Κωνσταντίνος Κερεστετζής, Σπουδή στην Ανάσταση του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, κάρβουνο σε χαρτί, 100×60 εκ. |
Είναι γνωστό ότι η Εθνική Μουσική Σχολή στράφηκε "επί τας πηγάς", ήτοι στην ελληνική παράδοση, προκειμένου να αντλήσει "ύδωρ μετ' ευφροσύνης".
Πολλοί συνθέτες - και εκτός Εθνικής Μουσικής Σχολής - δανείστηκαν μελωδίες, μοτίβα, ρυθμούς, θέματα, από την βυζαντινή και την παραδοσιακή μας μουσική, και μπόλιασαν με αυτά δικές τους δημιουργίες, πολλές από τις οποίες έγιναν και εξαιρετικά δημοφιλείς, όπως π.χ. οι περίφημοι Ελληνικοί χοροί του Νίκου Σκαλκώτα.
Ένας από τους συνθέτες της Εθνικής Μουσικής Σχολής ήταν και ο Πέτρος Πετρίδης (1892-1977).
Ένας από τους συνθέτες της Εθνικής Μουσικής Σχολής ήταν και ο Πέτρος Πετρίδης (1892-1977).
Θυμήθηκα αυτές τις αναστάσιμες μέρες το έργο του Χορικό και παραλλαγές αρ. 2 "Χριστός Ανέστη", για ορχήστρα εγχόρδων (1941-43). Ένα έργο βασισμένο στην πασίγνωστη βυζαντινή μελωδία του "Χριστός Ανέστη", που παίχτηκε σε πρώτη εκτέλεση στις 20 Μαϊου 1945.
Το έργο έχει ηχογραφήσει με την Ορχήστρα Δωματίου της Σόφιας ο μαέστρος Βύρων Φιδετζής και έχει κυκλοφορήσει σε δίσκο μαζί με άλλα έργα ελλήνων συνθετών.
Ο μουσικολόγος Ιωάννης Φούλιας γράφει για το έργο αυτό του Πετρίδη: "...σύνθεση του 1939, εκθέτει αρχικά την μελωδία του “Χριστός ανέστη” με λιτή εναρμόνιση σε φρύγιο τρόπο (Choral: largo). Στην έναρξη της πρώτης παραλλαγής (Larghetto), ωστόσο, η πρωτότυπη μελωδία καθίσταται ελαφρώς μελισματική και οι υπόλοιπες φωνές αποκτούν περισσότερη κίνηση· σταδιακώς, επίσης, η ηχητική ένταση αυξάνεται και το θέμα χρησιμεύει πλέον μόνον ως αφετηρία για την ανάπτυξη μιας ελεύθερης φαντασίας που ολοκληρώνεται στον δώριο τρόπο! Αυτή η διαδικασία απομάκρυνσης από τις δομικές προδιαγραφές του βυζαντινού θέματος συνεχίζεται και στην δεύτερη παραλλαγή (Allegro), όπου σύντομες φράσεις της αρχικής μελωδίας διαμορφώνουν ένα αντιστικτικό πλέγμα, το οποίο με τον ζωηρό – σχεδόν χορευτικό – ρυθμό του διέρχεται από διάφορους τρόπους, προτού τελικά καταλήξει με πολύ δυναμισμό στην δεσπόζουσα του δωρίου. Στην τρίτη παραλλαγή (Largo molto sostenuto), αντιθέτως, το θέμα καθίσταται και πάλι αναγνωρίσιμο: εδώ λοιπόν, το “Χριστός ανέστη” επαναλαμβάνεται αρκετές φορές για την ανάπτυξη μιας ελεγειακής και ως επί το πλείστον ομοφωνικής ηχητικής παράστασης, που προοδευτικά μετατοπίζεται από τον αιόλιο τρόπο προς τον δώριο. Σε αυτόν αρχίζει κατόπιν και η τελική παραλλαγή-φούγκα (Allegro), το θέμα της οποίας συνίσταται σε ένα γεμάτο σφρίγος παράλλαγμα της πρώτης φράσεως του βυζαντινού μέλους. Στην εξέλιξη της φούγκας αυτής διακρίνονται δύο ενότητες: η πρώτη αποτελείται από εναλλαγές τμημάτων με ή χωρίς το θέμα της φούγκας (στην περίπτωση των “επεισοδίων” η ύφανση καθίσταται εμφανώς πιο ομοφωνική) και κορυφώνεται σε μια πτώση επί της δεσπόζουσας του δωρίου τρόπου· η δεύτερη ενότητα δίνει στην συνέχεια την εντύπωση μιας επανέναρξης “εκ του μηδενός”, αλλά από ένα σημείο και έπειτα συνδυάζεται με την πλήρη παράθεση του “Χριστός ανέστη” στα βαθύφωνα έγχορδα (εν είδει cantus firmus), ενόσω μάλιστα αποκαθίσταται προοδευτικά και ο αρχικός φρύγιος τρόπος, οδηγώντας έτσι σε ένα υμνητικό κλείσιμο αλλά και σε μια εντελώς απρόσμενη καταληκτική μείζονα συγχορδία με επιπρόσθετη έκτη επί του φθόγγου σι!"
Το έργο έχει ηχογραφήσει με την Ορχήστρα Δωματίου της Σόφιας ο μαέστρος Βύρων Φιδετζής και έχει κυκλοφορήσει σε δίσκο μαζί με άλλα έργα ελλήνων συνθετών.
Ο μουσικολόγος Ιωάννης Φούλιας γράφει για το έργο αυτό του Πετρίδη: "...σύνθεση του 1939, εκθέτει αρχικά την μελωδία του “Χριστός ανέστη” με λιτή εναρμόνιση σε φρύγιο τρόπο (Choral: largo). Στην έναρξη της πρώτης παραλλαγής (Larghetto), ωστόσο, η πρωτότυπη μελωδία καθίσταται ελαφρώς μελισματική και οι υπόλοιπες φωνές αποκτούν περισσότερη κίνηση· σταδιακώς, επίσης, η ηχητική ένταση αυξάνεται και το θέμα χρησιμεύει πλέον μόνον ως αφετηρία για την ανάπτυξη μιας ελεύθερης φαντασίας που ολοκληρώνεται στον δώριο τρόπο! Αυτή η διαδικασία απομάκρυνσης από τις δομικές προδιαγραφές του βυζαντινού θέματος συνεχίζεται και στην δεύτερη παραλλαγή (Allegro), όπου σύντομες φράσεις της αρχικής μελωδίας διαμορφώνουν ένα αντιστικτικό πλέγμα, το οποίο με τον ζωηρό – σχεδόν χορευτικό – ρυθμό του διέρχεται από διάφορους τρόπους, προτού τελικά καταλήξει με πολύ δυναμισμό στην δεσπόζουσα του δωρίου. Στην τρίτη παραλλαγή (Largo molto sostenuto), αντιθέτως, το θέμα καθίσταται και πάλι αναγνωρίσιμο: εδώ λοιπόν, το “Χριστός ανέστη” επαναλαμβάνεται αρκετές φορές για την ανάπτυξη μιας ελεγειακής και ως επί το πλείστον ομοφωνικής ηχητικής παράστασης, που προοδευτικά μετατοπίζεται από τον αιόλιο τρόπο προς τον δώριο. Σε αυτόν αρχίζει κατόπιν και η τελική παραλλαγή-φούγκα (Allegro), το θέμα της οποίας συνίσταται σε ένα γεμάτο σφρίγος παράλλαγμα της πρώτης φράσεως του βυζαντινού μέλους. Στην εξέλιξη της φούγκας αυτής διακρίνονται δύο ενότητες: η πρώτη αποτελείται από εναλλαγές τμημάτων με ή χωρίς το θέμα της φούγκας (στην περίπτωση των “επεισοδίων” η ύφανση καθίσταται εμφανώς πιο ομοφωνική) και κορυφώνεται σε μια πτώση επί της δεσπόζουσας του δωρίου τρόπου· η δεύτερη ενότητα δίνει στην συνέχεια την εντύπωση μιας επανέναρξης “εκ του μηδενός”, αλλά από ένα σημείο και έπειτα συνδυάζεται με την πλήρη παράθεση του “Χριστός ανέστη” στα βαθύφωνα έγχορδα (εν είδει cantus firmus), ενόσω μάλιστα αποκαθίσταται προοδευτικά και ο αρχικός φρύγιος τρόπος, οδηγώντας έτσι σε ένα υμνητικό κλείσιμο αλλά και σε μια εντελώς απρόσμενη καταληκτική μείζονα συγχορδία με επιπρόσθετη έκτη επί του φθόγγου σι!"
Στις μέρες μας ένας άλλος συνθέτης, ο φίλος Λεωνίδας Κανάρης, μας δίνει τις δικές του παραλλαγές πάνω στο "Χριστός Ανέστη", με ένα έργο για ορχήστρα εγχόρδων που γράφτηκε το 2005.
Ένα έργο κατά πάντα σημερινό, βασισμένο σε υλικό παλαιό, του οποίου η πρώτη εκτέλεση έγινε στην Οδησσό από την «Καμεράτα της Οδησσού» υπό τη διεύθυνση του Igor Shavruk στις 21 Σεπτεμβρίου του 2005.
Το ενδιαφέρον είναι και τα δύο έργα είναι για ορχήστρα εγχόρδων και έχουν σχεδόν την ίδια διάρκεια (16 λεπτά του Πετρίδη, 14 του Κανάρη).
Ο συνθέτης Λεωνίδας Κανάρης γράφει για το έργο του αυτό:
Το ενδιαφέρον είναι και τα δύο έργα είναι για ορχήστρα εγχόρδων και έχουν σχεδόν την ίδια διάρκεια (16 λεπτά του Πετρίδη, 14 του Κανάρη).
Ο συνθέτης Λεωνίδας Κανάρης γράφει για το έργο του αυτό:
Αν η «Ωδή στη Χαρά» από την «Εννάτη» του Μπετόβεν αποτελεί την πιο εμβληματική μελωδία της ευρωπαϊκής μουσικής παράδοσης, αναζητώντας μιαν αντίστοιχα μεγαλειώδη και ψυχικής ανάτασης μελωδία στη βυζαντινή παράδοση, δεν άργησα να διακρίνω τον ύμνο «Χριστός Ανέστη» του Πέτρου Λαμπαδάριου – Πελοποννήσιου (1730-1777), ο οποίος μάλιστα, άφησε τα εγκόσμια όταν ο Μπετόβεν ήταν μόλις επτά ετών.
Το έργο είναι παραλλαγές πάνω στη μελωδία αυτή, είναι γραμμένο σε ένα μέρος και έχει διάρκεια περίπου 14 λεπτών.
Η δημιουργία του δεν είχε πρόθεση θρησκευτικού έργου, αλλά την αξιοποίηση των πολλών μουσικών δυνατοτήτων του ύμνου. Φυσικά το παραπάνω κάθε άλλο παρά αποκλείει και την επετειακή - πασχαλινή του χρήση.
Ο τίτλος «Ανατάσιμον» (αντί του αναμενόμενου Αναστάσιμον) δηλώνει τη δύναμη που έχει ο θαυμάσιος αυτός ύμνος του Π.Λ.Π. στο να δημιουργεί μια ψυχική ανάταση στους ακροατές του. Στο έργο αυτό η πρόθεση (και πρόκληση για μένα) ήταν να χρησιμοποιήσω κλασικά πρότυπα σύνθεσης, με κάποια στοιχεία από τη σύγχρονη μουσική, γεγονός που του προσδίδει έναν Νεοκλασικό χαρακτήρα, καθιστώντας το έτσι και ευκολότερα προσπελάσιμο από ευρύτερα ακροατήρια.
Η 1η εκτέλεση έγινε στην Οδησσό από την «Καμεράτα της Οδησσού» υπό τη διεύθυνση του Igor Shavruk στις 21/9/2005. Έκτοτε, το έργο εκτελέσθηκε από τη «Νέα Ορχήστρα Θεσσαλονίκης» στην ίδια πόλη σε διεύθυνση Καμπάνη Σαμαρά και μέρος του επίσης εκτελέσθηκε από την ορχήστρα «ΑΣΟΝ» στο Βόλο, υπό τη διεύθυνση του Παύλου Σεργίου. Τέλος, η παρούσα ηχογράφηση από την Οδησσό έχει αρκετές φορές μεταδοθεί από τις ραδιοφωνικές συχνότητες του «Τρίτου Προγράμματος».
Παραθέτουμε στη συνέχεια αυτή την ηχογράφηση του "Ανατάσιμον".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου