Παρασκευή βράδυ και η πολύβουη Ιστικλάλ πάλλεται στον ρυθμό εκατοντάδων νεαρών Τούρκων που έχουν ξεχυθεί στην παλιά συνοικία των Ελλήνων για να απολαύσουν τη γλυκιά κωνσταντινουπολίτικη νύχτα. Χρειάζεται να ανοίξει κανείς δρόμο μέσα στο πλήθος για να φθάσει στο Γενικό Προξενείο της Ελλάδας. Η σκηνή διαδραματίστηκε προ ολίγων ημερών, τη βραδιά των εγκαινίων μιας ελληνικής έκθεσης. Μόλις διαβείς το κατώφλι του Σισμανόγλειου Μεγάρου που τη στεγάζει, όλα μοιάζουν αφοπλιστικά οικεία. Το φως της Μυτιλήνης και της Πάρου, το ασκητικό αγιορείτικο τοπίο, οι σπουδές στο σχέδιο και στο χρώμα ενός από τους κορυφαίους ζωγράφους του 20ού αιώνα φέρνουν ελληνικές μυρωδιές στην καρδιά μιας πόλης φορτισμένης με μνήμες. Η έκθεση «Σπύρος Παπαλουκάς 1915-1956» (γιατί περί αυτής ο λόγος) που παρουσιάστηκε στην Αθήνα, ξεκίνησε το ταξίδι της στο εξωτερικό από την Κωνσταντινούπολη με τις ευλογίες του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου , παρουσία των ανθρώπων του Ιδρύματος Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. και Μ. Θεοχαράκη, διοργανωτών της έκθεσης.
Στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ διαβάζω για το ίδιο θέμα την εμπεριστατωμένη ανταπόκριση του Γιώργου Καρουζάκη:
Ακόμα και σήμερα η Ιστικλάλ, ο περίφημος εμπορικός δρόμος της Κωνσταντινούπολης, διατηρεί μια μελαγχολική ελληνική ανάμνηση.
Δεν είναι μόνο οι μισοκατεστραμμένες προσόψεις των επιβλητικών κτιρίων, που ανήκαν κάποτε στην ακμάζουσα ελληνική κοινότητα της Πόλης. Ιδανική μουσική υπόκρουση στη βόλτα των 800.000 ανθρώπων, που διασχίζουν καθημερινά την «Grand Rue de Peran» -η ονομασία της Ιστικλάλ το 19ο αιώνα- είναι η μουσική της Ελένης Καραΐνδρου, το μελαγχολικό βαλς από το «Μελισσοκόμο» του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Τα τεράστια ηχεία έξω από τα δισκάδικα της Ιστικλάλ δεν παίζουν πια, όπως παλιότερα, τη γιαλαντζί ελληνική ποπ αλλά τη μουσική της Ελένης Καραΐνδρου και ρεμπέτικα με τη φωνή της Σωτηρίας Μπέλου!
Από τις πιο συγκινητικές στιγμές στην Κωνσταντινούπολη, τα τραγούδια των παιδιών από τα Ομογενειακά Σχολεία της Πατριαρχικής Μεγάλης του Γένους Σχολής, του Ζωγραφείου Λυκείου και του Ζαππείου Παρθεναγωγείου.
Στον αριθμό 60 της Ιστικλάλ στέκεται ακμαίο το ελληνικό κόσμημα της περιοχής. Πρόκειται για το Σισμανόγλειο Μέγαρο, το μοναδικό κτίριο του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο πριν από μερικά χρόνια ανακαινίστηκε από την ελληνική κυβέρνηση με κόπο αλλά υποδειγματικά. Με πρωτοβουλία του Γενικού Προξενείου της Κωνσταντινούπολης λειτουργεί σήμερα ως δραστήριο Πολιτιστικό Κέντρο.
Το απόγευμα της περασμένης Παρασκευής ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος εγκαινίασε στο Σισμανόγλειο Μέγαρο την έκθεση «Σπύρος Παπαλουκάς: 1915-1956». Το Ιδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β&Μ Θεοχαράκης συνεχίζει με αυτή την έκθεση - πενήντα και πλέον αντιπροσωπευτικούς πίνακες - την παρουσίαση του έργου του Σπύρου Παπαλουκά στο εξωτερικό. Σε συνεργασία αυτή τη φορά με το Γενικό Προξενείο της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη και την αδελφότητα των Οφικιάλων του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Αρκετοί από τους εναπομείναντες Ελληνες (περίπου 3.000 σήμερα) της Πόλης, επιφανείς Τούρκοι, όπως ο διευθυντής του Τοπ Καπί Ιλμπέρ Ορταεϊλί, και δεκάδες επισκέπτες στάθηκαν μπροστά από τους πίνακες του Παπαλουκά για να θαυμάσουν τις λιτές και στέρεες ζωγραφικές συνθέσεις του. Στη μυστική αρμονία των έργων του, «που ξαναβρίσκουν την αισιοδοξία της ζωής και επιτρέπουν στο ελληνικό φως, μοναδικής διαύγειας και ηδύτητας, και τον αέρα να τις διαπεράσει», αναφέρθηκε ο επιμελητής της έκθεσης Τάκης Μαυρωτάς. Λίγα λεπτά νωρίτερα ο μαθητής του Παπαλουκά και πρόεδρος του Ιδρύματος Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β & Μ Θεοχαράκη, Βασίλης Θεοχαράκης, μίλησε για την τέχνη του Παπαλουκά και απευθυνόμενος στους Ελληνες και Τούρκους παρευρισκόμενους, είπε: «Γιατί να μην είμαι ευχαριστημένος που αυτή τη στιγμή βλέπω να βρίσκονται στην αίθουσα τόσοι πολλοί Τούρκοι; Δεν είναι δυνατόν να μας χωρίζουν τα παλιά μίση και τα παλιά πάθη. Πρέπει κάποια στιγμή να τα ξεχάσουμε γιατί είμαστε γείτονες και πρέπει να ζήσουμε μαζί».
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος εγκαινίασε την έκθεση αναφερόμενος στη χαρμόσυνη ατμόσφαιρα της μεταπασχαλίου περιόδου που διανύουμε. Ο λόγος του, μειλίχιος και ουσιαστικός, επισήμανε την ψυχική τέρψη και την πνευματική ευφροσύνη της ζωγραφικής του Παπαλουκά («ενός Ρωμιού γνήσιου, σεμνού και με βαθιά ευσέβεια») υπενθυμίζοντας τα λόγια του ζωγράφου: «Οποιος δεν καταλαβαίνει αισθητικά το Βυζαντινό, ας μου επιτρέψει να νομίζω ότι δεν εννοεί ολότελα το Αρχαίο. Και όταν ένας καλλιτέχνης δεν εννοεί το ελληνικό παρελθόν, πώς θα μπορούσε να δημιουργήσει το ελληνικό μέλλον».
Πάντως εκείνοι που αδυνατούν να αναγνωρίσουν το βυζαντινό παρελθόν της Κωνσταντινούπολης είναι οι τουρκικές αρχές. Ο Ελληνας πρόξενος Αλέξης Αλεξανδρής μάς επιβεβαίωσε ότι η Τουρκία αρνείται να δεχτεί οποιαδήποτε οικονομική βοήθεια, ακόμα και από την Ευρωπαϊκή Ενωση, για τη συντήρηση του μνημείου της Αγίας Σοφίας.
Περιπετειώδης, τέλος, είναι και η ιστορία του Σισμανόγλειου Μεγάρου, κτιρίου του 19ου αιώνα, ιδιοκτησία ενός Βρετανού υπηκόου, που καταστράφηκε από το μεγάλο σεισμό του 1896. Αργότερα επεκτάθηκε και αποτέλεσε την κατοικία της ελληνικής οικογένειας μεγαλεμπόρων Σισμάνογλου, οι οποίοι και το δώρισαν στο ελληνικό κράτος. Για αρκετά χρόνια υπήρξε ερείπιο και τη δεκαετία του '70 πεδίο μάχης μεταξύ των αριστερών Κούρδων και των Γκρίζων Λύκων. Την περίοδο της ανακαίνισής του εντοπίστηκαν στα σκοτεινά και υγρά χαλάσματά του μέχρι και ανθρώπινοι σκελετοί.
Στην Πόλη γίνονται όλα, αγαπητοί φίλοι! Το ενδιαφέρον εκεί είναι ότι οι "εκδηλώσεις" έχουν οντολογική διάσταση, όχι απλά "πολιτιστική". Είναι μια διαρκής επαλήθευση του ποιητού: "Τη Ρωμιοσύνη μη την κλαις εκεί που πάει να σβήσει... Νάτη πετιέται από παντού κι αντρειεύει και θεριεύει"!
Πίνακες του Παπαλουκά με Αγιορείτικα θέματα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου