Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2024

"Να περάσουμε στο θάνατο με τα μάτια ανοιχτά"


Π.Α. Ανδριόπουλος
Ένα - σχεδόν - 16σέλιδο που κοστίζει σχεδόν δύο ευρώ (!) και θα το ζήλευαν και οι σπουδαιότεροι θεολόγοι ή φιλόσοφοι. 
Σε μια εποχή που η θεσμική Εκκλησία αδυνατεί να αντιμετωπίσει τον θάνατο κατάματα - αν δεν τον ξορκίζει, ζώντας ουσιαστικά ερήμην της Ανάστασης - ο Αλέξανδρος Ίσαρης (1941-2022) σε πρώτο πρόσωπο εκθειάζει με ποιητικό τρόπο τη θέα από ένα νεκροταφείο που βρίσκεται στον Πύργο της Τήνου και σπεύδει να αγοράσει έναν τάφο «στο λευκότερο σημείο του Αιγαίου» (σ. 12). 
Φαντάζεται ότι, όταν έρθει η ώρα του, θα τον θάψουν εκεί «με άνθη ή φύλλα λεμονιάς, τυλιγμένον με λευκό σεντόνι και για προσκέφαλο ένα μαξιλάρι χωρίς κόμπους, γεμισμένο με λεμονόφυλλα» (σ. 8). 
Την αφορμή για την επίσκεψή του εκεί τη λέει ο συγγραφέας καθώς ξεκινάει το κείμενό του: 
"Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι το τηλεφώνημα που μου έκανε ο Χάνς Βέμπερ, φίλος από το Βερολίνο, στα τέλη Μαΐου του 2000 θα είχε τόσες επιπτώσεις στη ζωή μου.  Οι εκδόσεις Reclam, όπου εργαζόταν ως επιμελητής, είχαν αποφασίσει να εκδώσουν ένα πολυτελές, μεγάλου σχήματος λεύκωμα με τα εκατό ωραιότερα νεκροταφεία της Ευρώπης και ο Χάνς είχε προτείνει εμένα για το νεκροταφείο που βρίσκεται στον Πύργο της Τήνου: "Πέντε σελίδες 24x29, με κείμενα, φωτογραφίες και σχέδια δικά σου", μου είπε στο τηλέφωνο. " Μία εβδομάδα στον Πύργο, όλα πληρωμένα, και η αμοιβή σου θα είναι 4.000 ευρώ. Τί λες;" (σ. 5). 
Ο συγγραφέας πήγε στον Πύργο και θα μείνει, αφού επέλεξε εκεί να είναι η τελευταία του κατοικία. 
« “Εσείς δεν είστε που αγοράσατε έναν τάφο στον Πύργο;”. Έμαθα από τον δήμαρχο ότι η μικρή κοινωνία του χωριού έχει αναστατωθεί από το γεγονός πως ένας ξένος αποφάσισε να ριζώσει στα δικά τους χώματα.» (σελ. 12) 
Μα πώς να μη "ριζώσει στα δικά τους χώματα" αφού ο ίδιος αφηγείται το ιδανικό: 
"Όπως έμαθα από ντόπιους που γνώρισα, τον νεκρό τον σκεπάζουν ακόμα και σήμερα με άνθη ή φύλλα λεμονιάς, τον τυλίγουν μ’ ένα λευκό σεντόνι και για προσκέφαλο του βάζουν ένα μαξιλάρι χωρίς κόμπους, γεμισμένο με λεμονόφυλλα!» (σελ. 8) 
Το "Προσκέφαλο με φύλλα λεμονιάς" είναι ένα αφήγημα που μιλάει για το θάνατο μέσα από την κατάφαση της ζωής, που μας προτρέπει, σύμφωνα με τη ρήση της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ, "να περάσουμε στο θάνατο με τα μάτια ανοιχτά". 


"Προς το βράδυ οι σκιές σφίγγονται γύρω από τα δέντρα που θροΐζουν τρυφερά και η ατμόσφαιρα γεμίζει ψιθύρους. Καθισμένος σε κάποιο πεζούλι, συλλογίζομαι τη ζωή που πέρασε. Τους ανθρώπους και τις θάλασσες που γνώρισα. Τις πληγές και τις ανθοφορίες που εναλλάσσονταν στο σώμα της ιστορίας μου. Τα νοσοκομεία που επισκέφθηκα. Τους έρωτες, τους χωρισμούς, τις ναυαγισμένες φιλίες. Τους κήπους των παιδικών μου χρόνων. Τις συναρπαστικές περιπέτειες στα στενά δωμάτια της Τέχνης. Τα ποιήματα, τα σχήματα, τα χρώματα, τις μουσικές. Τη μοναξιά μου σε μικρές και μεγάλες πολιτείες. Τη μοναξιά μου στην άκρη ενός βράχου, στην αίθουσα αναμονής κάποιου σταθμού, στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου. Τους φόβους που στοίχειωναν το κρεβάτι μου τις νύχτες. Τα καράβια που με πήγαιναν σε καινούργιες ερημιές. Τους βαρείς χειμώνες και τα καυτά καλοκαίρια..." (σ. 13).
Κι ο συγγραφέας αναλογίζεται καθώς όλο μάτια ρουφάει τον Πύργο και τη ζωή: 
«…όλα αυτά τα θαυμαστά, τα πολύχρωμα και μυρωδάτα, θα εξακολουθούν να υπάρχουν και μετά από μένα. Το κελάηδισμα του σπίνου, οι πρώτες ομιλίες το πρωί, το μουρμουρητό της λεύκας κοντά στο παράθυρο. “Τι υπέροχο αίνιγμα που είναι η ζωή!” αναλογίζομαι.» (σελ. 14)

«Στο νεκροταφείο του Πύργου, όπου θα εγκατασταθώ για τα καλά κάποτε στο μέλλον, προς το βράδυ οι σκιές
σφίγγονται γύρω από τα δέντρα που θροΐζουν τρυφερά και η ατμόσφαιρα γεμίζει ψιθύρους».
(Σκίτσο: Αλέξανδρος Ίσαρης) 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts with Thumbnails