Τρίτη 14 Απριλίου 2020

ΤΟ ΤΡΟΠΑΡΙΟ ΤΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ

Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου 
Το ιδιόμελο τροπάριο «Κύριε, η εν πολλαίς αµαρτίαις περιπεσούσα γυνή» είναι το πιο γνωστό και δημοφιλές έργο της βυζαντινής υμνογράφου Κασσιανής (9ος αι.), αλλά και από τους πλέον σηµαντικούς ύµνους της βυζαντινής υµνογραφίας. Ψάλλεται την Μ. Τρίτη το βράδυ και είναι το δοξαστικό των Αποστίχων του Όρθρου της Μ. Τετάρτης. 
Πολλοί έλληνες λογοτέχνες και ποιητές απέδωσαν το τροπάριο της Κασσιανής στα νέα ελληνικά (Κ. Παλαμάς, Φ. Κόντογλου, Ι. Πολέμης, Γ. Χειμωνάς κ.α.), ενώ και πολλοί έλληνες συνθέτες μελοποίησαν το πρωτότυπο τροπάριο ή τις μεταγραφές του στα νέα ελληνικά (Νικόλαος Χαλικιόπουλος- Μάντζαρος, Θεμιστοκλής Πολυκράτης, Δημήτρης Μητρόπουλος, Δημήτρης Μηνακάκης κ.α.). 
Ο Μίκης Θεοδωράκης συνέθεσε το τροπάριο της Κασσιανής για τετράφωνη ανδρική χορωδία a capella αρχικά το 1942. Αργότερα, το 1984, συνέθεσε την εκδοχή για µικτή χορωδία επίσης χωρίς συνοδεία. Υπάρχει, όμως, και η συμφωνική εκδοχή του έργου, που έχει παρουσιαστεί επανειλημμένως σε συναυλίες. 
Ο ίδιος ο Μίκης Θεοδωράκης ομολογεί πως τα πρώιμα χορωδιακά έργα του προέκυψαν επειδή «υπήρχε μια ζωντανή δική μας παράδοση, τόσο σε εκκλησιαστικά όσο και χορωδιακά έργα. Ο Πολυκράτης [σπουδαίος συνθέτης πολυφωνικής εκκλησιαστικής μουσικής] ήταν ένα υπόδειγμα για τους ύμνους της Λειτουργίας, Χερουβικό, Σε υμνούμεν, κ.λ.π. -κι εγώ τον είχα άλλωστε σαν πρότυπο. Έτσι θεωρώ την «Κασσιανή» μου σαν κάτι, θα έλεγα, το ανεξήγητο, όταν σκέφτομαι τα λίγα τεχνικά μέσα και τα ελάχιστα ακούσματα εκείνου του καιρού. Είναι εξάλλου το μόνο έργο εκείνης της εποχής που το θεωρώ άξιο να σταθεί πλάι στις μεταγενέστερες δημιουργίες μου.» 

Η «Κασσιανή» του Μ. Θεοδωράκη γράφτηκε και παρουσιάστηκε στην Τρίπολη, όταν ο συνθέτης ήταν μόλις 17 ετών! Η μελοποίηση του ύμνου είναι σαφώς επηρεασμένη από την πολυφωνία της εποχής και δεν έχει σχέση με την βυζαντινή μελωδία του τροπαρίου, παρ΄ ότι διαθέτει και κάποια τροπικά στοιχεία. 
Ο ίδιος ο συνθέτης στην Αυτοβιογραφία του (Οι Δρόμοι του Αρχάγγελου), διηγείται ένα πολύ …χαριτωμένο περιστατικό, που είχε να κάνει με την απόδοση του τροπαρίου της Κασσιανής εκείνη την Μ. Τρίτη, πριν 78 χρόνια! 
«… Στα 1942, τη Μεγάλη Τρίτη, η Τριπολιτσά είχε αναστατωθεί από τη μάχη των τριών Κασσιανών, όπως την ονόμασαν. Το τύπωμα και το μοίρασμα διαφημιστικών προκηρύξεων, που προκάλεσε την παρέμβαση των αρχών κατοχής και ο αφορισμός από το δεσπότη του Γιάννη Κούρου με την απαγόρευση να δοθεί η «Κασσιανή» του στη μητρόπολη, προσέδωσε εκρηκτικό χαρακτήρα στην ατμόσφαιρα. Εκτός από τον Κούρο, ο καθηγητής μου κ. Παπασταθόπουλος είχε γράψει τη δική του «Κασσιανή», που θα την ερμήνευε ο ΜΟΤ (Μουσικός Όμιλος Τριπόλεως) στον Προφήτη Ηλία, κι εγώ τη δική μου, που θα τη δίναμε στην Αγία Βαρβάρα. Ο Κούρος βρήκε τελικά κάποιο ξωκλήσι. Το έργο του ήταν στηριγμένο στην Αρκαδική Μουσική, δηλαδή μια απλούστευση της βυζαντινής, δικής του επινοήσεως. Ο ίδιος ήταν καθηγητής ιχνογραφίας στο γυμνάσιο, δεξιός ψάλτης στον Αι-Βασίλη, τη μητρόπολη, και κυρίως μέγας τραγουδιστής, με ειδικότητα τα επιτραπέζια «κολοκοτρωναίικα», όπως είναι γνωστά. Πολύ ψηλός, ξερακιανός, θυμόσοφος, καλαμπουρτζής και γερό ποτήρι, αποτελούσε ένα ζωντανό θρύλο. Στην «Κασσιανή» του, στη φράση «ως εν τω Παραδείσω», είχε βάλει φωνές που έκαναν «τσίου-τσίου», δηλαδή τα πουλιά του Παραδείσου, πράγμα που έδινε χειροπιαστά την εικόνα… και ίσως γι’ αυτήν την τόλμη ο δεσπότης τον αφόρισε. Δεδομένου ότι η βυζαντινή τέχνη θα πρέπει να παραμένει απογυμνωμένη από ειδωλολατρικά τερτίπια, όπως είναι τα «πουλάκια» ή τα μουσικά όργανα ή μια νέα αντίληψη για τη μελοποίηση, που να ξεφεύγει από τα ιερά πρότυπα και την παράδοση της εκκλησίας.

Ο Μίκης Θεοδωράκης με συμμαθητές του  στην Τρίπολη το 1942

Η σύνθεση της δικής μου «Κασσιανής» έγινε στις αρχές του 1942. Τότε είχα μια δική μου τετράφωνη χορωδία στην Αγία Βαρβάρα, για το μέρος της Λειτουργίας.
Έγραφα «Χερουβικά», «Σε υμνούμεν» και άλλα μέρη. Άρχισα τις πρόβες αμέσως. Κάθε φωνή ξεχωριστά. Έτσι κάθε μέρα δούλευα τέσσερις ώρες μόνο για τις φωνές. Ανακάλυψα και ένα θαυμάσιο βαρύτονο -ήταν μόνιμος επιλοχίας- για τον οποίον έγραψα ένα μεγάλο σόλο. Στη δική μας εκτέλεση, στην Αγία Βαρβάρα, χάρη στον πατέρα μου, ήρθαν οι αρχές της πόλης. Ο Ευάγγελος Παπανούτσος [διευθυντής τότε στην Παιδαγωγική Ακαδημία Τρίπολης] μας έφερε την ιντελιγκέντσια. Ο κόσμος πατείς με πατώ σε. Ψάλαμε από το γυναικωνίτη με μεγάλο τρακ και συγκίνηση. Ακόμα θυμάμαι το φάλτσο που έκανε ο Τάκης, που ως συνήθως τραγουδούσε πάντα λίγο χαμηλά. Τον είδα να τεντώνει το λαιμό του και είπα: «Τώρα θα το κάνει», και το έκανε. Αυτό έσπασε τη μαγεία της στιγμής. Ο Παπανούτσος, όλος χαρά, μας έσφιγγε τα χέρια στο προαύλιο της αυλής. Μετά και οι τρεις χορωδίες σμίξαμε σε μια υπόγεια ταβέρνα. Φάγαμε, ήπιαμε και, οι αθεόφοβοι, ψάλαμε και τις τρεις «Κασσιανές». 
Ο Μ. Θεοδωράκης είχε αναφερθεί, σε συνέντευξή του, στην «Κασσιανή» ως «ένα έργο φιλίας»: «Πραγματικά το κίνητρό μου ήταν να γράψω ένα σύνθετο έργο για τους φίλους μου που τραγουδούσαν τότε τα πρώτα μου τραγούδια σε εκδρομές και καντάδες κάτω από τα παράθυρα των αγαπημένων μας κοριτσιών.»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου