Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2011

ΤΟ ΜΕΓΑ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΞΙΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ


Υπάρχει ένας τρόπος να μπαινοβγαίνουμε στα καθημερινά
γεγονότα, έτσι που το ρούχο μας να μην πιάνεται απ' τα κλαδιά
που απλώνει γύρω μας το συμφέρον.
Οδυσσέα Ελύτη Ο Κήπος με τις αυταπάτες, σ. 13

Ο π. Βασίλειος Θερμός, που προτάσσει του νέου του βιβλίου το παραπάνω Ελυτικόν ζωής, τόλμησε για άλλη μια φορά! Έχει θίξει με τα γραφτά του πολλά από τα κακώς κείμενα στην Εκκλησία και την κοινωνία, προτείνοντας παράλληλα και την κατ' αυτόν θεραπεία αυτών των προβλημάτων. Πάντα το έκανε με παρρησία και με λόγο ανυπόκριτο. Τώρα πήγε ακόμα ένα βήμα πιο πέρα. Με βάση την προσωπική του εμπειρία - μαρτυρία, θίγει πανηγυρικά το ζήτημα της αναξιοκρατίας στα Πανεπιστήμιά μας, αρχής γενομένης - ας το πούμε έτσι - από τα καθ' ημάς, ήτοι από την Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και δη το Τμήμα Κοινωνικής Θεολογίας. 
Με αφορμή, λοιπόν, την κυκλοφορία του νέου βιβλίου του π. Βασιλείου Θερμού με τίτλο ΕΘΝΟΣ - ΣΚΑΝΤΖΟΧΟΙΡΟΣ διοργανώνθηκε την περασμένη Πέμπτη 3 Νοεμβρίου στο βιβλιοπωλείο του Αρμού στην Αθήνα εκδήλωση (απ' όπου και η φωτογραφία) που δεν ήταν η παρουσίαση του βιβλίου αλλά ένας δημόσιος διάλογος με το καυτό θέμα: "Η αναξιοκρατία στην Ελληνική κοινωνία". Η μάστιγα της αναξιοκρατίας που ταλανίζει το νεοελληνικό κράτος ήδη από τη σύστασή του.
Στην εκδήλωση ομιλητές ήταν οι: Θάνος Λίποβατς - Ομότ. Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Χαρίδημος Τσούκας - Καθηγητής Πανεπιστημίου Κύπρου (ο Χαρίδημος Τσούκας προλογίζει το βιβλίο), Πάνος Νικολόπουλος - Νομικός, λέκτορας Νομικής Σχολής Ε.Κ.Π.Α και ο π. Βασίλειος Θερμός. Ακολούθησε συζήτηση με το κοινό.
Μεταφέρω εδώ ένα απόσπασμα από το βιβλίο του π. Βασιλείου Θερμού:
Δεν υπάρχει σε κανέναν αμφιβολία ότι μια μερίδα συμπολιτών μας πασχίζει να διασώσει την ανθρωπιά και την ευσυνειδησία σε κάθε τομέα της δημόσιας ζωής. Το ίδιο συμβαίνει και στα Πανεπιστήμια, όπου κάποιοι ιδεολόγοι δάσκαλοι αγωνίζονται για την πρόοδο της επιστήμης και για το καλό των νέων που τους εμπιστεύθηκε η κοινωνία. Έναν αγώνα με κόστος, ενάντια στον κομματισμό και τους τραμπουκισμούς. Είχα τη χαρά να γνωρίσω τέτοιους πανεπιστημιακούς.
Όμως με βαθειά θλίψη πρέπει να παραδεχθούμε πως η εικόνα αυτή δεν είναι ο κανόνας. Την πεποίθηση μου αυτή δεν αντλώ μόνο από τη δική μου περίπτωση που ο αναγνώστης θα έχει την ευκαιρία να διαβάσει στη συνέχεια· στο κάτω-κάτω θα μπορούσε να είναι μεμονωμένη. Μου προκύπτει και από πλήθος αφηγήσεων άλλων, αγωνιζόμενων πανεπιστημιακών, τις οποίες μου έχουν εμπιστευθή. Φίλος που εξελέγη επίκουρος καθηγητής σε επαρχιακό ΑΕΙ μου είπε: «Έχω χάσει τον ύπνο μου. Δεν είχα διανοηθη ποτέ ότι συμβαίνουν τέτοια πράγματα στα πανεπιστήμια!».
Λοιπόν, έχω την πεποίθηση ότι τη χαλαρότατη μέχρις εξαφανίσεως θεσμική συνείδηση των πανεπιστημιακών μας δεν την έχει γνωρίσει ακόμη η κοινωνία. Τα παρασκήνια των ΑΕΙ εξακολουθεί να τα αγνοεί. Δηλαδή αγνοεί την άβυσσο των μηχανορραφιών και των εκβιασμών από τις οποίες συχνά συνοδεύονται οι πανεπιστημιακές κρίσεις. Το ποιός έχει σημαντικότερο έργο ή το ποιός έχει αναγνωρισθή από τη διεθνή κοινότητα ή το ποιός διαθέτει πιο πρωτότυπη σκέψη κτλ. σε πολλές κρίσεις δεν διαδραματίζει κανένα ρόλο. (Τα πασίγνωστα παραδείγματα των Δημήτρη Νανόπουλου και Παναγιώτη Κονδύλη, επιστημόνων με διεθνή αναγνώριση των οποίων η υποψηφιότητα απορρίφθηκε από ελληνικά πανεπιστήμια(!) είναι μόνο η ορατή κορυφή του παγόβουνου). Εκείνο που μετρά είναι οι συμπάθειες και οι αντιπάθειες, το αν ο υποψήφιος κρίνεται «συνεργάσιμος» δηλαδή ευπειθής και άβουλος, προκειμένου οι «οπλαρχηγοί» του Τμήματος να μπορούν να συνεχίσουν ανεμπόδιστοι τα σχέδια επιρροής και εξουσίας τους.

Άλλα κριτήρια εκλογής καθηγητών είναι η εξόφληση «γραμματίων» υποχρεώσεων και οι ψυχροί υπολογισμοί για το μέλλον. «Άλλοι αποζημιώνουν συνεργάτες τους που επί πολλά έτη έκαναν γι’ αυτούς εργασία που έπρεπε να κάνουν οι ίδιοι. Άλλοι βοηθούν κάποιο συνεργάτη τους να προαχθή στη θέση του καθηγητή μέχρις ότου ωριμάσει κάποιο μέλος της οικογένειάς τους (εννοεί: να «κρατά» καλυμμένη και εξασφαλισμένη τη θέση). Άλλοι βοηθούν τον δικό τους για να μην έλθει καλύτερος καθηγητής και έτσι αναδειχθή η ανεπάρκειά τους». Άλλοι, έχοντας «δικούς» τους δυνητικούς υποψήφιους οι οποίοι όμως αργούν ακόμη για την κατάληψη θέσης, φθάνουν σε τέτοιο υπολογιστικό σημείο ώστε να μη δέχονται για διδακτορικό υποψήφιους που φαίνονται ικανοί για μελλοντικοί εξέλιξη ή να σαμποτάρουν το διδακτορικό τους αν το κάνουν αλλού. Άλλοι αρνούνται η κωλυσιεργούν να χορηγήσουν συστατικές επιστολές για μεταπτυχιακές σπουδές στο εξωτερικό, ώστε να μην επιστρέψει με προσόντα ο ενδιαφερόμενος και διεκδικήσει θέση που προορίζεται για γόνο.
Ανώνυμος πανεπιστημιακός της Ιατρικής γράφει: «Δεν είναι μόνο ότι έχουν βοηθηθή συγκεκριμένοι γόνοι για να καταλάβουν θέσεις. Ολόκληρα τμήματα νέκρωσαν για δεκαετίες (δεν δίνονταν διατριβές, δεν προσλαμβάνονταν άνθρωποι με προσόντα) με μόνο κίνητρο να μην υπάρχει ανταγωνιστής για τον γόνο που αναμενόταν. Δεν είναι δηλαδή ότι βοήθησαν τους συγγενείς τους, έκοψαν και τα πόδια οποιουδήποτε πιθανού ανταγωνιστή».
Κανείς δεν είναι σε θέση να γνωρίζει την έκταση αυτού του τριτοκοσμικής φύσης προβλήματος. Γνωστή μου, καθηγήτρια Ιατρικού Τμήματος της χώρας μας, με διαβεβαίωσε πως το ποσοστό των πράγματι αξιοκρατικών εκλογών στο Τμήμα της είναι χαμηλότερο από το 10%! Αυτοί που, όπως κι εγώ, αντιδρούν με έκπληξη στους αριθμούς αυτούς θα πρέπει να συνυπολογίσουν και εκείνους τους επιστήμονες που δεν υποβάλλουν ποτέ υποψηφιότητα για μια θέση όταν γνωρίζουν ότι την έχει εξασφαλίσει ένας με κατώτερο έργο αλλά ευνοούμενος. Έτσι τυπικά η εκλογή πιθανό να φαίνεται αξιοκρατική αλλά η πραγματικότητα είναι άλλη. Αθροιζομένων και αυτών των περιπτώσεων τα ποσοστά αξιοκρατικών εκλογών καταβαραθρώνονται. Επίσης χρειάζεται να θυμόμαστε εδώ ότι αναξιοκρατική εκλογή δεν σημαίνει υποχρεωτικά πως είναι και τυπικά παράνομη! Είναι φανερό ότι αυτός ο συνδυασμός αναξιοκρατίας και νομιμότητας δένει τα χέρια όσων υποψηφίων ή πανεπιστημιακών θα ήθελαν να κινηθούν περαιτέρω με ένδικα μέσα.
Όπως και σε άλλους τομείς της δημόσιας ζωής, η απουσία θεσμικής συνείδησης εξηγεί γιατί στον τόπο μας δεν φθάνεις ψηλά αν δεν έχεις κάποιον «προστάτη». Με την βοήθεια ισχυρού ανεβαίνουν ακόμη και οι μέτριοι, χωρίς την βοήθειά του παραμένουν στάσιμοι ακόμη και οι άριστοι. Η αδιανόητη για ευνομούμενο κράτος αυτή κατάσταση έχει τις ρίζες της στους θεσμούς της πατρωνείας που σημάδεψαν την ελληνική πολιτική και κοινωνική ζωή, και των οποίων η ανάλυση περιμένει ακόμη τον ψυχολόγο και τον ανθρωπολόγο.
Όταν γίνεται συζήτηση σέ ένα πανεπιστημιακό Τμήμα για να προκηρυχθή μια καινούργια θέση, τα ερωτήματα που ένας φυσιολογικός άνθρωπος και έντιμος διδάσκων θα πρέπει να αντιμετωπίσει είναι: (Αν είναι νέα θέση:) Χρειάζεται μια τέτοια προκήρυξη για την προαγωγή της επιστήμης και για τις ανάγκες του Τμήματος; (Είτε είναι νέα είτε παλαιά θέση:) Υπάρχει στον εγχώριο και διεθνή ορίζοντα κάποιος υποψήφιος που ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές; Αν υπάρχουν περισσότεροι από έναν, ποιός από αυτούς πληροί καλύτερα τα κριτήρια για διδασκαλία και έρευνα;
Αντίθετα, τα ερωτήματα που αυτομάτως, εν είδει αντανακλαστικού, αναφύονται στο μυαλό ενός εξανδραποδισμένου διδάσκοντα είναι: Από ποιόν προέρχεται η πρόταση για την προκήρυξη; (Αν ανήκει σε αντίπαλο στρατόπεδο θα την καταψηφίσει, εκτός αν κατά σύμπτωση βολεύει άλλες επιδιώξεις του). Υπάρχει στον εγχώριο και διεθνή ορίζοντα κάποιος υποψήφιος που θα μπορέσει να εξυπηρετήσει τους σκοπούς μου; Αν είναι χαμηλόβαθμος: Πώς πρέπει να κινηθώ καθ’ όλη τη διαδικασία της κρίσης ώστε να μείνει ευχαριστημένος ο καθηγητής-προστάτης μου; Αν είναι υψηλόβαθμος: Ποιός υποψήφιος θα είναι πιο χειραγωγήσιμος ώστε να αυξήσω την αριθμητική δύναμη της ομάδας που ελέγχω; Μήπως αυτός αποσπάσει μέρος των επιχορηγήσεων για την έρευνα που τώρα λαμβάνω εγώ; Εν τέλει (και αυτό συμπυκνώνει όλο το προβληματισμό του), τι επιπτώσεις θα έχει σε εμένα όλη αυτή η υπόθεση;
Σε αυτές τις αποκρουστικές διερωτήσεις θα πρέπει να προστεθούν και ειδικότερες αγωνίες. Αν ενδιαφέρεται να προωθήσει αργότερα το παιδί του ή άλλον συγγενή για εκλογή: Θα είναι ο υποψήφιος «συνεργάσιμος» σε αυτό το σκοπό; Μήπως ψηφίζοντας αυτόν που δεν θέλει ο ισχυρός θα τον βρω εμπόδιο αργότερα στην πορεία του συγγενούς μου; Αν τον συνέχει η δική του εξέλιξη σε ανώτερη βαθμίδα: Πώς δεν θα δυσαρεστήσω τους ισχυρούς του τμήματος με την ψήφο μου; Αν έχει φιλοδοξίες για την εκλογή του στην προεδρία ή την πρυτανεία: Θα παραμείνει υπό τον έλεγχό μου ή θα τον προσεταιρισθή άλλος ανταγωνιστής; Αν έχει καταφέρει να δημιουργήσει γύρω του έναν κύκλο ακόλουθων και θαυμαστών: Θα συνεχίσω να αποτελώ πόλο έλξης ή θα «κλέψει την παράσταση» κάποιος ικανότερος; κ.ο.κ.
Μέ λίγα λόγια, μετά από κάποια χρόνια σταθερής εξάσκησης η νοοτροπία αυτή εμπεδώνεται και αυτοματοποιείται, οπότε ο πανεπιστημιακός χάνει την ικανότητα να σκεφθή φυσιολογικά. Του αναλύουν οι υποψήφιοι το έργο τους και την ίδια στιγμή το μυαλό του «ταξιδεύει» στις ισορροπίες και στις επιδιώξεις του. Αποκτά δηλαδή την «αναπηρία» να μεταφράζει αυτόματα κάθε λόγο, κάθε πρόταση, κάθε γεγονός, σε ενδεχόμενο που θα επηρεάσει (ευμενώς ή δυσμενώς) το δικό του συμφέρον. Κάτι πιθανόν γνώριμο από την πολιτική αλλά που όμως έχει μολύνει και τον χώρο της παιδείας.
Εκτενέστερα αποσπάσματα από το βιβλίο στον ιστότοπο Αντίφωνο.

2 σχόλια:

  1. Με τους εθνομηδενιστές τύπου Τσούκα και Λίποβατς συναγελάζεται ο γνωστός και μη εξαιρετέος παπα-Θερμός.Λογικό είναι.Γεμίσαμε...φωταδιστές!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. όπως κατάλαβες Παναγιώτη έχουμε πολύ σοβαρούς σχολιαστές, φαντάζομαι εκλεκτούς χριστιανούς, οι οποίοι παντού βλέπουν προδότες, εθνομηδενιστές, οικουμενιστές....η σοβαρότητα στους χριστιανούς εναι πια κάτι που αναζητείται με το λυχνάρι του Διογένη.
    ο σάλος

    ΑπάντησηΔιαγραφή