Πέμπτη 16 Αυγούστου 2018

ΚΩΣΤΗΣ ΜΟΣΚΩΦ: ΠΥΡΠΟΛΟΥΜΑΙ


Κωστής Μοσκώφ
ΠΥΡΠΟΛΟΥΜΑΙ 
Σε ποιάν ’Άβυσσο, σε ποιά χοάνη μυστική να ψάξουμε να βρούμε τον Έρωτα πού τον οδηγήσαμε στο θάνατο, για να μη μάς πυρπολήσει; 
Και γιατί τελικά να μη μάς πυρπολήσει; Στην Πράξη του λαού μας μες στον Καιρό, στη ζωντανή διαχρονική μας παράδοση, όπως εκφράζεται στο Λόγο, το κέντρο της ζωής, η «θεότητα», με τη θεολογική συμβολική αυτής της παράδοσης, είναι η πυρπολούσα το Εγώ μας αγάπη, η «καύση καρδίας», ο «μανικός Έρωτας». Ευσεβιστές ωστόσο, ολοένα μέσα στη μεταπρατική, εξαρτημένη κοινωνία μας πιο δυτικότροποι, επιζητούμε στη ζωή τη μερικότητα, τα επί μέρους προϊόντα της, όχι την ίδια την ουσία, της, την πιο βαθιά της υπόσταση: ζητάμε τον πλούτο ή την επιτυχία, απολησμονώντας πώς ο βασικός πλούτος είναι ο μανικός Έρωτας, η πυρπόλησή μας για τον Άλλο, ενσαρκωμένο στο κάθε Εσύ που αγαπάμε, προοίμιο αναγκαίο για την πυρπόλησή μας για την ανθρωπότητα ολόκληρη — το Όλο Σώμα μας… 
Όπως λέει ό σύγχρονός μας Περουβιανός Αγιορείτης, ο Συμεών Γρηγοριάτης — τα νυν Σταύρονικητιανός: «…Νά μη χρησιμοποιείς την Πράξη ως λίπασμα, για να καρπίσει ένας κόσμος αλλοτριωμένος, αλλά να τη χρησιμοποιούμε για να ανατινάξει αυτό τον αλλοτριωμένο κόσμο».
Μετουσιώνοντας τον κόσμο, από ύλη διασκορπισμένη, ύλη απρόσωπη, ύλη διάχυτη, σε ενσαρκωμένο Εσύ, απτό πρόσωπο του Καθόλου, ενσαρκωμένο πρόσωπο, μέσα στο Όλο Σώμα μας, του Έρωτα, ενσαρκωμένο πρόσωπο της ’Αγάπης, μόνου καταφατικού ορισμού στην Ορθόδοξη παράδοση, για το επίκεντρο της ζωής, το «Θεό»… 
Ο Έρωτας, καύση καρδίας, πυρπολεί, διαρρηγνύει το δερμάτινο χιτώνα του Εγώ μας, καταλύει τη μοναξιά μας, τη βίωσή μας ως μοναχικά εμπορεύματα. Ο Έρωτας διανοίγει το δρόμο στο Εγώ μας να καταλύσει αυτή τη μοναξιά του, να βρει την ολοκλήρωσή του, την πληρότητά του στο Όλο Σώμα μας, το «Εμείς»… 
Ανοίγει το δρόμο, μέσα από την ενσάρκωση, τη συγκεκριμενοποίηση του ’Έρωτα στη πρόσωπο που αγαπάμε, στο «Εσύ», να διατρήσουμε το δερμάτινο χιτώνα του Εγώ μας και να συναντήσουμε το συλλογικό εαυτό μας. 
Ωστόσο, μήπως αυτό το «Εσύ» κινδυνεύει να γίνει αυτοσκοπός, κινδυνεύει νι γίνει «είδωλο», μήπως ο ’Έρωτας από ενοποιός του Εγώ μας με την ολότητα, το συλλογικό σώμα μας, το Εμείς, κινδυνεύει, αντίθετα, να γίνει το πάθος που μας χωρίζει, πού δια-βάλλει από τον Όλο Άλλο; Μήπως αυτή η συγκεκριμενοποίηση του Έρωτα, αναγκαίο στάδιο για να διατρήσουμε το δερμάτινο χιτώνα μας και να βρούμε των ολότητα του σώματός μας, μπορεί ωστόσο αντί θεϊκό, ενοποιό, να τον αλλοτριώσει σε δια-βολικό, «δαίμονα πορνείας», όπως λέει η ασκητική εκφορά της παράδοσής μας, Έρωτα που δε σε ενώνει αλλά σε χωρίζει -—για μια προνομιακή διασύνδεση με κάποιο επί μέρους Εσύ - από τον Όλο Άλλο;
Ίσως. Είναι και αυτή η αλλοτρίωση μέσα στο δύσκολο αγώνα της Παρουσίας και της Απουσίας, της επιτυχίας μας να γίνουμε ισόθεοι και της αποτυχίας μας να γίνουμε ισόθεοι. Όμως, όπως και να είναι, η «καύση της καρδιάς», η πυρπόλησή μας για το συγκεκριμένο Εσύ, είναι η οδός που αξίζει να διακινδυνέψουμε: είναι ο δρόμος για να καρπίσει η ζωή, μέσα από την ολοκλήρωσή μας, την ενοποίησή μας – με διάμεσο το Εσύ - προς τον Όλο Άλλο. Είναι ο μόνος δρόμος που αξίζει να διακινδυνέψουμε, με κίνδυνο έστω να συναντήσουμε το θάνατό μας, για να ενοποιήσουμε γύρω από το Εγώ μας τη διασκορπισμένη ύλη του κόσμου, την απρόσωπη ύλη του κόσμου. Είναι ο μόνος δρόμος για να ενοποιήσουμε γύρω από τον άνθρωπο την ύλη, για να μετουσιωθεί ο δίχως πρόσωπο κόσμος σε κόσμο σαρκωμένο μέσα από τον έρωτά μας, κόσμο σαρκωμένο στο ενιαίο σώμα του ανθρώπου – το Εμείς. Μόνο μέσα από τη μανική μας Αγάπη με το συγκεκριμένο άνθρωπο, η έξοδος από το Εγώ μας είναι δυνατή. Μόνο μέσα από την ενσάρκωση του έρωτά μας στο συγκεκριμένο πρόσωπο του ανθρώπου , το ταξίδι προς το Καθόλου, προς το ενιαίο σώμα του Ανθρώπου, τον Όλο Άλλο, είναι πραγματοποιήσιμο. Μόνο μέσα από την έξοδο αυτή μπορεί να καταλύσουμε με την Πράξη του έρωτα – και αυτό το άλλο πρόσωπο της Πράξης του έρωτα που είναι η Πράξη της ιστορίας – το διχασμό του Όλου Σώματός μας σε έθνη, σε τάξεις, σε άτομα. 
Η έσχατη αλλοτρίωση, η έσχατη «Πτώση» - για να θυμηθούμε πάλι τη συμβολική της διαχρονικής μας θεολογικής παράδοσης – είναι άλλωστε, το «χλιαρός εί», η «ακηδία», το βόλεμα του σώματος, το βόλεμα αυτής της συμπύκνωσης της ύλης του σώματός μας που είναι η «ψυχή», η επαναπαυμένη στη γαλήνη του μηδενός ύπαρξη, η επιλογή του «αντί καπετάνιος του έρωτα, τελώνης να γεράσεις», όπως λέει και η παροιμία. 
Η επιλογή τού να μην πυρπολείσαι από τον Έρωτα, να μη μανικά αγαπήσεις, αλλά να μείνεις σκλάβος των ακίνητων δομών, έκφραση ενός προχριστιανικού κόσμου, σκλάβος ενός Θεού της Παλιάς Διαθήκης, όπου το επίκεντρο δεν είναι ένας Θεός τριαδικός με κέντρο την Αγάπη, ο Όλος Άνθρωπος ενσαρκωμένος στο κάθε Εσύ, αλλά ο Πατέρας Αφέντης. 
Η έσχατη αλλοτρίωση είναι να μην πυρπολείσαι από τον Έρωτα για τον Άλλο και για τον Όλο Άλλο, το συλλογικό σώμα μας να μη μανικά αγαπήσεις, αλλά να διασώσεις την ελευθερία και την αυτονομία της μοναξιάς σου μέσα σε μια νηφάλια, κατασιγασμένη, δίχως εντάσεις, ζωή…
Από την Ποιητική Συλλογή "Για τον Έρωτα και την Επανάσταση"

1 σχόλιο:

  1. To κείμενο "πυρπολεί" το υπαρκτικό σου τοπίο στην κυριολεξία...

    ΔΙΟΓΕΝΗΣ-Ε.Μ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή