Τι μεταμορφώνει την αγέλη σε κοινωνία;
Tου Χρήστου Γιανναρά (Καθημερινή)
Γιορτή της Παναγιάς του Δεκαπενταυγούστου: από τις λίγες πια αφορμές που απόμειναν για να διαπομπεύουμε οι Νεοέλληνες επιδεικτικά τον μεταφυσικό άξονα τού κάποτε πολιτισμού μας. Θρησκευτικές παράτες πανηγυριώτικου εντυπωσιασμού, πομπώδεις κενολογίες πολιτικών, δημοσιογράφων και δεσποτάδων – αχταρμάς επιδείξεων ασχετοσύνης και απαιδευσίας. Ολα να βεβαιώνουν την άγνοια ή την κυρίαρχη αδιαφορία για την πάλη «νοήματος» που μεταμορφώνει την αγέλη σε κοινωνία («οίον γιγαντομαχία τις περί της ουσίας»).
Η οικονομική χρεοκοπία και ο έσχατος διεθνής εξευτελισμός μας, η διαφθορά και κατάρρευση του πολιτικού μας συστήματος, η αλλοτρίωση του κοινωνικού σώματος σε αρένα διεκδικήσεων κτηνώδους ιδιοτέλειας, αυτά και τα συναφή εκεί έχουν την αιτία τους: στη συμπλεγματική ταύτιση του μηδενισμού με την «πρόοδο», στην επηρμένη χλεύη για κάθε ιερό και όσιο. Κυρίως, στη διαστροφή των θησαυρισμάτων και θεσμών της μεταφυσικής παράδοσης: στη θρησκειοποίηση του εκκλησιαστικού γεγονότος.
Θολές οι αιτίες, τόσο από τη χρονική απόσταση των απαρχών όσο και από τη σύγχυση των φρενών. Για τέσσερις ολόκληρους αιώνες, η υποδούλωση στους Τούρκους εξαφάνισε την ενεργό παρουσία του Ελληνισμού από το ιστορικό προσκήνιο. Και αυτό που προέκυψε σαν Ελληνισμός μετά από τόσο μακρό διάστημα, ήταν ένα μεταπρατικό κρατίδιο που πάλευε (και παλεύει) και πιθηκίζει τρόπο βίου (πολιτισμό) με αναποδογυρισμένους τους όρους της ελληνικής πρότασης και ταυτότητας.
Στη διάρκεια των αιώνων της ελληνικής απουσίας, ένας άκριτος και ανεξέλεγκτος από τα κριτήρια των Ελλήνων πολιτισμός γεννήθηκε στη μεταρωμαϊκή (βαρβαρική τότε) Δύση. Εκπληκτικός σε δυναμισμό πολιτισμός με κέντρο το άτομο, την εξυπηρέτηση και κολακεία των ενορμήσεων αυτοσυντήρησης, κυριαρχίας, ηδονής: Αντί για την ελληνική ταύτιση του «αληθεύειν» με το «κοινωνείν», η ταύτιση της αλήθειας με τη «σύμπτωση» (adaequatio) ατομικού νου και αντι-κείμενου νοουμένου – σαρωτική επιβολή της νοησιαρχίας, του ατομοκεντρισμού. Αντί της «κοινωνίας» η societas («εταιρισμός επί κοινώ συμφέροντι»). Αντί του «δικαίου» (του «ανά τον λόγον») το jus: κώδικας χρησιμοθηρικών κανονιστικών αρχών. Αντί της δημοκρατίας, η res publica. Αντί για την ελευθερία (άθλημα αυθυπέρβασης) η συμβατική (με σύμβαση) θωράκιση ατομικών δικαιωμάτων. Αντί για το εκκλησιαστικό γεγονός (την αγαπητική κοινωνία της ύπαρξης και της γνώσης), η θρησκεία (ατομική αξιομισθία, ατομική σωτηρία). Και πάει λέγοντας.
Ετσι, βγαίνοντας από την υποδούλωση στους Τούρκους ο Ελληνισμός (αλλά και οι υπόλοιπες κοινωνίες της Ορθόδοξης ελληνορωμαϊκής και σλαβικής «οικουμένης») στον 19ο αιώνα, βρέθηκαν σε ριζικά καινούργιο ιστορικό περιβάλλον, στους αντίποδες του πολιτισμού που είχε διαμορφώσει η συνάντηση της ελληνικής «πόλεως» με τη χριστιανική «εκκλησία». Ο πριν από την Τουρκοκρατία πολιτισμός ήταν πια ένα απόμακρο παρελθόν, κατασυκοφαντημένο λυσσωδώς από τη Δύση, μετονομασμένο χλευαστικά σε «Βυζάντιο»! Το ρεαλιστικό τώρα δίλημμα για τους Ορθόδοξους ήταν: ή το μοντέλο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δηλαδή η καθήλωση στην ιστορική καθυστέρηση και υπανάπτυξη, ή η μίμηση του καινούργιου, «πεφωτισμένου και λελαμπρυσμένου» κόσμου της Δύσης.
Η ίδια η απελευθέρωση των Ορθοδόξων από τον τουρκικό ζυγό δεν κατορθώθηκε με άξονα και στόχο να αποκατασταθεί η άλλοτε ενιαία σε πολιτισμό ελληνορωμαϊκή «οικουμένη», ιστορική σάρκα, πολυεθνική - πολυφυλετική, της Μιας Καθολικής Εκκλησίας, από την οποία είχε αποσχιστεί η Δύση. Η απελευθέρωση κατορθώθηκε στο όνομα και με το όραμα του καινούργιου μοντέλου συλλογικότητας που είχαν γεννήσει στη Δύση ο ατομοκεντρισμός και η απολυτοποιημένη χρησιμοθηρία: το μοντέλο του «έθνους - κράτους». Οι ορθόδοξοι λαοί απελευθερώθηκαν χάρη στην έγκαιρη παγίδευσή τους στο αντιμεταφυσικό μένος της Δύσης (απόλυτα δικαιωμένο εκεί ιστορικά) και στα παράγωγά του (φυσιοκρατία, δικαιώματα του φυσικού ατόμου) σαρκωμένα στο συναρπαστικό υπόδειγμα της Γαλλικής και της Αμερικανικής Επανάστασης.
Διέσωζαν οι Ορθόδοξοι την επίγνωση διαφοράς ή και αντίθεσης προς τη θρησκειοποιημένη Χριστιανοσύνη της Δύσης. Αλλά κατανοούσαν και εξέφραζαν τη διαφορά ή αντίθεση με τους όρους που είχε πια καθολικά επιβάλει η Δύση: Ορους ιδεολογικής αντιμαχίας, δογματικών - νοησιαρχικών διατυπώσεων άσχετων με την πραγματικότητα της ζωής και το «νόημά» της. Τώρα και για τους Ορθοδόξους «πίστη» σήμαινε ατομικές «πεποιθήσεις» βασισμένες σε αξιωματικές a priori παραδοχές, με μοναδικό τάχα βιωματικό στοιχείο την επιδίωξη ατομικής αξιόμισθης ηθικότητας, ατομικής (στεγανά εγωκεντρικής) σωτηρίας.
Στην Ελλάδα σήμερα μοιάζει μάλλον αδύνατο να εντοπίσει κανείς συνοδικό κείμενο, επισκοπικό κήρυγμα, οποιαδήποτε έκφραση επίσημου εκκλησιαστικού λόγου, που να εκφράζει επίγνωση της διαφοράς της Εκκλησίας από τη θρησκεία, διαφοράς του μετέχειν - κοινωνείν από τον ατομοκεντρισμό τού να θρησκεύει κανείς για την αξιομισθία. Η γενίκευση μοιάζει αφοριστική, αλλά οι δυνατότητες για να ελεγχθεί προσφέρονται πληθωρικά: Οι τηλεοπτικές αναμεταδόσεις πανηγυριώτικου ιδεολογικού και ηθικοπλαστικού ευτελισμού της σημερινής Γιορτής θα κατακλύσουν τα Δελτία Ειδήσεων. Κάθε Κυριακή ο Ελληνας τηλεθεατής των κρατικών καναλιών μπορεί να κρίνει αν το αφόρητης κενολογίας κήρυγμα του καθεδρικού ναού των Αθηνών (ή της Θεσσαλονίκης) διαφέρει, έστω και ελάχιστα, από κάθε αντίστοιχη ρωμαιοκαθολική ή προτεσταντική ευσεβολογία. Και η υπεράσπιση της «Ορθοδοξίας», πανομοιότυπη με την ξύλινη ιδεολογική αντιμαχία «ορθόδοξων» μαρξιστών με «σχισματικούς» τροτσκιστές, ρεφορμιστές ή όποιους άλλους συμπλεγματικούς της μονοτροπίας.
Η ιδεολογική αλλοτρίωση και θρησκειοποίηση του εκκλησιαστικού γεγονότος κατακερμάτισε την άλλοτε Μία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία (που πραγμάτωση και φανέρωσή της ήταν η κάθε τοπική σύναξη Ευχαριστίας) σε πλήθος εθνοφυλετικών κρατικών εκκλησιών, κατά κανόνα υποταγμένων στις σκοπιμότητες του κρατικού εθνικισμού. Πριν από τη θρησκειοποίηση, την ενεργό και λειτουργική ενότητα των διάσπαρτων στην οικουμένη εκκλησιών την εξασφάλιζε το «συνοδικό σύστημα» με ραχοκοκαλιά τον θεσμό της «πενταρχίας των πατριαρχών». Ο θεσμός ακυρώθηκε, όταν οι Ρώσοι, το 1589, απαίτησαν εκβιαστικά τον «ανύψωσή» τους σε πατριαρχείο εκλαμβάνοντας τον τίτλο σαν προνόμιο εξουσιαστικής ισχύος, προϋπόθεση αυτοκρατορικής αυτοτέλειας. Τους ακολούθησαν στην αδαή εθνικιστική θρασύτητα οι Σέρβοι, το 1920, οι Ρουμάνοι, το 1925, οι Βούλγαροι, το 1953. Σκανδαλωδέστεροι οι Νεοέλληνες, είχαμε αυτοανακηρυχθεί, το 1833, «αυτοκέφαλοι», με την εκκλησία μας «επικρατούσα θρησκεία»!
Η πανηγυριώτικη ασχετοσύνη στη γιορτή της Παναγιάς του Δεκαπενταυγούστου έχει ρίζες τόσο βαθιές στο παρελθόν μας όσο και η ανίατη παραπληγία του πολιτικού μας συστήματος.
Η οικονομική χρεοκοπία και ο έσχατος διεθνής εξευτελισμός μας, η διαφθορά και κατάρρευση του πολιτικού μας συστήματος, η αλλοτρίωση του κοινωνικού σώματος σε αρένα διεκδικήσεων κτηνώδους ιδιοτέλειας, αυτά και τα συναφή εκεί έχουν την αιτία τους: στη συμπλεγματική ταύτιση του μηδενισμού με την «πρόοδο», στην επηρμένη χλεύη για κάθε ιερό και όσιο. Κυρίως, στη διαστροφή των θησαυρισμάτων και θεσμών της μεταφυσικής παράδοσης: στη θρησκειοποίηση του εκκλησιαστικού γεγονότος.
Θολές οι αιτίες, τόσο από τη χρονική απόσταση των απαρχών όσο και από τη σύγχυση των φρενών. Για τέσσερις ολόκληρους αιώνες, η υποδούλωση στους Τούρκους εξαφάνισε την ενεργό παρουσία του Ελληνισμού από το ιστορικό προσκήνιο. Και αυτό που προέκυψε σαν Ελληνισμός μετά από τόσο μακρό διάστημα, ήταν ένα μεταπρατικό κρατίδιο που πάλευε (και παλεύει) και πιθηκίζει τρόπο βίου (πολιτισμό) με αναποδογυρισμένους τους όρους της ελληνικής πρότασης και ταυτότητας.
Στη διάρκεια των αιώνων της ελληνικής απουσίας, ένας άκριτος και ανεξέλεγκτος από τα κριτήρια των Ελλήνων πολιτισμός γεννήθηκε στη μεταρωμαϊκή (βαρβαρική τότε) Δύση. Εκπληκτικός σε δυναμισμό πολιτισμός με κέντρο το άτομο, την εξυπηρέτηση και κολακεία των ενορμήσεων αυτοσυντήρησης, κυριαρχίας, ηδονής: Αντί για την ελληνική ταύτιση του «αληθεύειν» με το «κοινωνείν», η ταύτιση της αλήθειας με τη «σύμπτωση» (adaequatio) ατομικού νου και αντι-κείμενου νοουμένου – σαρωτική επιβολή της νοησιαρχίας, του ατομοκεντρισμού. Αντί της «κοινωνίας» η societas («εταιρισμός επί κοινώ συμφέροντι»). Αντί του «δικαίου» (του «ανά τον λόγον») το jus: κώδικας χρησιμοθηρικών κανονιστικών αρχών. Αντί της δημοκρατίας, η res publica. Αντί για την ελευθερία (άθλημα αυθυπέρβασης) η συμβατική (με σύμβαση) θωράκιση ατομικών δικαιωμάτων. Αντί για το εκκλησιαστικό γεγονός (την αγαπητική κοινωνία της ύπαρξης και της γνώσης), η θρησκεία (ατομική αξιομισθία, ατομική σωτηρία). Και πάει λέγοντας.
Ετσι, βγαίνοντας από την υποδούλωση στους Τούρκους ο Ελληνισμός (αλλά και οι υπόλοιπες κοινωνίες της Ορθόδοξης ελληνορωμαϊκής και σλαβικής «οικουμένης») στον 19ο αιώνα, βρέθηκαν σε ριζικά καινούργιο ιστορικό περιβάλλον, στους αντίποδες του πολιτισμού που είχε διαμορφώσει η συνάντηση της ελληνικής «πόλεως» με τη χριστιανική «εκκλησία». Ο πριν από την Τουρκοκρατία πολιτισμός ήταν πια ένα απόμακρο παρελθόν, κατασυκοφαντημένο λυσσωδώς από τη Δύση, μετονομασμένο χλευαστικά σε «Βυζάντιο»! Το ρεαλιστικό τώρα δίλημμα για τους Ορθόδοξους ήταν: ή το μοντέλο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δηλαδή η καθήλωση στην ιστορική καθυστέρηση και υπανάπτυξη, ή η μίμηση του καινούργιου, «πεφωτισμένου και λελαμπρυσμένου» κόσμου της Δύσης.
Η ίδια η απελευθέρωση των Ορθοδόξων από τον τουρκικό ζυγό δεν κατορθώθηκε με άξονα και στόχο να αποκατασταθεί η άλλοτε ενιαία σε πολιτισμό ελληνορωμαϊκή «οικουμένη», ιστορική σάρκα, πολυεθνική - πολυφυλετική, της Μιας Καθολικής Εκκλησίας, από την οποία είχε αποσχιστεί η Δύση. Η απελευθέρωση κατορθώθηκε στο όνομα και με το όραμα του καινούργιου μοντέλου συλλογικότητας που είχαν γεννήσει στη Δύση ο ατομοκεντρισμός και η απολυτοποιημένη χρησιμοθηρία: το μοντέλο του «έθνους - κράτους». Οι ορθόδοξοι λαοί απελευθερώθηκαν χάρη στην έγκαιρη παγίδευσή τους στο αντιμεταφυσικό μένος της Δύσης (απόλυτα δικαιωμένο εκεί ιστορικά) και στα παράγωγά του (φυσιοκρατία, δικαιώματα του φυσικού ατόμου) σαρκωμένα στο συναρπαστικό υπόδειγμα της Γαλλικής και της Αμερικανικής Επανάστασης.
Διέσωζαν οι Ορθόδοξοι την επίγνωση διαφοράς ή και αντίθεσης προς τη θρησκειοποιημένη Χριστιανοσύνη της Δύσης. Αλλά κατανοούσαν και εξέφραζαν τη διαφορά ή αντίθεση με τους όρους που είχε πια καθολικά επιβάλει η Δύση: Ορους ιδεολογικής αντιμαχίας, δογματικών - νοησιαρχικών διατυπώσεων άσχετων με την πραγματικότητα της ζωής και το «νόημά» της. Τώρα και για τους Ορθοδόξους «πίστη» σήμαινε ατομικές «πεποιθήσεις» βασισμένες σε αξιωματικές a priori παραδοχές, με μοναδικό τάχα βιωματικό στοιχείο την επιδίωξη ατομικής αξιόμισθης ηθικότητας, ατομικής (στεγανά εγωκεντρικής) σωτηρίας.
Στην Ελλάδα σήμερα μοιάζει μάλλον αδύνατο να εντοπίσει κανείς συνοδικό κείμενο, επισκοπικό κήρυγμα, οποιαδήποτε έκφραση επίσημου εκκλησιαστικού λόγου, που να εκφράζει επίγνωση της διαφοράς της Εκκλησίας από τη θρησκεία, διαφοράς του μετέχειν - κοινωνείν από τον ατομοκεντρισμό τού να θρησκεύει κανείς για την αξιομισθία. Η γενίκευση μοιάζει αφοριστική, αλλά οι δυνατότητες για να ελεγχθεί προσφέρονται πληθωρικά: Οι τηλεοπτικές αναμεταδόσεις πανηγυριώτικου ιδεολογικού και ηθικοπλαστικού ευτελισμού της σημερινής Γιορτής θα κατακλύσουν τα Δελτία Ειδήσεων. Κάθε Κυριακή ο Ελληνας τηλεθεατής των κρατικών καναλιών μπορεί να κρίνει αν το αφόρητης κενολογίας κήρυγμα του καθεδρικού ναού των Αθηνών (ή της Θεσσαλονίκης) διαφέρει, έστω και ελάχιστα, από κάθε αντίστοιχη ρωμαιοκαθολική ή προτεσταντική ευσεβολογία. Και η υπεράσπιση της «Ορθοδοξίας», πανομοιότυπη με την ξύλινη ιδεολογική αντιμαχία «ορθόδοξων» μαρξιστών με «σχισματικούς» τροτσκιστές, ρεφορμιστές ή όποιους άλλους συμπλεγματικούς της μονοτροπίας.
Η ιδεολογική αλλοτρίωση και θρησκειοποίηση του εκκλησιαστικού γεγονότος κατακερμάτισε την άλλοτε Μία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία (που πραγμάτωση και φανέρωσή της ήταν η κάθε τοπική σύναξη Ευχαριστίας) σε πλήθος εθνοφυλετικών κρατικών εκκλησιών, κατά κανόνα υποταγμένων στις σκοπιμότητες του κρατικού εθνικισμού. Πριν από τη θρησκειοποίηση, την ενεργό και λειτουργική ενότητα των διάσπαρτων στην οικουμένη εκκλησιών την εξασφάλιζε το «συνοδικό σύστημα» με ραχοκοκαλιά τον θεσμό της «πενταρχίας των πατριαρχών». Ο θεσμός ακυρώθηκε, όταν οι Ρώσοι, το 1589, απαίτησαν εκβιαστικά τον «ανύψωσή» τους σε πατριαρχείο εκλαμβάνοντας τον τίτλο σαν προνόμιο εξουσιαστικής ισχύος, προϋπόθεση αυτοκρατορικής αυτοτέλειας. Τους ακολούθησαν στην αδαή εθνικιστική θρασύτητα οι Σέρβοι, το 1920, οι Ρουμάνοι, το 1925, οι Βούλγαροι, το 1953. Σκανδαλωδέστεροι οι Νεοέλληνες, είχαμε αυτοανακηρυχθεί, το 1833, «αυτοκέφαλοι», με την εκκλησία μας «επικρατούσα θρησκεία»!
Η πανηγυριώτικη ασχετοσύνη στη γιορτή της Παναγιάς του Δεκαπενταυγούστου έχει ρίζες τόσο βαθιές στο παρελθόν μας όσο και η ανίατη παραπληγία του πολιτικού μας συστήματος.
Αυτό το κείμενο ξαναδίνει νόημα στην αυριανή γιορτή.. για όσους ψάχνουν το νόημα φυσικά
ΑπάντησηΔιαγραφήτην Κυριακή θα βγεί ζωντανά την ωρα της θείας Λειτουργίας να δόσει συνέντευξη για την εορτή όπως έχει κάνει και άλλες φορές.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜετά τον Γιανναρά το χάος.
Γιανναρικές γενικολογίες που μονίμως κρίνουν τα πάντα αρνητικά, έχοντας χάσει τη δυνατότητα προσφοράς θετικού λόγου και παρουσίασης της ορθόδοξης πατερικής βίωσης της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Μήπως η "πανηγυριώτικη ασχετοσύνη" των Νεοελλήνων συνοδεύεται και από την "ασχετοσύνη" των διανοουμένων για την πατερική θεολογία περί της Κοιμήσεως της Θεοτόκου;
ΑπάντησηΔιαγραφήΓ.
Και όμως! Έχει απόλυτα δίκαιο ο Καθηγητής! Όπως θα έλεγε, αν ζούσε, και, ευτυχώς, έχει γράψει ο μακαριστός π. Μιχαήλ Καρδαμάκης: "και τούτος ο Δεκαπενταύγουστος μιά ακόμη ρομφαία στην καρδιά της Παναγίας"! Λες και δεν ήρκεσε εκείνη, η Μεγαλοβδομαδιάτικη, της πικράς σφαγής του Υιού της....
ΑπάντησηΔιαγραφήΟπότε δεν απομένει παρά το να Την ικετεύσουμε για συγγνώμη.... "Δέσποινα αγαθή, τας Αγίας Σου χείρας προς τον Υιόν Σου άρον, τον φιλόψυχον Πλάστην, οικτειρήσαι τους δούλους Σου".
από κάτι νεοτευχθέντες αθεολόγητους θεολόγους, ο κ. Γιανναράς είναι Φανός!!! όσο για την πατερική θεολογία περί της Θεοτόκου, θ' ακούσωμε πάλι από τους άμβωνες της Πάτρας, ότι τα γονατάκια της Παναγίας μας στγάζουν αίμα, από τις γονυκλισίες που κάνει έμπροσθεν Του Υιού της για μας.... Τέτοιοι χριστιανοί, τέτοια θεολογία τους αρμόζει....!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΈνα είναι το πρόβλημα της Ελλαδικής Εκκλησίας κατά τον κο Γιανναρά.Η θρησκειοποίηση του εκκλησιαστικού γεγονότος,η ταύτιση Εκκλησίας και θρησκείας.Όχι η εκκοσμίκευση,όχι ο νεονικολαιτισμός,όχι οι ετεροδιδασκαλίες,όχι ο οικουμενισμός,όχι η εκλογή αναξίων ποιμένων,όχι ο γεροντισμός,όχι η παραθεώρηση των δικαιωμάτων των λαικών και η κληρικοκρατία και τόσα άλλα.Άντε κε Γιανναρά μας,πάτε για κανένα μπανάκι στα Κύθηρα κι αφήστε μας ήσυχους.Μας κουράσατε τόσα χρόνια με τις νεοορθόδοξες αρλουμπολογίες σας!Πέρασε πια η μπογιά σας.Ξύλινος κατήντησε ο λόγος σας.Ευσεβισμός,πιετισμός κ.τ.ο.Κουράσατε!Φθάνει πια,λυπηθείτε μας!
ΑπάντησηΔιαγραφήαυτά που λες ανόητε ανωνυμε των 8κ19 ειναι οι συνέπειες. Κατά τον Γιανναρά αυτή είναι οι αιτία, η ρίζα...
ΑπάντησηΔιαγραφήαλλότριος
Δεν ήξερα ότι η ρίζα του νεονικολαιτισμού είναι η θρησκειοποίηση του εκκλησιαστικού γεγονότος!Κοίτα τι α-νοησίες μαθαίνει κανείς από τον α-νόητο των 8.19!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαραξύλινος,όχι απλώς ξύλινος κατάντησε ο γιανναρικός λόγος.Για όλα φταίει ο ευσεβισμός και ο πιετισμός!Γι αυτό απελευθερωθείτε κι αρχίστε να τσιμπολογάτε απ του γυναικείου περίγυρου τα κάλλη μετέχοντας στο ερωτικό εκκλησιαστικό γεγονός!Άλλωστε τώρα έφυγε απ την εκκλησιαστική ηγεσία η Χρυσοπληγή και την εξουσία ανέλαβε ο επισκοπικός αντιοργανωσιακός εσμός που μας στηρίζει και συμπλέει ιδεολογικά μαζί μας.Κανείς δεν μας πειράζει τώρα!
ΑπάντησηΔιαγραφή0 κύριος Γιανναράς έβγαλε από τους μαθητές του κανέναν κληρικό ή επίσκοπο όπως αυτός θα τον ήθελε για να αλλάξει τα πράγματα; τι κάνει ο ίδιος για τις ψυχές των ανθρώπων; πήγε ποτέ σε κάποιον Αρχιεπίσκοπο η Μητροπολίτη να του πεί τις απόψεις του για τον κλήρο και τα κηρύγματα ή εκ του ασφαλούς κάνει κριτική σε όλους και έχει λόγο για όλα; έλεος πια!!
ΑπάντησηΔιαγραφή