Παράνομες ανασκαφές στην αρχαία Σαλαμίνα στα κατεχόμενα
Τούρκος καθηγητής υποστηρίζει ότι έχει φέρει στο φως σημαντικά ευρήματα
Τούρκος καθηγητής υποστηρίζει ότι έχει φέρει στο φως σημαντικά ευρήματα
Του Αριστείδη Βικέτου
Παράνομες ανασκαφές στον αρχαιολογικό χώρο της Σαλαμίνας στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, μερικά χιλιόμετρα από την Αμμόχωστο, πραγματοποιεί από το 1998 το Πανεπιστήμιο της Άγκυρας σε συνεργασία με το τουρκοκυπριακό λεγόμενο πανεπιστήμιο Ανατολικής Μεσογείου, παραβιάζοντας κατά συρροή τις διεθνείς συνθήκες και συμβάσεις.
Οι παράνομες αρχαιολογικές έρευνες υπό τη διεύθυνση του Τούρκου καθηγητή Coskun Özguner στη Σαλαμίνα, ένα από τους σπουδαιότερους αρχαιολογικούς χώρους της Μεσογείου έχει στόχο την παραχάραξη της ελληνικής της ιστορίας.
Ο καθηγητής Özguner υποστηρίζει ότι έχει φέρει στο φως σημαντικά ευρήματα. Για τις παράνομες ανασκαφές στη Σαλαμίνα έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς διάφορες ειδήσεις στον τουρκοκυπριακό τύπο. Προχθές όμως δημοσιεύτηκε ένα εκτενές ρεπορτάζ στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» με τίτλο: «Ανασκάπτεται πυρετωδώς η Σαλαμίνα -Νέα σημαντικά ευρήματα από τις παράνομες ανασκαφές».
Το χώρο επισκέφθηκε η δημοσιογράφος της εφημερίδας Μαρίνα Σχίζα, η οποία περιγράφει την κατάσταση, που βρήκε στην αρχαία Σαλαμίνα, ως εξής: «Ήταν πρωί όταν φτάσαμε στον αρχαιολογικό χώρο της Σαλαμίνας. Υπήρχε έντονη δραστηριότητα. Αυτοκίνητα και φορτηγά πηγαινοέρχονταν. Περπατήσαμε μέχρι το αρχαίο θέατρο όπου εργάτες προσπαθούσαν να καθαρίσουν την περιοχή από ό,τι απέμεινε από τη συναυλία το προηγούμενο βράδυ στο πλαίσιο του Φεστιβάλ που γίνεται κάθε καλοκαίρι στην Αμμόχωστο. Διασχίσαμε το Θέατρο και απέναντι φάνηκε ο χώρος, όπου διεξάγονται τα τελευταία χρόνια οι ανασκαφές από το Πανεπιστήμιο της Άγκυρας. Αρχαιολόγοι, τεχνικοί και εργάτες δούλευαν πυρετωδώς, ενώ στο λόφο δυτικά του θεάτρου μια ομάδα σε πηγαδάκι συζητούσε έντονα. Στο λόφο εκείνο ανακαλύφθηκαν πρόσφατα τρία αγάλματα του 2ου αιώνα μ.Χ. Στην προσπάθεια μας να πλησιάσουμε, μας σταμάτησαν καθώς όπως μας λέχθηκε, τα αγάλματα ήταν φυλαγμένα στην άμμο αναμένοντας τον επικεφαλής των εργασιών, καθηγητή Οζκιέρ Οζκιουνέρ από το πανεπιστήμιο της Άγκυρας να έρθει στην Κύπρο για να τα αποκαλύψει».
Οι ανασκαφές στον κατεχόμενο αρχαιολογικό χώρο της Σαλαμίνας άρχισαν το 1998. Οι ανασκαφές , σύμφωνα με το ρεπορτάζ, που έγιναν το 2000 αποκάλυψαν τα ρωμαϊκά λουτρά. Ήρθαν στο φως οι θέρμες που οδηγούσαν στα δημόσια λουτρά της πόλης και έγινε η αποκάλυψη των δωματίων όπου διοχετευόταν το ζεστό και κρύο νερό, τα οποία είναι διακοσμημένα με ψηφιδωτό «Οpussectile». Στις ανασκαφές που έγιναν το 2001 εντοπίστηκε ο ρωμαϊκός δρόμος, μήκους τριών χιλιομέτρων, ο οποίος έχει ανασκαφεί πλήρως και ο οποίος καταλήγει δυτικά προς το παλιό λιμάνι της πόλης. Βόρεια του δρόμου υπάρχει ένας λόφος, όπου οι ανασκαφές αποκάλυψαν ότι κάτω υπήρχε μια διασταύρωση που κατέληγε σε μια μια Πύλη. Από εδώ ένας δρόμος οδηγούσε στα λουτρά και ο άλλος προς το Γυμνάσιο και το Αμφιθέατρο. Μια άλλη σημαντική ανακάλυψη, όπως αναφέρεται, είναι ότι η βόρεια είσοδος της Πύλης σφραγίστηκε, πιθανόν κατά τη διάρκεια των αραβικών επιδρομών. Τον χώρο πίσω από τη σφραγισμένη πλευρά της πόλης, κοσμούν δύο κορινθιακού ρυθμού κίονες σε τέλεια κατάσταση.
Το 2003 οι εργασίες συνεχίστηκαν στη νότια πλευρά του ρωμαϊκού δρόμου, η οποία οδηγεί στην κατοικημένη περιοχή της αρχαίας πόλης. Κατά τις ανασκαφές που έγιναν πέρσι, για πρώτη φορά ανακαλύφθηκαν τρία μεγάλα ρωμαϊκά αγάλματα, ύψους δύο μέτρων και είκοσι εκατοστών, που τοποθετούνται στο 2ο αιώνα π.Χ. Βρέθηκαν στο σημείο (frigidarium), των Ρωμαϊκών Λουτρών και στην προέκταση της λεωφόρου προς τη θάλασσα που έχει κατεύθυνση Ανατολικά και Δυτικά.
Πιστεύεται ότι το ένα από τα ακέφαλα αγάλματα ανήκει σε ρωμαϊκή προσωπικότητα, ενώ το άλλο φαίνεται να ανήκει στον Θεό Άδη. Το τρίτο ακέραιο άγαλμα ανήκει στη σύζυγό του Περσεφόνη. Δύο αγάλματα που δεν έχουν κεφάλια, ούτε πόδια πιστεύεται ότι είναι αγάλματα Σατύρων.
Το χώρο επισκέφθηκε η δημοσιογράφος της εφημερίδας Μαρίνα Σχίζα, η οποία περιγράφει την κατάσταση, που βρήκε στην αρχαία Σαλαμίνα, ως εξής: «Ήταν πρωί όταν φτάσαμε στον αρχαιολογικό χώρο της Σαλαμίνας. Υπήρχε έντονη δραστηριότητα. Αυτοκίνητα και φορτηγά πηγαινοέρχονταν. Περπατήσαμε μέχρι το αρχαίο θέατρο όπου εργάτες προσπαθούσαν να καθαρίσουν την περιοχή από ό,τι απέμεινε από τη συναυλία το προηγούμενο βράδυ στο πλαίσιο του Φεστιβάλ που γίνεται κάθε καλοκαίρι στην Αμμόχωστο. Διασχίσαμε το Θέατρο και απέναντι φάνηκε ο χώρος, όπου διεξάγονται τα τελευταία χρόνια οι ανασκαφές από το Πανεπιστήμιο της Άγκυρας. Αρχαιολόγοι, τεχνικοί και εργάτες δούλευαν πυρετωδώς, ενώ στο λόφο δυτικά του θεάτρου μια ομάδα σε πηγαδάκι συζητούσε έντονα. Στο λόφο εκείνο ανακαλύφθηκαν πρόσφατα τρία αγάλματα του 2ου αιώνα μ.Χ. Στην προσπάθεια μας να πλησιάσουμε, μας σταμάτησαν καθώς όπως μας λέχθηκε, τα αγάλματα ήταν φυλαγμένα στην άμμο αναμένοντας τον επικεφαλής των εργασιών, καθηγητή Οζκιέρ Οζκιουνέρ από το πανεπιστήμιο της Άγκυρας να έρθει στην Κύπρο για να τα αποκαλύψει».
Οι ανασκαφές στον κατεχόμενο αρχαιολογικό χώρο της Σαλαμίνας άρχισαν το 1998. Οι ανασκαφές , σύμφωνα με το ρεπορτάζ, που έγιναν το 2000 αποκάλυψαν τα ρωμαϊκά λουτρά. Ήρθαν στο φως οι θέρμες που οδηγούσαν στα δημόσια λουτρά της πόλης και έγινε η αποκάλυψη των δωματίων όπου διοχετευόταν το ζεστό και κρύο νερό, τα οποία είναι διακοσμημένα με ψηφιδωτό «Οpussectile». Στις ανασκαφές που έγιναν το 2001 εντοπίστηκε ο ρωμαϊκός δρόμος, μήκους τριών χιλιομέτρων, ο οποίος έχει ανασκαφεί πλήρως και ο οποίος καταλήγει δυτικά προς το παλιό λιμάνι της πόλης. Βόρεια του δρόμου υπάρχει ένας λόφος, όπου οι ανασκαφές αποκάλυψαν ότι κάτω υπήρχε μια διασταύρωση που κατέληγε σε μια μια Πύλη. Από εδώ ένας δρόμος οδηγούσε στα λουτρά και ο άλλος προς το Γυμνάσιο και το Αμφιθέατρο. Μια άλλη σημαντική ανακάλυψη, όπως αναφέρεται, είναι ότι η βόρεια είσοδος της Πύλης σφραγίστηκε, πιθανόν κατά τη διάρκεια των αραβικών επιδρομών. Τον χώρο πίσω από τη σφραγισμένη πλευρά της πόλης, κοσμούν δύο κορινθιακού ρυθμού κίονες σε τέλεια κατάσταση.
Το 2003 οι εργασίες συνεχίστηκαν στη νότια πλευρά του ρωμαϊκού δρόμου, η οποία οδηγεί στην κατοικημένη περιοχή της αρχαίας πόλης. Κατά τις ανασκαφές που έγιναν πέρσι, για πρώτη φορά ανακαλύφθηκαν τρία μεγάλα ρωμαϊκά αγάλματα, ύψους δύο μέτρων και είκοσι εκατοστών, που τοποθετούνται στο 2ο αιώνα π.Χ. Βρέθηκαν στο σημείο (frigidarium), των Ρωμαϊκών Λουτρών και στην προέκταση της λεωφόρου προς τη θάλασσα που έχει κατεύθυνση Ανατολικά και Δυτικά.
Πιστεύεται ότι το ένα από τα ακέφαλα αγάλματα ανήκει σε ρωμαϊκή προσωπικότητα, ενώ το άλλο φαίνεται να ανήκει στον Θεό Άδη. Το τρίτο ακέραιο άγαλμα ανήκει στη σύζυγό του Περσεφόνη. Δύο αγάλματα που δεν έχουν κεφάλια, ούτε πόδια πιστεύεται ότι είναι αγάλματα Σατύρων.
Ο αναπληρωτής επικεφαλής των ανασκαφών, δρ Ερχάν Όζτεπε (Εrhan Οztepe), σύμφωνα με την τουρκοκυπριακή εφημερίδα Κύπρις, δήλωνε ότι θα πρέπει να γίνει ένα μουσείο για τη Σαλαμίνα «επειδή έρχονται στο φως πολλά ιστορικά έργα από την αρχαία πόλη της Σαλαμίνας και επειδή καθώς διεξάγονται οι ανασκαφές ο αριθμός αυτών των έργων αυξάνεται».
Ειδικό κλιμάκιο, αναφέρεται στο ρεπορτάζ του «Φιλελεύθερου, από συντηρητές έρχεται στην Κύπρο και κάνει επεμβάσεις για τη συντήρηση των ήδη ανασκαμμένων πριν το 1974 από το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου αρχαιολογικών χώρων με πρώτη φάση τις δεξαμενές και τα ψηφιδωτά, ενώ στόχος είναι η τοπιοτέχνηση ολόκληρου του χώρου που καλύπτει το Θέατρο και το Γυμνάσιο της αρχαίας Σαλαμίνας. Ολόκληρο το πρόγραμμα χρηματοδοτείται από την Τουρκία και είναι φανερό ότι στόχος της είναι να προβάλει τη Σαλαμίνα διεθνώς ως τουριστικό προορισμό, μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς της «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου», συνειδητοποιώντας ότι έχει στα χέρια της έναν από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους της Μεσογείου.
Οι παράνομες ανασκαφές στην αρχαία Σαλαμίνα αποτελούν πρωτοφανές φαινόμενο στα διεθνή αρχαιολογικά χρονικά, σε αντίθεση με τις διεθνείς συμβάσεις, αφού η Διεθνής Σύμβαση της Χάγης, που υπέγραψε η Κύπρος το 1964 και η Τουρκία το 1965, απαγορεύει ρητά κάθε αρχαιολογική εργασία σε κατεχόμενη από ξένα στρατεύματα περιοχή χωρίς τη συγκατάθεση της νόμιμης κυβέρνησης της χώρας (άρθρο 5). Το άρθρο 9, που προστέθηκε στη Σύμβαση της Χάγης τον Μάη του 1999 και επικυρώθηκε ήδη από 30 χώρες, τονίζει ακόμη πιο έντονα την αντίθεση της διεθνούς κοινότητας στην ανάληψη αρχαιολογικών ανασκαφών.
Δημοσιεύματα του τουρκοκυπριακού Τύπου προβάλλουν τις φετινές ανασκαφές. σε κατεχόμενες περιοχές. Την ανακοίνωση για τις φετινές ανασκαφές έκανε σε συνέντευξη Τύπου ο «πρύτανης» του λεγόμενου πανεπιστημίου ανατολικής Μεσογείου, Αμπντουλάχ Οζτοπράκ, σημειώνοντας ότι μέσα σε 10 μέρες έχουν βρεθεί συνολικά 4 αγάλματα. Μέλος της ομάδας, η Αϊτσά Οζκάν ανέφερε ότι η ανεύρεση των αγαλμάτων έχει αυξήσει τις ελπίδες για την προοπτική πλούσιων ιστορικών ευρημάτων στα Ρωμαϊκά λουτρά. Οι εργασίες ολοκληρώθηκαν στις 25 Ιουλίου και όπως πρόσθεσε η Οζκάν πρόθεσή τους είναι του χρόνου να αναπαλαιώσουν τα Ρωμαϊκά λουτρά ώστε να γίνουν μέρος της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Στην ίδια διάσκεψη ο υπουργός Συγκοινωνιών του ψευδοκράτους Ηamza Εrsan Sanerυπογράμμισε το γεγονός ότι αντίγραφα των αγαλμάτων που ανακαλύφθηκαν το 2009, εκτέθηκαν στη Διεθνή Έκθεση Τουρισμού στη Γερμανία και η «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου» πήρε το βραβείο για το καλύτερο περίπτερο.
Ειδικό κλιμάκιο, αναφέρεται στο ρεπορτάζ του «Φιλελεύθερου, από συντηρητές έρχεται στην Κύπρο και κάνει επεμβάσεις για τη συντήρηση των ήδη ανασκαμμένων πριν το 1974 από το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου αρχαιολογικών χώρων με πρώτη φάση τις δεξαμενές και τα ψηφιδωτά, ενώ στόχος είναι η τοπιοτέχνηση ολόκληρου του χώρου που καλύπτει το Θέατρο και το Γυμνάσιο της αρχαίας Σαλαμίνας. Ολόκληρο το πρόγραμμα χρηματοδοτείται από την Τουρκία και είναι φανερό ότι στόχος της είναι να προβάλει τη Σαλαμίνα διεθνώς ως τουριστικό προορισμό, μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς της «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου», συνειδητοποιώντας ότι έχει στα χέρια της έναν από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους της Μεσογείου.
Οι παράνομες ανασκαφές στην αρχαία Σαλαμίνα αποτελούν πρωτοφανές φαινόμενο στα διεθνή αρχαιολογικά χρονικά, σε αντίθεση με τις διεθνείς συμβάσεις, αφού η Διεθνής Σύμβαση της Χάγης, που υπέγραψε η Κύπρος το 1964 και η Τουρκία το 1965, απαγορεύει ρητά κάθε αρχαιολογική εργασία σε κατεχόμενη από ξένα στρατεύματα περιοχή χωρίς τη συγκατάθεση της νόμιμης κυβέρνησης της χώρας (άρθρο 5). Το άρθρο 9, που προστέθηκε στη Σύμβαση της Χάγης τον Μάη του 1999 και επικυρώθηκε ήδη από 30 χώρες, τονίζει ακόμη πιο έντονα την αντίθεση της διεθνούς κοινότητας στην ανάληψη αρχαιολογικών ανασκαφών.
Δημοσιεύματα του τουρκοκυπριακού Τύπου προβάλλουν τις φετινές ανασκαφές. σε κατεχόμενες περιοχές. Την ανακοίνωση για τις φετινές ανασκαφές έκανε σε συνέντευξη Τύπου ο «πρύτανης» του λεγόμενου πανεπιστημίου ανατολικής Μεσογείου, Αμπντουλάχ Οζτοπράκ, σημειώνοντας ότι μέσα σε 10 μέρες έχουν βρεθεί συνολικά 4 αγάλματα. Μέλος της ομάδας, η Αϊτσά Οζκάν ανέφερε ότι η ανεύρεση των αγαλμάτων έχει αυξήσει τις ελπίδες για την προοπτική πλούσιων ιστορικών ευρημάτων στα Ρωμαϊκά λουτρά. Οι εργασίες ολοκληρώθηκαν στις 25 Ιουλίου και όπως πρόσθεσε η Οζκάν πρόθεσή τους είναι του χρόνου να αναπαλαιώσουν τα Ρωμαϊκά λουτρά ώστε να γίνουν μέρος της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Στην ίδια διάσκεψη ο υπουργός Συγκοινωνιών του ψευδοκράτους Ηamza Εrsan Sanerυπογράμμισε το γεγονός ότι αντίγραφα των αγαλμάτων που ανακαλύφθηκαν το 2009, εκτέθηκαν στη Διεθνή Έκθεση Τουρισμού στη Γερμανία και η «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου» πήρε το βραβείο για το καλύτερο περίπτερο.
Το Κυπριακό Υπουργείο Εξωτερικών έκανε διαβήματα σε διεθνείς οργανισμούς και το θέμα καταγγέλθηκε στην ΟΥΝΕΣΚΟ, τα Ηνωμένα Έθνη και το Συμβούλιο της Ευρώπης επικαλούμενο τις κατευθυντήριες γραμμές της ΟΥΝΕΣΚΟ προς τα κράτη μέλη της που αποτρέπουν τη διεξαγωγή ανασκαφών σε κατεχόμενες περιοχές και τη σύμβαση της Χάγης που επίσης απαγορεύει τις ανασκαφές σε κατεχόμενες περιοχές.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ
Η Σαλαμίνα υπήρξε πρωτεύουσα της Κύπρου για χίλια περίπου χρόνια και σύμφωνα με την παράδοση ιδρύθηκε από τον Τεύκρο, γιό του Τελαμώνα, βασιλιά του νησιού της Σαλαμίνας και αδελφού του Αίαντα, ο οποίος κατέφθασε στην Κύπρο μαζί με άλλους Έλληνες με το τέλος του Τρωικού πολέμου. Στην ‘Ελένη’ του Ευριπίδη ο Τεύκρος εξηγεί ότι τον διέταξε ο Απόλλωνας να μην επιστρέψει στα πάτριά του εδάφη, αλλά να πάει στο νησί της Κύπρου αφού δεν είχε καταφέρει να προλάβει την αυτοκτονία του Αίαντα, ούτε κατάφερε να εκδικηθεί το θάνατό του.
Ο άνθρωπος, που έφερε στο φως την αρχαία Σαλαμίνα, είναι κατά κύριο λόγο ο Κύπριος αρχαιολόγος και καθηγητής Βάσος Καραγιώργης, ο οποίος διετέλεσε διευθυντής του Τμήματος Αρχαιοτήτων Κύπρου.
Σύμφωνα με στοιχεία του Τμήματος Αρχαιοτήτων Κύπρου από το 1957 μέχρι το 1967 το Τμήμα ανέσκαψε διεξοδικά τη νεκρόπολη της Σαλαμίνας η οποία βρίσκεται μεταξύ της πόλης της Σαλαμίνας και της κοντινής Έγκωμης η οποία είναι σημαντική θέση της Ύστερης Έποχής του Χαλκού. Οι τάφοι της νεκρόπολης, οι οποίοι χαρακτηρίζονται ως ‘βασιλικοί’ είναι εξαιρετικής σημασίας τόσο λόγω του μεγέθους και της μνημειακότητας τους, όσο και λόγω της πληθώρας των κτερισμάτων που βρέθηκαν μέσα σε αυτούς.
Οι τάφοι χρονολογούνται κυρίως στους 8ο – 6ο αι. π.Χ. Στα δυτικά της νεκρόπολης της Σαλαμίνας, το Τμήμα Αρχαιοτήτων ανακάλυψε το κενοτάφιο του τελευταίου βασιλιά της Σαλαμίνας, Νικοκρέοντα, και των μελών της οικογένειάς του, οι οποίοι πέθαναν το 311 π.Χ. σύμφωνα με τον ιστορικό Διόδωρο.
Σύμφωνα με στοιχεία του Τμήματος Αρχαιοτήτων Κύπρου από το 1957 μέχρι το 1967 το Τμήμα ανέσκαψε διεξοδικά τη νεκρόπολη της Σαλαμίνας η οποία βρίσκεται μεταξύ της πόλης της Σαλαμίνας και της κοντινής Έγκωμης η οποία είναι σημαντική θέση της Ύστερης Έποχής του Χαλκού. Οι τάφοι της νεκρόπολης, οι οποίοι χαρακτηρίζονται ως ‘βασιλικοί’ είναι εξαιρετικής σημασίας τόσο λόγω του μεγέθους και της μνημειακότητας τους, όσο και λόγω της πληθώρας των κτερισμάτων που βρέθηκαν μέσα σε αυτούς.
Οι τάφοι χρονολογούνται κυρίως στους 8ο – 6ο αι. π.Χ. Στα δυτικά της νεκρόπολης της Σαλαμίνας, το Τμήμα Αρχαιοτήτων ανακάλυψε το κενοτάφιο του τελευταίου βασιλιά της Σαλαμίνας, Νικοκρέοντα, και των μελών της οικογένειάς του, οι οποίοι πέθαναν το 311 π.Χ. σύμφωνα με τον ιστορικό Διόδωρο.
Σήμερα, στο Κυπριακό Μουσείο στη Λευκωσία εκτίθεται ο συντηρημένος ξύλινος θρόνος και ένα κρεβάτι από το δρόμο του Τάφου 79. Τα δύο αυτά αντικείμενα φέρουν πλάκες από ελεφαντόδοντο οι οποίες είναι σκαλισμένες, ενώ υπάρχουν άλλα αντικείμενα από τον ίδιο χώρο που διατηρούν ίχνη από άργυρο.
Από το 1952 μέχρι το 1974 το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου διεξήγαγε διεξοδικές αρχαιολογικές έρευνες στην περιοχή που απλώνεται κατά μήκος της ακτής της Σαλαμίνας, στα βόρεια της μεσαιωνικής πόλης της Αμμοχώστου. Οι ανασκαφές αυτές έφεραν στο φως δύο σημαντικά μνημεία της Ρωμαϊκής περιόδου : το Γυμνάσιο και το Θέατρο.
Η παλαίστρα του Γυμνασίου περιβάλλεται από ένα τετράπλευρο προστώο, η στέγη του οποίου στηριζόταν από μονολιθικούς μαρμάρινους κίονες.
Τα λουτρά του Γυμνασίου διατηρούν τοίχους οι οποίοι φτάνουν σε ύψος οκτώ μέτρων και κοσμούνταν με ψηφιδωτά και τοιχογραφίες με σκηνές από την Ελληνική μυθολογία. Πολλές από αυτές τις παραστάσεις σώθηκαν και συντηρήθηκαν επί τόπου.
Στα προστώα του Γυμνασίου βρέθηκε μεγάλος αριθμός μαρμάρινων αγαλμάτων θεών και ηρώων από την Ελληνική μυθολογία. Κάποια από τα αγάλματα παρέμειναν στο χώρο ενώ άλλα μεταφέρθηκαν στο Κυπριακό Μουσείο, Λευκωσία και στο Επαρχιακό Μουσείο Αμμοχώστου (σήμερα κατεχόμενο).
Από το 1952 μέχρι το 1974 το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου διεξήγαγε διεξοδικές αρχαιολογικές έρευνες στην περιοχή που απλώνεται κατά μήκος της ακτής της Σαλαμίνας, στα βόρεια της μεσαιωνικής πόλης της Αμμοχώστου. Οι ανασκαφές αυτές έφεραν στο φως δύο σημαντικά μνημεία της Ρωμαϊκής περιόδου : το Γυμνάσιο και το Θέατρο.
Η παλαίστρα του Γυμνασίου περιβάλλεται από ένα τετράπλευρο προστώο, η στέγη του οποίου στηριζόταν από μονολιθικούς μαρμάρινους κίονες.
Τα λουτρά του Γυμνασίου διατηρούν τοίχους οι οποίοι φτάνουν σε ύψος οκτώ μέτρων και κοσμούνταν με ψηφιδωτά και τοιχογραφίες με σκηνές από την Ελληνική μυθολογία. Πολλές από αυτές τις παραστάσεις σώθηκαν και συντηρήθηκαν επί τόπου.
Στα προστώα του Γυμνασίου βρέθηκε μεγάλος αριθμός μαρμάρινων αγαλμάτων θεών και ηρώων από την Ελληνική μυθολογία. Κάποια από τα αγάλματα παρέμειναν στο χώρο ενώ άλλα μεταφέρθηκαν στο Κυπριακό Μουσείο, Λευκωσία και στο Επαρχιακό Μουσείο Αμμοχώστου (σήμερα κατεχόμενο).
Τα κατάλοιπα του Θεάτρου ανασκάφηκαν και αποκαταστάθηκαν εν μέρει ούτως ώστε το Θέατρο να μπορεί να φιλοξενεί θεατρικές και μουσικές εκδηλώσεις. Το θέατρο αυτό κατά την αρχαιότητα υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα θέατρα της ανατολικής Μεσογείου.
Κατά τα έτη 1972 και 1973 ομάδα Κυπρίων αρχαιολόγων ξεκίνησαν την ανασκαφή ενός αμφιθεάτρου το οποίο βρίσκεται μεταξύ του Θεάτρου και του Γυμνασίου. Η ανασκαφή αυτή διακόπηκε απότομα το καλοκαίρι του 1974 με την Τούρκικη εισβολή του νησιού και την κατάληψη της Σαλαμίνας από τις Τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις.
Επί δέκα έτη (1964 – 1974), Γάλλοι αρχαιολόγοι από το Πανεπιστήμιο της Λυών, εργάστηκαν σε συνεργασία με το Τμήμα Αρχαιοτήτων για να αποκαλύψουν τα αρχαιολογικά κατάλοιπα στη Σαλαμίνα. Εκτός από τα προαναφερθέντα αρχαιολογικά στοιχεία επίσης ανασκάφηκαν και τα εξής: ένα Αρχαϊκό ιερό, τα Ελληνο – Ρωμαϊκά κατάλοιπα ναού του Διός, το ελαιοτριβείο (πρωτοχριστιανικής περιόδου) και μια πρωτοχριστιανική βασιλική.
Στις ακαδημαϊκές δημοσιεύσεις της δεκαετίας του 1960 η Σαλαμίνα χαρακτηρίστηκε ως ένας από τους πιο σημαντικούς αρχαιολογικούς χώρους της Μεσογείου. Φοιτητές και αρχαιολόγοι από όλο τον κόσμο έχουν συμπεριλάβει ευρήματα από το χώρο αυτό στις διδακτορικές τους διατριβές και σε άρθρα. Τα ευρήματα από τη νεκρόπολη της Σαλαμίνας έχουν αποτελέσει το κύριο θέμα σεμιναρίων σε πολλά διεθνή πανεπιστήμια.
Το καλοκαίρι του 1974 όταν εισέβαλε στην Κύπρο ο Τουρκικός στρατός, κάθε αρχαιολογική έρευνα στο χώρο της Σαλαμίνας διακόπηκε. Τραγική συνέπεια της εισβολής υπήρξε η λεηλασία του υποστατικού ανασκαφής του Τμήματος Αρχαιοτήτων όπου φυλάγονταν έγγραφα και αρχαιολογικό υλικό. Η Γαλλική αρχαιολογική αποστολή επίσης δεν είχε πρόσβαση στο δικό της υποστατικό ανασκαφής όπου φυλάσσονταν τα έγγραφα, τα σχέδια, οι φωτογραφίες και τα ευρήματα από τις ανασκαφές στη Σαλαμίνα.
Επί δέκα έτη (1964 – 1974), Γάλλοι αρχαιολόγοι από το Πανεπιστήμιο της Λυών, εργάστηκαν σε συνεργασία με το Τμήμα Αρχαιοτήτων για να αποκαλύψουν τα αρχαιολογικά κατάλοιπα στη Σαλαμίνα. Εκτός από τα προαναφερθέντα αρχαιολογικά στοιχεία επίσης ανασκάφηκαν και τα εξής: ένα Αρχαϊκό ιερό, τα Ελληνο – Ρωμαϊκά κατάλοιπα ναού του Διός, το ελαιοτριβείο (πρωτοχριστιανικής περιόδου) και μια πρωτοχριστιανική βασιλική.
Στις ακαδημαϊκές δημοσιεύσεις της δεκαετίας του 1960 η Σαλαμίνα χαρακτηρίστηκε ως ένας από τους πιο σημαντικούς αρχαιολογικούς χώρους της Μεσογείου. Φοιτητές και αρχαιολόγοι από όλο τον κόσμο έχουν συμπεριλάβει ευρήματα από το χώρο αυτό στις διδακτορικές τους διατριβές και σε άρθρα. Τα ευρήματα από τη νεκρόπολη της Σαλαμίνας έχουν αποτελέσει το κύριο θέμα σεμιναρίων σε πολλά διεθνή πανεπιστήμια.
Το καλοκαίρι του 1974 όταν εισέβαλε στην Κύπρο ο Τουρκικός στρατός, κάθε αρχαιολογική έρευνα στο χώρο της Σαλαμίνας διακόπηκε. Τραγική συνέπεια της εισβολής υπήρξε η λεηλασία του υποστατικού ανασκαφής του Τμήματος Αρχαιοτήτων όπου φυλάγονταν έγγραφα και αρχαιολογικό υλικό. Η Γαλλική αρχαιολογική αποστολή επίσης δεν είχε πρόσβαση στο δικό της υποστατικό ανασκαφής όπου φυλάσσονταν τα έγγραφα, τα σχέδια, οι φωτογραφίες και τα ευρήματα από τις ανασκαφές στη Σαλαμίνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου