Δημήτρης Μπαλτᾶς
π. Σεργκέι Μπουλγκάκοφ, Ὁ Κάρλ Μάρξ καί ὁ Ἰβάν Καραμάζοφ, μετ. Δ. Β. Τριανταφυλλίδης, Ἐκδόσεις S@mizdat, Ἀθήνα 2015, σελ. 134
Στόν τόμο μέ τίτλο Ὁ Κάρλ Μάρξ καί ὁ Ἰβάν Καραμάζοφ παρουσιάζονται σέ ἑλληνική μετάφραση δύο ἐξαιρετικῆς σπουδαιότητας δοκίμια τοῦ γνωστοῦ Ρώσσου φιλοσόφου Σεργκέι Μπουλγκάκωφ (1871-1944). Συγκεκριμένα, οἱ τίτλοι τῶν δύο μεταφρασμένων κειμένων εἶναι «Ὁ Κάρλ Μάρξ ὡς θρησκευτικός τύπος» καί «Ὁ Ἰβάν Καραμάζοφ ὡς πολιτικός τύπος» ἀντιστοίχως.
Ἐκ τῶν βασικῶν θέσεων τοῦ Μπουλγκάκωφ στό δοκίμιο «Ὁ Κάρλ Μάρξ ὡς θρησκευτικός τύπος» εἶναι ἡ ἄποψη ὅτι ὁ Μάρξ εἶναι μαθητής τοῦ Φοϋερμπαχ (σ. 28, σ. 34, σ. 51) καί ὄχι τοῦ Χέγκελ (σσ. 38-39), ὅπως συνήθως ὑποστηρίζεται. Στό πλαίσιο αὐτό ὁ Μπουλγκάκωφ κάνει λόγο γιά μία «ἀνύπαρκτη ἱστορική σχέση μεταξύ τοῦ μαρξισμοῦ καί τοῦ κλασσικοῦ ἰδεαλισμοῦ» (σ. 41. Ὁμοίως σ. 36: «Δέν ὑπάρχει καμιά ἄμεση σχέση διαδοχῆς ἀνάμεσα στόν κλασσικό γερμανικό ἰδεαλισμό καί στόν μαρξισμό»). Μία ἄλλη σημαντική πλευρά τοῦ δοκιμίου εἶναι ἡ τοποθέτηση τοῦ Ρώσσου φιλοσόφου ὅτι τό ἀντιθρησκευτικό στοιχεῖο πού χαρακτηρίζει τόν Μάρξ (σ. 33 κ.ἑ.), βεβαίως κληρονομιά ἀπό τόν Φοϋερμπαχ, χαρακτηρίζει καί τό σοσιαλιστικό κίνημα (σ. 23 κ.ἑ., σ. 68) στό ὁποῖο ὁ Μάρξ ἄσκησε μέγιστη ἐπιρροή. Εἰδικότερα, σχετικά μέ τίς περί θρησκείας ἀπόψεις τοῦ Μάρξ, ὁ Σ. Μπουλγκάκωφ ὑποστηρίζει ὅτι αὐτές διαμορφώθηκαν στό πρώϊμο ἔργο τοῦ Μάρξ, ἐνῶ στά μεταγενέστερα ἔργα δέν ὑπάρχουν οὐσιαστικές ἀλλαγές στίς θρησκευτικές του ἀπόψεις (σ. 60 κ.ἑ.).
Γιά τήν ἱστορία, θά σημειώσω ὅτι πρίν ἀπό μερικά χρόνια εἶχα μεταφράσει (Ἐκδόσεις Ἄθως, Ἀθήνα 2004, σελ. 52) ἀπό τήν ρωσσική τό περίφημο αὐτό δοκίμιο τοῦ Μπουλγκάκωφ, βασιζόμενος σέ μία ἔκδοση τοῦ 1929 πού εἶχα ἀνακαλύψει στήν Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.
Σέ ἀντίθεση μέ τά ἔργα τῶν μεγάλων Ρώσσων λογοτεχνῶν, τοῦ Ν. Γκόγκολ, τοῦ Φ. Ντοστογιέφσκι καί τοῦ Λ. Τολστόϊ, ἀκόμη καί τοῦ Ἰ. Τουργκένιεφ, γιά τά ὁποῖα διαθέτουμε πολλές μεταφράσεις στήν ἑλληνική, παλαιότερες καί σύγχρονες, εἶναι σπάνιο στήν ἑλληνική μεταφραστική παραγωγή ἔργων τῶν Ρώσσων φιλοσόφων νά συναντήσουμε μεταφράσεις τοῦ ἴδιου κειμένου, ὅπως συμβαίνει στήν περίπτωση τοῦ πρώτου ἐκ τῶν δύο κειμένων («Ὁ Κάρλ Μάρξ ὡς θρησκευτικός τύπος»). Ἕνα ἄλλο σχετικό, πολύ παλαιότερο, παράδειγμα ἀποτελεῖ τό ἔργο τοῦ Μπερντιάγιεφ «Τό πνεῦμα τοῦ Ντοστογιεφσκι» εἶχε ἐκδοθεῖ ἡμιτελῶς, πρίν ἀπό τήν γνωστή ἔκδοση τοῦ 1972 (μετ. Ν. Ματσούκας, Ἐκδόσεις Πουρναρᾶς, Θεσσαλονίκη), σέ μία δυσεύρετη σήμερα μεταπολεμική ἔκδοση (Ἐκδόσεις Κεραμεύς, Ἀθήνα, ἄ.ἔ.).
Τό δεύτερο ἐκ τῶν δύο δοκιμίων τοῦ Ρώσσου φιλοσόφου ἐπιγράφεται «Ὁ Ἰβάν Καραμάζοφ ὡς πολιτικός τύπος». Ἐξ ὅσων γνωρίζω, ὁ ἀκριβής τίτλος τοῦ ἄρθρου τοῦ Σ. Μπουλγκάκωφ εἶναι «Ὁ Ἰβάν Καραμάζοφ ὡς φιλοσοφικός τύπος» (δημοσιευμένο στό περιοδικό «Ζητήματα Φιλοσοφίας καί Ψυχολογίας», τοῦ 1902 καί ὄχι τοῦ 1920, ὅπως ἐκ παραδρομῆς σημειώνεται στήν σ. 73).
Στήν ἀρχή τοῦ δοκιμίου ὁ Μπουλγκάκωφ ἐπισημαίνει σωστά ὅτι «ἡ διανόησή μας [τῶν Ρώσσων] εἶναι ἐλάχιστα πεπαιδευμένη φιλοσοφικά. Τό ἐπίπεδο τῆς φιλοσοφικῆς ἐκπαίδευσης εἶναι στήν χώρα μας ἐξαιρετικά χαμηλό ὄχι μόνο μεταξύ τοῦ ἀναγνωστικοῦ κοινοῦ, ἀλλά καί τῶν συγγραφέων … Ὡστόσο … ἔχουμε τήν πλέον φιλοσοφικά ἐκλεπτυσμένη βιβλιογραφία: ἐκείνη ἡ δύναμη τῆς σκέψης τοῦ λαοῦ μας … βρῆκε διέξοδο σέ καλλιτεχνικές μορφές … στό πρόσωπο τοῦ Ντοστογιέφσκι καί τοῦ Τολστόι, ἀκόμη καί τοῦ Τουργκένιεφ» (σσ. 75-76). Εἰδικότερα στόν Ντοστογιέφσκι προσθέτει ὁ Μπουλγκάκωφ ὅτι «ἔχουμε ἕνα μεγάλο οὑμανιστή, ἕναν ἄνθρωπο πού ἀγαπάει τόν λαό, ἀλλά καί ἕνα ἐξαιρετικό φιλοσοφικό ταλέντο. Ἀπό ὅλους τούς συγγραφεῖς μας ὁ τιμητικός τίτλος τοῦ καλλιτέχνη-φιλοσόφου ἀνήκει δικαιωματικά στόν Ντοστογιέφσκι» (σ. 76). Ἴσως ὁ Μπουλγκάκωφ εἶναι ὁ πρῶτος πού χαρακτήρισε ξεκάθαρα τόν Ντοστογιέφσκι ὡς φιλόσοφο.
Ὕστερα ἀπό αὐτές τίς διευκρινίσεις, ὁ Μπουλγκάκωφ σκιαγραφεῖ τήν φιλοσοφική παρουσία τοῦ Ἰβάν, ἑνός ἀπό τούς κεντρικούς ἥρωες τῶν Δαιμονισμένων τοῦ Ντοστογιέφσκι, στόν ὁποῖο «τέθηκαν ἀπό τήν ἀρχή ὅλα ἐκεῖνα τά ἐρωτήματα πού τόν βασάνιζαν, τά ὁποῖα πρέπει νά ἐπιλύσει ἤ νά πεθάνει ἠθικά» (σ. 85). Μάλιστα ἡ βασανιστική θέση στήν ὁποία βρίσκεται ὁ Ἰβάν ἔγκεται στό ὅτι «δέν μπορεῖ νά καταλήξει σέ κάποιο συμπέρασμα» (σ. 92). Τελικά ὁ Μπουλγκάκωφ ἐπισημαίνει ὅτι ὁ Ἰβάν «καταλήγει στό θλιβερό γιά τόν ἴδιο συμπέρασμα ὅτι ὡς κριτήριο τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ καί συνεπῶς καί τῆς ἠθικῆς, τίποτε δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει δίχως τήν μεταφυσική ἤ τήν θρησκευτική ἔγκριση» (σ. 86).
Στό συγκεκριμένο δοκίμιο ὁ Μπουλγκάκωφ προσεγγίζει ἐπίσης τόν περίφημο «Μύθο τοῦ Μεγάλου Ἱεροεξεταστή» (σσ. 102-113) πού παρουσιάζει ὁ Ἰβάν στόν ὁποῖο ἀπαντᾶ ὁ Ἁλιόσα, ὁ ἕτερος ἀδελφός του, μέ βεβαιότητα: «Ὁ ἱεροεξεταστής σου δέν πιστεύει στόν Θεό, νά ποιό εἶναι τό μυστικό του!» (σ. 110).
Ἕνα ἄλλο ἐνδιαφέρον σημεῖο τοῦ δοκιμίου «Ὁ Ἰβάν Καραμάζωφ ὡς φιλοσοφικός τύπος» τοῦ Σ. Μπουλγκάκωφ εἶναι ἡ σύγκριση πού ἐπιχειρεῖ ὁ Ρῶσσος φιλόσοφος μεταξύ τῶν μορφῶν τοῦ Φάουστ καί τοῦ Ἰβάν Καραμάζωφ: «Ὁ Ἰβάν Καραμάζοφ ἐκφράζει τά δεινά καί τίς ἀμφιβολίες τοῦ 19ου αἰ., ὅπως ὁ Φάουστ τοῦ 18ου αἰ.. Ἄν ὁ τελευταῖος εἶναι ὁ ἐκπρόσωπος τῆς ἐποχῆς τοῦ ἀτομικισμοῦ, τότε ὁ Ἰβάν Καραμάζοφ εἶναι ὁ σκεπτικιστής γιός τῆς ἐποχῆς τοῦ σοσιαλισμοῦ» (σ. 119). Γιά τόν Μπουλγκάκωφ, στόν Ἰβάν Καραμάζωφ ὁ Ρῶσσος διαισθάνεται «τήν ἐγγενή του ἀσθένεια, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ ἐθνικό χαρακτηριστικό, τήν ἀσθένεια τῆς συνείδησης» (σ. 122).
Τά δύο δοκίμια τοῦ Σ. Μπουλγκάκωφ εἶναι ἐνδεικτικά τῶν ἀναζητήσεων καί τῶν προσεγγίσεων τῆς ρωσσικῆς φιλοσοφικῆς σκέψης τῶν ἀρχῶν τοῦ 20οῦ αἰ. Στήν πρώϊμη αὐτή φιλοσοφική του παραγωγή ὁ Ρῶσσος διανοητής ἀναδεικνύεται σέ ἔγκυρο γνώστη τόσο τῆς ντοστογιεφσκικῆς, ὅσο καί τῆς μαρξικῆς σκέψης.