Τα 15χρονα από την αποδημία του Μάνου Χατζιδάκι τιμήθηκαν το περασμένο Σάββατο από την εφημερίδα μας με το άκρως επιμελημένο ένθετο αφιερωμένο σ' αυτόν στη «Λέσχη Αθανάτων».
Τα αποφθέγματα (ρήσεις του μάλλον) διατηρούν στο ακέραιο την επικαιρότητά τους και αποτελούν δείκτες της ευθυκρισίας του, της τόλμης του και της ευφυΐας του. Εγώ θα ήθελα σήμερα να καταθέσω τα λίγα πράγματα που ξέρω για τον Μάνο. Γνωριστήκαμε το 1953 όταν είχε έρθει στη Θεσσαλονίκη για ένα ρεσιτάλ για δύο πιάνα με τον Αργύρη Κουνάδη (συνθέτη από τους πιο πρωτοποριακούς) και παίξαν, στην αίθουσα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, a quatres mains, το έργο ενός άγνωστου Ελληνα συνθέτη (την «Ελληνική Αποκριά»), που άκουγε στο όνομα Μίκης Θεοδωράκης.
Την ίδια χρονιά είχα εκδώσει το πρώτο μου βιβλίο «Η διήγηση του Ιάσονα», ο Μάνος το είχε διαβάσει κι έβαλε λυτούς και δεμένους για να με βρουν στη γενέθλια πόλη μου... Ημουν 19 χρονώ, εκείνος 30.
Βρεθήκαμε, μιλήσαμε, τα είπαμε, αγαπηθήκαμε κι από εκεί ξεκινάει μια φιλία που διήρκεσε (με ένα μικρό διάλειμμα στα πρώτα χρόνια της χούντας) μέχρι το τέλος.
Αλληλογραφούσαμε κι ο Μάνος επέμενε, εγώ ο βορειοελλαδίτης, να κατεβαίνω στην Αθήνα όσο πιο συχνά μπορώ.
Στο σπίτι του (οδός Μάνου 3) στο Παγκράτι γνώρισα έναν νεαρό λυγερόκορμο ναύτη (υπηρετούσε τη θητεία του), τον κατοπινό σπουδαίο συγγραφέα Μένη Κουμανταρέα. Καθώς και πολλούς άλλους φίλους του: Νίκο Κούνδουρο, Νίκο Γκάτσο κ.λπ.
Ενα βράδυ είχα αργήσει να πάω στο μεταμεσονύκτιο ραντεβού μας στο «Βυζάντιο», στην πλατεία Κολωνακίου. (Σημερινό Goody's, πρώην «Ελληνικόν»). Ο Μάνος με επέπληξε: «Οι εκ παραδόσεως αρσενικοί φροντίζουν να είναι ακριβείς στα ραντεβού τους με τους φίλους τους». Αυτό το «εκ παραδόσεως» έκανα καιρό να το χωνέψω. Μου θύμιζε το «ως εκ δεισιδαίμονος φόβου» του Παπαδιαμάντη.
Μιαν άλλη φορά, στο ίδιο στέκι, παρόντος και του Γιώργου Μακρή που μόλις είχε υποδεχτεί τον Αλμπέρ Καμί στην Αθήνα (1955), τον ρώτησα γιατί ήταν με τη Δεξιά.
«Διότι», μου απαντά, «οι δεξιοί σού επιτρέπουν και να μην είσαι μαζί τους».
Μόνο στο Παρίσι το 1971 ανακάλυψα την επονίτικη καταγωγή του που δεν μιλούσε ποτέ γι' αυτήν. Ενα βράδυ, σπίτι μου, συναντήθηκαν τυχαία με τον Δημήτρη Δεσποτίδη. «Γεια σου Πέτρο», του λέει ο Μάνος. «Δημήτρη τον λέν'» τον διορθώνω εγώ. «Εγώ τον ξέρω Πέτρο», επιμένει.
Γυρίζω και κοιτάζω τον Δημήτρη. Για να καταλάβω τι συμβαίνει. Χαμογελούσε με εκείνη τη σαρδόνια γλύκα του. Από την κουβέντα που κάναν μεταξύ τους κατάλαβα πως ήταν ο καθοδηγητής του στην ΕΠΟΝ. Με το ψευδώνυμο «Πέτρος». Κοιτούσε το στόμα του Μάνου επίμονα. Οι Χίτες το '44 του είχαν σπάσει τα δόντια, μπροστά του, στο Παγκράτι.
Και ύστερα άρχισαν να μιλούν για το «βουνό» όπου βρεθήκαν οι δυο τους, καθοδηγητής και καθοδηγούμενος, μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Τότε (1971) κατάλαβα τι εννοούσε με εκείνη τη φράση του το '55: «Οι δεξιοί σού επιτρέπουν και να μην είσαι μαζί τους».
Δύο χρόνια αργότερα (1973) ήρθε η άλλη έκπληξη: η ελληνική εμιγκράτσια στο Παρίσι (Πλωρίτης, Κούνδουρος κ.λπ.) μετακόμισε σύσσωμη με το τρένο στις Βρυξέλλες για την πρεμιέρα της «Τραβιάτας», στο Theatre de la Monnaie, σε σκηνοθεσία του Μορίς Μπεζάρ (τη μοναδική όπερα που σκηνοθέτησε στη ζωή του) με το νέο αστέρι της λυρικής τέχνης, όπως την αποκαλούσαν οι κριτικοί, τη σοπράνο Βάσω Παπαντωνίου στον ρόλο της Βιολέτας και μαέστρο τον Μάνο Χατζιδάκι.
Ηταν, μετά την «Τραβιάτα» του Βισκόντι με την Κάλλας, το 1955, η δεύτερη «Τραβιάτα» που τάραξε τα νερά, καθώς ο Μπεζάρ μετέτρεψε τους θεατές, μέσω αντικατοπτρισμών, σε οργανικό σώμα του έργου. (Κάτι που παρουσιάζεται ως πρωτοπορία, 35 χρόνια μετά, στο Φεστιβάλ Αθηνών.)...
Ο Μάνος, αν και δεν είχε την εμπειρία μιας ογδονταμελούς ορχήστρας, διηύθυνε σαν «μετεμψύχωση» του Βέρντι, ενώ η ντίβα, με τη φωνή της, μας άφησε όλους άφωνους.
Τέλος, η τρίτη και τελευταία συνάντηση με τον Μάνο έγινε στην ΕΡΤ. Το 1981. Ηταν ο δημιουργός και διευθυντής του Γ' Προγράμματος της ραδιοφωνίας, με προϊστάμενο τώρα τον φίλο του Ιάκωβο Καμπανέλλη και εμένα προϊστάμενο και των δύο.
Εκεί αρχίζουν τα δύσκολα. Οι ΠΑΣΟΚοι θέλουν να τον φάνε, τον θεωρούν της «επάρατης Δεξιάς». Εγώ τον ενημερώνω κρυφά για τις κινήσεις τους. Ο Μάνος αδιαφορεί. Το μόνο που μου ζητεί είναι αν μπορώ να του γράψω καμιά κασέτα με ταινίες (της Γκρέτα Γκάρμπο, της Μάρλεν Ντίντριχ, του Φελίνι, του Φασμπίντερ) που παίζονται για πρώτη φορά στη μικρή οθόνη. Του προμηθεύω ό,τι μου ζητήσει. Αλλά φοβάμαι ότι το τέλος του έρχεται. Και ο ίδιος φοβάμαι ότι τη λήξη της θητείας του κρυφά την επιδιώκει. Δεν αντέχει τους «μπααθικούς» ΠΑΣΟΚους.
Το διοικητικό συμβούλιο της ΕΡΤ -κι είναι προς τιμήν του- αρνείται να δεχτεί την παραίτησή του. Γι' αυτούς ο Χατζιδάκις είναι τεράστια προσωπικότητα. Αλλά κατεβαίνει η «άνωθεν εντολή» κι όταν λέμε «άνωθεν», εννοούμε πολύ άνωθεν και τον «παραιτούν».
Θέλω να βρω ύστερα από 25 χρόνια τι γράψαν οι εφημερίδες τότε. Αυτές που υμνολογούν σήμερα τον μεγάλο συνθέτη. Η είδηση της απόλυσής του πέρασε τόσο στα ψιλά, ούτε με μεγεθυντικό φακό δεν θα την ανακαλύψετε.
1 σχόλιο:
καλησπέρα,καλησπέρα..ωραίο αφιέρωμα σ αυτόν τον σπουδαίο.
Δημοσίευση σχολίου