To παλιό χάνι, που έγινε Κέντρο Εικαστικών Τεχνών και Έρευνας του Ιδρύματος Κώστα και Ρίτας Σεβέρη. Εγκαινιάστηκε από τον πρόεδρο Αναστασιάδη.
Του Αριστείδη Βικέτου
Στην οδό Ερμού στην Λευκωσία, κοντά στην «νεκρή ζώνη», ένα παλιό χάνι μετατράπηκε σε ένα εντυπωσιακό Κέντρο Εικαστικών Τεχνών και Έρευνας από το Ίδρυμα Κώστα και Ρίτας Σεβέρη. Η οδός Ερμού, διασχίζει την εντός των τειχών Λευκωσία γεμάτη από συμβολισμούς, ο άλλοτε ζωηρός εμπορικός δρόμος είναι σήμερα μέρος της διαχωριστικής γραμμής.
Το Κέντρο φιλοξενεί περισσότερους από χίλιους πίνακες που απεικονίζουν την Κύπρο και οι οποίοι χρονολογούνται από τον 18ο αιώνα μέχρι το τέλος του 20ου αιώνα, περίπου 6.000 βιβλία ιστορίας, τέχνης και περιηγητισμού καθώς και κομμάτια ενδυμασιών και μεγάλο αριθμό αρχείων, φωτογραφιών και ταινιών με θέμα την Κύπρο.
Η δημιουργία του Κέντρου χρηματοδοτήθηκε από τα προγράμματα USAID, UNDP-ACT, EEA Grants – Norway Grants και DeMinimis, με συντονίστρια την Άννα Μάντη. Όπως η συλλογή, έτσι και η ιστορία του κτηρίου στο οποίο στεγάζεται το Κέντρο ακολουθεί ένα σημαντικό μέρος της πρόσφατης ιστορίας του τόπου.
Το παλιό χάνι στην οδό Ερμού, μετατράπηκε τη δεκαετία του ‘50 σε Αλευρόμυλο ο οποίος λειτουργούσε μέχρι τη δεκαετία του 1990. Η μετατροπή του σε εκθεσιακό και ερευνητικό κέντρο είναι έργο των αρχιτεκτόνων Ανδρέα και Ζωή Λόρδου.
Το Ίδρυμα Κώστα και Ρίτας Σεβέρη είναι ένας μη κυβερνητικός, μη κερδοσκοπικός οργανισμός αφοσιωμένος στην προώθηση της Κυπριακής κουλτούρας, της γνώσης και της ειρηνικής συμβίωσης τόσο μεταξύ των κοινοτήτων στο νησί όσο και μεταξύ των σχέσεων της Κύπρου με τους γείτονες λαούς.
Κεντρικού ενδιαφέροντος είναι σίγουρα η μόνιμη έκθεση με σημαντικά έργα τέχνης, τα οποία έχουν κοινό παρονομαστή το θέμα τους – αναπαραστάσεις της Κύπρου. Τα έργα της συλλογής, η οποία παρουσιάζεται σε τρεις ορόφους ακολουθώντας χρονολογική σειρά, ξεκινούν από τις πρώτες αποτυπώσεις του νησιού από ξένους περιηγητές ξεκινώντας από το 18ο αιώνα.
«Η συλλογή», εξηγεί η Ρίτα Σεβέρη, «η οποία τελειώνει με κάποια έργα Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, παρουσιάζει μια εικόνα της Κύπρου όπως ήταν από τον 18ο αιώνα μέχρι τον 20ό αιώνα. Βλέπεις την εξέλιξη της αρχιτεκτονικής, του τοπίου, της καθημερινής ζωής, αλλά και την ενδυμασία σε σχέση με την εξέλιξη της κυπριακής κοινωνίας: στην αρχή βλέπεις ότι οι ενδυμασίες ήταν εντελώς ανατολίτικες, ύστερα σιγά-σιγά αρχίζουν να δυτικοποιούνται».Τα έργα δίνουν μια πληθώρα πληροφοριών για τον τρόπο ζωής των Κυπρίων και τις αλλαγές του μέσα από τα χρόνια. Απεικονίζουν μνημεία και τοπία, σκηνές από την καθημερινότητα των Κυπρίων, τόσο σε δημόσιους [δρόμους, καφενεία, αγορές] όσο και σε εσωτερικούς χώρους. Την ίδια στιγμή, τα έργα τα ίδια αποτελούν ιστορικά τεκμήρια της εποχής τους δίνοντάς μας την ευκαιρία να μελετήσουμε τους τρόπους αναπαράστασης της Κύπρου και των ανθρώπων της από τους Ευρωπαίους ζωγράφους.
Σύμφωνα με τη δρα Σεβέρη, η οποία έχει μελετήσει τους τρόπους αναπαράστασης της Κύπρου από ξένους ζωγράφους, [έρευνα η οποία εκδόθηκε με τίτλο «Travelling Artists in Cyprus 1700-1960» (2003]: «Στην ερμηνεία των ξένων ζωγράφων υπάρχουν δύο σημεία: υπάρχουν αυτοί οι ρομαντικοί ζωγράφοι οι οποίοι ήρθαν να ανακαλύψουν την Ανατολή, να δουν ένα νησί διαφορετικό, πιο εξωτικό…
Παράλληλα, προς το τέλος του 19ου αιώνα έχουμε παραδείγματα από Άγγλους ζωγράφους οι οποίοι χρησιμοποίησαν την τέχνη προσπαθώντας να δείξουν την Κύπρο σαν ένα παραμελημένο νησί, ώστε να μπορέσουν μετά να δικαιολογήσουν την παρουσία τους ως ευεργετική. Οι καλλιτέχνες αυτοί δουλεύουν μέσα στο πνεύμα του Οριενταλισμού και της Αποικιοκρατίας. Αυτήν την προσέγγιση μπορούμε να τη δούμε πολύ καλά μέσα από πίνακες όπου για παράδειγμα οι Άγγλοι παρουσιάζονται πάντα καθαροί και συγυρισμένοι ενώ οι Κύπριοι είναι πάντα ρακένδυτοι, μέσα στα παζάρια, και πάντοτε σε πλήθη. Οι Άγγλοι παρουσιάζουν τον εαυτό τους πάντα σε μικρούς αριθμούς, ή μονάδες και πάντα σε απόσταση από τους Κυπρίους. Οι απεικονίσεις αυτές αλλάζουν μέχρι τις αρχές του εικοστού αιώνα, όταν οι Άγγλοι αρχίζουν να προωθούν το νησί ως τουριστικό προορισμό πια και παρουσιάζουν μια Κύπρο εντελώς διαφορετική».
Παράλληλα με τους εκθεσιακούς χώρους, η βιβλιοθήκη του ιδρύματος με έξι χιλιάδες τόμους είναι σημαντικότατη τόσο για τους ερευνητές όσο και για το κοινό. Πρόκειται για εκδόσεις που αφορούν την Κύπρο, την Ελλάδα, την Τουρκία και την Εγγύς Ανατολή, για τέχνη και ιστορία. Παλιά βιβλία όσο και βιβλία αναφοράς, μεγάλα αρχεία με ημερολόγια των περιηγητών, άρθρα εφημερίδων που γράφτηκαν για την Κύπρο όπως και πληθώρα φωτογραφιών από το 1880 μέχρι το 1950.
Η στολή του πρώτου Άγγλου (1887) ύπατου αρμοστή στην Κύπρο, σερ Γκάρνετ Γούλσλεϊ |
Στο Κέντρο, εκτός από την έκθεση της μόνιμης συλλογής, θα διοργανώνονται περιοδικές εκθέσεις Κυπρίων και ξένων, όπως και εκδηλώσεις ενός πολύ ανοικτού φάσματος από μουσική, μαγειρική, χορό, προβολές ταινιών, κ.λπ. οι οποίες θα προτιμούμε να είναι δικοινοτικές.
Η δρ Σεβέρη αναφέρεται συχνά στον ρόλο που θα ήθελε να διαδραματίσει το ίδρυμα στην καλλιέργεια της συνύπαρξης των κοινοτήτων στην Κύπρο. Η ιδέα παρουσιάζεται ρητά στην αποστολή του ιδρύματος όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται: «Να ενθαρρύνουμε τον πολιτισμό, την εκπαίδευση, την ειρηνική συμβίωση, την κατανόηση και τη συνεργασία ανάμεσα στους ανθρώπους της Κύπρου και τους γείτονές της».
Το συμβούλιο του Ιδρύματος περιλαμβάνει Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους: τον Κώστα Ζ. Σεβέρη (Πρόεδρο), τη Ρίτα Κ. Σεβέρη (Εκτελεστική ∆ιευθύντρια), την Aϊλά Γκιουλέρ (Ερευνήτρια και μέλος του PRIO), την Γκιουλντέν Πλουμέρ Κιουτσούκ, (Επιχειρηματία και μέλος της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τους αγνοουμένους), τον Συμεών Μάτση, πρώην Διευθυντή του Γραφείου Προγραμματισμού και πρώην Γενικό Διευθυντή υπουργείων, τον ∆ημήτριο Μιχαηλίδη,Καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας, τον Μιχάλη Σαρρή πρώην Υπουργό Οικονομικών), την Mουγκέ Σεβκέτογλου, αρχαιολόγο και τον Νίνο Χατζηρούσο, λογιστή και επιχειρηματία. Πέρα από τον τρόπο λειτουργίας του Κέντρου και το περιεχόμενό του, η συλλογή μπορεί να λειτουργήσει σαν σημείο συνάντησης, εξηγεί η δρ Σεβέρη και φέρνει ως παράδειγμα τα έργα τέχνης της συλλογής: «Οι πίνακες αυτοί παρουσιάζουν μια πιο αντικειμενική εικόνα για το πώς ζούσαν οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι παλιά, μέσα από την προοπτική ξένων ζωγράφων. Βλέπεις ότι η μόνη διαφορά μεταξύ των δύο εθνικοτήτων ήταν ο τρόπος που ντύνονταν: Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, υπήρχε μια διαφορά στα χρώματα η οποία αργότερα, προς τον 20ό αιώνα, χάνεται εντελώς. Βλέπεις ότι ζούσαν αρμονικά, στους ίδιους χώρους, με τον ίδιο τρόπο… Βλέποντας αυτό, μαθαίνεις από το παρελθόν και ίσως κάνεις γέφυρες για το μέλλον – αυτό ελπίζουμε. Γέφυρες για το μέλλον όπου να μπορούμε να συνυπάρχουμε. Πρέπει να βλέπουμε τα θετικά, και να προχωρούμε μπροστά».
Στο Κέντρο θα διοργανώνονται εκπαιδευτικά προγράμματα, θα φιλοξενούνται περιοδικές εικαστικές εκθέσεις, ενώ θα υπάρχει δυνατότητα για παραχώρηση του χώρου σε τρίτους για διοργάνωση επιλεγμένων εκδηλώσεων.
Το συμβούλιο του Ιδρύματος περιλαμβάνει Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους: τον Κώστα Ζ. Σεβέρη (Πρόεδρο), τη Ρίτα Κ. Σεβέρη (Εκτελεστική ∆ιευθύντρια), την Aϊλά Γκιουλέρ (Ερευνήτρια και μέλος του PRIO), την Γκιουλντέν Πλουμέρ Κιουτσούκ, (Επιχειρηματία και μέλος της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τους αγνοουμένους), τον Συμεών Μάτση, πρώην Διευθυντή του Γραφείου Προγραμματισμού και πρώην Γενικό Διευθυντή υπουργείων, τον ∆ημήτριο Μιχαηλίδη,Καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας, τον Μιχάλη Σαρρή πρώην Υπουργό Οικονομικών), την Mουγκέ Σεβκέτογλου, αρχαιολόγο και τον Νίνο Χατζηρούσο, λογιστή και επιχειρηματία. Πέρα από τον τρόπο λειτουργίας του Κέντρου και το περιεχόμενό του, η συλλογή μπορεί να λειτουργήσει σαν σημείο συνάντησης, εξηγεί η δρ Σεβέρη και φέρνει ως παράδειγμα τα έργα τέχνης της συλλογής: «Οι πίνακες αυτοί παρουσιάζουν μια πιο αντικειμενική εικόνα για το πώς ζούσαν οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι παλιά, μέσα από την προοπτική ξένων ζωγράφων. Βλέπεις ότι η μόνη διαφορά μεταξύ των δύο εθνικοτήτων ήταν ο τρόπος που ντύνονταν: Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, υπήρχε μια διαφορά στα χρώματα η οποία αργότερα, προς τον 20ό αιώνα, χάνεται εντελώς. Βλέπεις ότι ζούσαν αρμονικά, στους ίδιους χώρους, με τον ίδιο τρόπο… Βλέποντας αυτό, μαθαίνεις από το παρελθόν και ίσως κάνεις γέφυρες για το μέλλον – αυτό ελπίζουμε. Γέφυρες για το μέλλον όπου να μπορούμε να συνυπάρχουμε. Πρέπει να βλέπουμε τα θετικά, και να προχωρούμε μπροστά».
Πορσελάνινα σερβίτσια που χρησιμοποιούνταν στο κυβερνείο κατά την διάρκεια της Αγγλοκρατίας στην Κύπρο |
Στο Κέντρο θα διοργανώνονται εκπαιδευτικά προγράμματα, θα φιλοξενούνται περιοδικές εικαστικές εκθέσεις, ενώ θα υπάρχει δυνατότητα για παραχώρηση του χώρου σε τρίτους για διοργάνωση επιλεγμένων εκδηλώσεων.
Σκοπός του Κέντρου Εικαστικών Τεχνών και Έρευνας είναι να προωθήσει τον πολιτισμό και την ιστορία της Κύπρου, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, μέσα από ένα πνεύμα συμφιλίωσης και αμοιβαίας κατανόησης μεταξύ των κοινοτήτων της Κύπρου. Παράλληλα, σκοπός του Κέντρου είναι να καταστεί φόρουμ συζήτησης και έρευνας για να ενθαρρύνει τους νέους της Κύπρου να γνωρίσουν την ιστορία, τον πολιτισμό, τη θρησκεία και την κοινωνικοπολιτική ιστορία του τόπου τους, να καλλιεργήσει την κατανόηση και τον σεβασμό προς την κοινή πολιτιστική κληρονομιά όλων των Κυπρίων,ν α αποτελέσει ένα πεδίο δράσης για την ειρηνική συνύπαρξη και την επίλυση των αντιπαραθέσεων στην Κύπρο, να προωθήσει τη σημασία των εικαστικών τεχνών στην εκπαίδευση των νέων και να παρουσιάσει και να ερμηνεύσει τα έργα και τις εμπειρίες καλλιτεχνών διεθνούς εμβέλειας που επισκέφθηκαν την Κύπρο και τις απόψεις που έτρεφαν για τους ανθρώπους της.
Μιλώντας στην τελετή των εγκαινίων ο πρόεδρος Αναστασιάδης σημείωσε ότι το Κέντρο «θα αποτελεί όχι μόνο λίκνο τέχνης και πολιτισμού στη χώρα μας, αλλά και κέντρο ιστορικής έρευνας και χώρο συνύπαρξης των κοινοτήτων της Κύπρου».
Ο πρόεδρος Αναστασιάδης είπε ότι ο Κώστας και η Ρίτα Σεβέρη μετέτρεψαν με τον πιο παραστατικό τρόπο, ένα όραμα ζωής σε έργο ειρηνικής συνύπαρξης των κοινοτήτων της Κύπρου και επεσήμανε ότι μέσα από τα έργα τέχνης και τις διάφορες συλλογές που φιλοξενούνται στο Κέντρο αναδεικνύεται η συμβίωση όλων των κατοίκων του νησιού μας.
Ο Κώστας Σεβέρης σημείωσε πως «μέσα από τους πίνακες και τα βιβλία σκιαγραφείται η εικόνα ενός εκπληκτικού τόπου όπου όλες οι κοινότητες συνυπήρχαν ειρηνικά» και πρόσθεσε ότι η προσπάθεια που κατεβλήθη ήταν να συγκεντρωθεί όλο αυτό το μοναδικό υλικό κάτω από μια στέγη, ανοιχτή στο κοινό και τους ερευνητές. Ο κ. Σεβέρης υπογράμμισε το δικοινοτικό χαρακτήρα του Κέντρου, λέγοντας ότι φιλοδοξεί να χτίσει γέφυρες φιλίας και ειρηνικής συνύπαρξης μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.
Το ζεύγος Σεβέρη |
Η Ευρωπαία Επίτροπος Εκπαίδευσης, Πολιτισμού, Πολυγλωσσίας και Νεολαίας, Ανδρούλα Βασιλείου εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι το Κέντρο Εικαστικών Τεχνών και Έρευνας θα προωθήσει την πολιτισμική επίγνωση και διαφορετικότητα.
Η Αναπληρώτρια Γενική Διευθυντής του Νορβηγικού ΥΠΕΞ αρμόδια για θέματα Κεντρικής Ευρώπης και Χρηματοδότησης είπε ότι η παρουσία του Κέντρου αναζωογονεί την οδό Ερμού, τον πάλε ποτέ εμπορικό δρόμο της Λευκωσίας, προσφέροντας ελπίδα προς την κατεύθυνση της αλλαγής.
Ο Πρέσβης των ΗΠΑ στην Κύπρο, Τζον Κόνιγκ, ανέφερε ότι το Κέντρο «αποτελεί μια γέφυρα για το μέλλον, ένα μέλλον, όπου η πλούσια πολιτιστική κληρονομιά της Κύπρου θα αποτελέσει μέσο επικοινωνίας, σύνδεσης αλλά και έμπνευσης».
ΣΗΜ: Οι φωτογραφίες είναι από τα εγκαίνια και τις συλλογές του Κέντρου Εικαστικών Τεχνών και Έρευνας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου