Τετάρτη 17 Ιουνίου 2020

Ἱστορικά κτίρια καί Ἀρχιτεκτονικοί Διαγωνισμοί στήν Πάτρα τοῦ πρώτου ἡμίσεως τοῦ 20οῦ αἰῶνα


Της Χαράς Παπαδάτου - Γιαννοπούλου
Αρχιτέκτονος - Πολεοδόμου
Ἡ ἀρχιτεκτονική δέν εἶναι μιά τυχαία ἐπιστήμη. Ὡς τμῆμα τοῦ τρισδιάστατου χώρου ἡ ἀρχιτεκτονική ὀφείλει νά ἐνταχθεῖ σέ αὐτόν. Καί προπαντός νά ἀποτυπώσει τήν νοοτροπία τῶν ἀνθρώπων, πρός τούς ὁποίους ἀπευθύνεται. Τό θέμα εἶναι κατασκευστικό, λειτουργικό, αἰσθητικό, ἱστορικό καί κοινωνιολογικό. Οἱ ἀρχιτεκτονικοί λοιπόν διαγωνισμοί δέν εἶναι ἁπλῶς μιά διαδικασία γιά νά ἀναθέσουμε ὅπως ὅπως ἕνα ἔργο. Ὀφείλουν νά γίνονται σωστά καί νά προδιαγράφονται ἀπό ἀνθρώπους πού γνωρίζουν τό ἀντικείμενο. Ἀλλιῶς ἀρχίζουν οἱ περιπέτειες. Καί πῶς νά τό κάνουμε. Εἶναι δουλειά ἀρχιτεκτόνων καί ὄχι ὁποιωνδήποτε τεχνικῶν. Ἀλλιῶς ἡ τύχη τους εἶναι προδιαγεγραμμένη. Πρέπει νά ἀναφέρουμε ὅτι στήν Ἀθήνα μετεπαναστατικά, γινότανε ἀρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί γιά ὅλα τά δημόσια ἔργα. Εἶναι ἴσως χρήσιμη, μιά ἀναδρομή στό παρελθόν τῆς Πάτρας, πρός γνῶσιν καί ἐξαγωγή συμπερασμάτων. 
Νέος Ναός τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου 
Ἡ ἀνέγερση Νέου Ναοῦ τοῦ Ἀγίου Ἀνδρέου ἦταν ἐπιτακτικό αἴτημα τῆς πόλεως. Ἡ ψήφιση τοῦ Νόμου γιά τήν ἀνέγερση τοῦ Ναοῦ ἔγινε ὕστερα ἀπό προπάθειες τοῦ Δημ. Βότση, (Νεολόγος 1.11.1917), ὅταν ἦταν βουλευτής. Ὡς Δήμαρχος κίνησε τήν διαδιακασία γιά τό μεγάλο καί πολυδάπανο ἔργο. Φαίνεται ἐξ ἀρχῆς ὅτι σκοπός ἦταν ὁ ναός νά ἔχει μνη­μειακό χαρακτῆρα. Ἡ χωρητικότητα τοῦ ναοῦ προεβλέπε­το γιά 6.000 ἄτομα. Ἔτσι ἄρχισε ἡ μεγάλη περιπέτεια. 
Τό 1902 τό Δημοτικό Συμβούλιο ἀπεφάσισε τήν ἀνέγερση νέου Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου καί προκήρυξε διεθνῆ ἀρχιτεκτονικό διαγωνισμό. Στήν πρόσκληση ὑπεβλήθησαν 32 μελέτες. Τήν 1.2.1903 (Νεο­λό­γος) ἀνακοινώνεται ὅτι ἡ ἐπιτροπή ἀνεγέρσεως τοῦ Ναοῦ συνεδρίασε γιά τήν ἀποσφράγιση τῶν ὑπο­βλη­θει­σῶν μελετῶν. Στίς 27.2.1903 (Νεολόγος) ἡ ἐπιτροπή πού ἀπαρτίζεται ἀπό τούς κ. Κόγκο, κ. Ἀ. Μετα­ξᾶ ἀρ­χιτέκτονα καί Σπ. Ἀγαπητό μηχανικό, κατέληξαν σέ ὀκτώ ἀπό τίς τριαντα δύο (32) μελέτες. Οἱ με­λέτες αὐτές, ἐκτός ἀπό μία, διαβιβάσθηκαν στήν Ἀκαδημία Καλῶν Τεχνῶν τοῦ Βερολίνου γιά τήν τε­λική κρίση. 
Θεωρῶ ὅτι παρά τίς ἐξαιρετικές προθέσεις τῆς πόλεως καί τοῦ Δήμου γιά τήν ἀνέγερση ἑνός τέτοιου μνη­μείου ἔκαναν λάθος: α) ὡς πρός τό ὅτι ὁ διαγωνισμός ἔπρεπε νά εἶναι πανελ­λήνιος καί ὄχι διεθνής καί β) στό ὅτι οἱ κριτές ἔπρεπε νά εἶναι ἕλληνες καί ὄχι ξένοι, πρός τήν ἑλληνική ἐκκλη­σιαστι­κή παράδοση. Ἰδίως πού στήν διακήρυξη τοῦ διαγωνισμοῦ ἔγραφαν: «Ἡ ἀρχι­τεκτονική τοῦ Ναοῦ ἐπαφίεται εἰς τήν κρίσιν καί τήν καλαισθησίαν τῶν διαγωνισθησομένων, ὁ θρη­σκευτικός ὅμως τῦπος τῆς Ὀρθοδόξου Ἀ­να­τολικῆς Ἐκκλησίας, δέον νά εἶναι σαφής καί ἐν καλλιτεχνικῇ μορφῇ ἀποτετυπω­μέ­νος κατά τε τό ἐξω­τερικόν καί ἐσωτερικόν αὐτοῦ διάκοσμον καί διάταξιν». Τήν ἐποχή ἐκείνη ὑ­πῆρχαν ἀξιόλογοι ἕλληνες ἀρχιτέκτονες πού θά μποροῦ­σαν νά ἀνα­λάβουν ἕνα τέτοιο μεγάλο ἔργο. Τά λάθη αὐτά ἀπέβησαν μοιραία διότι ὁ Ναός, ὅπως ἀναπτύσσουμε παρακάτω ἄργησε πολύ νά γίνει καί δεύτερον δέν ἔχει καμμία σχέση μέ τήν ἑλληνική παράδοση. 
Οἱ κριτές στό Βερολῖνο κατέταξαν τίς μελέτες ὡς ἑξῆς: 
Πρῶτο βραβεῖο στόν γάλλο E. Rompert, δεύτερο στόν Αὐστριακό A. Dick καί τρίτο στόν ἰταλό Paniconi. Ἀκολουθοῦσαν G. Vinay ἀπό τό Παρίσι, ὁ Π. Τσίλλερ, ἀδελφός τοῦ Ἐρνέστου Τσίλλερ ἀπό τήν Δρέσδη, ὁ Νικ. Δημάδης ἀπό τήν Ἀθήνα, ὁ Π. Καραθανασόπουλος ἀπό τήν Ἀθήνα ἐπίσης καί ὁ Henderson ἀπό τήν Ἀγγλία. Δέν ἔχουμε τά σχέδια τῶν δύο ἑλλήνων ἀρχιτεκτόνων πού ἔλαβαν μέρος στόν διαγωνισμό καί ἦταν καί οἱ δύο διακεκριμ­μέ­νοι ἀρχιτέκτονες. Ἀπό τήν περιγραφή ὅμως τοῦ Γ. Καραβέλα, πρέπει νά ἀ­κολούθησαν τήν βυζαντινή παρά­δοση καθώς ἐπίσης καί τό σχέδιο τοῦ Π. Τσίλλερ πού ἔμοιαζε μέ τόν Ναό τῆς Φανερωμένης τοῦ Αἰγίου, ἔργο ὡς γνωστόν τοῦ ἀδελφοῦ του Ἐρνέστου Τσίλλερ. Οἱ κριτές ὅμως στό Βερολίνο δέν γνώριζαν τίπο­τε περί βυζαντι­νῆς ἀρχιτεκτονικῆς. Ἔκριναν μέ βάση τίς δικές τους ἀν­τι­λή­ψεις περί μνημείων καί Να­ῶν. Ἡ πρόταση τοῦ E. Rompert, δέν ἀντα­ποκρινόταν στήν παραδοσιακή βυ­ζαντινή ναοδομία, ἀλλά δέν θά μπο­­ροῦσε κανείς νά περιμένει κάτι τέτοιο ἀπό ξένους ἀρχιτέκτο­νες. 

Εἰκ.: 1. Ἡ σύνθεση τοῦ E. Rompert, τό πρῶτο βραβεῖο στόν πρῶτο διαγωνισμό.
Εἰκ.: 2. Σχέδιο Γ. Νομικοῦ γιά τόν Ναό, στόν δεύτερο διαγωνισμό.
Εἰκ.:3. Ὁ Ναός ὅπως εἶναι σήμερα. 
Ὁ Ναός θεμελιώθηκε τήν 1.6.1908 παρουσία τοῦ βασιλέως Γε­ωργίου τοῦ Α΄. Οἱ ἐργασίες ἄρχισαν μέ πολλά προβλήματα καί ἡ κατασκευή τῶν θεμελίων ὁλοκληρώθηκε τό 1910. Τότε ἀ­νατέθηκε ἡ έπίβλεψη τοῦ ἔργου στόν Ἀν. Μεταξᾶ, ὁ ὁποῖος, θεώρησε ὅτι ἡ κατασκευή, σέ ἑλῶ­δες ἔ­δα­­φος καί μάλιστα σέ σεισμογενῆ περιοχή μέ τά παραδοσιακά ὑλικά πού γινόταν, δέν ἦταν ἀ­σφαλής καί πρότεινε τήν χρῆσιν τοῦ ὡπλισμένου σκυροδέματος. Οἱ διαδικασίες τῆς ἐπανεγκρίσεως τῆς στατι­κῆς μελέτης τῶν θεμελίων ἀλλά καί τῆς γενικότερης διαχειρήσεως τοῦ τεράστιου αὐτοῦ ἔρ­γου κράτη­σαν πολύ. Ἐπῆλθε ὁ πρῶτος παγκόσμιος πόλεμος καί τό ἔργο σταμάτησε. Οἱ διαδικασίες γιά τήν ἐπα­νέναρξη τοῦ ἔργου ἄρχισαν τό 1926. Καί καλεῖται πάλι ὡς ἐπιβλέπων ὁ Ἀν. Μεταξᾶς. 
Τό 1933 ἐγκρίθηκε ἡ νέα μελέτη θεμελιώσεως μέ χρήση ὡπλισμένου σκυροδέματος καί τό ἔργο ξανάρχισε τό 1934. Τό 1937 ὁ Ἀν. Μεταξᾶς πέθανε καί κλήθηκε γιά τήν συνέχιση τῆς ἐπιβλέψεως τοῦ ἔργου ὁ Ἀν. Ὀρλάνδος. Ὁ Ἀν. Ὀρλάνδος εἶπε ὅτι ἀναλαμβάνει ὑπό τόν ὅρον, νά τροποποιήσει τόν τροῦλλο πού δέν ἔχει οὐδεμία σχέ­ση μέ τήν βυζαντινή παράδοση καί νά κάνει ἐπίσης μικρῆς κλίμακος τροποποιήσεις στό ἐσωτερικό τοῦ ναοῦ. ¨Η ἄποψη αὐτή εἶχε σάν συνέπεια νά δημιουργηθεῖ μεγάλη ἀναστάτωση. Μέ τήν ἄποψή του τε­λικά συμφώνησαν καί ὅλοι οἱ ἄλλοι ἀρχιτέκτονες πού κλήθηκαν νά συνεχίσουν, τελικά καί τό Ὑ­πουργεῖο. Ὁ δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος σταματάει πάλι τίς ἐργασίες. Ἡ ἐπανεκκί­νηση γίνεται με­τά τό τέλος τοῦ πολέμου. Ὕστερα ἀπό πολλές διαδικασίες τό Ὑπουργεῖο ζητάει νά γί­νει δεύτερος ἀρχιτεκτο­νι­κός διαγωνισμός, γιά τήν τροποποίηση, κυρίως, τοῦ τρούλλου, μιά καί τό κτίριο ἦταν μισοκατασκευα­σμένο. Στόν διαγωνισμό πού ἔ­γινε τό 1948, πρῶ­το βραβεῖο παίρνει ὁ Γεώργιος Νομικός, ὁ ὁποῖος ἀλλά­ζει τόν τροῦλλο καί τόν σχεδιάζει κατά τά βυζαντινά πρότυπα, ὅπως βλέπουμε στήν εἰκό­να (Εἰκ.: 2). Ἀπό τό ἀποτέλεσμα, οὔτε καί αὐτό τό σχέδιο ὑλοποιήθηκε. Ὁ Ναός δέν κατάφερε νά γίνει καθαρά βυ­ζαν­τι­νός, ἀλλά κά­ποτε τελείωσε ὕστερα ἀπό πολλές περιπέτειες. Ὅπως ἀναπτύξαμε παραπάνω, τό σχέδιο ἄλλαξε καί ἔγινε αὐτό πού βλέπουμε σήμερα πού καμμία σχεδόν σχέση δέν ἔχει μέ τό σχέδιο τοῦ E. Rompert, ἀλλά οὔτε καί μέ τοῦ Νομικοῦ, (Εἰκ.: 3). 
Βυζαντινό προστῶο, μεγάλο ἐννεάλο­βο τύμπανο, πα­ραλλαγή τῶν διλόβων καί τριλόβων βυζαντινῶν θυρωμάτων πού θυμίζει καί λίγο Pal­la­dio, κεντρικός τροῦλλος ἡμιαναγεννησιακῆς – ἡμιβυζαντινῆς μορφῆς, ὀκτώ κάθετα πυργοει­δῆ κωδωνοστάσια μέ ἐπι­κά­λυ­­ψη βυ­ζαντινοῦ στύλ. Ἕνα ἄνισο αἰσθητικά καί μορφολο­γικά κτίριο. Ἀλ­λά στήν ἐποχή ἐκείνη στήν Ἑλ­λάδα ἀλλά καί ὅλον τόν 20ό αἰῶνα, μποροῡσαν νά γί­νον­ται πολλοί πει­ραματι­σμοί, ἰδίως σέ ἕνα χῶ­ρο δύσκολο, ὅπως ἡ ναοδομία. Διότι στά λοιπά κτίρια οἱ κα­νόνες τοῦ νεο­κλα­σικι­σμοῦ καί τοῦ ἐκ­λεκτι­κι­σμοῦ ἦταν δεδομένοι καί γνω­στοί. Ὁ ναός ὅμως ἦταν κάτι ἄλλο. Καί ἡ βυζαντι­νή ἐκ­κλησιαστι­κή ἀρ­χιτεκτονική δύσκολη καί μάλιστα σέ ἕναν Ναό πού εἶχε ἤδη κα­τά τό ἥμισυ χτισθεῖ. 
Τά ἐγκαίνια ἔγιναν στίς 26 Σεπτεμβρίου τοῦ 1974. Ἑξήντα ἕξ (66) χρό­νια ἀπό τότε πού τέθη­κε ὁ θεμέλιος λί­θος. Ἡ ἀνέγερση τοῦ Ναοῦ ἦταν ἕνα μεγάλο ἔργο γιά τήν πόλη, ἀλλά καί γιά τήν Ἑλ­λάδα. Ὁ Δῆμος δι­αχρονικῶς κατέβαλε πράγματι ὑπεράνθρωπες προσπάθειες, ἐν ὄψει μάλιστα τῶν πολλῶν δυσχε­ρει­ῶν μέ τήν ἔγκριση τῶν ἐπί μέρους μελετῶν ἀπό τό Ὑπουργεῖο, ἀλλά καί τῶν μεγά­λων οἰκονομικῶν προ­βλημάτων. Πολλοί ἐργάσθηκαν γιά τό μεγάλο αὐτό ἔργο, πού κράτησε δύο γε­νεές, ἀλλά κατά­φε­ραν, παρά τά μεγάλα καί μερικές φορές δυσεπίλυτα προβλήματα, νά τό φέ­ρουν εἰς πέρας. Χαρακτη­ρι­στικά ἀναφέρουμε ὅτι κατά τήν διάρκεια τῶν ἐργασιῶν ἄλλαξαν 11 Δήμαρχοι καί 3 δημαρχεύσαν­τες. 
Ἁγιο­γραφήθηκε στήν δεκαετία τοῦ 1980. Ἥδη ἡ βυζαντινή τέχνη στόν χῶρο τῆς Ἁγιογραφίας ἔχει ὑπο­στεῖ πολλούς νεωτερισμούς. Καί φυσικά δέν ὑπάρχουν πιά οἱ μεγάλοι ἁγιογράφοι πού πέραν τοῦ τα­λέντου τους εἶχαν μιά ἄλλη βιωματική σχέση μέ τό εἰκονογραφεῖν. Κάνει πάντως ἐντύπωση ὅτι στήν ἁγιογρά­φηση ἐγκαταλείφθηκε ἕνα ἀπό τά οὐσιωδέστερα στοιχεῖα τῆς βυζαντινῆς ἁγιογραφίας, τό χρυ­­σό ὑπόβαθρο πού συμβολίζει τόν νοητό ἥλιο, τό πνευματικό φῶς, μέσα στό ὁποῖο ἀπεικονίζονται οἱ ἱερές μορφές, ἀπηλλαγμένες κάθε γήϊνου στοιχείου. 

Δικαστικό Μέγαρο 

Κατά τόν Θωμόπουλο ἐκεῖ στήν ἀρχαιότητα ὑπῆρχαν Βα­λα­­νεῖα καί γυμναστή­ριο. Στόν χῶρο αὐτό μετά τήν ἀπελευθέρωση λει­τούργησε γυμνα­στή­­ριο, κάτι πού καταγράφεται στό Σχέδιο Τζέτζη τοῦ 1885. Ἀργότερα τό 1900 θεμελιώθηκε ἐκεῖ τό Θερινόν Θέατρο. 
Στόν Φορολογούμενο 28.10.1977, ἀναφέρεται ὅτι ὁ σχετικά νεοσύστατος Δικηγορικός Σύλλογος (1876), ἀνέλαβε τήν πρωτοβουλία τῆς ἀνεγέρσεως Δικαστικοῦ Μεγάρου, στό οἰκόπεδο πού ἤδη σήμερα εἶναι καί μάλιστα κατόπιν συνεννοήσεως μέ το Ὑπουργεῖο εἶχε ἐκτιμηθεῖ καί τό κόστος πού θά ἀνήρχετο στό ποσόν τῶν 200.000 δρχ. Στόν Φορολογούμενο 13.9.1891, ἀναφέ­ρε­ται ὅτι ἀπό τό Ὑπ. Ἐσωτερικῶν συστάθηκε ἐπιτροπή μέ συμμετοχή τοῦ Τσίλλερ γιά τήν έξεύρεση (;) κα­ταλλήλου οἰκοπέδου γιά τήν ἀνέγερση Δικαστικοῦ Μεγάρου. Τό πρῶτο σχέδιο τοῦ Δικαστι­κοῦ Με­γά­ρου εἶχε ἐκ­πονή­σει ὁ Ἐρνέστος Τσίλ­λερ, προϋπολογισμοῦ 600.000 δρχ. καί τό εἶχε ὑποβάλ­λει στό Ὑ­πουρ­­γεῖο. ὅπως άναφέρεται σέ δημο­σίευση στόν Φορολογούμενο τῆς 31.1.1892. Καί ἐπίσης ἡ πληροφο­ρία, ὅτι τό Ὑπουργεῖο εἶχε τήν πρόθεση νά ἀρχί­σει ἀμέ­σως τήν ἀνέγερ­σή του. Κάτι ὅμως πού τότε δέν ἔγινε. Τήν ἴδια ἀκριβῶς περίοδο ὁ Τσίλλερ ἀρχίζει νά ἀσχολεῖται μέ τό δικαστικό Μέγαρο Ἀθηνῶν. 
Τό 1911 ἐπανέρχεται τό θέμα μέ πρωτοβουλία τοῦ Δικηγορικοῦ Συλλόγου. Ἐξασφαλίζεται δάνειο καί προκηρύσσεται ἀρχιτεκτονικός διαγωνισμός. Τό 1912 βραβεύτηκε τό σχέδιο τοῦ Π. Καραθανασο­πού­λου, ὁ ὁποῖος περιέργως δέν ἀναφέρεται. Τό 1915 προκηρύχθηκε ἡ δημοπρασία γιά τήν ἀνέγερση τοῦ κτιρίου. Ὁ Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος σταμάτησε τήν πρόοδο του ἔργου. Ξανάρχισε τό 1924 καί ἐγκαινιά­σθηκε τήν 1.10.1931, (Νεολόγος 2.10.1931, ὁμιλία προέδρου Δικηγορικοῦ Συλλόγου στά ἐγκαίνια τοῦ κτιρίου). Κατά τόν Κ. Τριανταφύλλου Ι.Λ.Π., σελ.530, τό σχέδιο ἐφαρμόσθηκε ἁπλοποιημένο, χωρίς δυστυχῶς περισσότερες λεπτομέρειες. Τό 1925 πέθανε ὁ Π. Καραθανασόπουλος καί φυσικά κάποιος ἄλλος ἀνέλαβε νά τό ὁλοκληρώσει, ἐπεμβαίνονας ἴσως καί στήν ἀρχική ἀρχιτεκτονική τοῦ κτιρίου. Ἄρα δέν εἴμαστε σίγουροι γιά τό ἀρχικό ἀρχιτεκτονικο σχέδιο. 
Τό μεγάλο αὐτό ἔργο ὑλοποιήθηκε στό μεσοπόλεμο, παρά τά μεγάλα οἰκονομικά προβλήματα σέ μιά χειμαζομένη Ἑλλάδα, πού ὑπῆρχε ὅμως ἀκόμη ἡ βού­ληση καί ἡ ἰκανότητα, γιά τήν ἀνέγερση τόσο μεγάλων καί ἐντυπωσιακῶν κτιρίων. Ὁ Π. Καραθανασό­πουλος θεω­ρεῖται μαθητής τοῦ Τσίλλερ. Στήν προκειμένη περίπτωση ἡ ἀρχιτεκτονική τοῦ κτι­ρίου δέν ἔ­χει καμμία σχέση μέ τόν Τσίλλερ ἀλλά καί μέ ἄλλα ἔργα τοῦ Π. Καραθανασοπούλου. Θά λέγαμε ὅτι εἶναι ἐκλεκτικιστική , ἀλλά ἐδῶ ὑπάρχει θέμα. 
Ἡ ἀρχιτεκτονική του μορφολογία, ἔχει σχέση μέ τήν τάση, ἡ ὁποία ἀποτύπωσε τήν αὐξανόμενη ἐθνικιστική κυρίαρχη ἰδεολο­γία τήν ἐποχή αὐτή στήν Εὐρώπη, μέ ἀποκορύφωμα τήν ἀρχιτεκτονική τῶν δικτατο­ριῶν τοῦ μεσοπο­λέμου (Ρωσίας, Γερμανίας, Ἰταλίας, Ίσπανίας), καί ἐκφράζεται, ἐδῶ, κυρίως μέ τά κά­θετα δυ­να­μικά στοι­χεῖα (κίο­νες) πού δια­τρέ­χουν, σέ ὅλο τό ὕψος, τήν κυρία ὄψη. Ἀνάλογο παράδειγμα εἶναι τό Σκαγιοπούλειο (1926).

Ἀρσάκειο

Καί γιά το Ἀρσάκειο διενεργήθηκε ἀρχιτεκτονικός Διαγωνισμός, κλειστός ὅπως θά λέγαμε σήμερα. Ὁ Δήμαρχος Ἰω. Βλάχος ἀνέθεσε τήν ἐκπόνηση τῆς μελέτης τοῦ Ἀρσακείου στούς ἀρχιτέκτονες Ἀναστάσιο Μεταξᾶ, Ἀν­δρέα Κριεζῆ καί στόν πατρινό Τάκη Μιχελῆ, οἱ ὁποῖοι καί ὑπέβαλαν τίς μελέτες τους στόν Δῆμο. 
Γιά δεύτερη φορά, ὁ Δῆμος παρά τό ὅτι ἡ Ἑλλάδα ἔχει πλέον πολύ σημαντικούς ἀρχιτέκτονες, δέν τούς ἐμπιστεύεται καί ζητᾶ τήν γνώμη, Ἰταλῶν αὐτή τήν φορά. Οἱ μελέτες ἐστάλη­σαν στόν ἕλληνα πρεσβευτῆ στήν Ρώμη γιά νά τεθοῦν στήν κρίση τοῦ καθηγητοῦ τῆς ἀρχιτεκτονικῆς κ. Μιλάνι, ὁ ὁποῖος ἀπεφάνθη ὑ­πέρ τῆς μελέτης τοῦ Ἀν. Μεταξᾶ (Νεολόγος, 5.12.1928, 29.3.1929 καί 14.5.1929). Δέν γνωρίζουμε τίς μελέτες τῶν Ἀνδρέα Κριεζῆ καί τοῦ πατρινοῦ Τάκη Μιχελῆ. Ὁ Δήμαρχος Ἰωάννης Βλάχος θεμελίωσε τό κτίριο τό 1933. Τό Ἀρσάκειο ἐγ­­κα­ταστά­θηκε ἐκεῖ τό 1945. Ἀπό τό 1934 ἡ Ἀρσάκειος Παιδαγωγική Ἀκαδημία ἦταν τό μόνο ἀνώτερο πνευματικό ἵδ­ρυμα στήν Πάτρα μέχρι τήν ἵδρυση τοῦ Πανεπιστημίου. Σήμερα τό κτίριο, ὕστερα ἀπό μιά μακρά περίοδο ἐγκαταλείψεως, ἐπισκευάζεται. 
Ὑπ΄ ὄψιν, ὅτι τά παραπάτω ἐπιτεύγματα ἔγιναν σέ μιά Ἑλλάδα μέ σοβαρότατα ἐθνικά προβλήματα: Ἀτυχής πόλεμος τοῦ 1897, Νικηφόροι Βαλκανικοί πόλεμοι, «Ἀτυχής πόλεμος τοῦ 1897, Νικηφόροι Βαλκανικοί πόλεμοι, Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος, Μικρασιατική καταστροφή καί πολλά ἄλλα». Τό ἐρώτημα εἶναι μεταπολεμικά, μέ τήν ἄνοδο τοῦ οἰκονομικοῦ ἐπιπέδου καί μέ τά χρήματα τῆς ΕΟΚ πού ἤρθανε, τί ἔκαναν οἱ Ἕλληνες καί ἰδίως στήν Πάτρα μέ τήν προϊστορία πού εἶχε; Μᾶς μένει βέβαια πάντα ἡ ἐλπίδα. 
Δημοσιεύτηκε στήν Ἐφημερίδα ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ στίς 16.6.2020 
(Πηγή : Ἀποσπάσματα ἀπό, Χ. Παπαδάτου – Γιαννοπούλου, Πατρώ, Πάτρα, 2018. Παραλείπονται οἱ παραπομπές λόγω οἰκονομίας χώρου).

1 σχόλιο:

  1. Ο τρούλος, η πλατυτέρα και ένα μεγάλο τμήμα της υπόλοιπης αγιογράφησης, του Αγ. Ανδρέα είναι σε χρυσό υπόβαθρο. Άσχετα αν μας αρέσει ή όχι το αποτέλεσμα,που είδε ότι αυτό το στοιχείο εγκαταλείφθηκε;

    ΑπάντησηΔιαγραφή