Ἕλενα Χατζόγλου
«Ἡ δύναμη τῆς ἐπιθυμίας» συνιστᾶ τὴ δύναμη τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς
Ἠ ἀνάλυση τῆς ἔννοιας τῆς ἐπιθυμίας ἀπὸ ψυχαναλυτικῆς σκοπιᾶς ἐπιχειρεῖται στὸ βιβλίο τοῦ Μάσιμο Ρεκαλκάτι, Ἡ δύναμη τῆς ἐπιθυμίας (μετάφρ. Χρῆστος Πονηρός, ἐπιμ. Maria - Chiara Naldini, ἐκδ. Καστανιώτη, Ἀθήνα 2015), ποὺ κυκλοφόρησε πρόσφατα σὲ ἑλληνικὴ μετάφραση. Ὁ συγγραφέας τοῦ ἔργου ‒τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖ ἐπιμελημένη πρὸς ἔκδοσιν ὁμιλία του στὸ καθολικὸ μοναστήρι τοῦ Bose, στὶς 17 Μαρτίου 2013‒ εἶναι διάσημος Ἰταλὸς ψυχαναλυτής. Καταθέτει τὶς σκέψεις του μέσα ἀπὸ μία βιωματικὴ προσέγγιση καί, κατὰ τὸν πρόλογο τῆς ἐπιμελήτριας, «μᾶς καλεῖ νὰ δοῦμε στὴν ἐπιθυμία τὸ ἀπόσταγμα τὴς ἀνθρώπινης ἐξέλιξης καὶ τῆς ψυχικῆς ὑγείας» (σελ. 31).
Ἡ ἐπιθυμία στὸ συγκεκριμένο ἔργο ἀντιμετωπίζεται ὡς μία δύναμη μὲ διττὸ σημεῖο ἀναφορᾶς. Ἀπὸ τὴ μία μεριὰ ταυτίζεται ἀπόλυτα μὲ τὸ ἀνθρώπινο ὑποκείμενο, ἀπὸ τὸν ψυχισμὸ τοῦ ὁποίου καὶ ἀναδύεται, ἐνῶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τείνει διαρκῶς νὰ τὸ ξεπερνᾶ, καθὼς τὸ ὠθεῖ πρὸς ὅλο καὶ νέες καταστάσεις, τὸ παρακινεῖ νὰ ὑπερβεῖ τὰ ἀτομικά του ὅρια καὶ νὰ ἀνοιχτεῖ πρὸς μία νέα πραγματικότητα. Καὶ ἐδῶ ἀκριβῶς ὑπάρχει τὸ ζήτημα τῆς ἀτομικῆς ἐλευθερίας καὶ εὐθύνης: ἡ ἐπιθυμία μπορεῖ νὰ γίνει μία ἄλογη δύναμη, ἕνα «καπρίτσιο», κατὰ τὸν συγγραφέα, στὸ ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος ἐνδέχεται καὶ νὰ ὑποταχθεῖ ἄβουλα ἢ ἄκριτα· ἴσως ὅμως καὶ νὰ ἀποβεῖ δύναμη δημιουργικὴ καὶ ζωογόνος. Ἡ δεύτερη αὐτὴ περίπτωση εἶναι ποὺ ἐνδιαφέρει νὰ καλλιεργηθεῖ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο (τὸν ὑποκείμενο ἢ ὄχι σὲ ψυχανάλυση, σίγουρα πάντως τὸν σκεπτόμενο).
Ἡ ἀναφορὰ σὲ περιπτώσεις ἀνθρώπων μὲ σοβαρὰ προσωπικὰ προβλήματα ἢ μὲ ἀνίατες ἀσθένειες πείθει γιὰ τοῦ λόγου τὸ ἀληθές. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος βιώνει τὴν ἀκατάβλητη ἐπιθυμία νὰ ζήσει, νὰ διευρύνει τὰ ὅρια τῆς περατότητάς του μέσα ἀπὸ νέες ἐμπειρίες, ἀπὸ νέα σχέδια γιὰ ζωὴ ‒ὅσο ἁπλοϊκὰ ἢ ἄλλοτε μεγαλεπήβολα κι ἂν εἶναι αὐτά‒, τότε ἀναζωογονεῖ τὶς δυνάμεις του, ἐνῶ ἀνοίγονται νέοι ὁρίζοντες καὶ νέες προοπτικὲς στὴ ζωή του. Αὐτὴ ἡ καινούργια δυναμικὴ μπορεῖ νὰ ἀφορᾶ ἀκόμη καὶ καθημερινὰ θέματα, πρακτικά, συνηθισμένα, σίγουρα ὅμως ἀποσοβεῖ τὴν παραίτηση, μία πιθανὴ κατάθλιψη ἢ γενικῶς ὅποια ἄλλα ζητήματα θὰ μποροῦσαν νὰ ὁδηγήσουν κάποιον στὸν ψυχίατρο ἢ τὸν ψυχαναλυτή.
Μάλιστα, ἀκόμα καὶ παγιωμένες ἀπὸ τὴ συνήθεια ἐνέργειες, ὅταν περιβάλλονται ἀπὸ τὴ δημιουργικὴ αὐτὴ ἐπιθυμία, μπορεῖ νὰ σημάνουν γιὰ τὸν ἄνθρωπο τὴν ἐμπειρία τοῦ καινούργιου, μὲ τὴν προϋπόθεση ὅτι μέσα ἀπὸ τὴν ἐπανάληψη ἀναδεικνύεται κάθε φορά, διὰ τῆς «ἐπιθυμίας», ἡ θεϊκὴ λεπτομέρεια.
Ἡ ἐπιθυμία ἀντιμετωπίζεται ἐπίσης ὡς ἡ βαθύτερη ἐνόρμηση ποὺ ὠθεῖ κάθε φορὰ τὸν ἄνθρωπο σὲ συγκεκριμένες ἐπιλογὲς ἢ ἀποφάσεις. Τέτοιου εἴδους ἐσωτερικὴ δύναμη τὸν παρακινεῖ θετικὰ σὲ περιπτώσεις ἀνάληψης μιᾶς καίριας πρωτοβουλίας, τῆς σύνδεσής του μὲ ἕνα πρόσωπο, τῆς ἐπιλογῆς ἑνὸς ἐπαγγέλματος ἢ μιᾶς δημιουργικῆς ἀπασχόλησης.
Πρόκειται γιὰ «κλίσεις» ποὺ ἀναδεικνύονται χάρη στὴ δύναμή της. Σὲ αὐτὴν τὴν περίπτωση ἡ ἐπιθυμία θὰ μποροῦσε νὰ θεωρηθεῖ ὡς συνώνυμη μὲ τὴ συνείδηση ἢ τὴ φωνὴ τῆς συνείδησης, μία ἔννοια ἀρκετὰ γνώριμη καὶ οἰκεία στὸν θεολογικὸ καὶ φιλοσοφικὸ λόγο. Ἀναλόγως τότε ἡ ἐπιθυμία ἀνάγεται σὲ ὑπόθεση βαρύνουσας σημασίας γιὰ τὴν πορεία τοῦ ἀνθρώπου καὶ γιὰ τὴν προσωπικότητά του, καθὼς ἀποτελεῖ ἕναν ὁδοδείκτη ποὺ συμβουλεύει ἐνδόμυχα καὶ καθοδηγεῖ. Ἀντιθέτως, ἡ ἔννοια τῆς «ἀπώθησης», ποὺ σημαίνει τὴν ἄρνηση τῆς ἐπιθυμίας, τὴν ἀποποίηση τοῦ ρόλου της ἐκ μέρους τοῦ ἀνθρώπου, μπορεῖ νὰ σημάνει σοβαρὲς ἀποτυχίες καὶ δυστυχία· «τότε ἡ ζωὴ ἀρρωσταίνει. Ὅσο περισσότερο ἡ ζωὴ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴν κλίση τῆς ἐπιθυμίας, τόσο περισσότερο ἡ ζωὴ δημιουργεῖ συμπτώματα» (σελ. 89).
Δὲν παραλείπεται ὅμως ἡ σύνδεσή της καὶ μὲ τὴν ὑπευθυνότητα καὶ ἡ ἀντιδιαστολή της πρὸς τὴν «βολικὴ» παρόρμηση. Πρὸς μιὰ τέτοια ἐπαγρύπνηση καὶ ἀνάληψη σοβαρῆς εὐθύνης εὐαισθητοποιεῖ μὲ τὰ γραφόμενά του ὁ συγγραφέας: «Ἡ ἐπιπολαιότητα τοῦ καπρίτσιου μπορεῖ νὰ μᾶς δεσμεύσει μιὰ ὁλόκληρη ζωή. Ἡ ἐπιθυμία ὅμως εἶναι ἄλλο πράγμα. Ὅταν αἰσθάνομαι ὅτι αὐτὴ ἡ ἐπιλογὴ ποὺ καλοῦμαι νὰ κάνω ἀφορᾶ ὄντως ὅλη τὴν ὕπαρξή μου, ἐκεῖ ὑπάρχει ἡ διάσταση τῆς ἐπιθυμίας, γιατὶ πρόκειται γιὰ τὴ ζωή μου» (σελ. 87).
Στὸ σημεῖο αὐτὸ θὰ μποροῦσε νὰ προστεθεῖ ‒κάτι ποὺ λείπει ἀπὸ τὸ ἔργο αὐτὸ‒ ἡ ἀναγκαιότητα ὥστε ἡ ἐπιθυμία νὰ συνδεθεῖ μὲ ἕνα ἀξιακὸ σύστημα προκειμένου νὰ μπορέσει νὰ ἀποσυνδεθεῖ ἀπὸ τὰ κατώτερα ἔνστικτα καὶ τὴν ἀνθρώπινη ἰδιοτέλεια. Εἰδικὰ στὴν ἐποχή μας, ποὺ ἡ παραπληροφόρηση καὶ ἡ ἀπουσία κριτικῆς σκέψης δημιουργοῦν σύγχυση στὸν ἄνθρωπο, ἡ ἀξιακὴ συγκρότηση μπορεῖ νὰ προσφέρει τὶς προϋποθέσεις ὥστε ἡ ἐπιθυμία νὰ ἀντλεῖ ἀπὸ γνήσιες πηγὲς καὶ νὰ λειτουργεῖ σὲ γόνιμη βάση. Μὲ τὴν ἐπισήμανση αὐτὴ μπορεῖ νὰ τεκμηριωθεῖ πιὸ στέρεα καὶ ἡ θετική της πλευρά.
Σὲ κάθε περίπτωση, αὐτὴ ἡ νέα νοηματοδότηση τῆς ἐπιθυμίας δημιουργεῖ μία αἰσιόδοξη διάσταση στὴν ἀνθρώπινη ζωή, ἡ ὁποία συχνὰ συνθλίβεται ἀπὸ τὸ βάρος τῶν δυσκολιῶν. Δημιουργεῖ ὅμως καὶ τὴν πρόσθετη ὑποχρέωση, σὲ προσωπικὸ ἢ θεσμικὸ ἐπίπεδο, ἡ ἐπιθυμία νὰ μὴν εἶναι μία ἐπίφαση προόδου παραδομένη σὲ κατώτερα κίνητρα, ἀλλὰ μία ὑπεύθυνη δύναμη, χρήσιμη γιὰ τὸ ἀτομικὸ καὶ τὸ συλλογικὸ καλό. Προφανῶς καὶ μία τέτοια ἐκδοχὴ τῆς ἐπιθυμίας ταυτίζεται μὲ τὴ ζωή, προάγει τὴ ζωὴ καὶ συνιστᾶ δύναμη ἐλπίδας γιὰ τὴ συντήρησή της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου