Άγγελοι του Βλάση Τσοτσώνη |
Κοιτάζοντας την Ανάληψη του Ρουμπλιώφ στο Βυζαντινό Μουσείο, όπου εκτίθεται μέχρι το Σεπτέμβριο – στο πλαίσιο του έτους Ελληνορωσικής Φιλίας 2016 – θυμήθηκα το ιδιόμελο της Λιτής της εορτής της Αναλήψεως:
"...Ὅθεν ἔξαλλοι Ἄγγελοι, ἐν στολαῖς περιϊπτάμενοι,
τοὺς Μαθητάς, Ἄνδρες ἐβόων, Γαλιλαῖοι,
ὃς ἀφ' ὑμῶν πεπόρευται, οὗτος Ἰησοῦς ἄνθρωπος Θεός,
θεάνθρωπος πάλιν ἐλεύσεται, κριτὴς ζώντων καὶ νεκρῶν…"
Κι αμέσως θυμήθηκα το ποίημα του Χριστόφορου Λιοντάκη «Έξαλλοι Άγγελοι». Το παραθέτω, με την απορία αν ο Λιοντάκης ήξερε τους «έξαλλους Αγγέλους» της Ανάληψης. Είτε ναι είτε όχι, είναι έτσι κι αλλιώς Ποιητής!
ΕΞΑΛΛΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ
Ξαφνικά σταματημένοι – πράσινο
ή κόκκινο, αδιάφορο.
Μπερδεμένοι θόρυβοι, κίτρινα φώτα
τρυφερές φωνές χωρίς ευγένειες.
Τολμηρά χέρια οδηγούν την κατανάλωση προς τον Καιάδα.
Η αφή γεμίζει μυρωδιές και τραύματα
(απ’ το διπλανό όχημα μια συμπαθητική
φωνή μιλάει για γάντια).
Ο κύλινδρος αλέθει ενοχές και οράματα
πολύτιμα κάποτε χαρτιά, αγαπημένα
ενδύματα
άνθη μαραμένα. Κι όμως κανείς δε στέργει
να χαρίσει λίγο χρόνο στην εκφορά τους.
Χειρονομίες και κόρνες, καθώς μόνο
με το χρήμα μετράται ο χρόνος τους.
Κι οι άγγελοι έξαλλοι με άναρθρα και «έλα»
και μισές λέξεις συνεχίζουν.
Γυμνασμένοι στις ταλαντώσεις
αποφεύγουν το ρύπο της σακούλας.
Στο κασετόφωνο η καντάτα μελωδεί τη θλίψη
πριονίζει σιγά σιγά το αδαπάνητο.
Κι οι κάδοι αδειάζουν
κι η αυτόματη θύρα ανοιγοκλείνει
αλέθοντας, μαζί με τα άλλα, ραντεβού υστερόβουλα.
Ο θόρυβός τους γίνεται ένα με το χείμαρρο
του Ιωάννη Σεβαστιανού.
Αδιάφοροι για τους δείκτες του χρηματιστηρίου
ονειρεύονται μόνο σαπούνι και νερό.
Ώσπου ένα: φύγε ρε!
κι ο χρόνος πάλι στον τροχό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου