Γράφει η ΤΑΤΙΑΝΑ Ε.-Γ. ΚΑΡΥΔΗ,
Κοινωνική Λειτουργός
Το
«Θηριοδαμαστήριο» του π. Παναγιώτη Καποδίστρια, περιλαμβάνει δεκαέξι μικρά
νανοδιηγήματα, όπως λόγω της έκτασής τους, τα ονομάζει ο ίδιος, ή ίσως
(σκόπιμα) λόγω της συμπυκνωμένης έντασης που φροντίζει να αναδύεται από αυτά.
Έχουμε γνωρίσει τον πατέρα Παναγιώτη, κυρίως ως ποιητή και λιγότερο ως
πεζογράφο- αν και έχει μία πολυσχιδής προσωπικότητα. Θα ήθελα να διαβάσω και το
πρώτο του μυθιστόρημα κάποια στιγμή. Νομίζω ότι δεν είναι μακριά από το
ρεαλισμό αυτή η ιδέα. Βεβαίως, ένας ποιητής έχει εξασκηθεί στην οικονομία των
λέξεων και ξέρει πώς να τις κάνει περιεκτικές νοήματος. Η ποίησή του έχει πολύ
συμπυκνωμένο, νευραλγικό και δυνατό λόγο. Αναλογικά, η συγγραφή του έχει όλες
τις αναγκαίες λέξεις, και υπονοεί εκείνες που δεν καταγράφει..
Σε αυτή τη συλλογή, εντελώς
αυθαίρετα και υποκειμενικά, κάνω μία κατηγοριοποίηση, διακρίνοντας δύο βασικές
ενότητες. Στη μια ενότητα αφηγημάτων θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι καταγράφεται η
βασική συμπτωματολογία διαφορετικών εκδοχών διαταραχής προσωπικότητας, ενώ
αλλού οι ήρωες άπτονται διαγνωστικά της ψύχωσης ή έχουν συνοσηρότητα με
νευρολογικά στοιχεία της φθοράς του χρόνου. Όλα είναι διαγνώσεις που δεν έγιναν
ποτέ. Ο συγγραφέας έχει «ζωγραφίσει» τους ήρωές του με ρεαλιστικά χρώματα.
Είναι πραγματικοί. Σχεδόν τους αγγίζεις. Κάποιοι από αυτούς κατηγοριοποιούνται
λόγω της σοβαρότητας της ψυχικής τους επιβάρυνσης και χρήζουν συστηματικής
ψυχιατρικής παρακολούθησης και φαρμακευτικής αγωγής. Όμως είναι πάντοτε αργά.
Κάποιοι άλλοι έχουν τα περιθώρια μίας ψυχοθεραπευτικής προσέγγισης και
διαδικασίας, την οποία ποτέ δεν θα επιλέξουν. Σ’ αυτή την ενότητα υπάρχει και
το πρόσημο της κοινωνικής ομάδας, της κοινότητας, της κοινωνίας και
επικοινωνίας, με την ευεργετική αλλά και με την κακοποιητική εκδοχή. Υπάρχουν
έκδηλα τα στοιχεία της κοινωνικής παθολογίας, όμως υπάρχει ελπιδοφόρο κάποτε το
ίχνος του ανθρώπινου προσώπου που διασώζεται. Αλλά όχι πάντοτε.
Εμβόλιμα υπάρχει μια δεύτερη
ενότητα ιστοριών που αφορούν σε δυνατά υπαρξιακά βιώματα σε κρίσιμη καμπή
οριακής τραγικότητας ως τον πιο βαθύ εαυτό. Το κοινό συστατικό των δύο
ενοτήτων, που τις τοποθετεί μαζί, είναι ο Πόνος. Ο Πόνος είναι παντού Εκεί,
είτε συνειδητοποιημένος, είτε μεταμφιεσμένος μέσα σε τελετουργίες
ιδεοψυχαναγκαστικές ή οριακότητας, αλλά δεν πονάει λιγότερο γι’ αυτό.
Η κάθε ιστορία είναι ένας
ζωγραφικός πίνακας προοπτικής. «Είδα» αυτούς τους πίνακες έναν-έναν. Ένας από
αυτούς τους πίνακες σχηματίσθηκε η μορφή από το Αίνιγμα της Σφίγγας. Ένας άλλος
ήταν «η Κραυγή» του Έντβαρτ Μουνκ. Κάποιοι άλλοι «πίνακες» ήταν εντελώς προσωπικά
σχεδιασμένοι στη σκέψη μου, γι’ αυτό εξ ίσου πανανθρώπινοι. Σε μια ζωγραφική
παλέτα υπάρχουν όλες οι αποχρώσεις. Υπάρχουν τα πολύ σκοτεινά μαύρα νερά, που
όμως διαθλάται κάποια ακτίνα φωτός. Αλλού χρησιμοποιούνται άλικα χρώματα που
σχεδόν ματώνουν, αλλά και χλωμά κίτρινα φώτα πνιγηρού αέρα. Κάποτε υπάρχει
λύτρωση πάλλευκη. Κάποτε η κυριαρχία του Πόνου παραμένει απεγνωσμένη ως το
τέλος.
Όλα τα νανοδιηγήματα αυτά,
αφήνουν τον αναγνώστη με ένα έντονο και ανατρεπτικό συναίσθημα. Τελειώνουν
ακαριαία, σαν μετά από μία εκπυρσοκρότηση. Χωρίς έλεος. Μετά ο αναγνώστης,
αναγκάζεται να συνεχίζει ο ίδιος την ιστορία. Αφότου έχει προηγουμένως γίνει ο
ίδιος μέρος της ιστορίας, είναι παρών. Έχει παρακολουθήσει τα δρώμενα, και
κάπως πρέπει να φθάσει στην Κάθαρση. Το αφήγημα, όλες τις φορές, έχει
αιχμαλωτίσει πρώτα την προσοχή του αναγνώστη κι έχει αποτελεσματικά να
«ζωγραφίσει» τους ήρωες ως πραγματικούς. Αναγνώρισα κάποιους από αυτούς. Τους
εντόπισα να κινούνται δίπλα μου και πολύ κοντά μου. Αφέθηκα στο συναίσθημά
τους. Ανάμεσά στους ήρωές του, ίσως έκρυψε επιμελώς τους πιο αγαπημένους του με
άφατη τρυφερότητα. Ήμουν εκεί. Είναι εκείνοι που με πλήρη συγκρότηση και πλήρη
συναίσθηση γνωρίζουν καλά την πραγματικότητα χωρίς ψευδαισθήσεις. Ακριβώς γι’
αυτό ο πόνος τους είναι περισσότερο οξύς και απόκοσμος. Τους μεταφέρει εκτός
ορίων εαυτού. Σχεδόν τους εξαϋλώνει. Στέκομαι εκεί με σεβασμό κι ακούω τον
χτύπο της καρδιάς. Στην απόλυτη Σιωπή ακούγεται πολύ καθαρά ο κάθε χτύπος
αντηχεί δια του Πόνου. Μ’ ενδιέφεραν περισσότερο αυτοί οι αθέατοι. Επειδή ήμουν
εκεί, έγραψα τ’ όνομά μου σ’ όλους τους πιθανούς συνδυασμούς, ξενύχτησα μαζί
τους, μέτρησα την αγάπη τους, άκουσα το μυστικό τους, και είμαι αποφασισμένη να
το κρατήσω επτασφράγιστο για μένα...
Ο Τάσης, ο απόμαχος της ζωής,
περνάει μια ιστορία άρνησης του χρόνου. Θα μπορούσε να μην ήταν της γης
«γέννημα και θρέμμα και ξόδεμα». Είναι διαχρονικός χαρακτήρας. Όταν το μοναδικό
«καπέλο» αξίας που φοράει κανείς είναι μονοδιάστατο της δουλειάς, όταν αυτή
τελειώνει, μένει ασκεπής και χωρίς αξία και νόημα. Είναι νοσταλγός. Τρέχει πίσω
από την προηγούμενη ζωή του μη αποφασισμένος ν’ αποχαιρετίσει αυτό τον κύκλο
ζωής που έκλεισε. Τα βήματα πάντοτε οδηγούν Εκεί που αγάπησε ο άνθρωπος. Θέλει
αενάως συνεχώς να ξαναζήσει εκείνο το περιεκτικό της ύπαρξης συναίσθημα –έστω
και από μακριά, όπως η εικόνα του χαμένου παραδείσου που πάντα τα χέρια
υψώνονται με την ελπίδα να τον αγγίξουν μία τελευταία φορά.
Η Μαρκέλα χαρακτηρίζεται από ένα
περιοριστικό εγωτικό «κλείσιμο», κι από μια εμμονική δίψα για την κακεντρεχή
διαβεβαίωση ότι ο θάνατος και σήμερα είναι για τους άλλους. Εμφωλεύει εντός της
ανεπίγνωστα ο Φόβος του θανάτου.
Για την “Πρωτοχρονιάτικη
απόγνωση” θα μπω στον πειρασμό να κάνω ένα σχόλιο με το ψυχρό βλέμμα του
επαγγελματικού φακού: Μια γυναίκα στην παραγωγική ηλικία, που είναι τυπικά
λειτουργική ώστε να εργάζεται ενταγμένη - εναρμονισμένη με τα επαγγελματικά της
πρωτόκολλα, η οποία διατηρεί έστω και συμβατικά ένα γάμο, εντός των
συντεταγμένων της λειτουργικότητας κοινωνικού πλαισίου, δεν μπορεί ταυτόχρονα
να είναι τόσο διασαλευμένη εσωτερικά. Με αυτά τα δεδομένα μού είναι παράξενο το
να συνδέεται και να αποσυνδέεται στέλνοντας μηνύματα από το ένα της προφίλ στο
άλλο ανακουφίζοντας έναν διπολικό εαυτό. Αν το κάνει, τότε θα πρέπει να έχει
και μεγάλη έκπτωση λειτουργικότητας σε όλα τα επίπεδα και αυτή η σχάση δεν θα
μπορούσε να περάσει απαρατήρητη από το περιβάλλον της. Ομοίως, δεν ήταν ικανή
να λειτουργεί έστω και τυπικά μέσα στο γάμο. Γι’ αυτό η Λετίτσια δεν μου φάνηκε
πραγματική. Βεβαίως σ’ ένα διήγημα, δεν μας ενδιαφέρει αυτό, αλλά το νόημα που
πρέπει να αναδυθεί.
“Το δωμάτιο με τους καθρέφτες”
είναι η Επαφή με την Αλήθεια. Πάντοτε συνταράσσει.
“Το χρυσό του στόμα” είναι η
απόδοση της τέλειας παραμόρφωσης της γνησιότητας προς τη βολική εικόνα. Ο
άνθρωπος βολεύεται κι αντικαθιστά τα πρωτοτόκιά του αντί πινακίου φακής.
Αντικαθιστά τη λατρεία με την εικόνα της. Χωρίς κοινωνία και επικοινωνία.
Αντιμετωπίζει την αξία ως απαξία, γιατί έχει βολευτεί με υποκατάστατα. Η
τεχνολογία είναι άριστο εργαλείο για σωστή χρήση. Ότι κάποιος ανταλλάσσει τόσο
εύκολα την ουσία με το καθρέφτισμα, είναι πικρό κι αληθινό.
Ο Ζήσιμος με λύπησε, γιατί
ατύχησε μιας διάγνωσης που έπρεπε να έχει μπει από την εφηβεία του, ώστε να
αποφύγει στη συνέχεια πολύ πόνο. Ο «καλόγνωμος κ. Φώτης», είχε απίστευτη
ευκαιρία να γίνει θεραπευτικός για εκείνον, μέσα από την προσκόλληση που
αναπτύχθηκε κι ήταν ο μόνος που θα τον έπειθε και θα τον οδηγούσε στον
ψυχίατρο. Κλασσική περίπτωση αδιάγνωστου, που, αν χρόνια πριν είχε βοηθηθεί
ώστε να αμβλυνθούν οι αντιστάσεις του και να διαγνωστεί ψυχιατρικά, η
φαρμακευτική αγωγή θα είχε αποτρέψει ενδεχομένως την αυτοκτονία του. Όσο
εξαρτημένος τελετουργικά κι αν ήταν, δεν αυτοκτόνησε για την απουσία του.
Αυτοκτόνησε γιατί, όταν έκανε άλλο ένα ψυχωσικό επεισόδιο, ήταν μόνος και
αβοήθητος. Αντίθετος βηματισμός θα οδηγούσε σε θεραπεία-σε ζωή.
“Η Δύση των πραγμάτων” είναι η
Συνενοχή. Η γαλήνη βρικολάκιασε εντελώς.
“Φακός ημέρας”- Εδώ είναι η άνοια
που έχει διεισδύσει στο γερασμένο νου, κι έχει προκαλέσει ορατές φθορές.
Στις “Θλιμμένες Τζακαράντες”
είναι εφιαλτικές οι φράσεις: «Δεν θεωρούνται και τόσο άνθρωποι», «Σκότωνε και
θάβε». Ο ψευδής εαυτός του Winnicot, που είναι αντικοινωνικός και
ανήθικος, και η persona του Jung, η κοινωνική μάσκα,
αποτυπώνονται εδώ ρεαλιστικά και επώδυνα, στο προσωπείο του θλιβερού Νικόλα.
Ομολογώ ότι στη θέση του φιλοξενούμενου, δεν θα άντεχα τη συνθήκη. Εκείνο που
δεν προφέρεται με τ’ όνομά του, επείγεται να μιληθεί με κάθε τρόπο, μέσα από
τους πόρους του δέρματος. Φοβάμαι, ότι δεν θα είχα την ψυχραιμία να παραμείνω
αλλά θα ήταν επιτακτική μου ανάγκη να πω ότι φεύγω αμέσως, για να μη
χρησιμοποιώ τις ανέσεις που είχαν πληρωθεί με τόσο εξευτελισμό του ανθρώπινου
προσώπου. Όμως τότε δεν θα είχαμε την εξέλιξη της ιστορίας...
Η Αλεξάνδρα “γέρασε στην αγάπη
του”. Δεν θέλει να ξέρει ότι πέθανε πριν χιλιάδες τώρα μέρες. Το χαστούκι και η
σοκολατίτσα, είναι το μοτίβο της «νομιμοποιημένης» κακοποίησης.
Στις “Προθέσεις με δοτική”, «Το
μη ποδήλατο τρεκλίζει» ακόμα κι αν έχει γίνει στιβαρό αυτοκίνητο σήμερα, όταν
περνάει από το τρίστρατο, και παραμένει πάντα ως καταγραφή βαθιά μέσα στο
χρόνο, όπως ό,τι χάραξε την πρώτη νεότητα.
Στο “Κάνει για όλα”, κυρίαρχη
είναι η Θλίψη. Ο άνθρωπος είναι δυνάμει ικανός για το καλύτερο και για το
χειρότερο. Πονάει πάντα ο ευτελισμός και ο εξευτελισμός του προσώπου.
Τα “Περιστέρια των
Χριστουγέννων”, είναι η ύπνωση του ανθρώπου, ως ελεύθερη επιλογή.
Ο “Παρακμιακός” είναι πολύ
γνωστός για τα λαμέ και τις φωτογραφίες του. Πολύ γνωστός και για το Άδειο της
απόγνωσης.
Ανάμεσα στις ιστορίες ξεχώρισα
δύο διαμαντάκια που τα αγάπησα αμέσως και πολύ.
Τα “Ασώματα Likes”, είναι ό,τι
πιο βαθιά ερωτικό έχω διαβάσει στη ζωή μου. Είναι «ο Σεφέρης και η Μάρω» στην
Αλληλογραφία τους. Το Ασίγαστο, το Αιώνιο της Αγάπης είναι Ανίκητο στη φθορά και
το χρόνο. Έπρεπε να συνωμοτήσουν όλες οι δυνάμεις, και να νομιμοποιηθούν όλες
οι ενέργειες για να συναντιούνται αενάως τα δύο πρόσωπα. Έπρεπε.
Το “Θηριοδαμαστήριο” είναι τίτλος
του Ενός και όλων των ιστοριών όχι τυχαία. Έχει διακεκαυμένα καταγραφεί ανεξίτηλα.
Συγκλονίζουν οι μακρές νύχτες, ένα βιβλίο και η συγκινητική ενσυναίσθηση. Η
Έξαψη είναι υπαρξιακή. «Ο Άνεμος με ζεσταμένα τα μαλλιά». Όλη η ένταση κρύβεται
στη «χρυσαφιά καρφίτσα του στο πέτο για ό,τι προκύψει». Εκείνη η «σακουλίτσα
πλάσματος», στη «μέσα τσέπη της καρδιάς», είναι ο πιο βαθύς συγκλονισμός της
ύπαρξης. Μου είναι Οικείος ο θάλαμος. Ήμουν Εκεί για μια αιωνιότητα. Έτσι είναι
η άγρυπνη διανυκτέρευση, όπου οι ώρες είναι ατέλειωτες και μετριούνται με κάθε
μια σταγόνα που κατεβαίνει στον ορό της ζωής, με θρόμβους αίματος και με
κόμπους ιδρώτα. Το πρωινό που ξημερώνει είναι παγωμένο και ανήλιο ώς την ψυχή.
Κι εδώ όμως η Αγάπη νικά το θάνατο.
Κέρκυρα 18/02/2023
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου