Τρίτη 14 Αυγούστου 2018

ΤΟ ΠΕΡΙΩΝΥΜΟ "ΘΕΑΡΧΙΩ ΝΕΥΜΑΤΙ" ΤΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ π. ΔΙΟΝΥΣΙΟ ΦΙΡΦΙΡΗ


Τριάντα χρόνια συμπληρώνονται φέτος από την ιστορική ηχογράφηση του περιώνυμου οκτάηχου, και δίχορου, δοξαστικό του Εσπερινού στην Κοίμηση της Θεοτόκου "Θεαρχίω νεύματι", από τον αείμνηστο πρωτοψάλτη του Αγίου Όρους διακο-Διονύσιο Φιρφιρή. 
Η ηχογράφηση που εξέδωσε στα 2002 ο Μανόλης Χατζηγιακουμής από το Κέντρον Ερευνών και Εκδόσεων, στη σειρά "Οκτάηχα" από τα "Μνημεία Εκκλησιαστικής Μουσικής", πραγματοποιήθηκε στα 1988, αν και υπήρχε και μια παλαιότερη στα 1985. 
Ο Μανόλης Χατζηγιακουμής σημειώνει για το εξαίρετο αυτό μέλος και την ερμηνεία του π. Διονυσίου:
Το οκτάηχο, και δίχορο, δοξαστικό του Εσπερινού στην Κοίμηση της Θεοτόκου Θεαρχίω νεύματι (CD 9ο) είναι όχι μόνο το μοναδικό οκτάηχο μέλος που περιέχεται στο Δοξαστάριο του Ιακώβου (πρώτη καταγραφή 1794/1795, α' έκδοση Κων/πολη 1836, τόμ. Β', σ. 146-53), αλλά και από τα λαμπρότερα μέλη του μουσικού αυτού Βιβλίου και, γενικότερα, από τα λαμπρότερα του συνολικού έργου του μεγάλου αυτού εκκλησιαστικού συνθέτη. Έχει επίσης και αυτόνομη (ανεξάρτητη από το Δοξαστάριο) χειρόγραφη και έντυπη παράδοση (π.χ. Ταμείον Ανθολογίας, Κων/πολη 1834, τόμ. Α', σ. 136-43, Κων/πολη 1838, σ. 79-84, κ.α.). Στην πραγματικότητα, πρόκειται για ένα από τα αρχαιότερα, στην οκτάηχη αυτή μορφή, δοξαστικά μέλη με παρουσία στο Παλαιό Στιχηράριο και στα Νεώτερα επώνυμα, του Χρυσάφη του νέου (1655) και του Γερμανού Νέων Πατρών (1665). Εκτός από τον τύπο στο αργό στιχηραρικό μέλος, το οκτάηχο αυτό δοξαστικό έχει μελοποιηθεί σε νεώτερη εποχή (μέσα 18ου αι. κ.εξ.) και στο σύντομο στιχηραρικό μέλος, πρώτα από τον Ιωάννη πρωτοψάλτη (†1770) αυτόνομα και, στη συνέχεια, από τον Πέτρο τον Πελοποννήσιο (†1777) στο δικό του Δοξαστάριο (και τα δύο στην α' έκδοση του Δοξασταρίου, Βουκουρέστι 1820, σ. 227-30 του Πέτρου και σ. 230-33 του Ιωάννου). Έτσι, το αργό αυτό δοξαστικό του Ιακώβου αποτελεί την ιστορική κατάληξη μιας πλουσιότατης και μακραίωνης παράδοσης που σχετίζεται μάλιστα άμεσα με την αντίστοιχη επίσης πλούσια και μακραίωνη παράδοση του Στιχηραρίου. 
Καταρχήν, πρώτο στοιχείο άξιο σχολιασμού είναι το ίδιο το κείμενο. Πρόκειται για μια ποιητικότατη, λεκτικά και εικονοποιητικά, περιγραφή της Μετάστασης της Παναγίας, κατά το εκκλησιαστικό δόγμα, στους ουρανούς. Δομημένο, στην αρχαία του σύνθεση, κατά το οκτάηχο σύστημα (των κυρίων και πλαγίων ήχων) και εμπνευσμένο, πιθανότατα, από αυτοκρατορικές τελετές, δίνει μια λαμπρή, πανοραμική εικόνα του σπουδαίου αυτού θεολογικού γεγονότος: Θεαρχίω νεύματι, πάντοθεν οι θεοφόροι Απόστολοι, υπό νεφών μεταρσίως αιρόμενοι [ηχ α'] || Καταλαβόντες το πανάχραντον, και ζωαρχικόν σου σκήνος, εξόχως ησπάζοντο [ηχ πλ α']. || Αι δε υπέρτατοι των ουρανών Δυνάμεις, συν τω οικείω Δεσπότη παραγενόμεναι [ηχ β'], || Το θεοδόχον και ακραιφνέστατον σώμα προπέμπουσι, τω δέει κρατούμεναι· υπερκοσμίως δε προώχοντο, και αοράτως εβόων, ταις ανωτέραις Tαξιαρχίαις· Ιδού η παντάνασσα Θεόπαις παραγέγονεν [ηχ πλ β']. || Άρατε πύλας, και ταύτην υπερκοσμίως υποδέξασθε, την του αενάου φωτός Μητέρα [ηχ γ']· || Διά ταύτης γαρ η παγγενής των βροτών σωτηρία γέγονεν· ω [γρ. η] ατενίζειν ουκ ισχύομεν, και ταύτη άξιον γέρας απονέμειν αδύνατον [ηχ βαρύς]. || Ταύτης γαρ το υπερβάλλον, υπερέχει πάσαν έννοιαν [ηχ δ']. || Διό άχραντε Θεοτόκε, αεί συν ζωηφόρω Βασιλεί, και τόκω ζώσα, πρέσβευε διηνεκώς, περιφρουρήσαι και σώσαι, από πάσης προσβολής εναντίας την νεολαίαν σου· την γαρ σην προστασίαν κεκτήμεθα [ηχ πλ δ']. || Εις τους αιώνας, αγλαοφανώς μακαρίζοντες [ηχ α']. 
Πέρα από τον σύνολο δοξολογικό χαρακτήρα, στο εκτενές αυτό Δοξαστικό είναι ευδιάκριτα τέσσερα αφηγηματικά επίπεδα. Στο πρώτο (ηχ α' και πλ α') οι Απόστολοι “υπό νεφών αιρόμενοι” παραλαμβάνουν ασπαζόμενοι το Σκήνος της Παναγίας. Στο δεύτερο (ηχ β' και πλ β') οι υπέρτατες Δυνάμεις, με τον “οικείο” Δεσπότη, “παραγενόμεναι” συνοδεύουν το Σκήνος στην υπερκόσμια διαδρομή του. Το μέρος κλείνει με την άφιξη της πομπής προ των ουρανίων Πυλών και την αναγγελία προς τις ανώτερες Ταξιαρχίες “Ιδού η παντάνασσα Θεόπαις παραγέγονεν”. Στο τρίτο, και κεντρικότερο (ηχ γ' και ηχ βαρύς), υμνείται και δοξάζεται η Παναγία ως η Μητέρα του αενάου φωτός, διά της οποίας πραγματοποιήθηκε η σωτηρία των ανθρώπων και προς την οποία είναι αδύνατο να απονείμει κανείς “άξιον γέρας”. Στο τέταρτο, και τελευταίο (ηχ δ' και πλ δ'), μετά τη διαβεβαίωση ότι “το υπερβάλλον αυτής υπερέχει πάσαν έννοιαν”, η αφήγηση μεταβάλλεται σε ικεσία και επίκληση: να πρεσβεύει σταθερά, ώστε να περιφρουρείται και να σώζεται η “νεολαία” της. Αυτήν όλοι κεκτήμεθα προστασίαν μακαρίζοντάς την εις τους αιώνας. Η τετραμερής αυτή δομή (α' και β' μέρος Πορεία και Άφιξη στους Oυρανούς, γ' Ύμνος και Εγκώμιο της Παναγίας, δ' Ικεσία και Επίκληση) συμπίπτει απόλυτα, όπως γίνεται αμέσως φανερό, με το επίσης τετραμερές σχήμα των επιμέρους (κυρίων και πλαγίων) ήχων, και προφανώς όχι τυχαία. Έτσι, στο Δοξαστικό αυτό δεν περιγράφεται μόνο, με έντονα εικονοποιητικό τρόπο, ένα τόσο σπουδαίο θεολογικό γεγονός, όπως η Μετάσταση της Παναγίας, αλλά, κυρίως, υμνείται και δοξάζεται, με μεστούς ποιητικούς τόνους και όμοια σχήματα, το ουσιαστικό πρόσωπό της ως Μητέρας του Θεού και διαρκούς Μεσίτριας του Κόσμου. 
Το δοξαστικό Θεαρχίω νεύματι, ως οκτάηχο μέλος, οδεύει κατά το σύστημα των κυρίων και πλαγίων ήχων (πρώτος - πλάγιος του πρώτου, δεύτερος - πλάγιος του δευτέρου, τρίτος - πλάγιος του τρίτου / βαρύς, τέταρτος - πλάγιος του τετάρτου, επάνοδος στον α' ήχο). Ως μέλος του Ιακώβου πρωτοψάλτου δεν αποτελεί εξυπαρχής πρωτογενή σύνθεση. Δομή, φράσεις, ύφος, όλα σ’ αυτό παραπέμπουν στο όμοιο μέλος του Παλαιού Στιχηραρίου. Πιο συγκεκριμένα, στη νεώτερη ασματική παράδοση του Στιχηραρίου του Γερμανού Νέων Πατρών (αυτόγραφο Στιχηράριο Γερμανού 1665), στην οποία άλλωστε στηρίζεται και ολόκληρο το Δοξαστάριο του Ιακώβου. 


Για το οκτάηχο αυτό μέλος πρέπει να ειπωθούν: 1) Και αυτό έχει συντεθεί επίσης (όπως και ολόκληρο το Δοξαστάριο) “δι’ ευρύθμου και συντετμημένου τρόπου”. Πρόκειται για έναν εσωτερικό, ακατάγραφο ρυθμό, πέρα από την τυπική, και συνήθη, χρονική αγωγή, απόλυτα συνυφασμένον με την όλη ανάπτυξη των επιμέρους μουσικών γραμμών και φράσεων (και ο οποίος διασώζεται ακέραιος στη λαμπρή ερμηνεία του πατρός Διονυσίου). O ρυθμός αυτός, ο οποίος επιβάλλεται ήδη από την αρχική μουσική φράση (ακόμη και από τον εκτός κειμένου επιβλητικό επίσης πρόλογο Δόξα και Νυν), κυριαρχεί σταθερά σ’ ολόκληρο το μέλος, προσδίδοντας σ’ αυτό ένα από τα τόσο ιδιαίτερα, και αρχαιότροπα, χαρακτηριστικά του. 2) Το δεύτερο, εξίσου σπουδαίο (ίσως σπουδαιότερο για το συγκεκριμένο αυτό μέλος), είναι η παραστατικότατη μουσική εικονοποιία, η οποία υπηρετεί πιστά την παραστατικότατη επίσης εικονοποιία του ποιητικού κειμένου. Στο θέμα αυτό το Θεαρχίω νεύματι είναι ένα από τα λαμπρότερα δείγματα της μελοποιητικής δεινότητας του Ιακώβου. Αλλά και ο επί μέρους ποιητικός λόγος βρίσκει παντού την κατάλληλη, και αναγκαία, μουσική επένδυση, εφόσον μάλιστα ο Ιάκωβος υπήρξε γενικότερα, κατά την ιστορική μαρτυρία, “ο πρώτος εις το κατά το νόημα μελοποιείν”. Έτσι, Λόγος και Μέλος βρίσκονται εδώ σε μια σπάνια αρμονική αλληλουχία και σύζευξη. 3) Σημαντικό στοιχείο της σύνθεσης αποτελεί επίσης και το ύφος, υμνητικό, δοξαστικό και χαρμόσυνο. Δεν είναι μόνο το είδος του μέλους (Δοξαστικό), αλλά, κυρίως, το ειδικό θέμα, το οποίο επιβάλλει το συγκεκριμένο αυτό ύφος. Παντού, σ’ όλους του ήχους, επισημαίνονται πλούσιες δυναμικές κορυφώσεις, ενώ ολόκληρο το μάθημα διαπνέεται από υψιπετή έξαρση και ανάταση. Σ’ αυτό βοηθά αποτελεσματικά η κατάλληλη χρησιμοποίηση των ήχων και η χρησιμοποίηση επίσης κατάλληλων για την περίσταση θέσεων. Έτσι, το ύφος συμβαδίζει απόλυτα με τον ουσιώδη χαρακτήρα της σύνθεσης και του κειμένου. 4) Εδώ πρέπει να προστεθούν και ορισμένα άλλα, εσωτερικά κυρίως στοιχεία που προσιδιάζουν στο μέλος. Η ολοκληρωμένη ταύτιση μουσικών φράσεων και αντίστοιχων λέξεων. Η παρατήρηση καλύπτει, γενικότερα, όλο το στιχηραρικό είδος, ωστόσο στο οκτάηχο αυτό μάθημα βρίσκει απόλυτη εφαρμογή και συνέπεια. Η σταθερή σύμπτωση, παντού, του μουσικού με τον γραμματικό τόνο. Μάλιστα στις περιπτώσεις αυτές ο μουσικός τόνος διατυπώνεται πάντοτε με έμφαση και αισθητά οξύτερα από τους λοιπούς, συνάλληλους φθόγγους. Η έντεχνη και ομαλή (συχνά δυσδιάκριτη) συμπλοκή των ήχων, έτσι που το σύνολο άκουσμα να αποκτά συμπαγή ενότητα και ομοιογένεια. Η ενότητα αυτή γίνεται απόλυτα εμφανής με τον συγκεκριμένο εδώ τρόπο ερμηνείας του μαθήματος (ενιαίο, χωρίς τον τύπο της δίχορης μορφής). Oι επιμέρους μελισματικές μετατροπίες (περιορισμένες και όπου, πράγματι, χρειάζονται) δεν αποτελούν απλά στοιχεία επιτήδευσης, αλλά χρησιμοποιούνται για να τονίσουν και να “περιγράψουν” ηχοχρωματικά ειδικές νοηματικά λέξεις (“τω δέει κρατούμεναι”, “προώχοντο”, “από πάσης προσβολής εναντίας” κλπ.). 
Η ερμηνεία του πατρός Διονυσίου Φιρφιρή στο οκτάηχο αυτό Δοξαστικό του Ιακώβου πρωτοψάλτου αποτελεί μέγιστο επιστημονικό και πνευματικό γεγονός (και πρέπει επίσης να θεωρηθεί μέγιστο ευτύχημα η καταγραφή της). Στην ουσία, πρόκειται για μιά σπάνια και εξαιρετικά σημαντική ιστορική ηχογράφηση (Φεβρουάριος 1988, και παλαιότερη 1985). Το μέλος ψάλλεται, και στις δύο περιπτώσεις, από την α' έκδοση του Δοξασταρίου του Ιακώβου (Κων/πολη 1836, τόμ. Β', σ. 143-56, εδώ σ. 31 κ.εξ.). Για την ερμηνεία αυτή του πατρός Διονυσίου πρέπει να ληφθούν υπόψη δύο ειδικά, και σπουδαία, δεδομένα. Το πρώτο είναι η μακραίωνη ζωντανή λειτουργική χρήση του Δοξαστικού αυτού στο Άγιον Όρος. Παράλληλα, ότι η λειτουργική αυτή χρήση συνδέεται εκεί με τη μεγάλη επίσης ψαλτική παράδοση του Στιχηραρίου (όπως άλλωστε συνδέεται και ολόκληρο το Δοξαστάριο του Ιακώβου). Το δεύτερο είναι η εξίσου μεγάλη ψαλτική εμπειρία του μέλους αυτού του Ιακώβου από τον πατέρα Διονύσιο Φιρφιρή (το έψαλλε στο Άγιον Όρος επί 60 ολόκληρα χρόνια, όπως ο ίδιος έλεγε, και όπως ακριβώς το διδάχθηκε από την προηγούμενη γενιά των μεγάλων Αγιορειτών ψαλτών και πατέρων). Με τα δεδομένα αυτά εξηγείται ευκολότερα η ιδιότυπη και λαμπρή αυτή ερμηνεία, η οποία παραπέμπει έτσι, επί της ουσίας, σε παλαιά και εξαιρετικά ενδιαφέροντα πρότυπα. Στην πράξη, πρόκειται για σπάνιο και ασυνήθιστο ερμηνευτικό άκουσμα, “ξένο” και αλλότριο, στο σύνολό του, από τα όμοια τρέχοντα και συνήθη. Η μοναδικότητα της ερμηνείας του πατρός Διονυσίου γίνεται ακόμη περισσότερο αντιληπτή, αν προστεθεί εδώ ότι το ερμηνευτικό άκουσμα του οκτάηχου αυτού Δοξαστικού είναι σήμερα, στο υπόλοιπο Άγιον Όρος, αισθητά διαφοροποιημένο και ότι, επιπλέον, στον χώρο του Οικουμενικού Πατριαρχείου και στους άλλους ναούς της ευρύτερης Κωνσταντινούπολης, ψαλλόταν πάντοτε (και εξακολουθεί να ψάλλεται) το όμοιο οκτάηχο Δοξαστικό (σε σύντομο στιχηραρικό μέλος) του Πέτρου Πελοποννησίου (†1777). Έτσι, η ερμηνεία του πατρός Διονυσίου δεν αξιολογείται μόνο ως προς τη μοναδικότητα της μουσικής και εκφραστικής της διατύπωσης, αλλά, παράλληλα, και ως προς την ιστορική της σημειολογία, καθώς αποτελεί το οριστικό τέρμα μιας τόσο μεγάλης ειδικής (και ζωντανής ως τις ημέρες μας) ψαλτικής πορείας. Παρά τα τεχνικά μειονεκτήματα (την κόπωση της ηλικίας των 76 χρόνων, και, ατυχώς, το υποτονικό ισοκράτημα, ασύμβατο στην ουσία με τον έντονο δοξαστικό χαρακτήρα του μέλους και, κυρίως, της συγκεκριμένης ερμηνείας), η εντυπωσιακή αυτή εκτέλεση στοιχειοθετείται από πολλά, και σπουδαία, τεκμήρια. 1) Το πρώτο είναι η ειδική εκφορά των μουσικών γραμμών και φράσεων, συνεκτική, εύστροφη, αναλυτική. Πιο συγκεκριμένα, η λαμπρή, και ομοιογενής, απόδοση των ιστορικών ποιοτικών χαρακτήρων (σε αρμονικότατη μάλιστα συμπλοκή με εκείνην των ποσοτικών), ακόμη, η σύνολη οργανική ενότητα και ο ανεξάντλητος πλούτος των επιμέρους εκφραστικών αποχρώσεων. Εντυπωσιάζει πράγματι ο αρχαιοπρεπής, και κλασικός, τρόπος εκφοράς όλων των “θέσεων”, απολύτως μέσα στο πνεύμα και στον χαρακτήρα του αργού στιχηραρικού μέλους. Στο θέμα αυτό η ερμηνεία αποτελεί πράγματι μοναδικό δίδαγμα και εμπειρία. 2) Το δεύτερο εξίσου σπουδαίο είναι η πρωτότυπη ρυθμική ροή και κίνηση (γοργόρρυθμη στην τελική εκδοχή, περισσότερο αργόρρυθμη στην παλαιότερη). Δεν είναι μόνο η απόλυτη ακρίβεια του ρυθμού και του χρόνου, αλλά, κυρίως, ο ιδιότυπος ρυθμικός κυματισμός και οιονεί μετεωρισμός του ήχου. Πρόκειται για ένα από τα πιο σπουδαία, και αξιοπρόσεκτα, συστατικά της παρούσας ερμηνείας. Από μιαν άποψη, πρέπει να θεωρηθεί (όπως ειπώθηκε και σε άλλη περίσταση) ότι η ρυθμική (και εκφραστική) αυτή ιδιοτυπία εμπεριέχει, κατά πάσαν πιθανότητα, εκτελεστικά κατάλοιπα της παλαιάς Χειρονομίας. Με τη συγκεκριμένη επισήμανση, η ερμηνεία εδώ αποκτά, εκτός των άλλων, και μιαν άλλη διάσταση. 3) Ένα τρίτο είναι το ύφος, στιβαρό, ηγεμονικό και στεντόρειο, πάνω απ’ όλα όμως εξαιρετικά υψιπετές, δοξαστικό και χαρμόσυνο. Το ύφος αυτό, το οποίο υποστηρίζεται έξοχα από το οικείο φωνητικό εύρος και τον ιδιότυπο ισχυρό τονισμό (στη θέση), ανταποκρίνεται άριστα στο υψήγορο μουσικό και ποιητικό κείμενο. Σύμφυτο, στην υφή του, με την ουσία του μέλους αναδεικνύει και επιβάλλει καθοριστικά το μοναδικό αυτό άκουσμα. Εδώ αποδεικνύεται ότι το πραγματικό ύφος στα εκκλησιαστικά μέλη δεν είναι απλά ένα τυπικό στερεότυπο, αλλά μιά σύνθετη και ουσιαστική δημιουργική πράξη. 4) Ως τελευταίο πρέπει να προστεθεί ο ακραιφνής και ουσιώδης χαρακτήρας της ερμηνείας, αυθεντικός, γνήσιος, υπερβατικός. Πέρα από τα προηγούμενα, ό,τι προέχει στην παρούσα ερμηνεία είναι προπάντων η βαθειά και έλλογη βίωση του μέλους, στο σύνολό του και σε όλες του τις επιμέρους λεπτές αποχρώσεις. Με σπάνια ψυχική μέθεξη, ελευθερία και άνεση (που την έχει ενισχύσει προφανώς η μακρόχρονη λειτουργική εκτέλεση από τον ίδιο) αποκαλύπτει δημιουργικά τις σπάνιες αρετές του Μαθήματος. Κείμενο, μέλος, ερμηνεία αποτελούν εδώ μιαν αδιάσπαστη ενότητα, αναδεικνύοντας έξοχα ένα από τα αριστουργήματα του αρχαίου αργού στιχηραρικού μέλους και της εκκλησιαστικής μουσικής σύνθεσης γενικότερα. Η μεγάλη λαϊκή ερμηνευτική παράδοση του Όρους βρίσκεται, και στην περίπτωση αυτή, σε μια κορυφαία της στιγμή. Για να αποδειχθεί, άλλη μια φορά, ότι η ερμηνεία των εκκλησιαστικών μελών δεν είναι δεξιοτεχνία και έμφαση, ούτε άκρατος υποκειμενισμός, αλλά, κυρίως, γνώση των ειδών, σεβασμός και πειθαρχία στις αρχές και στους κανόνες της μεγάλης αυτής μουσικής τέχνης, πάνω απ’ όλα εσωτερική συμμετοχή, βίωση, έμπνευση. 
Το οκτάηχο Δοξαστικό στην Κοίμηση της Θεοτόκου Θεαρχίω νεύματι του Ιακώβου πρωτοψάλτου παραμένει ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά μέλη του καθόλου Oκτάηχου συστήματος, αλλά και του επιμέρους Στιχηραρικού είδους. Επιπλέον, έχει διατηρηθεί ολοζώντανο στη λειτουργική πράξη ως τις ημέρες μας, και μάλιστα μέσα στο παλαιότροπο και βιωματικό περιβάλλον του Αθωνικού χώρου. Από την άποψη αυτή, η ερμηνεία εδώ του πατρός Διονυσίου Φιρφιρή καταγράφει (και αναδεικνύει) την ουσία και το κάλλος του ιδιότυπου ιστορικού εκκλησιαστικού αυτού μέλους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου