Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου
Τι είναι ο Μίκης Θεοδωράκης, που σε λίγες μέρες (29 Ιουλίου) έχει γενέθλια και κλείνει τα 95 χρόνια του; Ένα φυσικό φαινόμενο! Σε παρασύρει με ορμή προς το μέρος του. Σαν ένας χείμαρρος ή ένα πλατύ ποτάμι που γυρεύει να εκβάλει, μα δε γίνεται. Είναι ακένωτος! Το ομολογεί και ο ίδιος: «…τα περισσότερα από τα έργα αυτά, μουσική δωματίου, συμφωνικά, ορατόρια, κοντσέρτα κ.λ.π., τα έγραψα στην κορυφή των κυμάτων αυτής της μανιασμένης θάλασσας που ήταν η ζωή μας στην Ελλάδα από το 1940 έως προχτές. Τα έγραψα, γιατί είχα βιωματική ανάγκη να το πράξω αδιαφορώντας για την τύχη τους και τη δική μου». Το πρώτο κουαρτέτο για έγχορδα έγραψε ο Θεοδωράκης το 1946!
Και το ακούμε ολόφρεσκο και σήμερα από το Νέο Ελληνικό Κουαρτέτο (Γιώργος Δεμερτζής - βιολί, Δημήτρης Χανδράκης – βιολί, Αγγέλα Γιαννάκη - βιόλα, Άγγελος Λιακάκης - τσέλο), αν και κυκλοφόρησε σε ηχογράφηση το 2007. Εξήντα χρόνια μετά την σύνθεσή του! Μαζί με τρία ακόμα κουαρτέτα, τέσσερα ποιήματα του Καβάφη και άλλα έργα μουσικής δωματίου.
Τα ακούσαμε πριν έντεκα χρόνια σε συναυλίες στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και στο Μουσείο Μπενάκη, πάντα από το Νέο Ελληνικό Κουαρτέτο, που μας τα αποκάλυψε και το οποίο δυστυχώς δεν υπάρχει πια...
Τα έργα αυτά ήρθαν στην επιφάνεια χάρη στον Γιώργο Δεμερτζή κι αυτό το λέει ο ίδιος ο Μίκης Θεοδωράκης στο σημείωμα του κατά την έκδοση των έργων σε cd από την Legend Classics (2007): "Η τύχη και ο ρόλος των προσώπων διαδραματίζουν κάποτε καθοριστικό ρόλο στη ζωή των ανθρώπων και ιδιαίτερα των καλλιτεχνών. Μπορεί κανείς άραγε να φανταστεί για πόσα χρόνια ακόμα θα παρέμενε βυθισμένο στην αφάνεια το ξεχασμένο και εν πολλοίς άγνωστο έργο του Μπαχ, εάν δεν υπήρχε ο Μέντελσον; Τηρουμένων των αναλογιών, τα ξεχασμένα και από μένα τον ίδιο κουαρτέτα μου και άλλα έργα της ίδιας εποχής (1945-1948) θα παρέμεναν απλές κόλλες μουσικής γεμάτες νότες μέσα στο αρχείο μου, αν δεν τα ανακάλυπτε πριν από μερικά χρόνια ο Γιώργος Δεμερτζής. Ο οποίος όχι μόνο τα ανακάλυψε, αλλά ευθύς αμέσως τα τύλιξε με το ενδιαφέρον και το ταλέντο του, με αποτέλεσμα να τα βγάλει στο φως μαζί με τους άξιους συνεργάτες του με τόσο μεγάλη ευαισθησία και - ας μου επιτραπεί η φράση - ερμηνευτική τελειότητα, που ξάφνιασε πρώτα απ' όλους εμένα τον ίδιο".
Ευτυχώς, λοιπόν, τα έχουμε συγκεντρωμένα σε τρεις ψηφιακούς δίσκους. Στο cd Μουσική δωματίου II εξαιρετικό πιάνο, γνησίως ελληνικόν, παίζει ο Θανάσης Αποστολόπουλος, ενώ στο III πιάνο παίζει η Μαρία Αστεριάδου και φλάουτο η Μαριλένα Δωρή.
Σημαντική ήταν και η συμβολή του συνθέτη Φίλιππου Τσαλαχούρη, ως προς την επιμέλεια των νεανικών αυτών έργων του Θεοδωράκη. Αξιοσημείωτη η παρατήρηση του Φ. Τσαλαχούρη για τα Κομμάτια για το Δεκέμβρη: «…δεν είναι τίποτε άλλο παρά μουσικές σελίδες ημερολογίου. Τοιχογραφίες δραματικών εντυπώσεων. Ένα μνημείο από τραγούδια χωρίς λόγια, με διαστάσεις, όμως, ψυχογραφικού δοκιμίου που σκοπό έχει να καταγράψει όχι συναισθήματα αλλά πλήρεις συναισθηματικές διεργασίες».
Άρα αυτό που είπε ο Γιώργος Δεμερτζής στη συναυλία με τα Κουαρτέτα στο Μουσείο Μπενάκη πριν 11 χρόνια - και το θυμάμαι σαν τώρα! - είναι υπόθεση του καθενός να το ανακαλύψει: «Πότε γράφτηκαν αυτά τα κομμάτια του Μίκη; Σήμερα! Για να ακουστούν πότε; Αύριο!».
Να πούμε, επίσης, ότι μαζί με το αφιέρωμα του περιοδικού ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ Νο 160 (2013) στον Έλληνα συνθέτη, κυκλοφόρησε και το cd "Μίκης Θεοδωράκης 1942-1952. Η δεκαετία της πρώιμης έντεχνης μουσικής", με κομμάτια της Μουσικής δωματίου.
Επιλέγω να σταθώ στο Κουαρτέτο εγχόρδων αρ. 2, «Το κοιμητήριο» (1946), γιατί εδώ βλέπουμε πως η στενή σχέση του Μίκη Θεοδωράκη με την ποίηση δεν αντανακλάται μόνο στις πολυάριθμες μελοποιήσεις ποιημάτων που έκανε, αλλά και στον τρόπο με τον οποίο η ποίηση λειτουργούσε συχνά γι' αυτόν ως πηγή έμπνευσης για έργα ενόργανης μουσικής.
Μια τέτοια περίπτωση είναι αυτή του δεύτερου κουαρτέτου εγχόρδων, ενός μονομερούς, σύντομου οργανικού κομματιού (Adagio) αφιερωμένου στον Αργύρη Κουνάδη. Ο προγραμματικός τίτλος του κουαρτέτου («Το κοιμητήριο») προδίδει την έμπνευση του συνθέτη από το ποίημα του Διονυσίου Σολωμού «Η τρελή μάνα» ή «Το κοιμητήριο». Στο αυτοβιογραφικό "Οι δρόμοι του αρχαγγέλου" (1986, τ. 2, σ. 91), ο Θεοδωράκης δηλώνει ρητά ότι το πρώτο τετράστιχο του ποιήματος (το οποίο αναγράφεται και πάνω στο χειρόγραφο της παρτιτούρας) αποδίδει το «μουσικό νόημα» του έργου:
Τώρα που η ξάστερη
νύχτα μονάχους
μας ηύρε απάντεχα,
και εκεί στους βράχους
σχίζεται η θάλασσα
σιγαλινά.
Όπως δηλώνεται στο εξώφυλλο του χειρογράφου, το έργο
ολοκληρώθηκε την 25η
Μαρτίου 1946, λίγες μόλις μέρες πριν την πορεία
που διοργάνωσε το ΕΑΜ στην Αθήνα στο πλαίσιο του μποϊκοτάζ των εκλογών
που είχαν προγραμματιστεί για την 31η
Μαρτίου. Επικεφαλής της πορείας,
ο Θεοδωράκης περικυκλώνεται και υφίσταται άγριο ξυλοδαρμό που τον
οδηγεί στο νεκροτομείο! Θα επιζήσει για να ζήσει - φευ! - και τον αδελφοκτόνο εμφύλιο. Στο πλαίσιο αυτό, η εικόνα της
τρελής μάνας πάνω από τον τάφο όπου βρίσκονται τα δύο νεκρά παιδιά της,
«ροδοστεφάνωτα, ασπροεντυμένα, […] αγκαλιασμένα μέσα εις την ύστερη
αλησμονιά», αποκτά μια σχεδόν προφητική χροιά. Προφητική κι από μια άλλη άποψη. Αργότερα ο Θεοδωράκης θα μελοποιήσει τον "Επιτάφιο" του Γιάννη Ρίτσου, τον οποίο ο ποιητής εμπνεύστηκε από την μάνα που θρηνούσε τον γιο της που σκοτώθηκε στην απεργία του 1936 στην Θεσσαλονίκη.
Η Μουσική δωματίου του Μίκη Θεοδωράκη, που την έγραφε στα χρόνια του Εμφυλίου, ίσταται ενώπιόν μας πάντοτε προς ανακάλυψιν. Ως μια μουσική βιωματική, που μας αφορά και σήμερα.
Η Μουσική δωματίου του Μίκη Θεοδωράκη, που την έγραφε στα χρόνια του Εμφυλίου, ίσταται ενώπιόν μας πάντοτε προς ανακάλυψιν. Ως μια μουσική βιωματική, που μας αφορά και σήμερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου