ιταλία, τον 15ο με τον εκκλησιαστικό συνθέτη Μανουήλ Γαζή, συνεχίζεται στον 16ο με τους μαδριγαλιστές, τον γνωστό πλέον Φραγκίσκο Λεονταρίτη, τον Φραγκίσκο ντε Λάουντις στην Ιταλία και τον άγνωστο Κυπριανό Βασιλικό στη σημερινή Πολωνία. Το νήμα συνεχίζεται στον 17ο αιώνα με τον Δανιήλ Καρολίδη στη σημερινή Τσεχία και φθάνει στον 18ο με τον γαλλοτραφή Κωνσταντίνο Αγαθόφρονα Νικολόπουλο και τον Μιχαήλ Στρατίκο, συνθέτη μπαρόκ μουσικής στην Ιταλία. Παρά την αδιαμφισβήτητη καλλιτεχνική παρουσία του Πογιάγου, ιδρυτής της επτανησιακής σχολής θεωρείται ο Νικόλαος Μάντζαρος, Κερκυραίος αριστοκράτης και κορυφαία μουσική προσωπικότητα. Παρότι είχε μεγάλη επιρροή στην Νάπολη, όπου και σπούδασε μετά τον Πογιάγο, προτίμησε να επιστρέψει στην Κέρκυρα και να μεταλαμπαδεύσει σε νέους και νέες του γενέθλιου τόπου του τις μουσικές γνώσεις του με δωρεάν μαθήματα. Με μοναδικό ζήλο εκπαίδευσε μουσικά αρκετούς Επτανήσιους και έσπειρε τους σπόρους για την πρώτη γενιά των Επτανησίων συνθετών. Είναι χρονολογικά ο πρώτος συνθέτης που χρησιμοποίησε την ελληνική γλώσσα στο πλαίσιο της σύνθεσης λόγιας μουσικής. Αποτελεί το αποφασιστικό εκείνο πρόσωπο το οποίο πέτυχε να δημιουργήσει ένα συνεχές ρεύμα συνθετών, για πρώτη φορά στην μουσική του νεότερου ελληνισμού. 


Οι μαθητές του έγιναν αργότερα σπουδαία ονόματα της μουσικής των Επτανήσων, όπως ο Παύλος Καρρέρ, ο Δομένικος Παδοβάνης, ο Σπυρίδων Ξύνδας, ο Ιωσήφ Λιβεράλης και ο Διονύσιος Ροδοθεάτος. Οι περισσότεροι από αυτούς συνέχισαν τις μουσικές τους σπουδές στην Ιταλία. Είναι σημαντικό το ότι πέτυχαν να απενοχοποιήσουν την επαγγελματική ενασχόληση της τάξης τους με τη μουσική. Μέχρι τότε, στην τάξη των οικονομικά αποκαταστημένων, η επαγγελματική ενασχόληση με την μουσική δεν θεωρείτο ιδιαίτερο προσόν, υπέρτερο του γιατρού, του νομικού, του επιχειρηματία, του γαιοκτήμονα κλπ. Δυστυχώς, από αυτή την πρώτη γενιά Επτανησίων συνθετών σημαντικά έργα τους έχουν χαθεί οριστικά. Βεβαίως και υπάρχουν εξαιρέσεις με λαμπρά διασωθέντα έργα, όπως η όπερα Don Crepuscolo, η πρώτη χρονολογικά σωζόμενη ελληνική όπερα, το φωνητικό έργο Aria Greca και ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν, όλα έργα του Μάντζαρου. Στα σημαντικά έργα της πρώτης γενιάς εντάσσονται η όπερα Δίρκη του Παδοβάνη, οι όπερες Φροσύνη, Μαραθών-Σαλαμίς και Μάρκος Βότσαρης του Καρρέρ και τέλος, η όπερα Υποψήφιος βουλευτής του Ξύνδα, η πρώτη με ελληνικό λιμπρέτο. Η χρήση της ελληνικής γλώσσας, από τον Ξύνδα και τον Καρρέρ αποτελεί πλέον ικανό δείγμα εθνικής συνειδητοποίησης των Επτανήσιων μουσικών δημιουργών. 


Στην μουσική εκπαίδευση των Επτανησίων συνέδραμαν, επίσης, και οι διάφορες Φιλαρμονικές, όπως η Φιλαρμονική Εταιρεία Κερκύρας, που ίδρυσε ο Μάντζαρος το 1840, η Φιλαρμονική Σχολή Κεφαλληνίας, η Φιλαρμονική Εταιρεία Λευκάδος και οι ογδόντα περίπου φιλαρμονικές που δημιουργήθηκαν, σχεδόν σε όλα τα Επτάνησα, από τα μέσα του 19ου αιώνα. Με σπουδαίους αρχιμουσικούς στην πλειοψηφία τους, κυρίως Ιταλούς αλλά και Έλληνες, και με αξιόλογα φυτώρια νέων μουσικών, διαδραμάτισαν και συνεχίζουν έναν σπουδαίο ρόλο στο να γαλουχήσουν πολλούς νέους στην μουσική αλλά και στον ελληνικό μουσικό πολιτισμό. 


Γύρω στο 1860 σηματοδοτείται η απαρχή της δεύτερης γενιάς Επτανησίων συνθετών. Σε αυτή ανήκουν σπουδαίοι εκπρόσωποι της «Επτανησιακής Σχολής», όπως ο Σπυρίδων Σαμάρας, ο Ιωσήφ Καίσαρης, ο Ναπολέων Λαμπελέτ και άλλοι πολλοί, κυρίως αρχιμουσικοί φιλαρμονικών. Οι περισσότεροι εκπαιδεύτηκαν μουσικά από τους συνθέτες της πρώτης γενιάς. Το 1864, μετά την προσάρτηση των Επτανήσων στην Ελλάδα, πολλοί Επτανήσιοι συνθέτες της δεύτερης γενιάς εγκαταστάθηκαν στην ηπειρωτική Ελλάδα με σκοπό να διδάξουν την μουσική τους στους ηπειρωτικούς Έλληνες. Έτσι, οι Έλληνες, που είχαν συνηθίσει τη δημοτική και βυζαντινή μουσική, γνώρισαν την δυτική τεχνοτροπία μουσικής μέσω των Επτανησίων, κυρίως στα τέλη του 19ου αιώνα. Με την δημιουργία επίσης, του Ωδείου Αθηνών το 1871, πολλοί Επτανήσιοι πήγαν και δίδαξαν εκεί. 


Κατά τα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού, εμφανίστηκε μια νέα μουσική τάση, η δημιουργία «ελληνικής μουσικής» βασισμένη στα κλασικά πρότυπα της δυτικότροπης μουσικής, σε συνδυασμό με ελληνικά μοτίβα από την παραδοσιακή μας μουσική. Δύο από τους Επτανήσιους υποστηρικτές της ιδέας αυτής και συνθέτες της δεύτερης γενιάς, ήταν ο Διονύσιος Λαυράγκας και ο Γεώργιος Λαμπελέτ. Αυτοί οι δύο συνθέτες, μαζί με μερικούς ακόμη, έβαλαν τις βάσεις αυτού που αργότερα θα ονομαζόταν «έντεχνο ή λόγιο ελληνικό τραγούδι» που τη σημερινή συνέχειά του θ’ ακούσουμε στις μελοποιήσεις της αποψινής συναυλίας. Τα έργα των συνθετών της δεύτερης γενιάς έχουν μία μεγαλύτερη υφολογική ποικιλία. Ακολουθούν μεν το επτανησιακό ύφος της πρώτης γενιάς, συνδυασμένο όμως και με άλλες μουσικές γλώσσες, όπως η γαλλική. Απαρτίζονται και πάλι από πολλές όπερες ή μελοδράματα στα ελληνικά, κυρίως του Λαυράγκα και τα ιταλικά, με την κυριαρχία εδώ του Σαμάρα. Χαρακτηριστικά έργα της δεύτερης γενιάς είναι το συμφωνικό ποίημα Γιορτή του Γεωργίου Λαμπελέτ, η Ελληνική Σουίτα του Λαυράγκα, οι όπερες Μάρτυς και Ρέα του Σαμάρα και το γνωστό βαλς Μη μου άπτου του Ιωσήφ Καίσαρη που αποκαλείται ως ο «Έλληνας Γιόχαν Στράους». Σταδιακά, από τα τέλη του 19ου αιώνα, η γερμανική μουσική, η οποία είχε ήδη κατακτήσει τα μεγάλα σαλόνια της Ευρώπης, άρχισε να εισχωρεί και στην Ελλάδα. Το αποτέλεσμα ήταν ο παραγκωνισμός των «ιταλοπρεπών» (σε εισαγωγικά) Επτανησίων συνθετών. Έτσι δημιουργήθηκε η γνωστή διαμάχη ανάμεσα στους μουσικούς από τα Επτάνησα και τους «γερμανόφρονες» συνθέτες. Η διαμάχη έγινε εντονότερη με τη εμπλοκή του Μανώλη Καλομοίρη. 


Δυστυχώς, με την υπερίσχυση των απόψεων του Καλομοίρη, οι Επτανήσιοι κατηγορήθηκαν άδικα ότι δεν ενδιαφέρθηκαν για την ιδέα δημιουργίας εθνικής ελληνικής μουσικής. Έτσι, έμειναν στην σκιά των μουσικών γεγονότων της εποχής, υποτιμημένοι από το κοινό για αρκετές δεκαετίες. Και όπως αποδείχθηκε, χάρις και στο πρώτο βιβλίο που δικαιώνει τους Επτανήσιους μουσικούς, τη «Νεοελληνική Μουσική» γραμμένο το 1958 από τον σπουδαίο Κερκυραίο μουσικολόγο Σπύρο Μοτσενίγο, αυτή η άποψη ήταν συνολικά λανθασμένη γιατί ζημίωσε τούς ίδιους τούς συνθέτες και φυσικά την ελληνική λόγια μουσική στην εξελικτική της πορεία. 


Οι Επτανήσιοι συνθέτες, όμως, συνεχίζουν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στο μουσικό γίγνεσθαι και έως τα μέσα του 20ου αιώνα, με την εμφάνιση των συνθετών της τρίτης γενιάς. Συνθέτες εγνωσμένης αξίας όπως ο Αντίοχος Ευαγγελάτος, ο Σπυρίδων Δουκάκης, ο Αλέκος Ξένος και ο Στέφανος Δολιανίτης συνδύασαν θαυμάσια το επτανησιακό ύφος με εκείνο της αποκαλούμενης «Εθνικής Μουσικής Σχολής» του Μάριου Βάρβογλη, του Πέτρου Πετρίδη και του Καλομοίρη φυσικά, και χαρακτηρίστηκαν ως μέλη της. Η επτανησιακή μουσική παράδοση επιβιώνει μέχρι σήμερα μέσω των δεκάδων φιλαρμονικών εταιρειών και των τοπικών μουσικών και μαέστρων στα Επτάνησα. 


Και βεβαίως με τους 95 ζώντες λαμπρούς συνθέτες, πολλοί από τους οποίους διαπρέπουν στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Μπορούμε να πούμε ότι αυτοί εκπροσωπούν επάξια την τέταρτη γενιά Επτανησίων συνθετών. Σε αυτή εντάσσονται όσοι γεννήθηκαν μετά τον πόλεμο, με προεξάρχοντες τους εβδομηντάρηδες και εξηντάρηδες σήμερα και με χρονολογική σειρά τον Χρύσανθο Μουζακίτη, τον Παύλο Βεντούρα, τον Σπύρο Τσιλιμπάρη, τον Σπύρο Μαυρόπουλο, τον Σπύρο Μάζη και τον Κώστα Αγουρίδη, όλοι τους Κερκυραίοι, γεννημένοι στην περίοδο 1949-1962. Πιστεύω ακράδαντα ότι εντάσσονται στους σημαντικότερους ενδημικούς συνθέτες μας, με πολυσχιδή καλλιτεχνική δραστηριότητα. Είναι αδιανόητο η οποιαδήποτε αναφορά στην ποιοτική σύγχρονη λόγια μουσική δημιουργία να μην περιλαμβάνει το σύνολο των συνθετών που προανέφερα. 


Η τέταρτη γενιά συνεχίζεται με τους σημερινούς πενηντάρηδες και σαραντάρηδες, όπως οι Ζακύνθιοι Σπύρος Δεληγιαννόπουλος και Νίκος Ροδίτης και οι Κερκυραίοι Σπύρος Ρουβάς και Σπύρος Προσωπάρης, γεννημένοι στην περίοδο 1969-1979, όλοι σημαντικοί συνθέτες που επίσης διαπρέπουν. Όπως μπορείτε να διαπιστώσετε από τους δέκα συνθέτες της αποψινής συναυλίας, οι οκτώ είναι Κερκυραίοι και οι δύο Ζακύνθιοι. Ελπίζω σε επόμενη συναυλία οι αγαπητοί διοργανωτές να εντάξουν έργα Κεφαλλήνιων και Λευκαδιτών σύγχρονων συνθετών. Ακολουθεί και η πέμπτη γενιά Επτανησίων συνθετών με τους σημερινούς τριαντάρηδες και εικοσάρηδες που ήδη κάνουν αισθητή την παρουσία τους, αν και δεν εκπροσωπούνται στη σημερινή συναυλία.


Η ομάδα «Σύγχρονοι Επτανήσιοι Συνθέτες» δημιουργήθηκε το 2020, με πρωτοβουλία των δέκα συνθετών της συναυλίας. Τους συνδέουν η κοινή επτανησιακή καταγωγή και οι κοινές μουσικές καταβολές που δημιουργήθηκαν από την συμμετοχή τους στις επτανησιακές φιλαρμονικές. Όλοι ακολούθησαν σοβαρές μουσικές σπουδές και έχουν διαρκή καλλιτεχνική δραστηριότητα και σημαντική προσφορά, σε όλους τους τομείς της μουσικής ενασχόλησής τους. Σκοπός της ομάδας, που προήλθε ως απότοκος της πρότερης ομάδας «Σύγχρονοι Κερκυραίοι Συνθέτες», είναι η προβολή του έργου του συνόλου των Επτανησίων συνθετών, από τον 19ο αιώνα έως τις μέρες μας. Ελπίζω ότι η σημερινή αξιόλογη εκδήλωση αλλά και οι προηγηθείσες του 2015 και του 2022, να σηματοδοτήσει την απαρχή για την ουσιαστική και γόνιμη παρέμβαση στο σύγχρονο μουσικό γίγνεσθαι. Με την ίδια ενοργάνωση μεταξύ τους, για σολιστικές φωνές και πιάνο, αλλά και διαφορετική υφολογική προσέγγιση των ποιητικών κειμένων που μελοποιήθηκαν, τα έργα της αποψινής συναυλίας θα κρατήσουν αμείωτο το ενδιαφέρον σας. Εξάλλου, οι εγνωσμένης αξίας ερμηνευτές και η επαγγελματική ευσυνειδησία τους το εγγυώνται στον υπέρτατο βαθμό Εύχομαι επίσης, η ομάδα αυτή να διευρυνθεί και να εντάξει επτανησιακής καταγωγής συνθέτες της διασποράς. Επίσης να δοθεί βαρύτητα στην παρουσίαση άγνωστων έργων των πρώτων Επτανησίων συνθετών, με μελετημένες ερμηνείες, γιατί αυτές είναι που δίνουν τελεσίδικη παρουσία ως ιστορικό γεγονός. 
Σας ευχαριστώ πολύ και σας εύχομαι καλή ακρόαση για τη συνέχεια.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts with Thumbnails