Πέμπτη 15 Αυγούστου 2019

ΟΙ ΠΑΝΑΓΙΕΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ


Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου

- Η Παναγιά το πέλαγο
κρατούσε στην ποδιά της
Τη Σίκινο, την Αμοργό
και τ’ άλλα τα παιδιά της.
Τα τζιτζίκια (από Τα Ρω του Έρωτα)

- Στην αγκαλιά της Παναγιάς έβαλα λουλούδια και στων Αγίων, κοπέλες και πουλιά.
“Πρώτα πρώτα...”, Ανοιχτά Χαρτιά

- Σε μια παλάμη θάλασσας γεύτηκες τα πικρά χαλίκια
Δύο η ώρα το πρωί περιδιαβάζοντας τον έρημο Αύγουστο
Είδες το φως του φεγγαριού να περπατεί μαζί σου
Βήμα Χαμένο. Ή αν δεν ήτανε η καρδιά στη θέση της
Ήταν η θύμηση της γης με την ωραία γυναίκα
Η ευχή που λαχτάρησε μέσ’ απ’ τους κόρφους του βασιλικού
Να τη φυσήξει ο άνεμος της Παναγίας!

Ώρα της νύχτας! Κι ο βοριάς πλημμυρισμένος δάκρυα
Μόλις ερίγησε η καρδιά στο σφίξιμο της γης
Γυμνή κάτω απ’ τους αστερισμούς των σιωπηλών της δέντρων

Γεύτηκες τα πικρά χαλίκια στους βυθούς του ονείρου
Την ώρα που τα σύννεφα λύσανε τα πανιά
Και δίχως ήμαρτον κανέν’ από την αμαρτία χαράχτηκε
Στα πρώτα σπλάχνα του ο καιρός. Μπορείς να δεις ακόμη
Πριν απ’ την αρχική φωτιά την ομορφιά της άμμου
Όπου έπαιζες τον όρκο σου κι όπου είχες την ευχή
Εκατόφυλλη, ανοιχτή στον άνεμο της Παναγίας!
Προσανατολισμοί

Η «Κυρία των Αγγέλων» είναι ένας εικονογραφικός τύπος, γνωστός από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους, που τον συναντάμε σε όλες τις περιόδους της βυζαντινής τέχνης. Η Παναγία εικονίζεται κατενώπιον, καθισμένη σε θρόνο, με τον Χριστό στα χέρια της. Στις επάνω γωνίες της εικόνας, σε στηθάρια οι μορφές των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ ή, σε άλλες παραστάσεις, οι Αρχάγγελοι ολόσωμοι δεξιά και αριστερά της Παναγίας.
Ο Οδυσσέας Ελύτης σε μια επίσκεψή του στη Ζάκυνθο (Μάϊος 1980), φωτογραφήθηκε μπροστά στην ιστορική εκκλησία της «Κυρίας των Αγγέλων». Άρα, η χρήση από τον ποιητή του συγκεκριμένου όρου δεν είναι καθόλου τυχαία, καθώς προϋποθέτει γνώση και ευαισθησία.


Από τα ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΕ ΣΗΜΑΙΑ ΕΥΚΑΙΡΙΑΣ
Ο ΚΗΠΟΣ ΒΛΕΠΕΙ
(απόσπασμα [2.])
...
ἀλλὰ τότε ἀκόμα ὑπήρχανε
τριανταφυλλιὲς μὲ σημασία θρησκευτικὴ
ἀλληλούια
ἡ Κυρία τῶν Ἀγγέλων
μὲ χρυσὸ ἀλεξίπτωτο
κατέβαινε ὣς τὸ μαξιλάρι σου
...
η φωτό της Κυρίας των Αγγέλων του Porfyris



Ήταν το 1990 όταν πρωτάκουσα μελοποιημένα αποσπάσματα από τον Μικρό Ναυτίλο του Οδυσσέα Ελύτη (1985).
Τα ερμήνευσε – σε μια συναυλία στο ΠΑΛΛΑΣ - η Ορχήστρα των Χρωμάτων υπό τον Μάνο Χατζιδάκι, ο οποίος είχε παραγγείλει το σχετικό μουσικό υλικό στον συνθέτη Γιώργο Κουρουπό.
Το κομμάτι που μου έκανε εντύπωση ήταν αυτό με τα ονόματα της Παναγίας. Τραγουδούσε η σοπράνο Μυρσίνη Κατσιναβάκη.
Έτσι, παραθέτω εδώ αυτό το απόσπασμα από τον Μικρό Ναυτίλο, που υμνεί τις Παναγιές του Αιγαίου, τις Παναγιές της Ελλάδος, κατά Ελύτη πάντα.

Λίγο για μια στιγμή να παίξεις πάνω στην κιθάρα σου
Τα ονόματα της Παναγίας και θα δεις
Ε ε Χρυσομαλλούσα
Ε ε Χρυσοσκαλίτισσα
Να ξεπετιέται πάλι το βουνό με τ' άσπρο σπίτι στην πλαγιά
Τ' άλογο με τα δύο φτερά
Και η άγρια φράουλα της θάλασσας

Λάμπουσα και Κανάλα μου και Παραπορτιανή μου

Θα δεις την πράσινη ψαρόβαρκα σκαμπανεβάζοντας να χάνεται
μέσα στ' αραποσίτια
Τον Μήτσο με τις τρίχες και με τ' αλυσιδάκι στο λαιμό

Ε Παναγιά Τα Μάγκανα
Ε Παναγιά Τόσο Νερό


Να βλαστημάει και ν' ανεβάζει ανίδεος μες στα δίχτυα του
Τέσσερα – πέντε αρχαία ελληνικά
Το τέλλεσθε και το νηυσί, το μέλεα και το κρίναι σα

Καρυστιανή κι Ακλειδιανή
Δαφνιώτισσα κι Αργιώτισσα

Που μια στιγμή τα παίζεις πάνω στην κιθάρα σου
Κι απ' τ' αναμμένο πέλαγο αντικρύ σου ακούς

Έι Κρουσταλλένια έι Δροσιανή
Έι Παναγιά του Νίκους
Να σχίζεται στα δύο τ' ουρανού το καταπέτασμα

Κι ένας παμπάλαιος έφηβος απαράλλαχτος εσύ
Να κατεβαίνει- κοίτα:
Στα κύματα μ' ένα καμάκι ορθός και στους αφρούς να πλέει

Σπηλιώτισσα και Μερσινιά και Θαλασσίτρα μου έι!
Κολάζ, Η Παναγιά τα Πέλαγα του Οδυσσέα Ελύτη


O Μιχάλης Τρανουδάκης μελοποίησε Οδυσσέα Ελύτη, από ΤΑ ΡΩ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ, πριν  χρόνια! Με αφορμή την επανέκδοση του δίσκου διαβάζω στα ΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΜΙΑΣΜΑΤΑ.
Τα τραγούδια της Ποδηλάτισσας γράφτηκαν το χειμώνα 1973-74 και πρωτοπαρουσιάστηκαν σε συναυλία το 1975 στο Σπόρτινγκ με τον Γιάννη Δημητρά και τη Μαρία Κάτηρα. Το 1974 ο Μάνος Χατζιδάκις προτείνει να τα εκδώσει από την ετικέτα Πολύτροπον της Lyra που είχε ιδρύσει, αλλά σύντομα η εταιρεία σταματάει να λειτουργεί. Τελικά εκδόθηκαν το χειμώνα του 1979 από τη Lyra του Αλέκου Πατσιφά, με την Αφροδίτη Μάνου στο τραγούδι και ενορχήστρωση Τάσου Καρακατσάνη.
Οι ηχογραφήσεις έγιναν στο studio Action το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς και πήραν μέρος μερικοί από τους καλύτερους μουσικούς της εποχής που δυστυχώς δεν αναγράφονται στο εξώφυλλο. Κιθάρες: Στέλλα Κυπραίου και Γεράσιμος Πυλαρινός, τζουράς: Θανάσης Πολυκανδριώτης, πνευστά: Φίλιππος Τσεμπερούλης, βιολί: Παντελής Δεσποτίδης, σαντούρι και μαρίμπα: Τάσος Διακογιώργης, ακορντεόν: Κίμων Βασιλάς.
Ο δίσκος κυκλοφόρησε με την απονομή του βραβείου Νόμπελ στον Οδυσσέα Ελύτη. Ο ίδιος ο ποιητής επιμελήθηκε το εξώφυλλο και μάλιστα ο δίσκος κυκλοφόρησε αρχικά με άλλο εξώφυλλο (το γνωστό κολάζ με τον ηνίοχο ανάμεσα στα τριαντάφυλλα). Ο Ελύτης άλλαξε γνώμη και στην επανέκδοση άλλαξε και το εξώφυλλο (το κολάζ με το ποδήλατο που κυκλοφορεί μέχρι σήμερα). Ο ποιητής ήταν εξαιρετικά προσεκτικός με την εργασία του. Έτσι υποχρέωσε την εταιρεία να ξαναηχογραφηθεί και να ξανατυπωθεί η μία πλευρά του δίσκου, επειδή στο επώνυμο τραγούδι η Μάνου πρόφερε το πενdάλι της, αντί το πεdάλι της. Από τα δεκατρία τραγούδια του κύκλου, επελέγησαν να συμπεριληφθούν τα έντεκα. Τα άλλα δύο, η Τελετή και Το σπίτι το ακατοίκητο εκδόθηκαν αργότερα με τη Σοφία Μιχαηλίδου στο δίσκο του Μιχάλη Τρανουδάκη Σύννεφο, σύννεφο που πάς. Ο δίσκος αποτελεί πλέον ορόσημο της έντεχνης ελληνικής μουσικής στην τωρινή του επανέκδοση (2009) με κλασικά πλέον τραγούδια όπως το Κοχύλι, την Παναγία των Κοιμητηρίων και το Σου το’ πα για τα σύννεφα.
Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΩΝ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΩΝ
Πέτρες επήρα και κλαδιά
τα φύτεψα στην αμμουδιά
Και μια ψυχή μελέτησα
το λόγο δεν αθέτησα

Με τον καιρό με τον καιρό
έγινε αλήθεια τ' όνειρο
Οι πέτρες μεγαλώσανε
και τα κλαδιά φυτρώσανε

Τα κυπαρίσσια τα κελιά
σου τα 'κανα παραγγελιά
Τις πόρτες τις αμπάρες σου
και τις οχτώ καμάρες σου

Στο μέρος το πιο δροσερό
έστησα το καμπαναριό
Και κύματα και κύματα
γύρω σου τ' άσπρα μνήματα

Έλα Κυρά και Παναγιά
με τ' αναμμένα σου κεριά
Δώσε το φως το δυνατό
στον Ήλιο και στο Θάνατο.




Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου

Δεν θεωρώ τυχαίο ότι ο Οδυσσέας Ελύτης γνώριζε την Παναγία την Παντοχαρά των Στροφάδων και μια άλλη Παντοχαρά από τα Επτάνησα και θέλησε να αφιερώσει το ξωκλήσι – τάμα του στη Σίκινο σ' αυτήν. Ο ποιητής γνώριζε πολλά, αλλά όχι ξερά γνωσιολογικά. Μετασχημάτιζε την πληροφορία ή την εικόνα σε βίωμα και ενόραση. Και τελικά σε ποίηση.
Ας δούμε, λοιπόν, ποια τελικά είναι αυτή η εικόνα που κέντρισε το ενδιαφέρον του ποιητή. Η αρχαιολόγος Ζωή Μυλωνά γράφει στον Κατάλογο του Μουσείου Εκκλησιαστικής Τέχνης της Ι. Μονής Στροφάδων και Αγίου Διονυσίου, που εξέδωσε η Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος (2011, σ. 27-29):
“Η εικόνα της Παναγίας της Παντοχαράς (15ος αι.) ήταν τοποθετημένη ως δεσποτική στο τέμπλο του καθολικού της Μονής Στροφάδων. Η Παναγία εικονίζεται έως κάτω από τη μέση, γυρισμένη δεξιά προς το μικρό Χριστό, που κάθεται άνετα στο αριστερό της χέρι. Γέρνει την κεφαλή και ακουμπάει τρυφερά το πρόσωπό της στο δικό του... Ο Χριστός ακουμπάει το αριστερό χέρι του στην παλάμη της μητέρας του, ενώ με το δεξί ευλογεί. Τα πόδια του είναι σταυρωμένα και από το ανεστραμμένο αριστερό του πέλμα κρέμεται το λυτό σανδάλι του. Και τα δύο πρόσωπα κοιτάζουν τον προσκυνητή. Στο επάνω μέρος της εικόνας δύο άγγελοι σε προτομή στρέφονται προς τη Θεοτόκο, έχοντας τα χέρια καλυμμένα από το ιμάτιό τους, σε ένδειξη σεβασμού. Στο χρυσό κάμπο με κόκκινο κιννάβαρι είναι γραμμένα τα συμπιλήματα ΜΗΡ ΘΥ και ΙC XC, καθώς και η επωνυμία Η ΠΑΝΤΩΝ ΧΑΡΑ. Στην εφέστια εικόνα της μονής Στροφάδων, ο εικονογραφικός τύπος της Παναγίας Βρεφοκρατούσας ακολουθεί το βυζαντινό πρότυπο της Ελεούσας ή το μεταβυζαντινό της Γλυκοφιλούσας. Στη σύνθεση αυτή αποτυπώνεται η σχέση της Παναγίας με το Θείο Πάθος, όπως εκφράστηκε στην υμνολογία και στις ομιλίες που συνοδεύουν τις ακολουθίες των Παθών. Χαρακτηρίζεται από την τρυφερή, αλλά και μελαγχολική προσέγγιση των προσώπων της μητέρας και του παιδιού. Η σύνθεση της εικόνας μας ανήκει στην παραλλαγή του τύπου της Παναγίας Γλυκοφιλούσας με το χέρι του παιδιού στο χέρι της μητέρας του, στοιχείο που σχετίζεται νοηματικά με το εικονογραφικό σχήμα της Αποκαθήλωσης”.


Δύο ακόμα στοιχεία της εικόνας αναλύει η Ζωή Μυλωνά:
Το ανάστροφο πέλμα του παιδιού, από το οποίο κρέμεται το λυμένο σανδάλι του. Το εικονογραφικό αυτό στοιχείο συνδέεται με το μελλοντικό Πάθος του Χριστού και ειδικότερα με τον πτερνισμό του από την προδοσία του Ιούδα.
Την χειρονομία του Χριστού σε νεύμα ευλογίας, που εμφανίζεται σε λίγες εικόνες, όπως στην εικόνα της Παναγίας Θαλασσομαχούσας.
Η εικόνα της Παντοχαράς είχε μια πολύ ενδιαφέρουσα περιπέτεια που συνδέει τα Στροφάδια με την Πάτμο, αγαπημένο νησί του Ελύτη. Το 1717 οι Τούρκοι έκαναν πειρατική επιδρομή και άρπαξαν πολλά κειμήλια τα οποία πούλησαν κατόπιν. Τότε μεταφέρθηκε και το λείψανο του Αγίου Διονυσίου στη Ζάκυνθο. Την Παντοχαρά αγόρασαν οι Πατμιώτες άρχοντες Ηλίας και Θεόδωρος Κοκκινάκης. Κατά την παραμονή της εικόνας στην Πάτμο φαίνεται πως φιλοτεχνήθηκε μια τοιχογραφία – αντίγραφό της στον Άγιο Βασίλειο Πάτμου (1722). Τελικά η εικόνα επεστράφη στη μονή των Στροφάδων μετά την πάροδο ικανού χρόνου, με τη μεσολάβηση του ζακυνθινού επισκόπου πρώην Καρυουπόλεως Αγαθαγγέλου Λατίνου, ο οποίος εκείνη την εποχή μόναζε στην Πάτμο.
Η Θεοτόκος η Πάντων Χαρά είχε και αργυρή επένδυση, περί της οποίας γράφει τα δέοντα η Ζωή Μυλωνά στον Κατάλογο που προμνημονεύσαμε.


Ο αγιογράφος Α. Σκαλιώτης που ιστόρησε την Παντοχαρά, το ξωκλήσι – τάμα του Ελύτη στη Σίκινο, αγιογράφησε δύο εικόνες της Παντοχαράς. Η μία στο τέμπλο, δίπλα ακριβώς από την Παναγία Παραμυθία, εκεί δηλαδή που το εικονογραφικό πρόγραμμα απαιτεί την εικόνα του Αγίου προς τιμήν του οποίου είναι αφιερωμένος ο ναός. Επελέγη εδώ ένας εμφαντικός πλεονασμός: Δυό Παναγίες μαζί στο τέμπλο (διαβάστε εδώ το εύστοχο σχόλιο του φιλολόγου Δημήτρη Χριστόπουλου για την Παραμυθία ως προϋπόθεση της "των Πάντων Χαράς").
Όπως και οι υπόλοιπες εικόνες του τέμπλου και η Παντοχαρά ολόσωμη! Κρατώντας βέβαια τα βασικά στοιχεία της εικόνας των Στροφάδων. Και ιστορήθηκε και μια φορητή εικόνα της Παντοχαράς, αντίγραφο, επίσης, αυτής των Στροφάδων, με άλλη, όμως, χρωματολογική άποψη. Πιο ανάλαφρη, πιο προσιτή, αλλά με την σοβαρότητα στα πρόσωπα αμείωτη! Ο Ελύτης, θαρρώ, πως έβλεπε το παράδοξο της εικόνας και του άρεσε: Η Παντοχαρά δεν αποπνέει χαρά, με την τρέχουσα έννοια, αλλά μια μελαγχολία που είναι απέραντα ευγενική. Απ΄αυτή την Παναγία πηγάζει η όντως χαρά, δηλαδή η εσωτερική και αληθινή, η διαρκής και μόνιμη, που συνδέεται με μια πνευματικότητα η οποία δεν είναι εκ του κόσμου τούτου.


Το απολυτίκιο για την Παντοχαρά, που συνέθεσε κατόπιν παρακλήσεώς μου, ο φίλος ποιητής π. Παναγιώτης Καποδίστριας, ο οποίος διακονεί στη Ζάκυνθο και άρα είχε λόγο να το κάνει και ως εραστής της Ελυτικής ποίησης, τελειώνει με την φράση: “χαίροις, ωραιότης έλλογος, θεοπερίχυτη”.
Όταν το ψάλλαμε στα θυρανοίξια στη Σίκινο, με πλησίασε ένας σοβαρός άνθρωπος ενθουσιασμένος από το κείμενο, και μου είπε: “Αν δεν λεγόταν Παντοχαρά θα 'πρεπε να ονομαστεί Θεοπερίχυτη αυτή η Παναγιά του Ελύτη”. Κι εγώ σκέφτηκα αμέσως: “Παντοχαρά η θεοπερίχυτη”!
Πάντοτε υπό την σκέπη της να 'μαστε!


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου