Η ποιήτρια Κική Δημουλά επίτιμη διδάκτωρ Θεολογίας
Της θεολόγου Μαρίας Χατζηαποστόλου
«Κύριε, μήπως ὅταν ἐνέκρινες
αὐτοὺς τοὺς ἀνελέητους ἀνταγωνιστικοὺς ψαλμοὺς
ἤσουν ἀκόμη ἄνθρωπος;».
«Με… “καταρρακτώδη συγκίνηση […] ντροπή” και λεπτομερή απαρίθμηση των “αμέτρητων” προσόντων που δεν έχει, η ποιήτρια Κική Δημουλά ξεστόμισε “το απερίσκεπτα θρασύ “ναι” της”, στην προ διετίας (Ιούλιος του 2013) απόφαση του Τμήματος Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης να την αναγορεύσει επίτιμη διδάκτορα. Στο ερώτημα για ποιο λόγο προτάθηκε η κ. Δημουλά ο Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, καθηγητής κ. Χρυσόστομος Σταμούλης, με πρόταση του οποίου αποφασίστηκε η επιτιμοποίηση της ποιήτριας, έχει εδώ και καιρό εξηγήσει πειστικά. “Μα, ο υπαινικτικός της οντολογικός – ποιητικός της λόγος είναι κατ’ εξοχήν θεολογικός. Και οι ρίζες της θεολογίας
είναι κατ’ εξοχήν ποιητικές”».
Με χαρά ανείπωτη έγινα μάρτυρας της τελετής επιτιμοποίησης της μεγάλης μας ποιήτριας Κικής Δημουλά. Η πολυαναμενόμενη τελετή αναγόρευσης πραγματοποιήθηκε χθες Τετάρτη 20 Μαΐου 2015 στις 7 το απόγευμα στην αίθουσα τελετών της παλαιάς Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ. Ζούμε ακόμη μέσα στον πυρετό και τη χαρά του ενθουσιασμού και της αναστάσιμης βεβαιότητας πως κάθε τέλος είναι μια νέα αρχή, «Γιατί η Ποίηση αρχίζει από κει που την τελευταία λέξη δεν την έχει ο Θάνατος», κατά τον ηλιοπότη Ελύτη. Και η χαρά ήταν μεγάλη, καθώς η χθεσινή βραδιά ήταν μια ζωντανή μαρτυρία –σε πείσμα των πάσης φύσεως ανέραστων ηθικιστών– πως Θεολογία και Ποίηση είναι άρρηκτα συνδεδέμενες πραγματικότητες. Ένα σώμα που οδηγεί στη βίωση της αληθινής ζωής. Ο δάσκαλός μου κ. Χρυσόστομος Σταμούλης, μου παρέδωσε σήμερα ένα τμήμα από την ομιλία της τιμώμενης ποιήτριας, μαζί με τις χειρόγραφες σημειώσεις της, στις οποίες του αφιερώνει ολόκληρη την ποίησή της, εκείνη που έγραψε κι’ εκείνη που θα γράψει.
Απόσπασμα από την ομιλία της ποιήτριας Κικής Δημουλά
Η πλάνη
Ζητώ από τον παρόντα χρόνο να μου διαθέσει ένα δυο χειροδύναμα δευτερόλεπτα, να βοηθήσουν να ισορροπήσει η επικίνδυνα κλυδωνιζόμενη ψυχραιμία μου, εξ αιτίας του ότι προσέρχομαι να δώσω εισητήριες εξετάσεις στην ανωτάτη αποδοχή σας. Με βλέπω στους επιλαχόντες, και δικαίως, αφού, στο μάθημα της φιλοδοξίας ή της έπαρσης, παραμένω αδιάβαστη... Πρέπει να αιτιολογήσω αυτή την έλλειψη ψυχραιμίας. Επιστήμονας δεν είμαι ως γνωστόν. Είμαι ένας αυτοσχέδιος άνθρωπος. Ο εαυτός μου με ανάγκασε να είμαι. Με είδε ο Θεός που ήταν αρμόδιος να επιβλέπει την ποιότητα των αυθαιρεσιών και μου είπε: χάλια είσαι. Κάτσε να σε διορθώσω λίγο. Και κόλλησε στο πλευρό μου ένα καχεκτικό φτερό. Εγώ διαμαρτυρήθηκα: Ένα φτερό τι να το κάνω; Πώς θα πετάξω; Αυτό είναι δική σου υπόθεση. Προσπάθησε, μου απάντησε. Έκτοτε απλώς προσπαθώ. Σπανίως και χαμηλά πετάω, συστηματικά δε πέφτω και σωριάζομαι επάνω στην αβέβαιη φύση μου. Αυτά. Τώρα. Δικαίως θ’ αναρωτηθείτε γιατί έδωσα ένα εντελώς αντιεπιστημονικό και κάπως υπόπτου ηθικής τίτλο, σ’ αυτόν τον έντιμα, συγκινημένο χαιρετισμό που απευθύνω σε σας, και σε τούτο μάλιστα το χώρο, τον ταγμένο και στην καταπολέμηση της πλάνης, μέσω της θαυματουργού παιδείας. Υπάρχει απάντηση. Αλλά την κρατάω για το τέλος. Μήπως το διασκεδάσω λίγο, επειδή κι αυτό το καημένο, όπως και κάθε τέλος, είναι θλιμμένο καθώς έχει πια χάσει την προσφιλή σε όλους μας συνέχεια. Εν τω μεταξύ, θα επιχειρήσω να κάνω μια εντελώς αδόκιμη προσέγγιση της πλάνης, πλέκοντας το εγκώμιό της, με το ίδιο όμως νήμα με το οποίον θα πλέκω συγχρόνως και τον ψόγο της. Η πλάνη έχει κοινωφελή δραστηριότητα αλλά και φάρμακα, που ναι μεν θεραπεύουν το πάσχον σημείο, αλλά βλάπτουν τη γείτονα αθώα περιοχή. Η λειτουργία της πλάνης συνδέεται στα σημεία, με κείνη των ονείρων. Όνειρα και πλάνη αλληλοσυμπληρώνουν την ανθρωπιστική τους δράση. Η ευεργεσία των ονείρων συνίσταται κυρίως, στο ότι υπερπηδούν το εμπόδιο της πραγματικότητας, αψηφώντας το αδύνατον, κι έτσι, ένα σωρό πεινασμένα απραγματοποίητα, μπορούν να γεύονται ολίγην απολαυστική ψευδαίσθηση, οι δε εξόριστες από τη ζωή παρουσίες προσώπων, να παίρνουν άδεια εισόδου και να επισκέπτονται νύκτωρ και εν τάχει, την αγαπημένη τους πατρίδα που είναι η Ύπαρξη. Ξαναφεύγουν κρυφά, αμέσως μόλις πάει για ύπνο η σκοπιά των άστρων, κι αναλαμβάνει τη φύλαξη της τροχιάς, το δειλό στην αρχή, και σαν έτοιμο να μετανοήσει ξημέρωμα. Και τη μεν άφιξη των ονείρων, την υποδέχεται ο ύπνος μας εν χορδαίς και οργάνοις, αλλά την αναχώρησή τους την πληροφορείται καθυστερημένα, η λύπη της αφύπνισής μας. Όσο για την πλάνη, αυτή έχει μια πιό περίπλοκη δραστηριότητα από κείνη των ονείρων. Το φως της ημέρας, δεν δυσκολεύει καθόλου τη μανιώδη φιλοδοξία της να επικρατήσει, για να δειχθεί ενίοτε, πιο φιλική απέναντί μας, από όσο είναι η ασυγκίνητη αυστηρότητα του σωστού. Προσωπικά οφείλω στην πλάνη. Ότι μου εξασφάλισε λιγοστά έστω, αλλά ανέλπιστα απρόοπτα, κατατροπώνοντας το τελεσίδικο ρήμα: αποκλείεται. Της οφείλω, ότι μεσολάβησε και εξέλαβα, θηριώδεις αλήθειες, ως ήρεμα κατοικίδια πλάσματα. Ακόμη, δύσμορφες καταστάσεις, στις οποίες συχνά ενεπλάκην, σμιλευμένες ωστόσο σιγά σιγά από την πλάνη μεταμορφώθηκαν σε καλλίμορφες, τόσο, που μου ήταν δύσκολο να τις αποχωριστώ. Επίσης συνετέλεσε στο να ξεφορτώνομαι επ’ ολίγον τη φορτική ευθυκρισία, γνωστή για τις ωμότητές της, προς τον άμαχο ψυχισμό μας. Τέχνασμα της πλάνης και η φωτογραφία, είναι δε νοσηρή σχεδόν η εξάρτησή μου από την γενναιόδωρη εξαπάτηση που μου προσφέρει. Συμβιώνω με τη φωτογραφία, και ευεργετούμαι, κυρίως από την ευαίσθητη, ζωτική εχεμύθειά της: Κρύβει όσα συνέβησαν, όσα άλλαξαν, όσα λείπουν, κρύβει προς τα που το καθένα τράβηξε, κρύβει προς τα που το καθένα τράβηξε, κρύβει προπάντων, ότι όλα, από τα τόσα πολλά που ήθελαν να είναι, τώρα αρκέστηκαν να είναι οι πικροί άγνωστοι της φωτογραφίας τους. Δεν προτείνω την πλάνη, απλώς εκτιμώ ότι προμηθεύει κάποιες αντιστάσεις στις αδυναμίες και τους φόβους μας.
Κική Δημουλά
Χρυσόστομος Σταμούλης, Κική Δημουλά και Μαρία Χατζηαποστόλου |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου