Πριν λίγες μέρες είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο, στη σχολή της Αρχιτεκτονικής, την παρουσίαση της διπλωματικής εργασίας δύο πτυχιούχων, πλέον, νέων και ταλαντούχων αρχιτεκτόνων, του Αντώνη Τσιλιγιάννη και του Γιάννη Σαββόπουλου.
Η παρουσίαση έγινε ενώπιον καθηγητών και φοιτητών, και ήταν αναλυτική, με χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας, φυσικά, και των σχετικών μακετών.
Η διπλωματική αυτή εργασία πραγματεύεται τη δημιουργία ενός σταθμού προαστιακού σιδηροδρόμου στην περιοχή του Ρουφ, στην Αθήνα. Ο σταθμός αυτός επιλέγεται ως μέσο αναβάθμισης και αναζωόγονησης της περιοχής και της πόλης γενικότερα, ενώ διερευνώνται διάφορα ζητήματα για την επίτευξη αυτού του στόχου, από την χωροταξική και την πολεοδομική κλίμακα, μέχρι και την οικοδομική κλίμακα.
Η βασική συνθετική χειρονομία είναι η ανύψωση των σιδηροδρομικών τροχιοδρόμων ώστε να μην αποτελούν σκληρό όριο, όπως συμβαίνει σήμερα. Επιλέγεται η ανύψωση και όχι η υπογειοποίηση της γραμμής, ώστε αυτή να αποτελεί τοπόσημο της πόλης, που σήμερα έχει "γυρίσει την πλάτη της" στο τραίνο. Ταυτόχρονα, με αυτή την κίνηση, δίνεται και στον επιβάτη του τραίνου η δυνατότητα να έχει μια συνοπτική εμπειρία της πόλης κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του, αφού έρχεται σε οπτική επαφή με όλα τα φυσικά και αρχαιολογικά της τοπόσημα (Ακρόπολη, Φιλοπάππου, Λυκαβηττός, Καστέλλα). Με την ανύψωση των τροχιοδρόμων επιτρέπεται παράλληλα και η δημιουργία και αναδιάταξη μίας σειράς οδικών αξόνων, καθώς και αξόνων πεζών και ποδηλάτων, κάτω από τις υπερυψωμένες γραμμές, επανενώνοντας τις σήμερα αποκομμένες περιοχές από το τραίνο, και ενοποιώντας τον Ελαιώνα με το κέντρο της Αθήνας. Η ενοποίηση αυτή ισχυροποιείται από μια προσπάθεια σύνδεσης των πράσινων ζωνών του Ελαιώνα με τους αρχαιολογικούς χώρους του Κέντρου, καθιστώντας το σταθμό κομβικό σημείο μεταξύ πράσινων χώρων.
Ο σταθμός αποτελείται κτηριακά από 4 σκέλη. Ένα τεχνητό λόφο ήπιας κλίσης που οδηγεί τον επιβάτη/επισκέπτη στο κεντρικό αίθριο του σταθμού, 2 υπερυψωμένες γραμμές με τις πλατφόρμες τους, τη ζώνη αναμονής και έκδοσης εισιτηρίων, 2 εξώστες-καφετέριες με θέα στα τοπόσημα της πόλης, κι ένα στέγαστρο με μεταλλικά δικτυώματα, που δίνει την αίσθηση ότι ίπταται πάνω από την υπόλοιπη κατασκευή, και που από κάτω του τοποθετείται μηχανισμός πανιών που ελέγχουν το φυσικό φως ανάλογα με την ηλιακή πρόσπτωση. Το παιχνίδι του φωτός και της σκιάς, χάρη στο μηχανισμό και το σχεδιασμό του στεγάστρου, αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό του κτηρίου, ενός σταθμού που αρμόζει σε μια Μεσογειακή πόλη όπως η Αθήνα. Οι κυριότερες αρετές του κτηρίου είναι η εισχώρηση του εδάφους και της φύσης στο πιο κεντρικό του σημείο, η καθαρότητα των κινήσεων και η ευαναγνωσιμότητα των χώρων, η ανάλαφρη στέγαση, και κυρίως, το προαναφερθέν παιχνίδι του φωτός με τη σκιά.
Η όλη παρουσίαση ενθουσίασε τους παρισταμένους καθηγητές και φοιτητές. Χαίρομαι ιδιαίτερα για την πρόοδο του φίλου Αντώνη Τσιλιγιάννη, τον οποίο γνωρίζω κάμποσα χρόνια. Του εύχομαι να συνεχίσει με το ίδιο πάθος και την ίδια σοβαρότητα την επιστήμη του.
Ο ταλαντούχος νέος αρχιτέκτονας Αντώνης Τσιλιγιάννης |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου