Δευτέρα 31 Αυγούστου 2015

Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΠΑΛΤΑΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΙ ΤΙΣ "ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ" ΤΟΥ ΣΕΡΓΙΟΥ ΜΠΟΥΛΓΚΑΚΩΦ


Δημήτρης Μπαλτᾶς 
Père Serge Boulgakov, Ma vie dans l’ Orthodoxie. Notes autobiographiques, trad. I. Rovere-Sova, M. Rovere-Tsivikis, Éditions des Syrtes, Genène 2015, σελ. 255 
Τήν γαλλική μετάφραση τῶν «Αὐτοβιογραφικῶν σημειώσεων» τοῦ σημαίνοντος Ρώσσου θρησκευτικοῦ φιλοσόφου π. Σεργίου Μπουλγκάκωφ (1871-1944) πού ἐκδόθηκε προσφάτως ἀπό τίς Éditions des Syrtes, παρουσιάζω σήμερα. Ὅπως σημειώνει στό εἰσαγωγικό σημείωμα τοῦ τόμου ὁ Nikita Struve, πρόκειται γιά τήν μετάφραση τοῦ χειρογράφου «πού εἶχε ἐκδώσει τό 1946 ὁ Léon Zander μαθητής καί τοῦ φίλος τοῦ Boulgakov» (σ. 8). 
Οἱ «Αὐτοβιογραφικές σημειώσεις» δέν εἶναι ἁπλῶς μία παράθεση βιογραφικῶν στοιχείων τοῦ συγγραφέως πού ἀφοροῦν στήν γενέθλια πατρίδα του (σσ. 11-40), στήν χειροτονία καί τήν ἱερωσύνη του (σσ. 51-84), σέ ταξίδια πού πραγματοποίησε μετά τήν ἐξορία του ἀπό τήν Ρωσσία (σσ. 139-153, 173-179 καί 181-206) καί, τέλος, στήν βασανιστική ἀσθένειά του (σσ. 207-225). Διότι, μέσα ἀπό τήν ἄμεση καί συναρπαστική σέ πολλά σημεῖα ἀφήγηση, ὁ ἀναγνώστης θά διακρίνει τήν κριτική στάση ἑνός ἀνθρώπου καί διανοουμένου ἀπέναντι στό πεπρωμένο τῆς πατρίδας καί τοῦ ἑαυτοῦ του. 
Γιά τόν Μπουλγκάκωφ, ἡ Ἐκκλησία συνιστᾶ τόν λαό, διότι «μέσα στήν Ἐκκλησία δέν ὑπάρχει ‘’λαός’’, ὑπάρχει μόνον ἡ Ἐκκλησία, μία γιά ὅλους καί παρέχουσα τήν ἑνότητα σέ ὅλους» (σ. 23). Ὁ λαός στόν ὁποῖο ἀνήκει καί ὁ Ρῶσσος φιλόσοφος, προσλαμβάνει μέσα στήν Ἐκκλησία τήν «ἀλήθεια διά τῆς ὀμορφιᾶς καί τήν ὀμορφιά ἐν τῇ ἀληθείᾳ» (σ. 24). 
Παρά τό γεγονός ὅτι ὁ Μπουλγκάκωφ ἔζησε πάντοτε «ἐν τῇ πίστει καί διά τῆς πίστεως» (σ. 39), διῆλθε ἀπό τόν ἀθεϊσμό, τόν μηδενισμό καί τήν ἐπαναστατικότητα τῆς ρωσσικῆς Intelligentzia (σ. 42, σ. 46, σ. 53) καί μάλιστα σέ βαθμό πού νά ὁμολογήσει: «Δέν καταλαβαίνω σήμερα πῶς μπόρεσα νά παραμείνω ἐπί τόσον καιρό σ’ αὐτόν τόν πνευματικό λήθαργο» (σ. 47). Παραδέχεται μάλιστα ὁ Μπουλγκάκωφ ὅτι «ἀκόμη καί μέσα στόν μαρξισμό διεφύλαξε τήν νοσταλγία τῆς θρησκείας» (σ. 55). 
Ἀπό τά χαρακτηριστικά γεγονότα πού ἀφηγεῖται ὁ συγγραφέας θά σημειώσω τήν ἡμέρα τῆς χειροτονίας του σέ ἐκκλησία τῆς Μόσχας, ὅπου παρίσταντο ἐπιφανεῖς διανοούμενοι, καί μάλιστα παλαιοί μαρξιστές, τῆς Ρωσσίας: «Θέλω νά ἀναφέρω τόν π. Π. Φλωρένσκυ, τόν Μ.Α. Νοβοσέλωφ, τόν Β. Ἰβάνωφ, τόν Ν. Μπερντιάγιεφ, τόν Π. Στροῦβε, τόν πρίγκηπα Εὐγ. Τρουμπετσκόϊ, τόν Λ. Σεστώφ… » (σ. 63). Ἡ ἡμέρα αὐτή χαρακτηρίζεται ἀπό τόν ἴδιο «γενικῆς χαρᾶς» (σ. 63). 
Στό κεφάλαιο στό ὁποῖο ὁ Σέργιος Μπουλγκάκωφ κάνει λόγο γιά τά χρόνια τῆς ἱερωσύνης του, ὁ ἀναγνώστης θά διακρίνει μία ἰδιαίτερη κριτική καί ἐνίοτε ἐπικριτική ἐκ μέρους του στάση πρός τήν ἱστορική-θεσμική Ἐκκλησία καί τήν Ὀρθοδοξία. Διερωτᾶται λοιπόν ὁ Ρῶσσος φιλόσοφος: «Σέ ποιόν βαθμό καί ὑπό ποίαν ἔννοια μποροῦμε νά θεωρήσουμε τήν ὀρθοδοξία ὡς ἀποκλειστικῶς κατέχουσα τήν ἐκκλησιαστικότητα…; Ἡ Ἐκκλησία ὡς Σῶμα τοῦ Χριστοῦ δέν συμπίπτει μέ τούς περιορισμούς τῶν Ὁμολογιῶν, εἶναι προφανές• δέν περιορίζεται οὔτε στήν ὀρθοδοξία. Ἀληθινοί χριστιανοί ὑπάρχουν σέ ὅλην τήν χριστιανοσύνη… » (σ. 68). Εἶναι βέβαιο ὅτι αὐτή ἡ ἄποψη θά δεχθεῖ τά πυρά ἐκ μέρους τῶν συντηρητικῶν χριστιανῶν πού θά τοῦ καταλογίσουν ἀβίαστα μία τάση πρός τόν οἰκουμενισμό. Ἀλλά καί ἡ τοποθέτησή τοῦ Σεργίου Μπουλγκάκωφ ὅτι «ἡ ὀρθοδοξία, πρῶτα στό Βυζάντιο, ἔπειτα στήν ρωσσική Ἀνατολή, τώρα στήν Ἐκκλησία τῆς Μόσχας, ὑποφέρει ἀπό ἕναν ὁρισμένο παπισμό, ὄχι ἐνσυνειδήτως δογματικό, σαφή καί ἀκριβή, ἀλλά ψυχολογικό παπισμό. Ἡ ὀρθοδοξία εἶναι μία συλλογικότητα καί ὄχι μία ἐπισκοπεία» (σ. 75) ἐνδεχομένως θά δεχθεῖ, καί αὐτή, τίς ἐπικρίσεις κυρίως ἐκ μέρους τῆς θεσμικῆς Ἐκκλησίας. Θά παρατηρήσω, πάντως, καί πρός ἀποφυγήν τῶν σχετικῶν παρερμηνειῶν, ὅτι ὁ Μπουλγκάκωφ δέν κάνει στήν «Αὐτοβιογραφία» του μία συστηματική ἐκκλησιολογική ἀνάλυση. 
Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι γιά τόν Σέργιο Μπουλγκάκωφ, ἐκτός ἀπό τήν «ἱστορική» ὀρθοδοξία, ὑπάρχει καί «ἡ ὀρθοδοξία τῆς ἐσχατολογίας, τοῦ ἐρχομένου Χριστοῦ… Ἡ ὀρθοδοξία δέν εἶναι μόνον ἡ κατοχή ἑνός δοθέντος πλούτου - τῆς πίστεως καί τῆς ζωῆς ἐν τῇ πίστει - εἶναι ἐπίσης προφητεία, ἀποκάλυψις, ἱστορία τοῦ παρελθόντος βεβαίως, ἀλλά ἐξίσου ἱστορία τοῦ παρόντος καί τοῦ μέλλοντος» (σ. 82). 
Ἐντύπωση ἴσως θά προκαλέσουν στόν ἀναγνώστη οἱ σελίδες στίς ὁποῖες ὁ Μπουλγκάκωφ ἰσχυρίζεται ὅτι «δέν ἦταν μοναρχικός, ἀπό πολιτικῆς πλευρᾶς» (σ. 106), παρόλο πού βλέπει μέ συμπάθεια ὅ,τι ἀντιπροσωπεύει ὁ τσάρος (σ. 131), ἐνῶ προσθέτει ὅτι «ὡς φοιτητής εἶχε ὀνειρευθεῖ νά δολοφονήσει τόν τσάρο» (σ. 109) ἤ ὅτι ἀργότερα μετεῖχε «στήν προετοιμασία τῆς ἐπαναστάσης τοῦ 1905» (σ. 109). 
Ὅσον ἀφορᾶ τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, ὁ Μπουλγκάκωφ τήν χαρακτηρίζει ὡς «τραγωδία, ὡς καταστροφή αὐτοῦ πού ἦταν γιά τόν ἴδιο τό πιό σεβαστό, τό γλυκό, ὁ φορέας χαρᾶς μέσα στήν ρωσσική ζωή, δηλαδή τῆς ἀγάπης» (σ. 105). Μέ ἀφορμή τό γεγονός ὅτι ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1917 ὁδήγησε στήν κατάρρευση τοῦ τσάρου καί τοῦ τσαρισμοῦ, ὁ Σέργιος Μπουλγκάκωφ ἐπιχειρεῖ μία σύγκριση μεταξύ τῆς ἀρχαίας τραγωδίας τοῦ Οἰδίποδος καί τῆς τραγικότητας τοῦ τσάρου καί τοῦ τσαρισμοῦ, μία σύγκριση πού κατ' αὐτόν ὁδηγεῖ στό κοινό τους τραγικό πεπρωμένο: «Ὁ Οἰδίπους ὄφειλε νά σκοτώσει τόν πατέρα του, εἴτε τό ἤθελε εἴτε ὄχι. Ὁ Νικόλαος Β΄ δέν μποροῦσε νά εἶναι καλύτερος μονάρχης ἀπ’ ὅ,τι ἦταν» (σ. 107). 
Ὕστερα ἀπό τίς παραπάνω τοποθετήσεις ἀκολουθεῖ καί ἡ κριτική ἐκ μέρους τοῦ Μπουλγκάκωφ τῶν συντηρητικῶν Ρώσσων διανοουμένων, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦσαν τήν ζωντανή ἄρνηση τοῦ μηδενισμοῦ, ἀλλά ἐστεροῦντο πνευματικότητας» (σ. 113). Ὁπωσδήποτε εἶναι χαρακτηριστική ἡ ἀναφώνησή του: «Πόσο ἀνυπόφοροι μοῦ ἔγιναν ὅλοι αὐτοί οἱ ἀνεύθυνοι σλαβόφιλοι!» (σ. 153). 
Αὐτά καί ἄλλα ἐνδιαφέροντα θά ἀναγνώσει κανείς στόν τόμο μέ τίς «Αὐτοβιογραφικές σημειώσεις» τοῦ π. Σεργίου Μπουλγκάκωφ. Εἶναι βέβαιο ὅτι τό βιβλίο δέν περιορίζεται μόνον σέ γεγονότα τῆς προσωπικῆς ἤ τῆς οἰκογενειακῆς του ζωῆς. 
Ἀλλά νομίζω ὅτι ὁ ἀναγνώστης θά πρέπει νά προσεγγίσει τίς ἀπόψεις τοῦ Σ. Μπουλγκάκωφ μέ μία ἤπια, ἀντικειμενική, χωρίς δογματισμούς καί ὁπωσδήποτε ἐνταγμένη στήν ἐποχή του κριτική διάθεση. Αὐτή ἡ διάθεση εἶναι περισσότερο ἀναγκαία, ἐάν ληφθεῖ ὑπ’ ὄψιν ὅτι, ἐξαιρουμένων ἐλαχίστων δοκιμίων, δέν ἔχει μεταφρασθεῖ στήν ἑλληνική κανένα ἀπό τά μεγάλα ἔργα τοῦ Σεργίου Μπουλγκάκωφ, γεγονός πού θά ἐπέτρεπε στόν Ἕλληνα ἀναγνώστη νά ἔχει μία πληρέστερη εἰκόνα τῆς θρησκευτικο-φιλοσοφικῆς σκέψης τοῦ Ρώσσου διανοητῆ. 
Ἐνδεχομένως μάλιστα ὁρισμένες προσεγγίσεις ἐκ μέρους τοῦ Σεργίου Μπουλγκάκωφ, ἰδιαιτέρως στά ἐκκλησιαστικά ζητήματα (λ.χ. τό περί ἐπισκόπων, τό περί οἰκουμενικότητας τῆς Ἐκκλησίας), παρουσιάζουν καί ἐπικαιρότητα, ἀφοῦ εἶναι ἀντικείμενο συζήτησης καί, πολλές φορές γόνιμης, ἀντιπαράθεσης μεταξύ τῶν συγχρόνων θεολόγων.

2 σχόλια:

Konstantinos είπε...

Ἀληθεια, πότε θλα τό ἔχουμε καὶ στά Ἑλληνικά; Θά εἶναι, πιστεύω, πολύ χρήσιμο, ὅπως π. χ τό ¨Ημερολογιο τοῦ π. Σμέμαν. π.κ. ν. καλλιανός

Διογένης # Ε.Μ. είπε...

Πολύ ενδιαφέρουσα ανάρτηση, αλλά συμφωνώ κι εγώ με τον π. Κων/νο και νομίζω κ. Μπαλτά πως κάποια στιγμή πρέπει να γίνει κι αυτό.
Απλά πρέπει να αναζητήσετε χορηγούς.

Διογένης/ Ε.Μ.

Related Posts with Thumbnails