Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου
Άκης Μπελεζίνης: Λάμψεις από το Άβατο. Στη μουσική του Άντον Μπρούκνερ (1824 – 1896). Στη ζωγραφική του Κάσπαρ Ντάφιντ Φρήντριχ (1774 – 1840). Στη φιλοσοφία του Μάρτιν Χάϊντεγγερ (1889 – 1976).
Άβατον. Το άδυτον. Άδυτον. Εκεί όπου δεν επιτρέπεται η είσοδος. Χώρος του αρρήτου. Άφατον. Για πάντα χαραγμένη στη μνήμη η έννοια του μη αποδείξιμου αληθούς.
«Διψασμένοι για λίγη λάμψη όρους Θαβώρ» (Οδ. Ελύτης). Το όρος Θαβώρ σηματοδοτεί τη μεταμόρφωση, τη μεταστοιχείωση της φθαρτής πραγματικότητας σε δυνάμει αιώνια δια της δικής μας πνευματικής ενέργειας, διά της ίδιας της ποιητικής λειτουργίας. Για να ξεδιψάσουμε... Ελλαμπόμενοι από το άβατο, όπου υπάρχουν αλήθειες οι οποίες δεν τραγουδιούνται, δεν ζωγραφίζονται, δεν λέγονται. Αλλά υπάρχουν, πάντοτε προς ανακάλυψιν. Αρκεί να πάρουμε το μονοπάτι του δάσους και να περιπλανηθούμε διακινδυνεύοντας τα αυτονόητα και σταματώντας ξαφνικά μπροστά στο άβατο από τα χορτάρια μονοπάτι. Κάθε τέτοιο μονοπάτι οδηγεί στις πηγές. Και μόνο όποιος διατρέχει κινδύνους μπορεί να πλησιάσει την αλήθεια.
Άβατον. Το άδυτον. Άδυτον. Εκεί όπου δεν επιτρέπεται η είσοδος. Χώρος του αρρήτου. Άφατον. Για πάντα χαραγμένη στη μνήμη η έννοια του μη αποδείξιμου αληθούς.
«Διψασμένοι για λίγη λάμψη όρους Θαβώρ» (Οδ. Ελύτης). Το όρος Θαβώρ σηματοδοτεί τη μεταμόρφωση, τη μεταστοιχείωση της φθαρτής πραγματικότητας σε δυνάμει αιώνια δια της δικής μας πνευματικής ενέργειας, διά της ίδιας της ποιητικής λειτουργίας. Για να ξεδιψάσουμε... Ελλαμπόμενοι από το άβατο, όπου υπάρχουν αλήθειες οι οποίες δεν τραγουδιούνται, δεν ζωγραφίζονται, δεν λέγονται. Αλλά υπάρχουν, πάντοτε προς ανακάλυψιν. Αρκεί να πάρουμε το μονοπάτι του δάσους και να περιπλανηθούμε διακινδυνεύοντας τα αυτονόητα και σταματώντας ξαφνικά μπροστά στο άβατο από τα χορτάρια μονοπάτι. Κάθε τέτοιο μονοπάτι οδηγεί στις πηγές. Και μόνο όποιος διατρέχει κινδύνους μπορεί να πλησιάσει την αλήθεια.
Ο Άκης Μπελεζίνης ως άλλος οδοιπόρος πάνω από θάλασσα ομίχλης – όπως ονομάζεται ο ομώνυμος πίνακας του Φρήντριχ – διάβηκε δύσβατα μονοπάτια εν μέσω ομίχλης πολλής και κατόρθωσε να ανορθώσει μέσα μας, με το εν κυριολεξία πόνημά του που παρουσιάζουμε σήμερα, την έννοια του Υψηλού. Όπως πολύ εύστοχα σημειώνει ο ίδιος, «το Υψηλό βρίσκεται πέρα από το Ωραίο. Ενώ το Ωραίο συνδέεται με τη χαρά και την αγάπη, το Υψηλό αναδύεται από τη σκοτεινή πλευρά της ψυχής και συνοδεύεται από δέος και τρόμο. Το Υψηλό προϋποθέτει το τεράστιο, το βαρύ, το τραχύ, το σκοτεινό, ενώ το Ωραίο προϋποθέτει το όχι πολύ μεγάλο, το όχι πολύ βαρύ, το ομαλό, το ευχάριστα χρωματιστό, το βολικό. Προς το Ωραίο τείνει η διάθεση εκείνου που γεμάτος ιλαρότητα παραδίδεται στις απολαύσεις, προς το Υψηλό η διάθεση του μελαγχολικού». Και το ποτάμι της μελαγχολίας κυλάει βαθιά μέσα στην ψυχή των ηρώων του βιβλίου. Και μαζί το ποτάμι της ποίησης...
Ο συγγραφέας ανιχνεύει με ευλάβεια «την των συμβόλων έκβασιν». Ως άλλος Σαμπολιόν αποκρυπτογραφεί την συμφωνική μουσική γραφή του Μπρούκνερ, τα βασικά σύμβολα των έργων του Φρήντριχ και την φιλοσοφία του Χάϊντεγγερ που ερμηνεύεται ως μια «μουσική ποιητική», παρά το γεγονός ότι ο μεγάλος φιλόσοφος δεν ασχολήθηκε με την τέχνη της μουσικής.
Ο Άκης Μπελεζίνης ασχολείται με την τέχνη των συμβόλων και αναδεικνύεται μαΐστωρ στην ερμηνεία τους. Ταυτόχρονα μας δίνει το ερμηνευτικό κλειδί: Το σύμβολο δεν ταυτίζεται πλήρως με την πραγματικότητα ή την αλήθεια, αλλά και δεν είναι εντελώς ξένο και άσχετο προς την πραγματικότητα ή την αλήθεια. Κατά κάποιο τρόπο, που πρέπει να ερευνηθεί ή επισημανθεί, μετέχει σ΄ αυτήν. Το σύμβολο είναι μια μορφή παραδόξου. Συγχρόνως δεν είναι και είναι η πραγματικότητα. Αλλά ιδιαίτερη σημασία έχουν και οι τρόποι συνδυασμού των συμβόλων. Είναι κι αυτοί σύμβολα. Έτσι, ο συγγραφέας επισημαίνει και αναλύει, με πρωτοτυπία είναι αλήθεια, τα σύμβολα στη μουσική του Μπρούκνερ και πώς αυτά είναι ένα προς ένα ισόμορφα με τα σύμβολα της ζωγραφικής του Φρήντριχ και με τις απόψεις περί τέχνης του Χάϊντεγγερ.
Ο συγγραφέας ανιχνεύει με ευλάβεια «την των συμβόλων έκβασιν». Ως άλλος Σαμπολιόν αποκρυπτογραφεί την συμφωνική μουσική γραφή του Μπρούκνερ, τα βασικά σύμβολα των έργων του Φρήντριχ και την φιλοσοφία του Χάϊντεγγερ που ερμηνεύεται ως μια «μουσική ποιητική», παρά το γεγονός ότι ο μεγάλος φιλόσοφος δεν ασχολήθηκε με την τέχνη της μουσικής.
Ο Άκης Μπελεζίνης ασχολείται με την τέχνη των συμβόλων και αναδεικνύεται μαΐστωρ στην ερμηνεία τους. Ταυτόχρονα μας δίνει το ερμηνευτικό κλειδί: Το σύμβολο δεν ταυτίζεται πλήρως με την πραγματικότητα ή την αλήθεια, αλλά και δεν είναι εντελώς ξένο και άσχετο προς την πραγματικότητα ή την αλήθεια. Κατά κάποιο τρόπο, που πρέπει να ερευνηθεί ή επισημανθεί, μετέχει σ΄ αυτήν. Το σύμβολο είναι μια μορφή παραδόξου. Συγχρόνως δεν είναι και είναι η πραγματικότητα. Αλλά ιδιαίτερη σημασία έχουν και οι τρόποι συνδυασμού των συμβόλων. Είναι κι αυτοί σύμβολα. Έτσι, ο συγγραφέας επισημαίνει και αναλύει, με πρωτοτυπία είναι αλήθεια, τα σύμβολα στη μουσική του Μπρούκνερ και πώς αυτά είναι ένα προς ένα ισόμορφα με τα σύμβολα της ζωγραφικής του Φρήντριχ και με τις απόψεις περί τέχνης του Χάϊντεγγερ.
Το εγχείρημα του Μπελεζίνη είναι πρωτοποριακό για τα ελληνικά δεδομένα. Ο Νίκος Δοντάς επεσήμανε, σε σχετικό άρθρο του στην «Καθημερινή» (2-11-2003), ότι «τέτοιες προσεγγίσεις είναι ακόμα ασυνήθεις στη χώρα μας». Ο μεγάλος μουσικολόγος Κωνσταντίνος Φλώρος σε πρόσφατη συνέντευξή του (Καθημερινή, 9-11-2003) δικαιώνει απόλυτα την οπτική του Μπελεζίνη όταν λέει: «Πιστεύω στην διεπιστημονική έρευνα, που περιλαμβάνει τη φιλοσοφία, τις τέχνες, την ψυχολογία. Ιδιαίτερα η ψυχολογία είναι πολύ σημαντική, διότι στο κέντρο του ανθρώπου βρίσκεται η ψυχή». Ο Κωνσταντίνος Φλώρος έχει γράψει επιστημονικά άρθρα για τον Μπρούκνερ και σύντομα αναμένεται η έκδοση της μονογραφίας του για τον μεγάλο αυτό συνθέτη.
Γιατί άραγε τέτοιο ενδιαφέρον για τη μουσική του Μπρούκνερ στις μέρες μας; Ο συγγραφέας δίνει μια πολύ ενδιαφέρουσα απάντηση: «Σε εποχές μεταβατικές ανακαλύφθηκε ξανά μουσική ξεχασμένη, αλλά με αλήθειες που διαβρέχουν. Η μεταμοντέρνα κοινωνία της τελευταίας δεκαπενταετίας στράφηκε προς τον Μπούκνερ».
Τί έχει να πει όμως σε μας σήμερα ένας ανασφαλής, επαρχιώτης χωρικός της Αυστρίας του 19ου αιώνα, κακοντυμένος, άξεστος, ανισόρροπος, χωρίς καμιά ιδιαίτερη γοητεία και χωρίς φιλοσοφικές προϋποθέσεις, όπως απαιτούσε η εποχή, αφού η μουσική εξεταζόταν όχι από την πλευρά του συνθέτη, αλλά από αυτήν του φιλοσόφου; Ναι, ο Μπρούκνερ, λόγω καταγωγής και σχετικής παιδείας, ήταν ένας εξαίρετος οργανίστας και ένας σπουδαίος συνθέτης εκκλησιαστικής μουσικής. Ο δοξαστικός ύμνος «Te Deum», θεωρείται από τα κορυφαία του είδους. Ο Μπελεζίνης παρατηρεί για το έργο αυτό: «Σπάνια, για να μην πω ουδέποτε, δοξολόγησε συνθέτης τον Θεό του με τέτοια δύναμη». Ο Μπρούκνερ ήταν φύση θρησκευτική και γι΄ αυτό η συμφωνία, στην οποία τελικά διέπρεψε, ήταν ένα είδος τελετουργίας. Ο αρμονικός πλούτος της ορχήστρας του Μπρούκνερ, τα σκοτεινά και διαπεραστικά της ηχοχρώματα – αντίστοιχα των χρωμάτων στη ζωγραφική του Φρήντριχ – η δυναμική και ρωμαλέα έκφραση, οι διαρκείς κορυφώσεις της μουσικής του, όλα αυτά μοιάζουν να ξεφεύγουν απ΄ όλους τους συνηθισμένους περιορισμούς και τείνουν προς το άπειρο. Η μουσική του έχει έναν αυστηρό και εκστατικό χαρακτήρα. Ο Μπρούκνερ συνέλαβε τη συμφωνία ως τελετουργία διαλογισμού. Γι΄ αυτό Μπρούκνερ επανήλθε δυναμικά στο προσκήνιο στο τέλος του 20ου αιώνα, για να συναντηθεί με τον κατακερματισμένο άνθρωπο του καιρού μας και να τον αφυπνίσει. Να του θρυμματίσει τις ψευδαισθήσεις, να τον στρέψει προς το Υψηλό και να τον αφήσει να αντικρύσει μόνος το ψυχρό, εκτυφλωτικό φως του κόσμου.
Στις 24 Σεπτεμβρίου του τρέχοντος έτους (2003) η Εθνική Ορχήστρα της Γαλλίας υπό την διεύθυνση του μεγάλου μαέστρου Κούρτ Μαζούρ, ερμήνευσε στο Ηρώδειο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, την «βαγκνερική» Συμφωνία αρ.3 του Άντον Μπρούκνερ. Ο Άκης Μπελεζίνης παρατηρεί στο βιβλίο του ότι ο τρόπος με τον οποίον φθάνει ο ήχος στον ακροατή εξαρτάται από το σχέδιο της αίθουσας και τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή της. Εδώ ο χώρος είναι ανοιχτός και άρα προβληματικός για να «χωρέσει» τη μουσική του Μπρούκνερ. Παρ΄ όλα αυτά ο μουσικοκριτικός Γιάννης Σβώλος έγραψε: «Σε πείσμα της εχθρικής ακουστικής του υπαίθριου χώρου, που απογύμνωσε τη μουσική από την πολύτιμη άλω των κορεσμένων με αρμονικές αντηχήσεων, η συμφωνία του αυστριακού συνθέτη απώλεσε μικρό μόνο μέρος της δόξας της. Η εκτέλεση διέθετε τη δέουσα ακρίβεια στη φραστική και τους απαραίτητους ανεβασμένους τόνους: δυναμική έως ηρωϊκή, με υποβλητικές μιλιταριστικές επελάσεις, τιτάνιες κορυφώσεις και αυστηρό – ίσως υπερβολικά αυστηρό – συναίσθημα... Η εκτέλεση δικαίωσε την παρτιτούρα. Επί πλέον, υπήρξε μια σπάνια, απολύτως ευπρόσδεκτη προσθήκη στα ζωντανά μουσικά μας ακούσματα» (Ελευθεροτυπία, 8-10-2003). Ο αυστηρός και δυσεύρετος Μπρούκνερ είναι πιο σύγχρονος από ποτέ. Σαν την αλήθεια, που είναι κατά τον Μ. Βασίλειο, «δυσθήρατος». Πάντα όμως παραμένει αλήθεια. Ο τρόπος του Είναι γίνεται σε μας προσιτός ως α-λήθεια, ανάδυση από τη λήθη. Το Είναι «κρύπτεσθαι φιλεί».
Η αλήθεια του Μπρούκνερ είναι κεκρυμμένη. Όπως παρατηρεί ο μεγάλος έλληνας μουσικολόγος Θρασύβουλος Γεωργιάδης «ως ρομαντικός ο Μπρούκνερ ξεκινά από το Εγώ, από τον εσωτερικό κόσμο. Αυτό τον οδηγεί στη σύλληψη του λόγου [αναφέρεται στις Λειτουργίες του] πέρα βέβαια από τα όρια της απλής διάθεσης, ωστόσο μόνο ως εσωτερικό βίωμα. Γι΄ αυτό είναι κατανοητό το ότι συχνά χαρακτηρίζεται ως μυστικιστής». Προτιμώ τον όρο «μυστικός». Διότι ο συνθέτης γνωρίζει πολύ καλά την αξία της σιωπής, της παύσης. Συχνά ο Μπρούκνερ σιωπά. Σιωπά για να ακούσει. Γι΄ αυτόν τον μεγάλο «μυστικό» της μουσικής ο μόνος τρόπος για να υποδηλώσει το απροσπέλαστο είναι η παύση. Κατά τον Χάϊντεγγερ, τα μέγιστα αποσιωπά Εκείνος που μπορεί με αυτά που θα πει να αφήσει να φανεί το μη λεχθέν. Ο Άκης Μπελεζίνης μάς τονίζει το γεγονός ότι ο Μπρούκνερ στην έκτη συμφωνία του χρησιμοποίησε τον φρύγιο τρόπο. Δηλαδή έναν από τους οκτώ τρόπους της Εκκλησιαστικής μουσικής που ανάγονται στην αρχαία Ελλάδα. Ο φρύγιος του Μπρούκνερ είναι «μυστικός». Ο συνθέτης ήθελε να ηχήσει στην έκτη συμφωνία του ένας τόνος μυστικός, προ πολλού ξεχασμένος, ξένος προς το κλίμα της εποχής.
Η αλήθεια του Μπρούκνερ είναι κεκρυμμένη. Όπως παρατηρεί ο μεγάλος έλληνας μουσικολόγος Θρασύβουλος Γεωργιάδης «ως ρομαντικός ο Μπρούκνερ ξεκινά από το Εγώ, από τον εσωτερικό κόσμο. Αυτό τον οδηγεί στη σύλληψη του λόγου [αναφέρεται στις Λειτουργίες του] πέρα βέβαια από τα όρια της απλής διάθεσης, ωστόσο μόνο ως εσωτερικό βίωμα. Γι΄ αυτό είναι κατανοητό το ότι συχνά χαρακτηρίζεται ως μυστικιστής». Προτιμώ τον όρο «μυστικός». Διότι ο συνθέτης γνωρίζει πολύ καλά την αξία της σιωπής, της παύσης. Συχνά ο Μπρούκνερ σιωπά. Σιωπά για να ακούσει. Γι΄ αυτόν τον μεγάλο «μυστικό» της μουσικής ο μόνος τρόπος για να υποδηλώσει το απροσπέλαστο είναι η παύση. Κατά τον Χάϊντεγγερ, τα μέγιστα αποσιωπά Εκείνος που μπορεί με αυτά που θα πει να αφήσει να φανεί το μη λεχθέν. Ο Άκης Μπελεζίνης μάς τονίζει το γεγονός ότι ο Μπρούκνερ στην έκτη συμφωνία του χρησιμοποίησε τον φρύγιο τρόπο. Δηλαδή έναν από τους οκτώ τρόπους της Εκκλησιαστικής μουσικής που ανάγονται στην αρχαία Ελλάδα. Ο φρύγιος του Μπρούκνερ είναι «μυστικός». Ο συνθέτης ήθελε να ηχήσει στην έκτη συμφωνία του ένας τόνος μυστικός, προ πολλού ξεχασμένος, ξένος προς το κλίμα της εποχής.
Ο Theodor Adorno προβαίνει σε μία σημαντική παρατήρηση που μας βοηθά να κατανοήσουμε την ιδιαίτερη περίπτωση του Μπρούκνερ: «Η ορχήστρα του Μπρούκνερ δεν θα ήταν αυτό που είναι από καθαρά μουσική άποψη , αν της έλειπε η ποιότητα του περικλείοντος στοιχείου του ηχητικού δάσους, που απλώνεται σαν θόλος γύρω από τον ακροατή». Αυτό το ηχητικό δάσος το ψηλαφούμε στα μονοπάτια της μουσικής γραφής του συνθέτη: τρέμολο, πολυφωνία και ταυτοφωνία, παύση, coda, λαίντλερ (δημοτικός χορός), κοράλ. Ο Άκης Μπελεζίνης μάς τα παρουσιάζει όλα αυτά μ΄ ένα τρόπο αναλυτικό και ταυτόχρονα ποιητικό, θα έλεγα.
Εντοπίζοντας τους ισομορφισμούς, δηλαδή τις αντιστοιχίες στη μουσική του Μπρούκνερ και στη ζωγραφική του Φρήντριχ, μας αποκαλύπτει τον κατ΄ εξοχήν μουσικό αλλά και κατά το ήμισυ οπτικό όρο «ηχόχρωμα». Στη ζωγραφική του Φρήντριχ ανακαλύπτουμε τους ήχους της εικόνας και στη μουσική του Μπρούκνερ τον εικονισμό των ήχων. Τέλος, στη φιλοσοφική σκέψη του Χάϊντεγγερ και την ποίηση του Χαίλντερλιν μαθητεύουμε στην αναζήτηση της σχεδόν ενορατικής εικόνας ενός διαρκώς αποκαλυπτόμενου και ταυτοχρόνως αποκρυπτόμενου σύμπαντος.
Δεν πρέπει να παραληφθεί εδώ το γεγονός ότι ο ίδιος ο Μπελεζίνης μεταφράζει όλα τα αποσπάσματα που χρειάστηκε, παρ΄ όλο που υπάρχουν έγκυρες μεταφράσεις του Χάϊντεγγερ και του Χαίλντερλιν.
Το βιβλιογραφικό σημείωμα στο τέλος του βιβλίου μας παραπέμπει στις πηγές του συγγραφέα που χρησιμοποίησε κριτικά, ενώ τις κατέχει εξαντλητικά. Εκεί φαίνεται η διεισδυτική ματιά του στην ουσία των πραγμάτων κι η ολωσδιόλου πρωτότυπη σύλληψη του εγχειρήματος.
Δεν πρέπει να παραληφθεί εδώ το γεγονός ότι ο ίδιος ο Μπελεζίνης μεταφράζει όλα τα αποσπάσματα που χρειάστηκε, παρ΄ όλο που υπάρχουν έγκυρες μεταφράσεις του Χάϊντεγγερ και του Χαίλντερλιν.
Το βιβλιογραφικό σημείωμα στο τέλος του βιβλίου μας παραπέμπει στις πηγές του συγγραφέα που χρησιμοποίησε κριτικά, ενώ τις κατέχει εξαντλητικά. Εκεί φαίνεται η διεισδυτική ματιά του στην ουσία των πραγμάτων κι η ολωσδιόλου πρωτότυπη σύλληψη του εγχειρήματος.
Στο φινάλε της τρίτης συμφωνίας ο Μπρούκνερ υποδηλώνει τη συνύπαρξη των αντιθέτων στη ζωή. Τα έγχορδα παίζουν χαρούμενα μια πόλκα και τα χάλκινα πνευστά ψάλλουν σιγανά ένα πένθιμο κοράλ. «Έτσι είναι η ζωή», είπε. «Η πόλκα συμβολίζει την ευθυμία και την ευφροσύνη του κόσμου, το κοράλ τη θλίψη και τον πόνο».
Το βιβλίο του Άκη Μπελεζίνη μάς αποκαλύπτει τη γοητεία του αβάτου. Δεν πρέπει να το πατήσουμε. Λίγες λάμψεις αρκούν. Για να συνειδητοποιήσουμε τελικά πόσο μεγάλη σημασία έχει να αληθεύει ο Βίος μας. Και είτε σαν οδοιπόροι είτε σαν σχοινοβάτες να έχουμε επίγνωση ότι χορεύουμε τη χαρούμενη πόλκα της ζωής, αλλά υποκείμεθα διαρκώς στην αυστηρή ψαλμωδία του θανάτου.
Το βιβλίο του Άκη Μπελεζίνη μάς αποκαλύπτει τη γοητεία του αβάτου. Δεν πρέπει να το πατήσουμε. Λίγες λάμψεις αρκούν. Για να συνειδητοποιήσουμε τελικά πόσο μεγάλη σημασία έχει να αληθεύει ο Βίος μας. Και είτε σαν οδοιπόροι είτε σαν σχοινοβάτες να έχουμε επίγνωση ότι χορεύουμε τη χαρούμενη πόλκα της ζωής, αλλά υποκείμεθα διαρκώς στην αυστηρή ψαλμωδία του θανάτου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου