Τετάρτη 31 Μαρτίου 2010
ΟΙ "ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ" ΒΟΥΛΕΥΟΝΤΑΙ ΚΕΝΑ...
ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΑΥΡΩΤΕΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ
ΤΟ ΡΕΚΒΙΕΜ ΤΟΥ ΝΤΙΝΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ
εκδόσεις Μπιλιέτο, Παιανία, σ. 48
Κάποιες φράσεις του Ιωάννη Δαμασκηνού δημιουργούν μέσα μας την αίσθηση ότι προέρχονται από μία μακρινή, κοινή θρησκεία, προτού οι λαοί και οι θρησκευτικές τους παραδόσεις πολυδιασπαστούν και υψωθούν τείχη ανάμεσά τους. Μεταφέρω τέσσερα σύντομα αποσπάσματα από τη μετάφραση του Ντίνου Χριστιανόπουλου: «Σαν λουλούδι μαραίνεται και σαν όνειρο χάνεται, και διαλύεται κάθε άνθρωπος». «Αλίμονο, τι αγώνα κάνει η ψυχή, όταν χωρίζεται απ' το σώμα! Αλίμονο, τι δάκρυα χύνει τότε και κανείς δεν βρίσκεται να την ελεήσει! Στρέφει τα μάτια στους αγγέλους, μα ικετεύει άδικα. Απλώνει τα χέρια στους ανθρώπους, μα ποιος να τη βοηθήσει;». «Πράγματι, πόσο είναι φοβερό το μυστήριο του θανάτου! Πώς η ψυχή χωρίζεται απότομα απ' το σώμα, και χάνεται αυτή η αρμονία, κι ο τόσο φυσικός δεσμός της συνυπάρξεως κόβεται με τη θέληση του Θεού». «Θρηνώ και οδύρομαι, όταν εννοήσω τον θάνατο, και δω την ωραιότητα, που πλάστηκε για μας ολόιδια με την εικόνα του Θεού, στους τάφους να την κατεβάζουν, χωρίς μορφή, χωρίς σκοπό, χωρίς κανένα σχήμα. Ω τι θαύμα είν' ετούτο, ετούτο το μυστήριο που γίνεται για μας! Πώς στη φθορά παραδοθήκαμε, πώς με τον θάνατο δεθήκαμε;».
Η σχέση του Χριστιανόπουλου με τα ιερά κείμενα ανάγεται στη μακρινή δεκαετία του 1940, εποχή κατά την οποία ήταν μέλος των κατηχητικών της Θεσσαλονίκης μαζί με τον πεζογράφο Γιώργο Ιωάννου. Για τη συμμετοχή στα κατηχητικά ο Ιωάννου έγραψε ότι τα νιάτα και η ζωή πολλών παιδιών «σημαδεύτηκαν ανεξίτηλα, για να μην πω ρημάχτηκαν, από την εμπλοκή εκείνη». Αντιθέτως, ο Χριστιανόπουλος περιγράφει την εμπειρία ως μάλλον θετική. Στην πρώτη του ποιητική συλλογή «Εποχή των ισχνών αγελάδων», που κυκλοφόρησε το 1950, η επίδραση των εκκλησιαστικών κειμένων είναι εμφανής, αφού τα περισσότερα από τα ποιήματα που τη συγκροτούν αναφέρονται σε θέματα που έχουν σχέση με τη Βίβλο και με τη χριστιανική παράδοση.
Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος είχε αποδώσει και στο παρελθόν στη νεοελληνική κοινή κείμενα παλαιότερων εποχών, με καλύτερη στιγμή του τη μετάφραση του Κατά Ματθαίον Ευαγγελίου (Το Ροδακιό, 1997), που κυκλοφόρησε αυτοτελώς. Τα υπόλοιπα βρίσκονται συγκεντρωμένα στα βιβλία «Αρχαία ελληνικά λυρικά ποιήματα» (Μπιλιέτο, 2005) και «Εντευκτήριο Ι» (Ιανός, 2007). Ως προς το εγχείρημά του να αποδώσει στα νέα ελληνικά τα τροπάρια της νεκρώσιμης ακολουθίας, θα μπορούσε κανείς να διατυπώσει αρκετές ενστάσεις. Οι δύο κυριότερες, κατά τη γνώμη μου, είναι οι εξής: ότι το κείμενο είναι σε μεγάλο βαθμό κατανοητό μέχρι σήμερα στην πρωτότυπη μορφή του και ότι η αισθητική του αρτιότητα δεν οφείλεται μόνο στο περιεχόμενο, αλλά κυρίως στον ρυθμό, στο ύφος, στην έκφραση, στη γλώσσα και στην επιλογή των συγκεκριμένων λέξεων και συνδυασμών λέξεων, δηλαδή σε ένα ιδιαίτερο «μικροκλίμα», που είναι δύσκολο να διατηρηθεί στη μετάφραση. Επιπλέον, τα τροπάρια της νεκρώσιμης ακολουθίας έχουν αδιάσπαστη σχέση με τη μουσική που τα συνοδεύει και κουβαλούν μαζί τους μία μακραίωνη φόρτιση, λόγω της χρήσης τους στους ναούς, αφού τα ακούμε κάθε φορά που χάνουμε αγαπημένα μας πρόσωπα. Σε έργα τόσο υψηλής αισθητικής αξίας μία μεταφραστική προσπάθεια θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλα τα παραπάνω, αλλά και πάλι το αποτέλεσμα δεν θα είναι επαρκές, εάν δεν υπάρχει εκείνο το απροσδιόριστο στοιχείο, που μεταμορφώνει τον λόγο σε ποίηση.
Τα «νεκρώσιμα ιδιόμελα» του Ιωάννη Δαμασκηνού είναι κείμενα μεγάλης πυκνότητας, ακόμη και αν η απλότητα του ύφους ξεγελά. Η ενασχόληση του Χριστιανόπουλου με αυτά θα πρέπει να υπήρξε βασανιστική και εξαντλητική, αλλά και ευχάριστη. Τα περιθώρια για μεταφραστικούς ελιγμούς είναι ελάχιστα και ο έμπειρος ποιητής (δημοσίευσε τα πρώτα του ποιήματα στα μέσα της δεκαετίας του 1940) και φιλόλογος τα εκμεταλλεύεται με ενδιαφέροντα τρόπο. Η μεταφραστική του άποψη συνδυάζει το σεβασμό στον εσωτερικό ρυθμό του πρωτοτύπου και την απόλυτη μεταφραστική ακρίβεια κατά τη μεταφορά στην τωρινή μορφή της ελληνικής γλώσσας, εκτός από εκείνα τα δύσκολα ή ασαφή σημεία όπου ο φιλόλογος αποσύρεται, για να δώσει τη θέση του στην ποιητική διαίσθηση. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ακόμη και οι λεπτότατες αποχρώσεις μεταξύ κάποιων λέξεων αποκτούν σημασία και προσθέτουν ή αφαιρούν από το ειδικό βάρος της μετάφρασης, σε σύγκριση πάντα με το πρωτότυπο κείμενο. Ενα παράδειγμα: η γνωστή φράση της νεκρώσιμης ακολουθίας «μία ροπή και ταύτα πάντα θάνατος διαδέχεται» μεταφράζεται: «λίγο να γύρει η ζυγαριά, και όλα αυτά τα διαδέχεται ο θάνατος». Σε άλλα σημεία, η λέξη «βιαίως» μεταφράζεται «απότομα», η έκφραση «επελθών γαρ ο θάνατος» αποδίδεται «γιατί μόλις ορμήσει ο θάνατος», ενώ η έκφραση «της βρώσεως μετέσχε» αποδίδεται «πήρε μέρος στο φαγί».
Το κείμενο του Ιωάννη Δαμασκηνού δημοσιεύεται αντικριστά με τη μετάφραση κι έτσι μπορεί ο αναγνώστης να παρατηρήσει την εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας μέσα στον χρόνο. Από τη μονή του Αγίου Σάββα, κοντά στην Ιερουσαλήμ, του 9ου αιώνα, ώς τη Θεσσαλονίκη του 21ου αιώνα η εικόνα της ελληνικής γλώσσας είναι ενιαία, με κάποιες σημαντικές ωστόσο και ενδιαφέρουσες αλλαγές στη μορφή και στις σημασίες των λέξεων.
Τρίτη 30 Μαρτίου 2010
ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΜΕΛΟΣ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΟ ΔΟΞΑΣΤΙΚΟ ΕΙΚΑΣΙΑΣ ΜΟΝΑΧΗΣ
π. Παναγιώτη Καποδίστρια
Ε ι κ α σ ί ε ς
Καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας
καταφιλήσω
καταφιλήσω
καταφιλήσω
Αυτά είπεν ο Άνεμος και κατεφίλησεν αυτόν.
(10-13.3.2007)
[Η φωτογραφία της ανάρτησης είναι του Πορφύρη της Φωτοθήκης.]
ΤΟ ΤΡΟΠΑΡΙΟ ΤΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΗΣ ΣΤΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΥΜΝΟΓΡΑΦΙΑ
Δευτέρα 29 Μαρτίου 2010
ΤΟ ΣΥΛΛΕΚΤΙΚΟ ΦΥΛΛΑΔΙΟ 2010 ΓΙΑ ΤΟ ΖΑΚΥΝΘΙΝΟ ΜΕΓΑΛΟΒΔΟΜΑΔΟ
Η "ΩΡΑ ΤΗΣ ΓΗΣ" ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΡΟΞΕΝΕΙΟ ΣΤΗΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ
"ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΗ ΤΕΧΝΗ" ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΜΟΥΣΕΙΟ
Του Σπύρου Γιανναρά
«Μας ενδιαφέρει το Βυζάντιο σήμερα και γιατί;». Το έργο του πρόσφατα χαμένου Δημήτρη Κωνστάντιου για την προβολή του βυζαντινού πολιτισμού μπορεί να συνοψιστεί σε αυτό το θεμελιώδες ερώτημα. Το θέτει ο ίδιος στον κατάλογο της έκθεσης «Βυζάντιο και νεότερη τέχνη. Η πρόσληψη της βυζαντινής τέχνης στην ελληνική ζωγραφική του πρώτου μισού του 20ού αιώνα», που εγκαινιάστηκε πριν από λίγες μέρες στο Βυζαντινό Μουσείο.
Ο Δ. Κωνστάντιος, ανανεωτής διευθυντής του μουσείου, οραματιζόταν τη μετατροπή της τελευταίας αίθουσας του Βυζαντινού, όπου καταλήγει η μόνιμη συλλογή, σε χώρο περιοδικών εκθέσεων υπό τον σταθερό γενικό τίτλο «Το Βυζάντιο και η νεότερη τέχνη». Η αίθουσα αυτή θα αποτελούσε μια διαρκώς ανανεούμενη απάντηση στο παραπάνω ερώτημα.
Τα αγιογραφικά έργα των μεγάλων μαέστρων της ελληνικής ζωγραφικής στον 20ό αιώνα που εκτίθενται στο μουσείο – Παρθένης, Κόντογλου, Παπαλουκάς, Τσαρούχης, Ρέγκος, Βασιλείου– υποστηρίζουν με τον πιο εύγλωττο τρόπο την πεποίθηση του Κωνστάντιου, αλλά και καταδεικνύουν τις προβολές της παράδοσης στο ζωντανό σώμα της νεότερης τέχνης.
Η έκθεση που επιμελήθηκε η Ιωάννα Αλεξανδρή αποπειράται να αναδείξει τον γόνιμο διάλογο που ανέπτυξαν οι νεότερες μορφές τέχνης με τη βυζαντινή. Αποτελεί δε φυσική συνέχεια της μόνιμης συλλογής που ολοκληρώνεται στον 19ο αιώνα και βρίσκεται –χάρη στο επιμελημένο στήσιμο της αρχαιολόγου Αυγής Τζάκου– σε διαρκή συνομιλία με αυτή. Ο χώρος είναι πολύ περιορισμένος για μια τόσο φιλόδοξη έκθεση, απειράριθμων, δυνητικά, εκθεμάτων. «Η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίσαμε», τόνισε η κ. Τζάκου «ήταν η διαδικασία επιλογής, ουσιαστικά η απόρριψη εκθεμάτων, προκειμένου να φτάσουμε στον τελικό αριθμό των πενήντα έργων».
Οι ενότητες της έκθεσης
Το στήσιμο της έκθεσης είναι όντως αριστοτεχνικό. Τα 50 εκθέματα είναι χωρισμένα σε πέντε μεγάλες ενότητες.
Παρθένης ο πατριάρχης. Η έκθεση ξεκινάει με τον Κωνσταντίνο Παρθένη (1878-1967), «πατριάρχη της πρόσληψης της βυζαντινής τέχνης», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η κ. Αλεξανδρή. «Ο Παρθένης διείδε πρώτος τη σημασία της βυζαντινής τέχνης, ενσωματώνοντας τα μορφολογικά της στοιχεία και τους εικονογραφικούς της τύπους στο ζωγραφικό του έργο». Κατέχει την κεντρικότερη θέση στην έκθεση καθώς ως καλλιτέχνης και ως δάσκαλος της Σχολής Καλών Τεχνών εισήγαγε τη μετέπειτα γενιά του ’30 στην παραγνωρισμένη μέχρι τότε τέχνη του Βυζαντίου - και η γενιά του ’30 εν συνεχεία θεμελίωσε την ταυτότητά της συνομιλώντας με τη βυζαντινή και τη λαϊκή τέχνη. Στην έκθεση παρουσιάζεται η φημισμένη ελαιογραφία «Η Αγία Καικιλία» (1930-38), ο «Επιτάφιος Θρήνος» και για πρώτη φορά το αντίγραφο της «Γέννησης του Χριστού» από το Καθολικό της μονής Δαφνίου που φιλοτεχνήθηκε στα 1905-07. Στην ίδια ενότητα και η σπουδή του Γιάννη Τσαρούχη, μαθητή του Παρθένη, «Πλατυτέρα» (1933-34), έργο το οποίο ο ίδιος αποκαλούσε «μάθημα Παρθένη».
Κόντογλου και Παπαλουκάς. Η δεύτερη ενότητα, αφιερωμένη στον άλλο μεγάλο δάσκαλο τον Φώτη Κόντογλου και στους μαθητές του, αποτυπώνει και πάλι τα σημάδια ενός ανεξάντλητου διαλόγου με τα εμβληματικά έργα της βυζαντινής αγιογραφίας. «Βασικός παράγοντας γνωριμίας με το Βυζάντιο για τη γενιά του ’30 ήταν τα ταξίδια στο Αγιον Ορος και οι αντιγραφές», υπογραμμίζει η ξεναγός μου. Εδώ συναντάμε τρία έργα του Γιάννη Τσαρούχη, μαθητή του Κόντογλου, με εμβληματικότερο το αντίγραφο «Προσευχή Ιωακείμ και Αννης» (1920) από το Καθολικό της μονής Δαφνίου, το οποίο ξαναδούλεψε το 1930. Βρίσκουμε επίσης και τον «Αγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο», αντίγραφο (πιθανότατα από φορητή εικόνα της μονής Γρηγορίου) του Κόντογλου από το ταξίδι του στο Ορος. Στα τρία από τα 18 αντίγραφα του Σπύρου Παπαλουκά, από μικρογραφίες ψαλτηρίων του Αγίου Ορους, είναι ξεκάθαρη η προσωπική ανάγνωση του βυζαντινού έργου μέσα από τις προσλαμβάνουσες της μοντέρνας τέχνης. Στην ενότητα αυτή παρακολουθούμε τη διαδοχική εξέλιξη της μαθητείας στη βυζαντινή τέχνη, όπως αυτή αποτυπώνεται στο πέρασμα από δάσκαλο σε μαθητή.
Το «αποτέλεσμα» της μαθητείας. Σε δύο αντικριστούς τοίχους αντιπαραβάλλονται οι θρησκευτικές παραγγελίες και τα κοσμικά έργα με σαφείς βυζαντινές επιρροές. Στον έναν τοίχο έχουν αναρτηθεί προσχέδια και μακέτες του Σπύρου Βασιλείου για την αγιογράφηση του Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτη της οδού Σκουφά (1936), μακέτες του Πολύκλειτου Ρέγκου για την εικονογράφηση του Αγίου Δημητρίου στα Σιάτιστα (1939) και σχέδια του Νίκου Εγγονόπουλου για τον ναό του Αγίου Σπυρίδωνα της Νέας Υόρκης. Τρία πελώρια ανθίβολα του Παπαλουκά πίσω από πλεξιγκλάς (το ένα κρέμεται από την οροφή) για την αγιογράφηση του μητροπολιτικού ναού της Αμφισσας λειτουργούν και ως οδοδείκτες διαμορφώνοντας τον εκθεσιακό χώρο. Στον απέναντι τοίχο τρεις πίνακες του Αγήνορα Αστεριάδη, με θέμα τους καταστρεπτικούς σεισμούς που έπληξαν συθέμελα τη Θεσσαλία το 1954, συνθέτουν ένα θρησκευτικού τύπου τρίπτυχο.
Κοσμικά αριστουργήματα. Η υποενότητα περιλαμβάνει μερικά από τα συγκλονιστικότερα έργα της έκθεσης. «Ο ληστής Σίνις ο Πιτυοκάμπτης» του Φώτη Κόντογλου (1931) και «Ο Σινάν» του μαθητή του Νίκου Εγγονόπουλου (1934) αποτελούν βυζαντινές απεικονίσεις ενός αρχαιοελληνικού κι ενός σύγχρονου θέματος. «Ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος» (1954), εντυπωσιακή τσαρουχική προσέγγιση ενός βυζαντινού θέματος, όπου ο Πρόδρομος εικονίζεται ως τυπικός νέος του Τσαρούχη με φτερά. Οι δύο βυζαντινού τύπου αυτοπροσωπογραφίες Εγγονόπουλου και Κόντογλου, και ένα ζωγραφικό βήμα πιο πέρα, το «Αναμνηστικό πορτρέτο αγαπημένου προσώπου» του Σπύρου Βασιλείου (1950), όπου ο ζωγράφος αποτυπώνει ρεαλιστικά τη μητέρα του με τον τρόπο που η βυζαντινή αγιογραφία εικονογραφεί ολόσωμους τους αγίους, μοναδικό δείγμα συγκερασμού της βυζαντινής, της αρχαιοελληνικής, της λαϊκής και της κοσμικής ζωγραφικής.
Ασκηση ματιού
Η έκθεση «Βυζάντιο και νεότερη τέχνη» είναι ένα μάθημα ανάγνωσης, μια άσκηση του ματιού, το οποίο ακολουθώντας την αλυσίδα που συνδέει την παραδοσιακή βυζαντινή τέχνη με τη σύγχρονη ζωγραφική της γενιάς του ’30 και των επιγόνων της, μαθαίνει να αποκρυπτογραφεί την ιστορία της ζωγραφικής στα πιο σύγχρονα έργα.
Φεύγοντας ξαναφέρνω στον νου τον επιβλητικό «Επιτάφιο θρήνο» του Παρθένη. Αναγνωρίζω πλήθος καλλιτεχνικών επιρροών και συγγενικών δεσμών, σαν τα ξεχασμένα οικεία πρόσωπα σε παλιές φωτογραφίες: τον Πανσέληνο, τον Γκρέκο, τους Φωβ (Fauves) και τον Σεζάν.
- «Βυζάντιο και νεότερη τέχνη. Η πρόσληψη της βυζαντινής τέχνης στην ελληνική ζωγραφική του Α΄ μισού του 20ού αιώνα». Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο. Λεωφ. Βασ. Σοφίας 22. Διάρκεια έκθεσης: μέχρι 13 Ιουνίου.
Κυριακή 28 Μαρτίου 2010
ΟΙ ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ ΔΥΟ ΠΟΛΩΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΤΗΣ ΕΛΒΥΧ ΣΤΗΝ ΒΑΡΣΟΒΙΑ
Joanna Wegner, μέλος του Συνδέσμου των Φίλων της Ελλάδας, σπουδάστρια στο τμήμα Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Βαρσοβίας.
Λένε ότι η ομορφιά είναι ενότητα. Και οι υπέροχες εκτελέσεις της Χορωδίας με ιδανικό τρόπο δείχνουν την ανείπωτη ενότητα της μελωδίας, της φυσιολογικής μουσικότητας της γλώσσας και, πάνω απ’ όλα, της βαθιάς πνευματικότητας που βρίσκει κανείς στην εκκλησιαστική μουσική της Ορθοδοξίας. Και είναι καθαρή ομορφιά, η οποία κάνει τον άνθρωπο να ξαναζήσει μες στο νου του όλο τον καημό και όλη τη χαρά του, και να ξεπεράσει και τον καημό, και τη χαρά, βρίσκοντας ησυχία και ελπίδα. Ανακαλύπτει τις κρυμμένες δυνάμεις του ανθρώπου – και ίσως αυτό είναι το ξεκίνημα της αληθινής θέωσης; Ίσως η ομορφιά σώζει επειδή μας τραβάει έξω από τα προσωρινά, τα ατελή, δείχνοντας ότι, πέρα απ΄ όλα αυτά, υπάρχει και κάτι αμάραντο, κάποια τελειότητα της οποίας οι αντανακλάσεις είναι και καθαρές φωνές, και καθαρά αισθήματα. Αυτή η ομορφιά δεν παίρνει μια συγκεκριμένη μορφή-είναι σκορπισμένη στον κόσμο, μόνο καμιά φορά τη βρίσκουμε στη απέραντη θάλασσα των ανθρώπων, των πραγμάτων και των εμπειριών.
Αυτά όμως που άκουσα όταν στεκόμουν αυτή τη βραδιά στην εκκλησία, γεμάτη κόσμο μα απίστευτα ήσυχη, είναι αναμφισβήτητα μια μορφή της.
Σάββατο 27 Μαρτίου 2010
Η ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΣΤΟΝ "ΠΑΡΝΑΣΣΟ"
Στην συνέχεια η ΕΛΒΥΧ έψαλε ύμνους της Κυριακής των Βαϊων με δεσπόζον μέλος το δοξαστικό του Εσπερινού "Σήμερον η χάρις του αγίου Πνεύματος" σε ήχο πλ. β' και στο μέλος του Ιακώβου Πρωτοψάλτου.
Στην εκλογή από τα Εγκώμια της Μ. Παρασκευής ακούστηκε το παραδεδομένο μέλος και στα σλαβονικά από τον ιερομόναχο Αθανάσιο (από το Κίεβο) και τον μοναχό Ιερόθεο (από την Σερβία).
"ΦΩΤΙΑ" ΣΤΗ ΜΙΣΑΛΛΟΔΟΞΙΑ Η ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΤΣΟΚΛΗ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ
Καιόμενες φωτογραφίες, προβολές βίντεο, ζωγραφικά έργα και αποφθέγματα του καλλιτέχνη «έζωσαν» με εντυπωσιασμό και δέος τον κόσμο που ερχόταν για πρώτη φορά σε επαφή με το έργο του Τσόκλη στην Κωνσταντινούπολη.
Η επικεφαλής του προγράμματος εικαστικών τεχνών του Οργανισμού «Istanbul 2010», χαρακτήρισε από την πλευρά της την έκθεση «από τις πιο σημαντικές εκδηλώσεις της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας».
«Η απρονοησία του Προμηθέα», που θα διαρκέσει μέχρι τις 23 Μαίου, παραπέμπει στη «κακή» όψη της φωτιάς, σε αυτή που οδηγεί σε καταστροφές λόγω της απρονοησίας του ανθρώπου. Η νέα έκθεση του Κώστα Τσόκλη αποτελεί μια καταγγελία για τον τρόπο που οι άνθρωποι χειρίζονται το όπλο ζωής που τους έδωσε ο Προμηθέας. Για να ξορκίσει αυτό το κακό ο καλλιτέχνης προσπαθεί να μετατρέψει το αίμα και τη φωτιά σε μία κόκκινη οπτική αγαλλίαση.
Με τη φωτιά που παρουσιάζει σε βίντεο στηλιτεύει τις δασικές πυρκαγιές που αποτελούν το οικολογικό τέλος της Μεσογείου. Η φωτιά μέσω της τηλεοπτικής εικόνας δίνει όμως κι ένα άλλο μήνυμα. Η τηλεόραση χαρακτηρίζεται από πολλούς ως «η φωτιά της εποχής», ένα ηλεκτρονικό τζάκι. Όπως ο πρωτόγονος άνθρωπος καθόταν μπροστά στη φωτιά, βυθιζόταν σε σκέψεις ή μαγευόταν κοιτώντας τη φωτιά, έτσι κι ο σημερινός άνθρωπος καθηλώνεται μπροστά στην τηλεόραση και μαγεύεται από την εικόνα. Μόνο που σπάνια τον κάνει να σκέφτεται...
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΧΟΡΩΔΙΑ ΕΡΜΗΝΕΥΕΙ ΑΠΟΨΕ ΜΕΛΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ
Στην αποψινή συναυλία (8.30 μ.μ.) της Ελληνικής Βυζαντινής Χορωδίας υπό την διεύθυνση του Λυκούργου Αγγελόπουλου στην αίθουσα του Φιλολογικού Συλλόγου "Παρνασσός" θα ακουστούν μέλη από την έρευνα, στο πρώτο μέρος, και μέλη της Μ. Εβδομάδος στο δεύτερο. Θέλω εδώ να επιμείνω λίγο στα “μέλη από την έρευνα” είναι μέλη που ψάλλονταν την Μ. Παρασκευή. Το κοινό χαρακτηριστικό τους είναι ότι είναι δίγλωσσες μελωδίες, ελληνικά και λατινικά.
Τα αντίφωνα “Προσκυνούμεν τον Σταυρόν σου”, “Αινούμεν σε Χριστέ” και “Πάντα τα έθνη” προέρχονται από δύο χειρόγραφα του Καθεδρικού του Μπενεβέντο, τα υπ. αρ. 38 και 40 της Biblioteca Capitolare, που αποτελούν και την πλουσιότερη πηγή υλικού για την τοπική παράδοση, που είναι γνωστή ως “μέλος του Μπενεβέντο”, σημειώνει ο καθηγητής Tomas Forest Kelly που μετείχε ως ειδικός στην υπό τον Marcel Peres ερευνητική ομάδα, στην οποία μετείχε και ο Λυκούργος Αγγελόπουλος στις αρχές της δεκαετίας του 1990 στο Αββαείο του Royaumont όπου είχε την έδρα του το Κέντρο Παλιάς Μουσικής και το Ensemble Organum.
Η κοντινή ελληνόφωνη Κάτω Ιταλία, συνεχίζει ο καθηγητής T. F. Kelly, και η κοντινή – αν και όχι πάντα φιλική – σχέση της πόλης του Μπενεβέντο με την Βυζαντινή Αυτοκρατορία, ευθύνονται για την παρουσία του βυζαντινού πολιτισμού στη νότιο Ιταλία.
Από τα χρόνια του πρίγκηπα Αρίχη του Μπενεβέντο, τον όγδοο αιώνα, η βυζαντινή τέχνη και ο πολιτισμός, με την οιονεί βυζαντινή εθιμοτυπία της Αυλής, αποτελούσαν σημεία αναφοράς. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι και τον 11ο αιώνα, όταν ο ηγούμενος Ντεζιντέριους έφερε στο Αββαείο του Μόντε Κασίνο ένα σημαντικό αριθμό τεχνιτών από το Βυζάντιο.
Στο βίντεο που σας παραθέτω εδώ, αγαπητοί συνοδίτες, ο Λυκούργος Αγγελόπουλος ερμηνεύει με το Endemble Organum το Laudamus te Christe (Αινούμεν σε Χριστέ), το οποίο θα ακουστεί στην αποψινή συναυλία.
ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΓΕΡΣΗΣ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ
Του Κώστα Νούση,
Θεολόγου - φιλολόγου ΑΠΘ
«Την κοινήν Ανάστασιν προ του σού Πάθους πιστούμενος». Έτσι μεταφράζει με μια πρώτη και άμεση προσέγγιση η εκκλησιαστική υμνογραφία το μυστήριο της έγερσης του τετραημέρου Λαζάρου. Μας πιστοποιεί, μας διαβεβαιώνει, μας παρέχει εγγύηση, μας δίνει ενέχυρο ο Χριστός για το εσχατολογικό γεγονός της ανάστασης όλων των νεκρών. Είναι χαρακτηριστική η συχνή συνεύρεση του ρήματος αυτού με τη λέξη όρκος στα αρχαία κείμενα. Δεσμεύει και με συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός ο Κύριος τον εαυτό του απέναντι στην ανθρωπότητα αναφορικά με την παλιγγενεσία του σύμπαντος κόσμου, επομένως και την ανακαίνιση της φθαρτής μας και υπό του θανάτου τραυματισμένης φύσης.
Αυτό ένοιαζε πιο πολύ το Θεό, να μας σιγουρέψει, να μας στεριώσει την πίστη. Μια πίστη που ερείδεται στα πράγματα και όχι στις ιδέες. Μια ανάσταση αληθινή, ένσαρκη και ιστορική, όπως αυτή του Λαζάρου, του παιδιού του Ιαείρου, προπαντός και προεξαρχόντως όπως η δική του. Αυτό εξάλλου φαίνεται και στη σύνθεση του τροπαρίου με τη συντακτική σειρά των όρων της πρότασης. Κρύπτεται το Πάθος στη μέση και συνδέει ως συνεκτικός ιστός τη δική μας με εκείνη του φίλου του και εν τέλει με τη δική του Ανάσταση, που και αυτή ως λύση του θείου δράματος ουσιαστικά λύει την πανανθρώπινη πανάρχαια αρά. Πρωταγωνιστές εδώ παρ’ αξίαν και πάλι εμείς – μια αγάπη που προβάλλει πάντα τον ερώμενο - και στο χορό μέσα ο κορυφαίος κρυπτόμενος επιμελώς Θεός δρων εν ταπεινώσει αφανώς και μυστικώς υπέρ ημών. H πίστη λοιπόν είναι μια βεβαιότητα και μια εμπιστοσύνη σε κάτι που απλώς δεν είναι ακόμη ορατό. Όμως βιώνεται από τον πιστό ως παρόν, αν και μέλλον γενέσθαι, μάλιστα με μεγαλύτερη ενάργεια και ένταση από τα ίδια τα τρέχοντα γεγονότα. Eίναι όντως υπερφυές και υπερθαύμαστο το μυστήριο της πίστεως, πάντως σε καμιά περίπτωση παράλογο. Μάλλον παράλογη και έκφρενη θεωρείται για τον άνθρωπο του Θεού η απιστία σε όλες τις ποιότητες και ποσότητές της. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα στην ψαλμική φράση: «είπε άφρων εν τη καρδία αυτού: ουκ έστι Θεός». Μετά και την ανάσταση του Λαζάρου και του ίδιου του Χριστού είπαν και λένε και θα λένε πολλοί άφρονες εν τη καρδία αυτών: ουκ έστι ανάστασις νεκρών, ουκ έστι Δευτέρα παρουσία. Και ίσως για την ασθένεια αυτή της απιστίας που λαμβάνει γιγαντιαίες παγκοσμίως διαστάσεις αυξήθηκε η παραφροσύνη της ανθρωπότητας που κυλιέται στο αίμα, στα ναρκωτικά, στις κοινωνικές ανισότητες, στις πολιτικές εκτροπές, στις παιδοφιλίες, στις πάσης φύσεως αναισχυντίες και τραγωδίες. Μάλλον έτσι εξηγείται και η έξαρση των ψυχασθενειών που παίρνει επιδημικές διαστάσεις.
Ο Χριστός αρχίζει πλέον να παίζει με το διάβολο, το θάνατο και τον άδη. Δραματική ειρωνεία στην κορύφωσή της. Προανάκρουση νέκρωσης του θανάτου. Λίγες μέρες ακόμη ψευδαίσθησης κοσμοκρατορίας του διαβόλου. Όπως το γνωστό αιλουροειδές ρίχνει εν είδει τραγικού παιχνιδίσματος ραπισματάκια στο συμπαθές μελλοθάνατο τρωκτικό λίγο πριν το κατασπαράξει, έτσι ο Κύριος εμπαίζει τους εχθρούς της ανθρωπότητας δαίμονες και τη μεγάλη μας ασθένεια: τη φθορά, το θάνατο. Και στην περίπτωση του φίλου του Λαζάρου δίνει το τελευταίο κάπως ηχηρότερο ράπισμα. Έπεται η χαρμόσυνη για μας συμφορά του άδη. Η απελευθέρωση των αλυσοδεμένων ανθρώπων στη φοβερή αυτή φυλακή. Αυτό που ονειρεύτηκε και προσδοκούσε σαν ομιχλώδες και μάλλον ουτοπικό όραμα ο Πλάτων παίρνει σάρκα και οστά. Ο ίδιος ο Θεός γίνεται άνθρωπος και ανίσταται εκ νεκρών απαρχή των κεκοιμημένων γενόμενος. Προοικονομεί ο Χριστός στο ευχάριστο αυτό επεισόδιο της τραγωδίας της ανθρώπινης ιστορίας τη δική του σωτήρια έγερση μέσα από τη νεκρανάσταση ενός δικού του - κατ’ άνθρωπον -ανθρώπου, ενός φίλου του. Αυτός που σήμερα δίνει ζωή στον εδώ και τέσσερις ολάκερες μέρες ήδη αποσυντιθέμενο και όζοντα Λάζαρο, αυτός θα εγερθεί από το δικό του τάφο μετά από ελάχιστο χρονικό διάστημα. Μάλλον όμως το κραυγαλέο αυτό προφητικό σημείο δεν το προαισθάνθηκαν ούτε οι εχθροί του Φαρισαίοι ούτε οι εχθροί όλων μας δαίμονες ούτε καν ο ίδιος ο εωσφόρος. Ίσως δεν ήθελαν κιόλας να το πιστέψουν.
Η σιωπή του Λαζάρου. Ένα ακόμα μυστηριακό σημείο. Είδε κάτι; Ή όχι; Αν ναι, τι ακριβώς και γιατί δε μίλησε; Η σιωπή είναι ενίοτε πιο εκκωφαντική από τα λόγια. Για αυτό και δε μίλησε. Ήταν ήδη μύστης της άλλης όχθης. Και αυτό ήταν αρκετό, ειδικά όταν άκουσε τη φωνή του παντοκράτορα, αυτού που κρατά στα χέρια Του και τα κλειδιά της αβύσσου στην οποία κατέρχονται οι ψυχές: ήταν η γνώριμη φωνή του ταπεινού, ως νόμιζε μέχρι τη στιγμή εκείνη, διδάσκαλου και φίλου του Ιησού. Τώρα όμως που άκουσε την εξουσιαστική ως φωνή υδάτων πολλών προσταγή του να βγει από τον κάτω κόσμο κατενόησε περισσότερο από όλους ποιος κρυβόταν κάτω από το ταπεινό σχήμα του ανυπόδητου – ως ισχυρίζετο – υιού του ανθρώπου. Και πραγματικά το επεισόδιο του Λαζάρου είναι από τα πιο μεστά στην αποκάλυψη του μυστηρίου του Χριστού ως Θεού και ανθρώπου συνάμα. Μια βροντή που τάραξε και ξάφνιασε τους πάντες στο ψηλαφητό υποχθόνιο σκότος αλλά έδωσε στο θείο μύστη Λάζαρο μια βιωματική κατάρρευση του μύθου για το ανίκητο του εχθρού.
Είναι άπειρες οι πτυχές που μπορεί να δει κανείς στην ευαγγελική αυτή ιστορία. Θα κλείσω με μια μικρή στάση μπροστά στην αδερφή του Λαζάρου. Μια φιγούρα που εκπροσωπεί και εικονίζει την τραγική μας υπόσταση που μερικές φορές αγγίζει και τον τραγέλαφο και τον κλαυσίγελω. Πριν από λίγο η ίδια άγγιξε την πίστη και τώρα, μπροστά στο λίθο, διστάζει πάλι και φωνάζει στο Χριστό πως ο αδερφός της ήδη όζει. Μάλλον κράζει απελπισμένη την ύστατη στιγμή προσδοκώντας και εκζητώντας το απίστευτο για αυτή, μάλλον εκλιπαρώντας για το έλεος του Θεού απέναντι στη δυσπιστία της, τη δυστυχία της, το αδιέξοδό της.
Ο Κύριος όμως δε σταματάει πια. Ούτε μπροστά στην αμαρτία ούτε στην απιστία ούτε στη δυσωδία των φθαρτών φυσικών νόμων. Θέλει όσο τίποτε άλλο να μας σώσει, να μας αναστήσει, να μας λευτερώσει, να μας δώσει πίσω το αρχαίο κάλλος, μια αιώνια ευτυχία, μια έξοδο από όλα μας τα δεσμωτήρια. Δι’ ό και φωνή μεγάλη εκραύγασε: «Λάζαρε, δεύρο έξω».
Κ.Ν.
Λάρισα, 26/3/2010
Θεολογικός Σύνδεσμος Λάρισας