Δημήτρης Μπαλτᾶς
Ἀλέξανδρος Κοζέβ, Λατινική αὐτοκρατορία. Σχεδίασμα ἑνός δόγματος γιά τή γαλλική πολιτική, μετ. Ἰφ. Καμτσίδου, Ἐκδόσεις Ἐξάρχεια, Ἀθήνα 2016, σελ. 145
Ὁ Ἀλέξ. Κοζέβ (1902-1968) ἔφυγε ἀπό τήν Ρωσσία στά χρόνια τῆς ἐπανάστασης τοῦ 1917 καί πῆγε πρῶτα στήν Γερμανία, ὅπου ὁλοκλήρωσε τήν διατριβή του πάνω στήν θρησκευτική φιλοσοφία τοῦ Βλαδ. Σαλαβιώφ (1853-1900) ὑπό τήν ἐπίβλεψη τοῦ Κ. Γιάσπερς (1883-1969). Ἀργότερα ἔφυγε γιά τήν Γαλλία ὅπου ἔζησε, δίδαξε «Φαινομενολογία τοῦ Χέγκελ», ἐργάστηκε ὡς ἀνώτατος ὑπάλληλος τοῦ γαλλικοῦ κράτους καί πέθανε τό 1968.
Το δοκίμιο (1945) τοῦ ρωσσικῆς καταγωγῆς διανοουμένου Ἀλέξ. Κοζέβ, ἀπευθυνόταν πρός τόν στρατηγό Ντέ Γκώλ (βλ. σχετικά καί τίς σελ. 77-84 τοῦ παρόντος βιβλίου) ἀναφέρεται στήν σημασία τῆς αὐτοκρατορίας (= τῆς ἕνωσης συγγενικῶν ἐθνῶν) στήν ὁποία «πρέπει να θεμελιώνεται το μοντέρνο κράτος γιά νά εἶναι πολιτικά βιώσιμο» (σ. 12). Διευκρινίζει σχετικά ὁ Κοζέβ ὅτι «ἡ συγγένεια τῶν ἐθνῶν εἶναι πρῶτα και κύρια συγγένεια γλωσσική καί πολιτιστική, συγγένεια ‘’νοοτροπίας’’ ἤ ‘’κλίματος’’. Ἡ πνευματική αὐτή συγγένεια ἑρμηνεύεται καί μέ βάση τήν ταυτότητα τῆς θρησκείας» (σ. 39).
Ἐπειδή ὅμως εἶναι ἀναγκαία ἡ χρήση σχετικῶν παραδειγμάτων, ὁ Κοζέβ θά ἀναφερθεῖ στήν περίπτωση τῆς Βρετανίας ἡ «ὁποία εἶχε ἤδη πρίν ἀπό τον πόλεμο μία δομή ‘’αὐτοκρατορίας’’ … ἡ ἀγγλοσαξονική αὐτοκρατορία δηλαδή ὁ πολιτικοοικονομικός ἀγγλοαμερικανικός συνασπισμός ἀποτελεῖ σήμερα μία ἱκανή καί ἀποτελεσματική πολιτική πραγματικότητα» (σ. 21).
Ἕνα ἄλλο παράδειγμα πού ἀναφέρει ὁ Κοζέβ εἶναι ἡ λεγόμενη «σλαβοσοβιετική αὐτοκρατορία», ἤ ἀλλιῶς ὁ «αὐτοκρατορικός σοσιαλισμός» (σ. 20). Βεβαίως, αὐτή ἡ ἑρμηνευτική ἴσχυε τήν ἐποχή πού γράφει ὁ Κοζέβ, καθ’ ὅσον τό σοβιετικό κράτος εἶχε δομή, ἔκταση και δύναμη αὐτοκρατορίας, ἀλλά ἐν τέλει ἡ ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων ἔδειξε ὅτι δέν ἦταν «πολιτικά βιώσιμο» (σ. 20).
Ἐνδιαφέρουσα καί σωστή εἶναι ἡ πρόβλεψη τοῦ Κοζέβ ὅτι «ἡ Γερμανία θά προσανατολιστεῖ στήν ἀγγλοσαξονική πλευρά» (σ. 22). Ὅσον ἀφορᾶ την θέση τῆς Γαλλίας, ὁ Κοζέβ ἰσχυρίζεται ὅτι «ἡ ἀπομονωμένη Γαλλία θά χρειαστεῖ νά ἐπιλέξει ἀνάμεσα στίς δύο αὐτοκρατορίες [τήν ἀγγλοσαξονική καί τήν σλαβοσοβιετική] πού ἀντιπαρατίθενται» (σ. 25). Στό σημεῖο αὐτό ὁ Κοζέβ προτείνει τήν δημιουργία μιᾶς «λατινικῆς αὐτοκρατορίας», στήν ὁποία «ἡ Γαλλία θά μποροῦσε νά διατηρήσει τήν πολιτική καί τήν πολιτιστική ἰδιαιτερότητά της μόνον ἐάν ἐτίθετο ἐπικεφαλῆς» (σ. 27). Αὐτό γιά τόν Κοζέβ θά ἐσήμαινε ὅτι «ὁ γαλλικός λαός θά ἔχει ὡς στόχο καί καθῆκον τή διατήρηση τῆς θέσης του ὡς primus inter pares» (σ. 38).
Τό πρόβλημα λοιπόν, γιά τόν συγγραφέα, εἶναι ἡ δημιουργία μιᾶς λατινικῆς αὐτοκρατορίας ὡς «μιᾶς ἀληθινῆς πολιτικῆς ὀντότητας. Αὐτό δέν μπορεῖ νά γίνει παρά μόνο ἐάν οἱ χῶρες της [ἡ Γαλλία, ἡ Ἰταλία καί ἡ Ἱσπανία] σχηματίσουν μιά πραγματική οἰκονομική ἕνωση» (σ. 48). Προσθέτει μάλιστα ὁ Κοζέβ ὅτι «ἡ πολιτική καί οἰκονομική προσπάθεια τῆς Γαλλίας γιά τή δημιουργία μιᾶς λατινικῆς αὐτοκρατορίας δέν μπορεῖ, καί δέν πρέπει, νά ἀγνοήσει τή βοήθεια τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας» (σ.100). Ἐδῶ μπορεῖ νά λεχθεῖ ὅτι οἱ ἀναφερθεῖσες προβλέψεις τοῦ Κοζέβ ἐπαληθεύθηκαν ἱστορικά, ἔστω καί ἐν μέρει.
Μία ἄλλη ἀξιοσημείωτη προσέγγιση τοῦ Κοζέβ εἶναι ὅτι «ἡ πολιτική συνεργασία τῆς λατινικῆς αὐτοκρατορίας μέ τήν Σοβιετική Ἕνωση θά μποροῦσε νά προλειάνει το ἔδαφος γιά μία ὅλο καί βαθύτερη συνεργασία ἀνάμεσα στήν Καθολική Ἐκκλησία καί τήν Ἑλληνοσλαβική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία» (σ. 107). Καί ὁ συγγραφέας προσθέτει ὅτι «εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι ἡ πραγματική ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν προϋποθέτει μιά οὐσιαστική ἑνοποίηση τοῦ ἀνθρώπινου γένους και ὅτι αὐτή ἡ ἑνοποίηση αὐτή δέν μπορεῖ παρά μόνο ἐάν ἡ ἱστορική ἐξέλιξη πού ὁδηγεῖ πρός τά ἐκεῖ διέλθει μέσῳ μιᾶς περιόδου ὁμαδοποιήσεων αὐτοκρατορικοῦ καί ‘’ὁμολογιακοῦ’’ τύπου» (σ. 107). Νομίζω ὅτι ἡ σύνδεση αὐτή τοῦ Κοζέβ ἔχει ἕνα θεωρητικό καί οὐτοπικό περιεχόμενο καί δέν μπορεῖ νά ἀποτελέσει ἀντικείμενο συζήτησης.
Ἀσφαλῶς ἡ ἔκδοση τοῦ παρόντος δοκιμίου στήν ἑλληνική καλύπτει ἕνα βιβλιογραφικό κενό στήν ἱστορία τῆς γαλλόφωνης πολιτικῆς φιλοσοφίας τοῦ 20οῦ αἰ. Ἔχει προηγηθεῖ πρό ἐτῶν τό κείμενο τοῦ Κοζέβ «Τυραννία και Σοφία» (μετ. Ε. Παπάζογλου, Γνώση, Ἀθήνα 1995) περιληφθέν τότε στόν τόμο Περί τυραννίας. Πάντως, ἐλλείψει τῆς γενικότερης ἑλληνόφωνης βιβλιογραφίας γιά τό ἔργο τοῦ Κοζέβ, ἀφεύκτως θά πρέπει νά ἀνατρέξει κανείς στήν ξένη βιβλιογραφία. Γιά παράδειγμα, εἶναι ἐξαιρετικῶς χρήσιμο το βιβλίο τῶν G. Jarczuk καί J.P. Labarrière μέ τίτλο De Kojeve à Hegel (A. Michel, Paris 1996).
Οἱ προσεγγίσεις τοῦ Κοζέβ στό δοκίμιο πού παρουσιάζω σήμερα, εἶναι ἐνδιαφέρουσες, ἄν καί συζητήσιμες. Ἡ σημερινή μορφή τῶν κρατῶν-κοινωνιῶν ἔχει μέν ἕναν πολυεθνικό καί πολυπολιτισμικό χαρακτήρα, ἀλλά οἱ ἐθνότητες, μειονότητες κ.ἄ. πού συν-υπάρχουν στό ἴδιο πολιτικό σύστημα, ἐπιθυμοῦν παντοιοτρόπως νά διατηρήσουν τήν ἐθνική τους ἰδιαιτερότητα. Ἐξ ἄλλου, τά σημερινά κράτη δέν φανίνεται νά ἐκφράζουν καμμία αὐτοκρατορική ἀντίληψη καί ἀξίωση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου