«Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας έστειλε και ένα σοβαρό μήνυμα στους συγχρόνους του, αλλά και στις επόμενες γενεές και σε ολόκληρη την Ορθοδοξία: Την ανάγκη της στενής συνεργασίας με όλες τις δυνάμεις, της καταλλαγής και της ειρηνικής συνυπάρξεως. "Δεν μπορώ μόνος μου να πραγματοποιήσω και να εφαρμόσω τις εντολές του Χριστού για όλην την Εκκλησία. "Είναι απαραίτητη" ετόνιζεν ο Οικουμενικός Πατριάρχης, "είναι απαραίτητη η εμπιστοσύνη και η συνεργασία"».
"Συμμετέχομεν πλήρως εις τους οικουμενικούς οργανισμούς και δεν είμεθα προσκεκλημένοι ή φιλοξενούμενοι ή υφιστάμενοι-υπήκοοι ουδενός. Είμεθα εις την οικίαν μας με όλας τας συνεπείας, πάντα τα δικαιώματα και πάντα τα επακόλουθα συνυπευθύνων... Δύναται να λεχθή ότι και εις την κατάστασιν ακοινωνησίας, εις την οποίαν ακόμη ευρισκόμεθα, ακριβώς εις την κρίσιμον εποχήν, την οποίαν διέρχεται σήμερον η ανθρωπότης, είναι η συνεργασία και ο διάλογος αδήριτα, ουχί δια να καταπολεμήσωμεν και υπερισχύσωμεν των άλλων, αλλά δια να αναζητήσωμεν και εύρωμεν από κοινού την αλήθειαν εν αγάπη και να υπηρετήσωμεν από κοινού τον πάσχοντα σύγχρονον άνθρωπον... Και τούτο πρέπει εν συντριβή καρδίας να προωθήσωμεν, ουχί μόνον δια λόγων, αλλά και δι' έργων. Ολόκληρος η Ορθοδοξία συνοδικώς έχει λάβει τας αναγκαίας αποφάσεις, αι οποίαι πρέπει να τυγχάνουν υφ' όλων σεβασταί, αποδεκταί και με τας αναμενομένας συνεπείας".
Στις σελίδες του παρόντος τόμου ο καθηγητής Γρηγόριος Λαρεντζάκης μάς πληροφορεί υπεύθυνα και πλήρως για τις νεότερες θεολογικές εξελίξεις στον οικουμενικό διάλογο, εξελίξεις που είναι σημαντικές για την κατανόηση και τη λύση σοβαρών προβλημάτων που απασχολούν τις Εκκλησίες αιώνες τώρα και εμποδίζουν την αποκατάσταση της πλήρους κοινωνίας μεταξύ τους. Ο τόμος περιλαμβάνει μελέτες που καταπιάνονται με μεγάλα θέματα του οικουμενικού διαλόγου και αποτελούν σημαντική συμβολή στη συνεχιζόμενη συζήτηση στην Οικουμενική Κίνηση και στην πορεία των προσπαθειών του χριστιανικού κόσμου για συνεργασία, καταλλαγή και ενότητα.
(Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Παραθέτουμε στη συνέχεια το προλόγισμα στην έκδοση του Στυλιανού Χ. Τσομπανίδη, αναπληρωτή Καθηγητή της Οικουμενικής Κίνησης στο Τμήμα Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Τό καθῆκον τῆς Ὀρθοδοξίας γιά καταλλαγή καί ἑνότητα πηγάζει ἀπό τό οἰκουμενικό πνεῦμα της. Ἡ οἰκουμενικότητα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ὑπῆρξε ὁ αὐτονόητος πνευματικός χῶρος της, ἀποτελεῖ τό πεντόσταγμά της. Τό φανερώνει ἡ ἱστορία της καί ἡ πορεία της μέσα στόν κόσμο. Τό ἔχουν δηλώσει κορυφαῖες ἐκκλησιαστικές καί θεολογικές προσωπικότητες τῆς ἐποχῆς μας. Οἱ κατά τόπους Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες συμμετέχοντας ἐνεργά στήν Οἰκουμενική Κίνηση καί τά διάφορα ὄργανά της δέν κάνουν τίποτε ἄλλο παρά νά μετουσιώνουν σέ πράξη τή μακραίωνα θεολογική καί λειτουργική παραδοσή τους, ἱκετεύοντας μαζί μέ τόν Μέγα Βασίλειο «μνήσθητι, Κύριε, τῆς ἁγίας σου Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, τῆς ἀπὸ περάτων ἕως περάτων τῆς οἰκουμένης, καὶ εἰρήνευσον αὐτήν… τοὺς ἐσκορπισμένους ἐπισυνάγαγε, τοὺς πεπλανημένους ἐπανάγαγε καὶ σύναψον τῇ ἁγίᾳ σου Καθολικῇ καὶ Ἀποστολικῇ Ἐκκλησίᾳ».
Στήν οὐσία ἡ ὀρθόδοξη συμμετοχή στήν Οἰκουμενική Κίνηση δέν εἶναι αὐτοσκοπός, ἀλλά ἡ ἀνταπόκρισή της σέ μία κοινή κλήση, πού προκύπτει ἀπό τήν πρόθεση τοῦ Θεοῦ νά δημιουργήσει ἐν Χριστῷ μία νέα ἀνθρώπινη κοινότητα. Ἡ ἀπάντηση σέ αὐτήν τήν κλήση τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι μία μεταξύ ἄλλων ἐπιλογή, ἀλλά ἀποτελεῖ αἴτημα τοῦ Εὐαγγελίου καί ἐπιθυμία τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος πρό τοῦ Πάθους προσευχήθηκε «ἵνα πάντες ἓν ὦσιν». Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ ὑπεράσπισή της ἤ ὁ ἀγώνας γιά τήν ἀποκατάστασή της εἶναι ὄχι μόνο μία ἀδιάλειπτη προσευχή, ἀλλά καί ὁμολογία πίστεως τοῦ ὅλου ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, ὅπως ὁ Ἱδρυτής τῆς Ἐκκλησίας ὑπογράμμισε στήν ἀρχιερατική προσευχή Του καί ὅπως ἡ Ἐκκλησία συνεχῶς ὁμολογεῖ στό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Πολύ σωστά ἔχει ἐπισημανθεῖ ὅτι ὁ ἀγώνας γιά τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ὑπαγορεύεται ἀπό τήν ἴδια τή χριστοκεντρική ὀντολογία τῆς φύσεως καί τῆς ἀποστολῆς τῆς Ἐκκλησίας μέσα στόν κόσμο, ἡ ὁποία κατευθύνεται ἀπό τή ζωογόνο πνοή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὄχι, βεβαίως, ἀπό τίς ὑποκειμενικές ἤ περιστασιακές ἐπιλογές μικρῶν ἤ μεγάλων ὁμάδων τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος.
Ἡ προσπάθεια γιά καταλλαγή καί ἑνότητα ἐπιβάλλεται μάλιστα σήμερα, περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη φορά, ἀπό τίς συνθῆκες μέσα στίς ὁποῖες
ζεῖ ὁ σύγχρονος κόσμος, οἱ ὁποῖες καθιστοῦν ἀπαραίτητο νά μήν πράττουν οἱ Ἐκκλησίες ξεχωριστά ὅ,τι μποροῦν νά πράξουν ἀπό κοινοῦ. Εἶναι ἐκπεφρασμένη καί σταθερή ἡ θέση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου,
ἀντιπροσωπευτική σύνολης τῆς Ὀρθοδοξίας: «Εἶναι τόσον πολλά καί τόσον ἐπείγοντα τά προβλήματα τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου, ὥστε νά καθίσταται ἐπιτακτική ἀνάγκη ἡ ἑνότης τῶν χριστιανῶν καί ἐγκληματική ἡ δι’
οἱασδήποτε σκοπιμότητος παρεμπόδισις αὐτῆς».
Ἡ τεκμηρίωση τοῦ οἰκουμενικοῦ χαρακτήρα τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπέκτησε ἀξία καί βαρύτητα ὑπό τό φῶς τῶν ὁμοφώνων ἀποφάσεων τῆς Γ΄ Προσυνοδικῆς Πανορθόδοξης Διάσκεψης στό Σαμπεζύ τό 1986, ἡ ὁποία διευκρινίζει τά κίνητρα καί τή φύση τῆς συμμετοχῆς τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στήν Οἰκουμενική Κίνηση καί στά θεσμικά ὄργανά της.
Τὸ κείμενο-ἀπόφαση μέ τίτλο «Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί Οἰκουμενική
Κίνηση», πού πρόκειται νά ἐπικαιροποιηθεῖ στήν ἐπικείμενη Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τό 2016, ἀναφέρει μέ ἐπίσημο
καί σαφῆ τρόπο ὅτι «ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μέ τή βαθιά πεποίθησή της
καί τήν ἐκκλησιαστική αὐτοσυνειδησία της ὅτι ἀποτελεῖ τόν φορέα καί
δίνει μαρτυρία τῆς πίστεως καί τῆς παραδόσεως τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, πιστεύει ἀκράδαντα ὅτι κατέχει
κεντρική θέση στήν ὑπόθεση τῆς προώθησης τῆς ἑνότητας τῶν χριστιανῶν μέσα στό σύγχρονο κόσμο... Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πάντοτε ἐπιζητοῦσε νά προσελκύσει τίς διάφορες χριστιανικές Ἐκκλησίες καί Ὁμολογίες σέ μία ἀπό κοινοῦ πορεία ἀναζήτησης τῆς χαμένης ἑνότητας τῶν
χριστιανῶν μέ σκοπό νά καταλήξουν ὅλοι στήν ἑνότητα τῆς πίστεως. Ἡ
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, πού ἀδιαλείπτως προσεύχεται ‘ὑπέρ τῆς τῶν πάντων
ἑνώσεως’, μετεῖχε στήν Οἰκουμενική Κίνηση ἀπό τήν πρώτη ἐμφάνισή
της καί συντέλεσε στή διάπλαση καί περαιτέρῳ ἐξέλιξή της. Ἄλλωστε,
ἡ Ὀρθοδόξη Ἐκκλησία, ἐξαιτίας τοῦ οἰκουμενικοῦ πνεύματος πού τή διακρίνει, κατά τή διάρκεια τῆς ἱστορίας, πάντοτε ἀγωνίστηκε γιά τήν ἀποκατάσταση τῆς χριστιανικῆς ἑνότητας. Γι’ αὐτό καί ἡ ὀρθόδοξη συμμετοχή στήν Οἰκουμενική Κίνηση δέν εἶναι καθόλου ξένη πρός τή φύση καί
τήν ἱστορία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἀλλά ἀποτελεῖ συνεπῆ ἔκφραση
τῆς ἀποστολικῆς πίστεως μέσα σέ νέες ἱστορικές συνθῆκες καί γιά τήν
ἀντιμετώπιση νέων ὑπαρξιακῶν αἰτημάτων... Ἡ πολυδιάστατη οἰκουμενική δραστηριότητα [τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας] πηγάζει ἀπό αἴσθημα
ὑπευθυνότητας καί ἀπό τήν πεποίθηση ὅτι ἡ συνύπαρξη, ἡ ἀμοιβαία κατανόηση, ἡ συνεργασία καί οἱ κοινές προσπάθειες γιά τή χριστιανική ἑνότητα εἶναι οὐσιώδεις, ‘ἵνα μὴ ἐγκοπήν τινα δῶμεν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ Χριστοῦ’ (Α΄ Κορ. 9,12)».
Οἱ καρποί ἀπό τή συμμετοχή τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στήν οἰκουμενική προσπάθεια εἶναι πλούσιοι καί τά «ἐπιτεύγματα» πολλά. Ἡ Οἰκουμενική Κίνηση ἄλλαξε τή φυσιογνωμία τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου.
Ἔβγαλε τίς Ἐκκλησίες ἀπό ὁμολογιακές καί ἱστορικές ἀγκυλώσεις καί
τίς ἔδωσε τή δυνατότητα νά συμμετάσχουν σέ μία κοινότητα διαλόγου,
ἀμοιβαίας εὐθύνης, συνεργασίας καί κοινῆς μαρτυρίας. Δημιουργήθηκε
ἕνα μοναδικό στήν ἱστορία τοῦ Χριστιανισμοῦ δίκτυο ἐπικοινωνίας καί
ἀλληλέγγυας συνεργασίας μιᾶς «κοινωνίας ἐκκλησιῶν» σέ ζητήματα πού
ἀφοροῦν στή θεολογική ἐκπαίδευση, τήν ἱεραποστολή, τή διεκκλησιαστική βοήθεια καί ποιμαντικά καί κοινωνικά προβλήματα.
Ὅπως ἔχει ἐπισημάνει ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, «ἦταν
τόση ἡ δύναμη τοῦ φαινομένου τῆς Οἰκουμενικῆς Κίνησης, πού ὤθησε
τούς χριστιανούς σέ μία ἔξοδο. Ἀπό τήν ἔξοδο αὐτή ξεκίνησε ἕνα ταξίδι,
τό ὁποῖο τούς ἔβγαλε ἀπό τήν ἀπομόνωση καί τήν αὐτάρκεια καί τούς
ὁδήγησε νά ἀναζητήσουν ὁ ἕνας τόν ἄλλο. Τούς συνόδευσε τό Πνεῦμα τοῦ
Θεοῦ, ἕνα πνεῦμα μετανοίας, συγχώρεσης, συμφιλίωσης καί χριστιανικῆς
ἀγάπης».
Ἀπό ὀρθόδοξη ὀπτική κρίνεται ὡς ἰδιαίτερα θετικό τό γεγονός ὅτι στόν
εὐρύτερο χριστιανικὀ χῶρο οἱ ἐκκλησιαστικοί Πατέρες τῆς Ἀνατολῆς,
ἡ λατρεία, ἡ ὑμνολογία, οἱ εἰκόνες, γενικότερα ἡ θεολογία καί ἡ πνευματικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας ἔγιναν ἀντικείμενα ὄχι μόνο ἀκαδημαϊκῶν
σπουδῶν, εἰδικῶν περιοδικῶν καί πλήθους ἐκδόσεων, ἀλλά καί εὐρύτατου λαϊκοῦ ἐνδιαφέροντος. Ἀπό τά πιό οὐσιαστικά ἀποτελέσματα τῆς οἰκουμενικῆς μαρτυρίας τῆς Ὀρθοδοξίας θεωρεῖται ἡ γενική στροφή τόσο
τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας ὅσο καί τοῦ Προτεσταντισμοῦ στή μελέτη τοῦ ἀνεξάντλητου θησαυροῦ τῆς ὀρθόδοξης πατερικῆς παράδοσης,
ἡ ὁποία δέν περιορίζεται πλέον στά ἀκαδημαϊκά σπουδαστήρια, ἀλλά διαποτίζει προοδευτικῶς καί αὐτό τοῦτο τό περιεχόμενο τῆς θεολογίας καί τῆς
πνευματικῆς ζωῆς τοῦ δυτικοῦ χριστιανισμοῦ. Μέσα στά θεσμικά ὄργανα τῆς σύγχρονης Οἰκουμενικῆς Κίνησης, ὅπως τό Παγκόσμιο Συμβούλιο
Ἐκκλησιῶν καί τό Συμβούλιο Εὐρωπαϊκῶν Ἐκκλησιῶν, ἡ ὀρθόδοξη παρουσία ἐμπλούτισε τή θεολογική προβληματική προτείνοντας ἀπαντήσεις
καί λύσεις στά προβλήματα πού προέκυπταν βασισμένες στήν κοινή πατερική παράδοση τῆς ἑνιαίας καί ἀδιαίρετης Ἐκκλησίας.
Ἀξίζει, ἀκόμη, νά τονιστεῖ ὅτι μέσα ἀπό τίς ἐπαφές καί τό διάλογο οἱ ὀρθόδοξοι μπόρεσαν νά ἀποκτήσουν μία καινούργια «θέα» τῆς Ὀρθοδοξίας
καί τῆς αὐτοσυνειδησίας τους καί νά λάβουν σύντονα μέτρα γιά τήν ἔκφραση τοῦ περιεχομένου της. Πρός αὐτήν τήν κατεύθυνση κινήθηκε ἡ πανορθόδοξη συνοδική διαδικασία πρός τήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο μετά τόν
Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μέ πρωτοβουλία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα Α΄. Ἀναμφίβολα, ἡ ἀφύπνιση τῆς συνοδικῆς συνείδησης καί ἡ ἐκκίνηση
τῆς συνοδικῆς διαδικασίας ὀφείλονται στίς συγκεκριμένες ἐνέργειες τοῦ
Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰώνα (Πατριαρχικές
Ἐγκύκλιοι 1902, 1904, 1920). Ἡ συμμετοχή τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν
στήν Οἰκουμενική Κίνηση διευκόλυνε καί ἐπίσπευσε αὐτήν τή διαδικασία
μέσω τῶν Πανορθοδόξων Προσυνοδικῶν Διασκέψεων ἀπό τή δεκαετία τοῦ
΄70 καί μετά. Ἔτσι, μέ τήν Οἰκουμενική Κίνηση συνδέεται καί συμπορεύεται ἡ πανορθόδοξη κίνηση γιά τή σύσφιξη τῶν σχέσεων μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, γιά τήν ἀνανέωση τῆς ζωῆς τους καί γιά τή συνειδητοποίηση τοῦ ἑνοποιοῦ ρόλου τους μέσα σέ ἕνα διασπασμένο κόσμο.
Αὐτοί οἱ καρποί ὀφείλονται ἀναμφισβήτητα στό εὐγενικό ὅραμα, τόν ἀνιδιοτελῆ ζῆλο καί τή θυσιαστική προσπάθεια πολλῶν προσωπικοτήτων, ἐργατῶν τῆς Οἰκουμενικῆς Κίνησης. Ἕνας ἀπό αὐτούς τούς ἐργάτες, πού πίστεψε ὁλόψυχα στούς σκοπούς τῆς οἰκουμενικῆς προσπάθειας καί συντέλεσε, ὥστε ἡ Ὀρθοδοξία νά εἰσακουστεῖ καί νά λάβει τήν πλήρη καί ὀρθή θέση της στήν Οἰκουμενική Κίνηση, εἶναι ὁ καθηγητής Γρηγόριος Λαρεντζάκης. Ἐπί σειρά πολλῶν ἐτῶν ὁ καθηγητής Λαρεντζάκης μετέχει στήν Οἰκουμενική Κίνηση ὡς αὐθεντικός ἑρμηνευτής τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης καί Θεολογίας καί ὡς «γεφυροποιός», πρεσβευτής τῆς καταλλαγῆς καί τῆς συνεννόησης. Προώθησε τήν Τριαδολογία, πού ἀποτελεῖ τήν πιό ὁρατή καί πολύτιμη συμβολή τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στή σύγχρονη Οἰκουμενική Κίνηση καί θεολογία, δούλεψε μέ δημιουργικό ἐνθουσιασμό γιά τή θεσμική συνεργασία τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν τῆς Εὐρώπης, συνέδεσε τήν πιστότητα στήν Ὀρθοδοξία μέ τή δεκτικότητα γιά τήν πραγματικότητα τῶν ἄλλων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν. «Ἀνοικτός» ἔναντι τοῦ «ἄλλου», χωρίς ὅμως νά σχετικοποιεῖ τήν ἀλήθεια, συνέβαλε στή δημιουργία μιᾶς νέας ἐκκλησιολογικῆς τοποθέτησης τῶν ὀρθοδό- ξων, ἡ ὁποία κάτω ἀπό τίς σημερινές συνθῆκες πάει πέρα ἀπό τήν ἀπόλυτη αὐτάρκεια τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καί τή σωτηριολογική ἀποκλειστικότητα τῶν ὀρθοδόξων. Βοήθησε, μέ ἄλλα λόγια, στήν ὑπέρβαση τῆς παλαιᾶς αἱρεσιολογίας καί ἔθεσε κάτω ἀπό ἄλλο πρίσμα τό ἐρώτημα γιά τά «ὅρια τῆς θεσμικῆς Ἐκκλησίας». Τέλος, καί αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό, καλλιέργησε ἐντατικά τόν ὁραματισμό του γιά τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, κατανοώντας την ὡς ζύμη γιά τήν ἑνότητα τῆς ἀνθρωπότητας.
Αὐτοί οἱ καρποί ὀφείλονται ἀναμφισβήτητα στό εὐγενικό ὅραμα, τόν ἀνιδιοτελῆ ζῆλο καί τή θυσιαστική προσπάθεια πολλῶν προσωπικοτήτων, ἐργατῶν τῆς Οἰκουμενικῆς Κίνησης. Ἕνας ἀπό αὐτούς τούς ἐργάτες, πού πίστεψε ὁλόψυχα στούς σκοπούς τῆς οἰκουμενικῆς προσπάθειας καί συντέλεσε, ὥστε ἡ Ὀρθοδοξία νά εἰσακουστεῖ καί νά λάβει τήν πλήρη καί ὀρθή θέση της στήν Οἰκουμενική Κίνηση, εἶναι ὁ καθηγητής Γρηγόριος Λαρεντζάκης. Ἐπί σειρά πολλῶν ἐτῶν ὁ καθηγητής Λαρεντζάκης μετέχει στήν Οἰκουμενική Κίνηση ὡς αὐθεντικός ἑρμηνευτής τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης καί Θεολογίας καί ὡς «γεφυροποιός», πρεσβευτής τῆς καταλλαγῆς καί τῆς συνεννόησης. Προώθησε τήν Τριαδολογία, πού ἀποτελεῖ τήν πιό ὁρατή καί πολύτιμη συμβολή τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στή σύγχρονη Οἰκουμενική Κίνηση καί θεολογία, δούλεψε μέ δημιουργικό ἐνθουσιασμό γιά τή θεσμική συνεργασία τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν τῆς Εὐρώπης, συνέδεσε τήν πιστότητα στήν Ὀρθοδοξία μέ τή δεκτικότητα γιά τήν πραγματικότητα τῶν ἄλλων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν. «Ἀνοικτός» ἔναντι τοῦ «ἄλλου», χωρίς ὅμως νά σχετικοποιεῖ τήν ἀλήθεια, συνέβαλε στή δημιουργία μιᾶς νέας ἐκκλησιολογικῆς τοποθέτησης τῶν ὀρθοδό- ξων, ἡ ὁποία κάτω ἀπό τίς σημερινές συνθῆκες πάει πέρα ἀπό τήν ἀπόλυτη αὐτάρκεια τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καί τή σωτηριολογική ἀποκλειστικότητα τῶν ὀρθοδόξων. Βοήθησε, μέ ἄλλα λόγια, στήν ὑπέρβαση τῆς παλαιᾶς αἱρεσιολογίας καί ἔθεσε κάτω ἀπό ἄλλο πρίσμα τό ἐρώτημα γιά τά «ὅρια τῆς θεσμικῆς Ἐκκλησίας». Τέλος, καί αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό, καλλιέργησε ἐντατικά τόν ὁραματισμό του γιά τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, κατανοώντας την ὡς ζύμη γιά τήν ἑνότητα τῆς ἀνθρωπότητας.
Μέ τή βεβαιότητα ὅτι ὁ Γρηγόριος Λαρεντζάκης ἀποτελεῖ ἕναν ἀπό
τούς πιό κατάλληλους ἀνθρώπους γιά νά μᾶς πληροφορήσει ὑπεύθυνα καί
πλήρως γιά τίς νεότερες θεολογικές ἐξελίξεις στόν οἰκουμενικό διάλογο,
ἐξελίξεις πού εἶναι σημαντικές γιά τήν κατανόηση καί τή λύση σοβαρῶν
προβλημάτων πού ἀπασχολοῦν τίς Ἐκκλησίες αἰῶνες τώρα καί ἐμποδίζουν
τήν ἀποκατάσταση τῆς πλήρους κοινωνίας μεταξύ τους, παραδίδεται στήν
κυκλοφορία τό ἀνὰ χεῖρας βιβλίο. Πρόκειται γιά μία συλλογή μελετῶν πού
ἀφοροῦν σέ μεγάλα θέματα τοῦ οἰκουμενικοῦ διαλόγου καί ἀποτελοῦν
σημαντική συμβολή στή συνεχιζόμενη συζήτηση στήν Οἰκουμενική Κίνηση καί στήν πορεία τῶν προσπαθειῶν τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου γιά συνεργασία, καταλλαγή καί ἑνότητα.
Δείτε την σχετική ανάρτηση της Ιδιωτικής Οδού:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου