Ἕλενα Χατζόγλου
Ἡ «τέχνη» τοῦ νὰ εἶσαι εὐτυχισμένος,
κατὰ τὸν Ἄρθουρ Σοπενχάουερ
Ἂν ὅλα ὅσα συνιστοῦν τὴ ζωὴ μποροῦν, σὲ θεωρητικὸ - φιλοσοφικὸ ἐπίπεδο, νὰ ἀναχθοῦν σὲ μορφὲς «τέχνης», τότε καὶ ἡ ἀναζήτηση τῆς εὐτυχίας δύναται κάλλιστα νὰ χαρακτηρισθεῖ ὡς «τέχνη» καὶ μάλιστα κορυφαία. Κάτι τέτοιο δικαιώνει καὶ τὸν Ἄρθουρ Σοπενχάουερ (1788-1860), δημιουργὸ τοῦ βιβλίου: «Ἡ τέχνη τοῦ νὰ εἶσαι εὐτυχισμένος» (εἰσαγωγὴ - ἐπιμέλεια Franco Volpi, μετάφραση Μυρτὼ Καλοφωλιᾶ, ἐκδ. Πατάκη, Ἀθήνα 2015).
Τὸ βιβλίο εἰδολογικῶς ἀνήκει στὸν χῶρο τῆς πρακτικῆς φιλοσοφίας. Χωρὶς νὰ εἶναι ἐκλαϊκευμένο προσαρμόζεται στὸ ἐπίπεδο καὶ τὶς διανοητικὲς (ἀκόμα καὶ ψυχολογικὲς) ἀνάγκες τοῦ μέσου ἀναγνώστη. Ὁ Σοπενχάουερ, ποὺ ἔχει θεωρηθεῖ ‒ μὲ βάση τὸ σύνολο τοῦ ἔργου του ‒ ὡς ἐκφραστὴς τοῦ πεσιμισμοῦ, ἔχει λόγο καὶ κάθε «δικαίωμα» νὰ ὑπερμάχεται τῆς εὐτυχίας καὶ νὰ γνωρίζει μεθοδεύσεις καὶ «τεχνικὲς» κατάκτησής της. Αὐτὲς ἀκριβῶς ἐκθέτει στὸ συγκεκριμένο ἔργο, ποὺ ἔχει μάλιστα τὸν παράλληλο τίτλο: «Εὐδαιμονολογία» ἢ «Εὐδαιμονική». Τὴ σύλληψή του καθόρισε ἡ πεποίθηση ὅτι «εἶναι σημαντικὸ νὰ ἀναζητήσουμε κανόνες συμπεριφορᾶς καὶ ζωῆς ποὺ μᾶς βοηθοῦν νὰ περιορίσουμε τὰ βάσανα καὶ τὰ χτυπήματα τῆς μοίρας, μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ κατακτήσουμε, ἂν ὄχι τὴν ‒ ἀνέφικτη ‒ ἀπόλυτη εὐτυχία, τουλάχιστον τὴ σχετικὴ εὐδαιμονία, ποὺ ἐπιφέρει ἡ ἀπουσία πόνου» (σελ. 14).
Ἡ ἐμπειρικὴ εὐφυΐα τοῦ συγγραφέα τὸν ὁδηγεῖ σὲ διάφορες παραμέτρους γιὰ τὴν ἐπίτευξη τῆς εὐτυχίας, ποὺ ὅλες κατατείνουν ‒ἂν καὶ ἐκκινοῦσες ἀπὸ διαφορετικὴ ἀφετηρία‒ στὸν ἐπιδιωκόμενο σκοπό. Πρόκειται γιὰ πενήντα «Κανόνες ζωῆς», ὅπως τοὺς ὀνομάζει, ποὺ μποροῦν σχηματικὰ νὰ συνοψιστοῦν σὲ Κανόνες συμπεριφορᾶς ἀπέναντι στὸν ἑαυτό μας καὶ Κανόνες ἀπέναντι στοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Βασικὴ ἔννοια ποὺ διέπει τοὺς περισσότερους ἐξ αὐτῶν εἶναι ὅτι ἡ ἀπόλυτη εὐτυχία ἀποτελεῖ χίμαιρα, ἐνῶ ζητούμενο γιὰ τὸν ἄνθρωπο θὰ πρέπει νὰ εἶναι κατ’ ἐξοχὴν ἡ ἀποφυγὴ τῶν βασάνων καὶ τοῦ πόνου. Ἡ ζήλεια καὶ ἡ ματαιοδοξία γεννοῦν πολὺ συχνὰ τὰ δεινὰ αὐτά, ἐξ οὗ καὶ εἶναι εὐκταία ἡ ἀποφυγή τους. Συνηθέστατα, ἄλλωστε, ὁ ἄνθρωπος πελαγοδρομεῖ ἀνάμεσα σὲ πόθους καὶ φιλοδοξίες ποὺ δὲν τοῦ ἁρμόζουν, ἐπηρεασμένος ἁπλῶς καὶ μόνον ἀπὸ τὴν εἰκόνα τῆς «ἐπιτυχίας» ἄλλων ἀνθρώπων· «γι’ αὐτὸ καὶ φθονεῖ πολλοὺς γιὰ καταστάσεις καὶ συνθῆκες ποὺ ὡστόσο εἶναι προσαρμοσμένες ἀποκλειστικὰ στὸν δικό τους χαρακτήρα καὶ ὄχι στὸν δικό του καὶ μέσα στὶς ὁποῖες θὰ ἔνιωθε δυστυχισμένος καὶ ποὺ ἀκόμα ἴσως δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἀντέξει» (σελ. 38).
Ἔπειτα, σὲ συνάφεια μὲ τὸ πνεῦμα μετριοπάθειας καὶ ρεαλισμοῦ ποὺ χαρακτηρίζει τὸν Σοπενχάουερ στὸ συγκεκριμένο ἔργο, διατυπώνεται ἡ ἄποψη ὅτι τὴν εὐτυχία καὶ τὴν ἡρεμία μπορεῖ νὰ ἐξασφαλίσει ἡ διαπίστωση ὅτι πολλὰ γεγονότα συμβαίνουν μέσα ἀπὸ τὸ πρίσμα τῆς ἀναγκαιότητας. Ἄρα, ἀκόμη καὶ ἂν διάφορες καταστάσεις πρὸς στιγμὴν φαίνονται ὡς ἐπαχθεῖς καὶ ἀνεπιθύμητες, εἶναι ἀναπόφευκτες καὶ πιθανὸν νὰ ἀποβοῦν, μακροπρόθεσμα, ὡς ἐπωφελεῖς.
Καίρια εἶναι ἡ διαπίστωση τοῦ συγγραφέα ὅτι ἡ δυστυχία ἢ ἡ εὐτυχία δὲν καθορίζονται ἀπὸ ἐξωτερικοὺς παράγοντες ἀλλὰ ἀπὸ τὸν ἐσωτερικὸ τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος διάκειται ἀπέναντί τους, ἀπὸ μία ἐσωτερικὴ προδιάθεση, ποὺ νοηματοδοτεῖ θετικὰ ἢ ἀρνητικὰ ὅ,τι τοῦ συμβαίνει. Καὶ αὐτὸ γίνεται δυνάμει τῆς ἐλεύθερης βούλησης, ποὺ ἐπιτρέπει στὸν ἄνθρωπο τὸ ἴδιο γεγονὸς νὰ τὸ «χρωματίζει», ὅπως θέλει, μὲ βάση τὴν προαίρεσή του καὶ νὰ διαμορφώνει ἔτσι τὴ δύσθυμη ἢ εὔθυμη ἐσωτερική του κατάσταση.
Εἶναι κοινὸς τόπος μεταξὺ τῶν πρακτικῶν φιλοσόφων διαχρονικὰ ἡ ἀντίληψη ὅτι οἱ διάφορες ψυχικὲς ἐξάρσεις (π.χ. ὑπέρμετρη χαρὰ καὶ ἀπύθμενος πόνος) ‒οἱ ὁποῖες κατὰ κανόνα δὲν ἐρείδονται στὴν πραγματικότητα ἀλλὰ συνδέονται μὲ τὴ φαντασία καὶ τὸν ὑποκειμενισμὸ‒ θὰ μποροῦσαν νὰ ἀποφευχθοῦν μὲ τὴ βοήθεια τοῦ στοχασμοῦ καὶ τῆς ὥριμης σκέψης. Αὐτὸς εἶναι ἕνας ἀκόμα «Κανόνας» τοῦ Σοπενχάουερ: «Ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν εὐτυχία καὶ τὴ δυστυχία μας πρέπει νὰ τὸ προσεγγίζουμε μόνο μὲ τὴν κρίση μας» (σελ. 71). Ἡ λογικὴ εἶναι ποὺ παρέχει τὶς προϋποθέσεις, ὅπως τὴν κατάλληλη νοητικὴ διεργασία ἀλλὰ καὶ τὸν χρόνο, ὥστε νὰ ἐπεξεργαστεῖ ὁ ἄνθρωπος τὰ δεδομένα τῆς συνείδησής του καὶ νὰ ἀποτιμήσει ὅ,τι συνιστᾶ τὴν εὐτυχία.
Ὡς κορωνίδα ὅλων, ὅμως, τίθεται ἡ ἀναγκαιότητα νὰ οἰκοδομηθεῖ ἡ ἀνθρώπινη προσωπικότητα μὲ τέτοιον τρόπο, ποὺ ἀπὸ αὐτὴν ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον νὰ ἀντλοῦνται εὐτυχία καὶ ἱκανοποίηση. Ἡ συνείδηση, ἡ προσωπικότητα ἐν γένει, εἶναι τὸ μόνο ποὺ μπορεῖ κατ’ ἐξοχὴν νὰ ἐλέγξει ὁ ἄνθρωπος καθιστώντας το πηγὴ τῆς εὐδαιμονίας του. Ἡ προσωπικότητα τοῦ εἶναι προσιτότερη περισσότερο ἀπὸ ὁποιονδήποτε ἄλλον ἢ ἀπὸ τυχὸν ὑλικὰ ἀγαθά. Αὐτὴ τὸν συνοδεύει παντοῦ, αὐτὴ μπορεῖ νὰ τοῦ ἐμπνέει εὐχάριστα αἰσθήματα καὶ νὰ ἀνατροφοδοτεῖ τὴν αὐτοεκτίμησή του. Μὲ αὐτὴ τὴν καταληκτήρια διαπίστωση, μὲ αὐτὸ τὸν «Κανόνα» ὡς ἐπιστέγασμα τῆς ἐμπειρικῆς ἀναζήτησης τῆς εὐτυχίας καταλήγει ὁ φιλόσοφος τὸ «ταξίδι» τῆς πραγματείας του αὐτῆς. Καὶ συνοψίζει τὸ πρόταγμά του στὴν παρακάτω διατύπωση: «μποροῦμε νὰ κερδίσουμε πολὺ περισσότερα χρησιμοποιώντας τὶς δυνάμεις μας γιὰ νὰ καλλιεργήσουμε τὴν προσωπικότητά μας παρὰ γιὰ νὰ ἀποκτήσουμε ἀγαθά· … αὐτὸ ποὺ εἴμαστε συμβάλλει πολὺ περισσότερο στὴν εὐτυχία ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἔχουμε!» (σελ. 122-123).
Ὡς εὐχὴ ἐπίκαιρη, θὰ μποροῦσε νὰ χρησιμοποιηθεῖ ἡ παραπάνω διατύπωση περὶ εὐτυχίας, σὲ μία ἐποχὴ ποὺ στερεύουν ὁλοένα καὶ περισσότερο οἱ πηγὲς εὐτυχίας οἱ προερχόμενες ἀπὸ κρατικοὺς ἢ συλλογικοὺς φορεῖς, σὲ μία χώρα ποὺ οἱ «πολιτικές» της πληγώνουν καὶ ἡ εὐτυχία πρέπει σαφέστατα νὰ ἀντλεῖται ἀπὸ τὰ ἀποθέματα τῆς προσωπικότητας ἀνθρώπων μὲ πραγματικὴ «ἀξία» καὶ ‒πράγμα ζητούμενο‒ μὲ ἀληθινὲς «ἀξίες».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου