Η διηγηματογράφος και μυθιστοριογράφος Γαλάτεια Σαράντη (Πάτρα 1920 - Αθήνα 2009) μίλησε στον ανιψιό της Βίκτωρα Αναγνωστόπουλο-Μελκιάδες, πριν φύγει για τον Σείριο. Η Βιβλιοθήκη παρουσιάζει αυτή τη συνομιλία τους, που φωτίζει την πόλη που γεννήθηκε και έζησε έως τα δεκαέξι της, την Πάτρα, όπως και τους ανθρώπους που συναναστράφηκε, την τέχνη της γραφής. Η Γαλάτεια Σαράντη είναι η πρώτη γυναίκα που έγινε ακαδημαϊκός στην Ελλάδα.
Β.Α.: Γαλάτεια Σαράντη, γεννήθηκες και έζησες ώς ένα σημείο στην Πάτρα, έκανες τις γυμνασιακές σου σπουδές στην Πάτρα ...μια πρώτη αίσθηση από Πάτρα; Η πόλις «σε ακολουθεί»;
Γ.Σ.: Ναι, γεννήθηκα στην Πάτρα το 1920 και έζησα στην Πάτρα ώς 15-16 χρονώ. Μετά ήρθα εσωτερική στο Αρσάκειο Ψυχικού. Αυτό έγινε γιατί είχα αρρωστήσει και το κλίμα της Πάτρας ήταν πολύ υγρό για μένα.
Απλώς, το κλίμα της δεν με βοηθούσε. Αλλά η Πάτρα με σφράγισε...
Β.Α.: Το κλίμα... Μάλλον η Πάτρα δεν σου 'δωσε και πολλά πολλά...
Γ.Σ.: Αντιθέτως, με βοήθησε σε πράγματα τα οποία δεν τα καταλάβαινα. Η Πάτρα μού 'δωσε πολλά. Μου 'δωσε άφαντα πράγματα, ακόμα και σαν αντίδραση. Οπως λες, η πόλις με ακολουθεί. Και πρώτα πρώτα, είναι η πόλις που έχει πολλή τάξη -είχε τουλάχιστον, γιατί δεν ξέρω καλά πώς είναι τώρα- πολύ σχεδιασμό..., ναι, αυτό το κάθετο και οριζόντιο που έχουν οι δρόμοι της σε σφραγίζει. Χωρίς να το θέλεις. Πολύ εμπόριο, πολλή κουλτούρα. Οπερα...
Β.Α.: Οπερα η Πάτρα;
Γ.Σ.: Οπερα. Στην «μπελ επόκ», που δεν την έζησα εγώ βέβαια, να φανταστείς έφερναν όπερες κατευθείαν από Ιταλία, που πρώτα πήγαιναν Κέρκυρα και Πάτρα και μετά Αθήνα. Αν πετύχαιναν.
Β.Α.: Κοίταξε, κι εγώ Πατρινός είμαι και δεν τις ξέρω αυτές τις δόξες...!
Γ.Σ.: Μα βέβαια δεν τις ξέρεις, τι ξέρεις εσύ από Πάτρα; Η Πάτρα είχε μια αστική κοινωνία φορμαρισμένη. Τότε που η Αθήνα ήταν ρευστή και δεν είχε διόλου αστική παιδεία. Ενώ είχε ανανεωθεί μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, από τους επαρχιώτες και αγρότες που άρχιζαν να συρρέουν. Αντιθέτως, στην Πάτρα υπήρχαν πρότυπα. Ο κόσμος είχε πρότυπα την καλή κοινωνία. Σε επίπεδο ιερό. «Θα γίνω σαν αυτόν». Οχι σαν αυτόν τον πλούσιο. Σαν αυτόν που, ενώ είναι πλούσιος, ξέρει και πάρα πολλά πράγματα, κι έχει και βιβλία. Κι έχει και μόρφωση. Είναι περίεργο πράγμα, γιατί η Πάτρα τότε ήταν η κορύφωση της αστικής κοινωνίας. Μετά αρχίζει η διάλυσις... Ναι. Εκτός από όπερα, Καρναβάλια τρελά, είχε και καλή ζωή. Καλοζωιστές οι Πατρινοί. Κι αυτοί οι λίγοι ήσαν πρότυπα για τους πολλούς. Τι πρότυπο υπάρχει σήμερα; Υπάρχει βέβαια ο Ωνάσης...
Β.Α.: Υπάρχει η BMW, που έχει γεμίσει ο κόσμος, υπάρχουν και πολλά άλλα. Αλλά πες μου για εκείνης της εποχής τα πρότυπα.
Γ.Σ.: Εννοείς της εφηβικής μου ηλικίας; Ισως εμείς ζούσαμε σ' αυτό το σπίτι με τις αξίες που ήσαν σαν τοίχος που δεν είχε ραγίσει. Ο Θεός υπήρχε. Ο πατέρας υπήρχε. Η τάξις του κόσμου ήταν αμετακίνητη. Κι έπρεπε μόνοι μας, κρυφά, να βρούμε τις αλήθειες μας. Χωρίς να φανεί αυτό πουθενά.
Β.Α.: Θα μου επιτρέψεις να διαφωνήσω. Ολα τα παιδιά δεν βρίσκουν μόνα τους τις αλήθειες τους;
Γ.Σ.: Μόνα τους. Τώρα όμως πιο ελεύθερα. Οταν πρωτόγραψα εγώ, η πρώτη κουβέντα που άκουσα ήταν: «Κοίταξε, μη μας κάνεις ρεζίλι»! Από άνθρωπο που αγαπούσα πολύ, τον αδελφό μου, και ο οποίος νοιάστηκε να έρθουμε μαζί στην Αθήνα για να πάμε στον καλύτερο εκδότη να βγάλει το βιβλίο μου. Αλλά μεταξύ αστείου και σοβαρού ...μην και μας κάνεις ρεζίλι ! Δηλαδή, προσοχή. Λοιπόν, αυτή η προσοχή έχει μπει μέσα μας, είναι κάτι που δεν φεύγει εύκολα. Υπάρχουν βέβαια άνθρωποι της γενιάς της δικιάς μου, που νομίζουν ότι την πέταξαν την προσοχή. Αλλά και της μετά, και της παραμετά γενιάς, που νομίζουν ότι δεν τη χρειάζονται και ξελευτερώθηκαν. Μαύρο φίδι που τους έφαγε! Και πώς κοροϊδεύουν τον εαυτό τους! Δεν ξελευτερώνεσαι από κείνα που έζησες ώς δέκα χρονώ. Ποτέ. Αυτό, προς χρήση σου.
Β.Α.: Οπως δεν ξελευτερώνεσαι ποτέ απ' τον πατέρα σου. Κι αυτά τα πράγματα είναι κατά κάποιον τρόπο σαν τον πατέρα σου.
Γ.Σ.: Τον πατέρα σου, τη μητέρα σου, το παιδί σου...
Β.Α.: Οχι. Από τον πατέρα σου μόνο. Ειδικά απ' τον πατέρα σου. Πού να ξεφορτωθείς τον πατέρα σου; Κάποια στιγμή θα έρθει στο όνειρό σου...
Γ.Σ.: Θα έρθει, θα έρθει. Δεν φεύγει τίποτα. Και το μόνο στέρεο που σου μένει όταν γεράσεις ...είναι αυτά τα χρόνια... Πάμε παρακάτω.
Β.Α.: Ναι, ας πάμε λίγο στην πορεία σου μέσα στη λογοτεχνία. Πέρα απ' τα συγκεκριμένα βιβλία, την περιπέτεια του γραψίματος, τις διακρίσεις, τις τομές. Μία πορεία. Αλλά ίσως και μία αναφορά σε κάτι πιο σταθερό...
Γ.Σ.: Σου έλεγα, υπάρχει πολλή Πάτρα στα βιβλία μου, στα μυθιστορήματά μου. Ιδίως στο πρώτο, που έχει και αυτοβιογραφικά στοιχεία, στις «Πασχαλιές». Συνήθως στα πρώτα μυθιστορήματα πρέπει να ξεφορτωθείς αυτά που σε πνίγουν, και πρέπει οπωσδήποτε να γίνουν κτήμα όλου του κόσμου, γιατί τα θεωρείς πάρα πολύ σημαντικά και νομίζεις ότι μόνον εσύ τα έζησες. Αλλά μετά αρχίζεις και μπορείς και βλέπεις τον άλλον. Οποιον άλλον. Παύεις να είσαι νάρκισσος. Αρχίζεις και βλέπεις. Αρχίζεις και υποπτεύεσαι. Και καταλαβαίνεις. Και εάν έχεις ικανότητες μορφοποίησης, αν ορισμένα πράγματα σε πνίγουν, βγαίνει ένα βιβλίο έξω απ' τον εαυτό σου. Οσο γίνεται.
Β.Α.: Γίνεται;
Γ.Σ.: Ως ένα σημείο, ναι. Οχι θεληματικά όμως. Δηλαδή, από κάποιο σημείο και πέρα, μπορεί και υπάρχει και ο άλλος. Οσο για την Πάτρα, ποτέ δεν έχω φύγει. Δεν είναι περίεργο; Για Αθήνα μιλάω, στην Αθήνα ζουν οι ήρωες, αλλά... Πάτρα είναι πάντα. Γιατί εκεί χαράχτηκε ό,τι είχε να χαραχτεί. Γι' αυτό λέω ότι την αγαπάω την Πάτρα.
Β.Α.: Σε πικραίνει κάτι απ' αυτή την πόλη;
Γ.Σ.: Με πικραίνει η αλλοίωση της αρχιτεκτονικής της. Με πικραίνει το ότι χάλασε ο παλιός ο μόλος. Κι έγινε στη θέση του αυτό το ...ελικοδρόμιο. Τότε πικράθηκα, τώρα λέω, ε, έτσι έπρεπε να γίνει γιατί δεν γινόταν αλλιώς... τόσα καράβια δένουν, τι ζητάμε τώρα; Οταν βλέπω αυτή την πλατεία που είναι τόσο ωραία, την πλατεία Γεωργίου, με το θέατρο βουλιαγμένο στη μέση... Χάσανε τις διαστάσεις τους τα πράγματα. Αυτό με πικραίνει... Γελάς;
Tη συνέχεια της συνέντευξης διαβάστε εδώ.
Πάνο καλημέρα. Εγραψα και εγώ κατι για τη διεθνή. μπορείς να το δεις στο μπλογκ μου ;
ΑπάντησηΔιαγραφή