Γαβριὴλ Νικολάου Πεντζίκης
Γενεὲς γενεῶν ζωγράφων καὶ εἰκονογράφων γαλούχησε τὸ μνημειῶδες ἔργο Ἑρμηνεία τῆς ζωγραφικῆς τέχνης τοῦ ἁγιορείτη ἱερομονάχου Διονυσίου τοῦ ἐκ Φουρνᾶ, ποὺ λεπτομερῶς διδάσκει τὴν παρασκευὴ τῶν χρωμάτων καὶ τὸν τρόπο ἱστόρησης τῶν ἁγίων καὶ τῶν βιβλικῶν γεγονότων.
Γιὰ τὴν ἱστόρηση τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ὁ ἱερομόναχος Διονύσιος παραθέτει δύο πρότυπα. Τὸ ἕνα εἰκονίζει τὸν Χριστὸ νὰ ἐγείρεται ἐκ τοῦ μνήματος κρατώντας λάβαρο καὶ τοὺς στρατιῶτες, σαστισμένους καὶ πανικόβλητους. Τὸ ἄλλο, ἡ «Εἰς Ἅδου κάθοδος», εἰκονίζει τὸν Χριστὸ νὰ πατᾶ πάνω στὶς συντριμμένες πύλες τοῦ Ἅδη καὶ νὰ ἐγείρει τοὺς πρωτόπλαστους ἀπὸ τὰ μνήματα. Τὰ δύο αὐτὰ πρότυπα ἀντανακλοῦν δύο ἀντιδιαμετρικὰ διαφορετικὲς προσεγγίσεις τοῦ ἀναστάσιμου γεγονότος: τὴν ἱστορικὴ καὶ τὴν ἐσχατολογική.
Στὴ συλλογική μας συνείδηση, ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1821 ταυτίζεται μὲ τὴν παράσταση ποὺ εἰκονίζει τὸν Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανό, περιστοιχισμένο ἀπὸ ἀρματωλοὺς πρωτεργάτες τοῦ Ἀγώνα, νὰ εὐλογεῖ τὸ λάβαρο τῆς λευτεριᾶς. Εἶναι μιὰ παράσταση ποὺ προσεγγίζει τὸ ᾽21 ὑπὸ τὸ πρῖσμα τῆς ἱστορικότητας.
Πολύ διαφορετικὴ εἶναι ἡ προσέγγιση ποὺ ἀντιπροσωπεύει ἡ ἀνὰ χεῖρας σπάνια καὶ ἀσυνήθης αὐτὴ εἰκόνα ποὺ βρέθηκε σὲ παλαιοπωλεῖο στὸ Μοναστηράκι.
Στὸ κέντρο τῆς εἰκόνας, μέσα σὲ στηθάριο, εἰκονίζεται ὁ Χριστὸς νὰ εὐλογεῖ καὶ μὲ τὰ δύο χέρια τὸν ἄρτο καὶ τὸν οἶνο ποὺ βρίσκονται πάνω σὲ τράπεζα. Τὸ κεντρικὸ στηθάριο πλαισιώνεται ἀπὸ τέσσερα μικρότερα στηθάρια ποὺ εἰκονίζουν τοὺς τέσσερεις Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, τῶν ὁποίων τὰ λειτουργικά κείμενα εἶναι σὲ χρήση στὴν Ἐκκλησία μας μέχρι σήμερα. Ὡς ἀκτινωτὲς προεκτάσεις τοῦ Μεγάλου Ἀρχιερέως Χριστοῦ ποὺ τελεῖ τὴν Θεία Λειτουργία στο κέντρο, εἰκονίζονται ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Διάλογος, πάπας Ρώμης. Ἀνάμεσα στὰ στηθάρια παρεμβάλλονται εἰλητάρια. Τὸ ἄνω εἰλητάριο καθὼς καὶ ἐκεῖνα στὰ δεξιὰ κι ἀριστερὰ τοῦ Μεγάλου Ἀρχιερέως, φέρουν Εὐαγγελικὲς ρήσεις σχετικὲς μὲ τὴν Θεία Εὐχαριστία: «Ἐγὼ εἰμεὶ ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς», «Λάβεται φάγεται, τοῦτο ἐστὶ τὸ σῶμα μου», «Πίεται ἐξ αὐτοῦ πάντες, τοῦτο ἐστὶ τὸ αἷμα μου». Τὸ κάτω εἰλητάριο ἀναγράφει ἁπλῶς τὴν χρονολογία «1821».
Ἡ χρονολογία δὲν ἀφορᾶ βέβαια στὴν φιλοτέχνηση τῆς εἰκόνας, ἀλλὰ στὴν Ἐπανάσταση καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ χρονολογία κατέχει ἰσότιμη θέση μὲ τὶς Εὐαγγελικὲς ρήσεις τῶν τριῶν ἄλλων εἰληταρίων καταδεικνύει ὅτι ἀντίθετα ἀπὸ τὴν ἱστορικότητα τῆς εὐλογίας τοῦ λάβαρου τῆς λευτεριᾶς, ἡ εἰκόνα προσεγγίζει τὸ ᾽21 ὑπὸ ἐσχατολογικὸ πρῖσμα, ὡς προσευχὴ γιὰ τὸ γένος ποὺ θυσιάζεται γιὰ νὰ ἀξιωθεῖ τὴν διάβαση, τὸ Πάσχα, ἀπὸ τὴν σκλαβιὰ στὴν ἐλευθερία, ἀπὸ τὸν θάνατο στὴν ζωή. Θυσία κάθε ἄλλο παρὰ ἀναίμακτη καὶ ὄχι πάντα λογική.
Τὸ λαϊκότροπο ὗφος στὴν ἀπόδοση φυσιογνωμιῶν καὶ χρωμάτων καὶ οἱ ἀνορθογραφίες δὲν πρέπει νὰ μᾶς κάνουν νὰ παραβλέψουμε λόγια στοιχεῖα τῆς εἰκόνας, ὅπως ἡ ἀρχιερατικὴ εὐλογία τῶν δύο χειρῶν καὶ ἡ μνεία τοῦ ἁγίου Ἰακώβου, τοῦ ὁποίου ἡ λειτουργία ἦταν ἤδη σὲ ἀχρησία ἀπὸ τὸν δέκατο περίπου αἰώνα.
Τὸ ἀσύνηθες θέμα τῆς εἰκόνας δὲν περιλαμβάνεται στὴν Ἑρμηνεία τῆς ζωγραφικῆς τέχνης κι εὔλογα μποροῦμε νὰ προεξοφλήσουμε ὅτι ἡ φιλοτέχνηση τῆς εἰκόνας ἔγινε ἀπὸ τὸν ζωγράφο καθ᾽ὑπαγόρευση τοῦ ἐντολέα, ὁ ὁποῖος ἦταν προφανῶς κληρικός, πιθανὸν ὑψηλόβαθμος, καὶ λογιώτατος.
Τὸ μικρὸ μέγεθός της κάνει ἀπίθανο τὸ ἐνδεχόμενο νὰ προοριζόταν ἡ εἰκόνα γιὰ λειτουργικὴ χρήση. Συνηγορεῖ μᾶλλον γιὰ τὸ ὅτι προοριζόταν γιὰ δῶρο, δῶρο σὰν αὐτὰ ποὺ ἀνταλλάσσουν ἀντιπροσωπεῖες σὲ ἐπίσημες συναντήσεις.
Ἕναν χρόνο μετὰ τὴν εὐλογία τοῦ λάβαρου τῆς λευτεριᾶς, ὁ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανὸς μεταβαίνει στὴν Ἰταλία γιὰ νὰ ζητήσει βοήθεια γιὰ τὸν Ἀγώνα καὶ νὰ συνάψει ἐθνικὸ δάνειο. Εἶναι ἀπολύτως λογικὸ νὰ εἰκάσει κανεὶς ὅτι ἡ εἰκόνα αὐτὴ τὸν συνόδεψε στὸ ταξίδι του καὶ προοριζόταν νὰ δωρηθεῖ σὲ ὑψηλὰ ἱστάμενο ἱεράρχη τῆς ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας. Σ᾽αὐτὸ συνηγορεῖ ἡ μνεία στὴν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Διαλόγου, ἱεράρχη λίγο γνωστοῦ στὴν ἀνατολὴ ἀλλὰ μὲ γιγαντιαῖο ἐκτόπισμα στὴ δύση.
Ἐντολέας τῆς εἰκόνας, μ᾽ἄλλα λόγια, πιθανότατα ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός.
Ἔκδοση Ἐνορίας Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Γεωργίου Νέου Ψυχικοῦ.
25 Μαρτίου 2021.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου