Τετάρτη 31 Μαρτίου 2010

ΟΙ "ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ" ΒΟΥΛΕΥΟΝΤΑΙ ΚΕΝΑ...


Δεν πρόλαβα να κάνω την προηγούμενη ανάρτηση, αγαπητοί συνοδίτες, με τίτλο Οι χριστιανοί σταυρωτές του Ιησού, και βομβαρδίστηκα από απειλητικά μηνύματα!

Με κορυφαίο εκείνο το αμίμητο: "Εάν δεν αποσύρεις το κείμενο σε δέκα λεπτά θα ενημερώσω τον ...τηλεφωνικώς".
Ποιοι απειλούν; Μα φυσικά οι γνωστοί ανώνυμοι και θρασύδειλοι, οι πανάξιοι εκείνοι απόγονοι των Ιουδαίων, οι οποίοι βουλεύονται κενά, κτείναι μελετάν όποιον δεν συμμορφούται προς τας υποδείξεις των.
Μπορούν να τηλεφωνήσουν, λοιπόν, σε όποιον θέλουν οι σύγχρονοι Άννες και Καϊάφες και λοιπά ανδρείκελα. Αλλ' εις μάτην... Τον αέρα δέρουν... Τόσο καιρό δεν έχουν καταλάβει ότι η Ιδιωτική Οδός διαβαίνει με χαρά την στενή πύλη;

Καλό άνομο συνέδριο, "χριστιανοί" ανθρωποφάγοι!
Γλυπτό, Στενή Πύλη, Κλέαρχος Λουκόπουλος

ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΑΥΡΩΤΕΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ


Ανήκω κι εγώ σ' αυτούς - μάλλον λίγους στους καιρούς μας - που προτιμούν τους φανερούς εχθρούς, οι οποίοι δεν κρύβουν υποκριτικά την εχθρότητά τους, από τους εχθρούς που φορούν μια μάσκα φιλικότητας και τάχα ανεξικακίας.
Ειδικά στους "εκκλησιαστικούς κύκλους" αυτή η προδοσία με φίλημα κι όχι με στιλέτο, με χαμόγελο ευσεβιστικό κι όχι με πεπυρωμένα βέλη, αυτή η στάση υπερπερισσεύει!...
Τοιούτου τύπου γέννημα εχιδνών έγινε κι ο Αλέκος όταν άρχισε να ασχολείται με την Εκκλησία. Γιατί περί ενασχολήσεως πρόκειται, για όσους καταλαβαίνουν. Μετά, λοιπόν, τα εξώδικα, τα πισώπλατα χτυπήματα, τον προσεταιρισμό φίλων και αντιπάλων, την συνειδητή σπίλωση για να κερδίσει την εύνοια του ...σταυλάρχη κ.ο.κ., ο Αλέκος μου στέλνει και μηνύματα εόρτια! Με ύφος δε, ιεροκήρυκος: "...έτη πολλά αναστάσιμα και ευλογημένα"! Πάλι καλά που δεν μου μήνυσε ότι με ευλογεί ο ίδιος!
Η διαστρέβλωση που μπορεί να υποστεί η σχέση του καθενός μας με το γεγονός της Εκκλησίας, αγαπητοί συνοδίτες, είναι αδιανόητη, πολλάκις, και για τον ίδιο τον διάβολο. Τα τεχνάσματα που επινοούν οι "Αλέκοι" της Εκκλησίας για να αισθανθούν καλά, να μη μιανθούν και να φάγωσι το Πάσχα, είναι δαιμονικότερα των Φαρισαίων του Ευαγγελίου. Γιατί εκείνοι τουλάχιστον, ήταν ειλικρινείς και σταύρωσαν τον Ιησού. Οι σημερινοί χριστιανοί τον σταυρώνουν ανεπαίσχυντα στο όνομά του!

ΤΟ ΡΕΚΒΙΕΜ ΤΟΥ ΝΤΙΝΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ


Το χριστιανόπουλο που πήγαινε "με χαρά" στα κατηχητικά της δεκαετίας του '40 στη Σαλονίκη, έγινε ο "αιρετικός" Ντίνος Χριστιανόπουλος, ήτοι: ο αμαρτωλός ποιητής, με την ειρωνεία που σε διαπερνά σύγκορμο, με την απολυτότητα στο λόγο και την έκφραση, με την επιθετικότητα συχνάκις προς πολλούς, με μια γλώσσα που επιβεβαιώνει πανηγυρικά την παροιμία: κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει!
Όμως την καθαρότητα της στάσης του Χριστιανόπουλου σπάνια συναντάς σ' αυτόν τον μάταιο κόσμο. Κι αυτό είναι ίσως η μεγαλύτερη κατάκτησή του. Γι' αυτό και τολμά να καταπιαστεί με τα ιερά κείμενα και επ' εσχάτων με τα έσχατα, ήτοι με την Νεκρώσιμη Ακολουθία του Ιωάννου του Δαμασκηνού. Τι θα συνεισφέρει μ' αυτό του το εγχείρημα; Ίσως ένα δίλεπτο, μα μάς είναι απαραίτητο. Η μεταφραστική του ακρίβεια και η ποιητική του υπόσταση συνθέτουν ένα πολύ ενδιαφέρον μίγμα. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορούμε να το προσπεράσουμε, γι' αυτό και αναδημοσιεύουμε μια παρουσίαση της μτφ. Χριστιανόπουλου από την Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας. Με την ευχή της εμπέδωσης της ματαιότητας. Κατά το δυνατόν... Και καθ' ημέραν...



Από τη νεκρώσιμη ακολουθίαμτφρ.: Ντίνος Χριστιανόπουλος
εκδόσεις Μπιλιέτο, Παιανία, σ. 48

Τα τροπάρια του Ιωάννη Δαμασκηνού που χρησιμοποιούνται στη νεκρώσιμη ακολουθία αποτελούν μία από τις κορυφαίες στιγμές της ελληνικής γλώσσας και της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Η ουδέτερη και αποστασιοποιημένη έκφραση του συγγραφέα, που μιλά για τον θάνατο με ένα ύφος σχεδόν απλοϊκό, η άρνησή του να χρησιμοποιήσει τον λόγο συγκινησιακά (παρότι το θέμα θα ευνοούσε τέτοιου είδους χρήση), οι μεγάλες αλήθειες που λέγονται σαν να είναι αυτονόητα πράγματα και η απουσία ουσιαστικών αναφορών σε άλλα κείμενα της εκκλησιαστικής παράδοσης, δίνουν στο κείμενο αυτό μία σπάνια ομορφιά και μία πρωτογενή, αυτοφυή λάμψη. Τα τροπάρια μοιάζουν να γράφονται από έναν λόγιο συγγραφέα, που αφήνει για λίγο στην άκρη τις λόγιες καταβολές του και γίνεται προσωρινά φορέας της λαϊκής προφορικής παράδοσης και γλώσσας, μιλώντας στους ανθρώπους της εποχής του και των μελλοντικών εποχών με τρόπο που θα μπορούσε ο καθένας να καταλάβει, χωρίς την ανάγκη φιλολογικής ή θεολογικής συνδρομής.
Κάποιες φράσεις του Ιωάννη Δαμασκηνού δημιουργούν μέσα μας την αίσθηση ότι προέρχονται από μία μακρινή, κοινή θρησκεία, προτού οι λαοί και οι θρησκευτικές τους παραδόσεις πολυδιασπαστούν και υψωθούν τείχη ανάμεσά τους. Μεταφέρω τέσσερα σύντομα αποσπάσματα από τη μετάφραση του Ντίνου Χριστιανόπουλου: «Σαν λουλούδι μαραίνεται και σαν όνειρο χάνεται, και διαλύεται κάθε άνθρωπος». «Αλίμονο, τι αγώνα κάνει η ψυχή, όταν χωρίζεται απ' το σώμα! Αλίμονο, τι δάκρυα χύνει τότε και κανείς δεν βρίσκεται να την ελεήσει! Στρέφει τα μάτια στους αγγέλους, μα ικετεύει άδικα. Απλώνει τα χέρια στους ανθρώπους, μα ποιος να τη βοηθήσει;». «Πράγματι, πόσο είναι φοβερό το μυστήριο του θανάτου! Πώς η ψυχή χωρίζεται απότομα απ' το σώμα, και χάνεται αυτή η αρμονία, κι ο τόσο φυσικός δεσμός της συνυπάρξεως κόβεται με τη θέληση του Θεού». «Θρηνώ και οδύρομαι, όταν εννοήσω τον θάνατο, και δω την ωραιότητα, που πλάστηκε για μας ολόιδια με την εικόνα του Θεού, στους τάφους να την κατεβάζουν, χωρίς μορφή, χωρίς σκοπό, χωρίς κανένα σχήμα. Ω τι θαύμα είν' ετούτο, ετούτο το μυστήριο που γίνεται για μας! Πώς στη φθορά παραδοθήκαμε, πώς με τον θάνατο δεθήκαμε;».

Η σχέση του Χριστιανόπουλου με τα ιερά κείμενα ανάγεται στη μακρινή δεκαετία του 1940, εποχή κατά την οποία ήταν μέλος των κατηχητικών της Θεσσαλονίκης μαζί με τον πεζογράφο Γιώργο Ιωάννου. Για τη συμμετοχή στα κατηχητικά ο Ιωάννου έγραψε ότι τα νιάτα και η ζωή πολλών παιδιών «σημαδεύτηκαν ανεξίτηλα, για να μην πω ρημάχτηκαν, από την εμπλοκή εκείνη». Αντιθέτως, ο Χριστιανόπουλος περιγράφει την εμπειρία ως μάλλον θετική. Στην πρώτη του ποιητική συλλογή «Εποχή των ισχνών αγελάδων», που κυκλοφόρησε το 1950, η επίδραση των εκκλησιαστικών κειμένων είναι εμφανής, αφού τα περισσότερα από τα ποιήματα που τη συγκροτούν αναφέρονται σε θέματα που έχουν σχέση με τη Βίβλο και με τη χριστιανική παράδοση.
Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος είχε αποδώσει και στο παρελθόν στη νεοελληνική κοινή κείμενα παλαιότερων εποχών, με καλύτερη στιγμή του τη μετάφραση του Κατά Ματθαίον Ευαγγελίου (Το Ροδακιό, 1997), που κυκλοφόρησε αυτοτελώς. Τα υπόλοιπα βρίσκονται συγκεντρωμένα στα βιβλία «Αρχαία ελληνικά λυρικά ποιήματα» (Μπιλιέτο, 2005) και «Εντευκτήριο Ι» (Ιανός, 2007). Ως προς το εγχείρημά του να αποδώσει στα νέα ελληνικά τα τροπάρια της νεκρώσιμης ακολουθίας, θα μπορούσε κανείς να διατυπώσει αρκετές ενστάσεις. Οι δύο κυριότερες, κατά τη γνώμη μου, είναι οι εξής: ότι το κείμενο είναι σε μεγάλο βαθμό κατανοητό μέχρι σήμερα στην πρωτότυπη μορφή του και ότι η αισθητική του αρτιότητα δεν οφείλεται μόνο στο περιεχόμενο, αλλά κυρίως στον ρυθμό, στο ύφος, στην έκφραση, στη γλώσσα και στην επιλογή των συγκεκριμένων λέξεων και συνδυασμών λέξεων, δηλαδή σε ένα ιδιαίτερο «μικροκλίμα», που είναι δύσκολο να διατηρηθεί στη μετάφραση. Επιπλέον, τα τροπάρια της νεκρώσιμης ακολουθίας έχουν αδιάσπαστη σχέση με τη μουσική που τα συνοδεύει και κουβαλούν μαζί τους μία μακραίωνη φόρτιση, λόγω της χρήσης τους στους ναούς, αφού τα ακούμε κάθε φορά που χάνουμε αγαπημένα μας πρόσωπα. Σε έργα τόσο υψηλής αισθητικής αξίας μία μεταφραστική προσπάθεια θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλα τα παραπάνω, αλλά και πάλι το αποτέλεσμα δεν θα είναι επαρκές, εάν δεν υπάρχει εκείνο το απροσδιόριστο στοιχείο, που μεταμορφώνει τον λόγο σε ποίηση.
Τα «νεκρώσιμα ιδιόμελα» του Ιωάννη Δαμασκηνού είναι κείμενα μεγάλης πυκνότητας, ακόμη και αν η απλότητα του ύφους ξεγελά. Η ενασχόληση του Χριστιανόπουλου με αυτά θα πρέπει να υπήρξε βασανιστική και εξαντλητική, αλλά και ευχάριστη. Τα περιθώρια για μεταφραστικούς ελιγμούς είναι ελάχιστα και ο έμπειρος ποιητής (δημοσίευσε τα πρώτα του ποιήματα στα μέσα της δεκαετίας του 1940) και φιλόλογος τα εκμεταλλεύεται με ενδιαφέροντα τρόπο. Η μεταφραστική του άποψη συνδυάζει το σεβασμό στον εσωτερικό ρυθμό του πρωτοτύπου και την απόλυτη μεταφραστική ακρίβεια κατά τη μεταφορά στην τωρινή μορφή της ελληνικής γλώσσας, εκτός από εκείνα τα δύσκολα ή ασαφή σημεία όπου ο φιλόλογος αποσύρεται, για να δώσει τη θέση του στην ποιητική διαίσθηση. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ακόμη και οι λεπτότατες αποχρώσεις μεταξύ κάποιων λέξεων αποκτούν σημασία και προσθέτουν ή αφαιρούν από το ειδικό βάρος της μετάφρασης, σε σύγκριση πάντα με το πρωτότυπο κείμενο. Ενα παράδειγμα: η γνωστή φράση της νεκρώσιμης ακολουθίας «μία ροπή και ταύτα πάντα θάνατος διαδέχεται» μεταφράζεται: «λίγο να γύρει η ζυγαριά, και όλα αυτά τα διαδέχεται ο θάνατος». Σε άλλα σημεία, η λέξη «βιαίως» μεταφράζεται «απότομα», η έκφραση «επελθών γαρ ο θάνατος» αποδίδεται «γιατί μόλις ορμήσει ο θάνατος», ενώ η έκφραση «της βρώσεως μετέσχε» αποδίδεται «πήρε μέρος στο φαγί».
Το κείμενο του Ιωάννη Δαμασκηνού δημοσιεύεται αντικριστά με τη μετάφραση κι έτσι μπορεί ο αναγνώστης να παρατηρήσει την εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας μέσα στον χρόνο. Από τη μονή του Αγίου Σάββα, κοντά στην Ιερουσαλήμ, του 9ου αιώνα, ώς τη Θεσσαλονίκη του 21ου αιώνα η εικόνα της ελληνικής γλώσσας είναι ενιαία, με κάποιες σημαντικές ωστόσο και ενδιαφέρουσες αλλαγές στη μορφή και στις σημασίες των λέξεων.

Τρίτη 30 Μαρτίου 2010

ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΜΕΛΟΣ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΟ ΔΟΞΑΣΤΙΚΟ ΕΙΚΑΣΙΑΣ ΜΟΝΑΧΗΣ





π. Παναγιώτη Καποδίστρια

Ε ι κ α σ ί ε ς

Καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας
τη σορό του ήλιου πανσέληνος αν μου σταθεί
απαστράπτον εικόνισμα στου πηγαδιού τον πάτο
την αρμονία στο πορτρέτο κι ας με λοιδορεί
το νεύμα το άγιο λίγο πριν από το θαύμα
τη δόξα στον θρήνο σου
δόξα μου

καταφιλήσω
το ξύλο το θεοπρεπές μ’ όλα τ’ αγκάθια
τη σκουριά ευωδέστατη στα σύνεργα του πάθους
τα μάτια που μ’ εκλιπαρούν κι ας αποφεύγω
την εσχάτη λύπη πρώτη και καλύτερη
τη λάμψη στο αίμα σου
λάμψη μου

καταφιλήσω
τον Σπηλαιοκτήτη οπωσδήποτε αμέσως μόλις έρθει
της αγάπης τον μεγάλο Χορηγό πρωτότοκο από την άβυσσο
τον αρχαίον Αγροφύλακα όπου νά 'ναι
του κορμιού σου το ψωμί ψίχουλα ελέους
τις λέξεις στα χείλη σου
λέξεις μου

καταφιλήσω
το πρόσχημα του Απριλίου στον Μάιο
τους αιχμαλώτους έναν-έναν μετά την άλωση της πόλης μας
ψηφιακές ανυποψίαστων ηρώων επί το έργον
τον καθρέφτη στο πρόσωπο που είσαι εγώ
τη ζωή στον θάνατό σου
ζωή μου.

Αυτά είπεν ο Άνεμος και κατεφίλησεν αυτόν.
(10-13.3.2007)
[Από το ποιητικό βιβλίο Ο αρχαίος Αγροφύλαξ, εκδ. Γαβριηλίδης 2007, σ. 83 εξ.]



Μουσική του συνθέτη Νίκου Γράψα, για το ανωτέρω ποίημα του π. Παναγιώτη Καποδίστρια "Εικασίες". Πρωτοπαρουσιάστηκε τη Μεγάλη Τετάρτη του 2007 (4 Απριλίου), στο Δημοτικό Θέατρο ΑΠΟΛΛΩΝ Πάτρας, στην αλησμόνητη εκδήλωση "καταφιλήσω" από το Καλλιτεχνικό Σύνολο ΠΟΛΥΤΡΟΠΟΝ του θεολόγου-μουσικού Παναγιώτη Ανδριόπουλου.

[Η φωτογραφία της ανάρτησης είναι του Πορφύρη της Φωτοθήκης.]

ΤΟ ΤΡΟΠΑΡΙΟ ΤΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΗΣ ΣΤΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΥΜΝΟΓΡΑΦΙΑ

Άρθρο του Μουσικού ΑΝΤΩΝΗ ΚΛΑΔΗ

Η εκκλησιαστική, ορθόδοξη υμνογραφία, που αντλεί στοιχεία από τη μουσική της αρχαίας Ελλάδας και συνέχειά της αποτελεί η εκκλησιαστική βυζαντινή, έχει τις απαρχές της στα πρώτα χριστιανικά χρόνια, χρόνια ζυμώσεων κατά τα οποία η νέα θρησκεία είχε να αντιμετωπίσει πολλούς εχθρούς. Ποιοι και πόσοι είναι οι πρώτοι υμνογράφοι δεν είναι δυνατό να γνωρίζουμε, αφού οι ύμνοι περνούσαν τους αιώνες από στόμα σε στόμα κι αυτό δυσκόλευε τη συνέχιση της φήμης του επώνυμου υμνογράφου. Βέβαιο είναι ωστόσο ότι οι πιο σημαντικοί υμνογράφοι έγραφαν στην ελληνική γλώσσα και σε αυτή μας κληροδότησαν τα εξαίσια δείγματα της ποιητικής τους τέχνης (1).
Οι αιρέσεις συντάραζαν το ιερό σώμα κι αιρετικοί ανέβαιναν ακόμη και στον πατριαρχικό θρόνο. Η Εκκλησία προκειμένου να αντιμετωπίσει τα ζητήματα αυτά συγκαλούσε τις Ιερές Συνόδους, στις οποίες λάμβαναν μέρος σπουδαίοι ιεράρχες. Εκτός όμως από τις συνόδους για να εξουδετερωθούν οι αιρετικοί, οι ορθόδοξοι, κυρίως οι κληρικοί, σπουδασμένοι αλλά και εμπνευσμένοι, συνέθεταν ύμνους σύμφωνους προς το λατρευτικό πνεύμα, που αυτό καθόριζαν οι Σύνοδοι και αυτό επικράτησε και έφτασε ως τα δικά μας χρόνια και προχωρεί πέρα από αυτά.
Μεγάλοι υμνογράφοι παρουσιάστηκαν από τον 4΄αιώνα (2). Ο Γρηγόριος Νύσσης, ο Μέγας Αθανάσιος (Περί Ψαλμών), ο Εφραίμ ο Σύρος, ο Βασίλειος ο Μέγας, ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός, ο Ρωμανός ο Μελωδός (υπήρξε ο περιφημότερος ποιητής κοντακίων, έγραψε περίπου χίλια κοντάκια), ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο Ανδρέας Κρήτης (Μεγάλος Κανόνας), ο Θεόδωρος Στουδίτης, ο Κοσμάς ο Μελωδός είναι κάποιοι από τους πιο σημαντικούς. Εξέχουσα θέση κατέχουν χρονολογικά ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο Ιωάννης Κουκουζέλης και ο Πέτρος ο Πελοποννήσιος, οι οποίοι συνέβαλαν με το έργο τους στη διαμόρφωση της Βυζαντινής σημειογραφίας.
Το 1814 επινοήθηκε το σημερινό σύστημα γραφής (Νέα Μέθοδος) από τους τρεις δασκάλους, Χρύσανθο, Χουρμούζιο Χαρτοφύλακα και Γρηγόριο Πρωτοψάλτη, οι οποίοι καθιέρωσαν τους φθόγγους της Βυζαντινής Μουσικής από τα γράμματα της ελληνικής αλφαβήτου (πΑ, Βου, Γα, Δι, κΕ, Ζω, νΗ).
Ο λόγος του ύμνου και το μουσικό ένδυμά του, ο υπέροχος αυτός διφυής φορέας και εκφραστής της ορθόδοξης πίστης αποτελεί το βασικότερο μέσο της εκκλησιαστικής μας λατρείας. Και τούτο γιατί με τη συντομία, την περιεκτικότητα και τη μουσική τους επένδυση οι ύμνοι είναι οι κοινές προσευχές, το εντρύφημα των πιστών, το προσφορότερο μέσο για τη μυσταγωγία του σώματος-συνάξεως. Αρκεί να θυμηθούμε τα τροπάρια της Μ. Εβδομάδας και της νεκρώσιμης ακολουθίας για να καταλάβουμε τι νιώθουν οι πιστοί στο άκουσμά τους. Δεν πλουτίζουν μόνο συναισθήματα οι ύμνοι, παράλληλα μορφώνουν και διδάσκουν. Η γλώσσα τους βέβαια ξενίζει κάπως, αλλά παρόλη τη δυσκολία της δεν είναι εμπόδιο στην κατανόηση των τροπαρίων, επειδή αυτά μιλούν στην καρδιά∙ οι αγράμματοι, αλλά πιστοί άνθρωποι, καταλαβαίνουν το νόημά τους. Ωραία παρατηρήθηκε: «Οι ιεροί ύμνοι είναι σύμβολα και τα σύμβολα λέγουν πολύ περισσότερα από όσα μπορεί λογικά να συλλάβει ο νους και λεκτικά να λαλήσει το στόμα» (3).
Η Βυζαντινή μουσική ίσως είναι μονότονη για όποιον είναι μονότονο το Ευαγγέλιο, άτεχνη για όποιον είναι άτεχνο το Ευαγγέλιο, απλοϊκή για όποιον είναι απλοϊκό το Ευαγγέλιο, παλιωμένη για όποιον είναι παλιωμένο το Ευαγγέλιο. Αλλά είναι χαρμόσυνη για όποιον είναι χαρμόσυνο το Ευαγγέλιο, ειρηνική για όποιον νιώθει την ειρήνη του Χριστού. Επίσης δεν είναι μουσική ακροάματος∙ η μουσική με άλλα λόγια δεν συνοδεύει το λόγο για να τέρψει την ακοή των ακροατών αλλά για να τον τονίσει. Όπως παρατηρεί και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος «ουκ έστι θέατρον η Εκκλησία, ίνα προς τέρψιν ακούωμεν».
Θα ολοκληρώσουμε αυτή τη σύντομη αναφορά στους Υμνογράφους της Εκκλησίας μας με την Κασσιανή, καθώς αυτή θεωρείται κορυφαία υμνογράφος, που μετασκεύασε σε «τραγούδι» του εκκλησιαστικού σώματος και «Θεο-λογία» την πνευματική-καρδιακή εμπειρία της. Έζησε τον 9ο αιώνα στην Κωνσταντινούπολη. Καταγόταν από αρχοντική οικογένεια και ονομαζότανε Κασσία, Ικασία ή Εικασία. Η μόρφωση και η ομορφιά της ήταν πολύ μεγάλη και θεωρήθηκε ως η καταλληλότερη για να γίνει σύζυγος του διαδόχου του θρόνου, του Θεοφίλου. Ο εγωιστής όμως Θεόφιλος δε θέλησε να έχει σύζυγο πιο μορφωμένη από αυτόν, γι΄ αυτό και απέρριψε την ιδέα του γάμου του με αυτήν.
Μετά το γεγονός αυτό, η Κασσιανή ίδρυσε μοναστήρι (4) κι έζησε εκεί καλλιεργώντας την ποίηση. Συνέθεσε ποιήματα κοσμικά, επιγράμματα, ιάμβους αλλά ασχολήθηκε και με την υμνογραφία, όπου ξεχώρισε. Ο διαπρεπής βυζαντινολόγος Κ. Krumbacher (1856-1909), αναφερόμενος στην ποιήτρια Κασσιανή, γράφει: «…η Κασσιανή αποτελεί παράδοξον φαινόμενον εν τω γενικώ ποητικώ συναγωνισμώ. Την ποίησή της διακρίνει ευγένεια ύφους και γλυκύτης μέλους ακορέστου». Κατά τη γνώμη του δε «η Κασσιανή είναι η μόνη αξιομνημόνευτη βυζαντινή ποιήτρια». Το σημαντικότερο από τα υμνογραφικά της έργα είναι το Δοξαστικό του Όρθρου της Μ. Τετάρτης «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις…» (5).
Η παράδοση λέει ότι όταν αργότερα ο αυτοκράτορας Θεόφιλος επισκέφθηκε το μοναστήρι, όπου μόναζε η Κασσιανή, μη βλέποντάς την ανάμεσα σε όσες τον υποδέχτηκαν, γυρνούσε ψάχνοντας τα κελιά, για να την συναντήσει. Ο κρότος των βημάτων που πλησίαζαν έκανε την Κασσιανή να κρυφτεί, αφήνοντας πάνω στο γραφείο της μισογραμμένο το Δοξαστικό της «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις» στην περίοδο: «κρότον τοις ωσίν ηχηθείσαν». Ο Θεόφιλος εννοώντας το νόημα των στίχων πρόσθεσε εκεί τις λέξεις «τω φόβω εκρύβη». Η ποιήτρια, αργότερα, δεν διέγραψε τις λέξεις αλλά ευφυώς συμπλήρωσε το τροπάριο ως εξής: «Αμαρτιών μου τα πλήθη και κριμάτων σου αβύσσους τις εξιχνιάσει, ψυχοσώστα Σωτήρ μου; Μη με την σην δούλην παρίδης, ο αμέτρητον έχων το έλεος».
Η Κασσιανή, έχοντας συνείδηση της αμαρτίας της, την περιγράφει με μεγάλη ακρίβεια και με ιδιαίτερη λογοτεχνική ευαισθησία: την παρομοιάζει με το πυκνό σκοτάδι, που δεν επιτρέπει στον άνθρωπο να διακρίνει την πορεία του αφού δεν υπάρχει ούτε το αμυδρό φως της σελήνης («ασέληνη νύκτα»). Τη χαρακτηρίζει σαν «ασυγκράτητη ηδονή» και σαν «έρωτα», θέλοντας να τονίσει τη μεγάλη δυσκολία του ανθρώπου να απαλλαγεί από αυτήν. Στην πάλη εναντίον της αμαρτίας, μοναδικό όπλο του ανθρώπου είναι αυτό που η Κασσιανή περιγράφει σαν «πηγή των δακρύων» και «στεναγμούς της καρδιάς». Είναι αξιοσημείωτο ότι η Κασσιανή φτάνει σε τέτοιο σημείο συνειδητοποίησης της αμαρτωλότητάς της, ώστε παρομοιάζει την κατάστασή της με την αμαρτωλή εκείνη γυναίκα που άλειψε με μύρο τα πόδια του Κυρίου και τα σκούπισε με τα μαλλιά της. Μπροστά στη συνείδηση της αμαρτίας και στο ψυχικό βάρος που αυτή συνεπάγεται, μόνο η άπειρη ευσπλαχνία του Θεού μπορεί να δώσει την ελπίδα.
Ο παραλληλισμός της αμαρτωλότητας της Κασσιανής με την αμαρτωλή γυναίκα που άλειψε με μύρο τα πόδια του Χριστού είναι η αιτία που ο συγκεκριμένος ύμνος ψάλλεται το βράδυ της Μ. Τρίτης (Όρθρος της Μ. Τετάρτης). Το γεγονός αυτό με την αμαρτωλή γυναίκα έγινε λίγο πριν από το Πάθος του Κυρίου, γι΄ αυτό ορίστηκε η ανάμνησή του κατά τη Μ. Τετάρτη. Τα λόγια της Κασσιανής μάς θυμίζουν τη γυναίκα εκείνη που με την πράξη της ομολόγησε την αμαρτωλότητά της και ζήτησε τη συγχώρηση των αμαρτιών της. Ο ύμνος όμως της Κασσιανής έχει αναφορές και στον ενταφιασμό του Κυρίου. Πρόκειται για το σημείο εκείνο, όπου η ποιήτρια εκφράζει την επιθυμία να προσέλθει ως Μυροφόρα, θέλοντας έτσι να τονίσει το συναίσθημα μετανοίας που την διακατέχει. Η αναφορά του ύμνου στον ενταφιασμό αποτελεί μια εισαγωγή στο Πάθος του Κυρίου∙ επομένως, για έναν ακόμα λόγο η θέση του ύμνου κατά τη Μ. Τετάρτη είναι απόλυτα δικαιολογημένη.
Στην ανάλυση του ύμνου έχει υποστηριχθεί ότι η πόρνη ταυτίζεται με τη Μαρία τη Μαγδαληνή, χωρίς ωστόσο η άποψη αυτή να αποδεικνύεται. Η θέση αυτή υποστηρίχθηκε κυρίως από δυτικούς, ίσως διότι η Μαρία η Μαγδαληνή είναι η πιο γνωστή από τις γυναίκες που αναφέρει η Αγία Γραφή. Στο ποίημα δεν αναφέρεται πουθενά όνομα γυναίκας και στα Ευαγγέλια πουθενά δεν γράφεται ότι η Μαρία η Μαγδαληνή ήταν πόρνη. Την πληροφορία για την αμαρτωλή γυναίκα την παίρνουμε από το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο (7.36-50), που μας δίνει την ωραιότερη περιγραφή της σκηνής. Με εξαιρετικό λυρισμό, από τον οποίο εμπνέεται και η Κασσιανή, ο ευαγγελιστής περιγράφει τη σκηνή της μετάνοιας της πόρνης.
Οι υμνωδοί της εκκλησίας προβάλλουν την μετάνοια της πόρνης ως δείγμα ελπίδος και κατά αντιδιαστολή την προδοσία του Ιούδα ως δείγμα πορνείας της ψυχής. Η πόρνη μετανοεί και απομακρύνεται από το εμπόριο του σώματός της, την ίδια στιγμή ο μαθητής εκπορνεύει την πνευματική του οντότητα με την έμμισθη προδοσία του.
Tα στιχηρά που ψάλλονται το βράδυ της Μ. Τρίτης και αναφέρονται στην αμαρτωλή του Ευαγγελίου είναι επίσης έργο της Κασσιανής. «Ότε η αμαρτωλός προσέφερε το μύρον… Ω της Ιούδα αθλιότητος… Ήπλωσεν η πόρνη τας τρίχας σοι τω Δεσπότη…» Σε όλα τα ιδιόμελα και στιχηρά, που υπερβαίνουν τα 40, διακρίνει κανείς την έξαρση, το βάθος αισθήματος, τη μεγάλη ανεξαρτησία και ευσέβεια, όλα χαρακτηριστικά της μεγάλης ποιητικής της πνοής.
Εκτός από καθαρά θρησκευτική ποίηση η Κασσιανή ασχολήθηκε και με ποιήματα ποικίλου περιεχομένου. Συνέγραψε ακόμη πολλά γνωμικά και επιγράμματα. Σε 32 στίχους πραγματεύεται θαυμάσια το μεγάλο και σοβαρό θέμα της φιλίας. «Ει θέλεις πάντως και φιλείν και φιλείσθαι, των ψιθυριστών και φθονερών απέχου». Στους δύο αυτούς στίχους ο λεπτός νους της Κασσιανής περιέκλεισε ολόκληρη φιλοσοφία. Και παρακάτω σημειώνει: «Φρόνιμον φίλον, ως χρυσόν, κόλπω βάλλε τον δι΄ αύγε μωρόν φεύγε καθάπερ όφιν». Δηλαδή, τον φρόνιμο φίλον να βάλεις στο πλευρό σου, όπως θα ήθελες να έχεις και τον χρυσό. Τον ανόητο όμως να τον αποφεύγεις όπως και το φίδι. Η Κασσιανή εκτός από το σοφό επίγραμμα «περί φιλίας» έγραψε και άλλα βαθυστόχαστα επιγράμματα που αναφέρονται στον χαρακτήρα του ανθρώπου, στη γυναίκα, στην ευτυχία, στην χάρη, στο κάλλος, στο ήθος, στους τρόπους της αληθινής ζωής, που οδηγούν με τον κόσμο της αρμονίας στην αληθινή μακαριότητα.
Σπουδαίοι μουσουργοί έχουν κάνει υπέροχες συνθέσεις στο τροπάριο της Κασσιανής. Στη Βυζαντινή μουσική ο Πέτρος Λαμπαδάριος, ο Κων. Πρίγγος, ο Ιωάννης Σακελλαρίδης και άλλοι. Στην ευρωπαϊκή μουσική ο Ν. Μάτζαρος, ο Θ. Πολυκράτης, ο Γ. Τριάντης, ο Γ. Καζάσογλου, ο Μ. Θεοδωράκης, ο Β. Καρποδίνης, ο Κ. Κλάβας και πολλοί άλλοι. Ο Γ. Σκλάβος συνέθεσε όπερα (1936) εμπνευσμένη από το τροπάριο της Κασσιανής σε λιμπρέτο του Σ. Σπεράντσα. Ο Δημήτρης Μητρόπουλος συνέθεσε τη μουσική στο ποίημα «Η Κασσιανή» του Κωστή Παλαμά (6).
Η εκκλησιαστική υμνολογία γενικότερα δεν άφησε ανεπηρέαστους και λογοτέχνες, όπως τους Αλεξ. Παπαδιαμάντη, Αλεξ. Μωραΐτιδη, Φώτη Κόντογλου, και Γ. Βιζυηνό, καθώς και τους νεοέλληνες ποιητές Σολωμό, Κάλβο, Παλαμά, Βάρναλη, Σικελιανό, Σεφέρη και Ελύτη, που χρησιμοποίησαν ή μετέπλασαν στίχους από τις ακολουθίες της εκκλησίας. Οι στίχοι, οι εμπνευσμένοι από την Υμνογραφία της Εκκλησίας, με την προέκταση που παίρνουν κάθε φορά στον σύγχρονό μας στίχο, υψώνουν τον τωρινό ποιητή, σαν τον υμνωδό, σε εκφραστή της κοινής προσευχής των ανθρώπων.
Ας ευχηθούμε ο καθένας από μας είτε ακούγοντας τους στίχους των υμνωδών είτε διαβάζοντας τους στίχους των ποιητών μας να συναισθανθεί τα Θεία Πάθη και να φτάσει με κατάνυξη στην Αγία Ανάσταση.

Ζάκυνθος, Μάρτιος 2010

Σημειώσεις:
1. Ο Χριστός κάλεσε όλα τα έθνη. Μα πρώτα απ όλα κάλεσε τους Έλληνες, που είχανε περάσει από κάθε ανθρώπινη σοφία και τέχνη. Τους καθάρισε από τον ρύπον της αμαρτίας, «ερράντισεν αυτούς υσσώπω και εκαθάρισε», και τους κατέστησεν «υπηρέτας του λόγου του». Κι απ΄ αυτή τη μεταμόρφωση αλλάξανε και οι τέχνες, κι΄ αντί το σαρκικό κάλλος εκφράσανε το κάλλος το πνευματικό, κι΄ αντί την τέρψιν, φέρανε την «κατάνυξιν».
2. Μέχρι το 1000 (περίπου), μελωδός ήταν ο ίδιος ο υμνογράφος.
3. Με το να μην είναι σε θέση να νιώσει καθένας την δική μας εκκλησιαστική τέχνη, δεν θα πει πως αυτή είναι μόνο για λίγους που αισθάνονται με τον ίδιο τρόπο. Ίσα-ίσα είναι για κάθε ανθρώπινη καρδιά, αλλά αυτή η καρδιά είναι ανάγκη να έχει αληθινό πνευματικό βάθος. Να μην νιώθει ενθουσιασμό, αλλά κατάνυξη, όχι τέρψη αλλά λύτρωση. Γι΄ αυτό έγραψε ο Ντοστογέφσκυ : «Μόνο μια Ορθόδοξη καρδιά μπορεί να νιώσει τα βαθιά μυστήρια».
4. Δεν την οδήγησε στο Μοναστήρι η αμαρτωλή της ζωή, γιατί ποτέ της δεν υπήρξε αμαρτωλή.
5. Μετάφραση: Κύριε, η γυναίκα που περιέπεσε σε πολλές αμαρτίες, επειδή κατάλαβε ότι είσαι Θεός, αναλαμβάνει έργο μυροφόρου και με θρήνο σου φέρνει μύρα (για να σε αλείψει) πριν ακόμα ενταφιαστείς. Και λέγει: Αλίμονο σε μένα, διότι ζω μέσα σε μια νύχτα, σε μια αχαλίνωτη, φοβερή και σκοτεινή τάση για ακολασία, σ΄ έναν έρωτα της αμαρτίας. Δέξου τα πολλά μου δάκρυα, εσύ που μεταβάλλεις σε σύννεφα το νερό της θάλασσας. Λύγισε μπροστά στους στεναγμούς της καρδιάς μου, εσύ που χαμήλωσες τους ουρανούς με την απερίγραπτη ενανθρώπησή σου. Θα φιλήσω τα αμόλυντα πόδια σου, θα τα σκουπίσω με τις πλεξίδες της κεφαλής μου αυτά τα πόδια, που τον ήχο τους άκουσε η Εύα εκείνο το δειλινό στον παράδεισο και κρύφτηκε. Τα πλήθη των αμαρτιών μου και τα απύθμενα βάθη των κρίσεών σου ποιος θα μπορέσει να εξερευνήσει, ψυχοσώστα Σωτήρ μου; Μην παραβλέψεις εμένα τη δούλη σου, εσύ που έχεις την άπειρη ευσπλαχνία.
6. Η Κασσιανή, Κ. Παλαμά

Κύριε, γυναίκα αμαρτωλή, πολλά,
πολλά, θολά, βαριά τα κρίματά μου.
Μα, ω Κύριε, πώς η θεότης Σου μιλά
μέσ΄ στην καρδιά μου!
Κύριε, προτού Σε κρύψ΄ η εντάφια γη
από τη δροσαυγή λουλούδια πήρα
κι απ΄ της λατρείας την τρίσβαθη πηγή
Σου φέρνω μύρα.
Oίστρος με σέρνει ακολασίας... Νυχτιά,
σκοτάδι αφέγγαρο, άναστρο με ζώνει,
το σκοτάδι της αμαρτίας φωτιά
με καίει, με λιώνει.
Εσύ που από τα πέλαα τα νερά
τα υψώνεις νέφη, πάρε τα, Έρωτά μου,
κυλάνε, είναι ποτάμια φλογερά
τα δάκρυά μου.
Γύρε σ' εμέ. Η ψυχή πώς πονεί!
Δέξου με Εσύ που δέχτηκες και γείραν
άφραστα ως εδώ κάτου οι ουρανοί
και σάρκα επήραν.
Στ΄ άχραντά Σου τα πόδια, βασιλιά
μου Εσύ θα πέσω και θα στα φιλήσω,
και με της κεφαλής μου τα μαλλιά
θα στα σφουγγίσω.
Τ΄ άκουσεν η Εύα μέσ΄ στο αποσπερνό
της παράδεισος φως ν΄ αντιχτυπάνε,
κι αλαφιασμένη κρύφτηκε... Πονώ,
σώσε, έλεος κάνε.
Ψυχοσώστ΄, οι αμαρτίες μου λαός,
Τα αξεδιάλυτα ποιος θα ξεδιαλύση;
Αμέτρητό Σου το έλεος, ο Θεός!
Άβυσσο η κρίση

Βιβλιογραφία
* Δετοράκη Θεοχάρη, Βυζαντινή Υμνογραφία [πανεπιστημιακές παραδόσεις], Ηράκλειο 1997.
* Η Μουσική Μέσα από την Ιστορία της, Σχολικό Βιβλίο της Β΄ και Γ΄ Γυμνασίου, ΟΕΒΔ 1990
* Καβαρνού Κωνσταντίνου, Η Ιερά βυζαντινή τέχνη, εκδοτικός οίκος «Αστήρ» Αλ. κ΄ Ε. Παπαδημητρίου, Αθήνα 1996
* π. Μεταλληνού Γεωργίου, «Η υμνογραφία της Μεγάλης Εβδομάδας», άρθρο στην εφημερίδα Παρόν της Κυριακής 12-4-2009.
* Ξύδη Θεόδωρου, Βυζαντινή Υμνογραφία, εκδόσεις «Νικόδημος» 1978
* Ορθόδοξη πίστη και λατρεία, Σχολικό βιβλίο Α΄ Λυκείου, ΟΕΒΔ 2000
* Παρθενίου Αρχιμανδρίτη, «Οσία Κασσιανή (Βυζαντινή αρχόντισσα και υμνογράφος)» στο www.imodigitrias.gr.
* Πολιτάρχη Γ.Μ, Υμνογράφοι και μελωδοί, εκδ. «Το ελληνικό βιβλίο». Στάθη Θ. Γρ., Εισαγωγή στη Βυζαντινή Μουσικολογία, Αθήνα 1999
* Τρίτου Μιχάλη, «Η Κασσιανή και το τροπάριό της», Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Πρωινός Λόγος.
* Τσιρώνη Νίκης, Εισαγωγή από την έκδοση ΚΑΣΣΙΑΝΗ η Υμνωδός, εκδόσεις του Φοίνικα, Αθήνα 2002.

Δευτέρα 29 Μαρτίου 2010

ΤΟ ΣΥΛΛΕΚΤΙΚΟ ΦΥΛΛΑΔΙΟ 2010 ΓΙΑ ΤΟ ΖΑΚΥΝΘΙΝΟ ΜΕΓΑΛΟΒΔΟΜΑΔΟ


Κυκλοφόρησε αυτές τις μέρες από τις ζακυνθινές Εκδόσεις Έντυπο, σε συνεργασία με την Μητρόπολη Ζακύνθου, το καθιερωμένο από δεκαπενταετίας φυλλάδιο υπό τον τίτλο "Μεγαλοβδόμαδο και Λαμπρή στη Ζάκυνθο. Πασχαλινοί εορτασμοί και έθιμα".

Όπως γίνεται αμέσως κατανοητό περιλαμβάνει όλα τα ιδιαίτερα και ιδιάζοντα συμβαίνουν στο νησί μας κατά την διάρκεια της Εβδομάδας των Παθών και της Ανάστασης του Χριστού.

Την επιμέλεια του κύριου κειμένου έχει ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας, του οποίου επίσης δημοσιεύονται δύο θεολογικά κείμενα, με τίτλο "Σταυροαναστάσιμο πέρασμα από τη Μεγάλη Παρασκευή στην ημέρα της Λαμπρής", που εσείς μπορείτε να διαβάσετε εδώ κι εδώ, αλλά και επτά μικρά ποιήματα, ένα για κάθε μέρα της Μ. Βδομάδας, με τον κοινό τίτλο "Οι μυρωδίες της Χαρμολύπης".
Διανθισμένα από πλήθος υπέροχες και πρωτότυπες φωτογραφίες περιλαμβάνονται επίσης κείμενα για το Εκκλησιαστικό Μουσείο της Μονής Στροφάδων και Αγίου Διονυσίου, το Μουσείο Ζακύνθου (της Ζωής Μυλωνά), το Μουσείο Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων (της Κατερίνας Δεμέτη), το Αρχοντικό Ρώμα, το Μουσείο Χέλμη Φυσικής Ιστορίας, το Πέτρινο Πάρκο Ασκός, αλλά και κείμενα γνωριμίας με τον τόπο, τη ζακυνθινή εκκλησιαστική μουσική (του Σπύρου Καμπιώτη), την κουζίνα και πάμπολλες χρηστικές πληροφορίες για τους επισκέπτες των ημερών, αφού το φυλλάδιο τυπώνεται σε πολλές χιλιάδες αντίτυπα και διανέμεται δωρεάν στον κόσμο που καταφτάνει για να περάσει κοντά μας τις άγιες ημέρες.

Ιωάννης Πορφύριος Κ.

Η "ΩΡΑ ΤΗΣ ΓΗΣ" ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΡΟΞΕΝΕΙΟ ΣΤΗΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ





Το Ελληνικό Προξενείο στην Κωνσταντινούπολη συμμετείχε και αυτό στην ΩΡΑ ΤΗΣ ΓΗΣ, προχθές το βράδυ, με πρωτοβουλία του Γενικού Προξένου Βασιλείου Μπορνόβα.
Συσκότισε -κατά το δυνατόν- το κτίριό του, όπως μαρτυρούν οι παραπάνω φωτογραφίες που λάβαμε από τον Νικόλαο Μαγγίνα. Στις δύο πρώτες αποτυπώνεται το κτίριο κατά την διάρκεια της συμβολικής συσκότισης και στην τρίτη αμέσως μετά!

"ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΗ ΤΕΧΝΗ" ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΜΟΥΣΕΙΟ

Η γενιά του ’30 ζωγραφίζει βυζαντινά
Παρθένης, Κόντογλου, Παπαλουκάς, Τσαρούχης, Ρέγκος, Βασιλείου συνομιλούν μέσα από τα έργα τους με την παράδοση

Του Σπύρου Γιανναρά

«Μας ενδιαφέρει το Βυζάντιο σήμερα και γιατί;». Το έργο του πρόσφατα χαμένου Δημήτρη Κωνστάντιου για την προβολή του βυζαντινού πολιτισμού μπορεί να συνοψιστεί σε αυτό το θεμελιώδες ερώτημα. Το θέτει ο ίδιος στον κατάλογο της έκθεσης «Βυζάντιο και νεότερη τέχνη. Η πρόσληψη της βυζαντινής τέχνης στην ελληνική ζωγραφική του πρώτου μισού του 20ού αιώνα», που εγκαινιάστηκε πριν από λίγες μέρες στο Βυζαντινό Μουσείο.

Ο Δ. Κωνστάντιος, ανανεωτής διευθυντής του μουσείου, οραματιζόταν τη μετατροπή της τελευταίας αίθουσας του Βυζαντινού, όπου καταλήγει η μόνιμη συλλογή, σε χώρο περιοδικών εκθέσεων υπό τον σταθερό γενικό τίτλο «Το Βυζάντιο και η νεότερη τέχνη». Η αίθουσα αυτή θα αποτελούσε μια διαρκώς ανανεούμενη απάντηση στο παραπάνω ερώτημα.

Τα αγιογραφικά έργα των μεγάλων μαέστρων της ελληνικής ζωγραφικής στον 20ό αιώνα που εκτίθενται στο μουσείο – Παρθένης, Κόντογλου, Παπαλουκάς, Τσαρούχης, Ρέγκος, Βασιλείου– υποστηρίζουν με τον πιο εύγλωττο τρόπο την πεποίθηση του Κωνστάντιου, αλλά και καταδεικνύουν τις προβολές της παράδοσης στο ζωντανό σώμα της νεότερης τέχνης.

Η έκθεση που επιμελήθηκε η Ιωάννα Αλεξανδρή αποπειράται να αναδείξει τον γόνιμο διάλογο που ανέπτυξαν οι νεότερες μορφές τέχνης με τη βυζαντινή. Αποτελεί δε φυσική συνέχεια της μόνιμης συλλογής που ολοκληρώνεται στον 19ο αιώνα και βρίσκεται –χάρη στο επιμελημένο στήσιμο της αρχαιολόγου Αυγής Τζάκου– σε διαρκή συνομιλία με αυτή. Ο χώρος είναι πολύ περιορισμένος για μια τόσο φιλόδοξη έκθεση, απειράριθμων, δυνητικά, εκθεμάτων. «Η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίσαμε», τόνισε η κ. Τζάκου «ήταν η διαδικασία επιλογής, ουσιαστικά η απόρριψη εκθεμάτων, προκειμένου να φτάσουμε στον τελικό αριθμό των πενήντα έργων».

Οι ενότητες της έκθεσης

Το στήσιμο της έκθεσης είναι όντως αριστοτεχνικό. Τα 50 εκθέματα είναι χωρισμένα σε πέντε μεγάλες ενότητες.

Παρθένης ο πατριάρχης. Η έκθεση ξεκινάει με τον Κωνσταντίνο Παρθένη (1878-1967), «πατριάρχη της πρόσληψης της βυζαντινής τέχνης», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η κ. Αλεξανδρή. «Ο Παρθένης διείδε πρώτος τη σημασία της βυζαντινής τέχνης, ενσωματώνοντας τα μορφολογικά της στοιχεία και τους εικονογραφικούς της τύπους στο ζωγραφικό του έργο». Κατέχει την κεντρικότερη θέση στην έκθεση καθώς ως καλλιτέχνης και ως δάσκαλος της Σχολής Καλών Τεχνών εισήγαγε τη μετέπειτα γενιά του ’30 στην παραγνωρισμένη μέχρι τότε τέχνη του Βυζαντίου - και η γενιά του ’30 εν συνεχεία θεμελίωσε την ταυτότητά της συνομιλώντας με τη βυζαντινή και τη λαϊκή τέχνη. Στην έκθεση παρουσιάζεται η φημισμένη ελαιογραφία «Η Αγία Καικιλία» (1930-38), ο «Επιτάφιος Θρήνος» και για πρώτη φορά το αντίγραφο της «Γέννησης του Χριστού» από το Καθολικό της μονής Δαφνίου που φιλοτεχνήθηκε στα 1905-07. Στην ίδια ενότητα και η σπουδή του Γιάννη Τσαρούχη, μαθητή του Παρθένη, «Πλατυτέρα» (1933-34), έργο το οποίο ο ίδιος αποκαλούσε «μάθημα Παρθένη».

Κόντογλου και Παπαλουκάς. Η δεύτερη ενότητα, αφιερωμένη στον άλλο μεγάλο δάσκαλο τον Φώτη Κόντογλου και στους μαθητές του, αποτυπώνει και πάλι τα σημάδια ενός ανεξάντλητου διαλόγου με τα εμβληματικά έργα της βυζαντινής αγιογραφίας. «Βασικός παράγοντας γνωριμίας με το Βυζάντιο για τη γενιά του ’30 ήταν τα ταξίδια στο Αγιον Ορος και οι αντιγραφές», υπογραμμίζει η ξεναγός μου. Εδώ συναντάμε τρία έργα του Γιάννη Τσαρούχη, μαθητή του Κόντογλου, με εμβληματικότερο το αντίγραφο «Προσευχή Ιωακείμ και Αννης» (1920) από το Καθολικό της μονής Δαφνίου, το οποίο ξαναδούλεψε το 1930. Βρίσκουμε επίσης και τον «Αγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο», αντίγραφο (πιθανότατα από φορητή εικόνα της μονής Γρηγορίου) του Κόντογλου από το ταξίδι του στο Ορος. Στα τρία από τα 18 αντίγραφα του Σπύρου Παπαλουκά, από μικρογραφίες ψαλτηρίων του Αγίου Ορους, είναι ξεκάθαρη η προσωπική ανάγνωση του βυζαντινού έργου μέσα από τις προσλαμβάνουσες της μοντέρνας τέχνης. Στην ενότητα αυτή παρακολουθούμε τη διαδοχική εξέλιξη της μαθητείας στη βυζαντινή τέχνη, όπως αυτή αποτυπώνεται στο πέρασμα από δάσκαλο σε μαθητή.

Το «αποτέλεσμα» της μαθητείας. Σε δύο αντικριστούς τοίχους αντιπαραβάλλονται οι θρησκευτικές παραγγελίες και τα κοσμικά έργα με σαφείς βυζαντινές επιρροές. Στον έναν τοίχο έχουν αναρτηθεί προσχέδια και μακέτες του Σπύρου Βασιλείου για την αγιογράφηση του Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτη της οδού Σκουφά (1936), μακέτες του Πολύκλειτου Ρέγκου για την εικονογράφηση του Αγίου Δημητρίου στα Σιάτιστα (1939) και σχέδια του Νίκου Εγγονόπουλου για τον ναό του Αγίου Σπυρίδωνα της Νέας Υόρκης. Τρία πελώρια ανθίβολα του Παπαλουκά πίσω από πλεξιγκλάς (το ένα κρέμεται από την οροφή) για την αγιογράφηση του μητροπολιτικού ναού της Αμφισσας λειτουργούν και ως οδοδείκτες διαμορφώνοντας τον εκθεσιακό χώρο. Στον απέναντι τοίχο τρεις πίνακες του Αγήνορα Αστεριάδη, με θέμα τους καταστρεπτικούς σεισμούς που έπληξαν συθέμελα τη Θεσσαλία το 1954, συνθέτουν ένα θρησκευτικού τύπου τρίπτυχο.

Κοσμικά αριστουργήματα. Η υποενότητα περιλαμβάνει μερικά από τα συγκλονιστικότερα έργα της έκθεσης. «Ο ληστής Σίνις ο Πιτυοκάμπτης» του Φώτη Κόντογλου (1931) και «Ο Σινάν» του μαθητή του Νίκου Εγγονόπουλου (1934) αποτελούν βυζαντινές απεικονίσεις ενός αρχαιοελληνικού κι ενός σύγχρονου θέματος. «Ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος» (1954), εντυπωσιακή τσαρουχική προσέγγιση ενός βυζαντινού θέματος, όπου ο Πρόδρομος εικονίζεται ως τυπικός νέος του Τσαρούχη με φτερά. Οι δύο βυζαντινού τύπου αυτοπροσωπογραφίες Εγγονόπουλου και Κόντογλου, και ένα ζωγραφικό βήμα πιο πέρα, το «Αναμνηστικό πορτρέτο αγαπημένου προσώπου» του Σπύρου Βασιλείου (1950), όπου ο ζωγράφος αποτυπώνει ρεαλιστικά τη μητέρα του με τον τρόπο που η βυζαντινή αγιογραφία εικονογραφεί ολόσωμους τους αγίους, μοναδικό δείγμα συγκερασμού της βυζαντινής, της αρχαιοελληνικής, της λαϊκής και της κοσμικής ζωγραφικής.

Ασκηση ματιού

Η έκθεση «Βυζάντιο και νεότερη τέχνη» είναι ένα μάθημα ανάγνωσης, μια άσκηση του ματιού, το οποίο ακολουθώντας την αλυσίδα που συνδέει την παραδοσιακή βυζαντινή τέχνη με τη σύγχρονη ζωγραφική της γενιάς του ’30 και των επιγόνων της, μαθαίνει να αποκρυπτογραφεί την ιστορία της ζωγραφικής στα πιο σύγχρονα έργα.

Φεύγοντας ξαναφέρνω στον νου τον επιβλητικό «Επιτάφιο θρήνο» του Παρθένη. Αναγνωρίζω πλήθος καλλιτεχνικών επιρροών και συγγενικών δεσμών, σαν τα ξεχασμένα οικεία πρόσωπα σε παλιές φωτογραφίες: τον Πανσέληνο, τον Γκρέκο, τους Φωβ (Fauves) και τον Σεζάν.

- «Βυζάντιο και νεότερη τέχνη. Η πρόσληψη της βυζαντινής τέχνης στην ελληνική ζωγραφική του Α΄ μισού του 20ού αιώνα». Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο. Λεωφ. Βασ. Σοφίας 22. Διάρκεια έκθεσης: μέχρι 13 Ιουνίου.

Κυριακή 28 Μαρτίου 2010

ΟΙ ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ ΔΥΟ ΠΟΛΩΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΤΗΣ ΕΛΒΥΧ ΣΤΗΝ ΒΑΡΣΟΒΙΑ


φωτό: Γιάννης Πανουσάκης

Δύο νέοι άνθρωποι, Πολωνοί ως το κόκκαλο αλλά φιλέλληνες ως το μεδούλι, μου έστειλαν τις εντυπώσεις τους από την πρόσφατη συναυλία της Ελληνικής Βυζαντινής Χορωδίας στην Βαρσοβία. Τις δημοσιεύω με χαρά για την ανοιχτοσύνη και τα τόσο ειλικρινή αισθήματά τους. Ακούστε τους! Είναι απίστευτοι!

Joanna Wegner, μέλος του Συνδέσμου των Φίλων της Ελλάδας, σπουδάστρια στο τμήμα Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Βαρσοβίας.
Τόσες φορές στη ζωή μας επαναλαμβάνουμε την περίφημη φράση του Ντοστογιέβσκι «Η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο» χωρίς να σκεφτόμαστε τι ακριβώς σημαίνει. Είναι μεγάλη μου τιμή ότι είχα την ευκαιρία να νιώσω και να καταλάβω αυτή τη σημασία – στην Εκκλησία της Αγίας Μαρίας Μαγδαληνής στην εκδήλωση της Βυζαντινής Χορωδίας του Λυκούργου Αγγελόπουλου. Και δεν πειράζει ότι γεννήθηκα και μεγάλωσα σε μια άλλη θρησκευτική παράδοση, δεν αποτελούν εμπόδιο οι ελάχιστες μου γνώσεις για την ορθόδοξη θεολογία και λειτουργία...
Λένε ότι η ομορφιά είναι ενότητα. Και οι υπέροχες εκτελέσεις της Χορωδίας με ιδανικό τρόπο δείχνουν την ανείπωτη ενότητα της μελωδίας, της φυσιολογικής μουσικότητας της γλώσσας και, πάνω απ’ όλα, της βαθιάς πνευματικότητας που βρίσκει κανείς στην εκκλησιαστική μουσική της Ορθοδοξίας. Και είναι καθαρή ομορφιά, η οποία κάνει τον άνθρωπο να ξαναζήσει μες στο νου του όλο τον καημό και όλη τη χαρά του, και να ξεπεράσει και τον καημό, και τη χαρά, βρίσκοντας ησυχία και ελπίδα. Ανακαλύπτει τις κρυμμένες δυνάμεις του ανθρώπου – και ίσως αυτό είναι το ξεκίνημα της αληθινής θέωσης; Ίσως η ομορφιά σώζει επειδή μας τραβάει έξω από τα προσωρινά, τα ατελή, δείχνοντας ότι, πέρα απ΄ όλα αυτά, υπάρχει και κάτι αμάραντο, κάποια τελειότητα της οποίας οι αντανακλάσεις είναι και καθαρές φωνές, και καθαρά αισθήματα. Αυτή η ομορφιά δεν παίρνει μια συγκεκριμένη μορφή-είναι σκορπισμένη στον
κόσμο, μόνο καμιά φορά τη βρίσκουμε στη απέραντη θάλασσα των ανθρώπων, των πραγμάτων και των εμπειριών.
Αυτά όμως που άκουσα όταν στεκόμουν αυτή τη βραδιά στην εκκλησία, γεμάτη κόσμο μα απίστευτα ήσυχη, είναι αναμφισβήτητα μια μορφή της.
στην φωτό με τον φίλο και μέγα φιλέλληνα Θωμά
Tomasz Kozłowski- μέλος του Συνδέσμου των Φίλων της Ελλάδας, λάτρης του ελληνικού πολιτισμού.
Μάιος του 2006. Βρίσκομαι στο αεροδρόμιο της Βαρσοβίας για να καλοσωρίσω τα μέλη της Ελληνικής Βυζαντινής Χορωδίας, η οποία έρχεται να συμμετάσχει στο περίφημο φεστιβάλ εκκλησιαστικής μουσικής Gaude Mater, το οποίο διοργανώνεται στην πνευματική πρωτεύουσα της χώρας, Częstochowa, τόπο λατρείας της Παναγίας. Μέσα στις επόμενες μέρες θα ζήσω σπάνια και αληθινή συγκίνηση, βοηθώντας ως μεταφραστής στα σεμινάρια βυζαντινής μουσικής για τους μουσικούς από όλη την Πολωνία και στη διοργάνωση της συναυλίας. Παρακολουθώ πρόβες και νιώθω μεγάλη ευτυχία όταν η συναυλία γίνεται πράξη και στο τέλος της αποθεώνεται από πλήθος κόσμου. Για πρώτη φορά στη ζωή μου καταλαβαίνω την έννοια και τη συγκινητική ομορφιά και λιτότητα αυτής της μουσικής. Χάρη στον κύριο Λυκούργο Αγγελόπουλο μαθαίνω λεπτομέρειες και μυστικά της δομής της βυζαντινής μουσικής, ενός μουσικού πολιτισμού τόσο διαφορετικού από την παράδοση στην οποία έχω μεγαλώσει, αλλά ταυτόχρονα ενός πολιτισμού που έρχεται τόσο απλός και φιλικός στον εσωτερικό μου κόσμο.
Φεβρουάριος του 2010. Στο αεροδρόμιο της Βαρσοβίας με αγωνία και συγκίνηση περιμένω τους φίλους μου από τη Χορωδία. Αυτή τη φορά την ομορφιά και λιτότητα της βυζαντινής μουσικής θα απολαύσει η πολωνική πρωτεύουσα, η πόλη που ζω, μια πόλη φιλόμουση. Λαμβάνω μηνύματα από φίλους που ανυπομωνούν να ακούσουν τη Χορωδία και να ξεχαστούν έστω για μία-δύο ώρες στον κόσμο της μουσικής της Ορθοδοξίας. Ακούγοντας τον ήχο των ψαλμωδιών να ρεμβάσουν, να σκεφτούν τη ζωή και τον κόσμο, αφήνοντας πίσω από την πόρτα της εκκλησίας τη φασαρία και το ανυπόφορο τρέξιμο της σύγχρονης πραγματικότητας. Κανείς δεν περιμένει ότι η προσέλευση των ακροατών θα είναι τόσο μεγάλη. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Βαρσοβίας γίνεται ασφυκτικά γεμάτη. Η συναυλία αρχίζει. Πολύς κόσμος στέκεται όρθιος καθ'όλη τη διάρκεια της δίωρης εμφάνισης της Χορωδίας. Δεν ακούγεται γκρίνια, οι άνθρωποι δεν φεύγουν. Μένουν απόλυτα σιωπηλοί, βυθισμένοι στην ονειροπόληση και την κατάνυξη. Όταν η συναυλία τελειώνει, νιώθω σαν να πέρασε μόνο μία στιγμή. Ξεχάστηκα κι εγώ. Ο χρόνος πέρασε απαρατήρητος. Δεν μεγάλωσα στην μουσική παράδοση της Ορθοδοξίας, δεν κατέχω αρκετές γνώσεις για την ορθόδοξη λειτουργία. Ωστόσο, είμαι σίγουρος ότι αυτή η μουσική είναι μια πάγκοινη δύναμη η οποία είναι ικανή να αγγίζει την ψυχή καθενός, ανεξαρτήτως θρησκείας, παράδοσης και τόπου γέννησης.
Εμείς εδώ περιμένουμε να σας θαυμάσουμε και πάλι. Καλή συνέχεια και καλή αντάμωση ξανά στην Πολωνία.

Σάββατο 27 Μαρτίου 2010

Η ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΣΤΟΝ "ΠΑΡΝΑΣΣΟ"


Aπόψε στην αίθουσα συναυλιών του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός η Ελληνική Βυζαντινή Χορωδία υπό τη διεύθυνση του ιδρυτή και χοράρχη της Λυκούργου Αγγελόπουλου, Άρχοντος Πρωτοψάλτου της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως, παρουσίασε ένα πρόγραμμα με μέλη από την έρευνα και ύμνους της Μ. Εβδομάδος.


Τα μέλη από την έρευνα περιλάμβαναν Αντίφωνα Μ. Παρασκευής και Αναστάσεως, σε ελληνικά και λατινικά, από χειρόγραφα του Καθεδρικού Ναού του Μπενεβέντο. Στα ιδιαίτερα αυτά μέλη σολίστ ήσαν ο Λυκούργος Αγγελόπουλος, ο Γιάννης Τσιοτσιόπουλος και ο Αντώνης Αετόπουλος.
Στην συνέχεια η ΕΛΒΥΧ έψαλε ύμνους της Κυριακής των Βαϊων με δεσπόζον μέλος το δοξαστικό του Εσπερινού "Σήμερον η χάρις του αγίου Πνεύματος" σε ήχο πλ. β' και στο μέλος του Ιακώβου Πρωτοψάλτου.



Στο δεύτερο μέρος ύμνοι της Μ. Εβδομάδος, αρχαία μέλη αλλά και της παραδόσεως του Πέτρου Πελοποννησίου. Ο πρωτοψάλτης Παναγιώτης Κουτράς έψαλε το περίφημο δοξαστικό της ακολουθίας των Παθών "Εξέδυσάν με τα ιμάτιά μου..." σε ήχο πλ. β' και στο μέλος του αειμνήστου πρωτοψάλτου της Μ.τ.Χ.Ε. Κωνσταντίνου Πρίγγου.
Στην εκλογή από τα Εγκώμια της Μ. Παρασκευής ακούστηκε το παραδεδομένο μέλος και στα σλαβονικά από τον ιερομόναχο Αθανάσιο (από το Κίεβο) και τον μοναχό Ιερόθεο (από την Σερβία).


Την συναυλία παρακολούθησαν: ο Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος της Ι. Αρχιεπισκοπής π. Θωμάς Χρυσικός, ως εκπρόσωπος του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου, ο συνθέτης Μιχάλης Αδάμης, ο ομ. καθηγητής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Γεώργιος Πλουμίδης, ο συγγραφέας Γιώργος Πρίντζιπας, ο Κωνσταντινουπολίτης πρωτοψάλτης Κωνσταντίνος Μαφίδης, μουσικοί και πολύς κόσμος.

"ΦΩΤΙΑ" ΣΤΗ ΜΙΣΑΛΛΟΔΟΞΙΑ Η ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΤΣΟΚΛΗ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ


φωτό: Ν. Μαγγίνας
"Φωτιά" στη μισαλλοδοξία και την καχυποψία ανάμεσα στους λαούς άναψε η εντυπωσιακή έκθεση του Κώστα Τσόκλη στο Σισμανόγλειο Μέγαρο της Κωνσταντινούπολης στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης – İstanbul 2010.
Καιόμενες φωτογραφίες, προβολές βίντεο, ζωγραφικά έργα και αποφθέγματα του καλλιτέχνη «έζωσαν» με εντυπωσιασμό και δέος τον κόσμο που ερχόταν για πρώτη φορά σε επαφή με το έργο του Τσόκλη στην Κωνσταντινούπολη.
H έκθεση με τίτλο “Η απρονοησία του Προμηθέα” εγκαινιάστηκε στις 25 Μαρτίου το απόγευμα στο Σισμανόγλειο Μέγαρο, παρουσία του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Η έκθεση πραγματοποιείται με την συνδιοργάνωση του Γενικού Προξενείου της Ελλάδος στην Κωνσταντινούπολη και του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης.


«Η παρουσία του Κώστα Τσόκλη αποτελεί την ουσιαστικότερη συμμετοχή της Ελλάδας στα δρώμενα της Πόλης και με το έργο του ο Κώστας Τσόκλης παίζει με τη φωτιά, πιθανώς γνωρίζοντας ότι η Πόλη τα τελευταία 500-600 χρόνια έχει πάμπολλες φορές καταστραφεί ολοσχερώς κι έχει ξαναγεννηθεί από τις στάχτες της», δήλωσε ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη Βασίλης Μπορνόβας.
Η επικεφαλής του προγράμματος εικαστικών τεχνών του Οργανισμού «Istanbul 2010», χαρακτήρισε από την πλευρά της την έκθεση «από τις πιο σημαντικές εκδηλώσεις της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας».


«Η απρονοησία του Προμηθέα», που θα διαρκέσει μέχρι τις 23 Μαίου, παραπέμπει στη «κακή» όψη της φωτιάς, σε αυτή που οδηγεί σε καταστροφές λόγω της απρονοησίας του ανθρώπου. Η νέα έκθεση του Κώστα Τσόκλη αποτελεί μια καταγγελία για τον τρόπο που οι άνθρωποι χειρίζονται το όπλο ζωής που τους έδωσε ο Προμηθέας. Για να ξορκίσει αυτό το κακό ο καλλιτέχνης προσπαθεί να μετατρέψει το αίμα και τη φωτιά σε μία κόκκινη οπτική αγαλλίαση.




Με τη φωτιά που παρουσιάζει σε βίντεο στηλιτεύει τις δασικές πυρκαγιές που αποτελούν το οικολογικό τέλος της Μεσογείου. Η φωτιά μέσω της τηλεοπτικής εικόνας δίνει όμως κι ένα άλλο μήνυμα. Η τηλεόραση χαρακτηρίζεται από πολλούς ως «η φωτιά της εποχής», ένα ηλεκτρονικό τζάκι. Όπως ο πρωτόγονος άνθρωπος καθόταν μπροστά στη φωτιά, βυθιζόταν σε σκέψεις ή μαγευόταν κοιτώντας τη φωτιά, έτσι κι ο σημερινός άνθρωπος καθηλώνεται μπροστά στην τηλεόραση και μαγεύεται από την εικόνα. Μόνο που σπάνια τον κάνει να σκέφτεται...

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΧΟΡΩΔΙΑ ΕΡΜΗΝΕΥΕΙ ΑΠΟΨΕ ΜΕΛΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ



Στην αποψινή συναυλία (8.30 μ.μ.) της Ελληνικής Βυζαντινής Χορωδίας υπό την διεύθυνση του Λυκούργου Αγγελόπουλου στην αίθουσα του Φιλολογικού Συλλόγου "Παρνασσός" θα ακουστούν μέλη από την έρευνα, στο πρώτο μέρος, και μέλη της Μ. Εβδομάδος στο δεύτερο. Θέλω εδώ να επιμείνω λίγο στα “μέλη από την έρευνα” είναι μέλη που ψάλλονταν την Μ. Παρασκευή. Το κοινό χαρακτηριστικό τους είναι ότι είναι δίγλωσσες μελωδίες, ελληνικά και λατινικά.

Τα αντίφωνα “Προσκυνούμεν τον Σταυρόν σου”, “Αινούμεν σε Χριστέ” και “Πάντα τα έθνη” προέρχονται από δύο χειρόγραφα του Καθεδρικού του Μπενεβέντο, τα υπ. αρ. 38 και 40 της Biblioteca Capitolare, που αποτελούν και την πλουσιότερη πηγή υλικού για την τοπική παράδοση, που είναι γνωστή ως “μέλος του Μπενεβέντο”, σημειώνει ο καθηγητής Tomas Forest Kelly που μετείχε ως ειδικός στην υπό τον Marcel Peres ερευνητική ομάδα, στην οποία μετείχε και ο Λυκούργος Αγγελόπουλος στις αρχές της δεκαετίας του 1990 στο Αββαείο του Royaumont όπου είχε την έδρα του το Κέντρο Παλιάς Μουσικής και το Ensemble Organum.

Η κοντινή ελληνόφωνη Κάτω Ιταλία, συνεχίζει ο καθηγητής T. F. Kelly, και η κοντινή – αν και όχι πάντα φιλική – σχέση της πόλης του Μπενεβέντο με την Βυζαντινή Αυτοκρατορία, ευθύνονται για την παρουσία του βυζαντινού πολιτισμού στη νότιο Ιταλία.

Από τα χρόνια του πρίγκηπα Αρίχη του Μπενεβέντο, τον όγδοο αιώνα, η βυζαντινή τέχνη και ο πολιτισμός, με την οιονεί βυζαντινή εθιμοτυπία της Αυλής, αποτελούσαν σημεία αναφοράς. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι και τον 11ο αιώνα, όταν ο ηγούμενος Ντεζιντέριους έφερε στο Αββαείο του Μόντε Κασίνο ένα σημαντικό αριθμό τεχνιτών από το Βυζάντιο.

Το “Άγιος ο Θεός”, σημειώνει ο Marcel Peres, μέλος παλαιορωμαϊκό από το χειρόγραφο 5319 της Βατικανής Βιβλιοθήκης, ακούγεται απομεινάρι της παλιάς ελληνικής Λειτουργίας και ακόμα ένα δείγμα της θεμελιώδους πηγής έμπνευσης που έδωκε πνοή σε όλες τις λειτουργίες. Η Ρωμαϊκή Λειτουργία διέσωσε το τρισάγιον στην Ακολουθία των Προηγιασμένων Δώρων της Μ. Παρασκευής, συγκινητικό κατάλοιπο των πρώτων ακολουθιών σε ελληνική γλώσσα.
Στο βίντεο που σας παραθέτω εδώ, αγαπητοί συνοδίτες, ο Λυκούργος Αγγελόπουλος ερμηνεύει με το Endemble Organum το Laudamus te Christe (Αινούμεν σε Χριστέ), το οποίο θα ακουστεί στην αποψινή συναυλία.

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΓΕΡΣΗΣ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ


"Τι είδε (;) o Λάζαρος...."

Του Κώστα Νούση,

Θεολόγου - φιλολόγου ΑΠΘ

«Την κοινήν Ανάστασιν προ του σού Πάθους πιστούμενος». Έτσι μεταφράζει με μια πρώτη και άμεση προσέγγιση η εκκλησιαστική υμνογραφία το μυστήριο της έγερσης του τετραημέρου Λαζάρου. Μας πιστοποιεί, μας διαβεβαιώνει, μας παρέχει εγγύηση, μας δίνει ενέχυρο ο Χριστός για το εσχατολογικό γεγονός της ανάστασης όλων των νεκρών. Είναι χαρακτηριστική η συχνή συνεύρεση του ρήματος αυτού με τη λέξη όρκος στα αρχαία κείμενα. Δεσμεύει και με συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός ο Κύριος τον εαυτό του απέναντι στην ανθρωπότητα αναφορικά με την παλιγγενεσία του σύμπαντος κόσμου, επομένως και την ανακαίνιση της φθαρτής μας και υπό του θανάτου τραυματισμένης φύσης.

Αυτό ένοιαζε πιο πολύ το Θεό, να μας σιγουρέψει, να μας στεριώσει την πίστη. Μια πίστη που ερείδεται στα πράγματα και όχι στις ιδέες. Μια ανάσταση αληθινή, ένσαρκη και ιστορική, όπως αυτή του Λαζάρου, του παιδιού του Ιαείρου, προπαντός και προεξαρχόντως όπως η δική του. Αυτό εξάλλου φαίνεται και στη σύνθεση του τροπαρίου με τη συντακτική σειρά των όρων της πρότασης. Κρύπτεται το Πάθος στη μέση και συνδέει ως συνεκτικός ιστός τη δική μας με εκείνη του φίλου του και εν τέλει με τη δική του Ανάσταση, που και αυτή ως λύση του θείου δράματος ουσιαστικά λύει την πανανθρώπινη πανάρχαια αρά. Πρωταγωνιστές εδώ παρ’ αξίαν και πάλι εμείς – μια αγάπη που προβάλλει πάντα τον ερώμενο - και στο χορό μέσα ο κορυφαίος κρυπτόμενος επιμελώς Θεός δρων εν ταπεινώσει αφανώς και μυστικώς υπέρ ημών. H πίστη λοιπόν είναι μια βεβαιότητα και μια εμπιστοσύνη σε κάτι που απλώς δεν είναι ακόμη ορατό. Όμως βιώνεται από τον πιστό ως παρόν, αν και μέλλον γενέσθαι, μάλιστα με μεγαλύτερη ενάργεια και ένταση από τα ίδια τα τρέχοντα γεγονότα. Eίναι όντως υπερφυές και υπερθαύμαστο το μυστήριο της πίστεως, πάντως σε καμιά περίπτωση παράλογο. Μάλλον παράλογη και έκφρενη θεωρείται για τον άνθρωπο του Θεού η απιστία σε όλες τις ποιότητες και ποσότητές της. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα στην ψαλμική φράση: «είπε άφρων εν τη καρδία αυτού: ουκ έστι Θεός». Μετά και την ανάσταση του Λαζάρου και του ίδιου του Χριστού είπαν και λένε και θα λένε πολλοί άφρονες εν τη καρδία αυτών: ουκ έστι ανάστασις νεκρών, ουκ έστι Δευτέρα παρουσία. Και ίσως για την ασθένεια αυτή της απιστίας που λαμβάνει γιγαντιαίες παγκοσμίως διαστάσεις αυξήθηκε η παραφροσύνη της ανθρωπότητας που κυλιέται στο αίμα, στα ναρκωτικά, στις κοινωνικές ανισότητες, στις πολιτικές εκτροπές, στις παιδοφιλίες, στις πάσης φύσεως αναισχυντίες και τραγωδίες. Μάλλον έτσι εξηγείται και η έξαρση των ψυχασθενειών που παίρνει επιδημικές διαστάσεις.

Ο Χριστός αρχίζει πλέον να παίζει με το διάβολο, το θάνατο και τον άδη. Δραματική ειρωνεία στην κορύφωσή της. Προανάκρουση νέκρωσης του θανάτου. Λίγες μέρες ακόμη ψευδαίσθησης κοσμοκρατορίας του διαβόλου. Όπως το γνωστό αιλουροειδές ρίχνει εν είδει τραγικού παιχνιδίσματος ραπισματάκια στο συμπαθές μελλοθάνατο τρωκτικό λίγο πριν το κατασπαράξει, έτσι ο Κύριος εμπαίζει τους εχθρούς της ανθρωπότητας δαίμονες και τη μεγάλη μας ασθένεια: τη φθορά, το θάνατο. Και στην περίπτωση του φίλου του Λαζάρου δίνει το τελευταίο κάπως ηχηρότερο ράπισμα. Έπεται η χαρμόσυνη για μας συμφορά του άδη. Η απελευθέρωση των αλυσοδεμένων ανθρώπων στη φοβερή αυτή φυλακή. Αυτό που ονειρεύτηκε και προσδοκούσε σαν ομιχλώδες και μάλλον ουτοπικό όραμα ο Πλάτων παίρνει σάρκα και οστά. Ο ίδιος ο Θεός γίνεται άνθρωπος και ανίσταται εκ νεκρών απαρχή των κεκοιμημένων γενόμενος. Προοικονομεί ο Χριστός στο ευχάριστο αυτό επεισόδιο της τραγωδίας της ανθρώπινης ιστορίας τη δική του σωτήρια έγερση μέσα από τη νεκρανάσταση ενός δικού του - κατ’ άνθρωπον -ανθρώπου, ενός φίλου του. Αυτός που σήμερα δίνει ζωή στον εδώ και τέσσερις ολάκερες μέρες ήδη αποσυντιθέμενο και όζοντα Λάζαρο, αυτός θα εγερθεί από το δικό του τάφο μετά από ελάχιστο χρονικό διάστημα. Μάλλον όμως το κραυγαλέο αυτό προφητικό σημείο δεν το προαισθάνθηκαν ούτε οι εχθροί του Φαρισαίοι ούτε οι εχθροί όλων μας δαίμονες ούτε καν ο ίδιος ο εωσφόρος. Ίσως δεν ήθελαν κιόλας να το πιστέψουν.

Η σιωπή του Λαζάρου. Ένα ακόμα μυστηριακό σημείο. Είδε κάτι; Ή όχι; Αν ναι, τι ακριβώς και γιατί δε μίλησε; Η σιωπή είναι ενίοτε πιο εκκωφαντική από τα λόγια. Για αυτό και δε μίλησε. Ήταν ήδη μύστης της άλλης όχθης. Και αυτό ήταν αρκετό, ειδικά όταν άκουσε τη φωνή του παντοκράτορα, αυτού που κρατά στα χέρια Του και τα κλειδιά της αβύσσου στην οποία κατέρχονται οι ψυχές: ήταν η γνώριμη φωνή του ταπεινού, ως νόμιζε μέχρι τη στιγμή εκείνη, διδάσκαλου και φίλου του Ιησού. Τώρα όμως που άκουσε την εξουσιαστική ως φωνή υδάτων πολλών προσταγή του να βγει από τον κάτω κόσμο κατενόησε περισσότερο από όλους ποιος κρυβόταν κάτω από το ταπεινό σχήμα του ανυπόδητου – ως ισχυρίζετο – υιού του ανθρώπου. Και πραγματικά το επεισόδιο του Λαζάρου είναι από τα πιο μεστά στην αποκάλυψη του μυστηρίου του Χριστού ως Θεού και ανθρώπου συνάμα. Μια βροντή που τάραξε και ξάφνιασε τους πάντες στο ψηλαφητό υποχθόνιο σκότος αλλά έδωσε στο θείο μύστη Λάζαρο μια βιωματική κατάρρευση του μύθου για το ανίκητο του εχθρού.

Είναι άπειρες οι πτυχές που μπορεί να δει κανείς στην ευαγγελική αυτή ιστορία. Θα κλείσω με μια μικρή στάση μπροστά στην αδερφή του Λαζάρου. Μια φιγούρα που εκπροσωπεί και εικονίζει την τραγική μας υπόσταση που μερικές φορές αγγίζει και τον τραγέλαφο και τον κλαυσίγελω. Πριν από λίγο η ίδια άγγιξε την πίστη και τώρα, μπροστά στο λίθο, διστάζει πάλι και φωνάζει στο Χριστό πως ο αδερφός της ήδη όζει. Μάλλον κράζει απελπισμένη την ύστατη στιγμή προσδοκώντας και εκζητώντας το απίστευτο για αυτή, μάλλον εκλιπαρώντας για το έλεος του Θεού απέναντι στη δυσπιστία της, τη δυστυχία της, το αδιέξοδό της.

Ο Κύριος όμως δε σταματάει πια. Ούτε μπροστά στην αμαρτία ούτε στην απιστία ούτε στη δυσωδία των φθαρτών φυσικών νόμων. Θέλει όσο τίποτε άλλο να μας σώσει, να μας αναστήσει, να μας λευτερώσει, να μας δώσει πίσω το αρχαίο κάλλος, μια αιώνια ευτυχία, μια έξοδο από όλα μας τα δεσμωτήρια. Δι’ ό και φωνή μεγάλη εκραύγασε: «Λάζαρε, δεύρο έξω».

Κ.Ν.

Λάρισα, 26/3/2010
Θεολογικός Σύνδεσμος Λάρισας