Παρασκευή 5 Ιουνίου 2015

ΤΟ ΣΠΟΥΔΑΙΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΣΙΣΙΛΙΑΝΟ ΣΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ


Επιμέλεια: Παναγιώτης Αντ. Ανδριόπουλος 
Την Παρασκευή 29 Μαΐου 2015, στον Πολυχώρο της Μεγάλης Μουσικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος «Λίλιαν Βουδούρη», στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, παρακολουθήσαμε ένα εξαιρετικό και ολοκληρωμένο, θα λέγαμε, επετειακό αφιέρωμα στον συνθέτη Γιώργο Σισιλιάνο, με αφορμή τα 10 χρόνια από το θάνατό του, το οποίο διοργάνωσε ο Σύλλογος Οι Φίλοι της Μουσικής
Ο Γιώργος Σισιλιάνος (1920-2005) είναι πραγματικά ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ελληνικού μουσικού μοντερνισμού. Από τα μέσα της δεκαετίας του '50 άρχισε να χρησιμοποιεί μοντερνιστικά ιδιώματα ενώ παράλληλα διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στην προώθηση της σύγχρονης μουσικής στην Ελλάδα συμμετέχοντας στην ίδρυση και λειτουργία μουσικών θεσμών. 
Το αφιέρωμα κατόρθωσε να αναδείξει την πολύπλευρη προσωπικότητα του Γιώργου Σισιλιάνου, να προσδιορίσει την ιστορική συμβολή του στην ελληνική μουσική ζωή και να προβάλει τη σημασία του έργου του για τον σύγχρονο ακροατή. 
Η πληρότητα του αφιερώματος έγκειται στο γεγονός ότι περιλάμβανε επιστημονικές ανακοινώσεις, έκθεση αρχειακού υλικού του συνθέτη και συναυλία με δύο αντιπροσωπευτικά έργα του Γ. Σισιλιάνου. 
Αρχικά, λοιπόν, παρακολουθήσαμε, για τρεις περίπου ώρες, εμπεριστατωμένες ομιλίες και σημαντικές μαρτυρίες από μουσικολόγους και μουσικούς που έχουν ασχοληθεί με τις διάφορες πτυχές και περιόδους του έργου του συνθέτη. Παραθέτουμε, στη συνέχεια, τις περιλήψεις των σχετικών εισηγήσεων ώστε να πάρει μια ιδέα του τι ειπώθηκε ο κάθε ενδιαφερόμενος. 


Νίκος Μαλιάρας: Ο Γιώργος Σισιλιάνος και η Νεοελληνική μουσική στον ύστερο 20ό αιώνα. 
Μετά τον περιορισμό της επιρροής της ελληνικής εθνικής σχολής και των εκπροσώπων της στην μουσική ζωή, η δημιουργία των Ελλήνων συνθετών χαράσσει νέους δρόμους, προσαρμοζόμενη ολοένα και περισσότερο σε διεθνή νεωτερικά ρεύματα και αναζητήσεις των μέσων του 20ού αιώνα. Πολλοί συνθέτες, με κυριότερους τον Ξενάκη και τον Χρήστου συνδέονται με το άρμα της διεθνούς «εμπροσθοφυλακής» (avant garde), καταθέτοντας τις δικές τους ρηξικέλευθες προτάσεις. Ταυτόχρονα, όσοι συνθέτες επιλέγουν την κατά κύριο λόγο δραστηριοποίησή τους μέσα στη χώρα τους, δημιουργούν, ο καθένας από το μετερίζι του, την δική τους συνθετική πρόταση και, ταυτόχρονα, μια νέα καλλιτεχνική πραγματικότητα. Οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι της γενιάς αυτής, που συναντά όση αναγνώριση και καταξίωση επιτρέπουν τα στενά ελληνικά όρια και οι αντίξοες συνθήκες, είναι ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο Δημήτρης Δραγατάκης και ο Γιώργος Σισιλιάνος. Η έρευνα για το έργο τους εκπονείται ήδη μέσω διδακτορικών διατριβών που συντάσσονται σε ελληνικά και ξένα Πανεπιστήμια, βρίσκεται όμως ακόμη σε αρχικό στάδιο και η συνολική αποτίμηση της προσφοράς τους πρέπει ακόμη να περιμένει. Στην εισήγηση αυτή επιχειρείται μια σύντομη απόπειρα ανίχνευσης της συμμετοχής και της δραστηριοποίησης του Γιώργου Σισιλιάνου μέσα στο ιστορικό αυτό πλαίσιο και η αναζήτηση μερικών ιδιαζόντων χαρακτηριστικών της δικής του χαρακτηριστικής προσφοράς.


Μάρκος Τσέτσος: Ο φιλελεύθερος ρομαντικός μοντερνισμός του Γιώργου Σισιλιάνου 
Στην σύντομη εισήγηση θα επιχειρηθεί η αποσαφήνιση του παράδοξου, σε πρώτη ανάγνωση, τίτλου της, μέσα από μια αναδρομή στα κείμενα και τις συνεντεύξεις του Γ. Σισιλιάνου. Θα υποστηριχθεί πως ο μοντερνισμός του Σισιλιάνου είναι «ρομαντικός», στο βαθμό που προκρίνει το πρωτείο της εκφραστικής πρόθεσης έναντι της τεχνολογικής οργάνωσης (τον ισχυρισμό θεμελιώνουν ρητές αναφορές του συνθέτη στις ρομαντικές καταβολές και την ουσιωδώς ρομαντική νοοτροπία της σύγχρονης μουσικής) και επιπροσθέτως «φιλελεύθερος», στο βαθμό που επιδιώκει την υλοποίηση, στις περιοχές της καλλιτεχνικής δημιουργίας και της θεσμικής συμπεριφοράς, θεμελιωδών αξιών του πολιτικού φιλελευθερισμού, όπως (βλ. A. Heywood, Key Concepts in Politics): ατομισμός (=πρωτείο του καλλιτεχνικού υποκειμένου), ορθολογισμός (=εναρμόνιση εκφραστικών σκοπών και τεχνικών μέσων), ελευθερία (=αισθητική αυτονομία), δικαιοσύνη και ανεκτικότητα (απέναντι στα άλλα είδη μουσικής) και αξιοκρατία (ως προς τη συγκρότηση του μουσικού κανόνα και τη διαχείριση των μουσικών θεσμών). 


Κώστας Χάρδας: Με επίκεντρο τον άνθρωπο: Ελληνική αρχαιότητα και ουμανισμός στη μουσική και στις ιδέες του Γιώργου Σισιλιάνου 
Τα κείμενα του Γιώργου Σισιλιάνου που εκδόθηκαν σχετικά πρόσφατα στον τόμο "Για τη Μουσική" (Κέντρο Ελληνικής Μουσικής, 2011) αποκαλύπτουν ότι στο επίκεντρο των πολύπλευρων προβληματισμών του συνθέτη σχετικά με την τέχνη, τη μουσική και τον κοινωνικό τους ρόλο βρίσκεται ο άνθρωπος - ο άνθρωπος με την ουμανιστική έννοια της ατομικότητας η οποία συνεισφέρει στην κοινωνική συλλογικότητα. Με την ίδια ουμανιστική διάθεση ο Σισιλιάνος αναφέρεται στον κοινωνικό ρόλο και την εκπαιδευτική διάσταση της τέχνης, απηχώντας ιδέες της ρομαντικής Γερμανικής παράδοσης για την κοινωνική / ατομική εκπαίδευση (Bildung). Επίσης, στο τρίπτυχο των ζωογόνων δυνάμεων της μουσικής δημιουργίας και πρόσληψης που αναπτύσσει σε κείμενά του ("πάθος", "μάθος", "λύτρωση"), η λυτρωτική παρουσία της τέχνης γίνεται κατανοητή στο πλαίσιο της στροφής του συνθέτη, κυρίως μετά το 1960, προς στοιχεία της ελληνικής αρχαιότητας, θέτοντας στο επίκεντρο της μουσικής του την έκφραση αρχέγονων ανθρώπινων ιδεών και συναισθημάτων. Η παρούσα εισήγηση ιχνηλατεί και συζητά τις ιδέες του Σισιλιάνου υπό το πρίσμα της ανθρωποκεντρικής αυτής προσέγγισης, την οποία προτείνει, επίσης, ως πιθανή οδό κατανόησης της πορείας του συνθετικού του έργου στο χρόνο (π.χ. της ανάγκης του να "περπατήσει" με ιστορική ακρίβεια πάνω στην εξέλιξη του σειραϊσμού, ή της ύστερης στροφής του προς μία προσβάσιμη μουσική με επίκεντρο τη μελωδία, η οποία αντικαθιστά την πρότερη ισχυρή παρουσία του λόγου).


Γιώργος Σακαλλιέρος: Γιώργος Σισιλιάνος - Δημήτρης Μητρόπουλος: μια σχέση φιλίας, εκτίμησης και αμφίδρομων επιδράσεων 
Η γνωριμία του Γιώργου Σισιλιάνου με τον Δημήτρη Μητρόπουλο στις Η.Π.Α., το 1955, σηματοδότησε την απαρχή της παρουσίας του Σισιλιάνου σε μεγάλης ακτινοβολίας συμφωνικά συναυλιακά κέντρα, αλλά και μια σημαντική τομή στο συμφωνικό του έργο. Παράλληλα, σηματοδότησε την αρχή μιας σχέσης φιλίας και αλληλοεκτίμησης που, αν και διήρκεσε μόλις πέντε χρόνια (μέχρι τον αδόκητο θάνατο του Μητρόπουλου το 1960) φαίνεται πως άφησε βαθύτερα σημάδια στην καλλιτεχνική υπόσταση του νέου συνθέτη. Μέσα από μαρτυρίες, τεκμήρια και κείμενα, κυρίως του ίδιου του Σισιλιάνου, σχολιάζονται και φωτίζονται παράπλευρες όψεις αυτής της σχέσης, οι οποίες αφορούν στη συνθετική δημιουργία και των δύο μουσικών, τη συμβολή του Σισιλιάνου στην εδραίωση του Μητρόπουλου ως πρωτοπόρου του νεοελληνικού μοντερνισμού, αλλά και ενδεχόμενες επιδράσεις του Μητρόπουλου στη μετέπειτα συνθετική πορεία του Σισιλιάνου. 
Ανάργυρος Δενιόζος: Αφετηρίες και πηγές της μουσικής του Γιώργου Σισιλιάνου: μία σύντομη αναφορά 
Με αφορμή μία ενδεχόμενη συνεργασία μου σε μία δισκογραφική έκδοση του Συνθέτη, πραγματοποίησα δύο πολύωρες επισκέψεις – συζητήσεις με τον Γιώργο Σισιλιάνο στην οικία του, σχετικές με την συνθετική του προσέγγιση και ειδικότερα για την μουσική του Δωματίου με Έγχορδα. Στην σύντομη παρουσίαση αυτή θα αναφερθούμε σε ορισμένες από τις πληροφορίες αυτές –που παραμένουν ανέκδοτες- που μας γνωρίζουν τον συνθέτη στην εργασία του. 
Νίκος Τσούχλος: Η Κυρία του Σεληνόφωτος του Γιώργου Σισιλιάνου 
Το έργο 41 του Γιώργου Σισιλιάνου Η Κυρία του Σεληνόφωτος βασίζεται στο μονόπρακτο του Γιάννη Ρίτσου Η Σονάτα του Σεληνόφωτος. Ο σπαρακτικός αυτός ποιητικός μονόλογος πραγματεύεται ‘τον χρόνο και τη φθορά του’ ανακατεύοντας αναμνήσεις, ανεκπλήρωτες επιθυμίες και παραληρηματικές φαντασιώσεις σε τονικότητα άλλοτε στοχαστική και βαθιά μελαγχολική, άλλοτε πικρή και σαρκαστική, άλλοτε ερωτική κι άλλοτε καθαρά λυρική. Το μοτίβο της αρχής του πρώτου μέρους της Σονάτας του Σεληνόφωτος του Μπετόβεν, έργο στο οποίο παραπέμπει ο τίτλος του ποιήματος του Ρίτσου, αποτελεί για το Σισιλιάνο την βασική δημιουργική πρόκληση. Η αισθητική πρόθεση του συνθέτη διαγράφεται με ιδιαίτερη σαφήνεια στα κείμενα που άφησε σχετικά με το έργο 41: η σύνθεση δεν θα αρκεστεί στην ανάδειξη αυτού καθαυτού του ποιητικού κειμένου με μουσικά μέσα, κι ούτε λαμβάνει το κείμενο ως απλή αφορμή για την ανάπτυξη ενός κατά τα άλλα αισθητικά αυτόνομου μουσικού αρχιτεκτονήματος, αλλά, παρακολουθώντας πιστά το κείμενο στις πιο λεπτές του αποχρώσεις και διατηρώντας διαρκώς έναν αυστηρότατο έλεγχο πάνω στην μορφολογική συνέπεια του μουσικού λόγου, αναζητά επιπροσθέτως και κάτι άλλο: την εκφραστική ολοκλήρωση του κειμένου, την ανάδειξη εκείνων ακριβώς των ‘εκφραστικών προεκτάσεων που προχωρούν μακρύτερα από τον λόγο και τον μύθο’, την αποκάλυψη της κρυφής εκείνης διάστασης του ποιητικού λόγου ‘που, ηθελημένα ή αθέλητα, επεδίωκε ο ποιητής από την αρχή’. Ο Σισιλιάνος φαίνεται να προτείνει, κατά την έκφραση του Σαίνμπεργκ, ‘την ποιητική μεταμόρφωση του κειμένου του Ρίτσου με τα τεχνικά μέσα μιας άλλης τέχνης’. Τους τεχνικούς δρόμους της προσέγγισης αυτής θα αποπειραθούμε να περιγράψουμε στις πιο γενικές γραμμές τους, εξετάζοντας αναλυτικά μια παρτιτούρα που, τριάντα πέντε σχεδόν χρόνια μετά την ολοκλήρωσή της, παραμένει παραδειγματική όχι μόνο για την σφιχτοδουλεμένη κι αστραφτερά δεξιοτεχνική υφή της αλλά και για τις συναρπαστικές λύσεις που προσφέρει στο αρχέγονο πρόβλημα της σχέσης μουσικής και λόγου - μιας σχέσης την οποία ο συνθέτης οδηγεί εδώ με σιγουριά και τόλμη ως τα απώτατα όριά της.


Πάνος Βλαγκόπουλος: Με τον τρόπο του Γιώργου Σισιλιάνου: Μουσική και Γλώσσα στο Κοντσέρτο για βιολί και ορχήστρα 
Η διερεύνηση της σχέσης μουσικής και γλώσσας με αφορμή ένα έργο ενόργανης μουσικής αποτελεί από μόνη της ένα παράδοξο. Από την άλλη, στοιχειοθετεί την πρωτοτυπία ενός έργου μετά μακρά πορεία προβληματισμών με θέμα αυτή τη σχέση. Έργο της ωριμότητας του Σισιλιάνου, το Κοντσέρτο για βιολί (1987) στηρίζεται στη συνθετική ανάγνωση του That time (1975) του Samuel Beckett ("η μεταφορά της θεατρικής δομής σε μια δομή καθαρά μουσική"). Η πρωτοτυπία του έργου αναδεικνύεται σαφέστερα μέσα από την αντιπαραβολή της σχέσης της μουσικής με τη γλώσσα σε φωνητικά έργα του Γιώργου Σισιλιάνου με βάση αποσπάσματα της αρχαιοελληνικής γραμματείας: το Στάσιμον Β', (1964), την Επίκλησιν (1968) και την Κασσάνδρα (1983). Την ίδια στιγμή, οι λύσεις του Σισιλιάνου είναι απάντηση στις απορίες της κρίσιμης, για τη μετασειραϊκή σκέψη, διαλεκτικής μεταξύ οργάνωσης/δεσμευτικότητας και ελευθερίας. 


Γιώργος Δεμερτζής: Η μουσική δωματίου με έγχορδα του Γιώργου Σισιλιάνου. 
Αναφορά στα έργα μουσικής δωματίου του Γιώργου Σισιλιάνου με έμφαση στα έργα για κουαρτέτο εγχόρδων και γύρω από αυτό (κουϊντέτο –«Ηχοχρώματα»). Η σημασία των έργων αυτών στην διαμόρφωση του συνθετικού ύφους του συνθέτη. Ιδιαίτερη αναφορά στην οργανική γραφή των έργων. Αναφορά στις συνθετικές και οργανικές ιδιαιτερότητες της Σονάτας για βιολί και πιάνο. Αναφορά στο Παντούμ για τρίο και η προσωπική μου σχέση με αυτό. Προσωπικές εμπειρίες από την εκτέλεση και ηχογράφηση των έργων και η συνεργασία με τον ίδιο τον συνθέτη. Η θέση των έργων αυτών στο ελληνικό και παγκόσμιο ρεπερτόριο.
[Να θυμίσουμε ότι ο Γιώργος Δεμερτζής με το Νέο Ελληνικό Κουαρτέτο έχει ηχογραφήσει τα άπαντα της Μουσικής Δωματίου του Γιώργου Σισιλιάνου.]
Χάρης Δημαράς: Η Conferenza Musicale Mediterranea του 1995 ως απαρχή μιας πολυδιάστατης και σημαδιακής σχέσης με το Γιώργο Σισιλιάνο 
Όταν το 1995, κατά τη διάρκεια της φοίτησής μου για διδακτορικό (DMA) σε πιανιστική δεξιοτεχνία/εκτέλεση στο Manhattan School of Music της Νέας Υόρκης, δέχθηκα να συμμετάσχω στην 1η Conferenza Musicale Mediterranea μετά από μια αναπάντεχη πρόσκληση από το μεγάλο Έλληνα συνθέτη και παιδαγωγό, Γιώργο Σισιλιάνο, δεν φανταζόμουν ποτέ τη μοναδικά σημαντική επιρροή που θα είχε σε προσωπικό και καλλιτεχνικό επίπεδο για μένα η μετέπειτα μακροχρόνια σχέση μας. Η παρούσα ομιλία θα ξεκινήσει με ένα σύντομο χρονικό του προαναφερθέντος συνεδρίου στο Παλέρμο της Σικελίας πριν επεκταθεί σε διάφορες πτυχές της προσωπικότητας του αξέχαστου αυτού ανθρώπου, καλλιτέχνη και στοχαστή. 


Μετά τις εισηγήσεις το κοινό ξεναγήθηκε σε έκθεση που περιλάμβανε υλικό από το αρχείο της οικογένειας Γ. Σισιλιάνου και τα Ιστορικά Αρχεία του Μουσείου Μπενάκη, αλλά και τεκμήρια από τη συλλογή της Μουσικής Βιβλιοθήκης. 
Την επιμέλεια της έκθεσης και την ξενάγηση έκανε η Δρ. Μουσικολογίας Βάλια Χριστοπούλου, η οποία έχει ασχοληθεί με το έργο του συνθέτη και γι’ αυτό ήταν και επιστημονική σύμβουλος του αφιερώματος. 
Ακολούθησε συναυλία με τους Χάρη Δημαρά (πιάνο), Γιώργο Δεμερτζή (βιολί) και Άγγελο Λιακάκη (τσέλο). Οι τρεις σπουδαίοι ερμηνευτές μας παρουσίασαν σημαντικά έργα του Γ. Σισιλιάνου. Συγκεκριμένα: 
- Οκτώ παιδικές μινιατούρες, έργο 23, για πιάνο 
1. Πρελούδιο 
2. Εμβατήριο 
3. Σφυρίχτρες 
4. Παράφωνο τραγούδι 
5. Κούνια-μπέλλα (καβάλα στο ξύλινο αλογάκι) 
6. Ο λύκος κι η Κοκκινοσκουφίτσα (ως εκεί που ο ξυλοκόπος διώχνει τον λύκο από το σπίτι της γιαγιάς) 
7. Ο κ. Τίνκυ... (ο νάνος με τ’ αναμένο φαναράκι κοιτάζει απ’ το παράθυρο αν βρίσκεται στο κρεββατάκι του κάθε μικρό) 
8. Νανούρισμα 
- Παντούμ, έργο 46, για τρίο εγχόρδων 


Η μουσικολόγος Βάλια Χριστοπούλου έγραψε στο πρόγραμμα για τα έργα αυτά: 
Οι Οκτώ παιδικές μινιατούρες, έργο 23, για πιάνο, γράφτηκαν το 1963 για τα γενέθλια του τρίχρονου ―τότε― γιου του συνθέτη, στον οποίο είναι αφιερωμένες. Την περίοδο αυτή ο Σισιλιάνος έχει περάσει σε μια φάση του μουσικού του προβληματισμού γύρω από τα σύγχρονα μουσικά ρεύματα κατά την οποία πειραματίζεται με τον σειραϊσμό. Ωστόσο, με τις Μινιατούρες, ο συνθέτης μοιάζει να απομακρύνεται προσωρινά από τα ζητήματα τεχνικής της σύνθεσης που τον απασχολούν την εποχή αυτή, έχοντας ένα διαφορετικό σημείο εκκίνησης· πρόθεσή του είναι να φτιάξει μια σειρά από ‘παιδικές σκηνές’ που συνδέονται άμεσα με τη ζωή του γιου του. Το έργο ξεκινάει με μια Εισαγωγή («Πρελούδιο») που δανείζεται το θέμα της από την αντίστοιχη Εισαγωγή του Κοντσέρτου για Ορχήστρα, έργο 12 (1954). Ακολουθεί το «Εμβατήριο» το οποίο με τον ανάλαφρο χαρακτήρα του έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το αργό και υποβλητικό «Πρελούδιο». Η μελωδία του προέρχεται από το τραγούδι Εγώ είμαι γω ’βζωνάκι γοργό της χιουμοριστικής επιθεώρησης Παναθήναια, που παιζόταν κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων του 1912-1913. Το σύντομο τρίτο μέρος («Σφυρίχτρες») έχει αυτοσχεδιαστικό χαρακτήρα. Το τέταρτο μέρος («Παράφωνο τραγούδι») βασίζεται στο γαλλικό παιδικό τραγούδι Frère Jacques προσαρμοσμένο σε ένα περιβάλλον από ολόκληρους τόνους. Στο πέμπτο μέρος («Κούνια - Μπέλλα: καβάλα στο ξύλινο αλογάκι») με μορφή ΑΒΑ κυριαρχούν τα διαστήματα τρίτης και χρησιμοποιούνται δύο διαφορετικά ρυθμικά μοτίβα. Το πρώτο μοτίβο, στο τμήμα Α, αντιπροσωπεύει την αργή ρυθμική κίνηση με την οποία ξεκινάει και καταλήγει το μέρος αυτό, ενώ το δεύτερο, το οποίο χρησιμοποιείται στο τμήμα Β, είναι το γοργό μοτίβο του καλπασμού. Τα επόμενα δύο μέρη (έκτο και έβδομο) βασίζονται σε δύο παραμύθια. Στο έκτο μέρος («Ο λύκος κι η Κοκκινοσκουφίτσα: ως εκεί που ο ξυλοκόπος διώχνει το λύκο από το σπίτι της γιαγιάς…»), το πιο ‘σκοτεινό’ μέσα σε ολόκληρο το έργο, χαρακτηριστική είναι η αντίθεση ανάμεσα στην απειλητική ατμόσφαιρα της αρχής και στο μοτίβο δύο φθόγγων που σχηματίζουν μια τρίτη μεγάλη. Το έβδομο μέρος («Κύριος Τίνκυ…ο νάνος με τ’ αναμμένο φαναράκι κοιτάζει απ’ το παράθυρο αν βρίσκεται στο κρεβατάκι του κάθε μικρό»), είναι γραμμένο σε ρυθμό βαλς και έχει ιδιαίτερα αραιή υφή. Καταλήγει σε ένα τμήμα στο οποίο επιβραδύνεται σταδιακά η ρυθμική αγωγή, εισάγοντας έτσι το «Νανούρισμα» που είναι το τελευταίο μέρος του έργου και το μοναδικό με σταθερό τονικό κέντρο. 
Παντούμ, έργο 46, για τρίο εγχόρδων (1981) 
Το Παντούμ γράφτηκε το 1981 και είναι αφιερωμένο «στη Δόμνα [Ευνουχίδου], στο Βύρωνα [Φιδετζή], στο Γιώργο [Δεμερτζή]». Το ‘Παντούμ’ είναι ένα ποιητικό είδος της Μαλαισίας στο οποίο ο δεύτερος και ο τέταρτος στίχος κάθε στροφής επαναλαμβάνονται κατά λέξη ως πρώτος και τρίτος στίχος της επόμενης στροφής, εκτός από τον πρώτο στίχο του ποιήματος που επαναλαμβάνεται μόνο στο τέλος και τον τρίτο στίχο από το τέλος που δεν επαναλαμβάνεται καθόλου. Αυτή τη δομή χρησιμοποίησε ο Σεφέρης στο ομότιτλο ποίημά του πάνω στο οποίο βασίζεται και το Παντούμ του Σισιλιάνου. Με το αμέσως προηγούμενο έργο του, τη Σονάτα για βιολί, έργο 45 (1981) ο Σισιλιάνος άρχισε να πειραματίζεται με τις δυνατότητες που μπορεί να προσφέρει η χρησιμοποίηση μιας λογοτεχνικής δομής έτσι ώστε να προκύψει μια μουσική μορφή. Το ποίημα του Σεφέρη το χρησιμοποίησε στο δεύτερο μέρος της Σονάτας και στο αμέσως επόμενο έργο του το Παντούμ. Και στις δύο περιπτώσεις ακολούθησε πιστά την ποιητική δομή, δηλαδή οι μουσικές φράσεις, αν και όχι αυτούσιες, επαναλαμβάνονται κατ’ αντιστοιχία με τους στίχους του ποιήματος. Κατά συνέπεια το στοιχείο της επανάληψης, ή επαναδιατύπωσης σε ένα διαφορετικό μουσικό περιβάλλον, παίζει σημαντικό ρόλο στη μουσική μορφή του Παντούμ και της προσδίδει έναν στατικό χαρακτήρα. Ωστόσο, ενώ στο «Παντούμ» της Σονάτας γίνεται χρήση ενός ιδιαίτερα περιορισμένου υλικού –τηρουμένων των αναλογιών, θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για ένα είδος μινιμαλισμού– στο Παντούμ που θα ακούσουμε απόψε, το μουσικό υλικό εξελίσσεται και εμπλουτίζεται συνεχώς. Στα χρόνια που ακολούθησαν και σε πολλά μεταγενέστερα έργα του ο Σισιλιάνος συνέχισε να πειραματίζεται με τη σχέση λογοτεχνικής δομής και μουσικής μορφής. Το γεγονός αυτό καθιστά το Παντούμ έργο κομβικής σημασίας σ’ ένα από τα πιο γοητευτικά ‘κεφάλαια’ της συνολικής πορείας του Γιώργου Σισιλιάνου. 
Αξίζουν θερμά συγχαρητήρια για το αφιέρωμα αυτό σε όλους τους συντελεστές και κυρίως στην Διευθύντρια της Μουσικής Βιβλιοθήκης Στεφανία Μεράκου και την μουσικολόγο Βάλια Βράκα, οι οποίες αναμφίβολα κατέβαλαν μεγάλη προσπάθεια για την επιτυχία του. 
Ο κόσμος που παρακολούθησε το αφιέρωμα ήταν πολύς και μυημένος. Συνθέτες, μουσικοί, μουσικόφιλοι, έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον για το έργο του συνθέτη και συνέβαλαν στον διάλογο που πραγματοποιήθηκε μετά τις εισηγήσεις, με κατάλληλες ερωτήσεις και παρατηρήσεις. 
Π.Α.Α.
Δείτε τις αναρτήσεις της Ιδιωτικής Οδού για τον Γιώργο Σισιλιάνο εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου