Τρίτη 12 Σεπτεμβρίου 2023

ΜΕΛΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΩΣΤΑ ΤΕΛΑΚΗ ΜΕ ΤΗΝ ΔΑΦΝΗ ΠΑΝΟΥΡΓΙΑ


Μελοποιημένα ποιήματα του Κώστα Καρυωτάκη (και ένα της Μαρίας Πολυδούρη) από τον καθηγητή μουσικής και κλαρινετίστα Κώστα Τελάκη.
ΤΑ ΝΗΠΕΝΘΗ: Σπάνιος δίσκος του 1994, ενός ακριβοθώρητου δημιουργού. Τραγουδούν: Δάφνη Πανουργιά, Γιάννης Σιαμσιάρης. 
Παραθέτουμε το κείμενο του ιστολογίου δισκοβόλος, για τον δίσκο: 
"Δίπλα στον σημαντικό δίσκο της Λένας Πλάτωνος με μελοποιημένη ποίηση του Κώστα Καρυωτάκη μπαίνει στην πρώτη γραμμή κι ένας άλλος δίσκος αφιερωμένος στον ποιητή με τίτλο "Τα νηπενθή", έστω κι αν παραμένει άγνωστος για το ευρύ κοινό, παρόλο που είναι μια υπέροχη δουλειά που αγαπώ ιδιαίτερα. 
Ο δίσκος υπογράφεται από έναν άγνωστο συνθέτη, τον Κώστα Τελάκη (γενν. 1961), που αυτή είναι και η μοναδική δισκογραφική του κατάθεση και περιλαμβάνει μια σειρά πολύ όμορφα τραγούδια, αν και εντελώς αδικαιολόγητα αγνοήθηκαν επιδεικτικά και πέρασαν νωρίς στα αζήτητα. 
Τα τραγούδια λοιπόν αυτά του Κώστα Τελάκη, βασισμένα σε μερικά από τα γνωστότερα ποιήματα του Καρυωτάκη, έχουν εμφανείς αναφορές στο χατζιδακικό πρότυπο, μελωδικά και ενορχηστρωτικά. Όργανα χαμηλόφωνα και αέρινα (φλάουτο, όμποε, κλαρινέτο, κόρνο, κιθάρα, βιολί και πιάνο) συνθέτουν ένα κλίμα απόλυτα προσαρμοσμένο στην ποιητική ατμόσφαιρα. 
Μαζί με τα οκτώ ποιήματα του Καρυωτάκη ο δίσκος περιλαμβάνει κι ένα ποίημα της Μαρίας Πολυδούρη, την εξαίσια άρια "Αγαπημένε αν τη ζωή", ένα ελληνόφωνο της Κάτω Ιταλίας, ένα υπέροχο ορχηστρικό θέμα κι ένα σύντομο επίλογο πάνω στο θέμα της εισαγωγής. Βασική ερμηνεύτρια είναι η εξαιρετική σοπράνο Δάφνη Πανουργιά, ενώ συμμετέχουν ο Γιάννης Σαμψιάρης, η Δέσποινα Ρεβίθη και ολιγομελής χορωδία. Το εξώφυλλο σχεδίασε ο Γιώργος Σταθόπουλος. 


Αλλά ας πούμε και δυο λόγια για τον σπουδαίο ποιητή Κώστα Καρυωτάκη (1896-1928), τον μεγάλο αυτόχειρα της λογοτεχνίας μας. Γεννήθηκε στην Τρίπολη το 1896. Ο πατέρας του ήταν νομομηχανικός, πράγμα που τον υποχρέωνε σε συνεχείς μετακινήσεις για τις ανάγκες της υπηρεσίας. Έτσι ο ποιητής πέρασε τα μαθητικά του χρόνια διαδοχικά στη Λευκάδα, το Αργοστόλι, τη Λάρισα, την Καλαμάτα, την Πάτρα και την Αθήνα, ενώ τέλειωσε το Γυμνάσιο στα Χανιά. Είχε ασθενική εμφάνιση, αλλά μεγάλη εσωτερική διάθεση για μόρφωση και μια ιδιαίτερη έφεση στις ξένες γλώσσες. Τα πρώτα του πονήματα φιλοξενήθηκαν από λαϊκά έντυπα του καιρού (Ελλάς, Παρνασσός, Παιδικός Αστήρ). Το 1913 γράφτηκε στη Νομική Σχολή, ενώ παράλληλα δημοσίευε ποιήματα και μεταφράσεις. Η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο "Ο πόνος του ανθρώπου και των πραγμάτων" δημοσιεύτηκε το 1919, αλλά πέρασε σχεδόν απαρατήρητη. Η απογοήτευσή του από την υποδοχή της πρώτης του σύνθεσης εκφράστηκε με τον τίτλο της επόμενης, τα "Νηπενθή" (1921). Η τρίτη και τελευταία ποιητική του συλλογή ήταν τα "Ελεγεία και Σάτιρες" (1927). Τελειώνοντας τη Νομική εγγράφηκε στη Φιλοσοφική Σχολή. Ήδη από το 1921 έχει διοριστεί ως υπουργικός γραμματέας στη Θεσσαλονίκη, ενώ στα επόμενα χρόνια θα μετακινείται συνεχώς σε διάφορες περιοχές (Σύρος, Άρτα κλπ.). Στη Νομαρχία Αττικής γνώρισε τη Μαρία Πολυδούρη, η οποία τον ερωτεύτηκε με πάθος και του ζήτησε να παντρευτούν, χωρίς αποτέλεσμα. Ακολούθησε ένα ταξίδι στο Παρίσι και στη συνέχεια η απόσπασή του στην Πρέβεζα. Ένα μήνα μόλις αργότερα αποπειράθηκε ανεπιτυχώς να αυτοκτονήσει πέφτοντας στη θάλασσα. Την επόμενη μέρα αγόρασε ένα πιστόλι και, αφού ξάπλωσε κάτω από έναν ευκάλυπτο, αυτοπυροβολήθηκε. Ήταν μόλις 32 χρονών. 
Ο Καρυωτάκης ανήκει στην πρώτη γενιά του μεσοπολέμου (γενιά του '20), τη γενιά της ηττοπάθειας και του ακραίου πεσιμισμού (Πολυδούρη, Λαπαθιώτης κ.ά.). Ήταν ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στη γενιά του Καβάφη, του Σικελιανού και του Βάρναλη με τη γενιά του '30 (Σεφέρης, Ρίτσος, Ελύτης). Ο μελετητής του Καρυωτάκη, καθηγητής Γιώργος Σαββίδης, βρίσκει ότι η επίδρασή του σε ποιητές, όπως ο Σεφέρης κι ο Ρίτσος, αν και λανθάνουσα, ήταν σημαντική. Γενικότερα φαίνεται ότι η νεότερη ποίηση επηρεάστηκε σε αξιοσημείωτο βαθμό από την ποίησή του". 
Επιλέγουμε και σας παρουσιάζουμε τα ποιήματα ΕσπέραΤο φεγγαράκι απόψε, Ήκιο μου, τα οποία  τραγουδά η Δάφνη Πανουργιά.

ΕΣΠΕΡΑ 
Έτσι προχθές ήταν γλυκιά η εσπέρα... 
Η σκέψη μου νοσταλγικά ενυχτώθη 
στον κήπο, στη λιμνούλα και στη σέρα 
που εσβήνανε τριαντάφυλλα σαν πόθοι 
κι επέθαινε στα τζάμια πάνω η μέρα. 
Έτσι προχθές ήταν γλυκιά η εσπέρα... 
Ένας καημός που ακόμα δεν εδόθη 
γινόταν άστρο. Σύννεφο από πέρα 
μεγάλωνε (ίδιο σάβανο που κλώθει 
με μοχθηρή σπουδή μοιραία μητέρα). 
Έτσι προχθές ήταν γλυκιά η εσπέρα... 
Όταν το δέος μου αξήγητον απλώθη, 
το στερνο ρόδο θα 'χανε η σέρα 
και η λίμνη με νεκρόφυλλα θα εστρώθη. 
Τ' άστρα ζυγώνανε, καημοί , από πέρα. 
Έτσι προχθές ήταν γλυκιά η εσπέρα...


[Το φεγγαράκι απόψε…] 
Το φεγγαράκι απόψε στο γιαλό 
θα πέσει, ένα βαρύ μαργαριτάρι. 
Κι απάνω μου θα παίζει το τρελό 
τρελό φεγγάρι. 
Όλο θα σπάει το κύμα ρουμπινί 
στα πόδια μου σκορπίζοντας αστέρια. 
Οι παλάμες μου θα ’χουνε γενεί 
δυο περιστέρια· 
θ’ ανεβούν —ασημένια δυο πουλιά—, 
με φεγγάρι —δυο κούπες— θα γεμίζουν, 
με φεγγάρι τους ώμους, τα μαλλιά 
θα μου ραντίζουν. 
Το πέλαγο χρυσάφι αναλυτό. 
Θα βάλω τ’ όνειρό μου σε καΐκι  
ν’ αρμενίσει. Διαμάντι θα πατώ 
λαμπρό χαλίκι. 
Το γύρω φως ως θαν τη διαπερνά, 
η καρδιά μου βαρύ μαργαριτάρι. 
Και θα γελώ. Και θε να κλαίω… Και 
νά, νά το φεγγάρι!


Ἣλιο μου
Ελληνόφωνη δημοτική ποίηση Κάτω Ιταλίας

Ἣλιο μου, εἴ ποῡ πάει; Μεῑνο νὰ dῆ, 
πόσον ἒν ὥρια τούτη ποῡ ἀκαπῶ. 
Ἣλιο μου, ποῡ τὸ κόσμον εἴ πραdεῑ, 
ὥρια σεκούνdου τούη εἶdε τινό; 
Ἣλιο μου, ποῡ τὸ κόσμο ἒει πρατημμένα, 
ὥρια σεκούνdου τούη ἒν ἒει δωμένα. 
Διαφάνει τσαὶ σκοτάζει βιάτα ἓνα πενσέρο, 
ἐγκὼ πάντα σέ ἒχω γραμμένη στὴν καρdία. 
Ἒγκουαλα μαddιὰ ἄσπρα τσαὶ εἶμμαι γέρο, 
τσαὶ ἐσοὺ πάνdα μ’ οὐσέγκουε, τυραννία

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου