Του Χάρη Ανδρεόπουλου *
Aφιερωμένο στο θέμα «Θρησκεία και Εκπαίδευση» είναι το νέο τεύχος της Επιθεωρήσεως Εκκλησιαστικού και Κανονικού Δικαίου (τα) «Νομοκανονικά» (τχ. 1/2020) το οποίο κυκλοφορήθηκε προσφάτως φιλοξενώντας μελέτες διακεκριμένων επιστημόνων από τους χώρους της νομικής, πολιτικής και θεολογικής επιστήμης, έτσι ώστε να εκδιπλώνεται, τελικώς, ολοκληρωμένος ένας γόνιμος διάλογος μεταξύ θεωρίας και νομολογίας.
Τα «Νομοκανονικά» είναι η εξαμηνιαία Επιθεώρηση που επιδιώκει να καλύψει δύο σύνθετους και δυσχερείς επιστημονικούς κλάδους, το Εκκλησιαστικό και το Κανονικό Δίκαιο, τόσο σε επίπεδο θεωρίας όσο και δικαστηριακής πράξεως. Αποτελούν το επιστημονικό όργανο της Εταιρείας Εκκλησιαστικού και Κανονικού Δικαίου, διευθύνονται υπό του ομ. καθηγητού Εκκλησιαστικού Δικαίου της Νομικής Αθηνών κ. Ιωαν. Μ. Κονιδάρη, εκδίδονται ανελλιπώς από το 2002 και κυκλοφορούν το Μάϊο και Νοέμβριο κάθε έτους από τις ευφήμως γνωστές εκδόσεις Σάκκουλα. Απευθύνονται σε δικηγόρους, δικαστές, θεολόγους και σε ερευνητές επιστήμονες από τον χώρο των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών (ιστορικούς, κοινωνιολόγους, κ.λ.π.) οι οποίοι είτε εντρυφούν στο πεδίο των σχέσεων Πολιτείας – Εκκλησίας / θρησκευτικών κοινοτήτων, είτε ασχολούνται με θέματα της Εκκλησιαστικής Ιστορίας και δη της νεότερης.
Στο νέο τεύχος περιλαμβάνονται οι ακόλουθες μελέτες / άρθρα: Ο καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ και π. Υπουργός κ. Ευ. Βενιζέλος με θέμα «Η αμφιθυμία της πρόσφατης νομολογίας γύρω από τη θρησκευτική ελευθερία και το μάθημα των Θρησκευτικών (ΜτΘ)» εστιάζει στις πρόσφατες αποφάσεις της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) 1749/2019 και 1759/2019 (οι οποίες και δημοσιεύονται στο αυτό τεύχος - η δεύτερη με σχόλιο του επικ. Καθηγητού της Νομικής ΕΚΠΑ κ. Γ. Ι. Ανδρουτσοπούλου). Με την πρώτη εξ αυτών κρίθηκε ότι το ΜτΘ θα πρέπει να έχει καθαρό ομολογιακά περιεχόμενο ορθοδόξου χριστιανικού χαρακτήρα, ενώ με τη δεύτερη κρίθηκε ότι όχι μόνο η υποχρεωτική, αλλά και η προαιρετική αναγραφή του θρησκεύματος στα πιστοποιητικά σπουδών παραβιάζει την προστατευομένη από το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) θρησκευτική ελευθερία. Δηλαδή, απ΄ τη μία, κατά τα οριζόμενα στις εν λόγω δικαστικές αποφάσεις, θα (πρέπει να) έχουμε ένα σχολικό θρησκευτικό μάθημα ομολογιακό, απευθυνόμενο αποκλειστικά σε μαθητές που ακολουθούν το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα, γενονός που de facto θ΄ αποτελεί (πιστοποιημένη!) φανέρωση του θρησκεύματός τους (καθόσον, μάλιστα, το ΜτΘ θα περιλαμβάνεται στο κατάλογο των περιλαμβανομένων στα πιστοποιητικά και τους τίτλους σπουδών μαθημάτων), κι από την άλλη, θα έχουμε πιστοποιητικά, τίτλους σπουδών, κλπ, στα οποία θα πρέπει ρητώς να παραλείπεται η καταγραφή (ακόμη και η προαιρετική) του θρησκεύματος καθόσον τούτο καταλέγεται στα ευαίσθητα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Τις καταφανώς διαφορετικής αντιλήψεως, ως προς την ερμηνεία των κρισίμων διατάξεων (αρθ. 3 και 13) του Συντάγματος, δύο αυτές αποφάσεις του ΣτΕ σχολιάζει ο κ. Βενιζέλος, θεωρώντας ότι το περιεχόμενό τους αφήνει ανοικτά πολλά κρίσιμα προβλήματα ερμηνείας των σχετικών συνταγματικών διατάξεων (3, 16, 16 § 2), υπό το πρίσμα της ΕΣΔΑ και του αρθ. 2 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου (ΠΠΠ) αυτής. Προσεγγίζοντας κριτικά το πνεύμα των αποφάσεων του ΣτΕ για το ΜτΘ ο κ. Βενιζένος διατυπώνει τον προβληματισμό του υπό το εύλογο ερώτημα: τι άραγε θα συμβεί εάν το ΣτΕ θεωρήσει εαυτό αρμόδιο να κρίνει (όπως έπραξε ήδη για τα Θρησκευτικά) το περιεχόμενο σπουδών των μαθημάτων τα οποία συνδέονται με την ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης που προβλέπεται, όπως η ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης, ως σκοπός της εκπαίδευσης, στο αρθ. 16 § 2; Μπορεί άραγε – διερωτάται ρητορικώς – με αίτηση ακυρώσεως να προβληθούν λόγοι π.χ. περί υποβάθμισης ή εσφαλμένης προσέγγισης κεφαλαίων της ελληνικής ή ευρωπαϊκής Ιστορίας ή πτυχών του εθνικού αφηγήματος και να ζητηθεί η ακύρωση των σχετικών κανονιστικών πράξεων του Υπουργού Παιδείας;
Στο ίδιο τεύχος δημοσιεύονται λίαν ενδιαφέρουσες περί του ΜτΘ μελέτες: του ομ. καθηγητού Πολιτικής Επιστήμης του ΕΚΠΑ κ. Πασχ. Κιτρομηλίδη («Οι κίνδυνοι του θρησκευτικού αναλφαβητισμού»), του Αντιπροέδρου του ΣτΕ και αναπλ. καθηγητού Διοικητικού Δικαίου του ΑΠΘ κ. Μιχ. Πικραμένου («Το μάθημα των Θρησκευτικών σε μια σύγχρονη φιλελεύθερη δημοκρατία»), του ομ. Καθηγητού της Θεολογικής του ΕΚΠΑ Εμ. Περσελή («Το μάθημα των Θρησκευτικών υπό το φως των αποφάσεων του ΣτΕ των ετών 2018-2019. Παιδαγωγική προσέγγιση») και του επικ. καθηγητού της Θεολογικής του ΕΚΠΑ κ. Στ. Γιαγκάζογλου («Παλινωδίες και αδιέξοδα στη θρησκευτική εκπαίδευση»). O τελευταίος - εκ των βασικών συντελεστών των νέων προγραμμάτων σπουδών (Π.Σ.) που ακυρώθηκαν με τις προμνησθείσες αποφάσεις του ΣτΕ - παρουσιάζει τις περιπέτειες που πέρασαν τα νέα προγράμματα σπουδών στις δικαστικές αίθουσες (και ου μόνον) και περιγράφει τα προβλήματα που δημιουργεί το γεγονός ότι το μάθημα (μετά την ακύρωσή των νέων Π.Σ. και το προσανατολισμό του προς ομολογιακή κατεύθυνση) καθίσταται de facto προαιρετικό με τα όσα αρνητικά αυτό συνεπάγεται, αναφορικώς με την αξία και βαρύτητα του μαθήματος στο ωρολόγιο πρόγραμμα, αλλά και το ρόλο του θεολόγου καθηγητή στο σχολείο που μ΄ ένα μάθημα προαιρετικό σαφώς υποβαθμίζεται. Ο κ. Γιαγκάζογλου υποστηρίζει ότι η απόφαση του ΣτΕ χρειάζεται να συζητηθεί πιο πέρα από τη νομική θεώρησή της, διότι, κατά τη γνώμη του, σ΄ αυτή υπολανθάνει και ένα πλήθος άλλων ζητημάτων που δεν ανήκουν στο πεδίο της νομοθεσίας, αλλά αποτελούν αντικείμενο ευρυτέρου επιστημονικού διαλόγου της θεολογίας, της παιδαγωγικής και των άλλων ανθρωπιστικών, νομικών και κοινωνικών επιστημών που σχετίζονται με την εκπαιδευτική θεωρία και πράξη.
Περαιτέρω παρουσιάζονται και αναλύονται σημαντικές δικαστικές αποφάσεις και αποφάσεις Ανεξαρτήτων Αρχών που άπτονται θεμάτων θρησκευτικής εκπαίδευσης, όπως το «ακανθώδες» ζήτημα της απαλλαγής από το ΜτΘ, το οποίο μέχρι σήμερα (παρά τη σωρεία των σχετικών αποφάσεων των Ανεξαρτήτων Αρχών, ήτοι του Συνηγόρου του Πολίτη και της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα [ΑΠΔΠΧ]) στασιάζεται, εν αναμονή λήψεως (πολιτικής) αποφάσεως από το Υπ. Παιδείας. Ειδικότερα παρουσιάζεται η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) επί της προσφυγών 4762 και 6140/2018 (“Παπαγεωργίου και άλλοι κατά Ελλάδος”) που αφορούσαν στο δικαίωμα απαλλαγής από το ΜτΘ και οι οποίες έγιναν δεκτές με την επισήμανση μάλιστα του δικαστηρίου ότι οι αιτούντες (οι γονείς αν πρόκειται για ανηλίκους μαθητές, ή οι ίδιοι οι μαθητές εάν είναι ενήλικοι) δεν υποχρεούνται στην αίτησή τους να επικαλούνται λόγους “θρησκευτικής συνειδήσεως” (δηλώνοντας ότι ότι δεν είναι χριστιανοί ορθόδοξοι ώστε να τύχουν απαλλαγής, όπως προβλέπει η ισχύουσα “εγκύκλιος Λοβέρδου” του 2015), αλλ΄ απλώς λόγους “συνειδήσεως” χωρίς αναφορά της πίστεως ή της μη πίστεως σε συγκεκριμένο θρήσκευμα. Με την απόφαση αυτή του ΕΔΔΑ στοιχείται και η (παρομοίου περιεχομένου) υπ΄ αριθμ. 28/2019 απόφαση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ) βάσει της οποίας η Αρχή απηύθυνε σύσταση - προειδοποίηση στο Υπ. Παιδείας καλώντας την πολιτική του ηγεσία να εκδώσει και αποστείλει στα σχολεία νέα εγκύκλιο – Οδηγία ώστε εφεξής για την απαλλαγή από το ΜτΘ να μην απαιτείται δήλωση ότι ο μαθητής δεν είναι χριστιανός ορθόδοξος, αλλά το δικαίωμα αυτό να ασκείται κατ΄επίκληση αποκλειστικά και μόνο λόγων γενικοτέρων συνειδησιακών πεποιθήσεων και να μην επιβάλλεται οποιαδήποτε διευκρίνιση ως προς θρήσκευμα (αποκάλυψη των πραγματικών θρησκευτικών πεποιθήσεων του μαθητή), καθόσον τούτο, σύμφωνα με την απόφαση της ΑΠΔΠΧ, συνιστά προσβολή της αρνητικής θρησκευτικής ελευθερίας. To θέμα είναι ιδιατέρως “ακανθώδες” και υπό την έννοια αυτή, εν όψει της της νέας σχολικής χρονιάς η απόφαση την οποία καλείται να λάβει το Υπ. Παιδείας θα έχει ιδιαίτερο νομικό, εκπαιδευτικό, θεολογικό και, πρωτίστως, πολιτικό ενδιαφέρον.
Τέλος, δημοσιεύονται: η 71/2019 ΣτΕ (Ολομ.) με την οποία κρίθηκε ότι η ανάρτηση θρησκευτικής εικόνας σε δικαστική αίθουσα αποτελεί, εν όψει και της συνταγματικής προβλέψεως για την επικρατούσα θρησκεία (αρθ. 3 § 1 Σ.), εθιμική πρακτική, η οποία δεν παραβιάζει αφ΄ εαυτής το δικαίωμα για δίκαιη δίκη (με σημείωση του Δρος Νομικής Ι. Ε. Καστανά), η 7/2019 του Αρείου Πάγου (Τμ. Γ΄) βάσει της οποίας τα διαχωριστικά διατάγματα της μοναστηριακής περιουσίας (αρθ. 8 Ν. 4684/1930) αποτελούν τίτλους εκ του νόμου για τα κτήματα των Μονών, δεν επιδέχονται αμφισβητήσεως, ισχύουν erga omnes και δεν απαιτείται μεταγραφή τους (με ενημερωτικό σημείωμα του Δρος Νομικής Α. Α. Κόντη).
* Ο Χάρης Ανδρεόπουλος είναι Συντονιστής Θεολόγων Στερεάς Ελλάδος, Δρ. Εκκλησιαστικής Ιστορίας ΑΠΘ (xaan@theo.auth.gr ), μέλος της Εταιρείας Εκκλησιαστικού και Κανονικού Δικαίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου