Κρατώ στα χέρια μου, φίλοι της Ιδιωτικής Οδού, το πρώτο τεύχος του περιοδικού προκυμαία, που άρχισε να εκδίδει το Πνευματικό Κέντρο Δήμου Λευκάδας, και αφορά σε Γράμματα – Τέχνες – Επιστήμες.
Είναι από τις εκδόσεις που με εκφράζουν. Λιτή και με καίριο περιεχόμενο. Ασπρόμαυρη έκδοση, χωρίς φωτογραφίες – ευτυχώς – με πολύ ενδιαφέροντα κείμενα για τους μεγάλους μας ποιητές (Σολωμό, Σικελιανό, Παλαμά, Ρίτσο, Σαχτούρη), για τον γερμανό βυζαντινολόγο και νεοελληνιστή Adolf Ellissen (1815 – 1872) ο οποίος υπήρξε μεταφραστής των Ζαμπελίων Ιωάννου και Σπυρίδωνος, κι ακόμη σύγχρονη ποιητική παραγωγή, μουσικά θέματα, βιβλιοπαρουσιάσεις, κινηματογράφος.
Η εκ Λευκάδος γνωστή αρχιτέκτων – πολεοδόμος κ. Χαρά Παπαδάτου – Γιαννοπούλου, που είναι κάτοικος Πατρών, γράφει για την «καταλυτική επιρροή του υδάτινου στοιχείου στην Λευκάδα (χώρα), ενώ η φίλη μαέστρος και συνθέτις Κωνστάντια Γουρζή (με καταγωγή από τη Λευκάδα) απευθύνεται στους συντοπίτες της θέτοντας προβληματισμούς περί της Μουσικής σήμερα και προσκαλώντας τους αναγνώστες σε διάλογο.
Η όλη εκδοτική φροντίδα ανήκει στον Κ. Θ. Φωτεινό και δεν έχω παρά να ευχηθώ καλή συνέχεια! Στη συνέχεια παραθέτω το κείμενο της Κωνστάντιας Γουρζή, την οποία και ευχαριστώ για την άδεια αναδημοσίευσης του κειμένου της στο ιστολόγιό μου.
Είναι από τις εκδόσεις που με εκφράζουν. Λιτή και με καίριο περιεχόμενο. Ασπρόμαυρη έκδοση, χωρίς φωτογραφίες – ευτυχώς – με πολύ ενδιαφέροντα κείμενα για τους μεγάλους μας ποιητές (Σολωμό, Σικελιανό, Παλαμά, Ρίτσο, Σαχτούρη), για τον γερμανό βυζαντινολόγο και νεοελληνιστή Adolf Ellissen (1815 – 1872) ο οποίος υπήρξε μεταφραστής των Ζαμπελίων Ιωάννου και Σπυρίδωνος, κι ακόμη σύγχρονη ποιητική παραγωγή, μουσικά θέματα, βιβλιοπαρουσιάσεις, κινηματογράφος.
Η εκ Λευκάδος γνωστή αρχιτέκτων – πολεοδόμος κ. Χαρά Παπαδάτου – Γιαννοπούλου, που είναι κάτοικος Πατρών, γράφει για την «καταλυτική επιρροή του υδάτινου στοιχείου στην Λευκάδα (χώρα), ενώ η φίλη μαέστρος και συνθέτις Κωνστάντια Γουρζή (με καταγωγή από τη Λευκάδα) απευθύνεται στους συντοπίτες της θέτοντας προβληματισμούς περί της Μουσικής σήμερα και προσκαλώντας τους αναγνώστες σε διάλογο.
Η όλη εκδοτική φροντίδα ανήκει στον Κ. Θ. Φωτεινό και δεν έχω παρά να ευχηθώ καλή συνέχεια! Στη συνέχεια παραθέτω το κείμενο της Κωνστάντιας Γουρζή, την οποία και ευχαριστώ για την άδεια αναδημοσίευσης του κειμένου της στο ιστολόγιό μου.
ΠΕΡΙ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΣΗΜΕΡΑ
Θα ήθελα να συζητήσω μαζί σας, έστω και νοερά, για τη μουσική. Γι’ αυτή που ακούμε, που ιδιαίτερα αγαπάμε, γι’ αυτή που δεν ακούμε και δεν μας αρέσει. Θα ήθελα με αυτό το κείμενο να σας εκμυστηρευθώ μερικές σκέψεις μου περί μουσικής, θέλοντας, βέβαια, να μάθω κι εγώ την άποψή σας.
Πότε ακούτε μουσική; Μπορείτε να ακούτε πάντα μουσική; Ακούτε, κυρίως, μουσική από το ραδιόφωνο ή από κάπου αλλού; Από μια κασέτα ή ένα δίσκο;
Προσωπικά δεν μπορώ να ακούω πάντα μουσική, από το δε ραδιόφωνο ακούω πολύ λίγο, γιατί το ραδιόφωνο ή η τηλεόραση έχει ελάχιστη ποιοτική μουσική, που μπορεί να με ευχαριστήσει, να με ξεκουράσει ή να παιδεύσει. Παρατηρώ δε, ότι όσο περνάει ο χρόνος τόσο και χειροτερεύει η ποιότητα. Η μουσική, το τραγούδι, σήμερα, έγιναν εύπεπτα, εύκολα, ανώδυνα. Βολεύουν τον σημερινό άνθρωπο και δεν αφυπνίζουν τη συνείδησή του. Ο στίχος, σε γενικές γραμμές, έχει καταντήσει να είναι: βας βας ο Παρασκευάς.
Πότε ακούτε μουσική; Μπορείτε να ακούτε πάντα μουσική; Ακούτε, κυρίως, μουσική από το ραδιόφωνο ή από κάπου αλλού; Από μια κασέτα ή ένα δίσκο;
Προσωπικά δεν μπορώ να ακούω πάντα μουσική, από το δε ραδιόφωνο ακούω πολύ λίγο, γιατί το ραδιόφωνο ή η τηλεόραση έχει ελάχιστη ποιοτική μουσική, που μπορεί να με ευχαριστήσει, να με ξεκουράσει ή να παιδεύσει. Παρατηρώ δε, ότι όσο περνάει ο χρόνος τόσο και χειροτερεύει η ποιότητα. Η μουσική, το τραγούδι, σήμερα, έγιναν εύπεπτα, εύκολα, ανώδυνα. Βολεύουν τον σημερινό άνθρωπο και δεν αφυπνίζουν τη συνείδησή του. Ο στίχος, σε γενικές γραμμές, έχει καταντήσει να είναι: βας βας ο Παρασκευάς.
Παλαιότερα η μουσική ήταν συνυφασμένη με ολόκληρο τον καθημερινό βίο του ανθρώπου. Υπήρχαν τραγούδια γάμου, έρωτα, θανάτου, ξενιτιάς, γυρισμού, μοιρολόγια. Σήμερα η μουσική δεν τα έχει τόσο συνδεδεμένα αυτά με τη ζωή. Σήμερα δεν γράφονται τραγούδια για γάμους ή μοιρολόγια. Κι έτσι αναγκαζόμαστε να ζούμε με τα τραγούδια του παρελθόντος. Στους σημερινούς γάμους ή τις γιορτές, τραγουδάμε και χορεύουμε τραγούδια απ’ τα παλιά. Γιατί αυτό; Πιστεύω ότι ο σημερινός άνθρωπος συνδέει το παρόν, όχι με τη ζωή του, αλλά με τον ατομικισμό του. Ποιος τραγουδάει σήμερα, ακόμη, νανουρίσματα; Οι περισσότεροι γονείς δεν έχουν το χρόνο γι’ αυτό και τα παιδιά ήδη με τα ακουστικά στ’ αυτιά απομονώνονται για ν’ ακούσουν κάτι που τα ενδιαφέρει ατομικά. Ο κοινός χώρος δεν παρέχει, καθώς πρέπει, τόπο στη μουσική. Μπαίνουμε σε μια καφετέρια, σ’ ένα εστιατόριο και η μουσική είναι τόσο δυνατή (άσχετα αν είναι καλή ή όχι) και δεν μπορείς να μιλήσεις γιατί δεν ακούγεσαι. Αυτό οδηγεί στη μοναξιά, στον ατομικισμό.
Το μη συνειδητοποιημένο άκουσμα, θέλω να σας υπενθυμίσω, οδηγεί σε συναισθήματα ξένα μέσα μας. Ακόμη και συναισθήματα επίθεσης ξυπνάνε όταν το συναίσθημα, εξαιτίας ενός άβολου ακούσματος, παίρνει μια αρνητική κατεύθυνση. Όταν ακούμε κάτι που ουσιαστικά δεν μας αρέσει και το αρνούμαστε, αλλά, παρ’ όλα αυτά, μας το παρέχουν αναγκαστικά, επαναστατεί το είναι μας. Μερικές φορές το αντιλαμβανόμαστε αμέσως, άλλες, όμως, όχι.
Η Λευκάδα έχει ισχυρή μουσική παράδοση. Αυτή την παράδοση μπορεί να την συνεχίσει με την συνειδητοποίηση αυτού που ακούει σήμερα ο Λευκαδίτης, αλλά και με την παίδευση. Αυτού που ακούει, αλλά και αυτού που ίσως λιγότερο ακούει.
Η Λευκάδα έχει ισχυρή μουσική παράδοση. Αυτή την παράδοση μπορεί να την συνεχίσει με την συνειδητοποίηση αυτού που ακούει σήμερα ο Λευκαδίτης, αλλά και με την παίδευση. Αυτού που ακούει, αλλά και αυτού που ίσως λιγότερο ακούει.
Ένα θέμα προς διερεύνηση είναι η κλασική μουσική. Εγώ, για να σας το πω εξαρχής και προς, μάλλον, έκπληξή σας, δεν ακούω πολύ συχνά κλασική μουσική στο σπίτι μου. Αυτό που με ενοχλεί είναι, κυρίως, οι ερμηνείες και η παρουσίαση της μουσικής. Αυτές έχουν απομακρύνει τη φυσικότητα μιας μελωδίας σ’ ένα κόσμο πολύ δύσκολο και βαρύ. Σ’ ένα κόσμο που για να τον ανοίξεις χρειάζεσαι ένα – μερικές φορές – δυσεύρετο κλειδί. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, εδώ και μερικά χρόνια το κέντρο βάρους της δουλειάς μου απασχολεί η παρουσίαση μιας συναυλίας και με άλλα μέσα τέχνης. Αυτή η πρακτική έχει κερδίσει το κοινό, γιατί ο στόχος είναι να το ξαλαφρώσει από τον μόνο μαγνητισμό του ασπρόμαυρου ρούχου του μουσικού και να τον επεκτείνει και σε άλλα ξυπνήματα των αισθήσεων, ούτως ώστε η μουσική που ακούγεται να γίνει προσιτή και σε ευρύτερο κοινό.
Συμφωνώ ότι ο Έλληνας δεν έχει παράδοση κλασικής μουσικής. Όμως, η μουσική γενικώς είναι καλή ή όχι καλή ασχέτως προελεύσεως. Υπάρχουν λαϊκά τραγούδια, ροκ, ποπ, τζαζ μουσική, τα οποία είναι πολύ καλά και άλλα τα οποία είναι άσχημα. Πόσες φορές μας αρέσει ένα τραγούδι, αλλά ο ερμηνευτής δεν είναι ο κατάλληλος; Υπάρχουν πολλές φορές, επίσης, μεταγραφές μερικών τραγουδιών από άλλους καλλιτέχνες, που είναι καλύτερες από τους κύριους δημιουργούς. Το ίδιο συμβαίνει και στην κλασική μουσική.
Το δυστύχημα είναι, μεταξύ άλλων, ότι έχει πάρει με τον καιρό μια εξωτερική σοβαρότητα, η οποία τρομάζει κι εμένα την ίδια.
Αυτή, λοιπόν, η εξωτερικότητα, δημιουργεί πολλές φορές ακόμη και τρομοκρατία και άρνηση για τον ήχο που πρόκειται ν’ ακούσουμε. Συχνά πάμε σε μια συναυλία και μας μένει μια δυνατή οπτική εικόνα κι ας μη θυμόμαστε τι ακούσαμε.
Η παρουσίαση έχει φτάσει στην τελειότητα, αλλά της λείπει, θα έλεγα, ένας πηγαίος πρωτογονισμός. Γι’ αυτό μη φοβάστε την κλασική μουσική, μη την απορρίπτετε.
Ψάξτε την, ασχοληθείτε μ’ αυτήν ακούγοντας διάφορα κομμάτια, παιδευτείτε μαζί της και θα δείτε ότι θα ανακαλύψετε ένα καινούριο κόσμο ήχων. Ο λόγος που ακούμε εξάλλου μουσική είναι κοινός. Αναζήτηση της ψυχικής ευχαρίστησης, ξεκούραση, ξύπνημα συναισθημάτων.
Το δυστύχημα είναι, μεταξύ άλλων, ότι έχει πάρει με τον καιρό μια εξωτερική σοβαρότητα, η οποία τρομάζει κι εμένα την ίδια.
Αυτή, λοιπόν, η εξωτερικότητα, δημιουργεί πολλές φορές ακόμη και τρομοκρατία και άρνηση για τον ήχο που πρόκειται ν’ ακούσουμε. Συχνά πάμε σε μια συναυλία και μας μένει μια δυνατή οπτική εικόνα κι ας μη θυμόμαστε τι ακούσαμε.
Η παρουσίαση έχει φτάσει στην τελειότητα, αλλά της λείπει, θα έλεγα, ένας πηγαίος πρωτογονισμός. Γι’ αυτό μη φοβάστε την κλασική μουσική, μη την απορρίπτετε.
Ψάξτε την, ασχοληθείτε μ’ αυτήν ακούγοντας διάφορα κομμάτια, παιδευτείτε μαζί της και θα δείτε ότι θα ανακαλύψετε ένα καινούριο κόσμο ήχων. Ο λόγος που ακούμε εξάλλου μουσική είναι κοινός. Αναζήτηση της ψυχικής ευχαρίστησης, ξεκούραση, ξύπνημα συναισθημάτων.
Σε όποια ευκαιρία έχετε, να βρεθείτε σε μια συναυλία κλασικής μουσικής, να το κάνετε. Ανακαλύψτε τι σας άρεσε καλύτερα ή τι ήταν αυτό που σας απώθησε. Η συνειδητοποίηση αυτών είναι άκρως σημαντική. Και μην πείτε ότι αυτές οι συναυλίες είναι για λίγους ή για πολιτισμένους ή για πλούσιους (το έχω ακούσει πολλές φορές). Αυτό είναι ψέμα. Η μουσική είναι μία: Καλή ή κακή ασχέτως προελεύσεως. Μερικές φορές σε συναυλίες κλασικής μουσικής δεν χειροκροτούν, ενώ φαίνεται να έχει τελειώσει το κομμάτι. Στην κλασική μουσική έχουμε, μερικές φορές, ιδιάζουσες συνθέσεις. Είναι σαν ένα βιβλίο με δύο, τρία ή τέσσερα κεφάλαια. Η υπόθεση του βιβλίου ολοκληρώνεται στο τέλος και μέχρι εκεί κρατάμε την ένταση της διήγησης. Στο πρόγραμμα μιας συναυλίας είναι γραμμένα τα μέρη του κομματιού που θ’ ακούσουμε.
Αυτά είναι, λοιπόν, τα κεφάλαια της σύνθεσης αυτής, που, αν χειροκροτήσουμε ενδιαμέσως, ενοχλείται ο διηγητής μουσικός, αλλά και η διήγηση του συνθέτη.
Αυτά είναι, λοιπόν, τα κεφάλαια της σύνθεσης αυτής, που, αν χειροκροτήσουμε ενδιαμέσως, ενοχλείται ο διηγητής μουσικός, αλλά και η διήγηση του συνθέτη.
Θα χαιρόμουν πολύ αν γράφατε κι εσείς μερικές μουσικές σκέψεις σας και αν έχετε ερωτήσεις να τις γράψετε, ώστε, αν μπορέσω, ευχαρίστως θα σας απαντούσα σ’ ένα επόμενο τεύχος.
Κωνστάντια Γουρζή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου