Γράφει η ΤΑΤΙΑΝΑ Ε.-Γ. ΚΑΡΥΔΗ, Κοινωνική Λειτουργός
Κρατώ ανά χείρας το νέο ποιητικό βιβλίο του π. Παναγιώτη Καποδίστρια, ως «αντιποίηση Λοιμού, και κάθε λοιμού». Η ποιητική συλλογή περιλαμβάνει 49 ποιήματα γραμμένα στην περίοδο της καραντίνας του covid 19, του εγκλεισμού, του φόβου, της απειλής, του θανάτου. Διαπίστωσα ήδη ότι δρα αναλγητικά, ενίοτε και θεραπευτικά του τραύματος. Το αποκαλύπτει με ευαισθησία χειρουργού και ανατόμου, με λεπτούς, επιδέξιους χειρισμούς, τόσο ώστε να είναι συμβατή η θεραπεία. Ο εγκλωβισμός ποτέ δεν είναι μονοδιάστατος. Είναι πολυεπίπεδος στη διαστρωμάτωσή του, όσο ο άνθρωπος. Το «επιπόλαιο τραύμα (ΔΕΝ) θα τσούζει πολύ», αλλιώς δεν θα είναι επιπόλαιο, αλλά προκύπτει τελικώς ιδιαιτέρως Βαθύ.
Οι στίχοι του ποιητή είναι γοεροί. Προκύπτει αυτό αβίαστα έστω και οδυνηρά, αλλά και ο ίδιος το καταγράφει. Πρόκειται για «του λυγμού τους ελιγμούς», του ιδίου, και τους δικούς μας. Για να ζήσει κανείς μέσα από τους λυγμούς ενός άλλου, πρέπει να έχει σταθεί εκεί στο ίδιο Αγωνιώδες παράθυρο. Υπό προϋποθέσεις εγκλεισμού αγωνίας, όλοι έχουμε βρεθεί πίσω από εκείνο το παράθυρο, Εντατικής, θαλάμου νοσοκομείου, διαδρόμου απόγνωσης ή και νεκροτομείου. (Ecce Homo, σελ. 44). Ο ποιητής είναι εκείνος που με τις λέξεις των δικών του λυγμών, μπορεί να ανασύρει βαθύτερο αρχέγονο υλικό του ψυχισμού του αναγνώστη, ως μνήμη και Διακεκαυμένη εμπειρία. Η Συνάντηση των δύο είναι συμφωνημένη στο βαθύτερο αποτύπωμα της λέξης. Εκείνης που δεν χρειάζεται τη φράση για να υπάρξει. Είναι πλήρης και οδυνηρά οικεία.
Τι μπορεί να πει κανείς για τους λυγμούς; Οι πιο πιεστικοί κρύβονται συνήθως πίσω από τα βλέφαρα, ώστε οι μάρτυρες να διακρίνουν πολύ ολίγα, προδοτικά εσωτερικών κλυδωνισμών. Είναι ο Πόνος, κοινός τόπος. Εκεί ακριβώς, στην περιοχή του Πόνου, χαράχτηκαν αν και πίσω από τζάμια-καθρέφτες, αλλά εντελώς παράδοξα, επιβίωσαν πεταλούδες ασθενικές και ανθεκτικές (Πεταλούδα, σελ. 11). Έστω «υπό περιορισμόν», εγκλωβισμένες, αλλά: όντως πεταλούδες βρέθηκαν ή εφευρέθηκαν να πετούν στο δωμάτιο, κι αυτές κάρφωναν στον ήλιο ελπίδες.
Το «πίσω δωμάτιο», χωρίς τοίχους, υπάρχει «εν αγνοία» του πραγματικού ιδιοκτήτη, του προστατευμένου από το να γνωρίζει πλήρως τι περιλαμβάνει, και κυρίως εις τι συνίσταται το απύθμενο βάθος του οποίου έχει την «κυριότητα». Αλλά δεν έχει την κυριότητα. Εκεί θεριεύουν οι ενορμήσεις, ανεξέλεγκτα, έως τα πρόθυρα πανικού. Κατακερματίζεται και συντρίβεται από σκιές, αφού είναι ο χώρος της δικής του Σκιάς. Εκεί το τραύμα παραμένει ανοικτό και εκτεθειμένο. Συνήθως, ο ιδιοκτήτης, όταν κατά λάθος εισέλθει εκεί, ρίχνει μια ματιά, όσο χρειάζεται για να ΜΗ δει, και φεύγει. Έξω αλλά όχι μακριά, η καταιγίδα μαίνεται, η θύελλα αφανίζει, ο φόβος, ο θάνατος, μοιάζει να είναι η μοναδική αμείλικτη και κυριαρχική πραγματικότητα. Ο μεγαλύτερος φόβος είναι η αναμέτρηση με το θάνατο. Ο άνθρωπος τον κοιτάζει στα μάτια και παλεύει ξέροντας ότι, το αναπόφευκτο του μέλλοντος σ ένα ανοιγόκλεισμα ματιού είναι ήδη παρόν. Ο Φόβος του καθρεφτίζει σκληρά την εύθραυστη ευαλωτότητα, την έλλειψη ελέγχου της πραγματικότητας και την πλήρη αδυναμία του. Του ψιθυρίζει ότι η μόνη εικόνα είναι οι ταφόπλακες «των προγραμμένων», αλλά του κρύβει τον ήλιο. Στο «Εντός του ονείρου όνειρο», μοιάζει ο χρόνος να έχει πάψει να υφίσταται, αφού τίποτα φρικτό και τελεσίδικο ακόμα δεν έχει συντελεστεί. Μα τι μ’ αυτό αφού, μη αναστρέψιμο είναι ό,τι Αμετάκλητα γίνει.
Αλλά ο Κυρίαρχος νους, η Κυρίαρχη ψυχή, μετακινείται, από το πίσω δωμάτιο της Σκιάς, στην αίθουσα του θρόνου, το κεντρικό και ασφαλές δωμάτιο, που μπορεί να σκεφθεί ελεύθερα, να συσκεφθεί, και να επιλέξει, με μοναδική προϋπόθεση να μη γυρίσει να κοιτάξει ξανά στο ασυνείδητό του χωρίς πλοηγό. Έχει παράθυρα με θέα, και πόρτες με πόμολα σε βάρος της ασφάλειας και σε προβάδισμα της ελευθερίας. Είναι κλειδί με Ευθύνη. Εκεί έξω που υπάρχουν οι ενδιαφέροντες και «επικίνδυνοι» άλλοι, υπάρχει και η καταιγίδα, η θύελλα, ο κίνδυνος, η δοκιμασία, ο λοιμός, η ζωή. Υπάρχουν όλα. Εκεί έξω εκτίθεται ο ψυχισμός, και βγαίνει με Επίγνωση, γιατί λαμβάνουν χώρα τα δρώμενα, καθώς η συνάντηση είναι διαδραστική και αναγκαία όσο και η ασφάλεια. Οι άλλοι προσκαλούνται από τον ιδιοκτήτη για συναντήσεις περιορισμένου χρόνου και χώρου, τόσο όσο έχει εξατομικευμένα αποφασιστεί από την Επιλογή. «Να συνηθίσεις τον πλησίον ύποπτο ή θανάτου κομιστή». Εκείνοι που νομίζουν ότι έχουν τον έλεγχο «απο-λυμαίνουν τις λέξεις τους» και δεν έχουν τίποτα καταλάβει – ούτε όταν φεύγουν ανεξέλεγκτα… (Στο Μαυσωλείο, σελ. 38). Όλοι βλέπουν την ίδια εικόνα και ο καθένας βλέπει τη δική του εικόνα. Η ερμηνεία, η σκέψη, αλλάζει και το συναίσθημα αλλά και τον πόνο, που δεν είναι μόνο ένα συναίσθημα. Η αδιατάρακτη συγκρότηση του εσωτερικού πυρήνα παραμένει τέτοια, όχι γιατί εγκλωβίζεται σε εσωστρέφεια ασφάλειας με κάθε τίμημα, αλλά γιατί ξέρει πότε και πως θ’ ανοίγει την πόρτα. Έχει την Ευθύνη. Το ασφαλές δωμάτιο αν παραμείνει μόνο ασφαλές, θα χτίσει πόρτες και παράθυρα, δεν θα επιτρέψει πρόσβαση ένθεν και ένθεν, αλλά δεν φτιάχτηκε για να είναι ασφαλές. Ο εγκλωβισμός στενεύει το δωμάτιο, αλλά το βλέμμα της ψυχής έχει βγεί ήδη ανεμπόδιστο έξω. Η ελευθερία δόθηκε τότε, και δόθηκε ολόκληρη, ατόφια, αμετάκλητη. Η θέληση, όποτε θέλει δραπετεύει. Δεν περιορίζεται από τη θέληση κανενός «για το καλό μας» (Το θεριό, σελ. 22). Οι κρεμάστρες (της σελ. 30), θρηνούν το κέλυφος της χαράς που δεν βιώθηκε, της αγάπης που δεν εκπληρώθηκε. Όμως, «Απ’ τα μπαλκόνια κρέμονται χελιδόνια οι μουσικές» (Μπαλκόνια, σελ. 21). Ο αναγνώστης μιας άλλης εποχής, άγευστος λοιμού και αποκλεισμού, δεν θ’ αντιληφθεί την περιεκτικότητα αυτού του στίχου, την απόγνωση του ανθρώπου που ρουφάει άπληστα αέρα επιτρεπόμενο και μετρημένο. Θα δυσκολευτεί ν αγγίξει το βίωμα του ανθρώπου του στενού μπαλκονιού που πρέπει να περπατήσει κάνοντας μόνο δύο βήματα προσέχοντας μήπως πατήσει πάνω στα δικά του πόδια.. Βίωμα φυλακισμένων που προαυλίζονται, αλλά πάντα κάποιος δραπετεύει στη ζωή.
«Στο κατάστρωμα τα έγκατά μας έξω σιωπηλότατα». Η Σιωπή αυτή κραυγάζει. (Σημαίες Καραντίνας, σελ. 24). «Ποια ονόματα να διαλέξει απ’ τον σωρό η ποίηση να κλάψει;» (Ελεγείο Μανχάταν, σελ. 28). Απειλή η αποπροσωποποίηση. Το πρόσωπο είναι το κλειδί για όλα. «Έστω και με τη μάσκα δεν αλλάζει το Βλέμμα» (Ecce Homo, σελ. 44). «Στου πηγαδιού τον πάτο από κλωστές αχτίδων και αφρούρητες ελπίδες κρεμόμαστε. Υποχθόνια εδώ, επιδημία ήλιου μάς ανασταίνει» (Επιδημία ήλιου, σελ. 47). «Μη μου άπτου. Η ψηλάφηση μόλις φθάσει στα καρφιά ανατριχιάζει» (Μη μου άπτου, σελ. 48).
Αλλά η Ακάθιστη Μάνα είναι εκεί. «Τους δε φευγάτους θάψε ζεστά στην αγκαλιά σου». Και: «καλοδέχου στο Εκεί όσους πέθαναν μόνοι». Αν και «μοιάζουν αγέλη» (σελ. 34), «σπιθίζουν εντός τους ασίγαστες ψυχούλες». «Εκ του μακρόθεν τα φύλλα της αγάπης» (Εκ του μακρόθεν, σελ. 35).
Ο ψυχισμός εισέρχεται επώδυνα στο δωμάτιο της συνείδησης και των αποφάσεων. Ο ηγεμόνας νους Επιλέγει. Επιλέγει λάθος, επιλέγει σωστά, μετακινείται, αλλάζει, εξελίσσεται και δεν σταματάει να επιλέγει. Η ενδοψυχική διεργασία, είναι επίπονη αλλά αναγκαία. Αποφασίζει να προσηλωθεί στην αμυγδαλιά, που μές στο καταχείμωνο, κόντρα στις συνθήκες ανέμου, επιμένει να ανθίσταται και μάλιστα να ανθοφορεί. (Αντίσταση- Λιτανεία, σελ. 16). Είναι Επιλογή μετ’ Επιγνώσεως.
Η Επίγνωση ξέρει βαθιά μέσα της, περνώντας από το κεντρικό δωμάτιο ώς το αθώρητο της ουσίας της, ότι παραμένει το πρώτο πάθος: η Αγάπη και τ’ αγάλματα έχουν θερμότητα ασίγαστη, αν και «παθών κατεσταλμένων», και με απαγόρευση των «μυστικών συμπτύξεων» (Αγάλματα, σελ. 19).
Και τί είναι μέχρις στιγμής ανίκητο; Ο Σταυρός δεν είναι αδυναμία, αλλά δύναμη. (Νυμφίος, σελ. 42). Οι άνθρωποι προσπέρασαν εαυτόν και φόβο, και και ο Don Giuseppe (σελ. 18) έκανε ακριβώς το ίδιο. Δεν ήταν πιο δυνατός, αλλά έστρεψε το βλέμμα στα βήματα Εκείνου που είχε προηγηθεί υπό το Βάρος του Σταυρού θυσίας. Ακολούθησε τα βήματα Εκείνου, και πήρε τη δύναμη Εκείνου. Ήταν Επιλογή. Όλα Χάρισμα, και όλα Επιλογή. Τον ελευθέρωσε. «Στη Via Crucis φέτος, ο Χριστός είναι Μόνος» (Ce la Faremo, σελ. 40). Πάντα είναι Μόνος στο Σταυρό. Το ήξερε και το σήκωσε.
Όλα φαίνονται να καταλύονται: «Κονιορτός Αγάπης». (Στα πέριξ, σελ. 15). Ο «Νους αρχίατρος» έχει ήδη θεραπευτική ηγετική δράση κατά του πόνου και κυρίως κατά του Φόβου.
«Αν κοιτάξεις για πολύ την Άβυσσο στα μάτια, να ξέρεις ότι κι εκείνη σε κοιτάζει». Ο Νίτσε την είχε προφανώς κοιτάξει για πολλή ώρα. Κάποτε, κάποιους τους καταπίνει, ακριβώς Εκεί. Κάποιοι όμως τη δαμάζουν με βοήθεια.
«Άβυσσος κυρίευσέ με εσχάτη..», θα πει ο ασκητής την ώρα που του κρύβεται ο Θεός, αλλά ο άγιος Σιλουανός, είδε φως εκεί στα κατάβαθα και είπε: «έχε το νου σου στον άδη και μην απελπίζεσαι». Αν η Άβυσσος σε πείσει, θα πιστέψεις ότι αφού δεν έχεις τον έλεγχο, δεν έχεις Επιλογή. Μέσα σε αυτό «το κρυφό της ψυχής μαύρο κουτί» (σελ. 45), δεν υπάρχουν μόνο οι εκ των υστέρων πληροφορίες της καταστροφής. Εμπεριέχεται ίσως Μεγαλύτερη δύναμη αγάπης, απ’ ό,τι αντέχει να γνωρίζει. Δεν χάνεται Αυτή. Είναι «στη μέσα τσέπη». Είναι Αδάμαστη απ’ τον Λοιμό και τον Θάνατο.
Κέρκυρα 15/02/2023
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου