Η ΚΡΙΣΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΟΣ
ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ
ΚΑΙ ΤΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΑ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΟΣ
Του θεολόγου -φιλολόγου Κώστα Νούση
Κανείς δεν μπορεί αλλά και δεν πρέπει να εθελοτυφλοί στις ραγδαίες πολιτικοκοινωνικές και πολιτισμικές εκρήξεις που έφερε η τεχνολογική επανάσταση παγκοσμίως. Η κρίση των εθνών και των θρησκειών είναι καρπός των κοσμογονικών αυτών αλλαγών που προκαλούν γενικότερες φοβίες τοις πάσι λόγω κυρίως του πρωτοφανούς φαινομένου της παγκοσμιοποίησης με τη σύγχρονη μορφή της (φαινόμενα αντίστοιχα υπήρχαν και παλιότερα, για παράδειγμα η οικουμενική αλεξανδρινή αυτοκρατορία). Μια από αυτές τις φοβίες αντιμετωπίζουμε στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα του πολυπολιτισμικού καινού παγκοσμίου γίγνεσθαι αναφορικά και με το μάθημα των θρησκευτικών εν Ελλάδι.
Όπως είναι οφθαλμοφανές, δεν πρόκειται για κρίση του μαθήματος αλλά της παιδείας γενικότερα και πρωτίστως της ταυτότητάς μας ως λαού-έθνους-γένους-Εκκλησίας Χριστού. Και μόνο η προβληματική περί του νέου χαρακτήρα του μαθήματος καταμαρτυρεί τις πλεονάζουσες εσωτερικές μας αγκυλώσεις και τις αμέτρητες ανασφάλειες που είναι γεννήματα μιας χρόνιας αποχριστιανοποίησης του ορθοδόξου λαού μας αλλά και των υπολοίπων χριστιανικών λαών σε παγκόσμιο φάσμα και δη σε αυτό των ευρωπαϊκών λαών. Δεν έχουμε σαφή θρησκευτική και εθνική ταυτότητα και κατά συνέπεια ορρωδούμε ενώπιον και αυτής ταύτης της ονομασίας της παγκοσμιοποίησης ή παρομοίων όρων, όπως επί παραδείγματι αυτού της μετανεωτερικότητας. Αλλά κάνω μια απλή σκέψη επί τροχάδην περί της οικουμενικότητας του χριστιανικού κηρύγματος ως εντολής υπό Χριστού δοθείσης μέσα σε μια κοινωνία κλειστή και φοβική σαν την εβραϊκή. Άλλο θέμα η δαιμονική διαστροφή του φαινομένου και των υπολοίπων συγγενών που δεν είναι του παρόντος να αναλυθεί.
Ας περάσουμε ειδικότερα στο εν λόγω διδακτικό αντικείμενο. Τρία κατά τη γνώμη μου είναι τα βασικότερα προβλήματά του:
· η ποσόστωση θρησκειακού και ομολογιακού χαρακτήρα του μαθήματος στα πλαίσια του παγκόσμιου πλέον χωριού της γης του οποίου αποτελούμε μια εκ των σμικροτάτων συνοικιών,
· οι συγγραφείς των νέων διδακτικών εγχειριδίων και
· οι διδάσκοντες το αντικείμενο με την ανακαινισμένη μορφή του.
θα καταθέσω πολύ συνοπτικά μερικές παραμέτρους σχετικά με τα πλαίσια εντός των οποίων θα κληθούν άπαντες να τοποθετηθούν και απαντήσουν στα παραπάνω όντως κρίσιμα ζητήματα. Και όταν λέω άπαντες εννοώ Εκκλησία επίσημη, θεολόγους πανεπιστημιακούς και μέσης εκπαίδευσης, κράτος, το μέσο πιστό αλλά και έκαστο νεοέλληνα. Άλλωστε μόνο στα πλαίσια του νεοελληνικού μας ομοουσίου προχωρούμε πάντα αλαθήτως κατά το πρότυπο της εκκλησιαστικής συνοδικότητος.
Η προβληματική περί των αναλογιών του χαρακτήρα που θα πάρει το μάθημα θα πρέπει να έχει ως σημείο αναφοράς την ποιοτική χροιά της παιδείας που θέλουμε να παράσχουμε στη νέα γενιά και τι ταυτότητα θέλουμε να χορηγήσουμε στο νεοέλληνα ορθόδοξο χριστιανό της πατρίδας μας και ταυτόχρονα ευρωπαίο και οικουμενικό πολίτη. Επομένως είναι επιτακτικό να ξεκαθαρίσουν η Ελλάδα ως έθνος και κρατική υπόσταση και η Εκκλησία μας το είναι τους, πριν μορφώσουν τους στόχους τους και εν συνεχεία τους πολίτες γενικότερα και ειδικότερα τους πιστούς. Αν δεν προηγηθούν αυτά θα επακολουθήσει αντί μορφώσεως παραμόρφωση, ως άλλωστε το βλέπουμε ήδη να συμβαίνει. Ποια πρόταση ζωής και πολιτισμού έχουμε εν τέλει να αντιπροτείνουμε ως νεοέλληνες στο σύγχρονο οικουμενικό άνθρωπο από τη μικρή μας ελλαδίτσα έως τα πέρατα της γης τα οποία είναι συγκοινωνιακώς πλέον τόσο ταχέως προσβάσιμα όσο άμεσα εισερχόμενα στο σπίτι μας μέσω του διαδικτύου;
Τα σχετικά άπορα και οι ύφαλοι πλείστοι. Ενδεικτικώς μνείαν ποιούμαι του ζητήματος της εθνικής και οικουμενικής ταυτότητος. Πόσο μπορεί και αν πρέπει η πατρίδα μας να μειώσει τον ομολογιακό χαρακτήρα του μαθήματος τη στιγμή που η ορθοδοξία είναι δομικό στοιχείο της ταυτότητας του γένους κατ΄ αναλογίαν και με άλλα αντίστοιχα προβλήματα διδακτικής φιλοσοφίας, όπως είναι το μάθημα της ιστορίας; Η εκκλησία μας αναγνωρίζει ότι τα έθνη είναι μεταπτωτικό φαινόμενο και όλοι οι άνθρωποι είναι αδέλφια και παιδιά του ενός Θεού. Το όραμα εξάλλου και η προφητεία της εσχατολογικής Βασιλείας του Θεού είναι η υπέρβαση των εθνών και των πάσης φύσεως διχασμών και η ένωση των πάντων εν Χριστώ Ιησού. Μπορείς όμως σήμερα να προωθήσεις μια ιστορία διεθνικού χαρακτήρα εις βάρος του εθνικού; Παράλληλη προβληματική με το θρησκευτικό μάθημα.
Το πλέον μέγιστο κατά τη γνώμη μου θέμα έγκειται στο κοινό κατά βάση πρόβλημα των συγγραφέων και των διδασκόντων των νέων εγχειριδίων. Δε νομίζω ότι αμφιβάλλει κανείς πως δε μετράει τόσο το περιεχόμενο του εκάστοτε βιβλίου όσον η ποιότητα του διδάσκοντος. Και πάλι πρόκειται για μείζον ζήτημα πρωτίστως πολιτικής του υπουργείου Παιδείας και των θεολογικών σχολών. Αναρωτιέμαι πόσο ένας άθεος ή αγνωστικιστής θεολόγος δύναται να μεταφέρει ορθώς το ορθόδοξο δόγμα. Η ένσταση ότι μπορεί κάποιος να ακολουθεί τη διδακτική δεοντολογία ανεξάρτητα του προσωπικού του πιστεύω προσκρούει στην ιδιαιτερότητα του μαθήματος και στην ευαισθησία της διαμόρφωσης της θεολογικής συνείδησης των αγνών ψυχών των παιδιών όλου του φάσματος των ηλικιών μέχρι τη μετεφηβική νεότητα. Παίζουμε συνεχώς και αυτοσχεδιάζουμε εν πολλοίς μετά το 1830 και δη εν ου παικτοίς. Δεν πρέπει να σταματήσει κάποτε αυτό; Ας ξεκινήσουμε λοιπόν με κινήσεις εκπαιδευτικής σοβαρότητος και ωριμότητος. Μου ήρθε στο μυαλό πρώην κληρικός που αποσχηματίστηκε και πνέει γραπτώς και προφορικώς τα μένεα κατά του Χριστού και της Εκκλησίας έμπλεος ποικίλων αιρέσεων. Είναι και καθηγητής μέσης εκπαίδευσης. Μπορεί αύριο να κληθεί να συγγράψει και νέο διδακτικό εγχειρίδιο. Θύματα και πάλι και πάντα τα αθώα παιδιά. Αυτά τα τραγελαφικά εκπαιδευτικά παράλογα ποιος θα τα ελέγξει και ρυθμίσει επιτέλους;
Μιας και καταπιάστηκα με το θέμα αυτό να αναφερθώ και στην υποσυνείδητη διαστρεβλωμένη προβολή του ορθοδόξου θρησκεύματος από ελλειμματικούς τω βιώματι και τη πίστει θεολόγους αψόγως κατηρτισμένους επιστημονικά. Αν για παράδειγμα κάποιος θεωρεί την Παλαιά Διαθήκη ως μυθολογία σε μεγάλο βαθμό, τότε και ο ίδιος ζει σχιζοφρενικά εντός της Εκκλησίας και του αντικειμένου εργασίας του και κατά αναπόδραστη συνέπεια βλάπτει εαυτόν και αλλήλους. Η βαθύτερη επομένως αιτία της νόσου είναι η πνευματική μας πενία, η οποία είναι τόσο δυσωδώς όζουσα που δυσχεραίνει το έργο του επαναπροσδιορισμού της μορφής του μαθήματος των θρησκευτικών, πολλώ δε μάλλον της υλοποίησης μιας αποτελεσματικής του αναμόρφωσης.
Ο χριστιανός και ο θεολόγος ειδικότερα δεν πρέπει να διακατέχεται από φοβικά σύνδρομα, διότι μαρτυρεί δια λόγου και έργου περί της αληθείας, τουτέστιν περί Θεανθρώπου Χριστού, του φωτός της ανθρωπότητας. Μιας παγκόσμιας κοινότητας που λιμοκτονεί πνευματικά και βάλλεται από τη δαιμονική πολυεπίπεδη διαστροφή του καλού και κυρίως επί της γνώσεως και της πληροφορίας. Αρκεί λοιπόν μια απλή επιστροφή στην απολεσθείσα ορθοδοξία και ορθοπραξία, ώστε να ανανήψουμε ως έθνος - κράτος και να μεταλαμπαδεύσουμε οικουμενικώς τη δική μας πρόταση ζωής και μάλιστα ζωής αιωνίου. Αναλογιστήκαμε άραγε ως χριστιανοί και ως Έλληνες μήπως αυτό είναι το πιο σημαντικό που έχουμε να προβάλλουμε στους αδελφούς μας απανταχού της γης; Θεωρώ προσωπικά ότι στους άλλους τομείς άλλοι λαοί και μας προσπέρασαν και δώσανε οι άνθρωποι απαντήσεις και λύσεις στα προβλήματα ή τουλάχιστον τις γνωρίζουν και τις υλοποιούν σε μικρό ή μεγάλο βαθμό. Εμείς όμως είμαστε κάτοχοι της όντως φιλοσοφίας. Και αυτή δε λύνει θέματα που ανήκουν στο στενό ορίζοντα ολίγων ετών ζωής. Δρομολογεί την επίλυση του μεγίστου πανανθρωπίνου προβλήματος: της υπέρβασης του θανάτου και της αιωνίας θέωσης εν Θεώ του ανθρώπου. Αρξώμεθα λοιπόν από ορθοδόξου ελληνικής παιδείας.
Κ.Ν.
23-1-2010
Πίνακας, Μεταίχμιο, Δημήτρης Περδικίδης
μηπως μπορει κανείς να εξηγήσει τις θρησκειολογικές και παιδαγωγικές μεταπτώσεις του κ. Νουση; και κυρίως γιατι γραφει συγχρόνως καθαρεύουσα και δημοτική. οπωσδηποτε θα νομίζει ότι ειναι αξεπέραστος αλλά κάποιος πρέπει να τον προσγειώσει.
ΑπάντησηΔιαγραφή