Σάββατο 31 Αυγούστου 2013

Γιορτή Οικολογίας και Αγιασμός για τον 3ο κύκλο δράσεων του Κέντρου Λόγου «Αληθώς» στο Μπανάτο της Ζακύνθου


Ρεπορτάζ: Ιωάννης Πορφύριος Καποδίστριας 
Το Κέντρο Λόγου Μπανάτου «Αληθώς» -πολιτισμική και μορφωτική έκφραση της Ιεράς Μητροπόλεως Ζακύνθου-, συνεχίζοντας για τρίτο συνεχόμενο έτος την δραστηριότητά του στο νησί, πραγματοποίησε το εσπέρας της 30ής Αυγούστου 2013, τον καθιερωμένο Αγιασμό των δράσεών του για το αρχόμενο ακαδημαϊκό έτος 2013-14. 
Η πρώτη αυτή εφετινή σύναξη απέβλεπε ξανά στην οικολογική ευαισθητοποίηση των Ζακυνθινών, δεδομένου ότι η 1η Σεπτεμβρίου εκάστου έτους (αρχή της Ινδίκτου και Εκκλησιαστική Πρωτοχρονιά) έχει καθιερωθεί από το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως Ημέρα αναπέμψεως Ευχών για το Περιβάλλον, πραγματοποιήθηκε δε στον ολάνθιστο προαύλιο Κήπο του εορτάζοντος την Αγία Ζώνη της Θεοτόκου ταπεινού παρεκκλησίου της Παλαιάς Βλαχέραινας Μπανάτου. 
Παρέστησαν οι Σεβ. Μητροπολίτες Ζακύνθου κ. Διονύσιος Δ΄ και Δωδώνης κ. Χρυσόστομος, ο Πρόεδρος Μπανάτου κ. Χαράλαμπος Δημ. Κοντονής, εκλεκτοί Κληρικοί, άνθρωποι των Γραμμάτων, εκπρόσωποι πνευματικών ιδρυμάτων, όπως και πάμπολλοι θιασώτες του «Αληθώς». 
Η σύναξη άνοιξε με Αγιασμό, με το Χέρι του Αγίου Διονυσίου, τον οποίο τέλεσε ο Σεβ. Ζακύνθου κ. Διονύσιος. Ακολούθησε ειδική Ακολουθία - Δέηση υπέρ του Φυσικού Περιβάλλοντος. Στη συνέχεια, ο υπεύθυνος του «Αληθώς», Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας, έκανε σύντομη αναφορά στα δύο πρώτα έτη του Κέντρου Λόγου, ευχαρίστησε τους Σεβ. Μητροπολίτες, οι οποίοι διαρκώς στηρίζουν την προσπάθεια, όπως και όλους όσοι είτε με την αυτοπρόσωπη παρουσία τους, είτε με την εθελοντική προσφορά τους αναδεικνύονται αρωγοί των δραστηριοτήτων. 


Αμέσως μετά παρουσίασε τον ομιλητή Μητροπολίτη Ζακύνθου κ. Διονύσιο, ο οποίος, με τη γνωστή γλαφυρότητά του, παρουσίασε εμπνευσμένα το οικολογικού ενδιαφέροντος θέμα: «Ανιχνεύοντας το Θείο Αποτύπωμα στη Φύση». Ο κ. Διονύσιος, αναλύοντας γόνιμους προβληματισμούς για την ανάγκη περιφρουρήσεως της Κτίσεως, τόνισε χαρακτηριστικά: 
«Αγαπητοί μου, στην σύγχρονη εποχή ο κόσμος ο πολύς έχει απομακρυνθεί από τον Θεό και η καταστροφή της φύσεως από τον άνθρωπο καταδεικνύει αυτήν ακριβώς την αποξένωση και αποτελεί έναν από τους ολέθριους καρπούς της. Όπως χαρακτηριστικώς το αειφόρο οικοσύστημα ενός δάσους αντικατοπτρίζει συγκεντρωμένη την χάρη της ευλογίας του Θεού, που οικονόμησε στην δημιουργία, την ανάπτυξη και διατήρησή του με ηπιότητα, σταθερότητα και υπομονή μέσα από το βαθύ πέρασμα του χρόνου, κατά τον αντίθετο ακριβώς τρόπο ή σε ελάχιστο χρόνο βίαιη καταστροφή του από πυρκαγιά, υποκινούμενη από κερδοσκοπικά κυρίως κίνητρα, δεν δύναται να χαρακτηρισθεί αλλιώς, παρά μόνον δαιμονική». Για να καταλήξει: «Ας προσέξουμε, λοιπόν, και εμείς να διατηρούμε καθαρό τον έσω άνθρωπο, για να μπορούμε να βλέπουμε με τα μάτια της ψυχής μας την μυστική δοξολογία όλης της φύσεως προς τον Θεό και να αποκτήσουμε μεγαλύτερο σεβασμό και αγάπη προς το φυσικό περιβάλλον». 
Η εκδήλωση έληξε με μικρή δεξίωση, τα γλυκίσματα της οποίας ετοίμασαν ευγενικά Κυρίες της Ενορίας – γειτόνισσες της Παναγίας της Βλαχέραινας!


Σημείωση Ιδιωτικής Οδού:
Ευχόμαστε από καρδιάς τα κάλλιστα στο "Αληθώς" που επέλεξε να μας φανερωθεί τον καιρό της κρίσης και ήδη διανύει την τρίτη χρονιά του, σε πείσμα των καιρών. Το "Αληθώς" από το Μπανάτο της Ζακύνθου μας προτείνει θεολογία και πολιτισμό, αγκαλιάζοντας και προβάλλοντας τις όντως ή ...αλλιώς ωραίες εκφάνσεις του βίου. Καλοτάξιδο και για την περίοδο 2013-14. 

ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΗ ΣΤΗΝ ΠΑΤΜΙΑΔΑ ΑΠΟΨΕ ΣΤΟ 13ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΠΑΤΜΟΥ


Το 13ο Φεστιβάλ Θρησκευτικής Μουσικής Πάτμου πραγματοποιείται και φέτος, από χθες Παρασκευή 30 Αυγούστου έως την Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 2013, στον Ιερό χώρο της Αποκάλυψης με Καλλιτεχνικό Διευθυντή τον εμπνευστή του θεσμού, ακάματο μαέστρο και συνθέτη  Άλκη Μπαλτά και διοργανωτή το Πνευματικό Κέντρο Δήμου Πάτμου. 
Στα 13 χρόνια της ιστορίας του το Φεστιβάλ Θρησκευτικής Μουσικής Πάτμου έχει παρουσιάσει πλήθος καλλιτεχνών προσφέροντας στο κοινό μια καλοκαιρινή εμπειρία εντελώς διαφορετική από κάθε άλλη μουσική διοργάνωση, σε ανοιχτό χώρο. Δεν είναι τυχαίο ότι κάθε χρόνο το Φεστιβάλ γίνεται πόλος έλξης πολυάριθμων επισκεπτών, που θέλουν να γευτούν την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα των εκδηλώσεων του, αλλά και να απολαύσουν την ομορφιά που προσφέρει το νησί και οι πάντα φιλόξενοι κάτοικοι του. 
Και το 13ο Φεστιβάλ Θρησκευτικής Μουσικής Πάτμου, επιμένει και προσκαλεί ξεχωριστούς καλλιτέχνες και σχήματα για 6 ημέρες μουσικής πανδαισίας αλλά και παιδείας, αποκαλύπτοντας τον τεράστιο πλούτο της θρησκευτικής μουσικής και ποίησης. Έτσι, στις συναυλίες θα ακουστούν Ύμνοι από την Ορθόδοξη και Δυτική μουσική παράδοση, λατρευτικά τραγούδια της Μικράς Ασίας και των Δωδεκανήσων, θρησκευτικά χορωδιακά τραγούδια του διεθνούς μουσικού ρεπερτορίου, θα υπάρχει βραδιά αφιερωμένη στον Ποιητή μας Κωστή Παλαμά και τα ποιήματά του για την Παναγία, βραδιά για την προστασία του περιβάλλοντος με παραδοσιακά τραγούδια της Δωδεκανήσου, και μία ιδιαίτερη εκπαιδευτική συναυλία με την Ορχήστρα του Φεστιβάλ να συμπράττει με τους μαθητές του Γυμνασίου της Πάτμου δημιουργούν ένα ποικιλόμορφο και ιδιαίτερο πρόγραμμα που συγκινεί και συνεγείρει.


Απόψε, 31 Αυγούστου, το βράδυ θα πραγματοποιηθεί η δεύτερη Συναυλία του προγράμματος, που είναι αφιερωμένη στα 300 χρόνια από την ίδρυση της Πατμιάδας Σχολής (1713-2013).
Το Συγκρότημα Παραδοσιακής Μουσικής "ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ" θα ερμηνεύσει Βυζαντινούς ύμνους στα ελληνικά και αραβικά, καθώς και λατρευτικά τραγούδια της Μικράς Ασίας και των Δωδεκανήσων. Σύντομη ιστορική αναδρομή για την Πατμιάδα Σχολή θα κάνει ο Σχολάρχης της Πατμιάδας Στάθης Κόττορος. 
Το συγκρότημα ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ αποτελείται από τους: 
Ναμπίλ Γεώργιο Αλ Σαέγκ- ούτι, φωνή 
Γιώργο Μυλωνά - βιολί 
Γιάννη Μεγαλούδη - λαούτο, ταμπουράς 
Roni Bou Saba - φωνή 
Νίκο Σουλιώτη - κρουστά, φωνή 
Στέργιο Τάτσιο – φωνή 
Ελένη Καλπία- κανονάκι, φωνή 
Αλεξάνδρα Τσούκη - κρουστά, φωνή.
Αναλυτικά το πρόγραμμα του Φεστιβάλ δείτε στην ιστοσελίδα του
Την εκτέλεση παραγωγής  έχει αναλάβει ο συνθέτης Αλέξανδρος Μούζας, με την εταιρία παραγωγής ANAX-Cultural Projects, που διευθύνει. Και είναι πολύ ενδιαφέρον ότι ο συνθέτης Αλ. Μούζας θα πραγματοποιήσει μια ολωσδιόλου ξεχωριστή εκπαιδευτική συναυλία με το έργο του CAM-MEDIA, όπου συμπράττουν η Ορχήστρα του Φεστιβάλ της Πάτμου & μαθητές Γυμνασίου της Πάτμου. 
Μία συνέντευξη του Αλέξανδρου Μούζα για τη συναυλία αυτή καθώς και μια άλλη του Καλλιτεχνικού Διευθυντή Άλκη Μπαλτά για το 13ο Φεστιβάλ διαβάστε στην Πεμπτουσία

Παρασκευή 30 Αυγούστου 2013

ΕΠΙΛΟΓΙΚΑ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΚΩΣΤΑ ΝΟΥΣΗ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ "ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗ" ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΔΟΧΕΙΑΡΙΤΗ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ


Επιλογικά πάνω στη σύγχρονη αποτείχιση 
(με έναν μικρό σχολιασμό των μελανών σημείων του τελευταίου βιβλίου του ηγουμένου της Ι. Μ. Δοχειαρίου) 
Του θεολόγου - φιλολόγου Κώστα Νούση
Όταν καταθέτεις θεολογικό λόγο και δη ερειδόμενο στην Παράδοση της Εκκλησίας, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από την εκκλησιαστική ιστορία και τους Πατέρες, νεότερους και αρχαιότερους, σίγουρα δεν περιμένεις πάντα την ορθή ή ισότιμη ανταπόκριση στο περιεχόμενο, στο ύφος και στις προθέσεις των λόγων σου. Δεν μπορείς όμως και να μη μείνεις έκπληκτος από τη σαθρότητα των επιχειρημάτων, του ήθους και των διαθέσεων των διαφωνούντων, πράγματα κρύπτοντα σαφέστατα κακότητα και υπερηφάνεια. 
Θα ξεκινήσω με τον π. Επιφάνιο. Τούτος ο εγνωσμένης εμβρίθειας κληρικός σε θέματα Κανονικού δικαίου, πατερικής γραμματείας και εκκλησιαστικής ιστορίας (και πνευματικότητας θα προσέθετε ο γράφων) έγινε στόχος αήθους επίθεσης μόνο και μόνο διότι διίστανται οι θέσεις του απ’ αυτές των αντιιοικουμενιστών του σήμερα. Ο μεγάλος αυτός Κανονολόγος δεν μειούται προφανέστατα από τους άσχετους, τους μικρόνοες και τους κακεντρεχείς που τον αμφισβητούν με ανοησίες, φληναφήματα και πυροτεχνήματα. Απλά βλέπουμε εμείς οι περιλειπόμενοι το κατάντημα των εκκλησιαστικών ανδρών... περιλυπούμενοι. 
Αν και είναι ανάξιος σχολιασμού και μάλλον και απλής αναφοράς ο γνωστός ταλεβάντος (εκ του τάλας, ως τον μετονόμασα έτσι εδώ και καιρό παρηχώντας το επώνυμό του, διότι και εκείνος παρωδεί συστηματικά τις θέσεις και το πρόσωπό μας), αξίζει να καταγραφεί η πρόσφατη θέση του για μένα: «βεβαίως ουδόλως μας διέλαθε η διαστροφική (sic), επιλεκτική και μη σφαιρική ερμηνεία της μελέτης του έργου του Γέροντα Επιφάνιου για το θέμα του Οικουμενισμού». Και δεν είναι μόνο αυτός, διότι και έτεροι «αποτειχισμένοι» έλεγαν πάνω κάτω τα ίδια, ότι δήθεν δεν κατενόησα τον Επιφάνιο και ότι απέκρυψα τις θέσεις του. Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι είναι τόσο λαγαρές οι θέσεις του αρχιμανδρίτη, που και να ήθελα να τις διαστρέψω, δύσκολα θα το πετύχαινα. Προς τούτοις, σημειωτέον ότι τις παρέθετα επί λέξει τις περισσότερες. Τέλος, για την ιστορία να αναφέρω ότι η κακόπιστη και φαιδρή αυτή κριτική αποτίμηση των πρόσφατων άρθρων μου για τον π. Επιφάνιο, πέρα από τις συνθηματικές προαναφερθείσες ατάκες, δεν έχει ούτε ένα κατ’ εμού επιχείρημα. Πας εχέφρων νοείτω… 
Είδα ακόμα να επαναλαμβάνεται ένα άλογο και ακατανόητο εν πολλοίς μένος κατά των σύγχρονων αγιασμένων Πατέρων, πράγμα που ισοδυναμεί ξεκάθαρα και απερίφραστα με βλασφημία του Θεού. Αν φαντασιώνονται τινές ότι αυτοί και μόνον ακολουθούν και γνωρίζουν τους παλαιούς Πατέρες και την Παράδοση, ενώ οι σύγχρονοι Γέροντες, ο ελάχιστος γράφων το παρόν και ο π. Επιφάνιος είναι «αναλφάβητοι» σχετικά και πλανώμενοι, ας κατέβουν το συντομότερο από το καλάμι της οιήσεως, της αναίσχυντης ανοησίας και των φανερών ή αγνοφεγγόντων ελιτισμού και αρχομανίας, πριν ο Κύριος λάβει κατ’ αυτών την κολαστική ράβδο της δικαιοσύνης του. Για δε τους ευρισκομένους στο υπέδαφος αναφορικά με το ήθος και το ύφος τους, έχω ήδη πει αρκετά και καλό θα ήταν ένιοι εξ αυτών να προσέχουν και την ανθρώπινη δικαιοσύνη… 
Στο θέμα της σημερινής αποτείχισης (με την πρόφαση του αντιοικουμενισμού και άλλων συναφών προβλημάτων) έχω αποδείξει εν πολλοίς ότι υπάρχει ένα σύγχρονο εκκλησιολογικό consensus patrum, όπως αυτό φαίνεται περίτρανα μέσα από τη στάση και τα λόγια των Γερόντων της εποχής μας. Ένας ζηλωτής του πατρίου εορτολογίου, μάλιστα, μάς έδωσε πρόσφατα, έστω και εν τη άφρονι επιθετικότητί του, μια είδηση – μαρτυρία: ότι ο γέρων Πορφύριος δεν ήθελε ούτε καν να ακούει για αποτείχιση. Τον ευχαριστούμε, διότι ως άλλος αρχιερεύς των Ιουδαίων άκων προεφήτευσε. Μα, φυσικά, δεν ήταν του αυτού πνεύματος ούτε μόνον ο Πορφύριος ούτε ο Παΐσιος ούτε ο Σωφρόνιος, αλλά και πολλοί έτεροι, θα έλεγα εμφατικά σχεδόν όλοι οι Πατέρες της εποχής μας. Και επί τούτου προσετέθησαν μερικές ακόμα μαρτυρίες μέσα από το προσφάτως εκδοθέν βιβλίο της Ι.Μ. Δοχειαρίου «Μορφές που γνώρισα να ασκούνται στο σκάμμα της Εκκλησίας» (εκδ. της Μονής, 2010). 
Προτού, ωστόσο, παραθέσουμε συγκεκριμένες μαρτυρίες από το βιβλίο αυτό, αξίζει να επισημάνουμε κάποια «μελανά» σημεία του σύγχρονου αυτού Γεροντικού. Πρόκειται για μια εξαιρετική δουλειά του Καθηγουμένου π. Γρηγορίου, ο οποίος καταλείπει στην Εκκλησία έναν άγνωστο θησαυρό μαρτυριών για αγιασμένες μορφές, που θα χάνονταν στη λησμοσύνη του αδηφάγου χρόνου. Άσημων και άγνωστων κατά το πλείστον ανδρών και γυναικών, λαϊκών και ρασοφόρων, των οποίων ο γέροντας Γρηγόριος είχε άμεση ή έμμεση γνώση. Η γλαφυρότητα του ύφους και οι άλλες λογοτεχνικές αρετές του κειμένου δεν σου επιτρέπουν κυριολεκτικά να το αφήσεις από τα χέρια πριν φτάσεις και στην τελευταία σελίδα, έργο ταυτόχρονα θεολογικής όσο και καθαρά λογοτεχνικής αξίας, που μας φέρνει άνετα στη μνήμη πεζά κείμενα της γενιάς του ’30, μη έχον σε πολλά σημεία να ζηλέψει τίποτε από κείνα. 
«Χωλαίνει», ωστόσο, σε λίγα σημεία όπου παρεμβάλλεται η υποκειμενική ερμηνευτική του γέροντα, όπως για παράδειγμα σε περιπτώσεις θεοδικίας και μιας φανερής ή υποφώσκουσας προτίμησης και έξαρσης της «ανωτερότητας» του μοναχισμού σε βάρος της λαϊκής τάξης των ορθοδόξων πιστών. Επίσης, εκεί που φαίνεται να αστοχεί τρόπον τινά ο συγγραφέας είναι στην παρουσίαση του γέροντος Παϊσίου, τον οποίο φαίνεται να «ρίχνει» κάπως με πλάγιο πλην άκομψο τρόπο. Αυτό θα μπορούσε κατά την ταπεινή μου γνώμη να εξοβελιστεί ή να θεραπευθεί σε μια επανέκδοση του βιβλίου, όπως επίσης και το σημείο για τον άγιο Σιλουανό που αμφισβητείται η αγιότητά του από σύγχρονό του αγιορείτη. Ο γέροντας της Δοχειαρίου φαίνεται εν προκειμένω πως δεν καταφέρνει να υπερβεί τα «ανθρώπινα» εκείνα που εύκολα συναντάμε και στο Άγιο Όρος, όπως και σε όλο σχεδόν τον υπόλοιπο κόσμο (Ματθ. 13:57). 
Κλείνοντας τα μάτια στον αυθορμητισμό αυτόν της γρηγοριανής γραφίδας, συγγενούς του έντονου και ανεπανάληπτου χαρακτήρα του πατρός για όσους τον γνώρισαν από κοντά, θα χρησιμοποιήσουμε μερικά αποσπάσματα που θα μας συνδράμουν διαφωτιστικά στο θέμα της αποτείχισης. Γράφει για τον γέροντα Ευδόκιμο: «ουδέποτε προσχώρησε στους ‘ζηλωτές’. Πάντα είχε κοινωνία με την Εκκλησία. Κάποτε τον πείραξα: ‘πήγες στον Κυπριανό στην Φυλή’. Και μού απήντησε: ‘άλλο η φιλία και άλλο η Εκκλησία. Διαμαρτύρομαι για τις υπερβάσεις, αλλά δεν φεύγω από την Εκκλησία’. Μακάρι όλοι οι ‘ζηλωτές’ να ήταν σαν τον γέροντα Ευδόκιμο. Μακάρι να έχουμε τέτοιους ζηλωτές μοναχούς, που παραμένουν στην Εκκλησία και σαν φρόνιμα παιδιά λένε στην Μάννα – την Εκκλησία – τον λογισμό τους, χωρίς να της γυρίζουν περιφρονητικά τα νώτα. Αυτό δεν είναι αναρχία, αλλά πειθαρχία στην Εκκλησία» (σ. 404). Για τον γέροντα Διονύσιο της Κολιτσούς γράφει πως δίδασκε ότι «το ημερολόγιο δεν είναι άρθρο πίστεως, όπως δογματίζουν οι παλιοημερολογίτες. Επέφερε όμως κομμάτιασμα της Εκκλησίας […] Πολύ πονεί η ψυχή μου για το κομμάτιασμα της Εκκλησίας. Χάθηκε η ενότητα για την οποία πολύ προσευχήθηκε ο Χριστός. Πολύ φοβάμαι πως μια νέα παραχάραξη θα φέρη και δεύτερο κομμάτιασμα στην Εκκλησία της Ανατολής» (σ. 459). Ας ευχηθούμε να μην είναι προφητικοί οι λόγοι του γέροντα και ας διδαχθούμε από τη μεγάλη αγάπη του για την Εκκλησία και την τεράστια εκκλησιοκεντρική του ευαισθησία. 
Άχρι τούδε ό,τι έγραψα για την αποτείχιση δεν το έκανα παρά χάριν των λίγων καλοπροαίρετων, οι οποίοι θα προβληματιστούν και θα διαφύγουν των αραχνοΰφαντων δικτύων της σχετικής πλάνης. Με τους άλλους, τους υβριστές, τους ανοηταίνοντες (εκόντες και άκοντες) και τους εξ αλαζονείας ακάμπτους, που τολμούν να συγκρίνουν εαυτούς με τα μεγέθη των σύγχρονων ηγιασμένων Πατέρων και να αυθαδιάζουν στην πολύτροπη αθυροστομία τους, θέτοντας εαυτούς υπεράνω εκείνων (να τους ξαναπώ, γιατί δεν είναι και λίγοι: Πορφύριος, Παΐσιος, Ιάκωβος, Σωφρόνιος, Ιωσήφ Ησυχαστής, Εφραίμ Κατουνακιώτης, Φιλόθεος Ζερβάκος κλπ.), παύω να διαλέγομαι. Ικανόν εστί. Ας τους ελεήσει ο Θεός, διότι πολλοί εξ αυτών καθίστανται εν αγνοία θεομάχοι και τούτο βλάπτει προπάντων τους ιδίους (Πραξ. 26:14). 
Πρόκειται για ένα σύγχρονο consensus patrum. Όχι μεταξύ τους μόνο, αλλά και σε αγαστή συμφωνία με το διαχρονικό εκκλησιολογικό πνεύμα της Ορθοδοξίας και τις φωνές των παλαιών Πατέρων. Ο δρόμος για την κόλαση – γιατί εκεί οδηγούν οι αποσχίσεις – είναι στρωμένος για μερικούς με ροδαλά φαντασιοκοπήματα και ίσως και με όνειρα, οράματα και «πληροφορίες» εκ του αγγέλου του σκότους. Οι ταπεινοί μονάχα μπορούν να ξεφύγουν από τις παγίδες του πονηρού, όπως είδε στο γνωστό όραμα ο Μ. Αντώνιος. Δεν μένει απ’ το να το τολμήσουν. Ας αφήσουν τους θλιβερούς και ασθενείς αδελφούς τους να αυταπατώνται στην αίσθηση ότι είναι οι «καθαροί», οι εκλεκτοί, οι πεφωτισμένοι, οι ολίγοι. Οι αληθώς ταπεινόφρονες ας επιστρέψουν και ας προτιμήσουν την ασφάλεια του Σώματος της Εκκλησίας, το οποίο προστατεύει και αγιάζει αδιαλείπτως η ίδια η κεφαλή του, ο Χριστός, ευχόμενοι συν πάση τη Εκκλησία με πόνο ψυχής τη θεραπεία των σχισμάτων, τη μετάνοια των απολωλότων προβάτων και την επάνοδο των ασώτων υιών του. 
Κ.Ν. 
30/8/2013

Τετάρτη 28 Αυγούστου 2013

ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ: Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΑΙΡΕ(ΕΡΩ)ΤΙΚΟΣ


Τάδε έφη Μάνος Χατζιδάκις
Για τη μουσική και την κατανάλωσή της: 
«...η Μουσική. Αυτό το άθλιο χάπι της μοναξιάς, ραβδί της αναπηρίας, υποκατάστατο συντρόφου μες στον ηλίθιο κόσμο που μας τριγυρίζει υπό μορφή γειτόνων, φίλων κι εραστών».
Για τη μονίμως ταλαίπωρη και εκδικητική πρωτεύουσα: 
«Μια Αθήνα σκεφτική, με προβλήματα που της χαράζουν το πρόσωπο, με παγωμένες σχέσεις και πληγωμένη συμπεριφορά... Τη νύχτα οι δρόμοι είναι γεμάτοι από γραφεία εισαγωγής αυτοκινήτων κι από σεμνά γραφεία κηδειών.... Λες και πως οι πολίτες, οι Αθηναίοι του καιρού μας, γεννιούνται μόνο για ν' αγοράσουν βιαστικά ένα αυτοκίνητο, να τρέχουν μες στους δρόμους της Αθήνας, ν' απελπιστούν από την όψη της και με ταχύτητα να σπεύσουν να πεθάνουν».
Για την ιδιαίτερη αυτονομία της «μεσογειακής» Κρήτης: 
«... κι αντί να μας γίνει μάθημα η Κρήτη για τη χαμένη μας μεσογειακή συνείδηση, εμείς εξακολουθούμε να τους στέλνουμε με την οκά νομάρχες, κληρικούς και αστυφύλακες, μήπως και τους πείσουμε ν' αλλάξουν και ν' αποκτήσουν τη νεοβυζαντινή μακεδονίστικη κατήφεια ή την εθνοφρουρίστικη αντίδραση της Μάνης». 
Για όλα αυτά που έχουμε επιτρέψει να μας εκπροσωπούν: 
«Μας εκπροσωπεί η καλοζωία ευτελούς αισθητικής και χωρίς περιεχόμενο. Μια καλοζωία που βασίζεται περισσότερο στη νευρωτική εκτόνωση παρά στην απόλαυση, στην ηδονή θα έλεγα "για καλώς προπαρασκευασμένες επιθυμίες". Καλοζωία που ικανοποιεί συμπλέγματα και προκαταλήψεις. Ακόμη: Ένας χείμαρρος αυτοσχεδιαστικών αντιδράσεων, σ' όλες τις περιοχές του δημόσιου βίου μας. Μια επιπόλαιη χάραξη προοπτικών και πολιτικής. Έλλειψη κοινού νου, και μια καταπιεστική παρουσία του εγώ μας, που τις περισσότερες φορές μας εμποδίζει να συνεννοηθούμε και να συνεργαστούμε πάνω στα τοπικά , αλλά και στα ευρωπαϊκά που άρχισαν ήδη να μας θίγουν και να μας απασχολούν. Τέλος: ένας ηθικοπλαστικός εθνικισμός που έχει τις ρίζες στην ανελεύθερη καταγωγή μας...». 
Για τη σχέση πολιτικών και μαζών:
«... Οι πολιτικές παρατάξεις βασίζονται πάνω σε μια φορτισμένη παρεξήγηση των μαζών. Οι μάζες νομίζουν πως εκπροσωπούνται και οι παρατάξεις με τη σειρά τους νομίζουν ότι εκπροσωπούν. Λάθος καλοπροαίρετο, που όμως δημιουργεί κακοπροαίρετες σχέσεις, που υποσκάπτουν τη δομή της πολιτείας και της προσδίδουν όψη ετοιμόρροπου νεοκλασικού μεγάρου...». 

Τρίτη 27 Αυγούστου 2013

ΟΙ ΝΑΟΙ ΤΗΣ ΚΑΤΟΥΝΑΣ ΣΕ ΒΙΒΛΙΟ ΚΑΙ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΥΝΑ ΤΗΣ ΛΕΥΚΑΔΑΣ


Ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο και μια σχετική εκδήλωση από την Κατούνα της Λευκάδας και την αρχιτέκτονα – πολεοδόμο Χαρά Παπαδάτου Γιαννοπούλου. 
Το βιβλίο “Ναοί της Κατούνας στην Λευκάδα”, που μόλις κυκλοφορήθηκε, είναι καρπός της αγάπης της κυρίας Χαράς Παπαδάτου για τον γενέθλιο τόπο της, αλλά και προϊόν ενδελεχούς ερεύνης και αποτύπωσης της ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής των ναών της Κατούνας. 
Με αφορμή την έκδοση αυτή, θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη 29 Αυγούστου το βράδυ (8 μμ), στο προαύλιο του Ιερού Ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου Κατούνας, εκδήλωση που αποσκοπεί στην παρουσίαση των Ναών της Κατούνας μέσα στο πλαίσιο της χριστιανικής τέχνης στη Λευκάδα και στις δυνατότητες για την διατήρηση τόσο των μνημείων αυτών ως οικοδομημάτων, αλλά και στη διατήρηση και καταγραφή της ιστορικής μνήμης. 
Στο πρώτο μέρος της εκδήλωσης περιλαμβάνονται δύο εισηγήσεις: 
- Χαρά Παπαδάτου‐Γιαννοπούλου: 
Οι Ναοί της Κατούνας ως μαρτυρίες της Χριστιανικής Τέχνης της Λευκάδας. 
- π. Βασίλειος Κακλαμάνης, εφημέριος της Κατούνας: 
Η εν τη πράξει αναστήλωση των Ναών. 
Θα ακολουθήσει συζήτηση και στο β' μέρος ένα μικρό μουσικό πρόγραμμα
Με το Καλλιτεχνικό Σύνολο Πολύτροπον είχαμε την ευκαιρία να τύχουμε της εμπειρίας εκδηλώσεως στο προαύλιο του Ναού της Παναγίας στην Κατούνα, με αφορμή την παρουσίαση του μουσικού αρχείου του αείμνηστου Ιωάννη Παπαδάτου. 
Κάποιες φωτογραφίες μας του Ναού μπορείτε να δείτε εδώ.

Σάββατο 24 Αυγούστου 2013

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΛΑΝΗΣ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ "ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗΣ" (Μέρος Β')


Η πλάνη της σύγχρονης Αποτείχισης 
(υπό την αγιοπνευματική ιεροκανονική ερμηνευτική ματιά του γέροντος Επιφανίου Θεοδωρόπουλου) 
Του θεολόγου - φιλολόγου Κώστα Νούση 
ΜΕΡΟΣ Β' 

ΣΤ. Η δυνατότητα οικονομίας σε θέματα πίστεως 
Άφησα το καλύτερο και πιο σκανδαλώδες του πατρός Επιφανίου για το τέλος. Όλοι οι αποτειχισθέντες έργοις, διαθέσεσι, δυνάμει ή και ενεργεία, καταλύουν όλα τα προηγούμενα επιχειρήματα και τα ακυρώνουν βάσει της απαρέγκλιτης γι’ αυτούς αρχής ότι χωρεί παντού οικονομία, παρεκτός των θεμάτων πίστεως, οπότε δεν γίνεται να ανεχθούν την αίρεση του Οικουμενισμού ως μείζονος θέματος δογματικής παραχάραξης. Και όμως! Σύμφωνα με τον γέροντα Επιφάνιο, μάλλον με την εκκλησιαστική ιστορία και την πράξη των Αγίων του παρελθόντος, ακόμα και εκεί χωρεί οικονομία! Ακούγεται απίστευτο και όμως είναι αληθινό. Και δεν το λέω αυτό εγώ, αλλά ο γίγας του Κανονικού Δικαίου π. Επιφάνιος. 
Ας τον ακούσουμε λοιπόν. Αναφερόμενος σε ένα σχετικό χωρίο του αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου (πόσο αλήθεια ταλαιπωρείται σήμερα ο άγιος αυτός από τους κατά δόκησιν ερμηνευτές του) γράφει: «αντιθέτως προς σε ο άγιος Θεόδωρος διακηρύσσει, ότι χωρεί και εις την περιοχήν του δόγματος οικονομία, άλλοτε καιρική και άλλοτε διηνεκής. Αυτή είνε η πραγματικότης, αγαπητέ, και μη αγωνίζου να φανής πατερικώτερος των Πατέρων» (σ. 143). Σαν να απευθύνεται σε σημερινούς αντιοικουμενιστές ο Επιφάνιος. Φοβερό! 
Θα απορήσει ευλόγως κάποιος και θα αναρωτηθεί αν στόχος του γράφοντος είναι η επικρότηση του δογματικού μινιμαλισμού και η ενδοτικότητα σε θέματα οικουμενισμού. Κάθε άλλο και εξηγούμαι ευθύς αμέσως. Αναφέρει στην επιστολή του αυτή ο άγιος Θεόδωρος: «τῶν οἰκονομιῶν αἱ μὲν πρὸς καιρὸν γεγόνασι παρὰ τῶν Πατέρων, αἱ δὲ τὸ διηνεκὲς ἔχουσιν […] Ἅ μέχρι τινὸς καιροῦ γινόμενα, οὐδὲν ἔχει τὸ μεμπτόν». Βλέπουμε τη δομική αρχή της Οικονομίας να εφαρμόζεται εν προκειμένω και επί θεμάτων πίστεως και δη από έναν τόσο αυστηρό σε τέτοια ζητήματα Πατέρα. Λέει σε άλλη του επιστολή ο π. Επιφάνιος αναφερόμενος ειδικότερα στο επίμαχο και σήμερα ζήτημα του Παπισμού: «ευρίσκει φυσικόν πράγμα ο κ. Κ. το γεγονός ότι επί αιώνας ‘ηνείχετο η Εκκλησία τον Παπισμόν’[…] Ώστε ομολογεί ο κ. Κ. ότι επί αιώνας ηνείχετο η Εκκλησία τον Παπισμόν, παρά τας αιρέσεις αυτού! Και ίσως να ηνείχετο αυτόν ακόμη περισσότερον, κατά τον κ. Κ., αν δεν εμεσολάβει η κατάθεσις του αναθέματος! Δια τον Πατριάρχην Αθηναγόραν (σ.σ. εδώ Βαρθολομαίον) όμως δεν επιτρέπεται ουδεμία ανοχή!» (σ. 181). Και σε άλλα σημεία αναφερόμενος στους ρωμαιοκαθολικούς ο π. Επιφάνιος τονίζει την ύπαρξη εν αυτοίς Χάριτος και κανονικότητος παρά την παρουσία σε αυτούς αιρέσεων (ως του Filioque) χάρη στην οικονομική ανοχή της σύνολης Εκκλησίας προς εκείνους. Επί λέξει καταγράφει: «ερωτώμεθα αν η Λατινική Εκκλησία προ του Σχίσματος ήτο Εκκλησία ζώσα. Μάλιστα, κύριε, ήτο ζώσα! Ασθενής μεν, αλλά ζώσα […] Πότε ενεκρώθη; Ότε εχωρίσθη από της Μιας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας και διέκοψε την μετ’ αυτής κοινωνίαν! […] Ορθότατα εν προκειμένω εγράφη υπό τινος ότι ‘ο Παπισμός απέκοψε μόνος του τον εαυτόν του από την Εκκλησίαν με το ανάθεμα που απέθεσε επάνω στην Αγία Τράπεζα της Αγίας Σοφίας’» (σσ. 193-194). Τουτέστιν ο γέρων Επιφάνιος, εκφράζων άριστα την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία, θεωρεί ότι παρά την ύπαρξη αίρεσης στους Λατίνους είχαν Χάρη όσο καιρό δεν είχαν αυτοαποκοπεί της κανονικής κοινωνίας με τους λοιπούς Ορθοδόξους. 
Θα κλείσω την αναφορά μου στο θέμα μέσα από μια παράθεση από τον μακαριστό αρχιμανδρίτη ενός κειμένου του ιερού Θεοφυλάκτου Βουλγαρίας, καταλυτικό και καυστικότατο κατά των υπερζηλωτών, το οποίο μάλιστα ο ίδιος χαρακτηρίζει πορτραίτο των «ζηλούντων οὐ κατ’ επίγνωσιν». Ο ιερός Θεοφύλακτος φαίνεται να αποδέχεται οικονομικώς διάφορα λατινικά έθιμα (π.χ. άζυμα, νηστείες κλπ.) με στόχο τη σωτηρία των Ρωμαιοκαθολικών και την επάνοδό τους στην Εκκλησία (σ. 153-156). Σχολιάζει μάλιστα εμφατικά ο π. Επιφάνιος: «τι θα πράξης νυν, αγαπητέ π. Θ.; Θα υπομείνεις τον ιερόν Θεοφύλακτον, ανεχόμενον εν υπερβολή οικονομίας και αυτά τα άζυμα των Λατίνων κ.τ.τ. […] ή θα αποκηρύξης αυτόν ως αμαθή ή ως προδότην;». 
Με όλα τα παραπάνω ποσώς ο π. Επιφάνιος και ο γράφων δεν έχουν σκοπό να προωθήσουν συμβιβασμούς σε θέματα δόγματος ή να αφήσουν να εννοηθεί ότι η Λατινική Εκκλησία είναι ζώσα και άμοιρη πλανών και αιρέσεων. Τουναντίον, θέλουν να γίνει κατανοητό πως θέματα όπως οι σημερινές συλλειτουργικές και συμπροσευχητικές ενέργειες και επίσημες ανακοινώσεις αμφίσημης ερμηνείας και δογματικής ακριβείας δεν είναι ικανές αιτίες και αφορμές απόσχισης από το Ένα Σώμα του Χριστού. Είναι πράγματα προς συζήτηση και επιβεβλημένη Συνοδική εξέταση, ανήκοντα κυριότατα στη δικαιοδοσία των Επισκόπων και όχι του λαϊκού στοιχείου ή ενίων κληρικών και μοναχών (σ.σ. αλλά και όχι μόνον των Επισκόπων…). 
 Ζ. Διάλογοι εν αγάπη: καθήκον των Επισκόπων και της Εκκλησίας 
O π. Επιφάνιος παραπέμπει σε απόσπασμα της «Ποιμαντικής» του αγίου Νεκταρίου: «αι δογματικαί διαφοραί, ως αναγόμεναι προς μόνον το κεφάλαιον της πίστεως, αφίενται ελεύθερον και απρόσβλητον το της αγάπης κεφάλαιον• το δόγμα δεν καταπολεμεί την αγάπην• η δε αγάπη χαρίζεται τω δόγματι, διότι πάντα στέγει, πάντα υπομένει• η χριστιανική αγάπη εστίν αναλλοίωτος, δι’ ο ουδ’ η των ετεροδόξων χωλαίνουσα πίστις δύναται ν’ αλλοιώση το προς αυτούς της αγάπης συναίσθημα. Δια της αγάπης εστί λίαν πιθανόν να ελκύση προς εαυτόν και την εξ εσφαλμένης περιωπής κρίνουσαν δογματικόν τι ζήτημα ετερόδοξον εκκλησίαν. Η αγάπη ουδέποτε χάριν δογματικής τινος διαφοράς πρέπον να θυσιάζεται […] Ο μη αγαπών τους ετεροδόξους επίσκοπος, ο μη και υπέρ αυτών εργαζόμενος, από ψευδούς κινείται ζήλου και εστερημένος εστίν αγάπης […] Τα της πίστεως ζητήματα ουδ’ όλως δέον εστί να μειώσι το της αγάπης συναίσθημα. Οι διδάσκαλοι του μίσους εισί μαθηταί του πονηρού, διότι εκ της αυτής πηγής, δεν εξέρχεται γλυκύ και πικρόν. Ο διδάσκαλος της αγάπης οίός εστιν ο επίσκοπος, δεν δύναται να μη αγαπά, αδυνατεί δε όλως να μισή» (σ. 226-227).
Άλλωστε και ο ίδιος ο π. Επιφάνιος σημειώνει αλλού με νόημα: «είνε ύψιστον ποιμαντικόν χρέος των Λειτουργών της Εκκλησίας η περί των αιρετικών, δηλαδή η περί μεταστροφής των αιρετικών, μέριμνα και φροντίς […] Ποιμήν αδιαφορών παντελώς δια τους αιρετικούς και αποφεύγων να διαλεχθή μετ’ αυτών και να νουθετήση πατρικώς αυτούς, είνε ανάξιος της εαυτού αποστολής (πρβλ. και Κανόνας 99, 131, 132 της εν Καρθαγένη Συνόδου)» (σ. 233). 
Θεωρώ περιττό τον παραπέρα σχολιασμό των παραπάνω θέσεων. Να πω μονάχα πόσο αδικούμε την Εκκλησία και τους Προεστώτες της στην ποιμαντική φροντίδα της έλξης των πεπλανημένων στον μοναδικό σωτήριο τόπο της. Αν βλέπαμε με το παραπάνω πνεύμα του αγίου Πενταπόλεως και του αγιασμένου π. Επιφανίου τα πράγματα, τότε θα κατανοούσαμε πολύ περισσότερο τη στάση και τις φαινομενικές «υποχωρήσεις» των Ποιμένων χάριν της σωτηρίας του σύμπαντος κόσμου (Α’ Κορ. 9:22). Το θέμα όμως είναι: θέλουμε ή, καλύτερα, μπορούμε να δούμε με την αγιοπνευματική διάκριση εκείνων τα ως άνω ζητήματα; Φυσικά, να διευκρινίσουμε εν προκειμένω πως σε καμιά περίπτωση δεν εννοούν οι Άγιοι αυτοί υποχώρηση σε θέματα πίστεως και εκπτώσεις στην περιοχή του δόγματος. Άλλωστε, μια προσεχτική ανάγνωση και τούτων μόνον των ελάχιστων αποσπασμάτων από τα γραφόμενά τους είναι ενδεικτική του πνεύματός τους, που δεν είναι άλλο από αυτό του «ἀληθεύοντες ἐν ἀγάπῃ» (Εφ. 4:15). 
 Η. Ερωτήσεις και προτάσεις στους σύγχρονους δυνάμει και ἐνεργείᾳ αποτειχισθέντες 
Υπάρχει μια σειρά (ρητορικών μονάχα για εκείνους που θέλουν να κρύβονται από εαυτούς και αλλήλους) ερωτήσεων, που χρήζουν απάντησης εκ μέρους των σημερινών «αντιιουμενιστών» και εν γένει ζηλωτών. Έχουμε δυστυχώς καταγάγει την εκκλησιολογία σε επίπεδα ελεύθερης και κατά το δοκούν προσωπικής ερμηνείας εκάστου, ενώ πρόκειται σαφέστατα για θέματα καθαρά δογματικά. Ρωτάμε επομένως: 
• Μπορεί να τελεστεί Θεία Λειτουργία άνευ μνημονεύσεως του Τοπικού Επισκόπου; Αν ναι, είναι έγκυρη και με ποιες προϋποθέσεις; 
• Μπορεί ο αποτειχισθείς Κληρικός να αποχωρήσει οικειοθελώς από τον Επίσκοπό του και να προσχωρήσει αυτοβούλως σε έτερο ή και σε όποια Επισκοπή της υφηλίου επιλέξει; 
• Πότε σε τελική ανάλυση θεωρείται έγκυρη μια «άδικη» εκκλησιαστική απόφαση; Μπορεί ο καθένας να την απορρίπτει κατά την ελεύθερη ερμηνεία ή το κατά δόκησιν συμφέρον του; 
• Αν όχι, αμαρτάνει σεβόμενος την απόφαση και αγωνιζόμενος με κάθε άλλο νόμιμο και θεμιτό μέσο να την ανατρέψει; 
• Εφόσον συνοδικώς άχρι τούδε δεν καθηρέθησαν επί Οικουμενισμώ οι διάφοροι συμμετέχοντες σε συμπροσευχές και διαλόγους Ποιμένες μας, εμείς μολυνόμαστε από την μετ’ αυτών κοινωνία; 
• Είναι μολυσμένη η καθόλου Ορθόδοξη Εκκλησία από την παραπάνω αίρεση; Αν ναι, σε ποιο σημείο υπάρχει καθαρότητα και με ποιον τρόπο και από ποιους θα αρχίσει η εκκλησιαστική θεραπεία; Ποιοι είναι και πώς ορίζονται οι «κεκαθαρμένοι» εκ της νόσου ταύτης κληρικοί και λαϊκοί; 
• Πώς γίνεται αποτειχισθέντες Κληρικοί και Λαϊκοί να ακολουθούν το Νέο Ημερολόγιο; Εφόσον ισχυρίζονται ότι εν αυτοίς θεραπεύουν εκκλησιολογικώς τον Οικουμενισμό, γιατί δεν το πράττουν επανερχόμενοι στο πάτριο εορτολόγιο; Σε κάθε περίπτωση, πώς μπορούν εδώ να αποδέχονται την οικονομική ανοχή του Νέου Ημερολογίου και ταυτόχρονα να απορρίπτουν τις «οικουμενιστικές» ενέργειες των σημερινών Ιεραρχών; Εκτός αν δεν θεωρούν οικουμενιστικογενή την εορτολογική μεταβολή, οπότε θα πρέπει και να μάς το αιτιολογήσουν επαρκώς. 
• Οι σύγχρονοι άγιοι γέροντες (τουλάχιστον κατά την πλειοψηφία των ορθοδόξων πιστών) δεν είναι μιασμένοι και αυτοί από την οικουμενιστική αίρεση; 
• Τα χαρίσματα των ανδρών αυτών, αλλά και πάσα θαυματουργία εντός της Εκκλησίας (λείψανα, εικόνες κλπ.) πώς εξηγούνται; 
• Αν δεν ενεργεί σε όλα αυτά η Χάρη του Θεού, τότε τι ακριβώς συμβαίνει; 
• Αν όμως όντως ενεργεί και η Εκκλησία είναι ζώσα, πώς μερικοί αποσχιζόμενοι αποτειχίζονται εξ αυτής; Και αν το κάνουν, πού ακριβώς πηγαίνουν και με ποιους συντάσσονται; 
• Αν οι γεροντάδες τούτοι θεωρηθούν ηγιασμένοι και έμπλεοι χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος, γιατί όντες στις ίδιες με μας εκκλησιαστικές συνθήκες δεν απετειχίσθησαν ωθούμενοι υπό σχετικής «πληροφορίας» του Αγίου Πνεύματος; 
• Οι τολμώντες ή και σχεδιάζοντες τη σημερινή αποτείχιση δεν θέτουν εξάπαντος εαυτούς υπεράνω των διακριτικών αυτών Γερόντων; 
• Πιο απλά, πέρα από ελεγχόμενες ερμηνείες των Κανόνων, της Γραφής, των Πατέρων και της εκκλησιαστικής ιστορίας, πού αλλού ερείδονται στις αποσχιστικές τους τάσεις και πράξεις οι σύγχρονοι ρασοφόροι και λαϊκοί; Είναι και κατά πόσο σίγουροι ότι τα ενεργήματά τους είναι σύμφωνα προς το θέλημα του Θεού και ουχί αμαρτήματα; 
Σημειώνω εδώ πως, όπως θα έγινε αντιληπτό, η φαινομενικά υπερβολική εκ μέρους μας κατά το παρελθόν χρήση των σύγχρονων Αγίων (Πορφυρίου, Ιακώβου, Παϊσίου κλπ.) δεν γίνεται με καμιά διάθεση γεροντολαγνίας, αλλά θεωρώντας τους ορατά, αισθητά και άμεσα κριτήρια περί μιας ορθής εκκλησιολογικής τοποθέτησης στις πονηρές εποχές μας. Και μια που μιλάμε για το φαίνεσθαι, βλέπουμε πόσο προσεχτικοί πρέπει να είναι όλοι τους και πολύ περισσότερο οι έχοντες ποιμαντική διακονία ακόμα και σε απλές εκφράσεις, διότι η δύναμη του λόγου είναι τεράστια και επέχει πολλάκις θέση πράξης. Το λέω έχοντας κατά νου τη δίκαιη επίκριση που δέχονται νυν κληρικοί της Μητρόπολης Πειραιώς περί της κανονικότητος του πρ. Ράσκας, εφόσον κατά το παρελθόν τον προσφωνούσαν με τον επισκοπικό τίτλο που έφερε προ της καθαίρεσής του, αναγνωρίζοντας έτσι εμμέσως πλην σαφώς το ανυπόστατο της καταδικαστικής του απόφασης και προφανώς την εν αυτώ παραμένουσα κανονικότητα. 
Το θέμα της Εκκλησιολογίας είναι και δογματικό και άμεσα πνευματικό. Δεν είναι πολυτέλεια ούτε χώρος πειραματισμών, πολλώ δε μάλλον αυθαίρετης και επιλεκτικής ερμηνείας εκάστου. Ως πολλάκις είδαμε να επαναλαμβάνει ο π. Επιφάνιος, αυτά είναι καθαροί προτεσταντισμοί και ας πάψουν οι ζηλωτές να διατείνονται το ακριβώς αντίθετο περί της γνήσιας και ακραιφνούς ορθοδοξίας τους. Επίσης να επισημειώσω ότι δεν πρέπει να θαυμάζουμε την παράθεση αγιογραφικών και πατερικών χωρίων από διαφόρους και να τους θεωρούμε μεγάλους θεολόγους ή αγίους με τόσο επιδερμικά κριτήρια. Πολλές φορές οι ίδιοι συλλαμβάνονται αδαείς σε θέματα εκκλησιολογικά, τα οποία είναι προπαντός ζητήματα χρήζοντα ορθής (και όχι ορθολογιστικής ή φιλολογικής) ερμηνείας και ορθόδοξης πνευματικότητας, μακριά από υποδόριες και εμφανείς πλάνες, απορρέουσες όλες τους ανεξαίρετα από τη μήτρα της υπερηφανείας, της συνιστώσας τη χείριστη πτώση και αμαρτία. Σε απόδειξη των λεγομένων μου, τουλάχιστον για τους εν αγνοία και καλή προαιρέσει όντας, προτείνω μια απλή επίσκεψη σε ιστολόγια, μάλλον βοθρολόγια, στα οποία είναι πεντακάθαρη η δαιμονική επιθετικότητα μέσα από τις χυδαίες και βωμολοχικές ιεροκατακρίσεις τους, που μαρτυρούν όχι απλά για την απουσία αγάπης, αλλά και για μίσος άλογο και παράλογο. Ποιος άραγε να κρύβεται εδώ; Μήπως εν προκειμένω θυμόμαστε τα προαναφερθέντα λόγια του αγίου Νεκταρίου ότι «οι διδάσκαλοι του μίσους εισί μαθηταί του πονηρού, διότι εκ της αυτής πηγής, δεν εξέρχεται γλυκύ και πικρόν»; 
Ας κλείσω με συμβουλές προς τους εν Χριστώ αδελφούς μέσω του π. Επιφανίου, ο οποίος μάς διδάσκει έτι και έτι, πολυγραφότατος ων, αλλά και προσεύχεται για όλους με παρρησία στον θρόνο του Κυρίου: «όσον ευκόλως δημιουργείται εν σχίσμα, τόσον δυσκόλως καταπαύεται. Ανάγνωθι την ιστορίαν της Εκκλησίας και θα σε καταλάβη τρόμος. Νομίζεις ότι είνε εύκολον να κρατήσωμεν μέχρι τέλους εις πειθαρχίαν το ρεύμα; Καλόν είνε να μη ανοίξωμεν τα στόμια του φράγματος […] Όταν εκκαύσωμεν τον φανατισμόν του όχλου (η δ’ έκκαυσις είνε αναγκαία προς δημιουργίαν και διατήρησιν των σχισμάτων), είνε αδύνατον έπειτα να επιβάλωμεν τάξιν» (σ. 165). Και κάτι ακόμα συναφές: «ας μη έχωμεν όμως τόσον εύχρηστον τον χαρακτηρισμόν της προδοσίας… Ας μη κατεχώμεθα υπό μανίας να ανακαλύπτωμεν πανταχού προδοσίας και προδότας της Παραδόσεως. Αδελφέ Αλέξανδρε, ‘μὴ σοφίζου περισσά, μήποτε ἐκπλαγῇς’! (Εκκλ. 7:16)» (σ. 189). 
Συνετές φωνές μεγάλου ανδρός, πόρρω απέχουσαι πλείστων όσων σημερινών, ουχί μόνον ελαφρότητι γενομένων, αλλά και δαιμονιώδει κακότητι και σκαιότητι πολλάκις! Ο ίδιος ο Επιφάνιος αν έβλεπε τα τωρινά, μάλλον θα επανελάμβανε ότι «κατόπιν των ως άνω, ποίος έχει δικαίωμα να διαρρηγνύη τους μετά της Εκκλησίας της Ελλάδος (σ.σ. και του Πατριαρχείου) κανονικούς δεσμούς, χωρίς να καθίσταται ΥΠΕΡ -Εκκλησία; Αλλ’ εκείνος ο οποίος καθίσταται ΥΠΕΡ –Εκκλησία, τίθεται απλώς εκτός Εκκλησίας, δηλαδή γίνεται σχισματικός ή αιρετικός» (σ. 281). 
 Θ. Αντί επιλόγου 
Όταν ξεκίνησε να γράφεται το παρόν, δεν υπήρχε καμιά πρόθεση ούτε τόση έκταση να λάβει ούτε να προβεί σε τοσαύτη χρήση του π. Επιφανίου. Απλά προέκυψε. Θα μπορούσαμε εν άκρα τολμηρότητι να το χαρακτηρίσουμε, επόμενοι τω εκείνου παραδείγματι, επιστολιμαία διατριβή (σ. 69), χωρίς φυσικά να συγγενεύει ουδ’ επ’ ελάχιστον τω περιεχομένω, τη ουσία και τη τελειότητι της μορφής εκείνης. Ας θεωρηθεί, ωστόσο, ένα είδος μνημοσύνου του ιερού αυτού ανδρός, ο οποίος και θανών μάς φωτίζει με τις θεόσοφες διδαχές του σε μέρες τόσο δυσχερείς εκκλησιολογικώς. 
Εν κατακλείδι μια διευκρίνιση, η οποία ευκαίρως ακαίρως επαναλαμβάνεται εις επήκοον πάντων: ο γράφων ούτε συμφέροντα έχει ούτε προσωποληπτεί υπέρ του Πατριάρχου ή οιουδήποτε ετέρου. Εννοείται πως ούτε εμπάθεια έχει κατά τινος, ειδικά των αποτειχισθέντων κληρικών και λαϊκών. Όλοι μια Εκκλησία είμαστε, μια οικογένεια, αυτή του Χριστού (Α’ Κορ. 10:17). Κατά καιρούς άκουσα ποικίλες φαιδρότητες, ανοησίες και φαντασιώδη συκοφαντικά φληναφήματα (έμμισθος, οικουμενιστής κ.ά.), τα οποία και αντιπαρέρχομαι, ουχί πάντοτε βεβαίως με την απαιτούμενη ταπεινότητα και νηφαλιότητα. 
Ο μακαριστός Επιφάνιος, ως ένας εκ των αρίστων ερμηνευτών της Ορθόδοξης Εκκλησιολογίας και Πατερικής Παράδοσης, δεν κάνει κάτι παραπάνω από το αυτονόητο για έναν χριστιανό: να διατυποί και να βιώνει τον νόμο της εν διακρίσει αγάπης. Όλα τα υπόλοιπα, αν δεν εκπίπτουν στον χώρο του δαιμονισμού, άνετα θα μπορούσαν να καταχωρηθούν σε εκείνον της εκκλησιολογικής υποχονδρίας. Αλλά και τούτο δεν μπορεί να είναι κάτι άλλο παρά μια αρρωστημένη κατάσταση… 
Κ.Ν. 
23/8/2013 
Απόδοση της Κοιμήσεως της Θεοτόκου

Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΚΩΣΤΑΣ ΝΟΥΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΑΝΗ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ "ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗΣ"

Συμβολική απεικόνιση της Μεταμόρφωσης του Χριστού. Ψηφιδωτό στον Άγιο Απολλινάριο της Ραβέννας

Σημείωση:
Η Ιδιωτική Οδός δεν διαλέγεται με "Αποτειχισμένους" ούτε και υπερεκτιμά τον μακαριστό γέροντα Επιφάνιο Θεοδωρόπουλο. Δημοσιεύει, όμως, σε δύο συνέχειες το παρακάτω κείμενο του θεολόγου - φιλολόγου Κώστα Νούση, εκτιμώντας τον θεολογικό λόγο και την ειλικρινή αγωνία του. 
Η πλάνη της σύγχρονης Αποτείχισης 
(υπό την αγιοπνευματική ιεροκανονική ερμηνευτική ματιά του γέροντος Επιφανίου Θεοδωρόπουλου)
ΜΕΡΟΣ Α' 
Α. Εν είδει εισαγωγής 
Έγραψε επί λέξει σε πρόσφατο σχόλιό του φρέσκος αποτειχισθείς χριστιανός: «δεν αγωνίζονται οι πλείστοι επίσκοποι απλούστατα διότι οι λιγοστοί αγωνιστές ΔΕΝ ΑΠΟΤΕΙΧΙΖΟΝΤΑΙ μα κάθονται κι οραματίζονται Σύνοδο. ΥΠΟΘΕΣΗ-ΠΡΟΚΛΗΣΗ: Ας προχωρήσει επιτέλους ο Πειραιώς στην Ευλογημένη Διακοπή της Μνημονεύσεως και την θεάρεστη Αγιοπατερική Αποτείχιση και τότε θα δούμε κυριολεκτικά ΘΑΥΜΑΤΑ!!! ΤΟΤΕ θα λυθεί και Ημερολογιακό Ζήτημα αλλά και το πρόβλημα της Μ. Εσφιγμένου. ΤΟΤΕ ΟΛΑ θα λυθούν και θα γίνουν όπως πριν από το Σχίσμα! Τότε θα αναλάμψει η Ορθοδοξία! Τα δε λοιπά εκ του πονηρού! Ιδού ο Πειραιάς ιδού και το πήδημα! Μόνο που το πήδημα θα είναι εντός και όχι εκτός των τειχών». Για να δούμε, ωστόσο, αν συμφωνεί με αυτήν τη λογική και τούτο το πνεύμα ο γέρων Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος. 
Πριν προχωρήσουμε στην εξέταση αυτών των ακροτήτων και δαιμονιωδών ορέξεων υπό την αγιοπατερική ιεροκανονική διάκριση του π. Επιφανίου, ας σημειώσουμε παρενθετικά ότι στον ίδιο ακριβώς ιστότοπο που φιλοξενούνται αυτές οι ακραίες από κάθε άποψη και ατεκμηρίωτες θεολογικά θέσεις – μαζί με πλείστες όσες ανεπίτρεπτες και πέρα για πέρα απαράδεκτες υβριστικές και πάσης φύσεως βωμολοχικές εκφράσεις, πράγματα που συμμαρτυρούν για την υποκρυπτόμενη δαιμονική διάσταση, την απαντώμενη συνηθέστατα στον χώρο των αιρέσεων και των σχισμάτων – την ίδια ώρα υβρίζεται ο εν λόγω Επίσκοπος και οι συν αυτώ (oι μέχρι πρότινος επευφημούμενοι και ευλογούμενοι εν των αυτώ ιστολογίω), εφόσον με τον πάροδο του χρόνου φαίνεται να «απογοητεύουν» όσους στήριξαν επ’ αυτοίς όνειρα και οράματα εκκλησιαστικών εξεγέρσεων. 
Αν και μερικά πράγματα φαντάζουν αυτονόητα, όχι μόνον εξ ιεροκανονικής επόψεως, αλλά και εκ της κοινής λογικής, ωστόσο θα πρέπει να επαναδιατυπώνονται, διότι, ως φαίνεται, παρασύρονται στους άκριτους ζηλωτισμούς και σοβαρά και καλοπροαίρετα άτομα και είναι κρίμα να χάνονται και να αδικούνται ψυχές από τη μοχθηρία και πονηρία του αρχεκάκου όφεως, του λάθρα επιμελώς κρυπτομένου όπισθεν πάντων τούτων των εκκλησιολογικών εκτροπών, εκτρόπων και διαστροφών. 
Β. Η ουσία της πλάνης 
Αν θα μπορούσαμε να κατηγοριοποιήσουμε γενικώς και περιεκτικώς τα θανάσιμα αμαρτήματα, θα καταλήγαμε στη βασική διαίρεσή τους στα χονδροειδή σαρκικά και στα ανάλογα πνευματικά, τα οποία αμφότερα οδηγούν στον χωρισμό από του Κυρίου. Και τα μεν πρώτα είναι λιγότερο επικίνδυνα, εφόσον είναι ευδιάκριτα και εύκολα οδηγούν στην ταπείνωση, κατά τη σχετική απόφανση και του ίδιου του Χριστού (Ματθ. 21:31), τα δε δεύτερα είναι λίαν επαχθή μέσα στην ύπουλη πνευματικά ιοβόλα αδιαφάνεια και αδυναμία στη συνειδητοποίηση και στον αισθητό εντοπισμό τους. Άλλωστε, κατ’ ουσίαν πρόκειται για την πνευματική πορνεία και μοιχεία μέσα από την άνομη και παράλογη και άθεσμη ηδονή του Εγώ σε βάρος της ενηδόνου άκτιστης κοινωνίας μετά του Κυρίου. Για τους λόγους αυτούς και επειδή ο Κύριος είναι Πνεύμα, πρόκειται για πολύ επαχθέστερα και βδελυρά αμαρτήματα ενώπιον του Θεού, τα οποία μάλιστα, άγοντα συνηθέστατα στη βλασφημία του Αγίου Πνεύματος, καταγγέλλονται ως ασυγχώρητα από το αψευδές στόμα του ίδιου του Χριστού (Λουκ. 12:10). 
Στο σημείο αυτό παρατηρεί ο γέρων Επιφάνιος αναφερόμενος στην ομόλογη πλάνη των σύγχρονων αντιοικουμενιστών με εκείνη των παλαιοερτολογιτών αναφορικά με την παγκόσμια «μόλυνση» της Εκκλησίας εκ των υποτιθέμενων εκκλησιολογικών αυτών παραχαράξεων: «άρα κατεποντίσθη εις τα πελάγη της αιρέσεως η αληθινή Εκκλησία του Χριστού, καίτοι Ούτος είπεν ότι ‘καὶ πύλαι Ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς’ (Ματθ. 16:18); Μη γένοιτο, αδελφέ μου, να αποδεχθώμεν τοιαύτην βλασφημίαν» (εκ του βιβλίου «Τα Δύο Άκρα» του αρχιμ. Επιφάνιου, εκδ. Ησυχαστηρίου Κεχαριτωμένης Θεοτόκου Τροιζήνος, 2008, σ. 92, από το οποίο και οι υπόλοιπες παραπομπές του άρθρου μας). 
Βλέπουμε σαφέστατα ο π. Επιφάνιος να χαρακτηρίζει ως βλασφημία αυτά τα πράγματα, τις εωσφορικές δηλαδή αυτονομήσεις, αυτοεξαιρέσεις και εγωτικές εξάπαντος αυτοεξάρσεις εκ του Σώματος της Εκκλησίας. Συνεχίζει ο φαεινός αυτός καινός αστήρ της Ορθοδοξίας λίγο πιο κάτω: «ποία έσται η ευθύνη ημών, αν υποκαταστήσωμεν ημείς την κρίσιν της Εκκλησίας, επειδή νομίζομεν ότι γνωρίζομεν την κρίσιν του Θεού; Δεν είνε απείρως προτιμότερον, ως ταπεινότερον και ασφαλέστερον, το να επώμεθα ταις αποφάσεσι της Εκκλησίας; Αδελφέ μου, είνε εσχάτη πλάνη η γνώμη ότι ημείς είμεθα ασφαλείς γνώσται της ψήφου του Θεού. Ουαί, χιλιάκις ουαί, τη Εκκλησία, όταν τα άτομα, και μάλιστα οι λαϊκοί, κηρύττωσιν επαναστάσεις του είδους αυτού […] Εις τα πλάσματα αυτά, τα αναμφιβόλως καλοπροαίρετα, αλλά δεινώς πλανώμενα υπό του επαρθέντος και ισοθεΐαν φαντασθέντος Εωσφόρου, αρμόζουν οι λόγοι του θείου Γρηγορίου, τους οποίους επανέλαβεν ο ξδ’ Κανών της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου: ‘τί σεαυτὸν ποιεῖς ποιμένα, πρόβατον ὤν; Τί γίνῃ κεφαλή, ποὺς τυγχάνων; Τί στρατηγεῖν ἐπιχειρεῖς τεταγμένος ἐν στρατιώταις;’ Και όμως λαϊκοί τινες εχειροτόνησαν εαυτούς ουχί απλώς Ποιμένας, αλλ’ Οικουμενικάς Συνόδους! Ο Θεός ας φανή ίλεως πάσιν ημίν!» (σ. 93). 
Τωόντι εκπληκτικές και φωτογραφικές της σύγχρονης εκκλησιαστικής πραγματικότητας οι ως άνω αναφορές του π. Επιφανίου. Θα διαφωνήσω τρόπον τινά μόνο στο σημείο που μιλά για «καλοπροαίρετα πλάσματα». Φοβάμαι ότι εδώ δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα, τουλάχιστον σε ικανό αριθμό περιπτώσεων. Κατά τα υπόλοιπα συμφωνώ και επαυξάνω. Λίαν χαρακτηριστικές και αξιοπρόσεχτες οι φράσεις του πατρός, που περιγράφουν το κρυπτόμενο αυτό πάθος της υπερηφανείας, που ενίοτε αγγίζει τα ακραία όρια του εωσφορισμού. Πρόκειται σαφέστατα για «εσχάτη πλάνη». Και φυσικά δεν περιορίζεται τούτο μόνο σε λαϊκούς, αλλά και σε ιερείς και μοναχούς. 
Ο Επιφάνιος χαρακτηρίζει τις κληρικολαϊκές αυτές εξεγέρσεις «καθαρούς Προτεσταντισμούς» (σ. 76). Βλέπουμε εν ταυτώ λαϊκούς, αναζητούντες σήμερα εκκλησιαστική εστία και ταυτότητα στους καθαιρεθέντες Επίσκοπο Ράσκας Αρτέμιο και Ιερομόναχο Ευθύμιο Τρικαμηνά, από κοινού «να αποκηρύττουν ουχί ένα ή δύο Επισκόπους, αλλ’ ολόκληρον τοπικήν Εκκλησίαν (σ.σ. το Πατριαρχείο εν προκειμένω), μεθ’ ης πάσαι αι Ορθόδοξοι Εκκλησίαι ουκ επαύσαντο ουδ’ επί στιγμήν έχουσαι κανονικάς σχέσεις. Ούτως μετεβλήθησαν εις ΥΠΕΡεκκλησίαν» (σ. 77). Η κοφτερή γραφίδα του αρχιμανδρίτη και μέγα κανονολόγου δεν αφήνει πολλά περιθώρια για παρερμηνείες και έτερες αναγνώσεις. Να παρενθέσω απλά εδώ ως υπόμνηση, κυρίως σε άθλιο συκοφάντη ιστολόγο, ο οποίος ακόμα δεν αποκατέστησε πάλαι ποτέ άδικη κατά πάντα και ανυπόστατη λασπολογία του σε βάρος του γράφοντος επί προσωπικού, ότι δεν καταγγέλλω πρόσωπα, αλλά καταστάσεις, όπως επίσης δεν γράφω ποτέ υπέρ του Πατριάρχου ή οιουδήποτε ετέρου χάριν προσωποληψίας ή συμφέροντος, αλλά χάριν της αληθείας, της Αληθείας και της Ορθόδοξης Εκκλησιολογίας. Οπότε οι γραφές μου «σε βάρος» των κατά τα άλλα συμπαθών τούτων ιερωμένων (προφανώς και λίαν ασκητικών) δεν ενέχουν στοιχεία εμπαθείας, αλλά υιικής ταπεινής υποδείξεως σφαλμάτων με βάση την ορθόδοξη θεολογική, πατερική και ασκητική μας παράδοση και γραμματεία. 
Όπως θα έχει διαφανεί περίτρανα, οι εν λόγω κύριοι που απετειχίσθησαν, που σκέφτονται ελαφρά τη καρδία την αποτείχιση, ερωτοτροπούν μετ’ αυτής και προτρέπουν άλλους προς τούτο, λόγοις μόνον τιμούν τον π. Επιφάνιο και τον θεωρούν έναν εκ των σύγχρονων αντιοικουμενιστών πατέρων, στην πράξη όμως (αλλά και στην ιεροκανονική θεωρία και θεολογία τους) πόρρω απέχουν απ’ αυτού. Η επιλεκτική ή και απλά συνθηματική υπ’ αυτών χρήση των Αγίων και των λοιπών εκκλησιαστικών συγγραφέων, αν και καλά κρατεί, φαίνεται όχι απλά να μην πείθει τους εχέφρονας και γνώστας των πραγμάτων, αλλά και να πραγματούται με πονηρό, τουτέστιν δαιμονικό τρόπο, κατά την ανάλογη γνώση της Γραφής από τον κάθε αιρετικό, αλλά και τον ίδιο τον αντικείμενο (Ματθ. 4:6). 
Γ. Πρ. Ράσκας Αρτέμιος, ιερομόναχος Ευθύμιος και Εσφιγμενίτες 
Οι σύγχρονοι αντιοικουμενιστές – δεν αναφέρομαι στους εν Ελλάδι παλαιοημερολογίτες ζηλωτές εντός και εκτός Αγίου Όρους, αλλά στους αποπηδώντας στις μέρες μας του σκάφους της Κανονικής Εκκλησίας – άρχισαν να βρίσκουν, μάλλον να εφευρίσκουν τρόπους εκκλησιολογικής θεραπείας και αλληλοκάλυψης των εκκλησιαστικών τους αταξιών και ακροβασιών μέσα από ενέργειες και ερμηνευτικά τανύσματα των ιερών Kανόνων και της εκκλησιαστικής ιστορίας. Ίσως δεν έχουν όλοι τους αντιληφθεί - μάλλον δεν το θέλουν – ότι, εφόσον προέρχονται από την ήδη «μιασμένη» εκ του Οικουμενισμού παγκόσμια Ορθόδοξη Εκκλησία, στην οποία προ ολίγου ανήκαν και εν τη οποία έλαβαν τη Χάρη του Βαπτίσματος, του Μοναχισμού και της Ιερωσύνης τους και καθώς δεν αποκατεστάθη με κάποιον τρόπο αυτή η «μόλυνση» εκ της αιρέσεως, παραμένουν και οι ίδιοι «ρυπαροί» εκ του Οικουμενισμού: «αν Κληρικός τις διστάζη σήμερον να μνημονεύση Επισκόπων κοινωνούντων τω Πατριάρχη Αθηναγόρα, ένεκα του φόβου μη καταστή αιρετικός, πώς δεν διερωτάται μήπως είνε ήδη αιρετικός από του 1919, οπότε εμνημόνευεν Επισκόπων κοινωνούντων τω παρόμοια προς τον Αθηναγόραν φρονούντι και διακηρύσσοντι Καισαρείας Νικολάω; Οπότε… οπότε είμεθα πάντες αιρετικοί, αγαπητέ π. Νικόδημε. Πάντες ανεξαιρέτως. Και αυτοί, επαναλαμβάνω, οι αγαπητοί Παλαιοημερολογίται (σ.σ. οι φίλτατοι σημερινοί αντιοικουμενιστές, θα πρόσθετα με τη σειρά μου)» (σ. 91-92). 
Θα ισχυρισθούν ίσως τινές εξ αυτών ότι σαν αποτειχισθέντες αυτοδικαίως και αυτομάτως αποκαθαίρονται πάσης τοιαύτης αιρετικής νόσου. Αυτό αφενός είναι πλάνη εκκλησιολογική, εφόσον προϋποτίθεται Συνοδική διαγνώμη προς κατοχύρωση και καταδίκη της αίρεσης και των αιρετικών, αφετέρου δε και μεγίστη ψευδαίσθηση, καθόσον υπάρχουν προϋποθέσεις ορθής αποτείχισης, ειδάλλως έχουμε αυθαιρεσία, τουτέστιν ασυδοσία, οπότε και αμαρτία, άγουσα σε πεντακάθαρο Σχίσμα, το οποίο είναι εφάμιλλο της Αίρεσης εξ επόψεως πνευματικής, σύμφωνα πάντοτε με τα «εκκλησιαστικά μαθηματικά», που λένε ότι αίρεση και σχίσμα σε θέτουν εκτός Εκκλησίας και συνιστούν τις δυο όψεις του αυτού νομίσματος. Ως γνωστόν εξάλλου, extra ecclesiam nulla salus. 
Tις προϋποθέσεις ορίζει σαφώς και πάλι ο μακαριστός π. Επιφάνιος. Το ένα σκέλος εντοπίζεται στην λανθασμένη ερμηνεία του ΙΕ’ Κανόνος της Πρωτοδευτέρας περί του υποχρεωτικού ή δυνητικού χαρακτήρος του (για το οποίο θα γίνει λόγος λίγο πιο κάτω) και το άλλο στο ορθό και συνετό εκκλησιοκεντρικό φρόνημα, το οποίο δεν επιτρέπει εύκολες, άκοπες, άσκοπες και ανέξοδες αυτονομήσεις, οι οποίες, ωστόσο, εν τέλει δυστυχέστατα κοστίζουν πολλάκις την αιώνια σωτηρία. Γίνομαι πιο συγκεκριμένος και πάλι μέσω του γέροντος Επιφανίου: «αν πιστεύωμεν ότι οι Επίσκοποι ημών δεν είνε προδόται, αλλ’ απλώς ανέχονται, οικονομία χρώμενοι, τότε και ημείς οφείλομεν να μη αποστώμεν απ’ αυτών. Δυνάμεθα βεβαίως να εκδηλώσωμεν πάσαν διαμαρτυρίαν […] Δεν επιτρέπεται όμως ουδαμώς ούτε να υποκαταστήσωμεν ημείς το Σώμα των Ορθοδόξων Επισκόπων και να… αποκηρύξωμεν ημείς τον Πατριάρχην ούτε να αποσπασθώμεν απ’ αυτών, επικαλούμενοι ως λόγον, την υπ’ αυτών επιδεικνυομένην οικονομικώς ανοχήν» (σ. 150). Ας καθρεφτισθεί έκαστος και οι πράξεις του στα λόγια αυτά του αρχιμανδρίτη. Σημειωτέον ενταύθα ότι σε άλλο σημείο ο ίδιος ο Επιφάνιος λέει για την εποχή του πως υπάρχουν αξιόπιστοι Ιεράρχες, τους οποίους παραδέχεται. Ερωτώ με τη σειρά μου: σήμερα άραγε δεν υπάρχουν «αντιοικουμενιστές» Επίσκοποι; Μήπως ο Γόρτυνος; Ο Αιτωλίας; Ο Κονίτσης; Κάποιος άλλος; Αλλά και κανείς εκ των προαναφερθέντων, δεν τους φτάνει ο Πειραιώς; Οπότε αρχίζουμε να διαισθανόμαστε την ισχύ της γνωστής φράσης «προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις». 
Ας υποθέσουμε επίσης ότι σφάλλει ο Οικουμενικός με λεκτικές και λειτουργικές αυθαιρεσίες σε επίπεδο δογματικό. Τότε ισχύει σαφώς ο επιφάνειος λόγος αναφορικά με τις αντίστοιχες εγκλήσεις των παλαιοημερολογιτών: «φέρε μοι καταδίκην της Ελλαδικής Εκκλησίας (σ.σ. βάλε εδώ Εκκλησία Κων/πολης) παρά των άλλων Εκκλησιών (έστω και έμμεσον, δηλαδή διακοπήν της κοινωνίας) δια την ημερολογιακήν μεταβολήν (σ.σ. εν προκειμένω οικουμενιστικήν καινοτόμησιν) και τότε εγώ γίνομαι πάραυτα Παλαιοημερολογίτης (σ.σ. εδώ Τρικαμηνίτης ή Αρτεμιακός ή Αποτειχισθείς ή ό,τι άλλο θέλετε). Δεν δύνασθε τούτο υμείς οι Παλαιοημερολογίται (σ.σ. τίθει Αντιοικουμενισταί); Τότε αποδέξασθε, επόμενοι τη πράξει της καθόλου Ορθοδόξου Εκκλησίας, την κανονικήν κοινωνίαν μετά της Εκκλησίας της Ελλάδος (σ.σ. και του Φαναρίου), και τότε γίνομαι και εγώ Παλαιοημερολογίτης. Τούτων μη γενομένων, πώς δύναμαι να διακόψω την μετά της Εκκλησίας της Ελλάδος κοινωνίαν, αποκοπτόμενος ούτω από της καθόλου Ορθοδόξου Εκκλησίας, ήτις κοινωνεί τη Εκκλησία της Ελλάδος; Όχι, αδελφέ! Εγώ δεν διενοήθην να υποκαταστήσω την Ορθόδοξον Καθολικήν Εκκλησίαν! Ούτε επίστευσά ποτε ότι η ανά την Οικουμένην Ορθόδοξος Εκκλησία κατεπόθη υπό της πλάνης, ώστε να δύνωμαι να αδιαφορήσω δια το τι πράττει αύτη και μετά ποίων κοινωνεί» (σσ. 130-131).
Λίγο παρακάτω ο αυτός πατήρ σημειώνει εμφατικά: «πάσαι αι επί μέρους Ορθόδοξοι Εκκλησίαι, αι εμμείνασαι εν τω Παλαιώ Ημερολογίω (σ.σ. αι μη συμμετέχουσαι στο Π.Σ.Ε. και εν γένει μη συμφωνούσαι με τις ενέργειες του Πατριάρχου), ηδύναντο, εάν ήθελον, να διακόψουν πάσαν κοινωνίαν προς την Εκκλησίαν της Ελλάδος (σ.σ. τίθει συνεχώς Οικουμενικό Θρόνο) και να κηρύξωσιν αυτήν σχισματικήν δια την μονομερώς αποτολμηθείσαν μεταβολήν. Αλλά τούτο δεν εγένετο. Αι άλλαι Εκκλησίαι εσιώπησαν δια το τελεσθέν και συνέχισαν την προς την Ελλαδικήν Εκκλησίαν κανονικήν κοινωνίαν. Κατ’ ακολουθίαν η Ελλαδική Εκκλησία παρέμεινε, παρά την όλως ανόητον και ανωφελή μεταβολήν, τμήμα υγιές κανονικώς της καθόλου Ορθοδόξου Εκκλησίας» (σ. 133). Αναρωτιέμαι και πάλι από την πλευρά μου αν τα αυτά ισχύουν και για τη σημερινή εκκλησιαστική κανονική πραγματικότητα της Μητρός Εκκλησίας και των μετ’ αυτής κοινωνουσών Τοπικών Εκκλησιών… 
Δ. Ο επίμαχος ΙΕ’ Κανών της Πρωτοδευτέρας Συνόδου 
Είναι γεγονός ότι αν θέλεις να στηρίξεις μια θέση, μπορείς να εφεύρεις πολλούς τρόπους, μάλιστα να βρεις και αγιογραφικά και πατερικά ερείσματα, με τις κατάλληλες, εννοείται, ερμηνευτικές χειρουργικές επεμβάσεις και τις κατά το δοκούν προσεγγίσεις, χωρίς – όπερ και το χείρον – να νοιάζεσαι πραγματικά για τη θεάρεστη ανάγνωση των πραγμάτων και τη συμμόρφωση στο θείο θέλημα. Ξεκινώ λοιπόν με μια αφοπλιστική ρήση του π. Επιφανίου, ο οποίος είναι αδιαμφισβήτητα μεταξύ των κορυφαίων σύγχρονων ορθόδοξων κανονολόγων: «όσα δήποτε και αν είπης, δεν θα δυνηθής να αποδείξης ότι ο ΙΕ’ Κανών της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, είνε υποχρεωτικός και ουχί δυνητικός, ότι δηλαδή επιβάλλει την υποχρέωσιν της παύσεως του μνημοσύνου προ ‘Συνοδικής διαγνώμης’ και ουχί ότι παρέχει απλώς την τοιαύτην δυνατότητα» (σ. 139). 
Η τεράστια φιλολογία περί το ζήτημα, για το οποίο χύνεται νυν τόσο μελάνι σε εκκλησιολογικές αντιδικίες (βλ. π.χ. σύγκρουση π. Ευθυμίου Τρικαμηνά και Μητρόπολης Πειραιώς), αλλά και τόση Χάρη διαχέεται εκτός Εκκλησίας με τις εξ αυτής σχετικές αποπηδήσεις των αναγιγνωσκόντων στρεβλά τον εν λόγω Κανόνα, δεν μπορεί να μας αφήσει αδιάφορους ή προβαίνοντας σε μια πρόχειρη επ’ αυτού τοποθέτηση. Γράφει ο π. Επιφάνιος εξειδικεύοντας περισσότερο: «είτε υποχρέωσιν καθιεροί ο Κανών είτε δικαίωμα απλώς παρέχει, το βέβαιον είνε ότι ουδαμού λέγει ότι ο παύων το μνημόσυνον του εαυτού Επισκόπου, προσκολλάται εις τον πρώτον τυχόντα Επίσκοπον. Πολλώ μάλλον δεν λέγει ότι προσκολλάται εις Επισκόπους, καθ’ ων εξεγείρονται δεινώς οι ιεροί Κανόνες. Ο παύων το μνημόσυνον του οικείου Επισκόπου Κληρικός, αρκείται εις τούτο, αποφεύγει να μνημονεύση ετέρου και αναμένει εν ηρεμία συνειδήσεως την κρίσιν της Συνόδου. Αυτό, και μόνον αυτό, είνε το νόημα του Κανόνος» (σ. 95-96). 
Για να δούμε, λοιπόν, αν οι σύγχρονοι αποτειχισθέντες και καθαιρεθέντες κληρικοί τηρούν τις ευαίσθητες αυτές προϋποθέσεις, όπως τουλάχιστον αποφαίνεται περί αυτών ο εμβριθέστατος κανονολόγος π. Επιφάνιος. Άρχομαι από τους Εσφιγμενίτες πατέρες. Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι καλώς κατά τα τέλη του παρελθόντος αιώνος διέκοψαν το μνημόσυνον του Πατριάρχη. Έχουν καταλάβει όμως ότι, προσχωρήσαντες εμμέσως ή αμέσως σε συγκεκριμένη παράταξη των ΓΟΧ, κατέστησαν αυτομάτως σχισματικοί, μάλλον καθίστανται αδιαλείπτως, διότι πλέον διδάσκουν κατά κόρον τον οικουμενιστικό μολυσμό σύμπασας της Ορθοδόξου Εκκλησίας και το άκυρον των Μυστηρίων της πλην των εν Ελλάδι παλαιοερτολογιτών, στην προσχώρηση των οποίων προτρέπουν άπαντες τους προσκυνητές αδιαλείπτως; Οι δε πνευματικές συνέπειες της πλάνης τους καθίστανται ορατές θεία παραχωρήσει ευκαίρως ακαίρως, όπως φάνηκε πρόσφατα με τη δημοσίευση των θέσεών τους για σύγχρονους στυλοβάτες της Ορθοδοξίας (γέροντες Παΐσιο και Πορφύριο), τους οποίους παρουσιάζουν λίγο πολύ σαν πλανεμένους και μάγους, μόνο και μόνο διότι δεν ασπάζονται τις δικές τους θέσεις! 
Ο πρ. Ράσκας Αρτέμιος, αν και μαθητής του αγίου Ιουστίνου, φαίνεται να μην ακολουθεί επακριβώς το πνεύμα εκείνου: «ο τοιούτος και τοσούτος και τηλικούτος ανήρ δεν διενοήθη να αποσχισθή από της Σερβικής Εκκλησίας, καίτοι αύτη κοινωνεί τω Πατριάρχη Αθηναγόρα. Ακόμη δε και τρεις υποτακτικοί αυτού, Θεολόγοι Κληρικοί, ευρισκόμενοι κατ’ εντολήν αυτού εν Ελλάδι, μνημονεύουν αδεώς των Επισκόπων της Ελλαδικής Εκκλησίας» (σ. 94). Ακόμη και αν αντείπουν μερικοί ότι κάποια στιγμή διέκοψε το μνημόσυνο του Πατριάρχη Σερβίας, τούτο δεν σημαίνει ότι προσεχώρησε σε άλλη Εκκλησία ούτε το έπραξε γενόμενος Υπερεκκλησία. Απλά ακολούθησε την ορθή δυνητική εφαρμογή του επίμαχου Κανόνος της Πρωτοδευτέρας. Και φυσικά, δεν τράβηξε στα άκρα τη στάση του, ώστε να καθαιρεθεί επισήμως, ως ο μαθητής αυτού Αρτέμιος, ο οποίος επιτείνει την αντικανονική του συμπεριφορά ιδρύων «Εκκλησία των Κατακομβών εν εξορία» (όπως ο ίδιος τη χαρακτηρίζει εμμέσως πλην σαφώς) και περιθάλπων εκκλησιαστικώς καθηρημένο κληρικό της Ελλαδικής Εκκλησίας. 
Ερχόμαστε εν προκειμένω στην περίπτωση του π. Ευθυμίου. Ο ασκητικότατος τωόντι αυτός κληρικός κατά την ταπεινή γνώμη του γράφοντος αδικεί εν πολλοίς τον εαυτό του και τους ασκητικούς του αγώνες, χάνοντας εκ δεξιών τον πνευματικό του μισθό. Και αυτός εμβριθής κάτοχος της θεολογικής παιδείας προσποιείται ότι αγνοεί την προέλευση της εκκλησιαστικής του υπόστασης εκ μεμολυσμένων κληρικών της καθ’ ημάς Τοπικής Εκκλησίας. Σημειωτέον επίσης ότι συμφώνησε, εφόσον παρέστη, να κριθεί από «οικουμενιστές» Επισκόπους, πράγμα που δηλοί την, έμμεση έστω, αποδοχή της κανονικότητας της ιερωσύνης τους. Και παρά τη σωρεία των αντιφατικών τούτων εκκλησιολογικών του ενεργημάτων, επιτείνει την προβληματική κατάσταση στην οποία ενέβαλε εαυτόν με τη συλλειτουργία του με τον καθηρημένο (επισήμως εξάπαντος, έστω και αδίκως) πρ. Ράσκας Αρτέμιο. Δηλαδή όχι απλά δεν παραμένει στα όρια της οικείας του Επισκοπής (με τη δυνατότητα που του χορηγεί ο ως άνω Κανών περί διακοπής μνημονεύσεως), αλλά προβαίνει σε υπερόρια τρόπον τινά λειτουργική κοινωνία με έτερο Πατριαρχείο και δη μετά καθηρημένου εξ αυτού Ιεράρχη! Τι έτι χρείαν έχομεν μαρτύρων; Νυν δε γυροφέρνει και σε άλλα μέρη της Ελλάδος λειτουργών και, πιθανότατα, μη μνημονεύων ουδενός. Πλήρης καταπάτηση δηλαδή της Ορθοδόξου Εκκλησιολογίας. Λες και η Ιερωσύνη είναι ένα αναφαίρετο ιδιόκτητο οφίκιο, το οποίο ο καθείς μπορεί να χρήται όπως και όπου βούλεται. 
Μήπως εν τέλει ισχύουν για όλους τους άμεσα προαναφερθέντας τα λόγια του π. Επιφανίου: «δεν είνε δυνατόν να ανέχηται η Εκκλησία ανταρσίας και αναρχίας εν τοις κόλποις αυτής. ‘Ποίος είσαι, κύριε, θα μοι είπη, ο οποίος αποκηρύττεις εκείνους τους οποίους εγώ αναγνωρίζω; Τι είσαι; Είσαι Αρχή ανωτέρα εμού; Είσαι Υπερσύνοδος; Είσαι Υπερεκκλησία; Εγώ κρίνω, εγώ αποφασίζω. Εγώ χειρίζομαι και την ακρίβειαν και την οικονομίαν […] Εγώ έχω την αυθεντίαν και όχι συ» (σ. 75); Και μάλλον θα έκλεινε με την εξής αγαπητική προτροπή προς τους εν λόγω αδελφούς: «ω αδελφέ μου, φοβού και τρέμε δια τας εκ της Εκκλησίας αποπηδήσεις…» (σ. 97). 
Να υποσημειώσω ότι αναφερόμενος ο π. Επιφάνιος (και ημείς συν αυτώ) στην Εκκλησία, εδώ εννοεί το σώμα των κανονικών της Επισκόπων, σύμφωνα άλλωστε και με τη θεολογία του μεγάλου πατρός των ημερών μας Πορφυρίου, αλλά και την κοινή λογική, η οποία απορρίπτει φαντασιώσεις για άμεση δημοκρατική συμμετοχή στις εκκλησιαστικές αποφάσεις του συνόλου των πιστών, το οποίο πλέον είναι και πολυπληθέστατο και εξάπαντος αμφιβόλου ορθόδοξης ταυτότητας, εμπειρίας και στοιχειώδους θεολογικής παιδείας. 
Εις άπαντας, επομένως, τους ανωτέρους αδελφούς θα απευθύνω μια παραινετική έκκληση μετανοίας πάλι δια στόματος Επιφανίου: «είνε σφόδρα επικίνδυνον να πιστεύωμεν ότι μόνοι ημείς καί τινες ακόμη υπελείφθημεν εν όλω τω κόσμω πιστοί εις την Ορθοδοξίαν» (σ. 181). Και ο νοών νοείτω ή, επί το ευαγγελικότερον, ο έχων ώτα ακούειν, ακουέτω. 
Ε. Λίγα για την περίπτωση Σωτηρόπουλου 
Αναφερόμενος προ καιρού στον συμπαθέστατο κατά τα άλλα και δεινό θεολόγο κ. Σωτηρόπουλο, τόνισα τον εν πολλοίς αδιάκριτο ζήλο του, όπως αυτός εμφαίνεται στις πρόσφατες παρεμβάσεις του επί πνευματικών ζητημάτων, πολύ δε περισσότερο στην άκαμπτη και ου κατ’ επίγνωσιν και ταπείνωσιν διαχρονική εκκλησιαστική στάση του, η οποία τον οδήγησε σε αφορισμό υπό Συνόδου Επισκόπων και ουχί απλώς εξ ενός, ως επίσης θα ήτο δυνατό. Το αναφέρω για να υπογραμμίσω τη θεσμική εγκυρότητα της σκληρής τούτης κατ’ εκείνου απόφασης, έστω και αν υπόκειται σε αμφισβητήσεις του κύρους της εξαιτίας της ελεγχόμενης δικαιοσύνης της. Αν δε μάς αντιτείνει ο πολιός θεολόγος ότι αφωρίσθη άνευ απολογίας και εν γένει κανονικής διαδικασίας, ας αναμνησθεί εάν και ο ίδιος ενήργησε κατά πάντα κανονικώς στην αλλοδαπή όπου ενεκλήθη και τι ενέργειες έκαμε εκ των υστέρων, για να αρθεί η «αντικανονικότης» της εις βάρος του διαδικασίας. 
Ο γέρων Επιφάνιος μάς διαφωτίζει και εδώ: «αν λοιπόν γένηται δεκτόν ότι αι τυχόν άδικοι (αλλ’ έγκυροι) αποφάσεις των Συνοδικών Δικαστηρίων της Εκκλησίας δεν υποχρεώνουν εις υπακοήν και επομένως δυνάμεθα να μη αρκώμεθα μόνον εις ανάληψιν αγώνος, έστω και σκληροτάτου, προς τελικήν αποκατάστασιν του αδικηθέντος (τούτο είνε όχι μόνο δικαίωμα αλλά και καθήκον των πιστών), αλλά να ρίπτωμεν την καταδικαστικήν απόφασιν εις το δοχείον των απορριμμάτων, τότε πού θα φθάσωμεν; Απλούστατα, αντί συντεταγμένης Εκκλησίας θα έχωμεν ‘ελευθέραν Κέρκυραν’» (σ. 251). 
Να ενθυμίσω για μια ακόμα φορά στον πολιό συνάδελφο ότι ο γέροντας που αγαπούσε και τιμά ως Άγιο, ο π. Πορφύριος, τόνιζε ότι προτιμά να πλανάται εντός της Εκκλησίας παρά να είναι άγιος εκτός αυτής. Ας το ακούσουν και ο ίδιος και όλοι οι σύγχρονοι αποτειχισθέντες προφάσει δογματικής διολίσθησης ή οιασδήποτε καταλυθείσης δικαιοσύνης και ας κύψουν εν ταπεινώσει τον αυχένα στην εκκλησιαστική τους αρχή, η οποία εκφράζει το θείο θέλημα παρά τις ανθρώπινες ατέλειες, ασθένειες και αμαρτωλότητες. Τούτο εξάπαντος ορίζεται από την (κατά βούλησιν εκάστου, δυστυχέστατα, ερμηνευόμενη σήμερα) Ορθόδοξη Εκκλησιολογία.
Τέλος Α' Μέρους

Πέμπτη 22 Αυγούστου 2013

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΠΕΙΡΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ "ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ" ΤΟΥ


Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου 
Στην Μαρία Χατζηαποστόλου
Ο Τελευταίος Πειρασμός του Νίκου Καζαντζάκη συμπλήρωσε 50 χρόνια το 2005. Με αυτή την αφορμή κυκλοφόρησε στις Η.Π.Α. συλλογικός τόμος με εργασίες ειδικών επιστημόνων για το έργο, με τον τίτλο Scandalizing Jesus: The "Last Temptation of Christ" Fifty Years On. 
Τρία χρόνια αργότερα, στις 6 Δεκεμβρίου 2008, το Μουσείο Νίκου Καζαντζάκη, με αφορμή τη συμπλήρωση 25 χρόνων από την Ίδρυσή του, διοργάνωσε Ημερίδα με θέμα "Ο Τελευταίος Πειρασμός και οι μεταμορφώσεις του". 
Στην ημερίδα αυτή αναλύθηκε η θεολογική βάση του πολυσυζητημένου μυθιστορήματος, η πολεμική που προκάλεσε η κινηματογραφική μεταφορά του και η κριτική πρόσληψη της τότε θεατρικής διασκευής του.  
Πρόσφατα (Ηράκλειο, 2011) κυκλοφόρησε στα ελληνικά από το Μουσείο Νίκου Καζαντζάκη συλλογικό έργο για τον Τελευταίο Πειρασμό, την πρόσληψή του και τη μεταφορά του στο θέατρο, τον κινηματογράφο, την όπερα, το ραδιόφωνο, με τον τίτλο: Ο Τελευταίος Πειρασμός και οι "μεταμορφώσεις" του. 
Γράφουν (με αλφαβητική σειρά): Θανάσης Αγάθος, Γιάννης Ζουμπουλάκης, Αγγέλα Καστρινάκη, Γεωργία Κονδύλη, Μάριος Μπέγζος, Ευτυχία Παπανικολάου, Κυριακή Πετράκου, Martin Scorsese, Γιάννης Σμαραγδής, Σωτήρης Χατζάκης. 

Στον τόμο αυτό μεταφράστηκαν στα ελληνικά και αναδημοσιεύονται δύο άρθρα από τον αγγλικό τόμο Scandalizing Jesus: του σκηνοθέτη Martin Scorsese και της μουσικολόγου Ευτυχίας Παπανικολάου. Τα υπόλοιπα άρθρα είναι οι εισηγήσεις της ημερίδας του 2008. 
Η έκδοση περιλαμβάνει και μουσικό CD από το μιούζικαλ του Ηρακλή Θεοφανίδη "The Last Temptation of Christ" σε πρώτη παγκόσμια έκδοση. 
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Καθηγητής Συγκριτικής Φιλοσοφίας της Θρησκείας στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών Μάριος Μπέγζος τιτλοφορεί το κείμενό του "Η φιλοσοφία της θρησκείας του Νίκου Καζαντζάκη", ενώ στον τόμο υπάρχει αναφορά του κριτικού κινηματογράφου Γιάννη Ζουμπουλάκη στα έκτροπα που προκάλεσαν στην Αθήνα φανατικοί θρησκόληπτοι (δημοσιεύεται και σχετικό υλικό της εποχής) όταν προβλήθηκε η ταινία του Σκορτσέζε. 
Η φίλη μουσικολόγος Έφη Παπανικολάου - καθηγήτρια στην Αμερική - με το πρωτότυπο άρθρο της "Ταυτότητα και εθνικότητα στη μουσική του Peter Gabriel για την ταινία του Martin Scorsese Ο Τελευταίος Πειρασμός" μας έδωσε τις απαραίτητες εξηγήσεις γύρω από το soundtrack της ταινίας και την μη - διηγητική του P. Gabriel, καθώς η μουσική του υπογραμμίζει την κινηματογραφική εικόνα με νοήματα τα οποία δεν είναι άμεσα αντιληπτά - και εκεί ακριβώς έγκειται η δυσκολία και η πρόκληση για το θεατή. 
Ο τόμος για τον Τελευταίο Πειρασμό και τις "μεταμορφώσεις" του είναι από κάθε άποψη πολύτιμος και βέβαια χρήσιμο εργαλείο στα χέρια των ερευνητών.

Τετάρτη 21 Αυγούστου 2013

Ο ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΑΡΟΥΦΑΛΗΣ ΤΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ - ΣΥΜΒΟΛΩΝ


Ο ζωγράφος Χρήστος Γαρουφαλής μου αρέσει πολύ γιατί, όπως έχει επισημανθεί από πολλούς, εστιάζει το ενδιαφέρον του σε ταπεινά κι ευτελή αντικείμενα φορτισμένα με μνήμες της ελληνικής ζωής και παράδοσης, τα οποία, με μοναδική ικανότητα, αναδεικνύει σε σύμβολα. Πρόκειται πραγματικά για ζωγραφική χαμηλόφωνη που παραπέμπει σε μάστορες άλλων εποχών αναδεικνύοντας παράλληλα ταλέντο, δεξιοτεχνία και ευαισθησία, αλλά και πνευματικότητα. 
Ο Μανόλης Βλάχος, ιστορικός της τέχνης και καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, επισημαίνει χαρακτηριστικά: …Το είδος του ρεαλισμού που χειρίζεται ο Γαρουφαλής και η τάση του προς τη μονοχρωμία επιτρέπουν στο θέμα και να διατηρεί την τελειότητα της μορφής και να υποβάλλει το επίπεδο ενός άλλου χρόνου, την αίσθηση του μέτρου και ενίοτε του ταπεινού που ενέχει η ελληνική ζωή. Επιδίωξη του ζωγράφου είναι να υπερβεί το χρόνο και το περίβλημα που φέρει το αντικείμενο – σύμβολο… Έτσι, μεταξύ ρεαλιστικού και πνευματικού, οι εικόνες του κερδίζουν σε πραγματική υπόσταση και πνευματικότητα, μπορούν ευθύβολα να παραπέμπουν στη ζωή και την πνευματική τους διάσταση. 

Και η ιστορικός τέχνης Ελένη Βακαλό στο ίδιο μήκος κύματος σημειώνει επίσης εύστοχα πως "η συγκέντρωση του Γαρουφαλή στο αντικείμενο - σύμβολο ως ορισμού που περιέχει και διεγείρει τους όρους, είναι νομίζω μια πνευματική άσκηση που υπερβαίνει τον ρεαλισμό και αποδίδει μια κατάσταση πνεύματος, μάλλον υπερ-ρεαλιστική". 
Αποχαιρετούμε, λοιπόν, σιγά σιγά το καλοκαίρι, με μια ολωσδιόλου καλοκαιρινή εικόνα. Το καρπούζι, χρώματα λαδιού σε πανί 42Χ55, του Χρήστου Γαρουφαλή. Είναι τόσο φυσικό σα ...μεταφυσικό. Φρούτο αλλά και καρπός. Μια φέτα καρπουζιού που μπορεί να γίνεται σύμβολο. Της γης, της εποχής, της ζωής. 
Εύχομαι από καρδιάς στον κ. Χρήστο Γαρουφαλή υγεία και δύναμη για να μας μεταδίδει αισθητική απόλαυση και συνάμα αληθινή πνευματικότητα με τον χρωστήρα του.
Περισσότερα για τον ζωγράφο και το έργο του δείτε εδώ
Π.Α.Α.

Τρίτη 20 Αυγούστου 2013

ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΛΟΓΟΣ ΥΠΟΜΟΝΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΛΗΣΕΩΣ - ΦΤΑΝΟΥΝ ΟΙ ΑΝΕΞΟΔΕΣ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΕΣ


Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου 
Η Εκκλησία ευαγγελίζεται Ιησούν Χριστόν και τούτον εσταυρωμένον. 
Κηρύσσει πίστη, ελπίδα και αγάπη, προπαντός δε αγάπη. 
Αλλά φαίνεται πως κάποιοι αρχιερείς και ιερείς – κατά μίμησιν των επισκόπων τους – δεν ...αντέχουν το κήρυγμα της βασιλείας και έχουν περάσει σ' ένα ακατάπαυστο ...πυρφόρο καταγγελτικό λόγο, όπου δεν υπάρχει όχι πίστη, ελπίδα και αγάπη, αλλά ούτε κάν ανοχή. 
Το Παύλειον «ὁ δὲ θεὸς τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως δῴη ὑμῖν τὸ αὐτὸ φρονεῖν ἐν ἀλλήλοις κατὰ Χριστὸν Ἰησοῦν», έχει εκλείψει, ο καθένας λέει ότι θέλει και κυρίως καταγγέλλει, καταγγέλλει, καταγγέλλει ασυστόλως! 
Ο παραμυθητικός λόγος της Εκκλησίας έχει αντικατασταθεί από τον καταγγελτικό, ο οποίος φυσικά είναι λόγια και μόνο λόγια. Καταγγέλλονται οι πάντες: Κυβέρνηση, αντιπολίτευση, Άγγλοι, Γερμανοί, Πορτογάλοι, Εβραίοι προπαντός (!), Τούρκοι από κοντά, Αλβανοί και πάσαι αι φυλαί της γης που επιβουλεύονται την Ελλάδα. 
Η τακτική αυτή δυστυχώς μου θυμίζει την «Αυριανική» λαϊκιστική μέθοδο: ο λαός άμοιρος ευθυνών και φταίνε πάντα κάποιοι άλλοι και συ λαέ πάρε τα όπλα εναντίον των εχθρών της πίστεως και της πατρίδος! 
Παρά τις φωνασκίες – συχνάκις δε και κακοφωνίες – των κληρικών μας, ο λαός δεν «σηκώνεται από τους καναπέδες» και κοιτάει πώς θα βολευτεί και την Κυριακή θα ψωνίσει πανηγυρικά, όταν του δοθεί η δυνατότητα, και θα γράψει στα παλαιότερα των υποδημάτων του τις ανώδυνες προτροπές αρχιερέων και ιερέων «μη ψωνίσει κανείς την Κυριακή» κ.ο.κ. 
Και επειδή οι …εγχώριες καταγγελίες τους πέφτουν …λίγες, προχωρούν και σε διεθνείς, όπως για παράδειγμα οι Σεβ. Κονίτσης και Αιτωλοακαρνανίας οι οποίοι θέλησαν με σφοδρότητα – πάντα!- να καταδικάσουν τα γεγονότα στην Πρεμετή, αγνοώντας προκλητικά τον Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας Αναστάσιο και δημιουργώντας του προβλήματα με τις εμπρηστικές δηλώσεις τους. 
Ο καταγγελτικός λόγος είναι εύκολος. Ο της υπομονής και της παρακλήσεως είναι ο δύσκολος. Και γι’ αυτό έχει χαθεί η ουσιαστική σχέση μεταξύ ποιμένων και ποιμνίου. 
Ας ελπίσουμε ότι κάποια στιγμή θα ακούγονται περισσότερο όσοι ακολουθούν τον δύσβατο δρόμο και όχι αυτόν του ελεγκτικού συνεδρίου.

Δευτέρα 19 Αυγούστου 2013

Η ΣΟΠΡΑΝΟ ΑΛΕΞΙΑ ΒΟΥΛΓΑΡΙΔΟΥ ΣΤΟΝ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟ


H Ελληνίδα σοπράνο Αλεξία Βουλγαρίδου κατακυρίευσε με την τέχνη της τους Αυστραλούς, ως πρωταγωνίστρια στην «Τόσκα» του Πουτσίνι που ανέβηκε στην Όπερα του Σίδνεϊ για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων (μέσα στο διάστημα 6 Ιουλίου έως 31 Αυγούστου). 
«Η όμορφη σοπράνο με τη μαγευτική φωνή έχει όλο το "πακέτο", που απαιτείται, για να ξεχωρίσει κανείς στην όπερα. Φωνή διαμάντι, άριστη τεχνική, λαμπερή προσωπικότητα» σημειώνεται σε δημοσιεύματα του αυστραλιανού Τύπου. 
Η ίδια δήλωσε: «Αν είσαι αληθινός και μιλάς με αληθινά συναισθήματα και αληθινή ψυχή περνάει στο κοινό. Αυτό σε κάνει να ξεχωρίζεις. Η ποιότητα. Ότι δεν αντιγράφεις κάποιον, αλλά προσπαθείς να δώσεις τη δική σου ταυτότητα μέσα από τη φωνή σου και την κίνηση του σώματός σου».
Η Ελληνίδα λυρική καλλιτέχνις δεν παρέλειψε να επισκεφθεί τον Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας Στυλιανό, ο οποίος, ως ποιητής, πάντοτε απολαμβάνει την μετά καλλιτεχνών αναστροφήν.

Κυριακή 18 Αυγούστου 2013

ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΣΤΗ ΣΟΥΜΕΛΑ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ


Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος ξεκίνησε και τελείωσε την ομιλία του στην Παναγία Σουμελά του Πόντου, φέτος τον Δεκαπενταύγουστο, με στίχους δύο μεγάλων ελλήνων ποιητών.
Του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη και του Κωστή Παλαμά.
Δανείστηκε για την αρχή στίχους του Βαλαωρίτη από το περίφημο ποίημα του Η Φανερωμένη, εμπνευσμένο από την πολιούχο της Λευκάδας - γενέθλιο γη του ποιητή - Παναγία την Φανερωμένη.
Ιδού το σχετικό απόσπασμα που παρέθεσε ο Πατριάρχης:


«Ξυπνᾶ κι᾿ ὁ γερο γούμενος, τόν ὄρθρο του σημαίνει
καί μουρμουρίζοντας σιγά, στήν ἐκκλησιά πηγαίνει,
τήν ἅγια Εἰκόνα τῆς Κυρᾶς σκυφτά νά προσκυνήσει.
Κι᾿ ἐκεῖ πού ἐτέντων ὁ παπᾶς τά χείλη νά φιλήσει
τοῦ κάστηκε πώς ἔλειπε –παράδοξη ἱστορία- 
ἀπ᾿ τό θρονί της τό χρυσό ἡ Δέσποινα Μαρία...
Ἐτρομαξ΄ὁ καλόγερος... Στήν πλάκα γονατίζει,
χτυπᾶ τό μέτωπο στή γῆ, παρακαλεῖ, δακρύζει... 
Μέ μιᾶς ἀστράφτ᾿ ἡ ἐκκλησιά κι᾿ αἰσθάνετ᾽ ἕνα χέρι 
ὅπου τόν ἀνασήκωνε...Μοσχοβολάει τ᾿ ἀγέρι... 
Τά μάτια του ἄνοιξ᾿ ὁ παπᾶς...Στό κάτασπρό του γένι
τό δάκρυ του ἔσταζε βροχή. Κοιτάζει...καθισμένη
στό Θρόνο βλέπει τήν Κυρά, πού τοῦ χαμογελοῦσε
καί τό Παιδί πού ἐχαίρετο καί πού τόν εὐλογοῦσε.
-Σέ ποιό καλύβι ἀγνώριστο, σέ ποιά καρδιά θλιμμένη
νά πέρασες τή νύχτα Σου, Κυρά Φανερωμένη;»
Και ο Πατριάρχης λέει πως έτσι:
θά ἐτραγουδοῦσε καί θά ὑμνοῦσε μαζί μέ ὅλους μας σήμερα ἐδῶ, σήν Σουμελᾶν τήν Παναΐαν, ὁ Λευκαδίτης ποιητής Ἀριστοτέλης Βαλαωρίτης.
Ολόκληρο το ποίημα Η Φανερωμένη μπορείτε να διαβάσετε εδώ.


Ο Πατριάρχης έκλεισε την ομιλία του στη Σουμελά του Πόντου με στίχους του Παλαμά.
Το σχετικό απόσπασμα έχει ως εξής: 
Ἄς μιμηθοῦμε κατά τό ἀνθρωπίνως δυνατόν τό παράδειγμά της καί τήν Εἰκόνα της, παραδιδούσης τό πνεῦμα εἰς τόν Κύριον καί Θεόν της, διά νά εὕρωμεν χάριν καί ἔλεος ὅταν θά συναντηθοῦμε εἰς τήν οὐράνιον Γαλιλαίαν καί θά ἰδοῦμε τό Πρόσωπον τοῦ ἀπροσωπολήπτου Κυρίου, «καθώς ἐστι» δίκαιος καί ἀληθινός καί κρίνων καί ἀγαπῶν καί σώζων. 
Εἴθε ὅλοι νά ἀξιωθῶμεν αὐτῆς τῆς μοναδικῆς χ α ρ ᾶ ς «ἐν τῇ Χώρᾳ τῶν ζώντων». 
Μέχρι τότε, ἀπευθύνουμε εἰς τήν Παναγίαν, σήμερα καί πάντοτε, μέ ἕνα στόμα καί μία καρδιά, τήν «Μυστική Παράκλησι» τοῦ Μεσολογγίτου ποιητοῦ Κωστῆ Παλαμᾶ: 
«Δέσποινα, 
κανένα φόρεμα τή γύμνια μου 
δέ φθάνει νά σκεπάσει, ... 
Πρόστρεξε, Μυροφόρα, 
μονάχα ἐσένα πίστεψα, 
καί λάτρεψα μονάχα ἐσένα, 
ἀπό τά πρωτινά γλυκοχαράματα 
κι᾿ ὥς τώρα στά αἱματοστάλαχτα 
μιᾶς ὠργισμένης δύσης. ... 
Δέσποινα, στήριξέ με ἐσύ 
καί μή μ᾽ ἀφήσεις.......». Ἀμήν.
Ολόκληρο το ποίημα του Παλαμά μπορείτε να διαβάσετε εδώ
Ολόκληρη την ομιλία του Οικουμενικού Πατριάρχου στην Παναγία Σουμελά του Πόντου καθώς και το βίντεο της Πατριαρχικής Λειτουργίας δείτε στο Φως Φαναρίου

Παρασκευή 16 Αυγούστου 2013

ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ ΚΑΙ ΤΟΥΣ "ΧΑΛΑΣΟΧΩΡΗΔΕΣ" ΤΟΥ Σ' ΕΝΑ ΞΩΚΛΗΣΙ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ


Με τον Παπαδιαμάντη σε ξωκλήσι της Κρήτης 
12 Αυγούστου 2013 
Στο ξωκλήσι του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, το ανακαινισμένο με φροντίδα των κατοίκων του χωριού Πανέθημος Κισάμου Χανίων η βραδιά είναι αφιερωμένη στον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Παρουσιάζεται η δεύτερη έκδοση του βιβλίου της Θεοδοσίας Δασκαλάκη, με τίτλο: Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης «Χαλασοχώρηδες» και άλλες «δύο αιώνων πριν» σύγχρονες πολιτικές ιστορίες», έκδοση «Πολιτιστική Εταιρεία Κρήτης – Πυξίδα της Πόλης». Το βιβλίο παρουσιάζουν ο Δρ. Αλέξανδρος Κ. Παπαδερός και η Βαρβάρα Περράκη, Πρόεδρος του Συνδέσμου Φιλολόγων Χανίων.
Με πρόταση του Α. Παπαδερού, πριν από την παρουσίαση τελέσθηκε επιμνημόσυνη δέηση για τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, πιθανώς για πρώτη φορά στην Κρήτη! 
Πυξίδα της εκδήλωσης υπήρξε το «θρησκευτικό και πολιτικό δόγμα» του Παπαδιαμάντη, που είχε γράψει και είχε πράξει ολοζωής: 


«Τό ἐπ’ ἐμοί, ἐνόσω ζῶ καί ἀναπνέω καί σωφρονῶ, δέν θά παύσω πάντοτε, νά ὑμνῶ μετά λατρείας τόν Χριστόν μου, νά περιγράφω μετ’ ἔρωτος τήν φύσιν, καί νά ζωγραφίζω μετά στοργῆς τά γνήσια Ἑλληνικά ἔθη.» (Λαμπριάτικος Ψάλτης 1893). 
Απόσπασμα από την ομιλία του Α.Κ.Παπαδερού: 
«Το βιβλίο, για το οποίο θα μιλήσουμε απόψε, έχει ως αφετηριακό τίτλο τη λέξη «Χαλασοχώρηδες». Σίγουρα είναι εντελώς συμπτωματικό, ας μην το αντιπαρέλθουμε όμως το γεγονός, ότι το διήγημα του Παπαδιαμάντη, που φέρει αυτό τον τίτλο, άρχισε να δημοσιεύεται στην εφημερίδα ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ των Αθηνών πριν από 121 χρόνια, σαν σήμερα, 12 Αυγούστου του 1892. 


Και μια δεύτερη σύμπτωση:Οι «Χαλασοχώρηδες» αντικατοπτρίζουν και καυτηριάζουν τα ευτράπελα και τα ανώμαλα των εκλογών της 3ης Μαΐου του ίδιου χρόνου, οι οποίες είχαν φέρει στην εξουσία τον γεννημένο στο Ναύπλιο Πρωθυπουργό Χαρίλαο Τρικούπη. Αυτόν τον μεγάλο πολιτικό, που αδυνατώντας να ικανοποιήσει τις αξιώσεις των ξένων δανειστών, αναγκάστηκε ένα χρόνο αργότερα να εκφωνήσει το τραγικό για τη χώρα: «δυστυχώς επτωχεύσαμεν». Ευχή μας και προσευχή μας είναι να μην ακούσουμε την ίδια κραυγή απελπισίας από τον σύγχρονο Πελοποννήσιο Πρωθυπουργό μας!.»