Του Κώστα Λογαρά
Όσοι συγχρωτίζονται λόγω της εκπαιδευτικής τους ιδιότητας με νέα παιδιά γύρω στα 16 ή τα 17, διακρίνουν κάποτε-κάποτε τον έφηβο με τα χαρακτηριστικά τού φυσικού ηγέτη. Βλέμμα καθαρό, δυναμισμός κι αποφασιστικότητα, συγκροτημένος λόγος και μιαν αυτοπεποίθηση που τραβάει κοντά του την ομάδα σαν μαγνήτης.
Βέβαια, είναι έντονη η εφηβική του απολυτότητα, αλλά την παραβλέπεις ξέροντας πως οι κάθετες απόψεις είναι σύμφυτες με τη νεότητα. Όμως ευελπιστείς πως θα σμιλευτεί η ακαμψία και θα καταλαγιάσει η ουτοπική επιθυμία για το γκρέμισμα των πάντων· ότι θα πλατύνει ο νους (μαζί και η θεώρηση του κόσμου), οι οξείες γωνίες θ’ αμβλυνθούν ώστε η φαντασία του και η ορμή να συγκλίνουν σ’ έναν δημιουργικό ρεαλισμό.
Αλλιώς, αν παραμείνει στον εφηβικό αρνητισμό, δεν υπάρχει καμιά προοπτική ούτε για κείνον ούτε και για μας. Και φέρνω στο μυαλό μου τη μορφή ενός φερέλπιδος κάποτε (και προέδρου κόμματος αργότερα), όταν πρωτοπόρος στις μαθητικές καταλήψεις του’90- ’91 έδειχνε ότι έμελλε εν καιρώ ν’ αλλάξει το σκουριασμένο σκηνικό της πολιτικής ζωής. Μάλιστα, η επενδυμένη προσδοκία στην πολλά υποσχόμενη προσωπικότητά του έφτασε ένα διάστημα στα 16% ως πρόθεση ψήφου.
Κι όμως, τόσο ο λόγος του όσο και η σκέψη του παρέμειναν καθηλωμένα στα σχήματα και στα καλούπια της νεανικής του ηλικίας. Γέρασε πολύ νωρίς, πνευματικά· ή μάλλον, δεν μεγάλωσε ποτέ. Λες και ό,τι φρέσκο ή ανανεωτικό είχε να δώσει, το ’δωσε τότε, στα μαθητικά του χρόνια. Η εφηβική του βεβαιότητα αποδείχτηκε εμμονή, η νεανική του ορμή ανέμπνευστη, η δε ρητορική του τείνει να γίνει ένα κλισέ κουραστικό και στερεότυπο.
Αντί του οραματιστή που έδειχνε πως θ’ άλλαζε γρανάζια σκουριασμένα, κατέληξε ένας γυμνασιάρχης που κουνάει απειλητικά το δάχτυλο προς πάσα κατεύθυνση. Μονότονα επιτιμητικός. Τον ακούω να επαναλαμβάνει συνεχώς το ίδιο μοτίβο «περί φυγής, πότε του ενός και πότε τ’ αλλουνού» και μοιάζει σαν να μοιράζει αποβολές στους μαθητές του.
Η πιο απογοητευτική κουβέντα που ειπώθηκε απ’ το στόμα του ως τώρα, (περισσότερο κι από τη φαεινή για 100.000 προσλήψεις στο Δημόσιο), ήταν η εκβιαστική εκείνη άποψη ότι «δεν συμφέρει την Ευρώπη να πτωχεύσουμε, και επομένως δεν μπορούνε να μας διώξουν· άρα, πατήστε τους τον κάλο».
Πώς γίνεται ο ελπιδοφόρος έφηβος του ’90 να καταφεύγει σ’ αυτή την κυνική διατύπωση, απορώ. Πώς εξόκειλε ο δυναμισμός τού νεωτεριστή στη λογική τού εξαναγκασμού; Γιατί, ίδια ακριβώς είναι και η συλλογιστική του Τραπεζίτη που ξέρει ότι ο αναγκασμένος θα υποκύψει, θέλοντας και μη. Αντίληψη, την οποία ο νεαρός πολιτικός εξακολουθεί να καταγγέλλει (και καλώς) αλλά τις μεθόδους τού στυγνού τραπεζικού συστήματος τις αντιγράφει πλήρως.
Ενώ θα περίμενε κανείς απ’ αυτόν ιδέες τολμηρές που να αναβαθμίζουν την πολιτική σκηνή· προτάσεις ζυγιασμένες στη βάση μιας έντιμης προοπτικής και ευθύνης. Μα αντί γι’ αυτό, φαίνεται πως επιστρέφει στις τακτικές τού παλιού 15μελούς (:«ή μας πάτε εκδρομή ή κάνουμε αποχή») με τις οποίες έφταναν, ως έφηβοι, θριαμβευτές στο στόχο--τον αστόχαστο.
Πάντως, η ανανέωση που ελπίσαμε ότι θα ’ρθει, ξεφούσκωσε νωρίς-νωρίς. Προσαρμόστηκε κι αυτός στη γηπεδική αντίληψη τού Κοινοβουλίου. Ενώ η δημιουργική πολιτική και ο καινοτόμος λόγος χρειάζονται γερή αρματωσιά, δεν φτάνει μόνο η σχολική σκευή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου