Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου
Με την ανάρτηση αυτή εγκαινιάζουμε και επισήμως το Έτος Μητροπολίτου Πατρών Νικοδήμου (Βαλληνδρά), με αφορμή την συμπλήρωση 10 χρόνων από την κοίμησή του (2008-2018).
Φιλοδοξούμε - εκτός των άλλων – να θυμίσουμε και τις επετείους του μακαριστού Μητροπολίτου, ο οποίος έδρασε στην Εκκλησία της Ελλάδος για σχεδόν 70 χρόνια.
Στις 6 Ιανουαρίου 1944, λοιπόν, ανήμερα της μεγάλης εορτής των Θεοφανείων, ο μακαριστός ιεράρχης χειροτονήθηκε πρεσβύτερος (λαβών και το οφφίκιο του Αρχιμανδρίτου) από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Αντιβασιλέα Δαμασκηνό, ο οποίος διαδέχθηκε τον μέγα Χρύσανθο (Φιλιππίδη), τον Αρχιεπίσκοπο που είχε επιλέξει ως Αρχιδιάκονο τον Νικόδημο Βαλληνδρά.
Αξίζει να σημειωθεί πως ο Αρχιδιάκονος και μετέπειτα Αρχιμανδρίτης Νικόδημος, υπηρέτησε ως γραμματεύς της Ιεράς Αρχιεπισκοπής επί της Αρχιερατείας πέντε Αρχιεπισκόπων: Χρυσάνθου, Δαμασκηνού, Σπυρίδωνος, Δωροθέου και Θεοκλήτου του από Πατρών. Μια διακονία 18 ετών (1939-1957), με εξαίρεση την θητεία του ως στρατιωτικού ιερέως (1948-50).
Ο μακαριστός Μητροπολίτης διηγείτο ότι τα Θεοφάνεια του 1945 – πρώτη επέτειο της εις πρεσβύτερον χειροτονίας του - ήταν άρρωστος και ο γιατρός του συνέστησε να μείνει στο σπίτι και να μην εκτεθεί στο κρύο του χειμώνα. Και εκείνος τέλεσε την Θεία Λειτουργία στο σπίτι που φιλοξενούνταν τότε, κοντά στην ενορία που διακονούσε (Τρεις Ιεράρχες Πετραλώνων), για να μην του «λείψει» η Θεία Ευχαριστία τέτοια μεγάλη μέρα!
Ως Μητροπολίτης Πατρών γιόρταζε την Θεοφάνεια στον Μητροπολιτικό Ναό Ευαγγελιστρίας και κατόπιν μετέβαινε στο λιμάνι για την κατάδυση του Τιμίου Σταυρού. Από τον εορτασμό αυτόν (των ετών 1984, 1985, 1990 και άλλων) είναι και οι φωτογραφίες που δημοσιεύουμε εδώ. Σημαντική η φωτογραφία στην οποία φαίνεται ο μακαριστός Μητροπολίτης Πατρών να τελεί την Ακολουθία του Μ. Αγιασμού προς ανατολάς, κατά το ορθόδοξον έθος, και όχι κατενώπιον του λαού όπως πολλάκις παρατηρείται εν εσχάταις ημέραις.
Ο αείμνηστος Γέροντας τελούσε, όμως, υποδειγματικά και τις Ακολουθίες της παραμονής των Θεοφανείων: Μ. Ώρες, Μ. Εσπερινό μετά της Θείας Λειτουργίας του Μ. Βασιλείου και τον Μ. Αγιασμό, στον ιστορικό Ιερό Ναό του Παντοκράτορος, στην Άνω Πόλη. Είναι αυτός που καθιέρωσε Αγρυπνία (9-1 μ. μεσ.) για τις Ώρες τόσο των Χριστουγέννων όσο και των Θεοφανείων. Επέλεξε τον Παντοκράτορα, προφανώς επειδή ανήμερα της εορτής η Τελετή Αγιασμού των Υδάτων της ενορίας γίνεται πανηγυρικά στην Δεξαμενή, στο ιστορικό Φρούριο της πόλης. Με την παρουσία του την παραμονή των Θεοφανείων εκεί, τιμούσε και τον εορτασμό της Άνω Πόλης.
Εννοείται πως έψαλλε πανηγυρικά τα ιδιόμελα των Μ. Ωρών και του Μ. Εσπερινού, στο κλασικό μέλος, και κατόπιν τελούσε την Θ. Λειτουργία του Μ. Βασιλείου και στο τέλος την Ακολουθία του Μ. Αγιασμού. Θυμάμαι την ανεπανάληπτη εμμελή απαγγελία του στο Ευαγγέλιο της Θ’ Ώρας: «Εν έτει πεντεκαιδεκάτω…». Και την εξπρεσιονιστική ερμηνεία του στο πρώτο ιδιόμελο του Εσπερινού, ιδιαίτερα στη φράση: «τρέμει τη χειρί» (ο Πρόδρομος), όπου αποδίδει την κλασική γραμμή με ρυθμό και ένταση.
Αυτό μπορείτε να το διαπιστώσετε ακούγοντας το βίντεο που παραθέτουμε εδώ.
Πρόκειται για μια ηχογράφηση που πραγματοποίησα στις 4 Ιανουαρίου του 1988 (πριν 30 χρόνια) στον Ι. Ναό Παντοκράτορος Πατρών, στην Αγρυπνία για τις Μ. Ώρες των Θεοφανείων. Ο Μητροπολίτης Νικόδημος ψάλλει στον Μ. Εσπερινό το «Κύριε εκέκραξα» και το στιχηρό ιδιόμελο «Τον φωτισμόν ημών» σε ήχο β’. Και στη συνέχεια ψάλλει τα τροπάρια των Προφητειών «Επεφάνης εν τω κόσμω» σε ήχο πλ.α’ και «Αμαρτωλοίς και τελώναις» σε ήχο πλ.β’, λέγοντας και τους ψαλμικούς στίχους, των χορών ψαλλόντων τα ακροτελεύτια κάθε φορά. Τότε έψαλαν στον Παντοκράτορα οι επί σειρά ετών ψάλτες του Ναού, αείμνηστοι Κωνσταντίνος Μυλωνάς και Αργύριος Μωραϊτης.
Αιωνία η μνήμη τους!Παραθέτουμε στη συνέχεια μια ομιλία εις τα Άγια Θεοφάνεια (Ο αγιάζων και οι αγιαζόμενοι) του Μητροπολίτου Πατρών Νικοδήμου [Απόσπασμα από το βιβλίο «Εόρτια Μηνύματα», εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήναι, 4η έκδ., σ. 292-295].
Όταν γίνεται λόγος περί αγιασμού, είναι φανερόν ότι προϋποτίθεται αγιάζων και αγιαζόμενοι. Η πράξις του αγιασμού προϋποθέτει εκείνον ο οποίος ενεργεί και εκείνους διά τους οποίους ενεργείται. Δεν πρόκειται διά τον αγιασμόν των υδάτων, αλλά περί της ουσίας του αγιασμού, δηλαδή περί της αγιοποιήσεως των ανθρώπων. (Άλλωστε, υπέρ του αγιασμού ημών τελείται ο αγιασμός των υδάτων) Ο απόστολος Παύλος εξηγεί σχετικώς ποίος είναι ο αγιάζων και ποίοι οι αγιαζόμενοι. Και είναι επίκαιρον σήμερον, ομολογουμένως, να ομιλήσωμεν περί του αγιάζοντοςκαι των αγιαζομένων.
1. «Ο αγιάζων και οι αγιαζόμενοι εξ ενός πάντες». Ο αγιάζων, φυσικά, είναι ο Χριστός και αγιαζόμενοι, προφανώς, είναι οι πιστοί εις Αυτόν, οι χριστιανοί. Όμως ο Χριστός είναι υιός του Θεού, τέκνα δε Θεού, κατά χάριν, είναι και οι διά του Χριστού «την υιοθεσίαν απολαύοντες». Και διά τούτο ο Παύλος λέγει, ότι είναι «εξ ενός (Πατρός) πάντες».
Ο αγιάζων: Εκεί εις τον Ιορδάνην ποταμόν παρουσιάσθη ο αγιάζων Κύριός μας. Και το Πνεύμα το άγιον, εμφανισθέν εν είδει περιστεράς, και η φωνή του Πατρός συγχρόνως τον παρουσίασαν εις τους ανθρώπους: «ούτος εστιν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ώ ηυδόκησα». Πρέπει δε να γνωρίζωμεν ότι ο αγιάζων Χριστός έχει τρεις ιδιότητας: είναι προφήτης, βασιλεύς και αρχιερεύς.
Παρουσιάσθη τω όντι ο Κύριος με το προφητικόν του αξίωμα, εν πρώτοις. Ως διδάσκαλος δηλαδή, διδάσκων τας υψίστας αληθείας και διαφωτίζων τα μεγάλα εκείνα ζητήματα, τα οποία όσον και αν ανιχνεύη ο άνθρωπος, τα ψηλαφά μόνον, χωρίς να δύναται να τα γνωρίση πληρέστερον. Ο Κύριος είναι, διά την γνώσιν των ζητημάτων αυτών, «η οδός και η αλήθεια». Κατήλθεν εκ του ουρανού, διά να φέρη εις ημάς την γνώσιν της αληθείας• της αληθείας εκείνης η οποία δεν είναι ξηρά γνώσις, αλλά κατευθύνει και καθοδηγεί εις ζωήν ανάλογον και αγίαν, διά να γίνη πραγματικότης εκείνο το οποίον είπε εν τη προσευχή του προς τον ουράνιον Πατέρα ο Κύριος: «αγίασον αυτούς τη αληθεία σου• ο λόγος ο σός αλήθεια εστιν». Αγίασέ τους διά της αποκαλυφθείσης αληθείας σου, ώστε να έχουν την αλήθειαν αυτήν ως γνώμονα και οδηγόν της ζωής των.
Αλλά παρουσιάσθη ο Κύριος και ως Βασιλεύς: «και της βασιλείας αυτού ουκ έσται τέλος». Αυτός είναι «ο βασιλεύς των βασιλευόντων και Κύριος των κυριευόντων». Αυτός είναι ο βασιλεύς, ο Άρχων της «βασιλείας των ουρανών», της οποίας οι χριστιανοί εκλήθησαν να είναι πολίται. Είναι ο ηγεμών, ο οποίος κελεύει και ημείς ως υπήκοοί του οφείλομεν να εκτελώμεν πιστώς τον νόμον και τας εντολάς του.
Ενεφανίσθη ακόμη ο Σωτήρ και ως Αρχιερεύς. Είναι ο «αρχιερεύς ο μέγας ο διεληλυθώς τους ουρανούς». Όλοι οι ιερείς της Παλαιάς Διαθήκης κυριώτερον έργον είχον να προσφέρουν εις τον Θεόν θυσίας. Αλλά ο Κύριος προσέφερεν την ανεκτίμητον θυσία του Εαυτού του• και δι’ αυτό είναι ο μέγιστος Αρχιερεύς.
Αυτός λοιπόν είναι ο αγιάζων, ο Ιησούς Χριστός, Όστις διά τον άνθρωπον είναι ο κατεξοχήν Προφήτης (δηλαδή διδάσκαλος), Βασιλεύς και Αρχιερεύς.
2. Και οι αγιαζόμενοι ημείς, πρέπει να ανταποκριθώμεν εις τας τρεις αυτάς ιδιότητας του Κυρίου.
Εάν Εκείνος είναι ο κατ’ εξοχήν διδάσκαλος, ημείς οφείλομεν να είμεθα οι μαθηταί του, οι δεχόμενοι τους λόγους του με υπακοήν και διάθεσιν συμμορφώσεως προς αυτούς. Τότε είμεθα όντως αγιαζόμενοι. Εάν όμως ο Κύριος διδάσκη και ημείς δεν θέλομεν να τον υπακούσωμεν, τότε δεν έχομεν μετ’ Αυτού σχέσιν ως αγιαζόμενοι. Ο αγιάζων και οι αγιαζόμενοι συναντώνται εις το αυτό σημείον: ο αγιάζων διδάσκει την αλήθειαν και οι αγιαζόμενοι την ακολουθούν.
Και ως βασιλεύς ο Χριστός θα διατάσση και οι αγιαζόμενοι θα δέχωνται τας εντολάς του και θα τας εφαρμόζουν. Εκείνος με το βασιλικόν αξίωμα θα διευθύνη τους πάντας• και τα πάντα θα ανήκουν εις την δικαιοδοσίαν του. Υπό τας προϋποθέσεις δε αυτάς και ο χριστιανός καθίσταται μέτοχος του βασιλικού αξιώματος του Κυρίου. Δεν θα παρουσιάζη δηλαδή αδυναμίαν να χαλιναγωγήση τον εαυτόν του. Χριστιανός ο οποίος οικειοποιείται τας θείας αληθείας της διδασκαλίας του Κυρίου και θέλει να έχη τον Χριστόν άρχοντα εις την ζωήν του, γίνεται ικανός να κυριαρχή επί της προσωπικότητός του και να ηγεμονεύη επ’ αυτής, με την χάριν του Αγιάζοντος, αξιοποιούσαν τας ατομικάς του προσπαθείας.
Διότι, μη λησμονώμεν, τέλος, ότι ο Χριστός, παρουσιαζόμενος και ως Αρχιερεύς ημών, προσέθεσεν εις την προσευχήν Του: «υπέρ αυτών εγώ αγιάζω εμαυτόν, ίνα και αυτοί ώσιν ηγιασμένοι εν αληθεία». Εγώ θυσιάζω, λέγει, τον εαυτόν μου, και η πράξις αυτή πρέπει να έχη συνέπειαν και συνέχειαν, τ.έ., πρέπει και οι αγιαζόμενοι, ενισχυόμενοι από την αγιαστικήν χάριν και δύναμιν που πηγάζει εκ της θυσίας ταύτης, να θυσιάζουν κάθε τι το κακόν και αμαρτωλόν επί του βωμού της προσπαθείας, ώστε και αυτοί να είναι «ηγιασμένοι εν αληθεία». Κατ’ αυτόν τον τρόπον πράγματι ο πιστός επωφελείται της θυσίας του Κυρίου και μετέχει ως «βασίλειον ιεράτευμα» της αρχιερατικής ιδιότητος του Χριστού.
Αγαπητοί! Αυτό είναι το νόημα του αγιασμού, τον οποίον εν συνεχεία θα τελέσωμεν. Εθεωρήσαμεν σκόπιμον να εκτεθούν επικαίρως σήμερον αι απόψεις αύται, διά να καταλάβωμεν, ότι εάν ποθώμεν τον αγιασμόν ημών, απαιτείται να παρακολουθήσωμεν, όπως ανεπτύχθη, τας τρεις ιδιότητας του Κυρίου, ο Οποίος ενεφανίσθη εις ημάς ως Προφήτης, ως Βασιλεύς και ως Αρχιερεύς.
Έλεγε, θυμάμαι, το Ευαγγέλιο των Θεοφανείων, κι αντιλαλούσε σύμπασα η λιμενική ζώνη! Περασμένα Μεγαλεία.
ΑπάντησηΔιαγραφή