Δημήτρης Μπαλτᾶς
J. Ellul, La subversion du christianisme, La Table Ronde, Paris 2013, σελ. 328
Ἡ ἐπανέκδοση τοῦ βιβλίου «Ἡ ἀνατροπή τοῦ χριστιανισμοῦ» (1984) τοῦ γνωστοῦ καί στήν Ἑλλάδα συγχρόνου Γάλλου καί νομικοῦ καί φιλοσόφου Ζ. Ἐλλύλ (1912-1994) δέν μπορεῖ νά περάσει ἀπαρατήρητη.
Ἡ «ἀνατροπή τοῦ χριστιανισμοῦ» εἶναι ἡ συνολική προσπάθεια τῆς κριτικῆς προσεγγίσεως τῆς ἠθικῆς καί τῆς πρακτικῆς τοῦ χριστιανισμοῦ ἐκ μέρους τοῦ «ἀντιχριστιανισμοῦ» (σ. 79).
Τίς κατά καιρούς ἐπιθέσεις γιά τήν ἀνατροπή τοῦ χριστιανισμοῦ ὁ σ. τίς θεωρεῖ «δικαιολογημένες» (σ. 15). Μία ἀπό τίς σχετικές αἰτίες εἶναι, κατά τόν συγγραφέα, τό γεγονός ὅτι « ὑπάρχει ἀπόσταση μεταξύ τῆς Βίβλου καί τῆς πρακτικῆς τῶν Ἐκκλησιῶν καί τῶν χριστιανῶν» (σ. 15).
Ἀπό ἱστορικῆς πλευρᾶς, ὁ χριστιανισμός μετασχηματίστηκε σταδιακά σέ θρησκεία (σ. 66, σ. 206, σ. 217), παρά τό γεγονός ὅτι εἶχε θεωρηθεῖ ὑπό τῶν Ρωμαίων ὡς «ἀντιθρησκεία» (σ. 88). Ἐπίσης, ὁ χριστιανισμός μετασχηματίστηκε σέ ἠθική (σ. 66, σ. 112, σ. 135), πρᾶγμα πού ὁ Ἐλλύλ θεωρεῖ ὡς «μία ἀπό τίς πιό δραματικές στιγμές τῆς ἱστορίας του» (σ. 112). Ἐν συνεχείᾳ αὐτός ὁ μετασχηματισμός ὁδήγησε στήν ἀπώλεια «τῆς Ἀλήθειας τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ» (σ. 137).
Ἔτσι ὁ μετασχηματισμένος σέ θρησκεία καί ἠθική χριστιανισμός ἔγινε τελικά ἕνα ἰδεολόγημα καί ἀκριβῶς αὐτό εἶχαν ὡς στόχο, σύμφωνα μέ τόν Ἐλλύλ, οἱ κατά καιρούς ἐπιθέσεις ἀπό τούς μή χριστιανούς.
Στό πλαίσιο τοῦ περιγραφόμενου μετασχηματισμοῦ τοῦ ἱστορικοῦ χριστιανισμοῦ σέ ἰδεολόγημα ἐντάσσεται, κατά τόν Ἐλλύλ, τό γεγονός ὅτι ὁ χριστιανισμός, συσχετιζόμενος μέ τήν πολιτική ἐξουσία, τίθεται «πάνοτε στήν ὑπηρεσία της» (σ. 193). Παρά τήν εὐαγγελική ρήση «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἤ ἀνθρώποις» (Πράξ. 5,29), ἡ ἱστορική Ἐκκλησία «ἀναζητεῖ τήν στήριξη τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας γιά νά ἐξασφαλίσει τήν αὐτονομία της» (σ. 204).
Χαρακτηριστική ἐπίσης εἶναι ἡ τοποθέτηση τοῦ Ἐλλύλ ὅτι «ἡ χριστιανική πίστη εἶναι ἕνας ἀντιμηδενισμός», στό πλαίσιο τοῦ ὁποίου τό Ἅγιον Πνεῦμα «χορηγεῖ τήν ἐλπίδα ἐκεῖ ὅπου κυριαρχεῖ ἡ ἀπελπισία» (σ. 291).
Γενικῶς ὁ Ἐλλύλ βλέπει τήν Ἐκκλησία ὡς «σῶμα Χριστοῦ καί ὄχι ὡς θεσμό ἤ ὀργανισμό» (σ. 297), θεωρώντας ὅτι εἶναι ἀναγκαῖο νά «ἀναγνώσει κανείς τήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μέ ἕνα ἄλλο βλέμμα» (σ. 324), τό ὁποῖο ἐνδεχομένως θά ἀνατρέψει τήν «ἀνατροπή τοῦ χριστιανισμοῦ» ἐκ μέρους τοῦ ἀντιχριστιανισμοῦ.
Νομίζω ὅτι θά ἦταν χρήσιμο νά μεταφραστεῖ -ἔστω καί ὕστερα ἀπό τριάντα χρόνια- τό παρουσιαζόμενο σήμερα βιβλίο τοῦ Ἐλλύλ καί νά συζητηθoῦν οἱ ὁμολογουμένως ἐνδιαφέρουσες προσεγγίσεις του στόν χῶρο τῆς ὀρθόδοξης θεολογικῆς σκέψεως.
J. Ellul, La subversion du christianisme, La Table Ronde, Paris 2013, σελ. 328
Ἡ ἐπανέκδοση τοῦ βιβλίου «Ἡ ἀνατροπή τοῦ χριστιανισμοῦ» (1984) τοῦ γνωστοῦ καί στήν Ἑλλάδα συγχρόνου Γάλλου καί νομικοῦ καί φιλοσόφου Ζ. Ἐλλύλ (1912-1994) δέν μπορεῖ νά περάσει ἀπαρατήρητη.
Ἡ «ἀνατροπή τοῦ χριστιανισμοῦ» εἶναι ἡ συνολική προσπάθεια τῆς κριτικῆς προσεγγίσεως τῆς ἠθικῆς καί τῆς πρακτικῆς τοῦ χριστιανισμοῦ ἐκ μέρους τοῦ «ἀντιχριστιανισμοῦ» (σ. 79).
Τίς κατά καιρούς ἐπιθέσεις γιά τήν ἀνατροπή τοῦ χριστιανισμοῦ ὁ σ. τίς θεωρεῖ «δικαιολογημένες» (σ. 15). Μία ἀπό τίς σχετικές αἰτίες εἶναι, κατά τόν συγγραφέα, τό γεγονός ὅτι « ὑπάρχει ἀπόσταση μεταξύ τῆς Βίβλου καί τῆς πρακτικῆς τῶν Ἐκκλησιῶν καί τῶν χριστιανῶν» (σ. 15).
Ἀπό ἱστορικῆς πλευρᾶς, ὁ χριστιανισμός μετασχηματίστηκε σταδιακά σέ θρησκεία (σ. 66, σ. 206, σ. 217), παρά τό γεγονός ὅτι εἶχε θεωρηθεῖ ὑπό τῶν Ρωμαίων ὡς «ἀντιθρησκεία» (σ. 88). Ἐπίσης, ὁ χριστιανισμός μετασχηματίστηκε σέ ἠθική (σ. 66, σ. 112, σ. 135), πρᾶγμα πού ὁ Ἐλλύλ θεωρεῖ ὡς «μία ἀπό τίς πιό δραματικές στιγμές τῆς ἱστορίας του» (σ. 112). Ἐν συνεχείᾳ αὐτός ὁ μετασχηματισμός ὁδήγησε στήν ἀπώλεια «τῆς Ἀλήθειας τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ» (σ. 137).
Ἔτσι ὁ μετασχηματισμένος σέ θρησκεία καί ἠθική χριστιανισμός ἔγινε τελικά ἕνα ἰδεολόγημα καί ἀκριβῶς αὐτό εἶχαν ὡς στόχο, σύμφωνα μέ τόν Ἐλλύλ, οἱ κατά καιρούς ἐπιθέσεις ἀπό τούς μή χριστιανούς.
Στό πλαίσιο τοῦ περιγραφόμενου μετασχηματισμοῦ τοῦ ἱστορικοῦ χριστιανισμοῦ σέ ἰδεολόγημα ἐντάσσεται, κατά τόν Ἐλλύλ, τό γεγονός ὅτι ὁ χριστιανισμός, συσχετιζόμενος μέ τήν πολιτική ἐξουσία, τίθεται «πάνοτε στήν ὑπηρεσία της» (σ. 193). Παρά τήν εὐαγγελική ρήση «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἤ ἀνθρώποις» (Πράξ. 5,29), ἡ ἱστορική Ἐκκλησία «ἀναζητεῖ τήν στήριξη τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας γιά νά ἐξασφαλίσει τήν αὐτονομία της» (σ. 204).
Χαρακτηριστική ἐπίσης εἶναι ἡ τοποθέτηση τοῦ Ἐλλύλ ὅτι «ἡ χριστιανική πίστη εἶναι ἕνας ἀντιμηδενισμός», στό πλαίσιο τοῦ ὁποίου τό Ἅγιον Πνεῦμα «χορηγεῖ τήν ἐλπίδα ἐκεῖ ὅπου κυριαρχεῖ ἡ ἀπελπισία» (σ. 291).
Γενικῶς ὁ Ἐλλύλ βλέπει τήν Ἐκκλησία ὡς «σῶμα Χριστοῦ καί ὄχι ὡς θεσμό ἤ ὀργανισμό» (σ. 297), θεωρώντας ὅτι εἶναι ἀναγκαῖο νά «ἀναγνώσει κανείς τήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μέ ἕνα ἄλλο βλέμμα» (σ. 324), τό ὁποῖο ἐνδεχομένως θά ἀνατρέψει τήν «ἀνατροπή τοῦ χριστιανισμοῦ» ἐκ μέρους τοῦ ἀντιχριστιανισμοῦ.
Νομίζω ὅτι θά ἦταν χρήσιμο νά μεταφραστεῖ -ἔστω καί ὕστερα ἀπό τριάντα χρόνια- τό παρουσιαζόμενο σήμερα βιβλίο τοῦ Ἐλλύλ καί νά συζητηθoῦν οἱ ὁμολογουμένως ἐνδιαφέρουσες προσεγγίσεις του στόν χῶρο τῆς ὀρθόδοξης θεολογικῆς σκέψεως.
Καλά τα ίδια δεν γραφει και Γιανναράς τόσα χρόνια!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤελικά ρε παιδιά έχω μια απορία!
Ποιος φιλόσοφος έκλεψε ποιον και πόσο?
Το δύσκολο για τον χριστιανισμό και την εκκλησίας του είναι να ισορροπήσει ανάμεσα στα εξής δύο: Το ότι είναι "εκκλησιαστικό γεγονός" κατά τον καθηγητή Χρήστο Γιανναρά από την μια και ταυτόχρονα είναι και "institution" δηλ. οργανισμός με δομή και διοίκηση μέσα στην ιστορία κατά τον Περγάμου Ιωάννη (Ζηζιούλα). Στο λεπτό συνδυασμό αυτών των δύο έγκειται να μη καταστεί εκκλησία και χριστιανισμός σε ιδεολόγημα ή θρησκεία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟΡΚ